Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

ΓΙΩΣΕΦ ΕΛΙΓΙΑ

Πηγή:http://www.ekebi.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=NODE&cnode=461&t=465
Πηγή: Περιοδικό 'Νέα Εστία'

Καπούλιας Ιωσήφ
Ψευδώνυμο: Ελιγιά Γιωσέφ



Τόπος Γέννησης:Γιάννενα
Έτος Γέννησης:1901
Έτος Θανάτου:1931
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:Ποίηση
Μετάφραση
Βιογραφικό Σημείωμα
ΓΙΩΣΕΦ ΕΛΙΓΙΑ (1901-1931)


Ο Γιωσέφ Ελιγιά (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Ιωσήφ Καπούλια) γεννήθηκε στα Γιάννενα, όπου πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Αποφοίτησε από το γαλλόφωνο γυμνάσιο της Alliance Israelite. Πήρε ενεργό μέρος στη σιωνιστική κίνηση της Ηπείρου, παράλληλα όμως προώθησε την αφομοιωτική κίνηση των εβραίων με τους έλληνες της περιοχής. Το 1922 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως καθηγητής της γαλλικής γλώσσας σε ιδιωτικά σχολεία και στη συνέχεια αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία, όπου είχε πρωτοεμφανιστεί το 1920 από τις σελίδες του Νουμά. Ασχολήθηκε με την ποίηση και τη λογοτεχνική μετάφραση, κυρίως από τη Βίβλο, ενώ συνεργάστηκε με τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια των εκδόσεων του Πυρσού. Πέθανε στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού από κοιλιακό τύφο. Το σύντομο της ζωής του Ελιγιά δεν του επέτρεψε να δει τα έργα του εκδομένα. Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν τα Ποιήματα με ευθύνη του συλλόγου Μπενέ Μπερίθ της Θεσσαλονίκης και επιμέλεια του Γ.Κ.Ζωγραφάκη.

1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Γιωσέφ Ελιγιά βλ. Κόρφης Τάσος, «Ελιγιά Γιωσέφ», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Μερακλής Μ.Γ., «Γιωσέφ Ελιγιά», Η ελληνική ποίηση· Ρομαντικοί – Εποχή του Παλαμά - Μεταπαλαμικοί· Ανθολογία – Γραμματολογία, σ.542. Αθήνα, Σοκόλης, 1977 και Ω., «Γιωσέφ Ελιγιά», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια9. Αθήνα, Πυρσός, 1929.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία


• Άγρας Τέλλος, «Γιωσέφ Ελιγιά», Νέα Εστία10, ετ.Ε΄, 1η/8/1931, αρ.111, σ.828-829.
• Αναστασίου Ι.Ε., «Χριστιανικά στοιχεία στην ποίηση του Ελιγιά», Ηπειρωτική ΕστίαΒ΄, σ.73.
• Γιαννάκος Πανάγος Π., Ο ποιητής Γιωσέφ Ελιγιά. Αθήνα, 1954.
• Γιωσέφ Ελιγιά (1892-1931). Θεσσαλονίκη, 1931.
• Δημαράς Κ.Θ., «Γιωσέφ Ελιγιά», Πρωία, 1η/8/1937.
• Κόρφης Τάσος, «Γιωσέφ Ελιγιά», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
• Κοσμάς Ν., Νέα Εστία, 15/7/1950.
• Κραψίτης Βασίλης, Ηπειρώτες λυρικοί, σ.245-256. Αθήνα;, 1969 (έκδοση γ΄).
• Μακης Βασίλης Χ., «Αρμονικό συνταίριασμα ελληνικού πνεύματος και βιβλικής παράδοσης», Διαβάζω48, 12/1981, σ.86-87.
• Μενδράκος Τάκης, «Γιωσέφ Ελιγιά (πενήντα χρόνια από το θάνατο του Ελληνοεβραίου ποιητή)», Μικρές δοκιμές· Κριτικά σημειώματα & άρθρα, σ.104-106. Αθήνα, Σοκόλης, 1990 (πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Επίκαιρα, 30/7/1981).
• Μερακλής Μ.Γ., «Γιωσέφ Ελιγιά», Η ελληνική ποίηση· Ρομαντικοί – Εποχή του Παλαμά - Μεταπαλαμικοί· Ανθολογία – Γραμματολογία, σ.542. Αθήνα, Σοκόλης, 1977.
• Παράσχος Κλέων, «Γιωσέφ Ελιγιά: Ποιήματα», Νέα Εστία25, ετ.ΙΓ΄, 15/5/1939, αρ.298, σ.722-723.
• Περάνθης Μ., «Ο ελληνοεβραίος ποιητής Γιωσέφ Ελιγιά», Νεοελληνικά Γράμματα, 19/11/1938.
• Περάνθης Όλμος, «Γιώσεφ Ελιγιά», Γιώσεφ Ελιγιά, Άσμα ασμάτων· Μετάφραση, σχόλια και κριτική· Εισαγωγή Όλμου Περάνθη, σ.5-22. Αθήνα, Γκοβόστης, χ.χ.
• Σακελλιώνας Γιάννης Α., Ο ελληνοεβραίος ποιητής Γιώζεφ Ελιγιά· Αναζήτηση ποιότητας. Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από την Ηπειρωτική Εστία, 1981.
• Σταματίου Κώστας, Κριτική για το Άσμα Ασμάτων, Τα Νέα, 30/5/1981.
• Τσαούσης Κώστας, Κριτική για το Άσμα Ασμάτων, Ελευθεροτυπία, 30/4/1981.
• Ω., «Ελιγιά Γιωσέφ», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια9. Αθήνα, Πυρσός, 1929.
Εργογραφία

(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)

Ι.Ποίηση
• Ποιήματα· Συγκεντρωμένα με εισαγωγή, ανάλυση, βιογραφικό σημείωμα από τον Γ.Κ.Ζωγραφάκη. Θεσσαλονίκη, 1938.
ΙΙ.Μεταφράσεις
• Άσμα ασμάτων· Μετάφραση, σχόλια και κριτική· Εισαγωγή Όλμου Περάνθη. Αθήνα, Γκοβόστης, χ.χ.

Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΤΑΙΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΗΣ "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ"

http://www.historical-museum.gr/webapps/kazantzakis-pages/gr/sources/newspapers05.php

Κορυφαίοι Κριτικοί Λογοτεχνίας των αρχών του 20ου αιώνα on line από το ΕΚΕΒΙ

Πόσοι από τους νεότερους γνωρίζουν ότι πίσω από το ψευδώνυμο ‘Αλκης Θρύλος, βρισκόταν η Ελένη Ουράνη, ότι ο Τέλλος Άγρας πέθανε σε ηλικία 45 μόλις ετών από αδέσποτη σφαίρα στο πόδι και ότι ένας από τους μεγαλύτερους κριτικούς λογοτεχνίας ο Ανδρέας Καραντώνης είχε εργαστεί στους Ελληνικούς Σιδηροδρόμους;
Ενδιαφέροντα στοιχεία για τη ζωή και κυρίως για το έργο έξισπουδαίων και ιστορικών Ελλήνων κριτικών λογοτεχνίας, παρουσιάζονται στον  νέο κόμβο του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου με τον κωδικό  critics.ekebi.gr  . Ένας κόμβος που δίνει τη δυνατότητα σε σύγχρονους, λογοτέχνες, κριτικούς λογοτεχνίας, λογοτεχνίζοντες, σπουδαστές, ερευνητές, μελετητές και εκδότες να έλθουν σε επαφή γνωριμίας με προσωπικότητες που καθόρισαν το λογοτεχνικό γίγνεσθαι της νεότερης Ελλάδας. Και το κυριότερο; Μέσα από την ανθολόγηση των κριτικών τους κειμένων, δίνει τη δυνατότητα στο σημερινό μελετητή αλλά και στον κριτικό λογοτεχνίας, να κατανοήσει με ποιο τρόπο και με ποιες παραμέτρους εξασκούσαν τη λογοτεχνική κριτική κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα.

Τέλλος Άγρας, Άλκης Θρύλος (Ελένη Ουράνη), Ανδρέας Καραντώνης, Κλέων Παράσχος, Πέτρος Χάρης, Αιμίλιος Χουρμούζιος, είναι οι κορυφαίοι έξι κριτικοί λογοτεχνίας που παρουσιάζονται on line, προσφέροντας μια πραγματικά πολύ σπουδαία νέα ενότητα πληροφοριών για τον χρήστη του διαδικτύου, η οποία ελπίζουμε να συνεχιστεί και να διευρυνθεί. Στο αναδυόμενο με ρυθμούς καταιγιστικούς νέο ψηφιακό περιβάλλον, η καταχώρηση τέτοιου είδους δεδομένων  στο διαδίκτυο, δεν είναι απλά υπόθεση αρχείου, αλλά  αποτελεί κυριολεκτικά ζήτημα ζωής ή θανάτου για το μέλλον ενός πολιτισμού.
Κριτικοί με γνώσεις για αναγνώστες με απαιτήσεις
Το Αρχείο Κριτικών Λογοτεχνίας αποτελεί τη βάση για τη μελέτη, την ανίχνευση και την προβολή των πνευματικών προσωπικοτήτων που προσέφεραν καθοριστικά στα επόμενα βήματα της νεοελληνικής γραμματείας μέσα από το κριτικό έργο τους. Διατρέχοντας κανείς τα κριτικά τους κείμενα διαπιστώνει αμέσως την οξύνοια, την τεράστια φιλολογική και λογοτεχνική τους υποδομή και την ευρυμάθεια που τους ανέδειξε σε καθοριστικούς παράγοντες για την εξέλιξη της ποίησης, της λογοτεχνίας και του δοκιμίου στην Ελλάδα. Από τις γραμμές των κειμένων αναδεικνύεται μια τέχνη που είχε απαιτήσεις όχι μόνο από τον συγγραφέα αλλά και από τον αναγνώστη. Και δεν μπορεί να μην αισθανθεί κανείς έκπληξη από την πλήρη αλλαγή του σκηνικού στην εποχή μας, όπου θεωρείται υποχρέωση μεγάλης μερίδας των κριτικών να γράφουν απλά ή και απλοϊκά για να γίνονται κατανοητοί καταλήγοντας να επισημοποιούν και να επιβραβεύουν την έλλειψη παιδείας….

Το Αρχείο Κριτικών Λογοτεχνίας βρίσκεται στον κόμβο του ΕΚΕΒΙ (www.ekebi.gr). Παραθέτει μια σειρά από κατατοπιστικά στοιχεία (χρονολόγιο, αποσπάσματα βιβλιοκρισιών, δείγμα λογοτεχνικής γραφής, καταλόγους εργοβιογραφίας) για κριτικούς που προσέφεραν με την πένα τους στην επισκόπηση της λογοτεχνίας του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Τα κείμενα προέρχονται μέσα από περιοδικά, επιθεωρήσεις, στήλες εφημερίδων, αφιερωματικούς τόμους. Όπως ανακοινώνει το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, στόχος του είναι η παρουσίαση περισσότερων κριτικών με στόχο τον εμπλουτισμό του αρχείου και τη συνολική κάτοψη της ελληνικής βιβλιοκριτικής. Εκλαμβάνουμε την ανακοίνωση αυτή ως υπόσχεση…

Ανδρέας Καραντώνης - Ποιητικά (κριτικά κείμενα)



Ποιητικά (κριτικά κείμενα)
, Εκδόσεις Νικόδημος, Αθήνα 1977
[…]
Μια νέα τοποθέτηση του Σολωμού

Τους πατροπαράδοτους και τόσο γόνιμους δεσμούς που κρατήσανε πάντα την ελληνική λογοτεχνία μας στο φως και στο κλίμα της γαλλικής πνευματικής ζωής – δίχως η φυσική αυτή εξάρτηση να σημαίνει πως εμποδίστηκε σε τίποτα το ουσιαστικό η πρωτοτυπία και η αυτονομία της ελληνικής δημιουργικότητας – ήρθανε να τονώσουνε αισθητά οι εξαιρετικές μεταφράσεις διαλεχτών κειμένων του ποιητικού μας λόγου, καμωμένες από τον κ. Ρομπέρ Λεβέκ, καθηγητή της φιλολογίας στο εδώ Ινστιτούτο Γαλλικών Σπουδών. Ο κ. Λεβέκ ζει ανάμεσά μας και εργάζεται πνευματικά από τα 1939, τιμώντας τον τόπο μας και τη φιλελληνικώτατη πνευματική παράδοση του Ινστιτούτου. Γιατί, όπως είναι άλλωστε πασίγνωστο, το Ινστιτούτο αυτό, επεκτείνοντας ανεπίσημα, όμως πόσο θετικά, τη δραστηριότητά του πέρα από τον κύκλο της διδασκαλίας μιας γλώσσας και μιας λογοτεχνίας τόσο δημοτικών στο τόπο μας ώστε να βρίσκουμε τα ζωηρά τους αποτυπώματα σε όλες σχεδόν τις εκδηλώσεις της πνευματικής και της κοινωνικής μας ζωής, δημιούργησε στην Αθήνα μια εστία πνευματικού πολιτισμού, και μια ευγενική και φωτεινή παράδοση καλλιτεχνικής ανταποδόσεως. Είναι μια ευεργετική ανταπόκριση του γαλλικού πνεύματος για την πολύχρονη προσήλωση της λογοτεχνίας μας στους δρόμους που αυτό άνοιγε στα μεγάλα πρότυπα που δημιουργούσε, ανταπόκριση πραγματοποιημένη σε πολύτιμες κριτικές μελέτες και σε λαμπρές μεταφράσεις που παρουσίασαν στο παγκόσμιο γαλλόγλωσσο κοινό μερικά από τα πιο σημαντικά έργα της νέας μας λογοτεχνίας.
Ο Λουί Ρουσσέλ πρώτος με την καθοδηγητική συμβολή του ιδιορρύθμου κριτικο-φιλολογικού περιοδικού «Λιμπρ», ο Αντρέ Μιραμπέλ με τις γλωσσολογικές εργασίες του, ο Οκτάβ Μερλιέ με τη περίφημη μετάφραση του Παπαδιαμάντη, ο Ροζέ Μιλλιέξ βαθύς γνώστης του Παλαμά, και προ παντός ο Ρομπέρ Λεβέκ με τον πλατύτατο κύκλο των μεταφράσεών του απλωμένων σε όλη μας την ποίηση από τον Σολωμό ως τους νεώτατους λυρικούς μας, αποτελούνε μια λαμπρή χορεία φιλόλογων και λογοτεχνών που ο αυθόρμητος φιλελληνισμός τους και η ερευνητική προσήλωσή τους στα φαινόμενα της νεώτερης Ελλάδας τους αποκάλυψε γρήγορα τα μυστικά της λογοτεχνίας μας και τους έκανε να εργαστούνε με πάθος για την κριτική και τη γλωσσική της ενσωμάτωση στον κορμό της καθολικής πνευματικής ζωής της Ευρώπης. Το ελληνικό κοινό δε μπορεί παρά να είναι εξαιρετικά συγκινημένο από την έμπρακτη αυτή αφοσίωση των Γάλλων στη λογοτεχνία μας. Ανυψώνεται έτσι η συνείδησή μας η αξία της και μπορούμε πια να συγκρατήσουμε κάποια αλάθευτα κι’ αντικειμενικά κριτήρια που μας κάνουνε να πιστεύουμε πως πνευματικά τουλάχιστο δεν είμαστε τόσο μακρυά από τις μεγάλες αρτηρίες της Ευρώπης, όσο είναι άλλοι λαοί που γεωγραφικά είναι πιο σιμά της.
Ο κ. Λεβέκ, αν και καθηγητής, εργάζεται κυριολεκτικά σαν εμπνευσμένος ποιητής που τίποτα το σύγχρονο δεν του είναι ξένο και που του αρέσει να βλέπει τα παλαιά μέσα από το αισθητικό πρίσμα του σύγχρονου. Συνηθέστατα, οι φιλόλογοι προτιμούνε να πατάνε στο στερεό και δοκιμασμένο από πλήθος έρευνες έδαφος των κλασσικών έργων. Μα ο κ. Λεβέκ, διαθέτοντας σπάνια ποιητική διαίσθηση, πάθος ενεργό για τον καθαρό λυρισμό, αγάπη για τη νέα μας γλώσσα, και μια πεπειραμένη κριτική αίσθηση, κατώρθωσε να ανακαλύψει, και με το ένστικτο και με την παρατήρηση, μερικούς από τους πιο σημαντικούς ποιητές μας, παλαιούς και νέους, που το έργο τους ανταποκρίνεται άμεσα στα γνωρίσματα του αγνού λυρισμού και στα αισθητικά παράδοξα των εξαιρετικά και πολύκλαδα εξελιγμένων ποιητικών μορφών της εποχής μας. Εδώ και δύο χρόνια, μας χάρισε μία, όσο παίρνει επιτυχημένη μετάφραση, προλογισμένη φωτεινά και σχολιασμένη της «Μήτηρ Θεού» του Άγγελου Σικελιανού, που είναι ίσως το πιο ψυχικό και το πιο μυστικά λυρικό ποίημά του. Ακολούθησε η ακόμα πιο επιτυχημένη μεταφραστική απόδοση χαρακτηριστικά διαλεγμένων ποιημάτων από το έργο ενός τολμηρού νεωτεριστή, όμως βαθύτα λυρικού ποιητή, του Οδυσσέα Ελύτη, εργασία πολύ σημαντική, γιατί μας πρόσφερε μια μοναδική ευκαιρία να εκτιμήσουμε χεροπιαστή την πολύτιμη συμβολή του σύγχρονου ποιητικού μας λόγου στονεξελληνισμό του υπερρεαλισμού και γενικά του διεθνούς ποιητικού κινήματος. Και τελευταία μας πρόσφερε ο κ. Λεβέκ τον «Σολωμό» του, ένα καλαίσθητο και πολυτελέστατο τόμο από 100 σελίδες˙ έργο αγάπης και γνώσης, όπου για πρώτη φορά ο μεγάλος μας ποιητής παρουσιάζεται στο γαλλικό κοινό, συστηματικά βιογραφημένος, ερμηνευμένος, μεταφρασμένος. Το βιβλίο αυτό χωρίζεται σε τρία μέρη: στη βιογραφική και κριτική εισαγωγή, στη μετάφραση του «Κρητικού», των «Ελεύθερων Πολιορκημένων» και του «Πόρφυρα». Ας μιλήσουμε πρώτα για την εισαγωγή.
Σκοπός της λαμπρής αυτής εισαγωγής, εκτός από την ευσυνείδητη κι επιδέξια διαρθρωμένη παροχή στοιχείων και γραμματολογικών πληροφοριών για τη ζωή και το έργο του ποιητή, είναι προ παντός η πρωτότυπη αντιμετώπιση του όλου καλλιτεχνικού προβλήματος Σολωμού από μια υψηλή σκοπιά σύγχρονης ευρωπαϊκής κριτικής. Εμείς συνηθίσαμε να θεωρούμε το Σολωμό σαν ένα απόλυτο καλλιτεχνικό φαινόμενο. Βέβαια, κάθε μεγάλος δημιουργός φωτοστεφανώνεται από ένα είδος απολυτότητας, μα για έναν εξεταστή της συνολικής πνευματικής ζωής, όλα τα επί μέρους φαινόμενα είναι σχετικά και για όλα υπάρχει, φανερά ή κρυφά λειτουργώντας, ένας ρυθμός αλληλοεξαρτήσεων. Έτσι και με τον Σολωμό. Πρέπει λοιπόν να αισθανθούμε κάποια πίκρα γιατί εκτός από την ειδική περίπτωση της κριτικής του Βάρναλη, κανένας από τους νεώτερους Έλληνες κριτικούς δεν είχε συλλογισθεί να μεταθέσει το θεμελιακό αυτό πρόβλημα της πνευματικής μας ζωής από την άγονη κορυφή του απόλυτου κι’ από το μουσείο των προγονικών αξιών, στο κέντρο των πολύπλοκων σύγχρονων πειραμάτων κι’ ερευνών για το αληθινό νόημα και τις αισθητικές τύχες του ποιητικού λόγου. Οπωσδήποτε μέγας έπαινος του πρέπει του κ. Λεβέκ, γιατί με θαυμαστή σιγουριά, με διαίσθηση και με πλούσια γνώση των σχετικών στοιχείων, ανασυγκρότησε και τοποθέτησε το πρόβλημα Σολωμός μέσα σε μια πνευματική ατμόσφαιρα ολότελα σύγχρονη. Πρώτος μας έδειξε το δρόμο που πρέπει ν’ ακολουθήσουμε στο εξής, αν θέλουμε να αντικρύζουμε την πνευματική μας ζωή όχι πίσω από τους φακούς μιας στατικής και απόλυτης Ελληνικότητας αλλά σαν ένα τομέα δημιουργίας οργανικά δεμένο στο γενικό ρυθμό της παγκόσμιας πνευματικής παραγωγής. Γιατί έτσι μονάχα θα μπορούμε να επαληθεύουμε τη γενικώτερη σημασία των έργων της ελληνικής φαντασίας και να δοκιμάζουμε την αντοχή τους με απόλυτα πνευματικά κριτήρια.
Εύστοχα παρατηρεί ο κ. Λεβέκ, αρχίζοντας την εισαγωγή του, πως στη νέα Ελλάδα, τη χώρα αυτή των παραδόξων, η ποίηση ξεκίνησε με τον Μαλλαρμέ, αφίνοντας στον Ουγκώ την φροντίδα να γεννηθεί αργότερα. Έτσι ξαφνικά, η τιτανική προσπάθεια του Σολωμού προς την ποιητική τελειότητα, φωτίζεται από τον υποβλητικό προβολέα των αισθητικών ιδανικών της καθαράς ποίησης και πλαισιώνεται από αντίστοιχες ενέργειες κάποιων σπάνιων πνευμάτων να διασώσουνε την ποίηση από τη στεγνή συμβατικότητα του παλαιού κλασσικισμού –την κάθε τόσο εμφανιζόμενη σαν νεοκλασσικισμός- από το φοβερό νερούλιασμα του ρωμαντισμού κι από τον κατακλυσμό των αντιποιητικών ρασιοναλιστικών στοιχείων που εξαπόλησε προς την ποίηση η καταπληκτική ανάπτυξη και διάδοση της πρόζας. Αναμφισβήτητα, όπως μας δείχνει ο Λεβέκ, ο Σολωμός κοιταγμένος από παγκόσμια προοπτική, ανήκει στην ολιγάριθμη υπερεθνική οικογένεια των ποιητών που πιο πολύ από την άμεση δημιουργία ενόςέργου, τους απασχολήσανε τα γενεσιουργικά μυστικά της δημιουργίας αυτής, η συγκρότηση μιας καθαρής μεθόδου παραγωγής, υποταγμένης στην ανάγκη να πραγματοποιούνε καλλιτεχνικά αποτελέσματα τόσο αδιαπτώτως καθαρά και τόσο τελειωμένα μέσα στην έννοια του απόλυτου, ώστε η αισθητική πλήρωση ενός ιδανικού αναγνώστη να φτάνει στο μη περαιτέρω. Εξυπακούεται όμως πως ιδανικός αναγνώστης και προκριματικός ελεγκτής των αποτελεσμάτων αυτών δε μπορεί εδώ να είναι άλλος παρά ο ίδιος ο δημιουργός που δαμάζοντας όλα τ’ άλλα ενδιαφέροντα και τα λογής παραρτήματα του Εγώ του στο ένα και μόνο υπερ-προσωπικό καλλιτεχνικό του πάθος για τελειότητα, φτάνει συχνά ως την άρνηση του λόγου, ως την τραγική εκείνη μα τόσο καταπληκτικά υποβλητική και αποκαλυπτική σιωπή. Η οικογένεια αυτή που μεγαλοφυή γενάρχη της έχει τον Πόου, εξαντλιέται στα μυθικά πλέον ονόματα ενός Μπωντλαίρ ενός Μαλλαρμέ, ενός Βαλερύ και στο ποσοτικά ελάχιστο έργο τους που μολαταύτα ακτινοβολεί αντιστρόφως ανάλογα με τη στιχουργική έκτασή του. Ήρθε λοιπόν η ώρα να πολιτογραφηθεί στην οικογένεια αυτή και ο Σολωμός που όχι μόνο χρονολογικά προπορεύεται από τους τρεις τελευταίους μα προσθέτει κι όλας ένα νέο μεγαλείο, ένα φως πιο υπερφυσικό, στις προσπάθειές τους για την πραγματοποίηση της ποιητικής τελειότητας. Είναι το φως που σκορπάει στη γοητεία του απόλυτου αισθητικού ιδεώδους η ένθεη και ολοκληρωτική παρουσία και διάχυση του θρησκευτικού ανθρώπου μέσα στον ποιητικό λόγο. Γιατί ενώ ο Πόου και ο Μπωντλαίρ γυρέψανε τον τέλειο λόγο συγχωνεύοντας τη μουσική της λέξης με τη μουσική ενός απειροστά εξιδανικευμένου από τη ρωμαντική φαντασία τους αισθησιακού πάθους που μερίζει αναγκαστικά τον άνθρωπο˙ ενώ ο Μαλλαρμέ και ο Βαλερύ γυρέψανε την ίδια τελειότητα «παραχωρώντας, όπως είπε ο Τιμπωνταί, την πρωτοβουλία στη λέξη», δηλαδή αφαιρώντας κάπως τον άνθρωπο, ο Σολωμός γύρεψε να συνθέσει μουσικά στο λόγο τον τέλειο άνθρωπο με την τέλεια ποίηση: έναν άνθρωπο που είναι τέλειος γιατί κατανικώντας τις υλικές δεσμεύσεις της ζωής υψώνεται χαρούμενα προς το ηθικό αρχέτυπο του Θεού δίχως να καταστρέψει μέσα στα μάτια του την απέραντη κι άμεσα αισθητή ωραιότητα της Δημιουργίας˙ και μια ποίηση που είναι τέλεια, γιατί έβαλε σκοπό της να εκφράσει αυτούσιο ένα τέτοιο άνθρωπο. Αν αναλογιστούμε τώρα πως η ποίηση αυτή αναβρύζει από τέτοιες πηγές ομορφιάς και καλωσύνηςαισιοδοξίας και αθανασίας, και πως κυλά κάτω από έναν αισθητικό ουρανό ομηρικά διάφανο που κανένα ρωμαντικό ή άλλο σύννεφο δε σκίασε ποτέ και που μας αφίνει να τον χαρούμε σε όλο το παραδείσιο βάθος, δε θα βρούμε καθόλου υπερβολική ή ανεδαφική την ευρωπαϊκή θέση που ο Λεβέκ προσδιόρισε για το Σολωμό, κλείνοντας την εισαγωγή του με τον ακόλουθο προφητικό οραματισμό του Λωτρεαμόν˙ δραματισμό σα συμπέρασμα της κριτικής ενός κολασμένου ποιητή για τον σατανισμό ενός συναδέλφου: του Μπάυρων: «Αν και πιο μεγάλος ο Μπάυρων από τις συνήθεις μεγαλοφυΐες, αν βρίσκονταν στον καιρό του ένας άλλος ποιητής προικισμένος σαν κι αυτόν με την ίδια εξαιρετική διάνοια κι ικανός να του παραβγεί σαν αντίπαλος, πρώτος ο Μπάυρων θα ομολογούσε τη ματαιότητα της προσπάθειάς του να σκεπάσει ανάρμοστες κατάρες και πως μονάχα το καλό πρέπει ν’ ανακηρυχτεί με τη φωνή όλων των κόσμων άξιο της εκτίμησής μας». Είναι η θέση ενός αγνώστου στην Ευρώπη Θεού, αποκλειστικά προσωρισμένη για το Σολωμό.
Καθένας λοιπόν καταλαβαίνει τίνος είδους τεχνικές κι αισθητικές δυσκολίες είχε ν’ αντιμετωπίσει ο κ. Λεβέκ στη μεταφορά των στίχων του Σολωμού από τη γλώσσα που γεννήθηκε σε μιαν άλλη. Πώς να μη σβήσει στη μεταφορά το υπερφυσικό φέγγος των στίχων αυτών; Πώς ναξανατυπωθεί στην ξένη γλώσσα αυτούσιο το ηρωικό, το γενναίο, το αδιαίρετα ρυθμικό βήμα τους; Πώς να μη μεταμορφωθεί σε κάτι άλλο η απλή μα ουράνια συμπλοκή των λέξεων της δροσερής και αρμονικής Σολωμικής γλώσσας; Πώς να διατηρηθεί όμοια υποβλητικός ο ασύγκριτος λυρικός λακωνισμός της ποίησης αυτής που ο κάθε στίχος της αγκαλιάζει άνετα ένα σύνολο ουσιών κι ένα κύκλο κλειστής κι ολοκληρωμένης αρμονίας; Βεβαιότατα, οι ελεύθεροι στίχοι του κ. Λεβέκ δείχνουνε πόσο φωτεινά αισθητοποίησε ο μεταφραστής όλες αυτές τις δυσκολίες και πόσο ευτυχισμένες κατά προσέγγισιν λύσεις επέτυχε διασώζοντας στη δική του γλώσσα ό,τι ήτανε δυνατό να διασωθεί από ένα ανεπανάληπτο θαύμα. Αν όμως εμείς οι Έλληνες δυσκολευόμαστε να κρίνουμε αντικειμενικά τη μετάφραση του κ. Λεβέκ, γιατί κάθε στίχο μεταφρασμένο αστραπιαία τον αντιμετωπίζει, τιναγμένος από μέσα μας, ο αυθεντικός στίχος του Σολωμού, είναι βέβαιο πως ο Γάλλος αναγνώστης θα διαισθανθεί το θαύμα, θα καταλάβει περί τίνος πρόκειται και πιθανώτατα θα μελαγχολήσει, είτε γιατί δεν έμαθε ελληνικά, είτε γιατί ο Σολωμός δεν έτυχε να γεννηθεί Γάλλος. Και θα οφείλει πολλά στον κ. Λεβέκ, που στη μετάφρασή του αυτή κατώρθωσε να διατηρήσει την άνεση και την αμεσότητα της Σολωμικής φαντασίας, την εκφραστική απλότητα, το θερμό και παθητικό τόνο που διακρίνει πάντα τη σκέψη και το αίσθημα του Σολωμού. Άλλωστε, θα μπορέσει να χαρεί σχεδόν σαν πρωτότυπο το μεταφρασμένο πεζογράφημα του Σολωμού, την περίφημη «Γυναίκα της Ζάκυνθος» που ο κ. Λεβέκ ξανάπλασε με μια εξαιρετική ρώμη, ευρυθμία και πιστή καλλιτεχνική αναπροσαρμογή του ελληνικού κειμένου στα δύο θεμελιακά του γνωρίσματα: το βιβλικό ρυθμό του και τον δαντικό ρεαλισμό του.
[1945]          

Νάσος Βαγενᾶς - Ἔρωτας στὴν ὁμίχλη

Ἄρθρο στὸ Βῆμα
Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2005 - Ἀρ. Φύλλου 14649
Σελ. Β47, Κωδικὸς ἄρθρου: B14649B471


Ὁ Σεφέρης στὸ
Λονδίνο τὸ 1924
Τὰ λογοτεχνικὰ κείμενα μὲ θέμα καταστάσεις καὶ αἰσθήματα τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν Χριστουγέννων εἶναι τόσα, ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀποτελοῦν λογοτεχνικὸ εἶδος. Ἕνα εἶδος ἰδιαίτερο, καθοριζόμενο ἀπὸ χαρακτηριστικὰ ὄχι μορφικὰ ἀλλὰ θεματικά. Ποιήματα, διηγήματα, νουβέλες, ἀκόμη καὶ μυθιστορήματα, μὲ φόντο τῆς ἱστορίας τους τὶς ἑορτὲς τῶν Χριστουγέννων ὑπάρχουν πλῆθος σὲ ὅλες τὶς γλῶσσες τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καὶ ἀνασύρονται κάθε χρόνο τὶς μέρες τῶν Χριστουγέννων μὲ κάποια δόση νοσταλγίας γιὰ νὰ θυμίσουν πῶς αἰσθάνονταν τὶς ἡμέρες αὐτὲς οἱ ἄνθρωποι τῶν παλαιότερων ἐποχῶν. Ὄχι ὅτι σήμερα δὲν γράφονται τέτοια κείμενα. Ὅμως γράφονται καὶ δημοσιεύονται ὅλο καὶ λιγότερα, προφανῶς ἐπειδὴ τὸ θρησκευτικὸ αἴσθημα, ποὺ τὰ ἐμπνέει, εἶναι στὶς μέρες μας λιγότερο ἔντονο. «Τὸ εἶδος», παρατηρεῖ ἡ M. Θεοδοσοπούλου, «εἶναι πλέον μουσειακό».
Τὸ θρησκευτικὸ ὑπόβαθρο τοῦ θέματός τους μὲ τὰ αἰσθήματα ἐλπίδας ποὺ ὑποβάλλει κάνει ὥστε, συνήθως, ἡ ἔκβαση αὐτῶν τῶν λογοτεχνημάτων νὰ εἶναι αἰσιόδοξη. Λίγα εἶναι ἐκεῖνα στὰ ὁποῖα τὸ παραμυθητικὸ στοιχεῖο δὲν ὑπάρχει. Ἡ δραματικὴ (ἢ καὶ τραγική) διάσταση ποὺ τοὺς παρέχει αὐτὴ ἡ ἔλλειψη δίνει στὰ κείμενα αὐτὰ ἕνα στοιχεῖο πραγματισμοῦ, ποὺ ἐνισχύει, γιὰ ὅσους δὲν εἶναι θρησκευόμενοι, τὸ λογοτεχνικό τους βάθος.
Ἕνα τέτοιο κείμενο εἶναι τὸ διήγημα τοῦ Παπαδιαμάντη «Ὁ ἔρωτας στὰ χιόνια» (1896), ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα διηγήματα τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ ἀσφαλῶς τὸ ὡραιότερο ἀπὸ τὰ χριστουγεννιάτικα διηγήματά του. Ἀναλύσεις τοῦ διηγήματος αὐτοῦ ἔχουν γραφεῖ ἀρκετὲς καὶ εὔστοχες, καὶ θὰ ἦταν περιττὸ νὰ προσέθετα ἐδῶ ἄλλη μία. Γι᾿ αὐτὸ θὰ ἐπιχειρήσω κάτι διαφορετικό: νὰ τὸ διαβάσω παράλληλα μὲ ἕνα ἄλλο χριστουγεννιάτικο λογοτέχνημα, μὲ τὸ «Fog» τοῦ Σεφέρη, ποίημα τὸ ὁποῖο, ὅπως θὰ προσπαθήσω νὰ δείξω, συνδέεται μὲ τὸ «Ὁ ἔρωτας στὰ χιόνια» μὲ δεσμοὺς ὄχι μόνο συναισθηματικοὺς ἀλλὰ καὶ διακειμενικούς.

* Πεζογράφος ποιητής

Ἡ «συνομιλία» τοῦ «Fog» μὲ ἕνα διήγημα δὲν θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἐκπλήττει, ἀφοῦ ὁ «Ἔρωτας στὰ χιόνια» ἀνήκει σὲ ἐκεῖνα τὰ διηγήματα τοῦ Παπαδιαμάντη, τὰ ὁποῖα ἔχουν προσδώσει στὸν πεζογράφο τὸ εὔσημο τοῦ ποιητῆ. «Ὁ Παπαδιαμάντης «μουσικὴν ἐποίει» μὲ τὰ τεχνικὰ καλούπια τοῦ διηγήματος», γράφει ὁ Νιρβάνας· τὴν «ποιητικὴ νοημοσύνη τοῦ Παπαδιαμάντη» ἀναλύει ὁ Ἐλύτης. Ὡς ποιητὴ διαβάζει καὶ ὁ Σεφέρης «τὸν πιὸ μεγάλο πεζογράφο τῆς νέας Ἑλληνικῆς Λογοτεχνίας», ὅπως τὸν χαρακτηρίζει, ὅταν τὸν συναριθμεῖ μὲ τὸν Κάλβο καὶ τὸν Παλαμᾶ (Δοκιμές, Γ´). Ὁ θαυμασμὸς τοῦ Σεφέρη γιὰ τὸν Παπαδιαμάντη εἶναι στὰ κείμενά του ἐμφανής. Ἀλλὰ καὶ ἐπαληθεύεται ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν κατασκευὴ ἀρκετῶν στίχων του μὲ παπαδιαμαντικὰ ὑλικὰ (πρβλ., λ.χ., τὴν εἰκόνα τῆς νεαρῆς γυναίκας τῆς «Ἐγκωμης» μὲ ἐκείνη τῆς Μοσχούλας στὸ «Ὄνειρο στὸ κύμα»), ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ σχέση τοῦ «Fog» μὲ τὸ «Ὁ ἔρωτας στὰ χιόνια».
Θὰ μποροῦσε νὰ ὑποστηρίξει κανεὶς ὅτι τὸ «Fog» θὰ ἦταν ποίημα διαφορετικὸ ἤ, ἀκόμη, ὅτι δὲν θὰ εἶχε γραφεῖ, ἂν ὁ Σεφέρης δὲν εἶχε αἰσθανθεῖ τὴν ἀνάγκη νὰ διασταυρώσει τὸ ὀδυνηρὸ συναίσθημά του τῆς ἐρωτικῆς μοναξιᾶς μέσα στὴ χαρμόσυνη ἀτμόσφαιρα τῶν Χριστουγέννων - μὲ ὅσους στοχασμοὺς αὐτὸ ὑποβάλλει γιὰ τὸ νόημα τῆς ἀνθρώπινης μοίρας - μὲ τὸ ἀνάλογο συναίσθημα τοῦ διηγήματος τοῦ Παπαδιαμάντη. Πρόκειται γιὰ ἕνα συναίσθημα τοῦ ἀνεκπλήρωτου: τῆς ἀδυναμίας πρόσβασης, ἐξαιτίας τοῦ ἀνέφικτου μιᾶς ἐρωτικῆς πλήρωσης, σὲ ἕναν ποθούμενο ἁρμονικὸ κόσμο.
Καὶ στὰ δυὸ κείμενα ἕνας ἄντρας ἀποζητᾶ μάταια, τὶς ἡμέρες τῶν Χριστουγέννων, τὸν ἔρωτα μιᾶς γυναίκας, περιφερόμενος, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τῶν στίχων ἑνὸς τραγουδιοῦ, σὲ ἕνα λευκὸ τοπίο (στὸν Παπαδιαμάντη χιονισμένο, στὸν Σεφέρη μέσα στὴν ὁμίχλη), τὸ ὁποῖο στὰ μάτια του, ἐξαιτίας τῶν αἰσθημάτων ποὺ τὸν βασανίζουν, ἀποκτᾶ μία διάσταση ὀνειρική. Ἡ γυναίκα, τὴν ὁποία ὁ παγωμένος ἀπὸ τὸ κρύο ἄντρας δὲν τολμᾶ (Παπαδιαμάντης) ἢ δὲν ἀποφασίζει (Σεφέρης) νὰ πλησιάσει, βρίσκεται ἀδιάφορη μέσα στὴ θαλπωρὴ τοῦ ζεστοῦ σπιτιοῦ της, τὸ ὁποῖο στὴν ψυχὴ τοῦ ἄντρα φαντάζει σὰν μία ἐπίγεια - ὅμως ἀπρόσιτη (Παπαδιαμάντης) ἢ ματαιωμένη (Σεφέρης) - ἐκδοχὴ τῆς Ἐδέμ. Ὁ ἥρωας τοῦ Παπαδιαμάντη τελικὰ πεθαίνει ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τῆς γυναίκας σκεπαζόμενος ἀπὸ τὸ χιόνι ποὺ πέφτει ἀδιάκοπα, ἐνῶ τοῦ Σεφέρη βυθίζεται στὴ μοναξιά του καὶ στὴν ὀδυνηρὴ μνήμη τοῦ ματαιωμένου του ἔρωτα.

* Παράλληλες δομές

Ὁ Ἀλέξανδρος
Παπαδιαμάντης
στὴ Δεξαμενή τὸ
1906 (φωτογραφία
τοῦ Παύλου Νιρβάνα)
Θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι αὐτὲς οἱ ὁμοιότητες τῶν δυὸ κειμένων εἶναι ἀναμενόμενες, ἀφοῦ τὸ θέμα τους ἀποτελεῖ κοινὸ τόπο, ὁ ὁποῖος ὑποβάλλει ἀνάλογες περιγραφικὲς συντεταγμένες. Ἄλλωστε ἡ ἔκβαση τῶν δυὸ κειμένων εἶναι διαφορετική, ἀφοῦ καθορίζεται ἀπὸ τὴν ἀνόμοια τοποθέτηση τῶν συγγραφέων τους ἀπέναντι στὴν ἀπώτερη ἀναζήτηση ποὺ αὐτὰ ἐκφράζουν: ὁ Παπαδιαμάντης, ποὺ δὲν ἔχει, ὅπως ἔχει ὁ Σεφέρης («κάτι θὰ βροῦμε ζήτα-ζήτα»), τὴν ἐλπίδα γιὰ τὴν ἐπίτευξη μιᾶς κάποιας ἐπίγειας λύτρωσης καὶ ἐπαφίεται μόνο στὴν ἔσχατη κρίση, βλέπει στὸν θάνατο μέσα στὸ χιόνι τὸ σύμβολο μιᾶς καθαρτήριας διαδικασίας, ἡ ὁποία θὰ ὁδηγήσει τὸν «γυμνὸν καὶ τετραχηλισμένον» ἥρωά του ἐξαγνισμένο «ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ, τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερῶν». Ὡστόσο ἄλλες ὁμοιότητες, στὸ σχῆμα καὶ στὶς λεπτομέρειες τῶν δυὸ ἀφηγήσεων καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν ἐμβέλεια τοῦ κοινοῦ τόπου, δείχνουν ὅτι καὶ οἱ βασικὲς ὁμοιότητές τους ποὺ περιέγραψα δὲν θὰ πρέπει νὰ εἶναι συμπτωματικές.
Παρότι τὰ δυὸ κείμενα εἶναι ἀπὸ τὴν ἄποψη τῆς μορφῆς διαφορετικά, ἡ δομὴ τοὺς παρουσιάζει σημαντικὲς ἀναλογίες: στὴν «τριαδικὴ κατανομή» τῶν μερῶν τοῦ «Ὁ ἔρωτας στὰ χιόνια» (Γ. Κεχαγιόγλου) ἀντιστοιχεῖ ἡ τριμερὴς ἀνάπτυξη τῶν στροφῶν τοῦ «Fog», ἡ ὁποία στὸ ποίημα σημαίνεται μὲ τὴν ἐπωδικὴ ἐπανάληψη τοῦ στίχου ἑνὸς ἐλαφροῦ ἐρωτικοῦ τραγουδιοῦ στὴν ἀρχὴ τοῦ κάθε μέρους («Πές της το μ᾿ ἕνα γιουκαλίλι...»). Ἀνάλογα ἐπωδικὴ εἶναι ἡ ἐπανάληψη τῶν δημοτικότροπων ἐρωτικῶν δίστιχων ποὺ τραγουδάει ὁ ἥρωας τοῦ διηγήματος («Σοκάκι μου μακρύ-στενό...», «Γειτόνισσα, γειτόνισσα...») - καὶ στὰ δυὸ κείμενα οἱ στίχοι τῶν τραγουδιῶν ἀπευθυνόμενοι πρὸς τὸ ἀντικείμενο τοῦ πόθου τῶν πρωταγωνιστῶν τους συνοψίζουν τὸ αἴσθημά τους: ὁ ἥρωας τοῦ Σεφέρη «τῆς τὸ λέει» μὲ ἕνα γιουκαλίλι· ὁ ἥρωας τοῦ Παπαδιαμάντη μὲ ἕνα τραγούδι.
Ὄχι τυχαία ἐπίσης φαίνονται ὁρισμένα κοινὰ χαρακτηριστικὰ στὴν περιγραφὴ τῆς γυναίκας: «πολυλογοὺ καὶ ψεύτρα» ἐμφανίζεται στὸ διήγημα, φλύαρη καὶ ἀναξιόπιστη («Λόγια γιὰ λόγια, κι ἄλλα λόγια») τὴ βλέπουμε στὸ «Fog». Καὶ στὰ δυὸ κείμενα ἡ φιλαρέσκεια τῆς γυναίκας δηλώνεται μὲ τὸν γυαλιστερὸ καλλωπισμό της (Παπαδιαμάντης: «τὸ γυάλισμά της, τὸ βερνίκι καὶ τὸ κοκκινάδι της»· Σεφέρης: «Βλέπω τὰ κόκκινά της νύχια / μπρὸς στὴ φωτιὰ πῶς θὰ γυαλίζουν»). Ἀλλὰ καὶ κάποια ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἄντρα, στὶς δυὸ περιπτώσεις, εἶναι κοινά: μὲ πολυκύμαντες τὶς τροπὲς τοῦ βίου τους, ἔρημοι τώρα (Παπ.: «Κανέναν δὲν εἶχε εἰς τὸν κόσμον, ἦτον ἔρημος»· Σέφ.: «Τώρα συνήθισα μονάχος»), ἀναλογίζονται τοὺς «πρὸ τῆς δυστυχίας χρόνους» (Παπ.) ἢ ὁραματίζονται (ἂν δὲν τὴν εἶχαν ζήσει) τὴν ἐποχὴ τῆς εὐτυχίας («Ἀγάπη ποῦ ῾ναι ἡ ἐκκλησιά σου; / βαρέθηκα πιὰ στὰ μετόχια» - Σεφ.), χωρὶς νὰ βρίσκουν παρηγοριὰ (Παπ.: «Δὲν ἠμποροῦσε νὰ εὕρῃ παρηγορίαν»· Σεφ.: «Τάχα παρηγοριὰ θὰ βροῦμε;»).

* Εὔγλωττες εἰκόνες

Ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἂν - καὶ πάλι - σκεφτοῦμε ὅτι οἱ ἀντιστοιχίες τοῦ ποιήματος καὶ τοῦ διηγήματος ποὺ περιέγραψα ὡς τώρα εἶναι τυχαῖες, ὑπάρχει ἡ ὁμοιότητα δυὸ ἀκόμη, κεντρικῶν, εἰκόνων τους· ἡ κοινὴ παρουσία τῶν ὁποίων καὶ ὁ οὐσιώδης ρόλος τους στὴν ἐναργέστερη ἔκφραση τοῦ αἰσθήματος τῶν δυὸ κειμένων καθιστοῦν, πιστεύω, τὴ συνομιλία τοῦ «Fog» μὲ τὸ «Ὁ ἔρωτας στὰ χιόνια» ἀδιαμφισβήτητη, φωτίζοντας καλύτερα καὶ τὶς ὑπόλοιπες ὁμοιότητές τους.
Ἡ πρώτη εἰκόνα εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς «ὀνειρικότητας», τὴν ὁποία, ὅπως εἴπαμε, βιώνουν οἱ δυὸ ἥρωες· ἡ αἴσθηση ἑνὸς βυθοῦ, ὅπου βρίσκονται ναυαγισμένοι: «Εἰς τὸ πνεῦμα του τὸ ὑποβρύχιον τοῦ ἤρχοντο ὡς ναυάγια αἱ λέξεις. [...] Ἐφαντάζετο ἀμυδρῶς μίαν εἰκόνα, μίαν ὀπτασίαν, ἓν ξυπνητὸν ὄνειρον. Ὡσὰν ἡ χιὼν νὰ ἰσοπεδώσῃ καὶ ν᾿ ἀσπρίσῃ ὅλα τὰ πράγματα: Τὸ καράβι, τὴν θάλασσαν, τὰ ψηλὰ καπέλλα, τὰ ὡρολόγια, [...] τὰ ναυάγια...» (Παπ.) - «Τόσοι καὶ τόσοι εἶναι οἱ πνιγμένοι / κάτω στῆς θάλασσας τὸν πάτο. // Τὰ δέντρα μοιάζουν μὲ κοράλλια / ποὺ κάπου ξέχασαν τὸ χρῶμα / τὰ κάρα μοιάζουν μὲ καράβια / ποὺ βούλιαξαν καὶ μείναν μόνα...» (Σεφ.).
Ἡ δεύτερη εἰκόνα εἶναι ἐκείνη ἑνὸς μαραζωμένου (Σεφ.) / μαρασμένου (Παπ.) καὶ ἄσφαιρου ἐρωτιδέα (ἐρωτιδέων), ποὺ προσπαθεῖ, μέσα στὸ λευκὸ τοπίο, νὰ χτυπήσει, σὰν νὰ ἦταν πουλιά, τὶς καρδιὲς / ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων: «Νὰ εἶχεν ὁ ἔρωτας σαΐτες!.. νὰ εἶχε βρόχια... [...] Ἐφαντάζετο τὸν ἔρωτα ὡς ἕνα εἶδος γέρο-Φερετζέλη [...] νὰ στήνη βρόχια ἐπάνω εἰς τὰ χιόνια διὰ νὰ συλλάβη τὶς ἀθῶες καρδιὲς ὡς μισοπαγωμένα κοσσύφια. [...] Τὰ κοσσυφάκια [...] καὶ αἱ κίχλαι αἱ εὔθυμοι πίπτουσι θύματα τῆς θηλιᾶς του» - «Fog»: «εἶναι οἱ ἀγγέλοι τους μαράζι. // Κι οἱ ἀγγέλοι ἀνοῖξαν τὰ φτερά τους / μὰ χάμω χνότισαν ὁμίχλες / δόξα σοι ὁ θεός, ἀλλιῶς θὰ πιάναν / τὶς φτωχιές μας ψυχὲς σὰν τσίχλες».
«Ὁ ἔρωτας στὴν ὁμίχλη» θὰ ἦταν ἕνας τίτλος ἀκριβέστερος γιὰ τὸ «Fog». Ὄχι μόνο γιατί θὰ ἐξέφραζε καλύτερα τὸ αἴσθημα τῶν στίχων του, ἀλλὰ καὶ γιατί μὲ τὴ διασύνδεσή του μὲ τὸν τίτλο τοῦ διηγήματος τοῦ Παπαδιαμάντη θὰ ὑποδήλωνε - μέσῳ καὶ τοῦ χρονοτοπωνυμίου ποὺ συνοδεύει τὸ ποίημα («Λονδίνο, Χριστούγεννα 1924») - ὅτι περιέχει ἕνα ἀκόμα βίωμα: τὸν καημὸ ἑνὸς ξενιτεμένου νέου ποιητῆ, ποὺ ἀπὸ τὶς πρῶτες του κιόλας συνθέσεις προσπαθεῖ νὰ συνδεθεῖ μὲ τὶς πιὸ ζωτικὲς ρίζες τῆς λογοτεχνικῆς παράδοσης τῆς γλώσσας του· ρίζες πού, βέβαια, δὲν σημαίνει ὅτι δὲν μποροῦν νὰ τρέφονται καὶ ἀπὸ ξένες λογοτεχνικὲς πηγές. Διότι πιστεύω ὅτι ὁ Σεφέρης θὰ εἶχε ἀντιληφθεῖ ὅτι τὸ διήγημα τοῦ Παπαδιαμάντη, μὲ τὸν θάνατο τοῦ ἥρωά του - παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων - πάνω στὸ χιόνι ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῶν ὀνείρων του, συνομιλεῖ δημιουργικὰ μὲ τὸν ἀνάλογο θάνατο - παραμονὲς τῆς Πρωτοχρονιᾶς - τῆς ἡρωίδας τοῦ ὀνειρικοῦ διηγήματος «Τὸ κοριτσάκι μὲ τὰ σπίρτα» τοῦ Χὰνς Κρίστιαν Ἀντερσεν.
Ὁ κ. Νάσος Βαγενᾶς εἶναι καθηγητὴς τῆς Θεωρίας καὶ Κριτικῆς τῆς Λογοτεχνίας στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν.

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

ΟΛΒΙΑ ΠΑΠΑΗΛΙΟΥ "Οι βελονιές της δεσποινίδος Πέρσας"






«Κι έλεγε η κυρά εκείνη η λεγάμενη – κλαίγοντας μάλιστα στην αγκαλιά της Ελισσώς – ότι αυτό της είχε πει ο αρχοντάντρας της, Εσύ και που πεθαίνω, να μη νοιάσκεσαι – εγώ σε πήρα, και για πάντα θα σε ντύνω, εσύ με πήρες, και για μένα θα ξεντύνεσαι. Εγώ τα άκουγα αυτά και μου πιανούταν η ψυχή, κρίμα την έμμορφη τη μέση της, κρίμα τις γάμπες έλεγα, κρίμα μια τέτοια πάπια να πάγαινε αχάιδευτη. Αλλά, ότι ο άντρας της τη φρόντισε σωστά, αυτό να λέγειται: κάμποσα χρόνια αργότερα, της έφτιαχνα εγώ το λαχουράκι, κυκλοφορούσε η κυρούλα σα να μην είχε χάσει το κορμάκι της το μπούσουλα, κι ας ήτανε μικρή-μικρή, την πάγαιναν τα ρούχα σαν τη φρεγαδοπούλα κι η αγάπη του αντρός της την ταξίδευε».




Το Σάββατο 21/3/15 στις 8μ.μ. η τότα σακελλαρίου θα διαβάσει τον θεατρικό μονόλογο της Ολβίας Παπαηλίου, «Οι βελονιές της δεσποινίδος Πέρσας», στην Υδράνη.*

Παράλληλα, θα λειτουργεί έκθεση φορεμάτων κούκλας στην Ελευσι* δια χειρός Ολβίας Παπαηλίου.

Είσοδος: 5ευρώ
για κρατήσεις θέσεων τηλ: 6970199404


*καλλιτεχνικό σωματείο
«Ελευσις & Υδράνη»
Ευμολπιδών 9Α – Κεραμεικός

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2015

Ο ζωγράφος Αλέκος Λεβίδης συνομιλεί με τον Ψυχίατρο-ψυχαναλυτή Δημήτρη Κυριαζή


Σάββατο, 14 Μαρτίου, 12.00-14.00, βιβλιοπωλείο Αρμός, (Μαυροκορδάτου 11, Αθήνα), προσέλευση: 11:30 π.μ.
Μία εκ βαθέων συν-ομιλία ανάμεσα στον ζωγράφο Αλέκο Λεβίδη και τον Ψυχίατρο-Ψυχαναλυτή Δημήτρη Κυριαζή. Όπως σε κάθε συνάντηση της σειράς αυτής, ένας εικαστικός συζητά με ένα ψυχαναλυτή. Μέσα από τη σταδιακή αποκάλυψη του έργου του, τη συζήτηση και τη συμμετοχή του κοινού, ο εσωτερικός κόσμος και το μήνυμα του κάθε έργου ανεξαρτητοποιείται από τον δημιουργό του και γίνεται κτήμα του κάθε θεατή που είναι αποφασισμένος να ανοιχθεί σε αυτό.
047     I     85x85cm  1995
ΑΛΕΚΟΣ ΛΕΒΙΔΗΣ 
Αντιμετωπίζω με σχετική επιφύλαξη τις ψυχαναλυτικές ερμηνείες των έργων τέχνης. Τα λίγα κείμενα που έχω διαβάσει του ίδιου του Freud μου φαίνεται ότι αφορούν περισσότερο την ίδια την ψυχανάλυση παρά τη ζωγραφική. Θα μπορούσα εν μέρει να εξηγήσω αυτό που εννοώ και παράλληλα να περιγράψω και τη δική μου θέση για τη ζωγραφική χρησιμοποιώντας τη σχέση ενός οξυδερκούς κριτικού για τον Max Ernst: “Δεν ζωγραφίζει ό,τι έχει ονειρευτεί, ονειρεύεται ζωγραφίζοντας”. Να προσθέσω ακόμα ότι πιστεύω ότι ένας πίνακας από τη στιγμή που φεύγει από τα χέρια του ζωγράφου αποκτά την αυτονομία του. Για να είμαι ακριβέστερος, το έργο ερμηνεύεται και ανανοηματοδοτείται κάθε φορά μέσα από το εικαστικό βίωμα και το συναίσθημα του εκάστοτε θεατή. Και θεατής λογίζεται και ο εκάστοτε ψυχαναλυτής που επιχειρεί με τα δικά του εργαλεία να “ερμηνεύσει” το έργο συνδέοντάς το με την προσωπικότητα, το συνειδητό και το ασυνείδητο του δημιουργού του. Επομένως, αυτή η διαδικασία λίγο αφορά τον καλλιτέχνη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μια συζήτηση σαν κι αυτή έχει τα όρια της. Ας αφήσουμε τα έργα να μιλήσουν.
2
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ 
Προσβλέπω στη συνάντηση με τον ζωγράφο Αλέκο Λεβίδη το έργο του οποίου με έχει συγκινήσει, όπως και η σκέψη του γύρω από τους θεμελιώδεις μετασχηματισμούς που έφερεστη ζωγραφική ο αρχαίος ελληνικός κόσμος και τη μετεξέλιξη των αντιλήψεων στο Βυζάντιο. Για τον ζωγράφο μας ισχύει το ότι «ονειρεύεται ζωγραφίζοντας» και αισθάνομαι ότι το έργο του προσφέρεται για πολλαπλές αναγνώσεις από την πλευρά του θεατή και μάλιστα του ψυχαναλυτή. Θέματα όπως η δημιουργική σύλληψη του «αισθητικού αντικειμένου», η ασυνέχεια και οι ρήξεις που χαρακτηρίζουν την πορεία της έντεχνης δημιουργίας, η ζώσα και η κατασκευασμένη «παράδοση» όπως και η όποια «αλήθεια» κατατίθεται στο έργο του αναμένεται να συζητηθούν. Είναι βαθύς γνώστης της αρχαϊκής, κλασσικής, και ελληνιστικής ζωγραφικής, ενώ η ζωγραφική του βρίσκεται σε διάλογο με την μοντέρνα ευρωπαϊκή τέχνη. Στα έργα του βρίσκει κανείς -μεταξύ άλλων- καιαποήχους της μεταφυσικής ζωγραφικής του Giorgio De Chirico, αλλά και σουρεαλιστικές επιρροές. Το ζωγραφικό του ύφος «χρωματίζεται» από μια διακριτική θλίψη και χαρακτηρίζεται από μια υπαρξιακή νοσταλγία της απόλυτης πραγματικότητας, του έρωτα, της ομορφιάς, σε καιρό νεκρότητας, απουσίας και κενού. Η σύγχρονη κοινωνική, πολιτική και ιστορική πραγματικότητα απεικονίζεται στο έργο του. Σε πολλούς πίνακες του υποδηλώνεται «μια γλώσσα» που παραπέμπει στην «πρωτογενή διαδικασία της ονειρικής σύνθεσης»∙ άλλοτε πάλι το έργο του κινείται στο ρεύμα της παραστατικής ζωγραφικής ενώ συγχρόνως μέσα από «στοχαστικές εφαρμογές» διαμορφώνει ένα προσωπικό ιδίωμα.
IMG 0124 resize  3
Δηλώσεις συμμετοχής: 
Εκδόσεις Πορφύρα, τηλ. 2130291224, κα Παναγοπούλου Καλλιόπη
Επιμελητές της σειράς: 
Δρ. Δημήτρης Κυριαζής, Ψυχίατρος-Ψυχαναλυτής 
π. Σταμάτης Σκλήρης, Ιερέας-Αγιογράφος 
Ίρις Κρητικού, Ιστορικός Τέχνης
Κόστος συμμετοχής: 8€ η μία συνάντηση/για φοιτητές και άνεργους 6€. 
Προαγορά όλων των συναντήσεων, 35€ . 
Κρατήσεις θέσεων, Εκδόσεις Πορφύρα, 213 0291224, 
Καλλιόπη Παναγοπούλου
Βάσω Σωτηρίου 
Δημόσιες Σχέσεις & Επικοινωνία 
Τηλ: +30 211 400 5461 
Κιν.:. +30 6936 159 835 
www.vassosotiriou.gr
Email: vasso_sotiriou@hotmail.com 
Facebook: vasso.sotiriou1
1px