Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2019

Wilfred Owen "Γλυκός και δίκαιος θάνατος"

Αναδημοσίευση από: http://www.thraca.gr/2015/07/wilfred-owen-2.html
Γλυκός και δίκαιος θάνατος*

Κυρτωμένες δυάδες, σαν αρχαίοι ζητιάνοι κάτω από σακιά,
Στραβοπόδηδες, βήχουμε όπως οι παλιόγριες, καταραμένοι εμείς 
μέσα στη λάσπη
Κι όσο για τις φωτοβολίδες που μας κυνηγούν, τους γυρίσαμε την πλάτη
Μέχρι ν’ απομακρυνθούμε οι περισσότεροι βαδίζουμε με κόπο.
Οι άνδρες προχωρούν άυπνοι. Πολλοί έχασαν τις μπότες τους,
Κινούνται αργά, αίμα παπουτσωμένο ! Όλοι σχεδόν κουτσοί ! Όλοι τυφλοί !
Μεθυσμένοι από την κούραση. Κωφοί ακόμα και στα σφυρίγματα,
Εξαντλημένοι, ξεπεράσαμε κατά πολύ το ωράριο 5-9 παραπεταμένο κι αυτό.
Αέριο ! Αέριο ! Γρήγορα, αγόρια ! – Η έκσταση της αφής 
Να τοποθετήσεις τα αστεία κράνη ακριβώς στην ώρα.
Ένας μόνο φώναζε ακόμα τόσο δυνατά και σκόνταφτε 
Και παράδερνε σα να βρισκόταν σε φωτιά ή ασβέστη 
Σκοτεινός μέσα σε ομιχλώδεις υαλοπίνακες και λεπτά πράσινα φώτα
Σαν κάτω από μια πράσινη θάλασσα, τον είδα να πνίγεται.
Σε όλα μου τα όνειρα πριν από την ανήμπορη όραση,
Αυτός καταδύεται μέσα μου, καίγεται, στραγγαλίζεται, πνίγεται.
Αν σε κάποιο από τα πνιγμένα όνειρα, μπορέσεις να βρεις ρυθμό, 
Πίσω από το βαγόνι που τον πετάξαμε
Κοιτώντας τα λευκά του μάτια να σφαδάζουν μες το πρόσωπο,
Το πρόσωπο να κρέμεται όπως ο διάβολος άρρωστος από αμαρτία, 
Αν μπορείς ν’ ακούσεις σε κάθε τράνταγμα το αίμα
Να έρχεται γάργαρο προς τα πάνω αφού κατέστρεψε τους πνεύμονες
Αισχρό σαν καρκίνος, πικρό σαν τροφή,
Χυδαία, ανίατη πληγή σε αθώες γλώσσες,
Φίλε μου, δεν θα πεις με τόση ζέση
Σε ενθουσιώδη παιδιά κάποιας απελπισμένης δόξας 
Το παλαιό Ψέμα : Γλυκός και δίκαιος ο θάνατος* 
Για την πατρίδα.


(μετάφραση: Αχιλλέας Κατσαρός)


Dulce et decorum est *

Bent double, like old beggars under sacks,
Knock-kneed, coughing like hags, we cursed through sludge,
Till on the haunting flares we turned our backs 
And towards our distant rest began to trudge.
Men marched asleep. Many had lost their boots
But limped on, blood-shod. All went lame; all blind; 
Drunk with fatigue; deaf even to the hoots 
Of tired, outstripped Five-Nines that dropped behind.
Gas! Gas! Quick, boys! – An ecstasy of fumbling,
Fitting the clumsy helmets just in time;
But someone still was yelling out and stumbling,
And flound’ring like a man in fire or lime …
Dim, through the misty panes and thick green light,
As under a green sea, I saw him drowning.
In all my dreams, before my helpless sight,
He plunges at me, guttering, choking, drowning.
If in some smothering dreams you too could pace 
Behind the wagon that we flung him in,
And watch the white eyes writhing in his face, 
His hanging face, like a devil’s sick of sin;
If you could hear, at every jolt, the blood
Come gargling from the froth-corrupted lungs,
Obscene as cancer, bitter as the cud 
Of vile, incurable sores on innocent tongues,
My friend, you would not tell with such high zest 
To children ardent for some desperate glory,
The old Lie: Dulce et Decorum est 
Pro patria mori.



*η πλήρης φράση είναι παρμένη από τις Ωδές του Οράτιου (III.2.13) και είναι αυτή που ολοκληρώνει και το ποίημα (Dulce et decorum est pro patria mori = Γλυκός και δίκαιος ο θάνατος για την πατρίδα)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου