Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2015

Ασμα Ασμάτων

''Ειν' δυνατή σα θάνατος η αγάπη''

Ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην, 
και ποταμοί ου συγκλύσουσιν αυτήν.

Μουσική:Μάνος Χατζιδάκις Ερμηνεία: 
Φλέρυ Νταντωνάκη-Γρ.Ψαριανός .-
Στίχοι:   
Εκκλησιαστικοί



Κραταιά ως Θάνατος Αγάπη    
Τι ωραιώθης και τη ηδυνήθης, 
αγάπη, εν τρυφαίς σου!
Τούτο μέγεθός σου...

Ωμοιώθης τω φοίνικι, 

και οι μαστοί σου τοις βότρυσιν. 
Είπα: Αναβήσομαι επί τω φοίνικι, 
κρατήσω των ύψεων αυτού.

Εγώ τω αδελφιδώ μου, 
και επ’ εμέ η επιστροφή αυτού.
Ευώνυμος αυτού υπό την κεφαλήν μου, 
και η δεξιά αυτού περιλήμψεταί με.


Υπό μήλον εξήγειρά σε...
Και η δεξιά αυτού περιλήμψεταί με...

Εκεί ωδίνησέν σε η μήτηρ σου... 

Ευώνυμος αυτού υπό την κεφαλήν μου...
Εκεί ωδίνησέν σε η τεκούσα σου.

Θες με ως σφραγίδα επί την καρδίαν σου, 
ως σφραγίδα επί τον βραχίονά σου. 
Ότι κραταιά ως Θάνατος Αγάπη, 

σκληρός ως Άδης Ζήλος.

Περίπτερα αυτής περίπτερα πυρός, φλόγες αυτής.
Ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην, 
και ποταμοί ου συγκλύσουσιν αυτήν.

''Ασμα ασμάτων ''



Το Άσμα ασμάτων είναι ένα από τα πιο γνωστά βιβλία της Αγίας 

Γραφής, αλλά λίγοι γνωρίζουν ότι πρόκειται για ένα ερωτικό ποίημα
που δημιουργήθηκε κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. μάλλον από το βασιλιά
 Σολομώντα. 
Το ποίημα «Ασμα Ασμάτων» αποτελείται από 117 στίχους και 
θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά θρησκευτικά κείμενα.

 

Ασμα Ασματων, στιχοι


Όμορφη, όμορφη, όμορφη που “σαι αγάπη μου.

Τι όμορφη που είσαι.
Γλυκιά σαν του περιστεριού και τρυφερή η ματιά σου. Καμιά 
από τις όμορφες δεν παραβγαίνει εμπρός σου.
Εσύ “σαι κρινολούλουδο κι” εκείνες είναι αγκάθια.



 Ίδια με κόκκινη κλειστή τα κόκκινα σου χείλη.

Σα ρόδι που το κόψανε στη μέση μού φαντάζει πίσω από το πέπλο
 σου το ροδομάγουλο σου.



Τα δυο σου στήθια μοιάζουνε δίδυμα ζαρκαδάκια που να 
βοσκήσουν βγήκανε μες στα ανθισμένα κρίνα.

Φίλα με, φίλα με, μ” όλα τα φιλιά που έχεις μες στο στόμα, 
μέθα με στης αγκάλης σου το πιο γλυκό κρασί, και το όνομα 
σου άρωμα, μύρο χυμένο κάτω.


Όλων των μύρων τ” άρωμα και η ευωδιά είσαι εσύ. Ναι, πιο πολύ 
κι” από το κρασί μεθώ όταν μ” αγγίζεις. Να σ” αγαπάνε, άντρα μου, 
αυτό μονάχα αξίζεις. 



Όμορφη, αψεγάδιαστη είσαι αγαπημένη. Αχ, μου “χεις κλέψει την 

καρδιά μου, αγάπη μου, αδελφή μου, μ” ένα σου βλέμμα μοναχά,
 μια χάντρα στο λαιμό σου.
Μέλι κερήθρας στάζουνε τα δυο γλυκά σου χείλη, μέλι και γάλα 
αργοκυλούν στη γλώσσα σου από κάτω. 



 Κήπος κλειστός, ολάνθιστος είσαι αγαπημένη, πηγή με γάργαρο 

νερό. Παράδεισος από δροσιές, παράδεισος από ροδιές το κάθε σου
 αυλάκι.



Κανέλα, μοσχοκάλαμο κι” ο νάρδος με τον κρόκο, και ρίζες

 αρωματικές του Λίβανου και σμύρνα και αλόη, και όποιο
 μύρο πεις, σε “σένα ευωδιάζουν.



Σήκω Βοριά, έλα Νοτιά, φύσα τα κλωνιά μου, να ξεχυθούν, να 

σκορπιστούν παντού οι ευωδιές μου. Σήκω Βοριά, έλα Νοτιά 
φυσήξτε τα κλωνιά μου να ξεχυθούν, να σκορπιστούν παντού τα 
αρώματά μου.



Σήκω Βοριά, έλα Νοτιά, φυσήξτε τα κλωνιά μου να ξεχυθούν,

 να σκορπιστούν παντού τα αρώματά μου.


Κι” ας κατεβεί ο άντρας μου στο κήπο που “ν” δικός του, για να 

γευτεί όποιο καρπό απ” τα κλαδιά του θέλει, για να γευτεί όποιο 
καρπό απ” τα κλαδιά μου θέλει.


 Η Ειρήνη Παππά απαγγέλλει από το Άσμα 

Ασμάτων του Σολομώντα, 4ος αιώνας, π.Χ. Η 
μετάφραση και ποιητική απόδοση ανήκει στον 
Λευτέρη Παπαδόπουλο και η μουσική στον 
Βαγγέλη Παπαθανασίου (δίσκος "Ραψωδίες",1986



Ἰάκωβος Καμπανέλλης - Ἄσμα Ἄσμάτων

Το 'Ασμα 'Ασμάτων ,ανήκει σ' ένα απο τα τέσσερα 
τραγούδια του έργου -Mαουτχάουζεν (The Balad of Mauthausen)
 ονομάστηκε ο κύκλος τραγουδιών τουΜίκη Θεοδωράκητα οποία 
αποτελούν μελοποίηση -κατά κύριο λόγο- του αφηγηματικού έργου Μαουτχάουζεν του Ιάκωβου Καμπανέλληστο οποίο π
εριγράφεται ο έρωτας δύο κρατουμένων στο ομώνυμο στρατόπεδο 
συγκέντρωσης.


ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ  " ΑΣΜΑ

 ΑΣΜΑΤΩΝ "

Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου

με το καθημερνό της φόρεμα
κι ένα χτενάκι στα μαλλιά.
Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία. 
Κοπέλες του Άουσβιτς, 
του Νταχάου κοπέλες, 
μην είδατε την αγάπη μου; 
Την είδαμε σε μακρινό ταξίδι, 
δεν είχε πιά το φόρεμά της
ούτε χτενάκι στα μαλλιά. 
Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου, 
η χαϊδεμένη από τη μάνα της
και τ’ αδελφού της τα φιλιά.
Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία. 
Κοπέλες του Μαουτχάουζεν, 
κοπέλες του Μπέλσεν, 
μην είδατε την αγάπη μου; 
Την είδαμε στην παγερή πλατεία
μ’ ένα αριθμό στο άσπρο της το χέρι, 
με κίτρινο άστρο στην καρδιά. 
Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου, 
η χαϊδεμένη από τη μάνα της
και τ’ αδελφού της τα φιλιά.
Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία.

(Φαγιούμ -Δημήτρης Αργυρίου)


 Μιλτιάδης Μαλακάσης, Άσμα Ασμάτων

‘Ελα και γείρε το τετράξανθο κεφάλι

Μες στη λαχταρισμένη μου αγκαλιά.

‘Εχω τραγούδια να σου πω και πάλι,

Τώρα που δε σε νανουρίζουν τα πουλιά





Η νύχτα, ιδές, γυρνά μαυροντυμένη

‘Ολα σιωπηλά κοιμούνται γύρω,

‘Ελα, ακριβή μου, ονειροπλανεμένη,

Να με μεθύσεις με τ’ απόκρυφό σου μύρο.

‘Ελα τραγούδι να σου πω και πάλι˙

‘Ελα και γείρε το τετράξανθο κεφάλι

Μες στη λαχταρισμένη μου αγκαλιά˙

Τώρα που δε λαλούνε τα πουλιά,

‘Ελα τραγούδια να σου πω και πάλι.




 Άσμα Ασμάτων (το προανάκρουσμα σε


μετάφραση Γιώργη Έξαρχου)

Μ’ έχει φιλήσει με φιλιά απ’ το δικό του στόμα

Τι πιο γλυκά κι απ’ το κρασί είναι τα δυο βυζιά 

σου

Το άρωμα που εσύ φοράς όλα τα ξεπερνάει

Κι απλώθηκε σαν άρωμα παντού το όνομά σου

Γι’ αυτό κι όλες οι νεαρές κοπέλες σε αγαπήσαν



Πίσω σου ξαμολήθηκαν, τρέχουνε στο άρωμά 


σου

Ο βασιλιάς με έμπασε στο υπνοδωμάτιό του

Χαρούμενα κι ευχάριστα μαζί σου θα περνάμε

Απ’ το κρασάκι πιο πολύ γουστάρω τα βυζιά σου

Ξέρεις στα ίσα σου μιλώ, σε έχω αγαπήσει.



Άσμα Ασμάτων, σε μετάφραση Γ. Σεφέρη
Πότε γράφτηκε το «Ασμα Ασμάτων»; 

Σημειώνει στον πρόλογό του ο Σεφέρης: «… η 

εποχή της συναρμολόγησης του ποιήματος 

πρέπει να είναι ο Δ’ π.Χ. αιώνας. Τότε ένας 

Ιεροσολυμίτης συντάκτης με εμμονή την 

ανάμνηση του Σολομών ενσωμάτωσε διάφορα 

ιουδαϊκά κομμάτια με στοιχεία από το Μοάβ ή 

και από τη Συρία σ’ αυτό το σύνολο, όπου είναι 

αισθητές και οι ελληνικές επιρροές».

Γράφτηκε σε εβραϊκή -αραμαΐζουσα (σημιτική) 

γλώσσα και μεταφράστηκε στην ελληνιστική 

από τους «Εβδομήκοντα», μια επιτροπή από

 Ιουδαίους ελληνιστές.

Προσθέτει ο Σεφέρης:

«Δεν νομίζω πως χρειάζεται, ούτε είναι δουλειά

 μου, να επιβαρύνω αυτό το σημείωμα με 

περισσότερες φιλολογικές λεπτομέρειες. Μόνο 

θα έπρεπε να προσθέσω πως το Ασμα, μολονότι

 ξεκίνησε από την ποιμενική Αφροδίτη και 

υμνεί με πάθος εξαιρετικά έντονο τον ερωτικό 

πόθο και τη λαχτάρα του αποχωρισμένου από 

τον αγαπημένο του, μολονότι δεν μνημονεύει

 διόλου τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό, 

βρήκε ωστόσο -όχι χωρίς συζητήσεις είναι 

αλήθεια- μια θέση στον Κανόνα της Παλαιάς 

Διαθήκης».

Το «Ασμα» είναι ένα γαμήλιο τραγούδι, που 

βλάστησε σ’ έναν ποιμενικό λαό, τον λαό της 

Παλαιστίνης. Τα δε πρόσωπα που 

πρωταγωνιστούν είναι η Νύφη, ο Αντρας και ο

 Χορός από γυναίκες ή και άντρες. Μερικοί 

στίχοι:

«Να με φιλήσει»…

«Η Νύφη: Να με φιλήσει με τα φιλιά του 

στόματός του! / Η αγκάλη σου είναι πιο καλή

 από το κρασί / κι η ευωδιά των μύρων σου απ’ 

όλα τα αρώματα / μύρο χυμένο τ’ όνομά σου / 

γι’ αυτό σ’ αγαπούν οι κοπέλες. / Πάρε με, 

τρέχουμε πίσω σου! (…) Ο Αντρας: Ομορφη που

 είσαι αγαπημένη, / όμορφη που είσαι. / Τα 

μάτια σου είναι περιστέρια». «Η Νύφη: 

Ομορφος που είσαι αγαπημένε, / πόσο μεστός. 

Η κοίτη μας είναι φυλλωσιά».

Ως βουκολικό ποίημα το «Ασμα Ασμάτων» 

περιέχει εικόνες που θα ξένιζαν μια κοπέλα των

 ημερών μας, αν άκουγε τον αγαπημένο της να 

παρομοιάζει τα μαλλιά της με «…κοπάδι γίδια /

 που ροβολούν απ’ το Γαλαάδ», τα δόντια της 

«… προβατίνες κουρεμένες / που ανέβηκαν απ’ 

το λουτρό», ενώ τα βυζιά της «δυο νεβροί/ 

δίδυμοι της ζαρκάδας/ που βόσκουν μες στα

 κρίνα».

Ακολουθούν ωστόσο στίχοι που αντέχουν σε 

όλους τους καιρούς: 
«Η αγκάλη σου είναι πιο 

καλή από το κρασί/ κι η ευωδία των μύρων σου 

απ’ όλα τα αρώματα./ Μέλι στάζει απ’ τα χείλη 

σου νύφη/ μέλι και γάλα κάτω από τη γλώσσα 

σου/ κι η ευωδιά της φορεσιάς σου σαν την 

ευωδιά του Λιβάνου».

''απόσπασμα από το άρθρο του ΔΗΜΗΤΡΗ 

ΓΚΙΩΝΗ “ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ, ΤΟ ΥΠΕΡΟΧΟ”

εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 2/1/2010


''Ασμα Ασμάτων ''-Λευτέρης Παπαδόπουλος 
Οκτώβρης 1994-Στον πρόλογο του βιβλίου του,ο Λ.Παπαδόπουλος ,
αναφέρει :«Δεν είχα σκεφτεί ποτέ να “μεταφράσω” το Άσμα Ασμάτων. 
Μ’ έσπρωξε σ’ αυτό η Ειρήνη Παπά, που ονειρευόταν να μελοποιηθεί
 το ποίημα και να παρουσιαστεί στη σκηνή από την ίδια, δύο 
τραγουδιστές και χορό (που να ‘ξερε ότι στους αρχαίους χρόνους 
απαγορευόταν να τραγουδιέται το το Άσμα και ο Ραβή Ιωχανάν 
Μπεν Νουρή έλεγε πως όποιος στρογγυλεύει τη φωνή του, διαβάζοντάς
 το, δεν έχει μερίδιο στη μέλλουσα ζωή...).

Άρχισα να μεταφράζω το Άσμα το Μάη του 1985. Το έργο, σε μια πρώτη 
μορφή, το τελείωσα στις 24 του ίδιου μήνα. Έκτοτε και ίσαμε σήμερα,
 που πήρε την οριστική του μορφή, το “πάλευα”, το άφηνα, το
 ξανάπιανα. Μεγάλο ρόλο στο να αποφασίσω να το βγάλω σε βιβλίο
 έπαιξε ο ποιητής Θανάσης Νιάρχος. Ο ίδιος έριξε και την ιδέα να το 
εικονογραφήσει ο Αλέκος Φασιανός.

Ευχαριστώ την Ειρήνη, το Θανάση, τον Αλέκο και τον εκδότη Θανάση
 Καστανιώτη για τη συγκίνηση που μου ‘δωσαν όταν πήραν στα χέρια 
τους τα χειρόγραφά μου, τα διάβασαν και είπαν όλοι τον καλό τους λόγο.
 Μα πιο πολύ ευχαριστώ τη γυναίκα μου, Ραία Μουζενίδη, που αγάπησε
 βαθιά αυτό το έργο και το ‘χε στο ζεστό κόρφο της, από την αρχή, σαν 
μικρό παιδί.
















Πορτραίτα -Φαγιούμ 



Ζαν Μπατίστ Ποκελέν, γνωστότερος ως Μολιέρος


Στου κόσμου τούτου το σχολειό, πιότερα για τον βίο θα μάθεις, και πιο ευχάριστα, απ’ ό,τι στο βιβλίο!!! *Μολιέρος*



Ο σπουδαιότερος Γάλλος δραματουργός. Ο Ζαν-Μπατίστ Ποκελέν γεννήθηκε το 1622 στο Παρίσι.. Ο νεαρός Ποκελέν σπούδασε νομική στην Ορλεάνη, αλλά δεν άργησε ν’ασχοληθεί με τη μεγάλη του αγάπη, το θέατρο. Αψηφώντας την αντίθετη γνώμη του πατέρα του οργάνωσε με τις τρείς αδερφές Μπεζάρ ένα θίασο από ηθοποιούς. Τον ονομάζει «Διάσημο Θέατρο» και λαμβάνει και ο ίδιος μέρος σ’αυτόν με το ψευδώνυμο «Μολιέρος».

Το 1645 ο Μολιέρος φυλακίζεται για χρέη. Οι εισπράξεις από το Διάσημο Θέατρο δεν πήγαν καλά.
Στη συνέχεια αφήνει το Παρίσι και κάνει τουρνέ στην επαρχία. Οι εμπειρίες που θα αποκτήσει σαν θιασάρχης, ηθοποιός και συγγραφέας θα είναι πολλές και πολύτιμες για την μετέπειτα ζωή του.
Οι επιτυχίες και τα χρήματα θα έρθουν μετά το 1650. Ο Δον Ζουάν, ο Φιλάργυρος, ο Ταρτούφος, ο Αρχοντοχωριάτης, ο Φανταστικά άρρωστος είναι μερικά από τα αριστουργήματα που έχει γράψει.
Ο Μολιέρος έπαιξε στο Λούβρο, μπροστά στο βασιλιά, πήρε το προνόμιο να ονομάσει το θίασό του «Θίασος του Βασιλέως» και ανέλαβε όλες τις διασκεδάσεις της Αυλής μια και ο Λουδοβίκος ο 14ος τον πήρε κάτω από την προστασία του.
Ο Κατά Φαντασία Ασθενής, ήταν το τελευταίο έργο που έγραψε ο Μολιέρος. Γραμμένο το 1672, για να ευχαριστήσει το βασιλιά και την Αυλή του που γύρισαν νικητές από μια εκστρατεία στην Ολλανδία, παίχτηκε το 1673 με μεγάλη επιτυχία.

Στην τέταρτη και τελευταία παράσταση του έργου, αψηφώντας τη φλεγμονή στο στήθος του και μη θέλοντας να στερήσει το θίασό του από μια είσπραξη σημαντική, παράστησε το πρόσωπο του Αργκάν. Μα την ώρα που πρόφερε τη λέξη Juro (ορκίζομαι) στο τρίτο Ιντερμέτζο, τον έπιασε σπασμός. Υπέφερε πολύ και με μεγάλη δυσκολία τελείωσε το ρόλο του. Γυρίζοντας στο σπίτι ένας ακατάσχετος βήχας του φερε αιμόπτυση και λίγο μετά τον θάνατο. Κηδεύτηκε νύχτα αφού ο κλήρος είχε αρνηθεί την ταφή του συγγραφέα σε ιερό χώρο. Ο Μολιέρος υπήρξε κορυφαία μορφή του θεάτρου και ειδικότερα της κωμωδίας.
Δεν ήταν λίγοι αυτοί που είπαν πως με το θάνατο του πλήρωσε όλες τις προσβολές του ενάντια στην ιατρική.
Είναι γεγονός ότι το έργο του Μολιέρου φέρει τη σφραγίδα της εθνικής του παράδοσης. Οι καταβολές και η κατάρτισή του θυμίζουν εκείνες των περισσότερων Γάλλων θεατρικών συγγραφέων της εποχής. Γεννημένος στο Παρίσι, γόνος των Poquelin, ευκατάστατης οικογένειας ταπητουργών, είναι όπως σχεδόν όλοι οι συνάδελφοί του, αστικής καταγωγής. Φοιτά σε εκπαιδευτικά ιδρύματα των ιησουιτών, και κατόπιν σπουδάζει νομικά: η ρητορική τέχνη αποτελεί εκείνη την εποχή στη Γαλλία κατάλληλη προετοιμασία για μια θεατρική γραφή εξ ολοκλήρου κοσμική, που οι οπαδοί της, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στην Ισπανία, έχουν διακόψει κάθε δεσμό με την Εκκλησία.
Υπό την επίδραση των λιμπερτίνων, ο Μολιέρος έρχεται σε οριστική ρήξη με τη θρησκεία, γεγονός που θα επιφέρει βίαιες εναντίον του επιθέσεις εκ μέρους των «ορθώς σκεπτόμενων» κύκλων, κατά τις πολεμικές που ξέσπασαν με αφορμή τα έργα του l’ Ecole des femmes ( Η σχολή των γυναικών, 1662), Tartuffe (Ταρτούφος, 1664-1669) και Don Juan (Δον Ζουάν, 1665).
Από τα νεανικά του κιόλας χρόνια νιώθει την ακαταμάχητη έλξη του θεάτρου. Συχνάζει στις παρισινές αίθουσες που λειτουργούν στο Hotel de Bourgogne και στο Marais όπου εξοικειώνεται με το γαλλικό ρεπερτόριο.
Ενδιαφέρεται επίσης για τις παραστάσεις των ταχυδακτυλουργών και κωμικών, όπου επιβιώνει η παράδοση της μεσαιωνικής φάρσας. Μαθητεύει στο επάγγελμα του ηθοποιού, ερμηνεύει ποικίλους ρόλους, τόσο κωμικούς, όσο και κωμικοτραγικούς ή τραγικούς, παρατηρεί τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν ή που συναντά στις περιπλανήσεις του, συσσωρεύει εμπειρίες και αποθηκεύει μέσα του τις χίλιες λεπτομέρειες που θα τον βοηθήσουν αργότερα να δημιουργήσει τους τυπικούς για τη Γαλλία του 17ου αιώνα χαρακτήρες του γιατρού, του φιλάργυρου, της λογιοτάτης, του υποχονδριακού.
Αρχίζοντας να γράφει ο ίδιος, αντλεί κατά πρώτο λόγο την έμπνευσή του από τη γαλλική φάρσα: έργα όπως la Jalousie du Barbouille (Η ζηλοτυπία του Μουντζούρη) ή le Medecin volant (Ο ιπτάμενος ιατρός, μεταξύ 1645 και 1658) στηρίζονται στο κωμικό των χειρονομιών και των λέξεων. Ο Μολιέρος θα μείνει άλλωστε πιστός στην υφολογική αυτή κλίμακα που χρησιμοποιεί ακόμη και στις «σοβαρές» του κωμωδίες (π.χ. στον Δον Ζουάν) και την φέρνει στην τελειότητα στις les Fourberies de Scapin (Κατεργαριές του Σκαπίνου, 1671)

ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ
ΑΜΦΙΤΡΥΩΝΑΣ
ΓΙΑΤΡΟΣ ΜΕ ΤΟ ΣΤΑΝΙΟ
ΔΟΝ ΖΟΥΑΝ
ΖΩΡΖ ΝΤΑΝΕΝ
Η ΖΗΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΟΥΤΖΟΥΡΗ
Η ΚΟΜΗΣΣΑ ΤΟΥ ΣΚΑΡΜΠΑΝΙΑ
ΚΑΤΑ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΑΣΘΕΝΗΣ
ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΟΣ
Ο ΑΡΧΟΝΤΟΧΩΡΙΑΤΗΣ
Ο ΙΠΤΑΜΕΝΟΣ ΓΙΑΤΡΟΣ
Ο ΤΑΡΤΟΥΦΟΣ
ΟΙ ΣΟΦΟΛΟΓΙΟΤΑΤΕΣ LES FEMMES SAVANTES
ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
ΤΑ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΕΙΣΜΑΤΑ

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ
Ο ΤΑΡΤΟΥΦΟΣ
Ο Ταρτούφος είναι ένας υποκριτής-ευσεβής κληρικός που καταχθόνια και επικαλούμενος την «αρετή» του, καταφέρνει να κυριαρχήσει στη ζωή του ευεργέτη του κ. Οργκόν. Με απατεωνιές προσπαθεί να κατακτήσει όχι μόνο την περιουσία του Οργκόν, αλλά και την ίδια τη σύζυγό του, την οποία έχει βαθιά ερωτευτεί. Η απάτη όμως ξεσκεπάζεται. Ακριβώς στο σημείο όπου φαίνεται να κορυφώνεται η νίκη της υποκρισίας, σαν από μηχανής θεός έρχεται το χέρι της Δικαιοσύνης μέσω του βασιλιά (Λουδοβίκος 14ος την εποχή του έργου), για να καθαρίσει τη βρομιά και να βάλει τα πράγματα σε τάξη.
«Όλο το κείμενο ρέει σε γλώσσα θεατρική, ζωηρή και συνάμα ποιητική, με ομοιοκαταληξία σε στίχο δεκαπεντασύλλαβο. Η παράσταση του Ταρτούφου ήταν από τις μεγαλύτερες επιτυχίες που γνώρισε το γαλλικό θέατρο. Παίχτηκε 77 φορές όσο ζούσε ο Μολιέρος και, από το θάνατό του έως το 1960, 2.654 φορές στην Κομεντί-Φρανσέζ εκτός από τα άλλα θέατρα σημειώνοντας το μεγαλύτερο αριθμό παραστάσεων από όλα τα κλασικά έργα. Και στην Ελλάδα όμως γνώρισε ανάλογη επιτυχία. Έχει παιχτεί δέκα φορές ξεκινώντας το 1938. Έχει ανέβει δύο φορές από το Εθνικό Θέατρο και δύο από το ΚΘΒΕ. Παραστάσεις του, επίσης, φιλοξενήθηκαν στο Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου, στο Θέατρο του Νότου και αλλού.»
ΟΙ ΣΟΦΟΛΟΓΙΟΤΑΤΕΣ
Το έργο «Οι Σοφολογιότατες» ή, διαφορετικά, «Οι Σοφές Γυναίκες» γράφτηκε λίγο πριν από το θάνατο του συγγραφέα και πρωτοπαίχτηκε στο Palais Royal στις 11 Μαρτίου 1672. Με το χαρακτηριστικό χιούμορ του, ο Μολιέρος στις «Σοφολογιότατες» περιγράφει καταστάσεις των καιρών του, οπότε οι πλούσιες κυρίες, σε μια προσπάθεια να αποκτήσουν γνώσεις και κύρος, εμπιστεύονταν τον πρώτο απατεώνα «σοφό» που τους πουλούσε ποίηση και φιλοσοφίες για να χαϊδέψει τα αυτιά τους και να κερδίσει την εύνοια και τα πλούτη τους. Έτσι, ο «σοφός» Τρισοτέν έχει κατακτήσει όλα τα θηλυκά -εκτός από ένα- στην οικογένεια. Αποβλέπει δε σε γάμο με τη μικρή αλλά λογική και προσγειωμένη κόρη Ενριέτα.
Η Ενριέτα όμως αγαπά τον Κλείτανδρο, επίσης προσγειωμένο και ερωτευμένο νέο. Με αυτούς συμμαχεί ο πατέρας της οικογένειας, ο οποίος στο τέλος καταφέρνει να ξεσκεπάσει την ιδιοτέλεια και την υποκρισία του Τρισοτέν, στέφοντας τον έρωτα νικητή! Και σε αυτό το έργο γίνεται φανερή η αδυναμία του Μολιέρου ως προς τα κοινωνικά θέματα. Συγκεκριμένα, δεν δίσταζε να σατιρίζει και να καυτηριάζει μέσα από τις κωμωδίες του οτιδήποτε γελοίο ή ποταπό, ακόμη και τη βασιλική Αυλή, μολονότι είχε την εύνοιά της.

Ο ΚΑΤΑ ΦΑΝΤΑΣΙΑΝ ΑΣΘΕΝΗΣ
Ο Μολιέρος, ο προικισμένος αυτός δημιουργός, γράφει τον «Κατά φαντασίαν ασθενή» δημιουργώντας τέτοιες αντιθέσεις στους χαρακτήρες και τις καταστάσεις του έργου, που συνθέτουν μια πολύχρωμη αρμονική ψηφίδα τέτοιας τελειότητας, η οποία σε κάνει να κοιτάς εκστατικός το αποτέλεσμα.Προικισμένος με την πνοή της διάρκειας, έχει το χάρισμα να μη γίνεται ποτέ πικρός.Με όπλο το γέλιο και το πηγαίο χιούμορ του,ξεσκεπάζει τη γελοιότητα και αναδεικνύει την ύπαρξη του ανθρώπου και το πέρασμα του απο τη Γή.

Όσο πιο πολύ αγαπάμε τους φίλους μας, τόσο πιο λίγο τους κολακεύουμε. Η αληθινή αγάπη φαίνεται από το ότι δεν συγχωρεί τίποτε.!!! *Μολιέρος*

«Η ΒΑΒΥΛΩΝΙΑΚΗ ΣΥΓΧΥΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΑ 499 ΠΟΙΗΜΑΤΑ»

Νέα έκδοση με ποιήματα του Μπ. Μπρεχτ
Συνέντευξη στον «Ρ» του Γιώργου Κεντρωτή, που έχει επιμεληθεί την ανθολογία και τη μετάφραση
Κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό έκδοση με 500 ποιήματα του Μπ. Μπρεχτ, με τίτλο «Η Βαβυλωνιακή σύγχυση των λέξεων και άλλα 499 ποιήματα», σε μετάφραση του Γιώργου Κεντρωτή, καθηγητή Θεωρίας - Πράξης της Μετάφρασης στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Οπως σημειώνει ο ίδιος στον πρόλογο της έκδοσης, «ο προσεκτικός αναγνώστης θα συναντήσει σχεδόν όλα τα πασίγνωστα ποιήματά του (σε νέα μετάφραση εννοείται), αλλά θα ανακαλύψει και πάρα πολλά που κακώς δεν τα γνώριζε. Τα 500 ποιήματα, που απαρτίζουν τούτη την έκδοση, είναι άκρως αντιπροσωπευτικά του όλου έργου του ποιητή. Αντανακλούν, βέβαια, ως προς την επιλογή τους το προσωπικό μου γούστο ως ανθολόγου και μεταφραστή, αλλά πρωτίστως αποτελούν ένα πυκνό ρεζουμέ της ποίησης του Μπρεχτ ως καλλιτεχνικής δημιουργίας, συνθέτοντας την εικόνα του σε όλες τις περιόδους της δράσης του».
-- Παρότι η ποίηση του Μπρεχτ είναι κατ' εξοχήν επικαιρική, δεν φαίνεται να την προσπερνά ο χρόνος. Πώς το ερμηνεύετε;
-- Δεν υπάρχει ποίηση που να μην είναι με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο επικαιρική. Από την επικαιρότητα, από κάτι «επίκαιρο» ξεκινούν όλοι οι μεγάλοι ποιητές. Δεν γράφεται ποίηση σε κενό χρόνου - ούτε με αναμνήσεις τρέφεται η μεγάλη ποίηση ούτε με μαντικές και μελλοντολογίες ικανοποιείται ο αξιωματικός σκοπός της: Το να συγκινεί διαχρονικά. Σε ένα διαρκές τώρα αποσκοπούν οι ποιητές. Τονίζω αυτό το σημαδιακό «διαρκές». Ο Μπρεχτ επιδίωξε με όλες του τις δυνάμεις να εκφράζει έγκυρα την εποχή του προβάλλοντας διαλεκτικά το τώρα της στην οθόνη του κάθε «αύριο». Διαλέγει πάντα από το τώρα όσα στοιχεία συνιστούν την ουσία του κοινωνικού είναι και τα περνάει στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Γι' αυτό και ο χρόνος όπως διαβαίνει δεν τον προσπερνά, αλλά τον παίρνει μαζί του: Τον δικαιώνει.
Το εξώφυλλο της έκδοσης

-- Ποια ήταν η αφορμή που σας ώθησε να ασχοληθείτε με μετάφραση έργων του Μπρεχτ; Πόσο καιρό κράτησε αυτή η προσπάθεια μετάφρασης - απόδοσης των ποιημάτων του Μπρεχτ;

-- Η αγάπη μου για τον Μπρεχτ είναι πολύ παλιά. Δεν υπάρχει άνθρωπος, που να βιώνει την κοινωνική αδικία και να νιώθει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο ως μη φυσική κατάσταση και ως κατ' εξοχήν ανωμαλία, και να μη συγκινείται από τον μπρεχτικό λόγο. Ετσι κι εγώ. Πρώτα τον γνώρισα μέσω μεταφράσεων και κατόπιν στο πρωτότυπο. Η μεταφραστική ενασχόλησή μου με τα ποιήματά του είναι σχετικά πρόσφατη. Δεν πάει πιο πίσω από τα δέκα χρόνια. Αραιά στην αρχή και συστηματικά κατά τα τρία τελευταία έτη ασχολήθηκα με τη μετάφραση των ποιημάτων του προτείνοντας στον εαυτό μου ένα - επιτρέψτε μου να πω - αποκούμπι συντροφικού λόγου μέσα στη θυελλώδη επέλαση του νεοφιλελευθερισμού. Ακόμα και εκείνα τα ποιήματα που, όντας ερωτικά ή παιδικά ή σκωπτικά, δεν είναι ακριβώς πολιτικά (αν και δεν υπάρχει μη πολιτική ποίηση) αποδεικνύονταν ανάσα πολιτισμού στην εποχή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Θα έλεγα ότι η στενότερη ενασχόλησή μου με τον ποιητικό λόγο του Μπρεχτ οφείλεται στο ότι στις ζοφερές μέρες που βιώνουμε αναζητούσα έγκυρες απαντήσεις σε ερωτήματα ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο, την κοινωνία και την προοπτική του ανθρώπινου πολιτισμού, χωρίς τις αλυσίδες των καταπιεστών. Και στον Μπρεχτ όχι μόνο βρήκα ό,τι ζητούσα, αλλά βρήκα και εκείνο που μας ζητάει ο Μπρεχτ να κάνουμε: Να αμφισβητούμε, να είμαστε σε διαρκή κίνηση, σε αέναη πάλη για το εκάστοτε ανώτερο και καλύτερο που αρμόζει στον άνθρωπο και τιμά την ανθρώπινη ύπαρξη. Από την άλλη μεριά, επειδή ασχολούμαι ο ίδιος με την ποίηση, και δη με τις έμμετρες μορφές της, βρήκα ευκαιρία στο πολυποίκιλο ρυθμικό και μετρικό σύμπαν του Μπρεχτ να δοκιμάσω και να ασκήσω τις δικές μου δυνάμεις στο μέτρο και στην ομοιοκαταληξία, συμμορφούμενος στις αυστηρά ποιητικές επιταγές του πρωτοτύπου. Μετέφρασα, δηλαδή, όλα τα έμμετρα ποιήματά του με αυστηρότητα μέτρου και ομοιοκαταληξίας.
-- Γράφετε στον πρόλογο της έκδοσης ότι σε αυτό το βιβλίο οι αναγνώστες θα συναντήσουν πασίγνωστα ποιήματα του Μπρεχτ, αλλά και νέα. Πείτε μας κάτι παραπάνω γι' αυτά. Ποια είναι αυτά που μεταφράζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά; Ποιο ξεχωρίζετε;
-- Ο Μπρεχτ είναι από παλιά γνωστός και πολύ αγαπητός στην Ελλάδα. Είναι δημοφιλέστατος - πιο πολύ βέβαια λόγω των θεατρικών έργων και των μελοποιημένων τραγουδιών του που έχουν ερμηνευθεί αριστουργηματικά από κορυφαίους καλλιτέχνες. Αλλά τα ερωτικά (μερικές φορές και πέραν του άσεμνου) σονέτα του, τα νανουρίσματα, τα παιδικά και τα σατιρικά του ποιήματα, οι ψαλμοί και τα χορικά του (κατευθείαν επηρεασμένα από τη βιβλική γλώσσα), τα πολιτικά του ποιήματα που αποσκοπούν στην «κατήχηση» των μαζών στον αγώνα κατά του ναζισμού και του καπιταλισμού είναι έργα άγνωστα στη γλώσσα μας. Στην έκδοση που επιμελήθηκα φρόντισα να υπάρχουν ποιήματα από όλες τις περιόδους της μπρεχτικής δημιουργίας, έτσι ώστε να προκύπτει στο τέλος όχι μόνο μια ευρύτατη χρηστική ανθολογία «όλου» του Μπρεχτ, αλλά και να απεικάζεται μια αποκαλυπτική νωπογραφία σαν λυρική μαρτυρία για το πρώτο μισό του 20ού αιώνα και για τους ταξικούς αγώνες του προλεταριάτου τόσο κατά τους «πολέμους» όσο και κατά την «ειρήνη» των κεφαλαιοκρατών. Από τα ποιήματα του Μπρεχτ που πολύ αγαπώ είναι το «Οσοι τρέφονται με ελπίδες»: Δηλαδή τώρα τι περιμένετε; / Οτι οι κουφοί θα σας αφήσουν να μιλήσετε / και ότι οι αχόρταγοι / όλο και κάτι θα σας δώσουν;! / Οτι οι λύκοι θα σας βάλουνε να φάτε / και δεν θα σας καταπιούν αμάσητους;! / Οτι από αίσθημα φιλίας / κινούμενες οι τίγρεις / κοπιάστε θα σας πουν / τα δόντια να μας βγάλετε;! / Τέτοια μού περιμένετε;! / Τέτοια μού προσδοκάτε;!

-- Γράφει κάπου ο Μπρεχτ «ο καπιταλισμός δεν απανθρωποποιεί μόνο, αλλά και δημιουργεί ανθρωπιά και συγκεκριμένα με τον ενεργό αγώνα ενάντια στον απανθρωπισμό».
-- Σωστά το επισημαίνετε αυτό. Ο Μπρεχτ, ως μέγας διαλεκτικός που ήταν, έκρινε αποκλειστικά με το νυστέρι του διαλεκτικού υλισμού. Η δε κριτική που ασκούσε ήταν ανελέητη: Δεν επέτρεπε ούτε κουκουλώματα ούτε υπεκφυγές ούτε μερεμέτια ούτε συγυρίσματα της πραγματικότητας. Ετσι κατακτούσε την - όπως έλεγε - περιστασιακή αλήθεια που του χρησίμευε να αναζητήσει και να βρει τις ανώτερες μορφές της. Πρότεινε την αμφισβήτηση στους πάντες και στα πάντα, αλλά όχι την οποιαδήποτε οπορτουνιστική ή επιπόλαιη αμφισβήτηση για την αμφισβήτηση. Πρότεινε τη διαλεκτική αμφισβήτηση που επιτρέπει (αν δεν επιβάλλει κιόλας) την εύρεση της αλήθειας όχι μόνο μέσω των δικών μας αντιλήψεων, αλλά και μέσω όλων των ελλόγων πραγματικών προτάσεων. Να το πω με άλλα λόγια: Για να νικήσεις τον καπιταλισμό πρέπει να τον μάθεις, πρέπει να τον βάλεις να μιλήσει, να τον κατανοήσεις, να τον καταστήσεις κατανοητό στις μάζες, να τον αμφισβητήσεις από θέση ισχύος. Υστερα θα τον νικήσεις. Αυτό μας διδάσκει ο Μπρεχτ.

Οι «Φωνές» στα Ποιητικά

Φωνές


Του Γιάννη Παπακώστα 





Φωνές είναι ο τίτλος της τέταρτης ποιητικής συλλογής του Βασίλη Ρούβαλη. Ο ποιητής έχει λάβει 

προ πολλού το χρίσμα και έχει επικοινωνήσει με τα δικά του πνεύματα, με τους δικούς του 
αγγέλους. Πρόκειται για μια διαδικασία επώδυνη, γιατί ο αναγνώστης διαβάζοντας τη συλλογή,
 θα πέσει σε περισυλλογή, ανακαλύπτοντας πως η διαδικασία της γέννησης αγγέλου είναι 
δυσκολότερη από τη γέννηση δαιμόνων. Γεγονός είναι πως ο ποιητής μάς έχει προετοιμάσει 
με το μότο του γι’ αυτό, κομίζοντας ρόδο στον κόσμο μας με στίχους από τα Ιντερμέδια 
της Ερωφίλης του Γεωργίου Χορτάτση


Δέτε το ρόδο, το ταχύ, πως δροσερόν αρχίζει 

να φαίνεται στ’ αγκάθι του και να μοσκομυρίζει…


Η σχέση του ρόδου με το αγκάθι μάς θυμίζει τη λαϊκή φράση «απ’ τ’ αγκάθι βγαίνει ρόδο» για
 να δείξει πως η δημιουργία του καλού είναι προϊόν μεγάλου κόπου, τουλάχιστον. Ο 
Ελύτης στο Εκ του πλησίον λέει πως: «Η πιο δροσερή και γεμάτη ζωντάνια παρουσία του
 φυτικού κόσμου αναδύθηκε απ’ τους τάφους των Αιγυπτίων και των Ετρούσκων», θέλοντας
 να δείξει πόσο κοντινά είναι τα αντίθετα. Το μότο, λοιπόν, αποτελεί προϊδεασμό για τη σύνδεση
 του καλού με το αντίθετό του, των οποίων την κοινή αρχή είχε και ο Σωκράτης επισημάνει στις
 τελευταίες του στιγμές στη φυλακή του στον διάλογο Φαίδων


Από τεχνικής απόψεως, η συλλογή κινείται στα βήματα του κρητικού αναγεννησιακού 

θεάτρου, όπως μας πληροφορεί ο ποιητής στο Δελτίο Τύπου που συνοδεύει το βιβλίο 
(αλληλοδιαδοχή άττο και ιντερμέδιο, πρόλογος από τον Χάροντα και επίλογος από τον Ερωτα).
 Εδώ, ίσως, θα πρέπει να επισημανθεί ότι το θέμα της Ερωφίλης είναι το ευμετάβλητο της 
ανθρώπινης τύχης, η ματαιότητα του πλούτου, η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον θάνατο και τον 
έρωτα, και ο ρόλος της μοίρας στη ζωή των ανθρώπων. Εχουμε λοιπόν μια βαθύτερη σχέση
 ανάμεσα στη συλλογή Φωνές και το Κρητικό Θέατρο, η οποία ξεπερνά τη μορφή και τη δομή
 της κρητικής τραγωδίας.


Ο Ρούβαλης, επίσης, μας πληροφορεί ότι «το κυρίαρχο μοτίβο αποτελεί η εκπλήρωση του

 εγώ διά της αποκάλυψης του εμείς». Πιο συγκεκριμένα, και πέρα από τη μορφή του, το 
περιεχόμενο είναι μια καταβύθιση σε κείμενα, σε σκέψεις, σε εικόνες, σε μύθους και
 γεγονότα, στην ξένη λογοτεχνία και στην ελληνική παράδοση μ’ έναν Χάροντα κυρίαρχο
 και ανελέητο, αδιάφορο για τα ανθρώπινα πάθη, όπως συχνά τον βλέπουμε στο δημοτικό
 τραγούδι: 


Εγώ όσους κι αν φιλώ, ελέγχω και παιδεύω τις 

ημέρες τους. Θαύμαζε λοιπόν, μετανόησε. Σαν 

σπίθα η δόξα σβήνει, τα πλούτη χάνονται στη 

σκόνη, τα ονόματα ξεχνιούνται. Απονος κι ανε- 
λύπητος είμαι. 

Δεν χρειάζεται μεγάλος διασκελισμός για να φτάσουμε στη ματαιότητα των ανθρωπίνων 

που η νεκρώσιμη ακολουθία παρομοίως καταγράφει: Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα… Μια
 πρόχειρη ματιά στα κλασικά μας κείμενα θα μας υποδείξει τρόπους ζωής και συμπεριφοράς,
 για να μας υπενθυμίσει τι αξίζει στη ζωή και από πού το αντλούμε. Ο Ισοκράτης στην
 Επιστολή του Προς Δημόνικον συμβουλεύει να μην αρκούμαστε σ’ αυτά που λέμε
 εμείς, αλλά να μαθαίνουμε από τους ποιητές και τους σοφιστές, εάν έχουν πει κάτι χρήσιμο. 
Διασκελίζοντας την Αδριατική παρόμοιες συμβουλές θα βρούμε στον Σενέκα και κυρίως την
 προτροπή να αφιερωνόμαστε στο πνεύμα, γιατί τότε μόνο είμαστε ευτυχείς και ζούμε 
πραγματικά. Να αντλούμε χρήσιμη εμπειρία όχι μόνο από τον χρόνο που έχει διαρκέσει η 
δική μας ζωή, αλλά και από αυτόν που έχει προϋπάρξει (ΣενέκαςΠερί της βραχύτητας
 του βίου). Οι παραπάνω παραπομπές δεν είναι υπερβολικές, αν ο αναγνώστης σκύψει 
πάνω στο ποιητικό σώμα των Φωνών, γιατί στους τέσσερις λόγους, στα τρία ιντερμέδια, 
και στα παροράματα, θα βρει πλούσιο υλικό από την παράδοση. 


Στους λόγους του Ρούβαλη έχουμε χείμαρρο πληροφοριών, ασύνδετων σχημάτων, 

καταγραφών και άδηλων συνδηλώσεων. Στον πρώτο λόγο:


Ο αόρατος στόλος στις παρυφές 

ο αχός και η viola da gamba 

οι αιώνιες υποσχέσεις 
το παραμύθι για τις ημέρες και τις ροδιές 
η ανέγγιχτη φλέβα της νύχτας.
Στον β’ λόγο, η συνομιλία με τη φύση: «Οι σταγόνες στην άκρη του νερού / το σύμπαν 

μετά το σύμπαν»˙ επισήμανση της σημασίας της λιτότητας: «ο μέλανας ζωμός που
 δεν αρνήθηκα»˙ αντίληψη της ουσίας, ποιο το φθαρτό και ποιο το αιώνιο: «η πυξίδα
 για την άνοιξη / το κορμί για την ψυχή / η αλήθεια για το κορμί». Στον γ’ λόγο ο 
ποιητής αισιοδοξεί: «Το φως οι στίχοι σκορπίζουν». Στον δ’ ελπίζει: «κατηφορίζοντας
 οι δρόμοι ροδίζουν», «έρχεται ξαστεριά – Λυγίζει ο βράχος». Τέλος, με τη «φωνή» 
του Ερωτα, φωνή του επιλόγου, ολοκληρώνεται ο κύκλος. 


Στα ιντερμέδια ο λόγος είναι περισσότερο αναφορικός. Τα πράγματα μιλούν, οι στοχασμοί

 καταγράφονται με αρτιότερη συντακτική δομή. Στο α’: «Απ’ αυτό το μονοπάτι δεν είχα 
περάσει άλλοτε». Το β’ μάς θυμίζει μια αέναη Οδύσσεια, μάλλον σεφερικής ανάμνησης: 
«Οι φωνές στο κατάστρωμα ήταν σημάδι για τη στεριά… Δεν πάτησαν σε λιμάνι. 
Το ξημέρωμα τους βρήκε μεσοπέλαγα». Στο γ’ ιντερμέδιο η Via dell’Amore «δεν οδηγεί
 πουθενά». Κι όμως, τ αδιέξοδο ακυρώνεται, αφού «Κάθε βήμα είναι συγκίνηση είτε 
φανέρωμα». 


Ακούμε δηλαδή μελωδικές φωνές που αναδύονται από τα πρόσωπα και από τα πράγματα, 

σαν τους ήχους της viola da gamba, δηλαδή του έγχορδου μουσικού οργάνου της
 Αναγέννησης και του Μπαρόκ, εποχής αδρομερώς παραπλήσιας της ακμής του
 Κρητικού Θεάτρου. Αναδυόμενες οι φωνές, ανοίγουν κρυφά περάσματα σε άγνωστους
 κόσμους και στη «μουσική των σφαιρών έως το τέλος των αιώνων». 


Ο Βασίλης Ρούβαλης αναδεικνύεται σε έμπειρο μελετητή της παράδοσης, όσο κι αν κάτι 

τέτοιο φαίνεται βαρύ για την ηλικία του. Ξέρει να αφομοιώνει, να αναπλάθει δημιουργικά 
και να αξιοποιεί τις πηγές του˙ να σέβεται το υλικό του, τα αντικείμενα και τις έννοιες˙ ξέρει 
να υπαινίσσεται, να αισθάνεται˙ παραθέτει σημειώσεις και βιβλιογραφία, ξέρει να ακούει 
τις φωνές, χωρίς ο ίδιος να κραυγάζει.


Τέλος, η λέξη του, η φράση του, ο λόγος του συνθέτουν αρμονία όχι μόνο μιας viola 

da gamba, αλλά μιας πλήρους ορχήστρας ενός παραδείσου που ερήμην μιας πλειοψηφίας
 υφίσταται και στέλνει τις φωνές του στα ευήκοα ώτα.


Δημοσίευση στο περιοδικό Τα ποιητικά (τ. 8 Δεκέμβριος 2012)

Βασίλης Ρούβαλης

Βίοι Παράλληλοι: εικαστική συμμετοχή


Λέξεις : Θάλασσα
ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΕΙΣ

Το βλέμμα του δημιουργού αναζητεί τη διάρκεια της σημασίας σ’ ένα ερέθισμα...

Το γεγονός της ποιητικής πράξης –η εμπνευσμένη στιγμή αποτυπωμένη ευθαρσώς και με
 ακρίβεια– ξεπερνάει τη συνειδητή διάθεση και την πράξη: ο ποιητής βρίσκεται στο ακρώριο
 του είναι και του φαίνεσθαι. Το εφήμερο μεταπλάθεται σε σταθερό σημείο, το απλό
 ενδύεται την πολυπλοκότητα στην ερμηνεία του κόσμου, η ύπαρξη διαχωρίζεται από την ύλη και
 την αντιύλη.

Κατ’ αντιστοιχίαν, στο βασίλειο της εικόνας μεθοδεύεται η σύλληψη της πραγματικότητας
όσο και της αντιστροφής της: της μη-πραγματικότητας. Σ’ αυτήν την προσπάθεια
πραγμάτωσης της ανθρώπινης αντίληψης η κάθε «κουκκίδα» εικόνας, η ελάχιστη μονάδα
περιγεγραμμένου νοήματος ή, αλλιώς, η πεφωτισμένη σύνθεση της αλήθειας υπό το
πρίσμα του οπτικού νεύρου, απαιτεί τη δημιουργική εγρήγορση.

Η φαινομενολογία της εικόνας εξυπηρετεί το έκδηλον της ποιητικής έκφρασης: η λέξη
 αποκτά σχήμα. Κι επιπλέον, το μυστήριο του λόγου αντιστοιχεί την ουσία του στο κάδρο,
στο φωτογραφικό πλαίσιο, αποκτώντας την επιτακτική υπόστασή του.

Σ’ ετούτη την περίσταση, ο φωτογραφικός φακός έχει εξυπηρετήσει τη γραφίδα. Συμβάλλει
στην κατανόηση των συμφραζομένων της ποίησης κι εξάγει τις ποιητικές εικόνες μέσα
από την καταγωγική βάση τους. Μα κι αναλόγως, ο λόγος πλαισιώνει (από αχανές
 σε συμπαγές) το συναίσθημα του βλέμματος. Είναι, εν ολίγοις, μια ειλικρινής σχέση μέθεξης.


Συμμετοχή στην έκθεση ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ της Εταιρείας Συγγραφέων, με δύο φωτογραφικά
 έργα από τη σειρά «Λέξεις : Θάλασσα», στον χώρο του Πάρκου Ελευθερίας του Δήμου 
Αθηναίων - Αθήνα, Φεβρουάριος 2015

Το δαχτυλίδι του Θησέα βγήκε από τις αποθήκες

Το «δικό μας μουσείο» θέλει να είναι το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και έχει ετοιμάσει ένα ενδιαφέρον πρόγραμμα προκειμένου να κατακτήσει το κοινό και αυτή τη χρονιά.

Σκηνή Ταυροκαθαψίων απεικονίζει το δαχτυλίδι του Θησέα
Σκηνή Ταυροκαθαψίων απεικονίζει το δαχτυλίδι του Θησέα
Οπως ειπώθηκε στη χθεσινή εκδήλωση των Φίλων του ΕΑΜ οι περσινοί επισκέπτες ήταν 450.000 και η επιθυμία είναι φέτος να αυξηθούν. Δύο περιοδικές εκθέσεις, το Αθέατο μουσείο, μια καινούργια ιστοσελίδα στο Διαδίκτυο και άλλα πολλά είναι τα σχέδια για τη νέα χρονιά.
Η διευθύντρια Μαρία Λαγογιάννη ανέφερε πως η πρώτη έκθεση θα γίνει σε συνεργασία με τη Βουλή των Ελλήνων και θα έχει ως θέμα τους περιηγητές του 17ου αιώνα. Η δεύτερη θα ασχολείται με τα αρχαία έγχορδα μουσικά όργανα και δη με τη λύρα του Απόλλωνα.
Το πρώτο έκθεμα του Αθέατου μουσείου παρουσιάστηκε χθες. Πρόκειται για το αριστουργηματικό «δαχτυλίδι του Θησέα», χρυσό δαχτυλίδι της μυκηναϊκής εποχής. Οπως είπε παρουσιάζοντάς το ο δρ Κώστας Πασχαλίδης, έχει σκηνή Ταυροκαθαψίων. Η μυκηναϊκή ελίτ της εποχής υιοθέτησε μινωικό θέμα. Θα ακολουθήσει μια αιγυπτιακή σαρκοφάγος γάτας και άλλα. Το έκθεμα του μήνα θα μένει επί δίμηνο στην κεντρική αίθουσα του Βωμού.
Εθελοντικά επαιξαν αρχαία μουσική οι Νίκος Ξανθούλης, Οδυσσέας Κορέλης, Αντώνης Μανιάς και Βαγγέλης Νίνα. Το ημερολόγιο, που αποτελεί συνεργασία της εταιρείας των φίλων του μουσείου, παρουσίασε η πρόεδρος, Ευθαλία Μπαρμπάτη Βάρτσου.
Στο Αθέατο μουσείο θα παρουσιάζεται ένα ιδιαίτερο έκθεμα από τα περίπου 200.000 που είναι στις αποθήκες του ΕΑΜ οι οποίες καλύπτουν 3.000 τετραγωνικά, έναντι των 9.500 των εκθεσιακών χώρων και φυλάσσουν εκθέματα από την έβδομη χιλιετία έως τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες.
Το λεγόμενο δαχτυλίδι του Θησέα εντοπίσθηκε στα Αναφιώτικα της Πλάκας, μέσα στα χώματα της ανασκαφής για τη δημιουργία του πρώτου Μουσείου Ακρόπολης. Αρχαίος μύθος αναφέρει σκηνή κατά την οποία ο Θησέας πέφτει στη θάλασσα που είχε ριφθεί το δαχτυλίδι και το βρίσκει, αποδεικνύοντας τη θεϊκή καταγωγή του.
Οπως τόνισε ο Κ. Πασχαλίδης, αποτελεί ένα αντικείμενο από τα πρώτα της τότε αναδυόμενης στην Αττική μυκηναϊκής ελίτ.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΩΤΤΗ

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2015

Αντρέ Σπιρ


ΟΙ ΨΥΧΕΣ ΣΟΥ
Ποιαν απ' τις ψυχές σου ονειρεύεσαι αθάνατη;
Τη δροσερή, χαρούμενη, παιδιάστικη ψυχή σου;
τη νεογέννητη ψυχή,
την ερωτευμένη εφηβική ψυχή σου,
γεμάτη γέλια και τραγούδια, μάτια γαλανά, μπούκλες ξανθές;

Τη βίαιη ανδρική ψυχή σου
κι όλους τους κόσμους, κάθε σκέψη που σ' έσπρωχνε σφιχτά ν' αγκαλιάζεις;

Την έντρομη ψυχή σου, που τρέμει παγωμένη,
που αυτό το βράδυ ζεσταίνει στη φωτιά τη ριτιδωμένη της μνήμη;

Για ποιαν απ' αυτές τις ψυχές, τις ψυχές σου, θέλεις
την άρρητη οπτασία,
την αιώνια παρουσία
τα ανάκουστα κονσέρτα;

Ευχαριστώ τον Κώστα Μαυρουδή "Το Δέντρο"