(Vincent van Gogh, "Landscape in the rain", 1890)
Α΄
Βρίζεις βροχή ουρανέ
ρικνό κριμάτισμα
Σαν κύμα που όλο επάνω
μου τσακίστηκε
Για μια στιγμή σπασμένο
από το βάρος του
Και φύτρωσε άξαφνα στα
μάτια μου ένα φως
Μα φως ένα άγριο κλαδί
λιγνό ποδάρι
Όπως καρφώθηκε στα μάτια
μου με οπλή
Τινάζοντας τα χώματα
παντού
Μετά άμα αίμα μύρισε
οχετός
Βάρυναν τα φτερά και ηχεί
τριγμός
Βρίζεις βροχή ουρανέ
αραιό κυμάτισμα και
Δες πώς δένει αργά ένα
κάγκελο γυαλί
Που υφαίνεται και
υψώνεται διαρκώς ενώ η βροχή
Με χλόη ντυμένη πάλι
πέφτει απ’ την αρχή
Με αγκάθια ραίνει όλες
τις ώρες του ο καιρός
Στεφάνια πλέκοντας με
χείλη μαραμένα
Μετά πεσμένο λάβαρο η
βροχή
Μέταλλο από νερό
κομματιασμένο είναι και δες
Κρυφά πως φτύνει νύχτα
τον καθρέφτη της
Να μην τη δει όπως
κείτεται γυμνή
Τετράφυλλη όλη και άκουσε
η βροχή
Πώς κλαίει θηλάζοντας τη
λάσπη μες στους λάκκους της
Λίγο πριν σηκωθεί
Μπορεί γι’ αυτό της
φτιάχνει πέδιλα ο καιρός
Να μην τα λιώνει ο
κεραυνός – να περπατήσει
Β΄
Πάλι βροχή φυτρώνει
ανάποδα – να οι σπόροι της
Τι χρώμα αλλάζοντας τα
χώματα στον ουρανό
Στάλες νομίσματα που
αστράφτοντας γλιστρούν
Καθώς αστράφτουν πριν
χαθούν μέσα σε ρυάκια
αγριεμένα
Βροχή φυτρώνει το νερό
της συλλογίζεται
Χωρίς να ηχεί με στάλες
συλλαβίζεται
Στο βήμα του ήχου μιας
σταγόνας μακρινής
Με τρέμισμα που εντός της
καθρεφτίζεται
Όσο κρατάει το τίναγμα
κατά τον ουρανό
Γιατί φυτρώνει ανάποδα η
βροχή
Χυμένο μέταλλο λιωμένο
από φωτιά μπορεί γι’ αυτό
Καμιά φορά να είν’ η
φωτιά το δέρμα της γδαρμένο
από νερό
Και το νερό διάφανο δέντρο
αόρατα κλαδιά
Φίδι τυφλό με δέρμα υγρό
τη φλόγα συλλαβίζει
Γ'
Δέντρο μου ατάραχο νερό
Και αδέξιο μοίρασμα του
σκοταδιού
Πέτρα απελέκητη και
ηλικία βουβή
Ποτάμι ακίνητο βουερό που
όλο κυλάς
Χωρίς ν’ απλώνεσαι∙
μονάχα ως τα κλαδιά
Τυφλά πλοκάμια σου
Δέντρο μου ψάρι του ύπνου
μελανό
Λιγνό σκοτάδι
Δ΄
Καμένο αλάτι τέφρα του
νερού
Κίτρινο φύλλο δάκρυ του
καιρού
Πέφτει ένας ήλιος
τσιμουδιά
Φύλλωμα τρίζοντας ψηλά –
αλλά
Χωρίς το λάμδα το νερό
δεν δένει φύλλο
Με λάμδα ρίχνοντας χοχλάει
το νερό
Στον δροσερό του μέσα αχό
και δες
Πώς τότε αμέσως δένουνε
τα ρω
Πώς ανασαίνει πάλι το
νερό
Φτύνει το αλάτι του όλο –
αλλά
Δάκρυ ουρανού κυλάει
παντού
Νερό με χωρίς φύλλο
Από τη συλλογή «Πατρίδα
το αίμα», 1996,
που περιλαμβάνεται στη
συγκεντρωτική έκδοση
«ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ -
ΠΟΙΗΜΑΤΑ (1972-2000)» εκδ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ 2004
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου