Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Αριστηνός εις διπλούν

«Παραμετρική κριτική» σε «υψηλόν ύφος»

«Αφερέγγυος», κατ' αρχήν, ο θερμόαιμος δοκιμιογράφος με την ακάθιστη σκέψη που διατυμπανίζει ότι «αν υπάρχει κάποια αξία σε ένα έργο τέχνης, αυτή βρίσκεται στη συνεχή αντιπαλότητά του» με τους κώδικες. «Πλάνης» και «αναξιόπιστος», επίσης, ο πυρετώδης συγγραφέας με την εμμονική γραφίδα που δηλώνει εν θερμώ στις συνεντεύξεις του ότι σήμερα «γράφονται μόνο σενάρια» και βάζει τους φρενήρεις ήρωές του να υποστηρίζουν ότι «δεν έχουμε ολοκληρώσει ούτε ένα λογοτεχνικό είδος, με εξαίρεση την ηθογραφία».
Πεζογράφος και θεωρητικός, ο δισυπόστατος Γιώργος Αριστηνός θεραπεύει, χρόνια τώρα, μια ιδιοσυγκρασιακή γραφή που κινείται στις παρυφές του λογοτεχνικού Κανόνα. Με την πρώτη του ιδιότητα παράγει «λείψανα αφηγημάτων».
Με τη δεύτερη, περίτεχνα λογοτεχνικά δοκίμια. Οπως είναι φυσικό, ο στοχασμός του θεωρητικού ελέγχει συνεχώς τις μυθοπλαστικές πραγματώσεις του συγγραφέα, και το αντίστροφο.
«Αφερέγγυοι και πλάνητες», επίσης, οι κρινόμενοι συγγραφείς, σύντροφοι εν όπλοις του συγγραφέα, περιπατητές όλοι τους στα παλιά σοκάκια που εξύμνησαν ο Μποντλέρ και οι flâneurs μιας άλλης εποχής.
Γιώργος Αριστηνός  «Τρία δοκίμια για τον Βαλτινό»  Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2015  Σελ. 92
Γιώργος Αριστηνός «Αφερέγγυοι και πλάνητες» Δοκίμια για τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό Κέδρος, 2015, σελ. 373 Του Αριστοτέλη Σαΐνη | 
Αιρετικά και ανορθόδοξα, τέλος, τα έργα που σχολιάζονται: από τις δαιμονικές ηθογραφίες του Παπαδιαμάντη, τις εσχατολογικές αλληγορίες του Χειμωνά και το «λαϊκό έπος» του Τζόις, στα εύθρυπτα αφηγήματα του Κουφάκη και τις εσωτερικές ψυχογραφίες του Γουδέλη ή τις ποιητικές συνθέσεις του Ιωαννίδη, και από κει στον Μοδινό, τον Πρατικάκη κ.ά. Μοντερνισμός και μεταμοντερνισμός, παράδοση και ελληνοκεντρισμός, το αιώνιο μουρμουρητό της παγκόσμιας βιβλιοθήκης, να και τα μεγαθέματα του Αριστηνού.
Από τον Μπαρτ στον Ντεριντά και από τον Ζιράρ στον Σολέρς ή από τον Κέσλερ και τον Τέιλορ στον Τοντορόφ και τον Μπαρθ, η απόσταση για τον Γιώργο Αριστηνό δεν ήταν ποτέ μεγάλη.
Κινούμενος ανέκαθεν με άνεση στο αρχιπέλαγος της λογοτεχνικής θεωρίας, ο Αριστηνός συνεχίζει με τα δοκίμια της συλλογής αυτής το σχέδιο μιας «παραμετρικής κριτικής» που ευαγγελιζόταν χρόνια πριν (βλ. «Με αφορμή την περίπτωση του Θ. Βαλτινού» στο «Η ακάθιστη σκέψη», 1996).
Τα ανεξίθρησκα άρθρα, οι αιρετικές κριτικές, τα «scripta minima» του τόμου αποτελούν τις απτές αποδείξεις μιας παθιασμένης («ψυχαναγκαστικής» λέει ο ίδιος) αναγνωστικής εμπειρίας της τελευταίας σχεδόν δεκαετίας.
Η συλλογή ενσωματώνει στο δεύτερο μέρος της τα «minima δοκίμια» των «Τοξικών αποβλήτων» (Κέδρος, 2010), αρκετά από τα οποία ανοίγονται στην κριτική του πολιτισμού και, αγκιστρωμένα στον χρονότοπό τους, ψαύουν ποικίλες όψεις της επικαιρότητας (την ελληνική Αριστερά, την εθνικιστική έξαρση ή τον ματωμένο Δεκέμβρη του 2009).
Αν έπρεπε να συνοψίσω τη δεσπόζουσα θεωρητική αντίληψη του Αριστηνού για τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό (grosso modo ισχύει και για το αφηγηματικό του έργο), θα έλεγα ότι η προσέγγισή του, αφού έχει «σβαρνίσει» τη σημειολογία, τον στρουκτουραλισμό, την ψυχανάλυση και τον αποδομισμό, «αρδεύεται» πλέον, όλο και πιο ξεκάθαρα, από τη Βιβλιοθήκη του Μπόρχες και «γεωργείται» από την Εγκυκλοπαίδεια του Ουμπέρτο Εκο, αφού στο μεταξύ έχει «θερίσει» τους καρπούς μιας μακροχρόνιας αναγνωστικής τριβής με τη μυθιστορηματική παράδοση, από τον Ομηρο στον Θερβάντες και τον Ραμπελέ κι από κει στον Τζόις και τον Χειμωνά.
Παρά τις απλωτές της σκέψης του προς τον αποδομισμό και τον μεταμοντερνισμό, δεν φτάνει ποτέ να επιδεχθεί τις έσχατες συνέπειες της θεωρίας τους, αν εξαιρέσει κανείς την υιοθέτηση της «διπλής κωδικοποίησης» των Εκο-Τζενκς (φιλική και προσπελάσιμη κειμενική επιφάνεια, πολύσημο, αλλά όχι δυσερμήνευτο, βάθος), τόσο στην εκλεκτικιστική του θεωρητική παλέτα όσο και στη μυθοπλαστική του ποιητική («Ο δολοφόνος», 2000).
Με τον μοντερνισμό να αποτελεί το φυσικό ενδιαίτημα της σκέψης του, ο Αριστηνός συνεχίζει να αντλεί με συγκριτολογική συνέπεια και συνεπή ανεξιθρησκία επιχειρήματα και μεθόδους από ποικίλες θεωρίες, σ' ένα αμάλγαμα που εντυπωσιάζει τόσο για τη θεωρητική σκευή του όσο και, κυρίως, για την εκφραστική διαύγεια του δικού του χαρακτηριστικού «ύψους-ύφους».
Ολο και συχνότερα επιστρέφει «στις παλιές του αγάπες […] τον Αριστοτέλη και πρωτίστως τον Λογγίνο». Οπως ο ίδιος σημείωνε πριν από λίγα χρόνια, όταν «όλα έχουν ειπωθεί» και ο Μπέκετ έχει βάλει τη ληξιαρχική βούλα του θανάτου τους, σημασία δεν έχει «τι λες» αλλά «πώς το λες», δηλαδή «το στιλ, το ύφος, οι αναφλέξεις του ταμπεραμέντου, οι ελιγμοί και τα πλονζόν, η μαγκιά ενός τοξικομανούς της γραφής…». Ο αναγνώστης θα παραδεχτεί ότι σε όλα αυτά ο Αριστηνός αποδεικνύεται πράγματι μαγκιόρος.

Ο φιλάνθρωπος κυνισμός της λογοτεχνίας

Του Ιάκωβου Ανυφαντάκη
Τα «Τρία δοκίμια για τον Θανάση Βαλτινό», η συλλογή από μελέτες του Γιώργου Αριστηνού που κυκλοφόρησαν πρόσφατα από τις εκδόσεις της Εστίας, είναι ένα ακόμα στήριγμα στο αυξανόμενο οικοδόμημα της βιβλιογραφίας για τον πρόεδρο της Ακαδημίας Αθηνών.
Γιώργος Αριστηνός  «Τρία δοκίμια για τον Βαλτινό»  Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2015  Σελ. 92
Γιώργος Αριστηνός «Τρία δοκίμια για τον Βαλτινό» Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2015 Σελ. 92 | 
Μελέτες, τεύχη περιοδικών αφιερωμένα στο έργο του Βαλτινού και διδακτορικές διατριβές στην Ελλάδα και το εξωτερικό δημιουργούν ένα σημαντικό σώμα κειμένων που εκκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες προσφέρει νέες αναγνώσεις στο έργο του.
Κοινό στοιχείο όλων των ερευνών είναι ότι η προσέγγιση στον Βαλτινό πατάει σε περισσότερες από μία πειθαρχίες, δεν περιορίζεται στη φιλολογία, αλλά αναζητά ταυτόχρονα εργαλεία από την ιστορία και την ανθρωπολογία για να αναλύσει βιβλία που αποτελούν ήδη τμήμα του Κανόνα της ελληνικής λογοτεχνίας.
Στο πρώτο από τα τρία δοκίμια ο Αριστηνός αναλύει τους τρόπους με τους οποίους η πεζογραφία του Βαλτινού υπήρξε ανατρεπτική στιγμή στην ελληνική πεζογραφία. Εστιάζει στην πολυφωνία και την πολυεπίπεδη γραφή που χαρακτηρίζει τον συγγραφέα, την αμφισβήτηση της ιστορικής ορθοδοξίας, τη ρήξη με την παράδοση με μια γλώσσα ζωντανή, γυμνή από καλολογικά σχήματα, αλλά και τη φυσική λύση της δράσης.
Στο επόμενο κείμενο, «Ενας κλασικός στην αυλή του μεταμοντερνισμού», o Αριστηνός υποστηρίζει ότι ο Βαλτινός είναι ταυτόχρονα νεοκλασικός και μοντερνιστής και κλείνοντας με το τρίτο δοκίμιο της συλλογής εστιάζει στα «Στοιχεία από τη δεκαετία του ’60».
Συμπεραίνει ότι με τον πρωταγωνιστικό ρόλο που κατέχει η γλώσσα αντικαθιστά τον κλασικό μυθιστορηματικό ήρωα που καταλήγει στο τέλος του βιβλίου να επαληθεύσει ή να αναιρέσει την έως τότε δράση του. Αντίθετα, το δεσπόζον στοιχείο της λογοτεχνίας του Βαλτινού είναι η δομή, σύμφωνα με τον Αριστηνό, επιβεβαιώνοντας τις τεχνοτροπικές αναζητήσεις του συγγραφέα.
Οπως έχει επισημανθεί όμως νωρίτερα στο βιβλίο, «τα κείμενα του Βαλτινού τα διαπερνά ένα πνεύμα αγέρωχης απόγνωσης που κι αυτό δεν φυλακίζεται σε οριστικό σχήμα, αλλά υποσκάπτεται από μια σταθερή διάθεση ειρωνείας, φιλάνθρωπου κυνισμού και πικρού μπλαζεδισμού. Ο δόλος της ιστορίας και της γραφής στο απόγειό του».
Μέσα από αυτό το μικρό απόσπασμα ο Αριστηνός καταφέρνει να συνοψίσει έναν από τους κυρίαρχους άξονες της λογοτεχνίας του Θανάση Βαλτινού. Η απόγνωση και η ειρωνεία, η ειρωνεία που καταλήγει να γίνει κυνισμός και ο κυνισμός που μπορεί να εξελιχθεί ακόμα και σε ηρωισμό, έναν ηρωισμό ξεχωριστό, όμως, όχι κινηματογραφικό, αλλά προσωπικό και κρυφό. Ολα αυτά διαμορφώνουν ανάγλυφα τα πρόσωπα που εμφανίζονται στο έργο του Βαλτινού, μαζί και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του.
 

ΣΟΦΟΚΛΗΣ – "Ἠλέκτρα 86-120"

Η Ηλέκτρα συγκαταλέγεται από αρκετούς μελετητές στα όψιμα έργα του Σοφοκλή, αν και μια πρωιμότερη χρονολόγηση είναι εξίσου πιθανή. Στο συγκεκριμένο έργο δραματοποιείται το επεισόδιο του μύθου των Ατρειδών που αφορά στην εκδίκηση του Ορέστη για τον φόνο του Αγαμέμνονα, που διέπραξαν η Κλυταιμήστρα και ο Αίγισθος. Είναι το ίδιο θέμα που πραγματεύεται ο Αισχύλος στις Χοηφόρες και ο Ευριπίδης στην δική του Ηλέκτρα,η δραματουργική όμως επεξεργασία του παραδοσιακού αυτού υλικού από τον Σοφοκλή παρουσιάζει σημαντικές διαφορές. Συγκεκριμένα, στη σοφόκλεια εκδοχή η πράξη της εκδίκησης είναι συνειδητή επιλογή του ήρωα και δεν επιβάλλεται, συμπίπτει απλώς με τον χρησμό του Απόλλωνα· επιπλέον δεν απορρέει από τον κύκλο ενοχής και τιμωρίας που ως προγονική κατάρα περνά από γενιά σε γενιά, ενώ ο προβληματισμός για τη μητροκτονία αποτελεί δευτερεύον θέμα. Στο έργο αυτό ο Σοφοκλής τοποθετεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός του τη μορφή της Ηλέκτρας και τα ακραία συναισθήματά της: το πάθος της εκδίκησης από το οποίο δονείται, την οδύνη για τον άδικο θάνατο του πατέρα και τη στέρηση του Ορέστη, αλλά και τη λύτρωση που έρχεται στο τέλος με την αποκατάσταση της τάξης στον οίκο των Ατρειδών.
Το έργο αρχίζει με την άφιξη στο παλάτι των Μυκηνών του Ορέστη, του Πυλάδη και του γέροντα Παιδαγωγού. Ο Ορέστης αναφέρεται στον χρησμό του Απόλλωνα και ανακοινώνει το σχέδιό του για την πραγματοποίηση της εκδίκησης. Εν συνεχεία, ενώ οι τρεις άνδρες εγκαταλείπουν τη σκηνή για να προσφέρουν χοές στον τάφο τον Αγαμέμνονα, εμφανίζεται η Ηλέκτρα η οποία θα παραμείνει στο εξής στη σκηνή σχεδόν αδιαλείπτως. Η θρηνητική μονωδία που εκτελεί σε λυρικούς αναπαίστους (οι ανθολογούμενοι εδώ στ. 86-120) αποσκοπεί στην παρουσίαση της δραματικής κατάστασης της ηρωίδας. Ο ατελεύτητος θρήνος, η ζωντανή ανάμνηση του φόνου, τραυματικές εικόνες από την άνομη σχέση Κλυταιμήστρας-Αίγισθου, ο πόθος για εκδίκηση που ενσαρκώνει η επιστροφή του Ορέστη, είναι τα θέματα που θίγονται. Η μονωδία κλείνει με την επίκληση των χθονίων θεοτήτων να έρθουν αρωγοί στο έργο της εκδίκησης.

ΗΛΕΚΤΡΑ

Καθάριο φως
κι αγέρα, της γης αδελφέ,
πόσες ακούς θρήνων κραυγές,
πόσες ακούς βροντερές χτυπιές
στέρνων καταματωμένων, κάθε φορά90
που η ζοφερή νύχτα στερεύει.
Όσο για τα νυχτέρια μου, το μισερό
το ξέρει στρώμα του θλιβερού σπιτιού
πόσο θρηνώ για το δυστυχισμένο
τον πατέρα μου που σε βάρβαρη γη95
δεν του χάρισε θάνατο ο Άρης,
η μάνα μου όμως κι ο εραστής ο Αίγισθος,
καθώς οι ξυλοκόποι πελεκούν βελανιδιά,
με φονικό τσεκούρι το κεφάλι τού σκίζουν.
Κι άλλος από μένα κανένας100
δε σε πόνεσε, πατέρα, που τέτοιο
φριχτό, πικρό θάνατο βρήκες.
Μα ποτέ δε θα πάψω να θρηνώ,
να βογγώ γοερά,
όσο θα βλέπω των άστρων το φέγγος105
να τρέμει κι όσο της μέρας το φως·
να σκούζω σαν αηδόνα1 που τα παιδιά της έχασε
και στα πατρικά πεζούλια ο λάλος
να πηγαινοφέρνει τον αντίλαλο.
Της Περσεφόνης και του Χάρου κατοικιά,110
του Κάτω Κόσμου Ερμή, Αρά-κατάρα,2
κόρες θεών, Ερινύες σεμνές3
που βλέπετε τους αδικοχαμένους,
αλλά κι όσους τρυπώνουν σε κρεβάτια ξένα,4
ελάτε, συντρέχτε, πληρώστε του δικού μου115
πατέρα το φόνο
και στείλτε μου τον αδερφό·
γιατί μόνη μου πια δεν μπορώ, δε βαστάω
το βαρύ τ᾽ αντιζύγι της λύπης.120

(μετάφραση Κ. Χ. Μύρης)


1 Για τους αρχαίους το κελάδημα του αηδονιού ήταν λυπητερό. Η αιτιολογική εξήγηση που έδιναν ήταν ότι επρόκειτο για τον θρήνο της μεταμορφωμένης σε αηδόνα Πρόκνης, της κόρης του βασιλιά της Αθήνας Πανδίονα, η οποία θρηνούσε για τον γιο της, τον Ίτυ. Σύμφωνα με τον μύθο, ο θρακικής καταγωγής σύζυγος της Πρόκνης Τηρέας εβίασε την αδελφή της Φιλομήλα και στη συνέχεια, για να μην αποκαλυφθεί ο βιασμός, της έκοψε τη γλώσσα· όταν η Φιλομήλα βρήκε τον τρόπο (με ένα κέντημα της) να αποκαλύψει την αλήθεια, η Πρόκνη, για να εκδικηθεί τον Τηρέα, σκότωσε τον γιο του, τον Ίτυ, και με τις σάρκες του παρέθεσε δείπνο στον Τηρέα. Εκείνος, όταν εκ των υστέρων έμαθε την αλήθεια, κατεδίωκε τις δύο αδελφές. Οι θεοί μεταμόρφωσαν και τους τρεις σε πουλιά: την Πρόκνη σε αηδόνι, τη Φιλομήλα σε χελιδόνι και τον Τηρέα σε τσαλαπετεινό.
2 Πρόκειται για την κατάρα που ξεστόμισε ο Αγαμέμνων κατά των δολοφόνων του τη στιγμή του φόνου. Η "κατάρα" αποκαλείται πότνια· ο προσδιορισμός χρησιμοποιείται συνήθως για θεές.
3 Οι Ερινύες ήταν χθόνιες θεότητες που εκδικούνταν εγκλήματα τα οποία σχετίζονταν κατά κύριο λόγο με την οικογένεια.
4 Ο πληθυντικός υπονοεί τη διπλή αποπλάνηση: ο Αίγισθος είχε αποπλανήσει τη γυναίκα του Αγαμέμνονα, όπως ο πατέρας του Θυέστης τη γυναίκα του Ατρέα (πατέρα του Αγαμέμνονα).

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

«μια ματαιωμένη ανάγνωση»



Μοναχικά, λένε, διαβάζεται η ποίηση.
Ίσως γιατί έτσι, μέσα στη σχέση την προσωπική,
μακριά από τα πλήθη που αστόχαστα φλυαρούν,
οι λέξεις της σε βρίσκουν και στέκονται για λίγο
το άνοιγμα μιας χαραμάδας καρτερώντας,
να μπουν άνετα και νωχελικά,
μια που βρεθήκανε στο σπίτι τους.

Μόνο που χτες πάνω σε μια σελίδα
δίπλα εκεί στη φράση «πώς γίνεται»
σύρθηκε αδέξια το δάχτυλο στριμώχνοντας ασφυκτικά
κάποιο αδιόρατο θαρρείς μικρό μαύρο σημάδι.
Και είδα το μικρό πετούμενο να σπαρταρά
το ελάχιστο της ύπαρξής του καταργώντας.

Η ποίηση διαβάζεται μοναχικά.
Μάλλον αυτό ισχύει.

Διώνη Δημητριάδου
(Peter Vilhelm Ilsted, girl reading)


Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

«Ο φτωχός ιππότης» [ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΟΥΣΚΙΝ ( 1799 - 1837)]



Ήταν στον κόσμο ένας φτωχός ιππότης
απλός και σιωπηλός μ` όψη χλωμή,
συννεφιασμένο τ` όνειρο της νιότης
κι αλύγιστη η γενναία του ψυχή.
Κάποια οπτασία που ποτέ δε σβήνει
και που κανείς δεν έχει φανταστεί
τούτυχε, κι από τότε η εικόνα εκείνη
στα φύλλα της καρδιάς του έχει γραφτεί.
Στάχτη κι αποκαϊδια πια η ψυχή του,
σ` άλλη γυναίκα μήτε μια ματιά
δεν έριξε, κι ως τη στερνή πνοή του
δεν άλλαξε ούτε λέξη με καμιά.
Αντί μαντήλι στο λαιμό του γύρω
δένει το κομποσκοίνι του ασκητή,
κι απ` τη μορφή του τ` ατσαλένιο γείσο
δε σήκωσε, κανένας να τον δει.
Κείνη η οπτασία μόνη του ηλιαχτίδα,
γεμάτος έρωτα πιστό κι αγνό,
Α. Μ. Δ. πάνω στην ασπίδα
με το αίμα του είχε γράψει το ζεστό.
Στης Παλαιστίνης τις ερήμους. Βράχοι
ολόγυρα, κι οι Παλαδίνοι εκεί
κραυγάζαν, καθώς ρίχνονταν στη μάχη,
τ` όνομα της καλής τους -μουσική.
Και, Lumen coeli, sancta Rosa! εκείνος
εφώναζε άγριος, και σαν κεραυνός
στων Μουσουλμάνων πάνωθε το σμήνος
έπεφτε της φοβέρας του ο αχός.
Κι ως γύρισε, στον πύργο του κλεισμένος,
τυλίχτηκε σε μοναξιά αυστηρή,
πάντοτε σιωπηλός, πάντα θλιμμένος,
και σαν τρελλός ετέλειωσε τη ζωή.

απόδοση: Άρης Αλεξάνδρου

“ORANGE WATER” Contemporary Art Festival Orange Water 2







Fata Morgana

Το “Orange Water” ξεκινά! Το Ελληνο- Ολλανδικό εικαστικό φεστιβάλ εγκαινιάζει τις δράσεις του για αυτό το καλοκαίρι στις 4 Ιουνίου στη Σαντορίνη.
Το Εργοστάσιο Τεχνών Σαντορίνης –Santorini Arts Factory, φιλοξενεί το Orange Water στους χώρους του στη Βλυχάδα με τέσσερις εικαστικές εκθέσεις μέχρι το τέλος Σεπτέμβρη.
Το εικαστικό φεστιβάλ Orange Water αποτελεί το κεντρικό πολιτιστικό δρώμενο του ελληνικού καλοκαιριού με μεγάλο εικαστικό κύρος και αναγνώριση. Ενοποιεί χώρους πολιτισμού της Αθήνας και των νησιών μέσα από εκθέσεις ζωγραφικής, γλυπτικής, βιντεοπροβολές και εγκαταστάσεις κυρίως Ελλήνων, Ολλανδών αλλά και διεθνών καλλιτεχνών.
Τελεί υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, του Υπουργείου Τουρισμού και της Ολλανδικής Πρεσβείας.
Το 2015, τις δράσεις του Φεστιβάλ παρακολούθησαν πάνω από 50.000 επισκέπτες στους 9 χώρους διεξαγωγής στην Αθήνα, την Πάρο και την Κρήτη.

Για το καλοκαίρι του 2016, ο κύκλος δράσεων διευρύνθηκε και σε άλλες πόλεις και νησιά και περιλαμβάνει 12 εικαστικές εκθέσεις που θα παρουσιαστούν σε 9 χώρους μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα από τις 4 Ιουνίου έως τις 30 Σεπτέμβρη. Συμμετέχουν 50 σύγχρονοι εικαστικοί καλλιτέχνες. O τίτλος του φετινού Orange Waterείναι Fata Morganaκαι το εννοιολογικό πλαίσιο που ορίζει τις επιλογές των έργων, αναφέρεται στο φαινόμενο του αντικατοπτρισμού, της οφθαλμαπάτης και των οπτικών ψευδαισθήσεων.

Οι φετινές δράσεις εξελίσσονται στην Αθήνα, την Πάτρα, τη Σαντορίνη, την Κρήτη, την Πάρο και την Κόρινθο με εκθέσεις  στο Ολλανδικό Ινστιτούτο, στον εικαστικό πολυχώρο  The Loft, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πάτρας, στο Εργοστάσιο Τεχνών Σαντορίνης (Santorini Arts Factory), στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων, στον Άγιο Ρόκκο, στη Δημοτική Πινακοθήκη Πάρου, στον Άγιο Αθανάσιο και στη Δημοτική Πινακοθήκη Κορίνθου.
Το Σάββατο 4 Ιουνίου, οπότε και θα τελεστούν τα επίσημα εγκαίνια των φετινών φεστιβαλικών δράσεων, το Santorini Arts Factory παρουσιάζει την ατομική έκθεση του Αποστόλη Ζολωτάκη με τίτλο «Δράση και Χειρονομία», την ατομική έκθεση της γλύπτριας Kelly με τίτλο “High Frequency Vibration” και αναδρομική ομαδική έκθεση από επιλογές έργων του “Orange Water 1” με τίτλο «Τοπίο Μνήμης».
Στην έκθεση «Τοπίο Μνήμης» συμμετέχουν οι εικαστικοί :
Eozen Agopian, Πάνος Αρχολέκας, Ad Arma, Λίνα Μπέμπη, Anutosh, Απόστολος Φανακίδης, Peter Heij, Δημήτρης Καρατζάς, Paulien Lethen, Πάνος Μητσόπουλος, Bert van Santen, Κυριάκος Μορταράκος, Jan Mulder, Gert van Oortmerssen, Νίκος Παπαδημητρίου, Barbara de Vries, Σπυριδούλα Πολίτη, Henk Puts, Μαρία Σχινά, John Sikking, Άγγελος Σκούρτης, Par Stromberg, Κώστας Τσώλης, Iris Zoric.
Για τη βραδιά των εγκαινίων του, το “Orange Water” θα παρουσιάσει για πρώτη φορά στη Σαντορίνη, συναυλία της Angelika Dusk με είσοδο ελεύθερη για το κοινό του φεστιβάλ.
Η Angelika Dusk είναι μια δυναμική ερμηνεύτρια και δημιουργός. Έκανε αισθητή την εμφάνισή της από την πρώτη στιγμή με δύο singles τα "Love on Your Own Terms" και "Beautiful Love" (Playmen remix) που κέρδισαν το κοινό και τα media. Το ντεμπούτο άλμπουμ της "Marionette" χαρακτηρίστηκε από τον Τύπο ως "ό,τι καλύτερο έχουμε ακούσει από την εγχώρια μουσική σοδειά της αγγλόφωνης σκηνής για το 2015".
Σελίδα Φεστιβάλ στο facebook: https://www.facebook.com/orangewaterart/?ref=ts&fref=ts
Orange Water 2 spot: https://vimeo.com/167657487



Orange Water 2
Fata Morgana-Εννοιολογικό Πλαίσιο
Η Fata Morgana ήταν, σύμφωνα με την μυθολογία, αδελφή του βασιλιά Αρθούρου. Με τις μαγικές της δυνάμεις μπορούσε να εμφανίζει ψεύτικες εικόνες κάστρων που αιωρούνταν επάνω από τις ακτές. Από αυτήν δανείστηκαν το όνομά τους πληθώρα φαινομένων ανά τους αιώνες, που εξηγούνται μέσω της φυσικής επιστήμης με απλή ή σύνθετη μορφή: από την εμφάνιση νερόλακκων στην έρημο και «υγρού οδοστρώματος» σε δρόμους με αυξημένη θερμοκρασία, μέχρι την όρθωση κάστρων και πόλεων που πλέουν στα σύννεφα, Ο μύθος του Ιπτάμενου Ολλανδού, η βύθιση του Τιτανικού, η οροσειρά που είδαν οι πρώτοι εξερευνητές στον παγωμένο Βόρειο Πόλο, οι παρελαύνοντες Δροσουλίτες στο Φραγκοκάστελο της Κρήτης, η επιπλέουσα πόλη του πατέρα Domenica Giardina και πλήθος άλλων γεγονότων δύνανται να σχετισθούν με τις οπτικές ψευδαισθήσεις της Fata Morgana και τα αποτελέσματα αυτών.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, η οπτική επικοινωνία του ατόμου με ένα είδωλο μπορεί να αναχθεί στην προσπάθειά του να επικοινωνήσει μαζί του, λαμβάνοντας μεταφυσική υπόσταση. Το τεράστιο ενδιαφέρον του Τέσλα για τον χώρο του παραφυσικού ενδέχεται να βάδισε παράλληλα με την επιστημονική του προσέγγιση όταν κατασκεύασε τον αποκαλούμενο Πύργο Τέσλα, ο οποίος θα μετέδιδε μηνύματα, τηλεφωνικά σήματα και εικόνες με απώτερο ίσως στόχο την επικοινωνία με το υπερπέραν.
Η Fata Morgana γοητεύει και την τέχνη σε συνδυασμό με την επιστήμη. Πρόσφατα, ο καλλιτέχνης Dave Lynch, βασιζόμενος στον προτζέκτορα  zoopraxiscope (1879) του φωτογράφου Eadweard Muybridge, πρόβαλε έναν πράσινο καβαλάρη να τρέχει στα σύννεφα. Ο προτζέκτορας του Muybridge, μάλιστα, φαίνεται να έδωσε την έμπνευση για το Κινετοσκόπιο των Edison και Dickson. O Edison, μάλιστα, σε συνέντευξή του το 1920 με τίτλο «Ο Edison ψάχνει τρόπο να επικοινωνήσει με τον άλλο κόσμο» μίλησε για μια συσκευή που θα μας έδινε την δυνατότητα επικοινωνίας με τους νεκρούς.
Η Fata Morgana έχει χαρίσει έμπνευση και στο αμιγώς καλλιτεχνικό πεδίο, όπως η ομώνυμη ταινία του Werner Herzog (1969), στην οποία απαθανατίζει οφθαλμαπάτες στην έρημο Σαχάρα, το ποίημα του Henry Wadsworth Longfellow αλλά και το μελοποιημένο από την Μαρίζα Κωχ ποίημα του Νίκου Καββαδία. Σε αυτό, η Fata Morgana αποκτά ερωτική διάσταση, ανάλυση της οποίας υπάρχει σε απομαγνητοφωνημένες από τον Μήτσο Κασσόλα συζητήσεις με τον Καββαδία, που μπορεί κανείς να βρει σε έντυπη μορφή αλλά και στο διαδίκτυο.  
Με το άνω κείμενο δίδεται μία ευρύτερη αντίληψη για  την Fata Morgana. Αυτό το πλαίσιο ορίζει την επιλογή των έργων για τις εκθέσεις του Orange Water 2016. 




ORANGE WATER Contemporary Art Festival


Art Exhibitions at SAF

“Orange Water” works on  a unification of public cultural places and archaeological monuments around Greece and The Netherlands and development of Contemporary Art Festival with painting, sculpting, video art and installation exhibitions from distinctive Greek, Dutch and international artists. “Orange Water” is the main Contemporary Cultural Event of the Greek Summer with high cultural status and recognition. It contributes to the strength of inter-cultural relations between Greece and The Netherlands in Europe with natural action field the Greek islands.
“Orange Water” Art Festival is under the auspices of the Greek Ministry of Culture, The Greek Ministry of Tourism and the Embassy of The Netherlands in Athens.
For 2016, “Orange Water” will host 13 contemporary art exhibitions in 9 public spaces in Athens, Crete, Santorini, Paros, Korinthos and Patra between 4 June and 30 September. There are 65 participating artists and over 400 artworks to be exhibited.

Santorini Arts Factory presents
-          “Memory Landscape” Retrospective Group Exhibition of “Orange Water 1”, for the period 4 June- 1 August
-          “Action and Gesture” Solo Painting Exhibition of Apostolis Zolotakis, for the period 4 June- 30 September
-          “High Frequency Vibration” Solo Sculpting Exhibition of Kelly, for the period 4 June- 30 September
-          “Fata Morgana” Group Exhibition of “Orange Water 2”, for the period 6 August- 30 September
June 4 is the official opening of the actions at 20:00 and Angelika Dusk will sing live with her band. Entrance is free.

Conceptual Framework of “Orange Water 2”
Fata Morgana
Fata Morgana was, according to the myth, the sister of King Arthur. With her magic powers she could make unreal images of castles hanging over the coast line, in order to intimidate the enemy’s army. Various phenomena have borrowed her name through centuries that are explained through the science of physics, such as:
The false appearance of water in the desert
The “wet road effect” on roads with high temperature
Castles and cities floating over the clouds
The myth of the “Flying Dutch”
The sink of the Titanic
The mountain line that has been observed from the first explorers of the North Pole
The parade “Drosoulites” in Crete
The floating city of “Father   Domenica Giardina”
and so many other phenomena that relate to optical illusions are characterized as “Fata Morgana”
On a second level, the optical communication of a person with an image can be regarded as an effort to communicate with it, having a supernatural existence
Tesla’s great interest for the paranormal space might have influenced him in his scientific approach when he developed the “Tesla Tower” who would transmit messages, phone signals and images in order to communicate with outer space.
Fata Morgana inspires Art in combination with science. Recently, the artist Dave Lynch, working on the photographer’s Eadweard Muybridge projector, displayed a green horseman riding his horse over the clouds. Muybridge’s projector actually seemed to be the inspiration of “Kinetoscope” of Edison and Dickson. In an interview given in 1920 entitled “Edison seeks the way to communicate with the other world”, Edison talked about a device that would give the ability to communicate with the deceased.
Fata Morgana has also given inspiration in the pure artistic field, as the homonymous movie of Werner Herzog (1969) where he captures and presents optical illusions at the Sahara Desert. Poets like Henry Wadsworth Longfellow and Nikos Kavadias have dealt with Fata Morgana.
This above text provides and suggests a wider understanding of Fata Morgana, which defines the choice of this year’s participating artworks in the “Orange Water” Art Festival.













Σάββατο 28 Μαΐου 2016

"Η ευγλωττία της κοινής γλώσσας" Ντάντε Αλιγκιέρι



                                                                        Η ευγλωττία της κοινής γλώσσας
                                                                                               De Vulgari Eliquentia
                                                                                                                 Συγγραφείς:   Ντάντε Αλιγκιέρι

Το μικρό και ημιτελές βιβλίο του Δάντη για τη δημοτική ­αυτή είναι η κοινή, η vulgaris­ γλώσσα σημαίνει πράγματα πολύ σημαντικότερα από όσο μας επιτρέπει το δέμας και η χωλότητά του να υποθέσουμε. Πρόκειται, πρωτίστως, για το σχετικό με τη λογοτεχνική γλώσσα θεωρητικό καταστάλαγμα ενός συγγραφέα που έμελλε να ταυτισθεί με την ενιαία λαλιά ενός πολιτικά κατακερματισμένου έθνους. Πέραν τούτου, όμως, αποτέλεσε και αποτελεί όργανο, όργανο δε αριστοτελείας κατασκευής, όχι μόνο στα χέρια των συγγραφέων της Ιταλίας αλλά και τρόπον τινά στα χέρια των εθνικών συγγραφέων της Ευρώπης που εβίωνε σκληρά τον λατινικό Μεσαίωνα. Είναι ­θα λέγαμε­ το άτυπο μανιφέστο τους.

Το έργο αυτό ο Δάντης το έγραφε στα πρώτα χρόνια της εξορίας του, μεταξύ 1304 και 1307, χωρίς ποτέ να το τελειώσει, όπως δεν τελείωσε ποτέ και το Συμπόσιο, έργο της ίδιας εποχής. Από την απλή περιδιάβαση των αράδων του συνάγεται ότι το έργο αυτό είχε σχεδιασθεί να αποτελείται από τέσσερα βιβλία. Το πρώτο βιβλίο είναι το γενικό προοίμιο· στα 14 κεφάλαια του μη ολοκληρωθέντος δεύτερου βιβλίου εξετάζεται το ζήτημα της χρήσης της δημοτικής γλώσσας στην ποίηση, σε συνδυασμό πάντοτε με τα στοιχεία που συνθέτουν το ποιητικό ύφος. Εικάζεται ότι στο τρίτο βιβλίο θα γινόταν λόγος για τη χρήση της δημοτικής γλώσσας στην πεζογραφία και στο τέταρτο βιβλίο για τη χρήση της σε άλλα είδη λόγου. Πιθανόν να υπήρχε και ένα πέμπτο ­σύντομο­ βιβλίο δίκην επιλόγου.

Το πρόβλημα της γλώσσας στην ποίηση, που απασχολεί τον μεγάλο Φλωρεντινό, δεν εστιάζεται στην εκάστοτε συγκεκριμένη χρήση της· αυτή τη θεωρεί δεδομένη, από αυτήν ξεκινά ο ίδιος να διανοείται. Τον Δάντη τον απασχολεί η τελειότατη χρήση της δημοτικής γλώσσας ως απότοκο της εγγενούς μεν, πλην αφάνερης ευγένειας και των εξαιρετικών ιδιοτήτων σημειώσεως και σημάνσεως που τη χαρακτηρίζουν. Κάμποσους αιώνες πριν από τον Γουλιέλμο φον Χούμπολτ έρχεται ο Δάντης και αναζητεί όχι το έργον της γλώσσας, αλλά την ενέργειά της· όχι το δυνάμει της, δηλαδή, αλλά το ενεργεία της· όχι τη θεωρητική δυνατότητα, περαιτέρω, να παραχθούν από το στόμα του λαού γλωσσικά αγαθά άξια αναφοράς και μνημονεύσεως, αλλά το πρακτικό αποτέλεσμα της αποτύπωσης των αρετών του δημοτικού λόγου στο χαρτί με τη μεσολάβηση του συγγραφέα. Ο συγγραφέας αρπάζει συνειδητά μέσα από το στόμα του λαού τη γλώσσα, τη βαφτίζει στην κολυμβήθρα της γνώσης του και ακολουθώντας πιστά όλους τους κανόνες της τέχνης του ­αυτό που αποκαλείται ars poetica­ δημιουργεί (=ποιεί) το ποίημα.

Για τον Δάντη δεν υπάρχει τίποτε τυχαίο στην ποίηση. Η ποιητική έμπνευση ­που δεν αποκλείεται καθόλου (ίσα ίσα, μάλιστα!) και που ακριβώς ως επινόηση, ως fictio, εκφράζεται με μέσα ρητορικά και μουσικά­ σημαίνει την άρση του τυχαίου: ό,τι είναι σκόρπιο (casu, casualiter) πρέπει με τη μεσολάβηση του συγγραφέα να γίνει τέχνη υποκείμενη σε κανόνες (ars regularis). Η λαϊκή γλώσσα, αυτή που αδιακόπως ομιλείται, αποτελεί το μόνο καθολικό εκφραστικό όργανο που μπορεί πρώτα να υπαχθεί σε κανόνες και κατόπιν να διαμορφώσει τους κανόνες της τέχνης των ποιητών, όπου αρμοδίως θα υπάγονται τα λυρικά προϊόντα τους.

Ο Δάντης μάς εντυπωσιάζει όχι μόνο με την τολμηρότητα κάποιων απόψεών του αλλά και με τον τρόπο που διανοείται. Το δάντειο σκέπτεσθαι και λογίζεσθαι δεν εδράζεται στην ­σχεδόν αταβιστικά επιβιούσα και από γενεάς εις γενεάν μεταφερόμενη στο δυτικό μυαλό μας­ επαγωγή, στην inductio, αλλά στην απαγωγή ή παραγωγή, στην deductio, όπου από μια γενική αρχή ή ιδέα, από ένα γενικό αξίωμα ή από έναν γενικό ορισμό συλλαμβάνονται βαθμηδόν οι ιδιότητες, η αιτία και η ουσία του ειδικού, του μερικευμένου γένους. Ενδεικτικά αναφέρω ένα παράδειγμα, όπου με μια άνευ προηγουμένου σφιχτότατη αρμολόγηση στοχασμών ο επιφανέστερος φιορεντίνος όλων των εποχών ξεκινά από την «τριπλή ψυχή» του ανθρώπου για να συνδέσει διαδοχικά: α) τη φυτική ψυχή (vegetabilis) με το ωφέλιμο, την υγεία και την πολεμική γενναιότητα, β) τη ζωική ψυχή (animalis) με το τερπνό, τον πόθο και το ερωτικό πάθος και γ) τη λογική ψυχή (rationalis) με το αγαθό, την αρετή και την ορθή βούληση, και, μετά τη σύνδεση αυτή, να εντάξει όλα τα στοιχεία στη Μέγιστη Κοινή, που έχει τον θρόνο της στα τραγικά τραγούδια των μεγάλων ποιητών, εκεί δηλαδή όπου απαντάται η υψηλή σύνταξη και το κορυφαίο λεξιλόγιο.

Ο Δάντης έγραψε το έργο του αυτό στα λατινικά. Η εκ πρώτης όψεως αντίφαση αίρεται διά του σκοπού του συγγραφέα, ο οποίος ήθελε να καταπιαστούν με το κείμενό του οι εγκρατέστατοι των γραμμάτων της εποχής του, και να μη το περιφρονήσουν ή το απορρίψουν μόνο και μόνο για δευτερευούσης σημασίας λόγους μορφής. Το ίδιο ­ας μου επιτραπεί ο παραλληλισμός­ δεν έκανε, άραγε, και ο ημέτερος Ιάκωβος Πολυλάς, που συνέγραψε τη Φιλολογική μας Γλώσσα στην καθαρεύουσα υπερασπιζόμενος την κοινή; Σημειωτέον δε ότι ο Πολυλάς μαζί με τον Διονύσιο Σολωμό και τον Ιούλιο Τυπάλδο υπήρξαν ­και το αποδεικνύουν ο καθένας με τον τρόπο του­ οι καλύτεροι μελετητές και εφαρμοστές των διδαγμάτων του πρυτάνεως των νέων ποιητών: του Δάντη Αλιγκιέρη.

Κάθε αράδα, μα κάθε αράδα του παρουσιαζόμενου εδώ βιβλίου αποτελεί και ένα δίδαγμα: και για τον ποιητή, και για τον φιλόλογο, και για τον γλωσσολόγο, και για τον κριτικό, και για τον πάσης κατευθύνσεως διανοητή. Αυτός εξάλλου ­είναι γνωστό...­ είναι ο χαρακτήρας των κορυφαίων πνευματικών έργων: να διδάσκουν και με την κάθε λέξη τους χωριστά. Αν θελήσουμε, ωστόσο, να ομαδοποιήσουμε τις διδαχές του Δάντη, μπορούμε να πούμε ότι η γλώσσα που μας έμαθε η μάνα μας (=αυτό που λέγεται κοινή ή δημοτική) είναι από την ίδια της τη φύση ασυγκρίτως ευγενέστερη της τεχνητής ή «γραμματικής» γλώσσας, η οποία στην περίπτωση της ιταλικής χερσονήσου είναι η λατινική: nobilior est vulgaris. Η ευγένεια της δημοτικής γλώσσας επ ουδενί εξαντλείται στο όποιο πρωτογενές επικοινωνικό επίπεδο, καθώς δεν αμφισβητείται ότι την κατανοούν όλοι ανεξαιρέτως· από τη συστηματική χρήση της σε όλα τα είδη του λόγου, προπάντων δε στον ποιητικό, ωφελούνται οι πάντες. Και τούτο, διότι το κεντρί της μπολιάζει τις ψυχές των ανθρώπων, τις κάνει ποιητικές, τους ανοίγει πλατιούς ορίζοντες δημιουργίας, με αποτέλεσμα να εμπλουτίζεται με νέο, με αναφανδόν ποιητικό υλικό ο ίδιος ο δημοτικός λόγος και να ευεργετείται έτσι και η χρήση της κοινής γλώσσας στο όποιο πρωτογενές επικοινωνικό επίπεδο. Ετσι «μορφώνεται» ο λαός, διότι συμμετέχει στην τέχνη των συγγραφέων, που έχουν και το χάρισμα και τη γνώση να ξεδιαλέγουν τα καλά από τα χύδην, να τα ευγενίζουν και να τα ξαναπροσφέρουν στο λαό.

Ο Νίκος Κούρκουλος είναι δοκιμασμένος μεταφραστής. Μεταφράζει, επί έτη συναπτά, δύσκολα κείμενα και, σχεδόν πάντα, από γλώσσες που βρίσκονται στο περιθώριο «επισήμων» γλωσσών (ουαλικά, γαλλικά των αποικιών, μεσαιωνικά λατινικά). Εδώ μας προτείνει για δεύτερη φορά έργο του Δάντη ­ είχε προηγηθεί, το 1996, η «Νέα ζωή» από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου. Για άλλη μία φορά ο μεταφραστής όχι απλώς μεταδίδει, αλλά μετακενώνει την έμπεδη γνώση του περί τα πράγματα και περί τον συναφή πολιτισμό που μεταφέρει με τη γραφίδα του στα ελληνικά. Η ­λόγω του πραγματευομένου θέματος­ αναγκαστική λιτότητα του ύφους, που όμως υπονομεύεται τακτικώς από δόσεις χιούμορ γενναιότατες στο πρωτότυπο, βρίσκει στην ελληνική γλώσσα κατάλληλους τόπους υποδοχής και κομψότατες συστοιχίες. Τόσο η Εισαγωγή του μεταφραστή, τέλος, όσο και οι πάνω από 200 σημειώσεις του συντελούν στην απρόσκοπτη κατανόηση του πρωτοποριακού αυτού κειμένου της παγκόσμιας γραμματείας.


Γιώργος Κεντρωτής, ΤΟ ΒΗΜΑ, 07-10-2001


Γιώργος Κεντρωτής, ΤΟ ΒΗΜΑ, 07-10-2001



Ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος
Ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος