Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΑΙΝΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΑΙΝΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

Λίγα λόγια για το κυνήγι


Άρδευση και σπονδές της δυναστείας των Τανγκ

Έχει μαζευτεί μια στρατιά μυρμήγκια
στο μαρμάρινο στηθαίο του μπαλκονιού,
ξεχειλίζουν απ’ τις σχισμές στη βάση του τοίχου.
Θυμάμαι ένα καλοκαίρι στη θάλασσα πριν από δεκαετίες.
Ήταν ένα απ’ τα πρώτα ταξίδια στους αμμόλοφους του Βορρά,
στο Βέστερλαντ με το σκελετό του φαρόπλοιου
και το νησί Άμρουμ.
Έπεφτε νωρίς το φθινόπωρο, σύννεφα στραγγίζαν το φως 
και μοιραία φυσούσε γιατί θα ξεκίναγε το σχολείο. 

Υπήρχε μια μυρμηγκοφωλιά στα δοκάρια που στήριζαν 
τη στέγη του παράσπιτου της αγροικίας που νοίκιαζε ο θείος.
Απ’ τα παράθυρα φαινόταν η μουλιασμένη έρημος 
της ρυτιδωμένης απ’ την άμπωτη άμμου,
η γάτα που ’κανε τη δική της ανασκαφή, 
το σμήνος των γερανών που καθόταν στο πασσαλόπηγμα 
εποπτεύοντας τον περίπατο του νερού.
Ο θείος υποδεχόταν όρθιος το σούρουπο 
μπροστά στο κενό τζάκι και το σπαθί
πίνοντας και παραπατώντας.
Η γυναίκα του παραμόνευε για να ισιώσει το χαλί.
Οι αγοραίες προπόσεις του θείου ξεπερνιούνταν με Μπραμς.

Θυμάμαι να κυνηγώ τα μυρμήγκια που κατέβαιναν τον τοίχο 
και ξεκάμπιζαν στο χαλί, 
σκαρφάλωνα με τα παπούτσια στο σοφά και τα συλλάμβανα
ανάμεσα σ’ ανεμόμυλους κι απομιμήσεις των Φλαμανδών,  
τα σήκωνα με δυο δάχτυλα πάνω απ’ το στόμα και τα ’τρωγα.  
Η δανέζα νταντά, που μονίμως καθάριζε φρούτα, 
εμφανιζόταν στην καμαρόπορτα σαν αρχάγγελος
και σφύριζε με τα δόντια 
για να μου αποσπάσει την προσοχή χωρίς να με μαλώσει.

Ίσως γνωρίζω πολύ περισσότερα πράγματα τώρα, 
αλλά κοιτώντας μέσα μου τα παλιά μυρμήγκια
να ξανοίγονται στο τρικυμισμένο χαλί  
μοιάζουν όλα τα σημεία του χρόνου να εκτείνονται στην ίδια ευθεία 
σαν συλλαβές μιας τελεσίδικης ρήσης, 
και καθώς συλλέγεται διαρκώς υλικό και υπάρχουν ευθύνες 
είναι δύσκολο να σταθείς λίγο απόμερα 
και να καταλάβεις τι μένει.

Αλέξιος Μάινας


Ο Αλέξιος Μάινας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1976. Σπούδασε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο της Βόννης. Ασχολείται με τη μετάφραση, τη διδασκαλία της γλώσσας και την παρουσίαση ποιητών στον γερμανόφωνο χώρο. Γράφει ποίηση και διήγημα.    Η ποιητική συλλογή του «Το περιεχόμενο του υπόλοιπου» ήταν υποψήφια για το Κρατικό Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα, το αντίστοιχο του περιοδικού «Διαβάζω», και βραβεύτηκε στο Συμπόσιο Ποίησης.  -

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015

ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΑΙΝΑΣ "Το περιεχόμενο του υπόλοιπου"


Το περιεχόμενο του υπόλοιπου


Αλέξιος Μάινας  –  5 μικρά ερωτικά
Από τον κύκλο ποιημάτων της συλλογής:
Το περιεχόμενο του υπόλοιπου (Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2011)



ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΓΙΑ ΤΟ ΛΕΝΙΝΓΚΡΑΝΤ

Σαράντα πόντοι από κάτι.


Μια γυναίκα στο σταθμό των υπεραστικών συρμών
σηκώθηκε απ’ τη σειρά με τις σιδερένιες καρέκλες
και περπάτησε λίγο στο χιονάκι της αποβάθρας προς νότια
πριν σταθεί στο κράσπεδο με παράλληλους
τους μηρούς στο καλσόν
πάνω απ’ τις μισοθαμμένες ράγες.
Φορούσε ένα πράσινο κασκόλ που καθρεφτίζαν τα μάτια της
κι έναν υγρόφαιο αέρα με σκούφο
που μεγάλωνε κατά μία έννοια τα πόδια.
Μικρό σουλάτσο με στάση,
σίγουρα χωρίς να βλέπει τι κοίταζε.
Ύστερα ήρθε το τρένο, χτύπησε η καμπάνα,
κατέβηκε ο σταθμάρχης, βγήκαν οι μεθυσμένοι,
άνοιξε η πληγή, τέλειωσε η διάρκεια της εποχής
και ξεκίνησε αυτό που είμαι τώρα όταν επιμένω.


~~..~~


ΤΟΝ ΑΦΗΣΕ

                                                                                          Εκείνος καθιστός, κλειστός,
                                                                                               αδιαπέραστος. Εγώ κάπου εκεί,
                                                                                        βαριεστημένος ή ανήσυχος
                                                                                                       κι ανυπόφορα μόνος με τη ζωή μου.


Ο κόσμος
–δεν είναι μυστικό–
κύλησε
στα πλακάκια της κουζίνας
στις τρεις.

Είχα περάσει
να τα πούμε·
τα ’παμε σχεδόν χωρίς να μιλάμε.
Ήπια κάτι, ακούμπησα όρθιος φειδωλά
στις καρέκλες του.

Δεν τον κοίταξα
λέγοντας
– αυτή τη φωτογραφία δεν
τη χρειάζεσαι...
Είναι καλή...
Την παίρνω τώρα.


~~..~~


Η ΙΔΙΑ ΑΝΕΤΗ ΣΤΟ ΠΕΡΒΑΖΙ

                                                                                                                      Τούφες αποτυχίας.


Μη σας γελάει ο χαρωπός καφές κι οι ατάκες του μάγματος
που θα πιει μαζί σας στο Μιλάνο.
Θα σας χαμογελά, θα πέφτει τη Σκάλα,
γιατί αυτά κατακτήθηκαν με το λαρύγγι
στις διαδηλώσεις των συνδικάτων,
και θα σας βλέπει στον άνεμο των θηλυμανών
έξω απ’ τα διαφθορεία
να παίζει πού και πού στα μαλλιά με τις κάμπιες σας.
Αλλά μιλάμε για μήνες.


~~..~~


ΚΑΤΙ ΠΟΥ Η ΖΑΡΑ ΜΠΟΡΚΜΑΝ ΔΕΝ ΕΙΠΕ ΠΟΤΕ
ΟΤΑΝ Μ’ ΕΠΙΑΝΕ ΣΤΟΝ ΑΓΚΩΝΑ

                                                                                                                   Στον πλαστικό πρώτο Μάρτη
                                                                                       (των βάζων).


Τώρα που πιάσαν
     οι παγετοί
και τα χόρτα πετρώσαν
     σαν λιγνοί πράσινοι χάρακες
και τα πουλιά δε μιλούν
και τα χέρια στα γάντια –
    ας ξεχάσουμε
ό,τι δε θα μπορούσε
να ξαναλέγεται κάθε μέρα
σαν να ήταν όντως κάτι καινούργιο.


~~..~~


ΤΑ ΚΛΕΙΔΙΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

                                                                                                             Το ρήμα της προβολής.


Σε αγάπησα γιατί τότε υπήρχε το τρένο
που ένωνε το χειμώνα
με τις απόμερες στάσεις.


Από τον κύκλο ποιημάτων της συλλογής:
                                                                  «Το περιεχόμενο του υπόλοιπου»
© Αλέξιος Μάινας (1997-2011)




                                        




Ο Αλέξιος Μάινας έχει ελληνογερμανική καταγωγή. Γεννήθηκε το 1976 στην Αθήνα, 
όπου και μεγάλωσε. Σπούδασε φιλοσοφία στη Βόννη, μελετά και παρουσιάζει το έργο 
Ελλήνων ποιητών στο γερμανόφωνο χώρο. Γράφει και μεταφράζει λογοτεχνία και στις 
δύο γλώσσες. Η συλλογή "Το περιεχόμενο του υπόλοιπου" είναι το πρώτο βιβλίο ποίησης 
που εκδίδει.

Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2014) Το ξυράφι του Όκαμ, Μικρή Άρκτος
(2011) Το περιεχόμενο του υπόλοιπου, Γαβριηλίδης






http://webgalaxy.gr/alexios/



Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2015

Προς μια δικιά του ποιητική ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΑΙΝΑΣ


ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

Ειρήνη Βουρλούμη
ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΑΪΝΑΣ, Το ξυράφι του Όκαμ, εκδόσεις Μικρή Άρκτος, σελ. 80

Γράφοντας για την πρώτη ποιητική συλλογή του Αλέξιου Μάινα, Το περιεχόμενο του υπόλοιπου, σημείωνα τα εξής: Πρωτοεμφανιζόμενος ο Αλέξιος Μάινας, αλλά ούτε νεαρός (γέν. 1976), ούτε πρωτόλειος, με σπουδές φιλοσοφίας και γενικότερο background. Η ποίησή του έντονα αφηγηματική, προτάσσει μια επεξεργασμένη εικονοποιία, ευρίσκεται κατάφορτη εννοιών. Σε αυτή την πρώτη του συλλογή, οι λυρικές εξάρσεις απουσιάζουν, παρά την έντονη λυρικότητα των εικόνων του∙ οι γλωσσικές του επιλογές δεν επενδύουν στην απροσδόκητη λέξη, παρ’ ότι τα ποιήματα ενσωματώνουν με άνεση μια μεγάλη γκάμα λεκτικού υλικού∙ η «τρισθενής» οργάνωση όλων των ποιημάτων, δηλαδή τίτλος-μότο-σώμα, δεν ακολουθείται από μια προβλέψιμη αφηγηματική ανέλιξη.
Διαπιστώνουμε αναφορές ή διακειμενικές νύξεις απ’ όλο το φάσμα της νεοελληνικής ποίησης, απ’ τον Κάλβο μέχρι τον Λάγιο, επισχολιασμό έργων, μύθων, καλλιτεχνικών πρακτικών, αλλά και διαρκή συνομιλία με το κοινωνικό παρόν, με τόπους και χρόνους και πολιτισμούς. Τα πάντα εισάγονται και θεματοποιούνται ποιητικά, στιγμές καθημερινές ή ζητήματα γενικότερα, η οπτική γωνία αλλάζει συνεχώς, το ύφος διακυμαίνεται, η ένταση επίσης. Συχνή, έως και διαρκής η σύμμειξη πολιτικού και προσωπικού, ιστορικού και αχρονικού, υψιπετούς και ταπεινού. Όλα αυτά περιγράφουν έναν «αέρα», ένα μεγάλο εύρος, καταγράφουν μια αξιοσημείωτη δυνατότητα, εγείρουν όμως και απαιτήσεις τιθάσευσης, αποστάγματος, διαύγασης.


Αυτά έλεγα πριν από δύο χρόνια, και πρόσθετα, ότι μια προσπάθεια οικονομίας ήταν προφανής στα ηλεκτρονικά δημοσιευμένα καινούρια ποιήματά του, αλλά κατέθετα τον φόβο μήπως οδεύσουν σε λάθος κατεύθυνση. Σημείωνα, για παράδειγμα, πως οι μεγάλοι αφηγηματικοί διασκελισμοί, που ανακαλούν τον Ρίτσο, δεν χρειάζεται να εγκαταλειφθούν∙ αντίθετα, είναι απαραίτητο να πυκνώσει το υλικό και η ύφανση του λόγου, ώστε να μην καταλήξει σε μια παράθεση εικόνων, στιγμιοτύπων και εννοιών.
Επαναλαμβάνω αυτό που είπα τότε, δηλαδή πως εγείρονται απαιτήσεις «τιθάσευσης, αποστάγματος, διαύγασης».
Με αυτό ακριβώς το «πρόγραμμα», δηλαδή τη δεσμευτική ποιητική πρόθεση, προσέρχεται ο Μάινας στη δεύτερη συλλογή του. Ήδη από τον τίτλο, μας ειδοποιεί για την αισθητική του στόχευση, που αντλεί από το φιλοσοφικό αξίωμα που σημαίνεται από «Το ξυράφι του Όκαμ». Μια φράση που μας παραπέμπει στην «αρχή της οικονομίας» και στο φιλοσοφικό σύστημα του φραγκισκανού μοναχού του 14ου αιώνα, Γουλιέλμου του Όκαμ, και κυρίως στη συζήτηση και τις προσλήψεις που προκάλεσε μέσα στους αιώνες. Δηλαδή, πως η επιδίωξη της αλήθειας και της επαρκούς απόδειξής της, ο στόχος της πληρότητάς της, οφείλει να ικανοποιεί ταυτοχρόνως το αίτημα της απλότητας.
Αυτή η κίνηση του Μάινα, να θέσει όλη την ποιητική του συλλογή κάτω από τη βαριά σκιά ενός τόσο φορτισμένου τίτλου, υπηρετείται επαρκώς από τα ίδια τα ποιήματα, τα οποία εγγράφονται σε αυτά τα ευρύτερα συμφραζόμενα, και όχι π.χ. σε εκείνα της «δωρικής λιτότητας», που τόσο μας έχει ταλαιπωρήσει στη νεοελληνική λογοτεχνία, και περιγράφει ένα βαρύ ύφος, με κοινότοπες λέξεις να αναγορεύονται σε απόλυτες πηγές γνώσης, και νοημάτων που δεν μπορούν να σηκώσουν. Ταυτόχρονα, αυτή η κίνηση του Μάινα, αμφισβητεί ευθέως και την τεχνική της αφαιρετικότητας και του «νέφους υπαινιγμών», που αναγορεύονται σε μέθοδο σκιαγράφησης του όλου, όπως εμπεδώθηκε επί πολλά έτη στη σύγχρονη ποίησή μας, σε εκείνη τέλος πάντων που μαθήτευσε, σχεδόν «κατά γράμμα», στην ποίηση του Μίλτου Σαχτούρη. Αντίθετα, η ποίηση του Μάινα ανοίγεται στον ωκεανό των ιδεών και των σημασιών, μεταθέτοντας εκεί, δηλαδή με ασύγκριτα πιο δύσκολους όρους, το αίτημα της διαύγασης.
Η δεύτερη παρατήρηση που έκανα, γράφοντας για το πού θα οδηγηθεί η ποίηση του Μάινα μετά την πρώτη του συλλογή, ήταν πως, μπροστά στην ανάγκη να τιθασευτεί ο λόγος, οι μεγάλοι αφηγηματικοί διασκελισμοί, που ανακαλούν τον Ρίτσο, δεν χρειάζεται να εγκαταλειφθούν∙ αντίθετα, είναι απαραίτητο να πυκνώσει το υλικό και η ύφανση του λόγου. Αυτό ακριβώς νομίζω ότι το πετυχαίνει στο ανά χείρας βιβλίο, επιλέγοντας τον δρόμο τού Ρίτσου, και συγκεκριμένα, εκείνο το κομμάτι του δρόμου, όπου ο πληθωρικός αυτός ποιητής αντιμετωπίζει αλλά και παρακάμπτει ευθέως τον Σαχτούρη. Αναφέρομαι σε μερικές από τις ανέκδοτες, όσο ήταν εν ζωή, συλλογές του Ρίτσου, που τώρα περιέχονται στον ΙΔ΄ τόμο των Απάντων του.
Δεν εννοώ σε καμία περίπτωση ότι έχουμε να κάνουμε με μίμηση, ούτε, πλέον, με δημιουργική μαθητεία. Εννοώ ότι ο Μάινας, εν πλήρει επιγνώσει, επιχειρεί να αντιμετωπίσει τον πρόγονό του Ρίτσο με την «αγωνία της επίδρασης». Αυτό άλλωστε μας δηλώνεται, σχεδόν προγραμματικά, με το ποίημα «Η πάλη της αντάρας με το σύθαμπο».
Γράφω δεν θα πει δημιουργώ
θα πει διαχειρίζομαι, επισημαίνω.
(Νεωτερισμοί και ανατροπές είναι έργα του αναγνώστη.)
Γράφω σημαίνει ξαναγράφω, ομολογώ τι διάβασα.
Χαρτογραφώ ένα μονοπάτι.
Μια αφέγγαρη τοπογραφία με βουνό και φρύγανα
ένα δίκτυο από σκάλες που βυθίζονται
σε σχισμές του λευκού χώματος και υπόγειες κοιλότητες –
άγραφες πλάκες
έτοιμες να αποκαλυφθούν
στην ψευδαίσθηση της δυνατότητας ελέγχου.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσω, πρώτον, ότι αυτές οι συλλογές του Ρίτσου στις οποίες αναφέρομαι δεν έχουν εισπραχθεί από τη σύγχρονη ποίησή μας. Δεύτερον, ότι το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης ποίησής μας αισθητικά ευρίσκεται πιο πίσω από αυτές τις συλλογές του Ρίτσου. Τρίτον, και κυριότερο, ότι αυτό ακριβώς είναι το πεδίο το οποίο διέρχεται ο Μάινας, επιχειρώντας να εξέλθει από αυτό με ένα δικό του ποιητικό πρόσωπο. Ιδού πώς, με τους στίχους που ακολουθούν:
Κι αν μόνο το ψέμα
είναι ελευθερία
τότε ας είναι αλήθεια
αυτό που μας δίνει νόημα.
Έτσι, νομίζω πως δικαιολογείται ο τίτλος, κάτω απ’ τον οποίο στεγάζω το παρόν κείμενό μου:«Προς μια δικιά του ποιητική». Γιατί ο Αλέξιος Μάινας, είναι ένας από τους μετρημένους στα δάχτυλα νεώτερους ποιητές, που επιχειρεί να οργανώσει μια δικιά του ποιητική. Ήδη νομίζω πως διακρίνεται η τεχνική της, η οποία αφορά τη σύνθεση. Στη συλλογή συνυπάρχουν και εναλλάσσονται ποιήματα δύο κατηγοριών: σχεδόν δοκιμιακά, δηλαδή καθαρά εννοιολογικά, από τη μια, και, από την άλλη, ποιήματα αφηγηματικά, που συνθέτονται με «φτενά υλικά», κατά την υπόδειξη του Λάγιου και την πρακτική του Ρίτσου. Και με τους δύο τρόπους εμπεδώνεται ως αισθητικό πρόταγμα το αίτημα της απλότητας και της διαύγασης, με την ταλάντωση μεταξύ των δύο αυτών τύπων ποιημάτων να ενεργοποιεί την πόλωση μεταξύ «μορφής» και «περιεχομένου», να δημιουργεί το έδαφος όπου οργανώνεται και βλασταίνει η ποιητική του. Αλλά μια ποιητική, για να αρθρωθεί, χρειάζεται κάτι περισσότερο: το ρίσκο του ποιητή, δηλαδή της ποίησης. Τη μετάβαση από την επικράτεια της μαθητείας και της αγωνίας της επίδρασης στην ανοικτή αναμέτρηση με εκείνους τους ποιητικούς πυρήνες, που με τη διαχρονική ισχύ τους επικυρώνουν ή σχετικοποιούν την κάθε προσπάθεια, όταν αυτή εξέρχεται από την ασφάλεια της γραμματολογίας και διεκδικεί τη θέση της μέσα στο σύμπαν της όλης ποίησης.
Έτσι, για παράδειγμα, ο Μάινας τολμά, κάτω από τον τίτλο του ποιήματος «Καταγώγια που σφραγίστηκαν με τούβλα», να βάλει, ως μότο, την τρομακτικά φορτισμένη μέσα στους αιώνες φράση «et in Arcadia ego».  Επαναλαμβάνω τη σύζευξη: «Καταγώγια που σφραγίστηκαν με τούβλα» -  «et in Arcadia ego». 
Σε σημείωση στο τέλος του βιβλίου μάς παραπέμπει στον γνωστό πίνακα του 17ου αιώνα, του Νικολά Πουσσέν, και στην επίσης γνωστότατη ερμηνεία της φράσης ως «ήμουν κι εγώ στην Αρκαδία», φράση που συχνά χρησιμοποιείται, πάντα με αναφορά στον πίνακα του Πουσσέν, ως «γεννήθηκα κι εγώ στην Αρκαδία». Μια νεορομαντική αξίωση, που με τα χρόνια έχει καταλήξει πόζα και πνευματική νεύρωση, αριστοκρατική κοινοτιστική φαντασίωση.
Όμως ο Μάινας, φιλολογικά ενημερωμένος, προτάσσει την ερμηνεία της ίδια αυτής φράσης μέσα από τον πίνακα του Τζιοβάνι Μπαρμπιέρι, επίσης του 17ου αιώνα, η οποία ερμηνεία είναι απολύτως αποδομητική της προηγούμενης: «et in Arcadia ego» = «Υπάρχω (δηλαδή υπάρχει/έρχεται ο θάνατος) ακόμα και στην Αρκαδία». Συναντώντας έτσι τη ρομαντική βίωση της τέχνης στην πηγή της, χωρίς τις μετέπειτα κοινοτιστικές κατασκευές και διαμεσολαβήσεις, ώστε τώρα να αποδομήσει, τη ρομαντική βίωση του κόσμου στο ίδιο της το πεδίο:  «Καταγώγια που σφραγίστηκαν με τούβλα» - «et in Arcadia ego».


Καλό ξεμπέρδεμα, για τον Αλέξιο Μάινα, στο δρόμο που επέλεξε.

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

Αλέξιος Μάινας "Το ξυράφι του Όκαμ" (εκδόσεις Μικρή Άρκτος, 2014


 ΤΟ ΞΥΡΑΦΙ ΤΟΥ ΟΚΑΜ 

   (Exordium)    Τα καναρίνια 
 εύκολα κίτρινα πουλιά σχεδιασμένα πρόχειρα 
 φωνάζουν το σκοτάδι 
 κι οι κόπροι της αλάνας γαβγίζουν και τα πεύκα.  
Ο λεγόμενος καιρός, αν ήρθε 
 θα πέθανε τη νύχτα 
 όπως πεθαίνουν οι τηλεοράσεις. 
 Ρέματα με μπαζωμένες βροχές
  και μισογδαρμένες κνήμες 
 σπασμένοι φράχτες ξύλινες κολόνες
  μια γειτονιά από συνάψεις τοίχων  
και ξεραμένες λάμπες ηλεκτρικού. 

   Πάνω απ’ τις στέγες η εκπνοή της στάχτης
  αναζητεί κάτι ακόμα να κάψει.    

  Τα ποιητικά σημειώματα του βιβλίου «Το ξυράφι του Όκαμ» συναποτελούν το αποτύπωμα μιας μέρας. Είναι μια μέρα ενός αφηγητή. Μια Πέμπτη της συνείδησής του όπως ρέει στο χαρτί.  

     «Μια παράδοξη διαφορά μεταξύ συγγραφέων και δημοσιογράφων είναι ότι οι πρώτοι νομίζουν ότι λένε ψέματα και οι δεύτεροι ότι λένε την αλήθεια», σημειώνει σε αυτή την εσωτερική περιήγηση ο αφηγητής. Η συνεχής κατάθεσή του αποτελεί ένα είδος 24ωρου holder ως εγκεφαλο-γράφημα, ως πείραμα ποιητικής φαινομενολογίας. 

  Η απλή ημερολογιακή καταγραφή εμβολίζεται και εμπλουτίζεται από την ποιητική ανησυχία και τη φιλοσοφική και πολιτική εγρήγορση. Οι σημειώσεις που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της μέρας αποτελούν υβρίδια, που κινούνται μεταξύ στοχασμού και συμβάντων, μεταξύ δωματίου και δρόμου, μεταξύ αισθήσεων και αισθημάτων. Το μέσα και το έξω. Και ανάμεσά τους το χαρτί ως περατή μεμβράνη.   

Ο Αλέξιος Μάινας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1976. Σπούδασε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο της Βόννης. Ασχολείται με τη μετάφραση, τη διδασκαλία της γλώσσας και την παρουσίαση ποιητών στον γερμανόφωνο χώρο. Γράφει ποίηση και διήγημα.    Η ποιητική συλλογή του «Το περιεχόμενο του υπόλοιπου» ήταν υποψήφια για το Κρατικό Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα, το αντίστοιχο του περιοδικού «Διαβάζω», και βραβεύτηκε στο Συμπόσιο Ποίησης.  -