Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Η ετυμολογία του «όχι»

Πηγή:https://smerdaleos.wordpress.com/2013/11/17/η-ετυμολογία-του-όχι/


Το νεοελληνικό «όχι» προέρχεται από το αρχαίο «οὐκ» όταν μονιμοποιήθηκε η δασυμένη μορφή «οὐχ(ί)» που αρχικά απαντούσε μόνο πριν από δασεία λ.χ. οὐκ hὄπως > οὐχ ὅπως με /k/+/h/>/kh/ όπως ἐπί+hίππος > ἔφιππος με /p/+/h/>/ph/και κατά hαγιάζω > καθαγιάζω με /k/+/h/>/kh/. Η ύπαρξη του οὐκ ήταν ένα μεγάλο μυστήριο για τους γλωσσολόγους, διότι απορούσαν πως μια ΙΕ γλώσσα που έχει κληρονομήσει ένα σωρό μορφήματα που ανάγονται στο βασικό ΠΙΕ αρνητικό μόριο *ne όπως το στερητικό *n.->α(ν)-, τον πλήρη βαθμό*ne-> στα νε-ανεμία > νηνεμία, νε-όνυμα> νώνυμνος, νε-(w)ἔπος > νήπιος και, τέλος, τον εκτεταμένο βαθμο *nē->νη- στα νηκερδής, νηπενθής και νηκέρως/νήκερως (<νη-κέραος) δεν έχει κληρονομήσει το ΠΙΕ *ne ως βασικό όρο για το «όχι», όπως οι άλλες ΙΕ γλώσσες (λ.χ. αγγλικά και ιταλικά no, σλαβικάne,njet, γερμανικά nein κλπ).
Την καλύτερη μέχρι στιγμής απάντηση έδωσε ο Warren Cowgill το 1960 όταν πρότεινε ότι η πρωτο-ελληνική (στο κείμενο παρακάτω λέει pre-Greek, αλλά μην το μπερδέψετε με το προελληνικό υπόστρωμα, εννοεί την φάση της γλώσσας πριν την ωρίμανση σε κανονική Ελληνική) αρχικά είχε περιφραστική άρνηση όπως λ.χ. οι αγγλικές εκφράσεις “not at all“, “not a chance” και “not in this lifetime” και η γαλλική έκφραση “ne … pas” (< λατιν. ne …passus = «ούτε ένα βήμα»). Η αρχική μορφή της ελληνικής άρνησης ήταν *ne h2oyu kwid > *ne ou kwid > *ne ouki > ouki > οὐκ και είχε την ίδια ακριβώς σημασία με το αγγλικό “not in this lifetime“, μιας και η ρίζα *h2oyw– περιέχεται στην λέξη αἰών. Η εξέλιξη *[ne] h2oyu kwid > oukwi > οὐκι είναι φωνολογικά αναμενόμενη.
Αν το *-kwid «αυτό» (not in this lifetime) σας παραξενεύει, αυτό είναι ο πρόγονος του ελληνικού τι = «ποιο» και κρύβεται στο *yo-kwid > yokwi (Γραμμική Β yo-qi) > ὅτι (με εξέλιξη *y>h (δασεία) όπως στο *yos > ὅς και *yeh1kwr. > ἧπαρ).
yo-qi
Όσο για την απώλεια του μεσοφωνηεντικού *-y- στο *h1oyu-kwid > oukwi > οὐκ αυτή είναι αναμενόμενη στην Ελληνική (λ.χ. *treyes > σανσκριτικό trayas, αλλά ελληνικό *treyes > τρέες > τρεῖς ύστερα από συναίρεση, το *dwei- > *dweyos > δέος και το *bhor-ey-ō > φορέω).
Όπως στα γαλλικά η φράση ne … pas σιγά σιγά απλοποιήθηκε σε σκέτο  pas(δείτε τα 1,2 κάτω από το adverb) χάνοντας το βασικό αρνητικό μόριο ne έτσι και στα Ελληνικά, η φράση *ne ou kwid απλοποιήθηκε στην ouki που έδωσε στο τέλος τα οὐκ(ι) και οὐ. Αυτή η διαδικασία όπου στο βασικό αρνητικό μόριο προστίθεται ένα εμφατικό συμπλήρωμα και, εν τέλει, μένει μόνο το δεύτερο, ονομάζεται κύκλος άρνησης του Jespersen και απαντά σε πολλές γλώσσες.
ouk
Cowgill-neoukwid
Εκτός από το αγγλικό not in this lifetime, ένα άλλο σημασιακό ανάλογο του φρασήματος *ne h2oyu kwid, που σύμφωνα με τον Cowgill έδωσε το ελληνικόοὐκ και το κλασικό αρμενικό oč = όχι (o Benjamin Fortson και ο αρμενιστής Charles de Lamberterie δέχονται την πρόταση του Warren Cowgillγια το αρμενικό «όχι», αλλά όχι ο James Clackson), είναι το νεοελληνικό «ούτε στον αιώνα τον άπαντα!»
Μάλιστα η λέξη αιώνας που περιέχεται στο τελευταίο φράσημα προέρχεται, όπως είπα και παραπάνω, από την ρίζα *h2oyw- που, κατά Cowgill, έδωσε το «ου» του οὐκ.
Η ανάρτηση αυτή γίνεται με επιφύλαξη καθώς δεν γνωρίζω την ιδιότητα του κατόχου του ιστολογίου
Νότα Χρυσίνα

Τι σας έφταιξε ο φασισμός;

Φωτογραφία Βασίλης Ρούβαλης

Τι σας έφταιξε ο φασισμός; (συμπληρωμένο)

28η Οκτωβρίου σήμερα, και συνεχίζω δημοσιεύματα στο πνεύμα της επετείου, αφού και την Κυριακή αλλά και χτες είχαμε συναφή θεματολογία. Σήμερα αναδημοσιεύω ένα άρθρο που είχα ανεβάσει πριν από τρία χρόνια, για ένα πολύ χαρακτηριστικό επεισόδιο του πολέμου. Τον Δεκέμβριο του 1940, ενώ στα βουνά της Αλβανίας συνεχίζονταν οι μάχες, που είχαν πια πάρει νικηφόρα τροπή για τον ελληνικό στρατό, ο υποδιοικητής της Ασφάλειας Παξινός (αργότερα τον εκτέλεσαν οι Άγγλοι για άνθρωπο των Γερμανών) κάλεσε στην Ασφάλεια αρκετούς αρθρογράφους εφημερίδων και περιοδικών, τους περισσότερους αριστερούς, για να τους επιπλήξει επειδή στα άρθρα τους καλούσαν τον ελληνικό λαό να πολεμήσει το φασισμό -και όχι απλώς και γενικώς τους Ιταλούς.
Στην παλιότερη δημοσίευση είχα παρουσιάσει την εξιστόρηση των γεγονότων από τον Ασημάκη Πανσέληνο, όπως τα περιέγραψε στην απολαυστική αυτοβιογραφία του «Τότε που ζούσαμε». Σήμερα θα προτάξω την εξιστόρηση του ίδιου περιστατικού από τον Κώστα Βάρναλη, όπως τα θυμήθηκε σε χρονογράφημά του μέσα στον Εμφύλιο, στις 27 Οκτωβρίου 1947, στον Ρίζο της Δευτέρας, που ακόμα ήταν νόμιμος (ενώ ο καθημερινός Ριζοσπάστης είχε κλείσει μαζί με τις άλλες εαμικές εφημερίδες από τις αρχές Οκτωβρίου) αν και δεν θα αργούσε να κλείσει (στα τέλη του χρόνου, όταν τέθηκε εκτός νόμου το ΚΚΕ).
Παρουσιάζω επίσης στο τέλος την αναφορά που κάνει στο ίδιο περιστατικό ο Σεφέρης, που περιλαμβάνεται στο πολύ ενδιαφέρον κείμενό του «Χειρόγραφο Σεπ. 41» (τώρα στον τρίτο τόμο των Δοκιμών). Έτσι έχουμε το ίδιο γεγονός ιδωμένο από τρεις μεγάλους λογοτέχνες μας, σε τρεις διαφορετικές χρονικές στιγμές (λίγους μήνες μετά ο Σεφέρης, λίγα χρόνια μετά ο Βάρναλης, πολλά χρόνια μετά ο Πανσέληνος). Παραθέτω επίσης ορισμένες πολύ καίριες σκέψεις του Σεφέρη για την οξεία αντίθεση στην οποία βρέθηκε το τεταρταυγουστιανό καθεστώς, να μάχεται, φασιστικό κι εκείνο, ενάντια σε δυνάμεις φασιστικές.
Βάρναλης
Η βουβή επέτειος – Γιορτή και λαός
H 28 του Οχτώβρη είναι μια μεγάλη μέρα για τον ελληνικό λαό – και μέρα ντροπής για τους προδότες του. Κι όμως ετούτοι γιορτάζουνε το «αλβανικό έπος». Και πάλι χωρίς το λαό. Και πάλι με φράχτη γύρω τους τα όπλα -για να τους φυλάνε όταν πηγαίνουν στην τελετή – να φυλάνε από το λαό τους εχθρούς του λαού.
Το τι νόημα δίνουνε στον όρο «αλβανικό έπος» οι φυγάδες του «έπους» φαίνεται από το νόημα που δίνουνε σε κάτι ανάλογες και παράλληλες ορολογικές απάτες όπως π.χ «απελευθέρωση», «ανεξαρτησία»,»δημοκρατία», «αμερικάνικη βοήθεια», «πνευματική ελευθερία» κλπ. Το ουσιαστικό περιεχόμενο των λέξεων είναι διαμετρικά αντίθετο με την ετυμολογική τους σημασία.
Αλλά το νόημα, που έδινε η 4η Αυγούστου στο «αλβανικό έπος», μας το εξήγησε τότες με τρόπον επίσημον ο τότε διευθυντής της Ασφαλείας κ. Παξινός. Ενώ δηλαδή ο ελληνικός λαός γυμνός και άοπλος, εγκαταλελειμμένος από τους «αρχηγούς» του χτύπαε στο μέτωπο και μπροστά του και πίσω του τους εχθρούς της ελευθερίας του, τους φασίστες, οι αρχηγοί του ελληνικού φασισμού ετοιμάζανε στην πρωτεύουσα την παράδοση του λαού – γιατί η συνθηκολόγηση του μετώπου δεν ήταν παράδοση του στρατού μονάχα (των 200 χιλιάδων ανδρών), αλλά ολάκερου του ελληνικού λαού (των 7 εκατομμυρίων).
Ο μοναρχοφασισμός που είπε το μαύρο του «όχι», μονάχα για τον τύπο, κοίταε από την πρώτη στιγμή πώς θα έσωζε όχι την «πατρίδα», παρά το καθεστώς του· πώς θα περνούσε τον ελληνικό λαό από τα δικά του τα χέρια στα ξένα χέρια, χωρίς ο μεσίτης να χάσει ούτε την ηγεσία του λαού, ούτε τα κέρδη του απ΄αυτόν.
Η συνθηκολόγηση του μετώπου δεν ήτανε πράξη ανωτέρας βίας παρά θεληματική συμμαχία με τον εχθρό εναντίον του λαού. Και κανένας από τους μεταδεκεμβιανούς κυβερνήτες δεν αμφιβάλλει πως στην σημερινή επέτειο δεν γιορτάζεται το «αλβανικό έπος», παρά η «συνθηκολόγηση» και η συνεργασία με τον εχθρό. Αν τότε ο ελληνικός λαός νικούσε ως το τέλος τους εχθρούς κι έσωζε την ελευθερία του, οι σημερινοί συνεχιστές της 4ης Αυγούστου, τη σημερινή επέτειο θα την είχανε ημέρα «εθνικού πένθους».

* * *
Λοιπόν. Τότες κι εμείς οι αριστεροί δημοσιογράφοι και διανοούμενοι πήραμε στα σοβαρά (όπως κι ο λαός) τον πόλεμο κατά των «βαρβάρων επιδρομέων». Και γράφαμε πύρινα άρθρα εναντίον τους- εναντίον του «φασισμού». Μα το είπαμε: ο δικός μας ο φασισμός, τέκνο και ομοίωμα του ιταλικού και του γερμανικού, δεν του καλάρεσε να βρίζουμε το «σύστημα». Κι ένα βράδυ (χειμώνας ήτανε) μας μαζέψανε στη Γενική Ασφάλεια τους ξεροκέφαλους αριστερούς που χαλούσαμε τη «δουλειά». Ήτανε (όσο θυμάμαι) ο Καρβούνης, ο Κορδάτος, ο Κορνάρος, ο Πανσέληνος, ο Μέξης, ο Σπ. Θεοδωρόπουλος. Και ξαφνικά για λίγες ώρες μονάχα μας φέρανε ωραίον, κομψόν και γόητα, με ύφος «υπεράνω όλων» μας, τον κ. Καραγάτση. Μα ως το βράδυ τον αφήσανε.
Το άλλο βράδυ μας ξαναπήγανε στη Διεύθυνση της Γεν. Ασφαλείας, όπου μας παρουσιάσανε στον κ. Παξινό. Εκεί πήραμε το «πρώτο βάπτισμά» μας στο νόημα του «αλβανικού έπους». Ο κ. Διευθυντής, κοφτά και μελετημένα μας είπε να μην κάνουμε τον έξυπνο στα άρθρα μας βρίζοντας το φασισμό (έτσι βρίζαμε έμμεσα και την 4η Αυγούστου· και σ’ αυτή την άποψη δεν είχε άδικο ο κ. Διευθυντής) και πως δεν φταίει καθόλου ο φασισμός για τον πόλεμο.
Με άλλα λόγια, εννοούσε πως έφταιγε ο ιταλικός λαός που μας μισούσε ή που είχε καταχτητικές βλέψεις, λες κι οι λαοί αισθάνονται ή ενεργούνε μοναχοί τους κι είναι υπεύθυνοι αυτοί για ό,τι αγαπούνε ή μισούνε και για ό,τι κάνουνε -όπως τα ομαδικά εγκλήματα εναντίον των αμάχων.
Κι αφού μας ενουθέτησε και μας έκανε προσεχτικούς για το μέλλον μάς άφησε «λέυτερους», δηλ. μας «εδέσμευσε» τη σκέψη και τη γλώσσα. Έπρεπε δηλ. κι εμείς να βοηθήσουμε τον ξένο φασισμό να κατεβεί και να θρονιαστεί άνετα στην Ελλάδα δίπλα στο ντόπιο.

* * *
Κάτι ανάλογο μου είπε μια μέρα κι ο διευθυντής της εφημερίδας, που εργαζόμουνα τότες. Έγραφα μια ιστορία (επί δυόμισι μήνες) της διαφθοράς και απανθρωπίας των πολιτικών ηθών της Ρώμης από το Σύλλα και πέρα. Η περίσταση και η πεποίθησή μου με κάνανε να χρωματίζω κάπως ζωηρότερα τα πρόσωπα και τα πράγματα και να τα χαρακτηρίζω με τον ίδιο τρόπο – κυρίως την αρπαχτικότητα και τη φιλοχρηματία των ισχυρών της «αιώνιας πόλεως»: Σύλλα, Κράσσου, Οκταβίου, Κικέρωνα, Σενέκα κλπ.
Ο διευθυντής μου λοιπόν με κάλεσε και μου λέγει¨
-Είπαμε να βρίζεις τους Ρωμαίους, αλλ’ όχι και τους πλουτοκράτες! Δυστυχώς οι περισσότεροι αναγνώστες μας (της Κηφισιάς) είναι πλουτοκράτες.
-Μα εγώ βρίζω, του απάντησα γελώντας, τους τότε Ρωμαίους πλουτοκράτορες, όχι τους τώρα Έλληνες πλουτοκράτες. Εκείνοι ήταν τέρατα· οι δικοί μας είναι εντάξει : πατριώτες και καλοί χριστιανοί…

* * *
Μ’ άλλα λόγια οι δυο διευθυντές, της Ασφαλείας και της αστικής εφημερίδας, θέλανε ο πρώτος να μη βρίζουμε τους εξωτερικούς εχθρούς κι ο δεύτερος τους εσωτερικούς. Ας χάνεται η πατρίδα, αλλ’ όχι το σύστημα. Θέλετε τώρα άλλην εξήγηση του τι σημαίνει γι’ αυτούς ο όρος «αλβανικόν έπος»;
Όταν λοιπόν οι εχθροί του λαού ξηγιούνται με τόση ειλικρίνεια, τότε γιατί ο λαός να μην έχει το δικαίωμα να τους τα λέει κι αυτός από την καλή; Θα πείτε δεν τον αφήνουν. Θα τον αφήσουν! Κι αν τώρα ο λαός τιμά ανεπίσημα αυτήν την επέτειο, θα έρθει η μέρα σύντομα, που θα την γιορτάζει επίσημα κι όπως της αξίζει.

Πανσέληνος
Ο χειμώνας εκείνος ήτανε άπονος και ψυχρός. Το χιονόνερο δε σταματούσε. Ήταν οι νύχτες μεγάλες κι όταν φυσούσε ο βοριάς είχες την αίσθηση πως μες στους έρημους δρόμους παραπατούσε το πεπρωμένο. Συλλογιζόμουν να πάω εθελοντής αλλά δίσταζα. Απ’ το δίλημμα μ’ έβγαλε η είδηση, πως το Γιώργο το Θεοτοκά, που είχε κιόλας καταταχτεί, τον φώναξαν μια μέρα, τον διάταξαν να ξεντυθεί και τον στείλανε σπίτι του!
Είχε περάσει κανένας μήνας και είμαστε πια στο καταχείμωνο του ’40. Ήταν μια Πέμπτη, 19 του Δεκέμβρη, νομίζω. Η μέρα πέρασε ανιαρή, κουρασμένη. Το κρύο τρυπούσε τα κόκκαλα. (…) Πέρασε ώρα κι ετοιμαζόμαστε να πλαγιάσουμε όταν χτύπησε η πόρτα μας με διάκριση. Ποιος να ‘ναι τέτοια ώρα; Όξω χιόνιζε ολοένα. Σηκώθηκα κι άνοιξα με δυσφορία.
Έχω πάντα μια διαίσθηση σε κάτι τέτοια. Ο άνθρωπος που μπήκε, στιγμή δεν αμφέβαλα για το επάγγελμά του. Μόνο που ήταν απόψε λίγο πιο ευγενής απ’ όσο σηκώνει η δουλειά του. Έκανε μια σύντομη, τυπική έρευνα στο γραφείο.
– Σας ζητούν στην Ασφάλεια, είπε.
(…)

Στο γραφείο που μ’ έμπασαν ήταν ο Νίκος Χαραλαμπίδης, αξιωματικός της ασφάλειας, Μυτιληνιός. Με ρώτησε αν θέλω καφέ κι εγώ πήρα θάρρος κι έβανα τις φωνές.
— Δεν καταλαβαίνετε πως έχουμε πόλεμο; Πως κινδυνεύουμε όλοι; Για ποιο σκοπό μας φέρνετε πάλι εδωπέρα.
Ο άλλος κοιτάει ατάραχος. Στους διαδρόμους κυριαρχεί νεκρική σιωπή. Πολλές φορές ο Χαραλαμπίδης έγινε αιτία να ξεμπλέξω με την Ασφάλεια. Μιλάει.
— Τι δημοσίεψες πάλι τελευταία;
Να βάζεις στο νου το χερότερο, για να παρηγοριέσαι με το κακό! Αυτό λοιπόν ήταν; Το άρθρο μου στα «Νεοελληνικά Γράμματα» ήταν η αιτία;
— Αυτό που δημοσίεψα ήταν κάτι που έπρεπε να το κάνω. Κι αν είναι γι’ αυτό που με κουβαλήσατε εδώ, εγώ το εγκρίνω και τώρα και κάντε με ό,τι θέλετε.
(…)
Μας μεταφέραν κατόπι στο χτίριο της οδού Στουρνάρα κι άρχισαν να κουβαλούν κι άλλους: το Σπύρο Θεοδωρόπουλο, το Νίκο τον Καρβούνη, το Δημήτρη Φωτιάδη, το Θέμο Κορνάρο., το Γιάννη Κορδάτο, το Μέξη, το Μαρίνη, κι άλλους πολλούς, δεν τους θυμάμαι τώρα, γενήκαμε δεκαεφτά. Ο Χαραλαμπίδης με άφησε και τηλεφώνησα σπίτι μου κι εξήγησα για ποιο λόγο με πιάσαν.

Μας βάλαν λοιπόν όλους εκείνο το βράδυ σε μια κάμαρα ευρύχωρη, σ’ ένα γραφείο με παράθυρο και μπαλκόνι κι αφήσαν την πόρτα ακλείδωτη. Μόνο καθόταν μαζί μας ένα πολισμανάκι αμούστακο κι άκουγε τις κουβέντες μας χωρίς να επεμβαίνει.
Αφήσαν ακόμα και τους δικούς μας να μας επισκεφτούν μες στη νύχτα -μας φέραν κουβέρτες, τσιγάρα και σοκολάτες. Σε λίγο η υπόθεση πήρε χαρακτήρα βεγγέρας. Κάποιος είπε πως για να μας περιποιούνται έτσι, κάτι κακό θα ετοιμάζεται.
Μέσα σε κείνη τη φασαρία, άνοιξε η πόρτα και φέραν τον Κώστα το Βάρναλη. Έξω φρενών ο ποιητής μας, πλην όχι με τους αστυφύλακες που τον πιάσαν παρά με το Νίκο τον Καζαντζάκη! Κάποιος, λέει, του έδειξε ένα έντυπο μ’ ένα άρθρο του Καζαντζάκη που πρότεινε να ενωθεί η Ελλάδα με την Αγγλία. Αυτά τα θυμούμαι τώρα λίγο μπερδεμένα κι αόριστα.
— Άκου κατάσταση, άκου μυαλά, φωμάζει, και μην τον βαράς αν μπορείς, ώσπου να πάρει χαμπάρι. Ινδία, λέει, σκέφτηκε να κάνει την Ελλάδα!
(…)
Όλοι είχαμε μείνει λοιπόν ξεσηκωμένοι και δεν κλείσαμε μάτι εκείνο το βράδυ, εκτός από τον Κώστα το Βάρναλη και το Γιάννη Κορδάτο, που κοιμηθήκανε σαν παιδιά, κουκουλωμένοι σε αδιάβροχα που τους τα βόλεψαν οι αστυνομικοί. Ήταν μια ημεράδα χυμένη στην όψη του Βάρναλη, να τον κοιτάς και ν΄ανοίγει η καρδιά σου. (…) Καθώς προχωρούσε η μέρα, κουβαλήσαν ακόμα δυο τρεις και τον Καραγάτση. Είχε γράψει κι αυτός μια σειρά άρθρα στα «Νεοελληνικά Γράμματα» κι είπε το λόγο του για τον πόλεμο. Μας χαιρέτησε όλους τυπικά και πηγαινοερχότανε μες στο θάλαμο χωρίς να καθίζει, λες και θα ήταν το καθισιό του απόδειξη αλληλεγγύης σε μας τους άλλους, που δίκια βρισκόμαστε στο μαντρί.
Μόνο όταν είδε πως περνούσε η ώρα και δεν τον αφήναν, δέχτηκε να μιλήσει για την περίπτωσή του. Δεν ξέρω, λέει, τι το επιλήψιμο βρήκαν στα άρθρα μου -ίσως κάτι που έγραφα για την Αγγλία, πως μονάχα μια φορά στην ιστορία της (στον πόλεμο με τους Βορειοαμερικανούς) δεν έδειξε κατανόηση και την έπαθε.
Κανένας δε μπόρεσε να τον πείσει πως για τέτοια ψιλοπράματα μηδέ η Αγγλία απασχολιέται μηδέ η Ασφάλεια κι ότι μονάχα τον πήρε το ρέμα μαζί μας. Αυτός επιμένει πως είναι δάχτυλος αγγλικός, αλλιώς κανείς δε θα τολμούσε να τον ενοχλήσει· ο αδερφός του ο Ροδόπουλος είχε δόντι γερό. Επικαλέστηκε και τη μαρτυρία του Φωτιάδη πως αυτός μεν συνεργαζόταν στο περιοδικό πλην το έλεγε και δεν το έκρυβε πως συμπαθούσε το φασισμό.
Και τόντις ήρθε σε λίγο ένα τηλεφώνημα και τον απόλυσαν αμέσως. Ήταν ανάγκη να πάει στον Περαία να ζυγίσει κάτι σιτάρια. Κάπου τον είχε χώσει ο αδερφός του. Πριν φύγει μας χαιρέτησε φιλικά και υποσχέθηκε να ενεργήσει για όλους. Ήταν στο βάθος καλόκαρδος άνθρωπος· μονάχα ελαφρά φαντασμένος. (Στην κατοχή άλλαξε ιδέες. Και στην απελευθέρωση τις ξανάλλαξε).
Και τότε πια εμείς, που εξακολουθούσαμε να θεωρούμε σαν αιτία της επίθεσης ενάντια στη χώρα μας τους φασίστες (και όχι τον ιταλικό λαό), καθήσαμε να σκεφτούμε το χάλι μας. Μας είπαν πια επίσημα πως από ώρα σε ώρα θα μας παρουσίαζαν στον υπουργό, τον περιώνυμο Μανιαδάκη -πάγος και ρετσινόλαδο.
[Τελικά τους οδηγούν όχι στον Μανιαδάκη, αλλά στον Παξινό της Ασφάλειας]
— Δε θα συχάσουμε, τέλος πάντων, μ’  εσάς τους διανοούμενους καμιά μέρα; Τόσον καιρό καθόσαστε μουλωχτοί. Βρήκατε τώρα ευκαιρία, με τον πόλεμο, να ξεσπαθώσετε, χωρίς να σας το ζητήσει κανένας. (Ποιος έπρεπε να μας το ζητήσει;)
Είναι ο κ. Παξινός, υποδιοικητής της Γενικής Ασφάλειας που μιλά έτσι. Δίπλα του στέκεται ο κ. Χαραλαμπίδης με τους φακέλους στο χέρι. Σωπαίνουμε όλοι εμείς, σύμφωνα με τις εντολές του Καρβούνη. Όμως το αισθάνεσαι εύκολα πως σε όλων τα στόματα είναι μια απάντηση που κρατιέται. Πάλι μίλησε ο Παξινός.
– Έχουμε πόλεμο, λέει, με την Ιταλία κι εσείς βρήκατε ευκαιρία να χτυπάτε το φασισμό. Τι σας έφταιξε ο φασισμός; Οι Ιταλοί μας επιτεθήκανε. Κι άλλα κράτη έχουνε φασισμό, αλλά δε μας πειράζουν. Αυτά να τα παρατήσετε. Ξέρουμε πολύ καλά τι ήσαστε. Να προσέξετε γιατί θα βρείτε μπελά.
(…)
Να φύγετε τώρα όλοι στα σπίτια σας, συνέχισε ο Παξινός, και να μη ξεμυτίσετε πια με τέτοια δημοσιεύματα, γιατί θα την πάθετε άσκημα. Εμάς δε μπορείτε εσείς να μας κοροϊδέψετε.

Εμείς σωπαίναμε πάντα, και τη σιωπή τη διέκοψε τώρα ο κ. Χαραλαμπίδης. Ήθελε κάτι και τούτος να πει, ευχαριστημένος μάλλον για το τέλος που έπαιρνε η υπόθεση.
— Έχεις εδώ και τον Ασημάκη, τον πατριώτη μου, κι ενώ καθόταν στ’ αβγά του τόσο καιρό, βρήκε τώρα την ευκαιρία να μας γράφει εδωπέρα, πως πρέπει να πολεμήσουμε τους Ιταλούς επειδή είναι φασίστες.
Άνοιξε το περιοδικό κι είχε υπογραμμισμένα κομμάτια από το άρθρο μου.
Τότε μίλησα πια κι εγώ. Δεν κρατήθηκα.
— Εδώ, είπα, ο τόπος μας δέχτηκε μια επίθεση. Όλοι πρέπει να πολεμήσουμε και πάλι ένας θεός ξέρει πώς θα τα καταφέρουμε. Εμείς πολεμάμε γιατί πιστεύουμε πως μας επιτεθήκανε οι φασίστες. Αλλά πολεμάμε. Τι σας νοιάζει εσάς το γιατί πολεμάμε;
Πάλι πήρε το λόγο κι απάντησε ο Παξινός.
— Εμείς δε θέλουμε ούτε εσάς ούτε το καλό σας!
Είχε σηκωθεί κι έκανε νόημα να μας πάρουν. Μερικοί με τραβούσανε απ΄το σακκάκι να μη συνεχίσω. Μας κρατήσαν αργά και μας απολύσαν μεσάνυχτα περασμένα. Μας βάλαν στην κλούβα και μας αφήσανε σπίτια μας -να μην πάρει χαμπάρι κανείς.
Έβρεχε, και μες στην έρημη Αθήνα κυριαρχούσε το σκοτάδι κι ο πόλεμος. Και στον πόλεμο τούτο ο κ. Παξινός μού απαγόρεψε να πολεμήσω. Δεν είχα χαρά που με απόλυσαν.
Φυσικά δεν είναι εύκολο να βρούμε όλα τα άρθρα που ενόχλησαν τη μεταξική Ασφάλεια επειδή περιείχαν αντιφασιστικά μηνύματα, αλλά το άρθρο του Πανσέληνου το βρήκα και το ανέβασα εδώ. Πράγματι περιέχει αποσπάσματα που ένας ευσυνείδητος ασφαλίτης θα τα υπογράμμιζε για επιλήψιμα, όπως: Στον αγώνα τούτον αυτοί που μισούνε το φασισμό, και όσο ο αγώνας είναι εναντίο του, δεν μπορούν νάχουν καμμιά αμφιταλάντευση. Καμμιά διεθνιστική ή φιλειρηνική συνείδηση δε μπορεί να δέσει τα χέρια. (…) Γι’ αυτό και για τον εχτρό, θα μπορούσε κανείς να πει πως έχει το παιχνίδι χαμένο, ακριβώς επειδή είναι φασίστας. Η νίκη εξάλλου είναι δική μας, γιατί πολεμάμε το φασισμό κι ο φασισμός είναι κάτι μισητό κι αφύσικο, που δε μπορεί να σταθεί. Πολύ λογικό να ενοχλείται το μεταξικό κράτος από τέτοια αποσπάσματα -υποθέτω άλλωστε πως αν, χάρη σε κάποια ιδιότυπη μηχανή του χρόνου, τα στελέχη του τεταρταυγουστιανού καθεστώτος μπορούσαν να πληροφορηθούν τα σημερινά περισπούδαστα κείμενα που αποφαίνονται ότι ο Μεταξάς δεν ήταν φασίστας, πολύ θα παραξενεύονταν!
Σεφέρης
Αλλά το μεγάλο ψεγάδι του Μεταξά δεν ήταν μόνο που δεν ξεκαθάρισε όλους αυτούς τους κυρίους· δεν ήταν μια πράξη αρνητική· ήταν και μια πράξη θετική. Είχε προαγάγει ανάμεσα στην παρέα του την περιφρόνηση και το φόβο της ανεξάρτητης γνώμης, τη χλεύη για την ελευθερία, τη συνήθεια των μεθόδων του αστυνομικού κρατητηρίου, το χαφιεδισμό· τα συμπλέγματα των μεθόδων των φασιστικών κρατών πασαλειμμένα με χρώματα ελληνικά των τουριστικών διαφημίσεων. Μαζί μ’ αυτά, τους έδωσε και το όχι. Αλλά το «όχι» και τα άλλα δεν ήταν πράγματα που συμβιβάζουνται εύκολα. Έτσι δημιουργήθηκε μέσα στα κατεργάρικα, ασυνείδητα και, κατά βάθος, αγροίκα μυαλά των ανθρώπων του καθεστώτος μια αντιφατική ψυχολογία που δύσκολα κατόρθωναν να γεφυρώσουν ακόμη και στην επιφάνεια. Το όχι σήμαινε πως η Ελλάδα θα πολεμούσε τον πιο επικίνδυνο πόλεμο της Ιστορίας της με το μέρος εκείνων που χτυπούσαν τις φασιστικές δυνάμεις. Αλλά το ελληνικό καθεστώς ήταν το ίδιο φασιστικό. Πώς ήταν δυνατό να συνδυαστούν τα δυο αυτά πράγματα; Τη λύση τη βρήκαν, κουτοπόνηρα, οι άνθρωποι του Μεταξά. Ο πόλεμός μας δεν ήταν διόλου πόλεμος εναντιον του Άξονα· ήτανε, μέσα στην παγκόσμια κρίση, ένα ιδιαίτερο, ασύνδετο επεισόδιο· ο πόλεμός μας ήτανεμόνο πόλεμος εναντίον της Ιταλίας -ούτε καν αυτό· ήτανε πολεμος εναντίον των στρατιωτικών δυνάμεων της Ιταλίας.
Κάποτε, καθώς γίνουνταν αυτός ο περίεργος πόλεμος, οι ασφάλειες παρατήρησαν πως ορισμένοι διανοούμενοι το παραξήλωναν· ότι στα αρθρα τους εναντίον του εχθρού μεταχειρίζουνταν με τρόπο ύποπτα επίμονο εκφράσεις που καυτηρίαζαν την ιδεολογία του Μουσολίνι. Έτσι ένα βραδάκι τους σάρωσαν και τους πήγαν στο Τμήμα. Στον καιρό της ειρήνης, θα τους φόρτωναν σε κανένα καραβάκι και θα τους έστελναν να πλέξουν ειδύλλια στα ωραία νησιά του Αιγαίου. Αλλά τώρα είχαμε και συμμάχους… Ο αστυνόμος λοιπόν περιορίστηκε να τους νουθετήσει· τους είπε:
-Κύριοι έχετε όλη την ελευθερία να τονώνετε το φρόνημα του λαού.Αλλά δεν είναι σωστό να βρίζετε το φασισμό. «Κι εμείς είμαστε φασιστικό κράτος.»
Το πράγμα παρατηρήθηκε, κουτά άλλωστε, από την Αγγλική Πρεσβεία, κι ένας υπάλληλός της μού κουβέντιασε φιλικά. Εκτός από το επεισόδιο αυτό, θυμούμαι πολλές περιπτώσεις που η λογοκρισία είχε αντικαταστήσει, σε δημοσιογραφικά τηλεγραφήματα, με τις λέξεις Ιταλός, ιταλικός, τις λέξεις φασιστής, φασιστικός που τύχαινε να χρησιμοποιήσω στις βραδινές δηλώσεις μου στους ξένους δημοσιογράφους.

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2015

ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΟΥΒΑΛΗΣ «ΛΕΞΕΙΣ : ΘΑΛΑΣΣΑ, Απεικονίσεις»

Ο Βασίλης Ρούβαλης μιλάει στο cantus firmus για την περιοδική  έκθεση φωτογραφίας και τους ποιητικούς του "Αφορισμούς".

"Δίνεις έναν αφορισμό όπως δίνεις ένα χαστούκι" Εμίλ Σιοράν





Εγκαίνια έκθεσης, στη ΛΑΡΙΣΑ, Σάββατο 31 Οκτωβρίου, 7.30 μ.μ., στον πολυχώρο MOSH PIT BOOZE BAR (Κουμουνδούρου 16, κέντρο της πόλης)

Η φωτογραφική αποτύπωση της έμπνευσης για έναν λογοτέχνη : Διαδραστική έκθεση που συνδέει τον Λόγο με την Εικόνα. Ο συγγραφέας ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΟΥΒΑΛΗΣ συνδέει αποσπάσματα από βιβλία του με λήψεις εικαστικής πρόθεσης σε θαλασσινούς ορίζοντες. Στόχος, η αποτύπωση της ποιητικής έμπνευσης μέσα από τον φακό της κάμερας.
Οι επισκέπτες της έκθεσης θα έχουν την ευκαιρία να περιηγηθούν στον χώρο ακολουθώντας τις "υποδείξεις" των στίχων που προτείνονται μέσα από το διανεμόμενο φυλλάδιο.


Παρουσίαση: Θάνος Γώγος, Γιώργος Σαράτσης. 
Επιμέλεια: περιοδικό-εκδόσεις ΘΡΑΚΑ
Διάρκεια έκθεσης: 31 Οκτωβρίου - 9 Νοεμβρίου
Είσοδος ελεύθερη, ώρες λειτουργίας του πολυχώρου

[Η έκθεση ταξιδεύει στη συνέχεια σε Τρίκαλα, Ηράκλειο, Λευκωσία, Πάτρα, Ρέθυμνο, Καλαμάτα, Αθήνα]
 



-Τι σημαίνει η έκθεση φωτογραφίας για έναν συγγραφέα; Είναι μια παράλληλη δράση, συσχετίζεται με το συγγραφικό έργο;...
Το παιχνίδι του "κρυφτού" με τον φωτογραφικό φακό είναι δελεαστικό. Η τέχνη της απεικόνισης μέσα από το κλείστρο είναι δύσκολη και επιβάλλει την αυτοπειθαρχία... Κάθε συγγραφέας που κάνει το "κλικ" είναι υπόλογος απέναντι στη δεδομένη δημιουργική ταυτότητά του. Από μιαν άποψη, λοιπόν, είναι επικίνδυνη η "γειτνίαση" ανάμεσα σε δύο τέχνες... Δεν διεκδικώ, στην προκειμένη περίπτωση, τα φωτογραφικά πρωτεία. Με ενδιαφέρει κυρίως η αλληλεπίδραση του λόγου μέσα από τις εικαστικές τέχνες, όσο και το αντίστροφο αυτού...

-Ο ποιητικός λόγος έχει προκύψει μέσα από τον εικαστικό λόγο;...
Όλες οι τέχνες αναμειγνύονται. Στην προκειμένη περίπτωση,η ας συζητήσουμε τη δυναμική που προκύπτει μέσα από τη "συνομιλία", τη διάδραση μεταξύ λέξης και εικόνας. Είναι προτιμότερο, δηλαδή, να δοκιμάζουμε διαφορετικότητες, να τις ανιχνεύουμε. Η ποίηση χωράει παντού... Αρκετοί ποιητές πράττουν αυτό, μέσω άλλων μορφών τέχνης όπως το θέατρο, τη ζωγραφική, τη γλυπτική. 

-Στην περίπτωση αυτή, συνδυάζεται η φωτογραφία με τον στίχο. Πως ακριβώς πραγματευτήκατε τον συνδυασμό;
Η αλήθεια είναι ότι η ποιητική φράση αποτελεί αυτόνομη νοηματική μονάδα. Άλλο τόσο, το φωτογραφικό κάδρο στοιχειοθετεί έναν "κόσμο", τον ορίζει και τον διαστέλλει μέσα από το βλέμμα του θεατή. Αυτές οι δύο παράμετροι κλίνουν μεταξύ τους, με τη δημιουργική πρόθεση να αποφέρουν μιαν αφήγηση. Είναι το πιο δύσκολο ετούτο. Είναι ό,τι οι επισκέπτες της έκθεσης δεν θα αντιληφθούν αλλά θα θεωρήσουν δεδομένο... Η περιήγηση στον χώρο γίνεται με τη βοήθεια φυλλαδίου με στιχουργικά αποσπάσματα, όπου ο καθένας θα μπορεί να ακολουθήσει την αρίθμηση των φωτογραφικών έργων για ν' ανακαλύψει μια συνολική ποιητική αφήγηση, ένα νέο ολοκληρωμένο ποίημα. Αυτή είναι μια διάδραση που λειτουργεί γόνιμα, αν μη τι άλλο...

-Τα στιχουργικά αποσπάσματα που αναφέρεστε, είναι αφορισμοί; Πρόκειται για ένα είδος που ευδοκιμεί μέσα στην ποίησή μας;
Οι αφορισμοί είναι αποτέλεσμα μιας ποιητικής τεχνικής όπου συμπεριέχονται η νοηματική συμπύκνωση, η ένταση της εικονοποιίας, ο διανοητικός στόχος της φράσης. Ο Εμίλ Σιοράν έχει δώσει, νομίζω, τον πιο ωραίο ορισμό "Δίνεις έναν αφορισμό όπως δίνεις ένα χαστούκι" για να χαρακτηρίσει το είδος. Ο αφορισμός είναι απόφθεγμα, συγγενεύει με το ελληνιστικό επίγραμμα, μα πάνω απ' όλα είναι μια πρόκληση για τον ποιητή και μια πρόσκληση στον αναγνώστη. Στην έκθεση φωτογραφίας, εδώ, δεν υπάρχουν αφορισμοί παρά μόνον στίχοι επιλεγμένοι από πέντε βιβλία μου. Αποκτούν αποσπασματικό νόημα μέσα από τη διάδραση με τις εικόνες - είναι μια νέα ανάγνωσή τους.




Στην εργογραφία του Βασίλη Ρούβαλη περιλαμβάνονται 18 τίτλοι (ποίηση, διήγημα, μετάφραση).Ασχολείται με την κριτική, αρθρογραφεί και δίνει λογοτεχνικές διαλέξεις. 
Διευθύνει το περιοδικό & τις εκδόσεις (.poema..). 
Ασκεί τη δημοσιογραφία σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνο-τηλεόραση (ΕΡΤ). 
Το έργο του έχει τύχει μετάφρασης σε οχτώ γλώσσες. Συνεργάστηκε στη βίντεο εγκατάσταση Ανάμεσα (ποιητικοί αφορισμοί πάνω σε εικόνες του εικαστικού Παναγιώτη Τεμπελόπουλου, 2013) και στο θέατρο (δραματοποίηση της ποιητικής σύνθεσης Λεύγες, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 2014 - σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός, μουσική: Νικήτας Κίσσονας). 
Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ, της Εταιρείας Συγγραφέων και του Κύκλου Ποιητών.

10ο Συνέδριο «Ελληνική Γλώσσα και Ορολογία» (Αθήνα, 12-14 Νοεμβρίου 2015)

Αφιερωμένο: στον Εμμανουήλ Κριαρά (1906-2014)

Συνδιοργανωτές του 10ου Συνεδρίου:

Μεγάλοι χορηγοί:

Χορηγοί:




Με την υποστήριξη της Αντιπροσωπείας
της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα




Κάθε ένα από τα στάδια που ακολουθούν θα συμπληρωθούν (εκ των κάτω προς τα άνω) με τα αντίστοιχα έγγραφα κατά την αντίστοιχη φάση της διοργάνωσης.
  • Συνόψιση εργασιών του 10ου Συνεδρίου:
  • Τελικό Δελτίο Τύπου μετά το 10ο Συνέδριο:
  • Ανοικτή συζήτηση:





Νίκος Δραγούμης. Ο ζωγράφος, 1874-1933










30 Σεπτεμβρίου 2015 - 29 Νοεμβρίου 2015

Καλλιτέχνες : ΝΙΚΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ



Το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζηςπαρουσιάζει την έκθεση

ΝΙΚΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ. 1874-1933
στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ
στη Βίλα Καπαντζή – Βασιλίσσης Όλγας 108
Η έκθεση «Νίκος Δραγούμης. Ο ζωγράφος. 1874-1933» που εγκαινιάζεται την Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015 στις 20:00 στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (Βίλα Καπαντζή - Βασ. Όλγας 108), πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μέγαρο Εϋνάρδου στην Αθήνα τον Μάιο του 2015. 
Ο Νίκος Δραγούμης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1874, πρωτότοκος γιος του πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη και αδερφός του πολιτικού και συγγραφέα Ίωνα Δραγούμη. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του, θα φτάσει στο Παρίσι το 1891 για να προετοιμαστεί για τις εισιτήριες εξετάσεις για τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Θα αποτύχει. Εγγράφεται στη συνέχεια στη Νομική Σχολή της Σορβόννης, από όπου θα αποφοιτήσει, με πολλές δυσκολίες, στα τέλη του 1897. Θα εγκαταλείψει τα νομικά, που ποτέ δεν αγάπησε, αλλά αναγκάστηκε, από την οικογένειά του, να  σπουδάσει. Αυτή την περίοδο, έχουμε μόνο λίγα σχέδιά του, που αν και σχέδια ενός πρώιμου αδιαμόρφωτου ακόμα ταλέντου, διαγράφουν σε γενικές γραμμές τις αρχές που θα επικρατήσουν στον ώριμο ζωγραφικό του βίο: την αγάπη στη λεπτομέρεια και τις ευαίσθητες γραμμές του σχεδίου. Ξεκινάει μαθήματα στην ιδιωτική σχολή τέχνης Académie Julian, όπου θα φοιτήσει από το 1900 έως 1902. Εκεί θα διδαχθεί την τεχνική: οι μαθητές μάθαιναν πως να σχεδιάζουν την ανθρώπινη φιγούρα, πως να χειρίζονται τους όγκους, πως να δημιουργούν την εντύπωση του βάθους, πως να εστιάζουν στην προοπτική και την ορθή ανατομική πιστότητα. Αλλά οι μαθητές της σχολής ήταν ελεύθεροι να ασπαστούν τις νέες αισθητικές της ζωγραφικής.
Τα χρόνια που ακολουθούν μέχρι το 1911 είναι τα πλέον παραγωγικά και χαρακτηριστικά για εκείνον. Σταδιακά εγκαταλείπει το Παρίσι για την Προβηγκία, όπου διαμένει για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Από την περίοδο αυτή είναι και ο μεγαλύτερος αριθμός των σωζόμενων έργων του. Μελετώντας τα διαπιστώνουμε με ευκολία τα σημεία εκκίνησής του: ο Βαν Γκογκ, οι Ναμπί, η Γιαπωνέζικη Ξυλογραφία και, εν μέρει, ο πουαντιγισμός. Οι κύριες συνιστώσες των «ώριμων» αυτών ετών είναι οι αναπάντεχες οπτικές γωνίες, η διακοσμητική, απέριττη και διακριτική χρήση των επίπεδων –πλακάτων– χρωμάτων,  η άκρα ακρίβεια και ευαισθησία του νευρώδους σχεδίου, η εμμονικά επιμελημένη αγάπη στη λεπτομέρεια. Ακόμα, σαφής η προτίμησή του να ταυτίζεται συχνά με θέματα εργατικά/αγροτικά που ξεφεύγουν από την απεικόνιση αστικών ή μεγαλοαστικών προτύπων (ιδιαίτερα μετά τη ρήξη με την οικογένειά του, οπότε θα ζήσει με πενιχρά οικονομικά μέσα). Το 1911, εκδηλώνεται με πιεστικό τρόπο ψυχικό νόσημα και θα νοσηλευτεί σε διάφορα ψυχιατρικά ιδρύματα, αλλά τη διετία 1912-1914, εμφανίζοντας σχετική ύφεση των συμπτωμάτων,  θα κατορθώσει να δουλέψει για λίγο στην Αττική και την 'Ανδρο. Αν και δεν είναι πια κύριος και απόλυτος κάτοχος των εκφραστικών του μέσων, θα δώσει ενίοτε λαμπρά σχέδια που κάνουν ακόμα οδυνηρότερη την οριστική του καλλιτεχνική απώλεια από το 1914 και μετά. Θα πεθάνει το 1933, μετά από εικοσαετή εγκλεισμό στη Γενεύη και την Αθήνα.
O αδερφός του Φίλιππος Στ. Δραγούμης έγραψε για αυτόν:
   "Ο Νίκος, άκακος, ευγενικός κι αξιαγάπητος άνθρωπος, αν κι επαναστατικής ιδιοσυγκρασίας –και κάποτε θυμώδης– είναι πιθανόν ο πρώτος που έφερε στην Ελλάδα την ιμπρεσιονιστική τεχνοτροπία και το χωρίς βαθμιαία φωτοσκίαση σχεδόν διακοσμητικό σχεδίασμα με νερόχρωμα και gouache (πηχτό, συνήθως άσπρο, χρώμα) πάνω σε σκοτεινό αδρό χαρτί (στρατσόχαρτο).
   [...] Ήταν φιλόσοφος, στωικός, κάθε άλλο όμως παρά αυστηρός, αντίθετα χαρούμενος, αμέριμνος και ειρωνικός, χωρίς κακία, που αγαπούσε στο έπακρο την ελευθερία και που μισούσε κάθε συμβιβασμό ηθικό και κοινωνικό, κάθε υποκρισία και κάθε επιτήδευση, που λάτρευε τη φύση κι απεχθανόταν θανάσιμα τις προόδους της τεχνικής και της μηχανικής. Υπεραγαπούσε την ελεύθερη φύση και προσπαθούσε με μεγάλη ασκητικότητα να προσαρμόζεται στους φυσικούς νόμους. Δεν τον ένοιαζε τι λέγουν ή τι κάνουν οι αστοί, ή μάλλον με τα φερσίματα και το ντύσιμό του περιφρονούσε και κορόιδευε
 τους συμβατικούς των κανόνες ζωής και τρόπους συμπεριφοράς, αν και πάντα το έκανε με ευγένεια, χωρίς να τους προσβάλλει και χωρίς κακία για κανένα. Αγαπούσε την απλοϊκή κι αβίαστη φυσικότητα των χωρικών, τον εύρωστο κι ανεπηρέαστο από τον μηχανικό πολιτισμό τρόπο ζωής των κοντά στην ελεύθερη φύση.[...]
   Ο Νίκος ποτέ δεν θέλησε να πουλήσει κανένα του πίνακα, γιατί πίστευε πως η αληθινή τέχνη είναι ιερή και μη εμπορεύσιμη. Επίσης πως δεν είναι σωστό με την τέχνη να επιδιώκεται η απόδειξη καμμιάς ιδέας η θεωρίας μη αυστηρά καλλιτεχνικής. Ήταν οπαδός της αρχής του «L’art  pour l’art», του ότι δηλαδή η τέχνη αποτελεί απλή έκφραση του ψυχικού αισθητικού κόσμου του καλλιτέχνη και τίποτε περισσότερο."
Η έκθεση συνοδεύεται από κατάλογο με τίτλο «Νίκος Δραγούμης, ο ζωγράφος 1874-1933» με κείμενα των Μάρκου Φ. Δραγούμη, Φίλιππου Στ. Δραγούμη, και Νίκου Π. Παΐσιου, καθώς και με εικονογραφημένο χρονολόγιο και μαρτυρίες για τη ζωή του. Στο χώρο της έκθεσης θα προβάλλεται το ντοκιμαντέρ της Κλεώνης Φλέσσα "Νίκος Δραγούμης, ένας ζωγράφος στη σκιά της ιστορίας", το οποίο τιμήθηκε με το 2ο Βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ μικρού μήκους στο 9ο Φεστιβάλ Ελληνικού Ντοκιμαντέρ Χαλκίδας. Ο κατάλογος της έκθεσης καθώς και το ντοκιμαντέρ πωλούνται στα βιβλιοπωλεία του Ιδρύματος στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
https://www.youtube.com/watch?v=bZmcHT3bv7w

ΔιάρκειαΠέμπτη 1 Οκτωβρίου έως και Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015
Ωράριο λειτουργίας
Τρίτη: 9.00-16.00 Τετάρτη & Πέμπτη: 14.00-21.00
Παρασκευή, Σάββατο & Κυριακή: 10.00-18.00
Δευτέρα: κλειστά
Η είσοδος είναι ελεύθερη στο κοινό
Πληροφορίες
τηλ.  2310 295 170-1 καθημερινές 9.00 – 14.30
και  2310 295 149 τις ώρες λειτουργίας της έκθεσης


και εδώ

Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ





3.1. Η ενδογλωσσική μετάφραση

Στο Bυζάντιο ο κυρίαρχος, γλωσσικός και φιλολογικός, αττικισμός δεν ευνοεί τη μετάφραση αρχαίων ελληνικών κειμένων. Γενικότερα, η ιδέα της μίμησης αρχαιοελληνικών προτύπων καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της βυζαντινής γραμματείας. Σε τούτο το πλαίσιο οι βυζαντινοί λόγιοι, συνεχίζοντας το παράδειγμα των Aλεξανδρινών προκατόχων τους, υποκαθιστούν τη μεταφραστική οδό με την αντιγραφικού τύπου μίμηση και, σπανιότερα, την παράφραση. Μερικά παραδείγματα: ο Kόιντος Σμυρναίος (4ος αι.) γράφει Tα μεθ Όμηρον ή Παραλειπόμενα του Oμήρου -έπος σε 14 βιβλία με 8769 εξάμετρους στίχους-, με το οποίο επεχείρησε να συμπληρώσει την ομηρική Iλιάδα και να συνδέσει τα επεισόδιά της με την Oδύσσεια· ακόμη, ο Μιχαήλ Ψελλός (11ος αι.) συνέταξε, μεταξύ άλλων, παράφραση της Ιλιάδας σε πεζό λόγο, ενώ ο Ιωάννης Τζέτζης (12ος αι.), στα έργα του Τα προ Ομήρου, τα Ομήρου, τα μεθ' Όμηρον, τη Θεογονία και την έμμετρη Χρονική Βίβλο συστεγάζει την παράφραση με αλληγορικές εξηγήσεις μύθων και μετρικά σχόλια. Mεγάλο μέρος των προηγούμενων μεθόδων εντοπίζονται στον ανεξάντλητο θησαυρό λεξικών, των παραδόσεων και υπομνηματισμών αρχαίων κειμένων [1], όπως είναι οι Παρεκβολαί εις την Ομήρου Ιλιάδα και εις την Ομήρου Οδύσσεια του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Ευστάθιου (12ος αι.).
Σε άλλους κλάδους, όπως της φιλοσοφίας, οι σχολιαστές αρχαιοελληνικών κειμένων διακρίνονται σε "εξηγητές" και σε "παραφραστές". Κατά τον Σωφρονία, μοναχό του 13ου αιώνα που συνέθεσε παραφράσεις στο Περί Ψυχής του Αριστοτέλη, οι πρώτοι (οι εξηγηταί) μένουν πιστοί στο πρωτότυπο κείμενο όπως παραδίδεται, και συμβάλλουν με την ερμηνεία τους στη διασάφηση του περιεχομένου· οι δεύτεροι (οι παραφρασταί) απομακρύνονται από τη μορφή του πρωτοτύπου, με την οποία αυτό παραδίδεται. Σε περιπτώσεις ιδίως όπου το νόημα του πρωτοτύπου δεν είναι ξεκάθαρο, οι παραφραστές απλοποιούν, ερμηνεύουν με δική τους ευθύνη, και εμπλουτίζουν το κείμενο σαν να πρόκειται για δική τους συγγραφή [2].
Χρειάζεται ωστόσο να σημειωθεί ότι, παρά το γενικό κλίμα εχθρότητας, που επικράτησε κατά τη βυζαντινή περίοδο ανάμεσα σε χριστιανούς και ειδωλολάτρες, μερικοί από τους Πατέρες της Εκκλησίας δεν είχαν αντίρρηση να διαβάζουν οι χριστιανοί ορισμένα ειδωλολατρικά κείμενα στη διάρκεια των σπουδών τους. Μόνον όσοι συγγραφείς δεν δέχονταν την ύπαρξη του Θεού ή της Θείας Πρόνοιας έπρεπε να αποφεύγονται [3]. Ο Γρηγόριοςχαρακτηριστικά ανέφερε ότι το "ελληνίζειν εις την γλώσσαν δεν είναι μονοπώλιον των εθνικών, αλλά και των χριστιανών δικαίωμα". Στο πλαίσιο αυτό χαρακτηριστικό είναι το πολύπλευρο φιλολογικό έργο του Ωριγένη. Σπουδαίο φιλολογικό κατόρθωμά του θεωρούνται τα Εξαπλά. Επειδή η μετάφραση των Εβδομήκοντα διέφερε από μερικές άλλες προγενέστερες ελληνικές μεταφράσεις, η ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης συνιστούσε συχνά ερμηνευτικό πρόβλημα. Προς την κατεύθυνση αυτή ο Ωριγένης, πιστεύοντας ότι για την ορθή ερμηνεία της ουσίας της χριστιανικής διδασκαλίας χρειαζόταν ένα αξιόπιστο κείμενο, επεχείρησε τη φιλολογική κριτική του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης, στην Καισάρεια της Παλαιστίνης το 232-254. Το όλο εγχείρημά του δεν είναι βέβαια μεταφραστικό καθεαυτό, αλλά συστηματικός έλεγχος δια της αντιπαραβολής του εβραϊκού κειμένου και των μεταφράσεών του.
Πάντως, ο αττικισμός όχι μόνον δεν επιτρέπει τη μετάφραση αρχαιοελληνικών έργων στην καθομιλουμένη της εποχής του Βυζαντίου, αλλά επιβάλλει τη μεταγλώττιση κειμένων σε αρχαιοελληνικό, κλασικό ύφος. Μερικά ενδεικτικά παραδείγματα: ο Aπολινάριος Λαοδικείας (310-390) διασκεύασε, μεταξύ άλλων, την Kαινή Διαθήκη στη μορφή των πλατωνικών διαλόγων· η αυτοκράτειρα Eυδοκία (400-460), ποιήτρια ομηρόκεντρων (ποιημάτων που συγκροτούνται κυρίως με λέξεις και φράσεις των ομηρικών επών) μετέφρασε σε ομηρικούς στίχους βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ Nόννος ο Πανοπλίτης (5ος αι.) απέδωσε σε έμμετρη μετάφραση δακτυλικών στίχων (γνωστή ως Μεταβολή) το Kατά Iωάννην Eυαγγέλιο. Η αντικατάσταση λέξεων της καθομιλουμένης με αρχαίες είναι κοινός τόπος, καθώς επίσης η παράφραση όλων των μοντέρνων λέξεων που δεν απαντούν σε αρχαίους συγγραφείς· ο ιστορικός, για παράδειγμα, Θεοφύλακτος (6ος αι.) αναφέρει την Αγία Σοφία ως εκκλησία μεγάλη ή ως μέγα τέμενος. Χαρακτηριστική είναι, ακόμη, η συγγνώμη που ζητάει ένας συγγραφέας, όπως η Άννα Κομνηνή στην Αλεξιάδα, από τον αναγνώστη, όταν υποχρεώνεται να χρησιμοποιήσει όρους και εκφράσεις της καθομιλουμένης γλώσσας.
Αν αττικίζοντες συγγραφείς, όπως ο ιστορικός Προκόπιος και ο Nικηφόρος Bρυέννιος, δεν διαστάζουν να χρησιμοποιούν στα έργα τους έννοιες που έρχονται από την κλασική, ειδωλολατρική γραμματεία (λ.χ. Τύχη αντί για Θεία Πρόνοια· θείον και δαιμόνιον αντί για Θεός), στη συνέχεια η ανάγκη για εξισορρόπηση μεταξύ της αρχαίας εθνικής παράδοσης και της Ορθοδοξίας επέβαλε τροποποιήσεις αρχαίων λέξεων. Έτσι, ο Ισαάκιος Σεβαστοκράτωρ, αδελφός του αυτοκράτορα Αλέξιου του Α, προκειμένου να κάνει αποδεκτά πολλά κείμενα του νεοπλατωνικού Πρόκλου από την Ορθοδοξία αντικατέστησε τη λέξη θεοί με το Θεός, τους δαίμονες με αγγέλους, τους χρησμούς του Απόλλωνα με τους προφήτες του Θεού κ.ά., ενώ τα ονόματα των εθνικών θεών, όπως Ήλιος, Σελήνη, Νέμεσις, Απόλλων κ.ά. τα διαγράφει ως σκανδαλώδη [4]. Στον χώρο της ρητορικής αξιομνημόνευτες είναι οι μεταποιήσεις (μεταμορφώσειςμεταφορές): η μεταφορά δηλαδή ποιητικών χωρίων σε πεζά (πώς δει τόπον ποιητικόν προς πολιτικόν μεταποιείν ). Γνωστές είναι οι 72 μεταγραφές από την Ιλιάδα Ρ, 629-642 και οι 74 ενός χωρίου του Δημοσθένη (λόγ. 18.60) από τον Σώπατρο [5].
Κατά τους ύστερους χρόνους της βυζαντινής περιόδου, οπότε οι μεταβολές που έχουν προκύψει στη ζωντανή γλώσσα (με αποτέλεσμα ακόμη και η γλώσσα των χρονικογράφων να είναι δυσκατάληπτη) είναι έντονες, κάνουν την εμφάνισή τους στον χώρο της δημώδους γραμματείας παραφράσεις ιστοριών και χρονογραφιών. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η μετάφραση της ιουδαϊκής αρχαιολογίας και του ιουδαϊκού πολέμου του Φλάβιου Ιώσηπου, συνταγμένη από τον ιερέα Μανουήλ Χαρτοφύλακα από την Κρήτη (πιθ. 16ος αι.). Οι επτά περί του ιουδαϊκού πολέμου λόγοι, όπως αναφέρεται στον τίτλο του έργου, είναι "πάντες απο την αττικήν γλώσσαν εις την απλήν και πεζήν των Γραικών μεταγλωττισμένοι"[6]. Στον Μανουήλ αποδίδεται επίσης η μετάφραση "εις την απλήν και πεζήν γλώσσαν των Γραικών" του Χρονικού του Ζωναρά.
Σε άλλες παρεμφερείς περιπτώσεις, τίτλοι έργων που συστήνονται ως μεταφράσεις (παράδειγμα το αφήγημα του Kωνσταντίνου Eρμονιακού Mετάφρασις ιστορίας τινός αρμοδίας προ Ομήρου..., γραμμένο τον 14ο αιώνα σε δημώδη γλώσσα) ανακλούν τη ρομαντική συνήθεια των Bυζαντινών να ολοκληρώνουν και να συμπληρώνουν αρχαιόθεμα έργα [7], και εντάσσονται στα πρώτα δείγματα "πρωτοελληνικών παραφράσεων ή ελεύθερων διασκευών του Ομήρου[8].

3.2. Η διαγλωσσική μετάφραση

Στον χώρο της διαγλωσσικής μετάφρασης οι βυζαντινοί δεν έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο να μεταφράσουν ξένα έργα στην ελληνική γλώσσα, παρά μόνον κατά τα τελευταία χρόνια της αυτοκρατορίας. Το αντίθετο μάλλον ισχύει για τους ξένους γείτονες τους, οι οποίοι επιδόθηκαν συστηματικά στις μεταφράσεις ελληνικών κειμένων. Αφθονούν έτσι οι μεταφράσεις κάθε λογής κειμένων από τα ελληνικά: στα λατινικά, στα σλαβονικά, στα αρμενιακά, στα γεωργιανά, στα συριακά και στα αραβικά [9]. Μεγάλο μέρος μεταφράσεων προς τα ελληνικά προέρχεται από τη λατινική γλώσσα. Με την εξαίρεση των σημαντικών μεταφράσεων από τα λατινικά στα ελληνικά στον χώρο του δικαίου, στη βυζαντινή γραμματεία αντιπροσωπευτική μπορεί να θεωρηθεί η περίπτωση του Μάξιμου Πλανούδη (1255-1305), ο οποίος μετέφρασε από τη λατινικά Οβίδιο, Κικέρωνα, Κάτωνα, Γιουβενάλη, Βοήθιο και Αυγουστίνο. Οι μεταφράσεις του Πλανούδη στη Δύση χρησιμοποιούνταν συνήθως για την εκμάθηση των ελληνικών, ενώ, γενικότερα, το φιλολογικό του έργο εκτιμάται ότι συνέβαλε στην εμφάνιση της ιταλικής Αναγέννησης.
Στο πλαίσιο της δημώδους γραμματείας τα παραδείγματα παραφράσεων, "μεταφορών", διασκευών και μεταφράσεων προς τα ελληνικά εμφανίζονται συχνότερα. Από τον χώρο της Ανατολής ενδεικτικώς αναφέρονται: μεταφράσματα από τα συριακά, που αναφέρονται σε ένα σώμα μύθων του Αισώπου (οι λεγόμενοι μύθοι του Συντίπα), η μεταφορά "εκ της ενδοτέρας των Αιθιόπων χώρας της Ινδών λεγομένης" του μυθιστορήματος Βαρλαάμ και Ιωάσαφ. Ιστορία ψυχωφελής (περ. τέλη του 10ου αι.), η μεταφορά, πιθανώς από αραβικό πρότυπο, του σανσκριτικού Pancatantra (διδακτική μυθιστορία σχετική με το πώς πρέπει να ασκείται η διακυβέρνηση των ανθρώπων: τέλη του 10ου με αρχές του 11ου αι.). Από τον χώρο της Δύσης: κατά τους υστεροβυζαντινούς; χρόνους, το "μεταγλώττισμα από λατινικόν εις ρωμαϊκόν" Διήγησις Απολλωνίου του Τύρου (μυθιστόρημα), Ο πόλεμος της Τρωάδος -διασκευή ή κατ' άλλους μια λίγο πολύ κατά λέξη μετάφραση του διάσημου και πολυμεταφρασμένου γαλλικού έπους La Guerre de Troie, του Benoit de Sainte Maure (12ος αι.) [10]. Τέλος, η μετάφραση από τα λατινικά του μύθου του Θησέα, πόνημα 10.000 στίχων του Βοκκάκιου 15ος-16ος αι.), και από ιταλικό πρότυπο του μυθιστορήματος Φλώριος και Πλάτζια Φλώρα.

[1.] "Mε τον όρο παράδοση εννούμε εδώ όλες τις δραστηριότητες (αναζήτηση ενός κειμένου, ανάγνωση, και σε ορισμένες περιπτώσεις αντιβολή χειρογράφων, διόρθωση, ανάθεση της αντιγραφής) που έχουν να κάνουν με μία "έκδοση"· ο όρος υπομνηματισμός, με ευρύτερη σημασία, συμπεριλαμβάνει άλληγορίες, παραφράσεις, μεταφράσεις και μετρικά σχόλια". Βλ. σχετικώς H. Hunger, Bυζαντινή Λογοτεχνία. H λόγια κοσμική γραμματεία των Bυζαντινών, μτφρ. Τ. Κόλιας - Κ. Συνέλη - Γ.Χ. Μακρής - Ι. Βάσσης, τ.2, εκδ. ΜΙΕΤ: Aθήνα 1991, σ.437.
[2.] H. Hunger, ό.π., σ.70.
[3.] Ι.D. Reynolds & N.G. Wilson, Αντιγραφείς και Φιλόλογοι. Το ιστορικό της παράδοσης των κλασικών κειμένων, μτφρ. Ν.Μ. Παναγιωτάκης, εκδ. ΜΙΕΤ: Αθήνα 1989, σ.66.
[4.] H. Hunger, ό.π., σ.104.
[5.] H. Hunger, ό.π., σ.158.
[6.] K. Κrumbacher, Ιστορία της βυζαντινής λογοτεχνίας, μτφρ. Γ. Σωτηριάδης, τ.1, εκδ. Γεωργιάδης: Αθήνα 1990 (ανατ. 1974), σ. 443.
[7.] K. Κrumbacher,, ό.π., τ.3, σ.247.
[8.] E.M. Jeffreys, "Constantine Hermoniakos and Byzantine education", Δωδώνη 4 (1975) 70-109, H.-G. Beck, Ιστορία της βυζαντινής δημώδους λογοτεχνίας, μτφρ. Ν.Eideneier, εκδ. ΜΙΕΤ: Αθήνα 21993, σ.266, Κ. Krumbacher, ό.π., τ.3, σ.123-124.
[9.] Βλ. αναλυτικότερα The Oxford Dictionary of Byzantium, στο λήμμα "Translation", OUP: Οξφόρδη 1991, σ.2106-07.
[10.] Κ. Μητσάκης, Ο Όμηρος στη νέα ελληνική λογοτεχνία, εκδ. "Ελληνική Παιδεία": Αθήνα 1976, σ. 13.