Το Cantus firmus παρουσιάζει μία συγγραφέα που θα μάς απασχολήσει θετικά με την γραφή της. Μία μηχανικό που γνωρίζει άριστα να κατασκευάζει γέφυρες και τώρα μάς εκπλήσσει ευχάριστα καθώς αποφάσισε να κατασκευάσει φράσεις και προτάσεις με λέξεις που πλέκονται τόσο καλά μεταξύ τους ώστε να γίνονται γέφυρες νοημάτων και ήχων. Η Μάνια Διαμαντή μάς μίλησε για το πρώτο της μυθιστόρημα "Η κοιλιά της Πέτρας".
Γράφετε στην προμετωπίδα
του βιβλίου σας ένα απόφθεγμα του Αντόνιο Πόρτσια « Όλα είναι κίνηση, και όλα
είναι όπως εγώ, ένα σταθερό σημείο». Πιστεύετε στο καβαφικό «Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θά'
βρεις άλλες θάλασσες»; O άνθρωπος γυρίζει πάντοτε στον τόπο που μεγάλωσε και
στη συνήθεια;
Δεσμοί-δεσμεύσεις-δεσμά,
νομίζω ότι από τη στιγμή που ερχόμαστε στη ζωή, αυτή η τριάδα
με τη δυναμική της ασκεί πάντα
πάνω μας εξουσία και καταφέρνει με εργαλείο τα χαλαρά αλλά πανίσχυρα νήματά της να μας έχει δεμένους σαν μαριονέτες
κι έτσι να πορευόμαστε. Θα είμαι πιο
συγκεκριμένη:
Στις πολύ τρυφερές
ηλικίες η έμφυτη ανάγκη για προστασία,
για παράδειγμα η αγκαλιά της μάνας, το πατρικό χάδι, η οικογένεια, ή αλλιώς οι στενά διαπροσωπικές σχέσεις, με
τον χρόνο γίνονται αυτό που λέμε «δεσμοί», ή όπως εγώ το εννοώ,
καταστάσεις προσκόλλησης στο ασφαλές.
Στη συνέχεια και όσο στο μεταξύ
ωριμάζουμε και δεν χρειαζόμαστε δεκανίκι για να σταθούμε στα πόδια μας,
οι «δεσμοί» θα γίνουν «δεσμεύσεις» που
κατά τη γνώμη μου είναι η ασύνειδη
προσήλωσή και η εμμονική αγάπη μας στο γνώριμο
και στο οικείο, πράγμα που μάλλον είναι
άμυνα ή καταφύγιο απέναντι στον
φόβο που προκαλεί το άγνωστο και το
καινούργιο.
Και όσο εξελισσόμαστε, οι
«δεσμεύσεις» θα μεταλλαχθούν σ’ αυτό που λέμε
«δεσμά» και που εγώ το εννοώ σαν την άνευ λογικής έλξη
από το γνωστό, το οποίο με τη
μορφή του τόπου, των προσώπων ,της συνήθειας
και της μνήμης μας οδηγεί σε κυκλωτικές
πορείες γύρω από ένα σταθερό σημείο που είναι ο εαυτός μας και ό, τι έχει συμβάλλει για να διαμορφωθεί αυτός ο
εαυτός μας.
Ποιος ο ρόλος της
πατρίδας μέσα στο μυθιστόρημά σας;
Για μένα πατρίδα δεν είναι μόνο ο τόπος. Με την ευρύτερη έννοια, θα έλεγα ότι
«πατρίδα» είναι οτιδήποτε υλικό ή άυλο έχεις δεθεί μαζί του και δυσανασχετείς όταν το αποχωρίζεσαι.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την οπτική
γράφτηκε η Κοιλιά της πέτρας όπου εκτός των τριών ηρώων, κύριο και
σημαντικό ρόλο επίσης διαδραματίζει το γνώριμο, το αγαπημένο και
το οικείο κι αφήνεται
στην κρίση του αναγνώστη να αποφασίσει πόσο, πού και πότε αυτή η «πατρίδα» είναι αδύνατη ή δυνατή.
Στο μυθιστόρημά σας αναφέρεστε στο ιστορικό
γεγονός της κατάρρευσης της πρώην Σοβιετικής Ένωσης αλλά και το προσφυγικό,
όπως και την ελληνική ομογένεια. Μπορεί ένα μυθιστόρημα να μεταφέρει καλύτερα
το κλίμα της εποχής ή το ιστορικό γεγονός μπορεί να παραποιείται προς χάριν της
μυθοπλασίας;
Πριν
διηγηθώ τις ιστορίες μου συλλέγω σχολαστικά όλα τα πραγματολογικά
στοιχεία που μου είναι απαραίτητα. Έχω εμμονή να αποδίδω όσο πιο πιστά μπορώ το περιβάλλον και το κλίμα
μιας εποχής και μου φαίνεται αδιανόητη οποιαδήποτε παραποίηση της ιστορίας χάριν της μυθοπλασίας.
Πολλοί σύγχρονοι
συγγραφείς γράφουν ιστορικό μυθιστόρημα, όπως σε κάθε εποχή παρακμής, θα θέλατε
να γράψετε ένα ιστορικό μυθιστόρημα και εάν Ναι, ποια εποχή σάς είναι
περισσότερο ενδιαφέρουσα και γιατί;
Η αλήθεια είναι ότι
μέχρις στιγμής δεν έχω σκεφτεί να γράψω
ένα ιστορικό μυθιστόρημα ίσως διότι δεν
έτυχε να με έχει αγγίξει τόσο πολύ ένα θέμα
σύγχρονο το οποίο βεβαίως
συνομιλεί δυνατά με ένα
αντίστοιχο του παρελθόντος. Και γιατί αυτό; Επειδή η ιστορία επαναλαμβάνεται, πεποίθησή μου είναι ότι
η συγγραφή ιστορικού μυθιστορήματος δεν είναι απλά και μόνο η εξιστόρηση μιας ιστορίας σε παρελθόντα
χρόνο αλλά επίσης
και η αναγωγή με υπαινικτικό
τρόπο στο σήμερα όλων των ζητημάτων που
θα πραγματευθείς, χρησιμοποιώντας σαν εργαλείο τις αντανακλάσεις τους στο παρόν.
Έχετε σπουδάσει μουσική.
Το βιβλίο σας είναι χωρισμένο σε κεφάλαια στα οποία έχετε δώσει ονόματα χορών.
Πώς σχετίζονται αυτά με το μυθιστόρημα και την πλοκή του;
Με άξονα την επιθυμία μου
να περιγράψω τον επαναπροσδιορισμό τριών ανθρώπων μέσω της φυγής η οποία τελικά δεν ήταν παρά μια
ουτοπία και επειδή για μένα ουτοπία σημαίνει να κυνηγάς κάτι κι αυτό όλο να σου
ξεφεύγει κι εσύ να μην σταματάς, δηλαδή να είσαι σε διαρκή κίνηση, και επειδή ο χορός είναι κίνηση, επέλεξα τα τέσσερα κεφάλαια της ιστορίας μου να έχουν τα ονόματα
τεσσάρων χορών δουλεύοντας τις φράσεις μου πάνω στην αντίστοιχη μουσική.
Το πρώτο
πήρε το όνομα πόλκα, χορός δυαδικός, χαρούμενος κι ανάλαφρος
όπου συστήνονται οι
ήρωες μου καθώς αφήνουν πίσω τους παλιά και ξεκινούν την μεγάλη αλλαγή δίπλα σε νέα πρόσωπα.
Στο δεύτερο κεφάλαιο έχει
δοθεί ο τίτλος «ροκ» διότι στο σημείο αυτό της ιστορίας μου επικρατούν
καταστάσεις χάους, αναρχίας και καταρρίπτονται οι νόρμες.
Στη συνέχεια, τις γραμμές
του τρίτου κεφαλαίου τις διατρέχει ο ρυθμός της ταραντέλας, όπου οι ήρωες
δέχονται «τσιμπήματα» από πρόσωπα και καταστάσεις και προσπαθούν με κυκλωτικές
κινήσεις να αποτινάξουν από πάνω τους τα διάφορα δηλητήρια.
Τέλος, το βιβλίο κλείνει
με τον χορό μπλουζ, επίσης χορό δυαδικό πλην όμως αργό και μελαγχολικό, όπου οι ήρωες έχοντας
διατρέξει έναν πολύ μακρύ δρόμο, πλην όμως όμοιο με το δρόμο που μπορεί να
διανύσει ένα σαλιγκάρι, επιστρέφουν στο
σημείο μηδέν από όπου ξεκίνησαν.
Ποιοι συγγραφείς σάς
επηρέασαν ή για να το θέσω καλύτερα ποιους αγαπήσατε περισσότερο και γιατί;
Σελίν, Ναμπόκοφ, Μόρισον,
Μπάνβιλ. Θα ήθελα πολύ να συνομιλούσα με το έργο τους γιατί τους αγαπώ πολύ. Αγαπώ τον Σελίν για την ιδιότυπη γλώσσα
και την οικονομία του λόγου του, τον
Ναμπόκοφ για τον καταπληκτικό τρόπο με τον
οποίο οι εικόνες του διεγείρουν τις αισθήσεις του αναγνώστη, την Μόρισον για
την ποιητικότητα και την μελωδία των φράσεων της και τέλος τον Μπάνβιλ γι αυτό
το εξαιρετικό στυλ που έχει η γραφή του .
Οι ήρωές σας γυρίζουν
γύρω από την αγάπη και τον έρωτα χωρίς όμως να δοθούν στην αγάπη ή στον έρωτα.
Δείχνουν να αγκιστρώνονται από συναισθήματα και να αποδέχονται την Μοίρα και
όχι να βιώνουν πάθη. Συγκεκριμένα η Εύα, η ηρωίδα σας, λέει «Πότε είναι έρωτας
και πότε αγάπη; Ή μήπως ο αληθινός έρωτας είναι απ’ την αρχή αγάπη;» Σχολιάστε
παρακαλώ.
Η αίσθηση ότι αγαπάς ή είσαι τρελά ερωτευμένος μπορεί τελικά
να είναι πλάνη. Προσωπικά πιστεύω και στον κεραυνοβόλο έρωτα με την
πρώτη ματιά, αυτό το θεϊκό και υπέροχο
συναίσθημα όπου κάθε έννοια λογικής
χάνει την αξία της και μπορούν να
πυροδοτηθούν ακόμη και μηχανισμοί υπερβατικής συμπεριφοράς, όπως επίσης πιστεύω
στην αγάπη, αυτήν την ταύτιση του εαυτού σου με έναν «άλλο»
και την άδολη προσφορά σ’ αυτόν
τον τυχερό «άλλο» που τον αγαπάς σαν τον
εαυτό σου.
Εκείνο όμως που
πιστεύω είναι ότι αυτά τα συναισθήματα δεν μπορούν να προκληθούν
επειδή έχουμε βαθιά επιθυμία να μας
συμβούν ή επειδή έχουμε την ανάγκη να
υπεκφύγουμε από καταστάσεις, πρόσωπα ή
πράγματα που μας πιέζουν. Το ραντεβού με τον έρωτα ή την αγάπη
είναι θέμα τύχης.
Ο Δαρβίνος, ο Auguste Comte και ο Hippolyte
Taine τόνιζαν τη σημασία των
κληρονομικών χαρακτηριστικών και των επιρροών του περιβάλλοντος για τον
άνθρωπο. Με αφορμή αυτές τις θεωρίες δημιουργήθηκε το κίνημα του νατουραλισμού,
τη θεωρία του οποίου εφάρμοσε και ο Εμιλ
Ζολά στην πεζογραφία του.Ποιος είναι ο ρόλος της γεωγραφίας στην
διαμόρφωση ενός χαρακτήρα; Παίζει ρόλο το περιβάλλον;
Ναι, πιστεύω ότι εκτός
από τα γονίδια, το περιβάλλον παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του
χαρακτήρα και νομίζω ότι γι αυτό το θέμα υπάρχει έρευνα και στατιστική. Οι
Βαλκάνιοι διαφέρουν από τους
Κεντρικοευρωπαίους και τους Άραβες.
Εκτός από τον στενό κύκλο, οικογένεια- φίλους, νομίζω ότι η φύση δηλαδή το τοπίο με όλες τις εκφάνσεις του και
το κλίμα όπου μεγαλώνει ένας άνθρωπος θα
συμβάλλουν σημαντικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του.
Ο ήρωάς σας ο Βιτάλι
παιδί Ελλήνων, που μεγάλωσε στην Ρωσία, θυμάται τον παππού του και αναρωτιέται
«Να μιλάω ή να μη μιλάω ελληνικά τώρα εδώ στην Ελλάδα;». Μπορεί η ελληνική
γλώσσα να είναι η πατρίδα; Μπορεί ένας άνθρωπος να επιστρέψει στη χώρα του και
να βρει τις ρίζες του ή η γλώσσα δεν αρκεί για να σε δέσει με έναν τόπο;
Φοβάμαι πως «η πατρίδα»
τελικά δεν έχει να κάνει ούτε με τη γλώσσα των προγόνων σου ούτε με τον τόπο
των γονιών και των παππούδων σου, πατρίδα για μένα είναι το οικείο και
το γνώριμο, εκεί που μεγάλωσες και έζησες. Γι αυτό βλέπουμε μετανάστες δεύτερης
και τρίτης γενιάς να γυρνούν πίσω στην πατρίδα των προγόνων τους και μην μπορώντας να ενταχθούν στο καινούργιο
γι αυτούς περιβάλλον να νιώθουν ξένοι
στον ίδιο τους τον «τόπο».
O τίτλος του βιβλίου «Η
κοιλιά της πέτρας» παραπέμπει στη δουλειά του ήρωα στο λατομείο που κληρονόμησε
από τον πατέρα του, ο οποίος πνίγηκε αφού γλίστρησε σε μία πέτρα. Το όνειρο του
Ζώη ήταν το ταξίδι αλλά δεν το πραγματοποίησε ποτέ. Ο Ζώης είναι και η το
δίδαγμα της ζωής εννοώ η συμφιλίωση με την πραγματικότητα που ζούμε;
Η κοιλιά της πέτρας είναι
το σκληρό κέλυφος όπου εγκλωβίστηκαν τα όνειρα και οι επιθυμίες τριών νέων
ανθρώπων που αγαπούσαν την ζωή, εξ ου και τα ονόματα τους, Ζώης – Εύα- Βιτάλι,
ονόματα που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τη λέξη ζωή. Τρείς λοιπόν νέοι που
είναι σε διαρκή κίνηση σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται, πλην όμως το αίσθημα της
μοναξιάς που βιώνουν και η πραγματική
ακινησία τους παρόλη την κινητικότητά
τους τελικά τους εμποδίζει να κάνουν την μεγάλη αλλαγή. Όχι, δεν
νομίζω πως είναι κανόνας ότι όλα τα μεγάλα ταξίδια δεν
έχουν αίσιο τέλος, απλώς η ουτοπία της φυγής και η δυσκολία να σπάσουν τα πάσης
φύσης «δεσμά» ήταν ένα θέμα που πάντα με απασχολούσε και γι αυτό γράφτηκε αυτό το βιβλίο.
Η Μάνια Διαμαντή-Κουναλάκη γεννήθηκε στην Κομοτηνή και είναι τοπογράφος μηχανικός. Η "Κοιλιά της πέτρας" είναι το πρώτο της μυθιστόρημα.