Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα NICOLA CROCETTI. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα NICOLA CROCETTI. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 2 Μαΐου 2018

Ο Νικόλα Κροτσέττι συζητά με τον Δημήτρη Κοσμόπουλο


Nicola Crocetti
«Από πάθος και από μεράκι»            


Περάσατε τη ζωή σας ασχολούμενος με τη λογοτεχνία, έξω από τον χώρο των πανεπιστημίων και των θεσμών. Γιατί;

Από πάθος, ή όπως λέτε στην Ελλάδα, από μεράκι. Η ελληνική καταγωγή μου επέδρασε βαθιά στο ενδιαφέρον μου για την ποίηση και για τον ελληνικό πολιτισμό.

Μπορείτε να περιγράψετε τη σημερινή πολιτισμική κατάσταση της Ιταλίας;

Μια Αμερικανίδα συγγραφέας έλεγε ότι το να ασχολείται κανείς με τη λογοτεχνία είναι ανώφελο, αλλιώς πρόκειται για οικονομική αυτοκτονία, γιατί η λογοτεχνία είναι «μη παραγωγική». Εκτός από απλή ατάκα, είναι γεγονός ότι η παραγωγή πνευματικών έργων στην Ευρώπη εξαρτάται αναγκαστικά από κρατικούς θεσμούς και μαικήνες. Εφόσον οι τελευταίοι στην Ιταλία δεν υπάρχουν εδώ και αρκετούς αιώνες, η πολιτιστική παραγωγή ανατίθεται στους κρατικούς θεσμούς, συνεπώς στην πολιτική. Το πρόβλημα της Ιταλίας (η οποία από μόνη της διαθέτει περισσότερο από το 70% της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς) είναι πως σχεδόν πάντα η πολιτική ανέθετε τη διαχείριση του πολιτισμού σε πρόσωπα μέτρια και ανεπαρκή, συχνά ως ανταλλακτικό εμπόρευμα με τα μικρότερα κόμματα.      
    Τα παραπάνω –συνδεόμενα με το σοβαρό πρόβλημα διαφθοράς που μολύνει όλη τη χώρα– είχαν πάντα μια σειρά από βαριές συνέπειες σε όλες τις πολιτιστικές εκφάνσεις: τα πανεπιστήμια, όπου τις περισσότερες φορές οι έδρες ανατίθενται σε συγγενείς, φίλους και protegés, παραβλέποντας την αληθινή αξία όσων συμμετέχουν στους διαγωνισμούς˙ τα πολιτιστικά ιδρύματα που αντιπροσωπεύουν τη χώρα στο εξωτερικό σχεδόν πάντα ανατίθενται σε μέτριους (κομματικούς) δημοσίους υπαλλήλους˙ θέατρα και κινηματογραφικές ταινίες επιχορηγούνται βάσει της πολιτικής ταυτότητας των διευθυντών και των σκηνοθετών˙ εκδοτικοί οίκοι και περιοδικά χρηματο­δοτούνται βάσει της πολιτικής ταυτότητας των διευθυντών˙ τα λογοτεχνικά βραβεία απονέμονται σύμφωνα με τα ίδια κριτήρια.        
    Από αυτή την κατάσταση θα μπορούσαν να εξαιρούνται οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι, που απολαμβάνοντας οικονομική αυτονομία, θα ανέπτυσσαν μια δραστηριότητα ανεξάρτητη από την πολιτική. Λέω θα μπορούσαν, επειδή και οι μεγάλοι εκδότες έχουν ισχυρούς δεσμούς με την πολιτική κι επίσης εξαρτώνται συχνά από την εργασία πανεπιστημιακών διδασκόντων, οι οποίοι δεν είναι πάντα επάξιοι των απαιτήσεων.

Μα αυτή η κατάσταση αφορά και τη λογοτεχνία; Και με ποιο τρόπο η νεοελληνική λογοτεχνία εντάσσεται σ’ αυτή τη σκληρή σας ανάλυση;

Ασφαλώς αφορά και τη λογοτεχνία. Εφόσον το ιταλικό κράτος δίνει πλήθος επιχορηγήσεων σε μερικούς εκδοτικούς οίκους που πρόσκεινται πολιτικά σε αυτό, και από την άλλη ούτε δεκάρα σε άλλους, είναι εμφανής η επιρροή του στον λογοτεχνικό χώρο. Σχετικά με τη νεοελληνική λογοτεχνία, οι επιχορηγήσεις γίνονται μέσω των πανεπιστημίων. Για δεκαετίες στην Ιταλία υπήρξαν γύρω στις δέκα έδρες νεοελληνικών σπουδών, καμιά από τις οποίες (με εξαίρεση εκείνη του Παλέρμο) δεν διακρίνεται ιδιαίτερα για μια δραστηριότητα προβολής της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Οι διδάσκοντες των νεοελληνικών ως επί το πλείστον περιορίζονται να κάνουν μαθήματα γλώσσας σε πολύ ελάχιστους φοιτητές, το ενδιαφέρον των οποίων για τη νεοελληνική γλώσσα έχει συχνά επιφανειακή αφορμή. Επίσης, κανένας διδάσκων δεν ίδρυσε μια σχολή νεοελληνικών.
    Η σπουδαιότερη εξαίρεση σχετικά με τη διάδοση της ελληνικής λογοτεχνίας στην Ιταλία υπήρξε ο Filippo Maria Pontani (1913-1983), ένας μονήρης γίγαντας, το μεταφραστικό έργο του οποίου μένει ώς σήμερα απαράμιλλο σε ποιότητα και ποσότητα. Αν θεσπιζόταν ποτέ ένα βραβείο Nobel για τη μετάφραση, θα έπρεπε να απονεμηθεί στον Pontani. Δυστυχώς, το ανεκτίμητο έργο του αγνοήθηκε παντελώς από τους ελληνικούς θεσμούς, που έδωσαν επιχορηγήσεις, βραβεία και αναγνωρίσεις σε δευτερεύουσες και συχνά μέτριες προσωπικότητες, και ποτέ στον Pontani. Δυστυχώς, ούτε ο Pontani δεν μπόρεσε να θεμελιώσει μια σχολή νεοελληνιστών και μεταφραστών, καθώς είχε αφιερώσει όλη την ενέργεια στη δουλειά του, που ξεκινά από τους αρχαίους λυρικούς και τραγικούς έως τη μετάφραση ολόκληρης της Παλατινής Ανθολογίας, και από τον Καβάφη έως τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ποιητές. Στην Ιταλία λοιπόν πάντα απουσίαζε μια άξια σχολή συγκρότησης νεοελληνιστών και μεταφραστών από τα νεοελληνικά. Και όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, το κενό καλύφθηκε από «εθελοντές», που συχνά ξεκινούν με τις καλύτερες προθέσεις, μα δεν ανταποκρίνονται πάντα στο ύψος της αποστολής.
    Δεν είναι τυχαίο που ο τόμος στη σειρά “I Meridiani” του Mondadori, Poeti greci del Novecento (Έλληνες ποιητές του εικοστού αιώνα), το πιο σημαντικό έργο που έγινε ποτέ στο εξωτερικό για τη σύγχρονη ελληνική ποίηση, ανατέθηκε σε δύο μεταφραστές «ξένους» ως προς την ακαδημία των Ιταλών νεοελληνιστών, όπως ο ομιλών και ο Filippomaria Pontani junior. Επίσης δεν είναι τυχαίο το ότι και αυτό το έργο πέρασε παντελώς σιωπηρά στην Ελλάδα, δεν θεωρήθηκε άξιο μιας παρουσίασης ή ενός βραβείου μετάφρασης. Απεναντίας, έχει παρουσιαστεί σε διάφορες περιστάσεις στην Ιταλία και, το 2013, στο Πανεπιστήμιο Stony Brook της Νέας Υόρκης.[1]      

Άρα επιστρέφετε στον περιορισμένο αριθμό των «εθελοντών» που καλύπτουν τα κενά των θεσμών;

Θα περιοριστώ να μιλήσω για την προσωπική μου εμπειρία όχι μόνο ως μεταφραστή αλλά και ως εκδότη με τον μικρό οίκο του προσπάθησε να «εισάγει» στην Ιταλία ένα διόλου ασήμαντο μέρος της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Με μια σειρά περιορισμών που καθόρισαν αποφασιστικά τη δουλειά μου. Προπαντός, η έλλειψη επαρκών οικονομικών μέσων και η απουσία προβολής ή επιχορηγήσεων. Κατά δεύτερο λόγο, η ανύπαρκτη ή περιορισμένη συνεργασία των πολιτιστικών θεσμών και ορισμένων Ελλήνων εκδοτών.
    Ο εκδοτικός μου οίκος δημιουργήθηκε το 1980 με την πρόθεση να ασχοληθεί, λόγω προσωπικού ενδιαφέροντος, αποκλειστικά με την ποίηση. Ο λόγος για τον οποίο στα τέλη της δεκαετίας του ’90 αποφάσισα να εκδώσω και νεοελληνική πεζογραφία οφειλόταν στην αδιαφορία των μεγάλων Ιταλών εκδοτών γι’ αυτήν. Την ίδια περίοδο που ίδρυσα τον εκδοτικό, ένας άλλος μικρός εκδότης, που περιέργως λέγεται Iperborea, λάνσαρε μια σειρά πεζογραφίας των σκανδιναβικών χωρών. Απευθύνεται σε μια αναγνωστική ελίτ, κάπως ανάλογη με τη δική μου. Με μερικές θεμελιώδεις διαφορές, κυρίως το γεγονός ότι η ιδιοκτήτρια του Iperborea ανήκει στην οικογένεια ενός από τους πλουσιότερους Ιταλούς επιχειρηματίες.
    Ο Iperborea είχε αξιοσημείωτη επιτυχία, και σίγουρα όχι επειδή η σκανδιναβική πεζογραφία είναι ποιοτικά ανώτερη από τη νεοελληνική, ούτε γιατί τα ονόματα των Σκανδιναβών συγγραφέων είναι ευκολότερο να τα προφέρει ή να τα θυμάται κανείς σε σύγκριση με τα ελληνικά. Οι λόγοι της επιτυχίας του Iperborea οφείλονται στο ότι τα βιβλία του προωθούνται πολύ καλά και πρόκειται για άριστες μεταφράσεις. Διότι οι κυβερνήσεις και οι θεσμοί της Σκανδιναβίας, πέρα από το να επιχορηγούν γενναιόδωρα την έκδοση των συγγραφέων τους, έχουν άριστες σχολές μετάφρασης. Όπως λέμε στην Ιταλία, «piove sempre sul bagnato» («βρέχει πάντα εκεί που έχει πλημμυρίσει», δηλαδή ο πλούσιος παίρνει πάντα περισσότερα).

Ωστόσο, εσείς μόνος σας, με περιορισμένους οικονομικούς πόρους, κάνατε μια πολύ αξιόλογη δουλειά για την προβολή των νεοελληνικών γραμμάτων στην Ιταλία.

Η αλήθεια είναι πως περίπου 15 από τα σχεδόν 100 ελληνικά βιβλία που έχω εκδώσει είχαν μια μερική συνεισφορά από το τότε ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού. Άλλα μυθιστορήματα επωφελήθηκαν από συνεισφορές πολιτιστικών προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που όμως αφορούσαν σε έργα που είχαν εκδοθεί στην Ελλάδα μετά τη δεκαετία του ’50, κάτι που απέκλειε κλασικούς συγγραφείς (όπως λ.χ. ο Βιζυηνός, ο Ροΐδης, ο Παπαδιαμάντης) και, για κάποιον λόγο, τα ποιητικά έργα. Το φθινόπωρο του 1988 προστέθηκε στον Crocetti Editore η σειρά νεοελληνικής πεζογραφίας Aristea”, με μυθιστορήματα απολύτως άγνωστα έως τότε στο ιταλικό κοινό. Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει περίπου 100 τόμοι (Καζαντζάκης, Ροΐδης, Λυμπεράκη, Αλεξάνδρου, Μάτεσις, Ζέη, Δούκα, Ξανθούλης, Γαλανάκη, Θέμελης, Βαλτινός, Αλεξάκης, Καλλιφατίδης κ.ά.), καθώς και μια δίγλωσση ανθολογία νεοελληνικής ποίησης περίπου 1000 σελίδων.  
    Θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό. Το 2002 στην Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης συνάντησα τον τότε Υπουργό Πολιτισμού της Ελλάδας, ο οποίος μου είπε ότι είχε εντυπωσιαστεί από τη δουλειά μου για τα ελληνικά γράμματα και με κάλεσε να τον συναντήσω στο γραφείο του ώστε να μου προσφέρει μια οικονομική βοήθεια. Πήγα, μου προσέφερε μια συνεισφορά των 20.000 ευρώ, μα δεν είδα ποτέ εκείνα τα χρήματα.     
    Σε αντίθεση με την Iperborea, προσωπικά χρειάστηκε να παλέψω και με τη στενόμυαλη νοοτροπία ορισμένων Ελλήνων εκδοτών, απόλυτα αντίθετους στο γεγονός πως οι συγγραφείς τους θα κυκλοφορούσαν από έναν μικρό εκδότη. Κάποιοι εκδότες αρνήθηκαν να μου παραχωρήσουν τα δικαιώματα συγγραφέων, γιατί ήθελαν να κυκλοφορήσουν μόνο από μεγάλο Ιταλό εκδότη. Πέρασαν περίπου 30 χρόνια και ακόμη περιμένουν τον μεγάλο εκδότη. Ευτυχώς υπήρξαν εκδότες λιγότερο στενόμυαλοι και περισσότερο πρακτικοί (στην Ιταλία λέμε «meglio un uovo oggi che una gallina domani», καλύτερα ένα αυγό σήμερα παρά μια κότα αύριο) όπως ο Κέδρος, ο Καστανιώτης και οι Εκδόσεις Καζαντζάκη. Ενίοτε όμως μου ζήτησαν να μεταφράσω και συγγραφείς ελάχιστου ενδιαφέροντος για την Ιταλία, μα που εκείνοι θεωρούσαν βασικούς αφού στην Ελλάδα πουλούσαν αρκετά. Αυτό προκάλεσε μια ποιοτική ανομοιογένεια στη σειρά “Aristea”.

Με τι άλλα προβλήματα βρεθήκατε αντιμέτωπος;

To σοβαρότερο ήταν οι μεταφραστές από τα νεοελληνικά. Η απουσία μιας σχολής ελληνιστών στην Ιταλία, και συνεπώς η έλλειψη επαγγελματικότητας, ήταν ιδιαίτερα αισθητή. Κατέφυγα σε όλους τους διαθέσιμους μεταφραστές από τα νεοελληνικά στην Ιταλία, στα πανεπιστήμια κι έξω από αυτά, αλλά η εμπειρία μου υπήρξε σχεδόν πάντα τραγική (με ελάχιστες εξαιρέσεις, με πρώτον τον Filippomaria Pontani junior). Επρόκειτο για μια μακρά σειρά από μεταφράσεις που παραδίδονταν καθυστερημένα, ακόμη και μετά από χρόνια, συχνά τόσο υπερβολικά διορθωμένες και αλλαγμένες (συνεπώς άσχημες), ή κατευθείαν πεταμένες στο καλάθι των αχρήστων και ξαναφτιαγμένες από την αρχή. Όλα αυτά συνεπάγονταν τεράστια απώλεια χρόνου και χρήματος, επιφέροντας αναπόφευκτα αποτελέσματα όχι στο ύψος των προσδοκιών.
    Κι εδώ έγινε αισθητή η γνωστή αρχαία ιταλο-ελληνική συνήθεια του νεποτισμού, της κλίκας, των «φίλων των φίλων». Επιπλέον, μερικοί Έλληνες συγγραφείς, προκειμένου να παραχωρήσουν τα δικαιώματα των έργων τους, επέβαλαν ως όρο να ανατεθούν σε φίλους τους μεταφραστές, τις περισσότερες φορές ανεπαρκείς. Είναι εύκολα αντιληπτό πως το αποτέλεσμα αυτού του τεράστιου όγκου εργασίας στο τέλος δεν κατόρθωσε να σταθεί στο ύψος των προσδοκιών, των δικών μου και των άλλων.

Εκτός από την έκδοση ποιητικών βιβλίων και νεοελληνικής λογοτεχνίας, εκδίδετε επίσης το μηνιαίο περιοδικό Poesia, με τις μεγαλύτερες πωλήσεις για το είδος του στην Ευρώπη.

Όντως έτσι είναι. Μέχρι πέρυσι το Poesia είχε μια κυκλοφορία 20.000 αντιτύπων μηνιαίως, που από φέτος μειώθηκαν σε 15.000 λόγω της κρίσης. Σε 30 έτη ζωής, το Poesia παρουσίασε περισσότερους από 3.300 ποιητές και 36.000 ποιήματα, από 38 γλώσσες. Ανάμεσα σε αυτά, υπάρχουν 50 κλασικοί και 48 σύγχρονοι Έλληνες ποιητές, π.χ. Κάλβος, Σολωμός, Σικελιανός, Καβάφης, Καρυωτάκης, Εμπειρίκος, Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος, Σινόπουλος, Αναγνωστάκης, Θέμελης, Βρεττάκος, Βάρναλης κ.ά.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι κανείς άλλος στην Ευρώπη δεν έκανε για τα νεοελληνικά γράμματα όσα κάνατε εσείς. Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

Μόλις κυκλοφόρησε η Ασκητική του Καζαντζάκη σε μετάφραση του Filippomaria Pontani junior κι ένας τόμος με ποίηση του Σεφέρη σε δική μου μετάφραση. Πρόκειται για μια επιλογή των ποιημάτων πολύ πιο ευρεία από εκείνη που μετέφρασε ο έξοχος Filippo Maria Pontani για τον Mondadori, εδώ και πάνω από 50 χρόνια, η οποία ήταν εξαντλημένη στα βιβλιοπωλεία για δεκαετίες. Επίσης ξαναμεταφράζω τον Τελευταίο πειρασμό του Καζαντζάκη, που είχε κυκλοφορήσει πριν πολλά χρόνια μετά το φιλμ του Scorsese, μεταφρασμένο όμως από τα γαλλικά. Και το κερασάκι στην τούρτα, ίσως η τελευταία μου και η πιο απαιτητική δουλειά, εδώ και τρία χρόνια έχω αφοσιωθεί στη μετάφραση της καζαντζακικής Οδύσσειας. Γνωρίζω ότι πολλοί Έλληνες δεν την αγαπούν, και εύλογα, εξαιτίας των γλωσσικών της δυσκολιών. Μα είμαι πεπεισμένος πως πρόκειται για ένα αριστούργημα, που μετά την εξαίσια αγγλική μετάφραση του Kimon Friar κι εκείνες στα γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά και σουηδικά, αξίζει να γίνει γνωστή και στο ιταλικό κοινό. Τον περασμένο Ιούλιο, στο Teatro Due της Πάρμα, ο εκπληκτικός ηθοποιός Tommaso Ragno διάβασε για μιάμιση ώρα αποσπάσματα από την Οδύσσεια του Καζαντζάκη στη μετάφρασή μου μπροστά σε 250 άτομα, και αποθεώθηκε κυριολεκτικά. Έχω μεταφράσει, με αμέτρητες δυσκολίες, 13 από τις 24 ραψωδίες κι ελπίζω να καταφέρω να την εκδώσω μέσα σε δύο χρόνια. Με αφορμή αυτό, θα ήθελα να πω ότι είναι ντροπή, 70 χρόνια μετά τον θάνατο του Καζαντζάκη, κανείς να μην έχει μπει στον κόπο να φτιάξει ένα λεξικό του Καζαντζάκη, ενώ υπάρχουν λεξικά για συγγραφείς λιγότερο σημαντικούς.         
    Σε γενικές γραμμές, αυτός είναι ο απολογισμός της δραστηριότητάς μου για την προαγωγή της ελληνικής λογοτεχνίας στην Ιταλία. Ωστόσο, η μικρή, περιορισμένη μου εμπειρία, έχει ένα πόρισμα που –παρόλη την αγάπη που έχω για την Ελλάδα και τη γλώσσα της– με πονά βαθιά να το εκφράσω: ο χειρότερος εχθρός της ελληνικής λογοτεχνίας είναι η ίδια η Ελλάδα. Αλλά, αν μπορεί να ακουστεί παρήγορο, αυτό ισχύει και για την Ιταλία.

Μετάφραση: Μαρία Φραγκούλη

Δημοσιεύτηκε στη Νέα Ευθύνη, τχ. 38-39, Ιούλιος-Δεκέμβριος 2017



[1] Στην Ελλάδα υπήρξαν ελάχιστες συνοπτικές αναφορές στον Τύπο (Γιώτα Μυρτσιώτη, «Νικόλα Κροτσέτι, ο “Έλληνας”», 30/10/2010, Ηλίας Μαγκλίνης, «Οι Ιταλοί βρίσκουν παρηγοριά στην ποίηση», 05/01/2012, και τα δύο στην Καθημερινή) και μια παρουσίαση σε λογοτεχνικό περιοδικό (Μαρία Φραγκούλη, «Ανθολογία στα ιταλικά», Φάρμακο, τχ. 2, φθινόπωρο-χειμώνας 2013).


O Nicola Crocetti στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο


Δευτέρα 7 Μαΐου 2018, ore 19.00
Auditorium
Εκδήλωση προς τιμήν του Nicola Crocetti
(εκδήλωση στην ελληνική γλώσσα)
Είσοδος ελεύθερη



O Nicola Crocetti στην 15η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Τρίτη 1 Μαΐου 2018

O Nicola Crocetti στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο

Δευτέρα 7 Μαΐου 2018, ore 19.00
Auditorium
Εκδήλωση προς τιμήν του Nicola Crocetti
(εκδήλωση στην ελληνική γλώσσα)
Είσοδος ελεύθερη
Ο Νicola Crocetti είναι μελετητής της νεότερης ελληνικής ποίησης, μεταφραστής, δημοσιογράφος και εκδότης. Ο ποιητής Αντώνης Φωστιέρης θα συνομιλήσει μαζί του για την πολύπλευρη δραστηριότητα και συμβολή του στη διάδοση της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας στην Ιταλία. Στην εκδήλωση συμμετέχει και η Μαρία Φραγκούλη.
Ο Nicola Crocetti το 1981 ίδρυσε τις εκδόσεις Crocetti Editore από τις οποίες κυκλοφόρησαν στα ιταλικά σημαντικά έργα της νεοελληνικής ποίησης και πεζογραφίας, ενώ από το 1988 εκδίδει το δημοφιλές μηνιαίο περιοδικό ποίησης “Ρoesia”. Το 2010 επιμελήθηκε με τον Filippomaria Pontani για τις εκδόσεις Mondadori την ανθολογία σύγχρονης ελληνική ποίησης “Poeti greci del Novecento”. Για την εμβληματική του συνεισφορά στη μετάφραση και έκδοση στα ιταλικά αντιπροσωπευτικών έργων ελλήνων λογοτεχνών τιμήθηκε στις 2 Απριλίου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο με το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής.
 Ο Αντώνης Φωστιέρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα και Ιστορία Δικαίου στο Παρίσι. Από το 1971 μέχρι σήμερα δημοσίευσε τα ποιητικά βιβλία: Το Μεγάλο Ταξίδι, Εσωτερικοί χώροι ή Τα είκοσι, Σκοτεινός Έρωτας, Ποίηση μες στην Ποίηση, Ο διάβολος τραγούδησε σωστά, Το θα και το να του θανάτου, Η σκέψη ανήκει στο πένθος, Πολύτιμη Λήθη, Ποίηση 1975-2010, Τοπία του Τίποτα. Δεκαοκτώ μεταφράσεις βιβλίων του έχουν κυκλοφορήσει από έγκυρους εκδοτικούς οίκους στο εξωτερικό (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ισπανία, Ιταλία, Αλβανία, Σερβία, Η.Π.Α., Αργεντινή). Του έχουν απονεμηθεί το Διεθνές Βραβείο Καβάφη (1993), το Βραβείο Βρεττάκου του Δήμου Αθηναίων (1998), το Κρατικό Βραβείο Ποίησης (2004), το Βραβείο Ποίησης του περιοδικού Διαβάζω (2004) και, για το σύνολο του έργου του, το Βραβείο Ποίησης της Ακαδημίας Αθηνών (2010).(πηγή: diastixo.gr)
Η Μαρία Φραγκούλη σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Φοίτησε στο Istituto Europeo di Design στο Μιλάνο, ενώ παράλληλα εργάστηκε στο αρχείο της συγγραφέως Lalla Romano ("Casa e Archivio Lalla Romano"), στον εκδοτικό οίκο Crocetti Editore και στο περιοδικό "Poesia". Ασχολείται με τη μετάφραση και την επιμέλεια εκδόσεων. Έχει μεταφράσει πεζά, ποιήματα και δοκίμια διαφόρων ιταλών συγγραφέων (Vittorio Sereni, Attilio Bertolucci, Dino Campana, Valerio Magrelli, Pierluigi Cappello, Amelia Rosselli, Dino Buzzati, Lalla Romano, Francis Poulenc κ.ά.) για λογοτεχνικά περιοδικά ("Το Δέντρο", "Εντευκτήριο", "Νέα Ευθύνη", "Νέα Συντέλεια", "Φάρμακο"). Το 2017 κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Περισπωμένη τα Ορφικά Άσματα του Dino Campana σε δική της μετάφραση. (πηγή: biblionet.gr)

Πληροφορίες

Ημερομηνία : Δευ 7 Μαϊ 2018
Ωράριο: Στις 19:00
Διοργανώνεται από : Istituto Italiano di Cultura di Atene
Είσοδος : Ελεύθερη

O Nicola Crocetti στην 15η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

05/05/2018
O Nicola Crocetti στην 15η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης
Σάββατο 5 Μαΐου 2018, ore 11:00-12:00
  Περίπτερο 13

Εκδήλωση προς τιμήν του Nicola Crocetti στην 15η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης.
Με την υποστήριξη του Ιταλικού Μορφωτικού Ινστιτούτου
Ο Νicola Crocetti είναι μελετητής της νεότερης ελληνικής ποίησης, μεταφραστής, δημοσιογράφος και εκδότης. Ο ποιητής Αντώνης Φωστιέρης θα συνομιλήσει μαζί του για την πολύπλευρη δραστηριότητα και συμβολή του στη διάδοση της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας στην Ιταλία.
Tο 1981 ίδρυσε τις εκδόσεις Crocetti Editore από τις οποίες κυκλοφόρησαν στα ιταλικά σημαντικά έργα της νεοελληνικής ποίησης και πεζογραφίας, ενώ από το 1988 εκδίδει το δημοφιλές μηνιαίο περιοδικό ποίησης “Ρoesia”. Το 2010 επιμελήθηκε με τον Filippomaria Pontani για τις εκδόσεις Mondadori την ανθολογία σύγχρονης ελληνικής ποίησης “Poeti greci del Novecento”. Για την εμβληματική του συνεισφορά στη μετάφραση και έκδοση στα ιταλικά αντιπροσωπευτικών έργων ελλήνων λογοτεχνών τιμήθηκε στις 2 Απριλίου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο με το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής.
Ο Αντώνης Φωστιέρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα και Ιστορία Δικαίου στο Παρίσι. Από το 1971 μέχρι σήμερα δημοσίευσε τα ποιητικά βιβλία: Το Μεγάλο Ταξίδι, Εσωτερικοί χώροι ή Τα είκοσι, Σκοτεινός Έρωτας, Ποίηση μες στην Ποίηση, Ο διάβολος τραγούδησε σωστά, Το θα και το να του θανάτου, Η σκέψη ανήκει στο πένθος, Πολύτιμη Λήθη, Ποίηση 1975-2010, Τοπία του Τίποτα. Δεκαοκτώ μεταφράσεις βιβλίων του έχουν κυκλοφορήσει από έγκυρους εκδοτικούς οίκους στο εξωτερικό (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ισπανία, Ιταλία, Αλβανία, Σερβία, Η.Π.Α., Αργεντινή). Του έχουν απονεμηθεί το Διεθνές Βραβείο Καβάφη (1993), το Βραβείο Βρεττάκου του Δήμου Αθηναίων (1998), το Κρατικό Βραβείο Ποίησης (2004), το Βραβείο Ποίησης του περιοδικού Διαβάζω (2004) και, για το σύνολο του έργου του, το Βραβείο Ποίησης της Ακαδημίας Αθηνών (2010).(πηγή: diastixo.gr)

Πληροφορίες

Ημερομηνία : Σαβ 5 Μαϊ 2018
Ωράριο: Από τις 11:00 Έως τις 12:00
Διοργανώνεται από : Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού
Σε συνεργασία με : Istituto Italiano di Cultura
Είσοδος : Ελεύθερη

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

NICOLA CROCETTI

Η μοναξιά του ανθολόγου

Nicola-Crocetti
του NICOLA CROCETTI
Θα ξεκινήσω με μια κοινοτοπία και συγχρόνως μια αναμφισβήτητη αλήθεια: οι χώρες μας –Ιταλία και Ελλάδα– μοιάζουν, προπαντώς στα ελαττώματα και στα αρνητικά. Ένα από αυτά είναι πως οι κυβερνήσεις και οι θεσμοί τους δεν αγαπούν ιδιαίτερα τον πολιτισμό. Ο ελληνικός και ο ιταλικός πολιτισμός (από τον αρχαίο κλασικό μέχρι τον σύγχρονο, σε κάθε έκφανση, τέχνη, θέατρο, λογοτεχνία κ.ά.) εκτιμούνται πολύ περισσότερο στο εξωτερικό απ’ ό,τι στη χώρα του ο καθένας. Τα δε πολιτιστικά ινστιτούτα που μας αντιπροσωπεύουν στο εξωτερικό βρίθουν συχνά από προσωπικότητες μέτριες και «συστημένες», που εκτελούν αδέξια τα καθήκοντά τους. Τα παραδείγματα κακής διαχείρισης της πολιτισμικής πολιτικής των κρατών μας θα μπορούσαν να γεμίσουν όχι απλώς έναν τόμο, μα μια εγκυκλοπαίδεια.
Όποιος ασχολείται με τον πολιτισμό σε Ελλάδα και Ιταλία, με την τέχνη είτε τη λογοτεχνία, δεν πρέπει ποτέ να έχει μεγάλες προσδοκίες ούτε ελπίδες. Όχι επειδή το Κράτος όπου ζει δεν θα τον βοηθήσει, αλλά γιατί θα κάνει τα πάντα για να τον εμποδίσει, με τα πιο επινοητικά και κακοήθη μέσα. Για παράδειγμα, αν ευελπιστεί να διδάξει στο Πανεπιστήμιο, και διαθέτει τα καλύτερα προσόντα, μπορεί να είναι σίγουρο ότι αντί γι’ αυτόν θα προτιμήσουν κάποιον κατώτερο υποψήφιο (οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες), αρκεί να επρόκειτο για τον συγγενή ή τον φίλο κάποιου ισχυρού. Αν έχει γράψει ένα βιβλίο και φιλοδοξεί να λάβει κάποιο βραβείο, έστω και αν το αξίζει, είναι σχεδόν βέβαιο πως δεν θα το κερδίσει αυτός, μα κάποιος άλλος λιγότερο άξιος, με φίλους στην κριτική επιτροπή. Αν πάλι διευθύνει έναν ποιοτικό εκδοτικό οίκο και ζητάει κρατική επιχορήγηση, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι δεν θα τη λάβει ποτέ αν δεν έχει ισχυρούς φίλους ή συγγενείς, ή ακόμη πολιτικές γνωριμίες.
Η ανθολογία που παρουσιάζεται σήμερα είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση και μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα, διότι εμπλέκει περισσότερους τομείς και θεσμούς: λογοτεχνικό χώρο, εκδοτικούς οίκους, πανεπιστήμια, κρατικά πολιτιστικά ινστιτούτα, Τύπο, κριτικούς λογοτεχνίας και κριτικές επιτροπές των κρατικών βραβείων.
Γύρω στις αρχές του 2000, ο μεγαλύτερος εκδοτικός οίκος της Ιταλίας, ο Mondadori, αποφασίζει να εκδώσει μια ανθολογία σύγχρονης ελληνικής ποίησης. Απευθύνεται, όπως θα ήταν φυσικό, στο πανεπιστήμιο, και μάλιστα σε ένα από τα πιο έγκυρα με έδρα νεοελληνικής γλώσσας και φιλολογίας. Αναθέτει το καθήκον στον κάτοχο της έδρας, με τον όρο να το ολοκληρώσει μέσα σε τέσσερα χρόνια. Ύστερα από έξι χρόνια ο Mondadori ακυρώνει τη συμφωνία με τον/την νεοελληνιστή/-τρια και αναθέτει το έργο σε δύο άλλα πρόσωπα, αμφότερα ξένα στο ακαδημαϊκό περιβάλλον των νεοελληνικών σπουδών: ο πρώτος, ο Filippomaria Pontani, είναι κλασικιστής, ο άλλος, ο ομιλών, εκδότης και μεταφραστής. Περίπου μέσα σε έναν χρόνο η εργασία ολοκληρώνεται και, επιτέλους, δέκα χρόνια μετά, τον Οκτώβριο του 2010, η ανθολογία βλέπει το φως.
Τυπωμένο σε 5.000 αντίτυπα στην περίφημη σειρά I Meridiani*, το Poeti greci del Novecento παρουσιάζεται με εγκωμιαστικά λόγια στον ιταλικό Τύπο καθώς επίσης στο Journal of Modern Greek Studies του Πανεπιστημίου John Hopkins. Μάλιστα, το Πανεπιστήμιο Stony Brook της Νέας Υόρκης προσκάλεσε το 2013 τους δύο επιμελητές για να παρουσιάσουν την ανθολογία. Μέσα σε τρεις μήνες ο τόμος εξαντλήθηκε, παρά τη μη οικονομική τιμή των 65 ευρώ.
Και η Ελλάδα τι κάνει γι’ αυτό, πώς αντιδρά; Πρόκειται για την πιο σημαντική εργασία που έγινε ποτέ στο εξωτερικό για την ελληνική ποίηση: μια πολυτελής δίγλωσση (σε πολυτονικό σύστημα) έκδοση 2.000 σελίδων (η εισαγωγή του Filippomaria Pontani καλύπτει 100 σελίδες), με 66 ποιητές, ορισμένοι από τους οποίους, όπως ο Κάλβος, ο Παλαμάς και ο Σολωμός, παρουσιάζονταν για πρώτη φορά στους Ιταλούς αναγνώστες. Θα μπορούσε επομένως να περιμένει κανείς κάποια αντίδραση της Ελλάδας σε κρατικό επίπεδο, και ενδεχομένως ιδιωτικό. Λόγου χάρη, μια κριτική σε εφημερίδα ή λογοτεχνικό περιοδικό, μια παρουσίαση του τόμου –δεν εννοώ στο τμήμα ιταλικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης, ή σε κάποια άλλη σημαντική έδρα– έστω σε κάποιο βιβλιοπωλείο ή στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο. Αντιθέτως, τίποτα. Εκτός από δύο αναφορές στον Τύπο με τη μορφή απλής είδησης για την κυκλοφορία της ανθολογίας, υπήρξε μια αναλυτική παρουσίαση στο περιοδικό Φάρμακο (τχ. 2, Φθινόπωρο-Χειμώνας 2013). Το βιβλίο δεν κρίθηκε άξιο να λάβει ούτε καν ένα μικρό βραβείο, από εκείνα που δίδονται μέχρι και σε αδέξιους ή κάκιστους μεταφραστές, όπως όλοι πολύ καλά γνωρίζουμε.
Στην Ελλάδα όχι μόνο δεν μίλησε κανείς γι’ αυτό, λες και –αντί να αποτελεί μια σπουδαία ανταπόδοση στην ποίηση και στον πολιτισμό αυτής της χώρας– ήταν κάτι επιζήμιο ή αρνητικό, κάτι που κανείς πρέπει να αγνοήσει ή να απομακρύνει. Και το κερασάκι στην τούρτα: όταν το βιβλίο στάλθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού στην Αθήνα ώστε να συμμετέχει στις υποψηφιότητες για το κρατικό βραβείο μετάφρασης ελληνικού έργου σε ξένη γλώσσα, το 2011, μου απάντησαν προσωπικά ότι δεν μπορούσε να συμπεριληφθεί, διότι ο κανονισμός προβλέπει (ψέμα) πως οι μεταφραστές πρέπει να ζουν, ενώ ένας από τους δύο επιμελητές-μεταφραστές της ανθολογίας –ο Filippomaria Pontani– ήταν νεκρός (πράγμα που δεν ισχύει, αφού πρόκειται για τον υιό και όχι για τον πατέρα, ο οποίος λεγόταν Filippo Maria…!). Αν είχαν κάνει τον κόπο έστω να ξεφυλλίσουν τον τόμο, θα είχαν διαβάσει τα βιογραφικά των δύο επιμελητών και θα είχαν συνειδητοποιήσει ότι ο Filippomaria Pontani (γεννημένος το 1976) ήταν τότε 35 ετών και, όπως λέτε, ζει και βασιλεύει. Είναι ολοφάνερο πως το Υπουργείο είπε δύο απανωτά ψέματα ώστε να μπορέσει να αποκλείσει την υποψηφιότητα και να βραβεύσει κάποιο άλλο βιβλίο.
Ας έρθουμε όμως στην ίδια την ανθολογία. Οι ανθολογίες ποίησης είναι αναπόφευκτα ένα ναρκοπέδιο. Καμιά ανθολογία δεν ικανοποιεί ποτέ τις προσδοκίες των κριτικών, πόσο μάλλον εκείνες των ποιητών: όσων αποκλείονται –και είναι κατανοητός ο λόγος της δυσαρέσκειάς τους–, αλλά συχνά και όσων περιλαμβάνονται, οι οποίοι παραπονιούνται ότι το μεγαλύτερο μέρος αφιερώθηκε σε ποιητές που οι ίδιοι θεωρούν κατώτερους ή «αντιπάλους» τους. Έπειτα, οι κριτικοί σχεδόν πάντα παρασύρονται από την τετριμμένη συνήθεια να υπογραμμίζουν ποιοι αποκλείστηκαν: γιατί αυτός ο ποιητής και όχι εκείνος; Συνήθεια που θυμίζει με θλίψη τις κουβεντούλες του καφενείου, το πρωί της Δευτέρας, για τα αποτελέσματα των κυριακάτικων αγώνων ποδοσφαίρου: αν ο προπονητής είχε βάλει στην ομάδα εκείνον τον παίκτη αντί για τον άλλον, θα είχαμε κερδίσει τον αγώνα.
Αντιθέτως, προσωπική μου γνώμη είναι πως προπαντώς στην περίπτωση μιας ανθολογίας μεταφρασμένης σε μια ξένη γλώσσα, θα έπρεπε να είναι άλλα τα κριτήρια αξιολόγησης. Για παράδειγμα, τι το διαφορετικό έχει αυτή η ανθολογία σε σχέση με προηγούμενες αντίστοιχες στην Ιταλία, ή σε σχέση με άλλες ανθολογίες ελληνικής ποίησης σε άλλες γλώσσες· αν η μετάφραση είναι καλή, κακή ή κάκιστη· αν η εν λόγω ανθολογία αναπληρώνει ένα κενό στον πολιτισμό της χώρας όπου κυκλοφόρησε (εν προκειμένω της Ιταλίας), τι υποδοχή είχε, κ.λπ.
Προσοχή, το μικρό μου cahier de doléances δεν σκοπεύει να είναι απλώς μια κατηγορία στους πολιτιστικούς θεσμούς της Ελλάδας, αλλά και της Ιταλίας. Διότι αν είναι αλήθεια ότι οι μεγαλύτερες ιταλικές εφημερίδες έγραψαν ενθουσιώδη άρθρα για την ανθολογία, και αρκετά βιβλιοπωλεία και ιδιωτικά ιδρύματα οργάνωσαν παρουσιάσεις, είναι επίσης αλήθεια ότι κανένα τμήμα νεοελληνικών σπουδών στα ιταλικά πανεπιστήμια (νομίζω ότι αριθμούν καμιά δεκαριά) δεν την παρουσίασε στους φοιτητές του. Και κανένας «λαμπρός» διδάσκων ή διδάσκουσα των νεοελληνικών δεν έγραψε έστω ένα σχετικό άρθρο. Ακόμη και αυτό το γεγονός όμως εξηγείται εύκολα, δεδομένου του ότι οι δύο επιμελητές-μεταφραστές είναι ξένοι στο ακαδημαϊκό περιβάλλον των νεοελληνικών στην Ιταλία.
Θα ήθελα να καταλήξω με μια παρατήρηση που προέρχεται από την πολύχρονη εμπειρία μου στον χώρο της ποίησης. Στη Πολιτεία των Γραμμάτων γενικά, και σε αυτήν της Ποίησης ιδιαίτερα, η Δικαιοσύνη δεν υφίσταται, και υπάρχει μία και μοναδική ανώτερη θεότητα που μπορεί να την επιβάλει: ο Χρόνος. Πριν από είκοσι πέντε περίπου χρόνια, ένας Γάλλος κριτικός δημοσίευσε μια έρευνα για 130 ποιητές της εποχής του Baudelaire. Ήταν εκείνοι που εκδίδονταν από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους και τα πιο σημαντικά περιοδικά, εκείνοι που όλοι διάβαζαν και για τους οποίους όλοι μιλούσαν, που κέρδιζαν τα πιο μεγάλα βραβεία, δημοσίευαν άρθρα στις εφημερίδες και απολάμβαναν εξουσία και λογοτεχνικές φιλίες. Ανάμεσα σε αυτούς τους ποιητές δεν υπήρχε ο Baudelaire. Γι’ αυτόν μιλούσαν μόνο επειδή δικάστηκε για βλασφημία με Τα άνθη του κακού. Λοιπόν, περισσότερο από ενάμιση αιώνα μετά, κανείς δεν θυμάται το όνομα κανενός από αυτούς τους 130 ποιητές, ενώ ο μοναδικός που ξεχωρίζει στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας είναι ο Baudelaire.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω το Νέο Πλανόδιον που πήρε την πρωτοβουλία να οργανώσει αυτή την παρουσίαση, τους ομιλητές που συμμετείχαν και όλους εσάς που είχατε την καλοσύνη να παρευρεθείτε.
Το κείμενο αυτό του ΝΙΚΟΛΑ ΚΡΟΤΣΕΤΤΙ διαβάστηκε από τον ίδιο στην εκδήλωση πυο διοργάνωσε το Νέο Πλανόδιον προς τιμήν του στις 29.11.2014 στον Πολυχώρο της Άγκυρας στην Αθήνα. Για τον Κροτσέττι και την Ανθολογία των Ελλήνων ποιητών που συνεπιμελήθηκε με τον Φιλιππομαρία Ποντάνι, μίλησαν ο Αντώνης Φωστιέρης, ο Παντελής Μπουκάλας και ο Κώστας Κουτσουρέλης. 
* Η σειρά "Meridiani" εγκαινιάστηκε το 1969 από τον Vittorio Sereni. Φιλοδοξία του Mondadori ήταν να δημιουργήσει μια σειρά αντίστοιχη με τη "Bibliothèque de la Pléiade". Πρόκειται για έγκυρες, πολυτελείς (πολύ λεπτό χαρτί, κομψό δέσιμο) εκδόσεις με τα άπαντα των μεγαλύτερων πεζογράφων και ποιητών της ιταλικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας, από την κλασική αρχαιότητα ώς τις μέρες μας. Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει 350 τόμοι. Ο τόμος Poeti greci del Novecento είναι η πρώτη ποιητική ανθολογία της σειράς.