Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

Μιχαήλ Ψελλός: ο οραματιστής φιλόσοφος και μύστης του Βυζαντίου



«Οι βάρβαροι κληρονόμησαν τον πλούτο της Αρχαίας Ελληνικής σοφίας που δεν τους ανήκει, ενώ οι νόμιμοι κληρονόμοι της φιλοσοφίας θα έπρεπε να είναι οι διάδοχοι. Υπήρξε μία αντιστροφή των ρόλων, ώστε Έλληνες να είναι τώρα οι Βάρβαροι και οι Βάρβαροι Έλληνες».
Μιχαήλ Ψελλός


Ο Μιχαήλ Ψελλός έζησε τον 11ο αιώνα (1018 - 1095), μια εποχή σταδιακής παρακμής για την πάλαι ποτέ ισχυρή Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Το κατά κόσμον όνομα του ήταν Κων/νος (το όνομα Μιχαήλ το «έλαβε» όταν έγινε μοναχός το 1054), ενώ το επίθετο Ψελλός προέρχεται από ένα το γλωσσικό ελάττωμα του «ψελλίζειν». Οι γονείς του κατάγονταν από την Νικομήδεια, ενώ ο ίδιος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Υπήρξε μαθητής του Ιωάννη Μαυρόποδος, του Ιωάννη Ξιφιλίνου, σπούδασε στην Αθήνα, όπου μελέτησε Όμηρο, Ησίοδο, Ηρόδοτο, Θουκυδίδη, Δημοσθένη, και αρχαίους Έλληνες Φιλοσόφους.
Το «καθολικό του πνεύμα» σημάδεψε ανεξίτηλα τη Βυζαντινή διανόηση της ύστερης περιόδου, καθώς υπήρξε καθηγητής ρητορικής, Φιλόσοφος, μαθηματικός, αλχημιστής, αστρονόμος, φυσικός, νομικός, ιστορικός, ιατρός, θεολόγος αλλά και αξιωματούχος της βυζαντινής αυλής.

Τα συγγράμματα του κατά τα πρότυπα των αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων, μαρτυρούν την πολυμάθεια του εφόσον καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα επιστημών: τη φιλοσοφία, τη ρητορική, τη θεολογία, την αστρονομία, τα μαθηματικά, τη γεωμετρία, τη μετεωρολογία, τη φυσική, την Αλχημεία (χυμευτική), το δίκαιο, την ιστορία, τη μουσική, αλλά και την λαογραφία. Ταυτόχρονα όμως υπήρξε πολύ καλός γνώστης της«Μεταφυσικής» και των λεγόμενων «Απόκρυφων επιστημών», της «Αλχημείας»,του «Μυστικισμού», και του «Αποκρυφισμού».
Κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, χάρη στην πολυμάθεια του και στην επιβλητική του προσωπικότητα κατέλαβε διάφορους τίτλους και αξιώματα στην Κωνσταντινούπολη.

Υπήρξε πρύτανης του Πανδιδακτηρίου, (του πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης) φέροντας τον τίτλο «Ύπατος των Φιλοσόφων»,Αρχιγραμματέας, και Πρωθυπουργός. Υπήρξε επίσης επικεφαλής της αντιπροσωπείας που πρόσφερε το στέμμα της αυτοκρατορίας στον Ισαάκιο Α Κομνηνό, ιδρυτή της δυναστείας των Κομνηνών. Διατήρησε την πολιτική επιρροή του επί Κωνσταντίνου Ι' (Δούκα, 1059-1067), ενώ επί του Μιχαήλ Ζ' (1071) έγινε παραδυναστεύων, δηλαδή πρώτος υπουργός του κράτους.


Η συμβολή του στην αναβίωση των αρχαίων Ελληνικών Σπουδών στο Χριστιανικό Βυζάντιο υπήρξε σημαντική, καθώς αναβίωσε τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς των οποίων η ύπαρξη είχε από πολλού ξεχαστεί, διασώζοντας ταυτόχρονα αρκετά αρχαίο Ελληνικά χαμένα κείμενα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει:

«Και εσείς που διαβάζετε σήμερα την ιστορία μου θα συμφωνήσετε πως βρήκα την Φιλοσοφία χωρίς πνοή, τουλάχιστον όσον αφορά τους θεράποντες της, και την αναζωπύρωσα με μόνες τις δικές μου δυνάμεις. Γιατί ούτε δασκάλους αξιόλογους είχα, ούτε σπέρμα σοφίας βρήκα στην Ελλάδα ή και στους Βάρβαρους και ας έψαξα σε όλο τον κόσμο. Επειδή όμως είχα ακούσει ότι οι Έλληνες είχαν δημιουργήσει άλλοτε κάτι μεγάλο στην φιλοσoφία, το οποίο διατύπωσαν με απλούς όρους και απλές προτάσεις που είχαν καταστεί σαν στύλοι και σαν όρια για τη μετέπειτα σκέψη, απέρριψα όλες τις σχετικές μικρολογίες και ζήτησα να βρω κάτι παραπάνω. Διάβασα λοιπόν μερικούς από τους Φιλοσόφους εκείνους και διδάχτηκα από αυτούς τον δρόμο για την γνώση. Ο ένας με παρέπεμπε στον άλλο, ο χειρότερος στον καλύτερο και εκείνος πάλι στον Αριστοτέλη και στον Πλάτωνα. Είναι βέβαιο ότι και όλοι οι προηγούμενοι θα έμεναν ικανοποιημένοι αν κατατάσσονταν στην δεύτερη θέση, αμέσως μετά από αυτούς τους δύο. Από εκεί λοιπόν, σαν αν διέγραφα ένα κύκλο, κατέβηκα πάλι στον Πλωτίνο και Πορφύριο και τον Ιάμβλιχο. Μετά από αυτούς συνάντησα στον δρόμο μου τον θαυμάσιο Πρόκλο και σταματώντας σε αυτόν σαν σε ευρύτατο λιμάνι, άντλησα την επιστήμη της γνώσης εμβαθύνοντας στην λειτουργία της νόησης... (1) 





Η αναγέννηση των κλασικών σπουδών στο Βυζάντιο και η αναβίωση του Ελληνισμού – προσπάθεια που τέθηκε σε εφαρμογή από τον Πλήθωνα τον Γεμιστό, - ήταν αποτέλεσμα των προσπαθειών του Ψελλού, κατ’ αυτόν τον τρόπο δικαίως θεωρείται πρόδρομος της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης.
Ο Ψελλός έτρεφε ιδιαίτερη εκτίμηση στον Νεοπλατωνισμό και ιδιαίτερα στον Πρόκλο. Και αυτό σε μία εποχή που ήταν δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να ανατρέξει κανείς σε Βυζαντινές πηγές για τους αρχαίους Κλασσικούς, πόσο μάλλον σε κείμενα όπως αυτά του Ερμή του Τρισμέγιστου, το«Περί της 


Ιερατικής Τέχνης» του Πρόκλου και των Χαλδαϊκών Χρησμών (2), συγγράμματα δηλαδή που κινούνταν όχι απλά στην Φιλοσοφία, αλλά στο χώρο του «Μυστικισμού», της «Αλχημείας» και της «Θεουργίας».
 
Κύριος εκπρόσωπος της Θεουργίας ήταν ο Ιάμβλιχος που πίστευε στην αποτελεσματικότητα της μαγείας και της θεουργίας, θέση την οποία υποστήριζε ο Πρόκλος τον οποίο θαύμαζε ο Ψελλός. (Θέση η οποία ερχόταν σε αντίθεση με τον ιδρυτή του Νεοπλατωνισμού, Πλωτίνο ο οποίος πίστευε πως η εξαιρετικά σπάνια επίτευξη μυστικιστικών εκστατικών καταστάσεων δια μέσου της «εις εαυτόν διείσδυσης», αποτελούν την κορύφωση, ενός φιλοσοφικού στοχασμού, που προϋποθέτουν την ηθική τελείωση, και την σταδιακή αποξένωση του ανθρώπου από κάθε υλική ατέλεια). Σε μια αρκετά μεγάλη αναφορά στη «Χρονογραφία» του, ο Ψελλός κάνει μια λεπτομερή αναφορά στη διανοητική και φιλοσοφική του πρόοδο, στο δρόμο που τον οδήγησε μέσα από διακριτά στάδια και καθορισμένες φάσεις, στην «πρώτη» Φιλοσοφία.

Το Φιλοσοφικό του ταξίδι του ξεκίνησε με τη μελέτη της λογικής και ορισμένων σχολιαστών που του έδειξαν το δρόμο προς τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα. Στην επόμενη φάση επικεντρώθηκε στους μεγαλύτερους των Νεοπλατωνικών, τον Πλωτίνο, τον Πορφύριο, τον Ιάμβλιχο και τον Πρόκλο. Τέλος, αφιερώθηκε στον τετραπλό δρόμο των μαθηματικών, ο οποίος, σύμφωνα με τα λόγια του,«βρίσκεται 


ανάμεσα στην επιστήμη της υλικής φύσης [...] και τα αποστάγματα της καθαρής σκέψης».
 
Στην προσπάθειά του να κατανοήσει πράγματα απαγορευμένα από την Εκκλησιαστική ιεραρχία είναι προφανές πως ασχολήθηκε όπως προαναφέρθηκε, εκτενώς με τις απόκρυφες επιστήμες την Θεουργία, και στον Ερμητισμό, παρότι υποστήριζε πως ποτέ δεν έκανε ακατάλληλη χρήση τους. Σε αναφορά προς τους μαθητές του, αναφέρεται στην κατασκευή αποτροπαϊκών ειδωλίων από τους Χαλδαίους για θεραπευτικούς σκοπούς. Όμως αρνείται να αναφέρει τον τρόπο και τις ουσίες με τις οποίες κατασκευάζονται. Αναφέρει πως θα μπορούσε κάποιος να τα χρησιμοποιήσει ανεύθυνα, και φυσικά δεν επιθυμούσε να αναλάβει μια τέτοια ευθύνη. To ίδιο ενδιαφέρον για τον κίνδυνο παρανοήσεων από τους μαθητές εκφράζεται σε πολλά από τα γραπτά του Ψελλού. Είναι προφανές λοιπόν πως επιλεκτικά και εν κρυπτό δίδασκε σε μαθητές του Ερμητισμό, και τις απόκρυφες επιστήμες και τέχνες, ενώ παράλληλα αναβίωνε τα Ελληνικά μυητικά μυστήρια. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει:

«.... Και επειδή είχα ακούσει από διαπρεπείς φιλοσόφους ότι υπάρχει κάποια σοφία ανώτερη από κάθε απόδειξη, τα οποία μπορεί να γνωρίσει ο νους μόνο όταν βρίσκεται σε κατάσταση συνειδητής έκστασης, ούτε και γι' αυτήν α­διαφόρησα, αλλά διαβάζοντας μερικά «μυστικιστικά βιβλί­»α, όσο ήταν το σωστό και όσο μου επέτρεπαν οι δυνάμεις μου, μυήθηκα και σ' αυτήν».


Δεν είναι συνεπώς παράδοξο να φημολογείται πως ο Μιχαήλ Ψελλός διατέλεσε αρχηγός του εσωτερικού Τάγματος «Τάγμα της Ανατολής».Σύμφωνα με τα ελάχιστα διαθέσιμα στοιχεία, μυημένοι σε αυτό το τάγμα ήταν εκτός του ιδίου και ο πατριάρχης Φώτιος. Το τάγμα αυτό υπήρξε το πρότυπο των θρυλικών Ναιτικών Ταγμάτων (Ναίτες ιππότες), και αργότερα των Ροδόσταυρων. Σύμφωνα με έρευνες του Γάλλου Παρτείκ Ριβιέρ δύο από τους μεγαλύτερους ιδρυτές του τάγματος των Ναιτών ο Μάγιστρος Ούγκο ντε Πεγιέν και ο Ούγκο ντε Καμπέιν, μετά την πρώτη σταυροφορία το 1095 και την ίδρυση του τάγματος των Ναιτών ιπποτών, ταξίδεψαν στην Κωνσταντινούπολη όπου έμεινα τρία χρόνια (3)Όπως ήταν φυσικό, η προσπάθεια αναβίωσης του ελληνικού πνεύματος σε μια εποχή σκοταδισμού (4), τον οδήγησε σε αντίθεση με την ιεραρχία του κλήρου, αφού κατηγορήθηκε πως προσπαθούσε να αναβιώσει τον Ελληνισμό και ότι εξασκούσε την μαγεία.


Κατ’ αυτόν τον τρόπο κινδύνεψε από το Εκκλησιαστικό κατεστημένο του Βυζαντινού κράτους (τον έσωσε η ρητορική του και η διπλωματική του δεινότητα) και αναγκάστηκε σε ομολογία πίστεως, ενώ αργότερα θέλοντας να αποφύγει δυσμενείς πολιτικές εξελίξεις έγινε μοναχός, στην μονή του Ολύμπου Βιθυνίας, όπου πήρε και το όνομα Μιχαήλ. Για τον Ψελλό όμως η Φιλοσοφία και η θεολογία δεν ήταν δύο διαφορετικές επιστήμες. Η φιλοσοφία έβαζε τις βάσεις πάνω στις οποίες η θεολογία 
«έχτιζε» τις πνευματικές της ενοράσεις. Ο Ψελλός ήταν πεπεισμένος πως η φιλοσοφία και η θεολογία ενωμένες μπορούσαν να δώσουν απάντηση στα αιώνια προβλήματα της ανθρωπότητας.

Η εναντίωση του Εκκλησιαστικού κατεστημένου του Βυζαντινού κράτους στην προσπάθεια του Ψελλού, συνεχίστηκε και με τον μαθητή και διάδοχο του στο βαθμό του «ύπατου φιλοσόφου» Ιωάννη Ιταλό (γιος Νορμανδού μισθοφόρου από την Κάτω Ιταλία). Ο Ιταλός χαρακτηρίστηκε «Ελληνόπληκτος» και «δαιμονόπληκτος στασιαστής» κατά της«Νέας Ρώμης» απομακρύνθηκε από την εκπαίδευση, και καταδικάστηκε σε εγκλεισμό μέχρι το θάνατό του σε μοναστήρι, μετά από δύο δικαστικές διώξεις το 1076/7 και το 1085. Προηγουμένως, είχε σωθεί, καταφεύγοντας στον τρούλο της Αγίας Σοφίας, από το λιντσάρισμα «αγανακτισμένων πιστών» που είχαν επιστρατευτεί από τον εκκλησιαστικό μηχανισμό. Επί 50 χρόνια, μετά την απομάκρυνση του Ιταλού, έμεινε κενή η θέση του ύπατου φιλοσόφου και τελικά διορίστηκε σ' αυτή από τον Μανουήλ Α' ένας διάκονος της Αγίας Σοφίας. 


Παραπομπές:
1.* Το Λυκόφως των Θεών Κοργανίτης Δ, σελ 369 ( Χρονογραφία, Κωνσταντίνος Θ παρ.- 37 38)
2. *Οι Χαλδαϊκοί χρησμοί που αποδίδονται στον Ιουλιανό γιο «Χαλδαίου φιλοσόφου, ο οποίος έζησε την εποχή του Μ. Αυρήλιου (όχι τον αποστάτη Αυτοκράτορα που προσπάθησε να αναβιώσει την «Εθνική θρησκεία» ) είναι συνυφασμένοι με την θεουργία. Στους χρησμούς αυτούς εκτός από περιγραφές για την λατρεία προς τους Θεούς, υπάρχουν συνταγές μαγείας για την επίκληση των Θεών και άλλα. Ο Ιουλιανός υποστήριζε πως του παραδόθηκαν από τους Θεούς.
Η θεουργία σύμφωνα με τον Ιάμβλιχο βοήθαγε στην επίτευξη των στόχων και του έδινε την δυνατότητα να ξεφύγει από την ειμαρμένη. Ακόμα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν ένα σύστημα μαντικής. Όλα αυτά επιτυγχάνονταν χάρη στην παρουσία των Θεών μέσα σε γήινα όντα, τα οποία διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:
(α) η μία σε όντα που ανήκουν στο φυτικό, ζωικό βασίλειο και στο κόσμο των μετάλλων. Από εδώ βγαίνουν και οι διάφορες απεικονίσεις διαφόρων Θεών με συγκεκριμένα ζώα, φυτά και μέταλλα.
(β) Η άλλη κατηγορία σε ανθρώπινα όντα.
Η πρώτη ονομάζεται τελεστική διαδικασία και όπου συμπεριλαμβάνονται και ανθρώπινα κατασκευάσματα. Ενώ η δεύτερη πνευματική θεουργία.γλ
ώσσα της Β



3. * Ανατολική αυτοκρατορία Χειλαδάκης Ν, σελ 197.


4. * Λυκόφος των Θεών Κοργανίτης Δ, σελ 370 (Wilson , 191 σελ)

Πηγες



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου