Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΟΤΑ ΧΡΥΣΙΝΑ- ΑΡΘΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΟΤΑ ΧΡΥΣΙΝΑ- ΑΡΘΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2015

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΘΕΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΑΤΤΙΚΟΥ ΠΑΝΘΕΟΥ

                                                     Η θεά Άρτεμη


της Νότας Χρυσίνα

Το πιο εκπληκτικό χαρακτηριστικό του πολυθεϊσμού είναι η ύπαρξη των πανθέων, των ομαδοποιήσεων των θεοτήτων που φέρουν κάποιο όνομα, μία ταυτότητα και ανάλογες λειτουργίες. Οι Έλληνες επινόησαν και επεξεργάστηκαν φιλοσοφικώς πολυάριθμους συνδυασμούς θεοτήτων, καθώς και πολυάριθμες ιεραρχίες, ανάλογες και των συστημάτων οργάνωσης του κόσμου. Οι δώδεκα Ολύμπιοι θεοί και θεές ήταν γνωστοί σε όλους τους Έλληνες αλλά δεν λατρεύονταν σε όλες τις ελληνικές πόλεις.[1]
Οι θεότητες παίρνουν μία σειρά από εξειδικευμένες μορφές που σημαίνονται με ένα λατρευτικό επίθετο, ανάλογα με τον τόπο λατρείας τους και τη λειτουργία που επιτελούν. [2]
Έτσι, η Αθηνά λατρεύεται ως Αθηνά Πολιάς (προστάτιδα της πόλης), Αθηνά Φρατρία, Αθηνά Παρθένος, Αθηνά Νίκη, Αθηνά Εργάνη, Πρόμαχος Αθηνά, Αθηνά Υγεία.
Ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό των πανθέων ήταν η συμπληρωματικότητα των θείων δυνάμεων η οποία φαίνεται, μεταξύ άλλων, στον θεσμό του γάμου.
Η Ήρα ήταν η θεά του γάμου και προστάτιδα των γυναικών. Ήταν αδερφή και σύζυγος του Δία. Λατρευόταν με το επίθετο Τελεία, που δείχνει την τελειότητα και την ολοκλήρωση της γυναίκας μέσα από τον νόμιμο γάμο. Συχνά η Ήρα περιγραφόταν ή απεικονιζόταν κρατώντας κάποιο σκήπτρο ως σύμβολο κυριαρχίας ή έχοντας στα χέρια της ρόδι (σύμβολο γονιμότητας). Προς τιμήν της Ήρας γίνονταν γιορτές σε πολλές πόλεις της αρχαίας Ελλάδας και ονομάζονταν Ηραία. Τα λαμπρότερα Ηραία γινόταν στο Άργος, τη Σάμο και την Ολυμπία.
Η Αθηνά ήταν η θεά της σοφίας, της στρατηγικής και του πολέμου. Σχετίζεται εμμέσως με τον γάμο καθώς ήταν αυτή που δίδασκε τις κοπέλες υφαντική, δραστηριότητα απαραίτητη για τη συμμετοχή της συζύγου στην οικονομική ζωή του οίκου.[3]  Γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία, πάνοπλη, φορώντας περικεφαλαία και κρατώντας μια ασπίδα. Κέρδισε σε μονομαχία τον Ποσειδώνα και έδωσε το όνομά της στην πόλη της Αθήνας προσφέροντας ως δώρο την ελιά. Ο Παρθενώνας ήταν ναός αφιερωμένος στην Αθηνά Παρθένο.[4]
Η Αφροδίτη ήταν η θεά του έρωτα και της ομορφιάς. Ήταν σύζυγος του Ηφαίστου αλλά περιγράφεται ως ερωμένη του Άρη. Στον γάμο η Αφροδίτη δίνει ως δώρα τον πόθο και την ηδονή. Έχει περιορισμένη θέση στις γαμήλιες τελετές.[5]
Η Άρτεμις ήταν θεά του κυνηγιού, προστάτιδα των μικρών παιδιών και των ζώων. Οφείλει την παρουσία της στις γαμήλιες τελετές ως προστάτιδα του άγριου κόσμου, όλων δηλαδή των υπάρξεων που δεν έχουν μπει στον πολιτισμένο κόσμο, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται και οι νέοι, αγόρια και κορίτσια.[6] Κόρη του Δία και της Λητούς, δίδυμη αδερφή του Απόλλωνα. Η Άρτεμις ταυτίζεται με την Ειλειθυία, τη θεά του τοκετού.
Η Δήμητρα ήταν η ιδεατή ανθρωπόμορφη θεότητα της καλλιέργειας δηλαδή της γεωργίας, αλλά και της ελεύθερης βλάστησης, του εδάφους και της γονιμότητας αυτού, συνέπεια των οποίων ήταν να θεωρείται και προστάτιδα του γάμου και της μητρότητας των ανθρώπων. Οι έγγαμες γυναίκες τιμούσαν τη θεά Δήμητρα με την εορτή των Θεσμοφορίων. Η Δήμητρα και η κόρη της Περσεφόνη ήταν οι κεντρικοί χαρακτήρες στα Ελευσίνια μυστήρια.
Η Εστία ήταν η θεά της εστίας(η εστία βρίσκεται στο κέντρο της πόλης αλλά και στο κέντρο του οίκου)[7], της οικιακής ζωής και της οικογένειας, η οποία λάμβανε την πρώτη προσφορά σε κάθε θυσία στο σπιτικό, αλλά δεν είχε δημόσια λατρεία.




[1] Στο ίδιο, σελ. 179.
[2]Ό.π., σελ. 175.
[3] Ό.π., σελ. 185.
[4] Ό.π., σελ. 96.
[5] Ό.π., σελ. 185.
[6] Ό.π., σελ. 184.
[7] Ό.π., σελ. 91.

Θεατρικά στοιχεία στο μυθιστόρημα η Παναγία των Παρισίων του Βίκτορα Ουγκώ - Μετάβαση από τον Ρομαντισμό στον Ρεαλισμό


της Νότας Χρυσίνα

Η Παναγία των Παρισίων του Βίκτορα Ουγκώ (1802-1885) είναι ρομαντικό ιστορικό μυθιστόρημα. Το είδος αυτό είναι καθαρά ρομαντικό δημιούργημα.[1] Ο Ουγκώ αναπλάθει το μεσαιωνικό Παρίσι του 1482 στη σκιά του επιβλητικού γοτθικού ναού της  Παναγίας των Παρισίων (Νοτρ Νταμ).[2] Στο απόσπασμα που μελετούμε πρωταγωνιστούν άνθρωποι του περιθωρίου, αντιπρόσωποι ενός κόσμου σκοτεινού και αλλόκοτου που ο ρομαντισμός έβγαλε από το περιθώριο και τους ανέβασε στην «σκηνή» ασκώντας κριτική στο κατεστημένο της εποχής του.[3] Οι ήρωες του Ουγκώ παρουσιάζονται όπως στο μελόδραμα καλοί ή κακοί και η δράση είναι θεαματική.[4]
Η μελοδραματική παρουσίαση «της παρέλασης των τρελών» παραπέμπει στις απόψεις που εξέφρασε ο Ουγκώ στον Πρόλογο στον Κρόμβελ (1827), ένα ιστορικό ρομαντικό δράμα, όπου το γένος των ανθρώπων στην πορεία του πολιτισμού χωρίζετε σε τρεις μεγάλες εποχές: την πρωτόγονη, την αρχαία και τη σύγχρονη και σε καθεμία εποχή αντιστοιχεί ένα διαφορετικό λογοτεχνικό είδος. Στην πρωτόγονη εποχή αντιστοιχεί η λυρική ποίηση, στην αρχαιότητα το έπος και στη σύγχρονη εποχή το δράμα.[5] Έτσι, θα μπορούσαμε να δούμε στο κείμενο την πρωτόγονη εποχή όταν ο Ουγκώ βάζει να οδηγεί την παρέλαση η Γυφτιά «Μπροστά πήγαινε η Γυφτιά» και να συνδέσουμε την περιγραφή και τις συνήθειες αυτών των ανθρώπων με τους πρωτόγονους οι οποίοι,  σύμφωνα με τους ρομαντικούς, ήταν πιο κοντά στη φύση. Μετά περιγράφει την παρέλαση των μελών που ανήκουν στο βασίλειο της Αληταρίας η οποία παραπέμπει στην εποχή της αρχαιότητας «Κατόπιν ερχόταν το βασίλειο της Αληταρίας» και να συνδέσουμε την περιγραφή με το έπος στο οποίο παραπέμπει καθαρά ο ίδιος ο Ουγκώ όταν απαριθμεί τα άτομα που είναι μέλη της Αληταρίας και γράφει χαρακτηριστικά «απαρίθμηση που θα κούραζε ακόμη και τον Όμηρο». Παραπέμπει καθαρά στην Ιλιάδα και την περιγραφή των στρατευμάτων από τον Όμηρο και ταυτόχρονα παρωδεί το ομηρικό κείμενο. Τέλος, αναφέρεται στη σύγχρονη εποχή με την αναφορά στην παρέλαση των δικαστικών γραφιάδων  «Τελευταίοι έρχονταν οι δικαστικοί γραφιάδες,[….]με τις μαύρες τηβέννους τους». Η περιγραφή αυτής της παρέλασης περιέχει αναφορά σε τελετουργία της χριστιανικής θρησκείας «ένα φορείο πιο παραφορτωμένο με λαμπάδες και απ’ το λείψανο της Αγίας Γενεβιέβης σε καιρό πανούκλας». Η χριστιανική θρησκεία συνδέεται με το δράμα το οποίο «γεννήθηκε από τον χριστιανισμό», σύμφωνα με όσα λέει ο Ουγκώ στον Πρόλογο στον Κρόμβελ.[6]
Επίσης, στον Πρόλογο στον Κρόμβελ ο Ουγκώ υποστηρίζει ότι ο χαρακτήρας του δράματος είναι το πραγματικό, το οποίο βγαίνει από τον συνδυασμό των αντιθέτων, του υψηλού και του γκροτέσκου, το τρομερό και το μπουφόνικο, την τραγωδία με την κωμωδία, όπως συμβαίνει στη φύση και στην ζωή.[7] Το υψηλό εκφράστηκε μέσα από το έπος και την ποίηση του Ομήρου την οποία όπως αναφέραμε παρωδεί ο Ουγκώ, ενώ το γκροτέσκο παρουσιάζεται από τον Ουγκώ τόσο στην περιγραφή των ηρώων του που παίρνουν μέρος στην παρέλαση αλλά κυρίως στην περιγραφή του Κουασιμόδου του πρωταγωνιστή του στο απόσπασμα που μελετάμε. Το ίδιο το γκροτέσκο αποτελεί παρωδία του υψηλού. Η περιγραφή του Κουασιμόδου θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι είναι η άλλη όψη του ήρωα του Ομήρου(«[…] το αξιοθρήνητο και κακάσχημο πρόσωπο του Κουασιμόδου», «[…] ο καμπούρης ήταν γεροδεμένος, ευκίνητος, κακός» & «Το πνεύμα που κατοικούσε σ’αυτό το κορμί ήταν επίσης δύσμορφο και σακάτικο, ελαττωματικό»).


Ο Ουγκώ με το μυθιστόρημά του Παναγία των Παρισίων εκφράζει σχεδόν όπως στο θέατρο τις δραματικές εκφάνσεις της ανθρώπινης ύπαρξης χρησιμοποιώντας τον ίδιο μηχανισμό αφήγησης που σταδιακά ξεδιπλώνεται στα μάτια του αναγνώστη για να κορυφωθεί όσο πλησιάζει προς την έκβασή της. [8] Ο Κουασιμόδος παρουσιάζεται να παρελαύνει απόλυτα κυρίαρχος και εστεμμένος «πάπας των τρελών» από τους κάθε είδους παράνομους και σκοτεινούς τύπους του Παρισιού και στο τέλος του αποσπάσματος γονατίζει απόλυτα υπάκουος μπροστά στον αρχιδιάκονο Φρολό, ο οποίος τον είχε μεγαλώσει, και ενώ ο Κουασιμόδος μπορεί να τον συντρίψει υφίσταται εξευτελισμό από αυτόν μπροστά στα μάτια του πλήθους που αγωνιάΚαι πάνω στο φορείο αυτό, άστραφτε ο πάπας των τρελών, ο κωδωνοκρούστης της Νοτρ Νταμ, ο Κουασιμόδος ο Καμπούρης», «είχε τρεις ιδιότητες να σου βγάλουν ξινό το γέλιο», «δεν ήταν μικρή η έκπληξη και η τρομάρα όταν ξαφνικά[…] είδαν έναν άντρα να πετάγεται από το πλήθος και να του αρπάζει [….]την ποιμενική ράβδο…», «απέστρεψαν το βλέμμα για να μην τον δουν να κάνει τον αρχιδιάκονο κομματάκια», « …έκαμε έναν πήδο έφτασε ως τον ιερωμένο[….] κι έπεσε στα γόνατά του» & «Ο Κλοντ Φρολό άρπαξε την τιάρα [….] του έκαμε νόημα να τον ακολουθήσει. Ο Κουασιμόδος σηκώθηκε
Η λεπτομερής περιγραφή των ανθρώπων της παρέλασης χωρίς εξωραϊσμό, μια εικόνα των ανθρώπων όπως είναι πραγματικά, προμηνύει τον ρεαλισμό. Ο Ουγκώ φωτίζει τα πρόσωπα ή τα σκιάζει όπως και στο θέατρο όταν στρέφει την προσοχή επάνω τους με την περιγραφή του και γεμίζει με ήχους και χρώμα το κείμενο μέσα από τις λέξεις που χρησιμοποιεί έτσι ώστε ο αναγνώστης να  αναπλάθει την εικόνα και να ακούει τον ήχο στο μυαλό του. Οι γύφτοι χτυπούσαν τα μπαλάφος», «ρεμπεκ όλων των ειδών και των σχημάτων, οξύτονα, μπάσα και μεσότονα, για να μη μιλήσουμε για φλάουτα και για τα χάλκινα πνευστά» & «… τα φανταχτερά άμφια»).
Ο Ουγκώ πίστευε στην κοινωνική, παιδευτική και εκπολιτιστική αποστολή του δημιουργού. Το ξεχωριστό αυτό πλάσμα, που κατέχει το μυστικό της μαγείας των λέξεων, είναι ένας οραματιστής και αναμορφωτής και μπορεί να οδηγήσει την ανθρωπότητα στην αλήθεια.[9]Όπως δήλωσε ο Ουγκώ στον Πρόλογο στον Κρόμβελ η αλήθεια βρίσκεται στην αρμονία των αντιθέτων. Η ρεαλιστική ακρίβεια επιτυγχάνεται και με την επιλογή του λεξιλογίου.[10] «κουλοί, χειμωνατζήδες, κοχυλάδες [….] λωβιάρηδες…». Έτσι, παρουσιάζει ρεαλιστικούς τύπους που είναι σχεδόν αποκρουστικοί κάνοντας αναφορά και στον αποκρυφισμό, χαρακτηριστικό του Μεσαίωνα.[11]ο δον Κλωντ Φρολό είναι ο δάσκαλός μου της Ερμητικής»).
Τέλος, η εγκυκλοπαιδικού τύπου προσέγγιση της πραγματικότητας από τον Ουγκώ εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας να αποδώσει με πιστότητα την εποχή, τους ανθρώπους και τις συνήθειές τους. Η σύζευξη της γραφής και της πραγματικότητας είναι ενδεικτική της σημασίας που αρχίζει να αποκτά ο υλικός κόσμος.[12] Η σκηνή που περιγράφει αναφέρεται στον Μεσαίωνα σε μια πραγματική παρέλαση που ήταν μέρος της «εορτής των τρελών», εορτή που λάμβανε χώρα στη Γαλλία και ήταν επιβιώσεις των Σατουρναλίων και των Ληναίων. Η μεταφορά της «εορτής των τρελών» στο θέατρο μετέτρεψε σε κοινωνική και ηθική κριτική, ό,τι στοιχείο θρησκευτική παρωδίας διέθεταν οι γιορτές αυτές.[13]
Αξιοποιεί την ιστορική αυτή αναφορά στο μυθιστόρημά του για να βγάλει στο φως και να τονίσει στον αναγνώστη του την πραγματικότητα που επικρατεί στο Παρίσι το 1831 με στόχο να την ανατρέψει. Βασικό όπλο του Ουγκώ είναι η παρωδία της πραγματικότητας την οποία βλέπουμε να χαρακτηρίζει ολόκληρο το απόσπασμα από την Παναγία των Παρισίων το οποίο μελετήσαμε.








[1] Ό.π., σελ. 114.
[2] Hugo V., «Η Παναγία των Παρισίων» στο  Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων, επιμ. Βλαβιανού Α., εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2008, σελ. 259.
[3] Ό.π., σελ. 110.
[4] Abrams M.H., Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων, μτφρ. Δεληβοριά Γ- Χατζηιωαννίδου Σ., εκδ. Πατάκη, 8η έκδοση, Αθήνα 2012, σελ. 233.
[5] http://www.greek-language.gr/greekLang/literature/education/european/movements/romanticism/05.html
[6] http://www.greek-language.gr/greekLang/literature/education/european/movements/romanticism/05.html
[7]Στο ίδιο
[8] Ό.π., σελ. 122.
[9] Ό.π., σελ. 126.
[10] Ό.π., σελ. 139.
[11] Ό.π., σελ. 139.
[12] Ό.π., σελ. 129.
[13] http://www.epopteia.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=50:drakopoulos-monstrer-and-folly&catid=3:2011-03-28-01-35-34&Itemid=11

Οι αρχές του Ρομαντισμού - Ο Ρομαντισμός στη Γαλλία


                                                             Eugene Delacroix

της Νότας Χρυσίνα

Στην Ιστορία της Λογοτεχνίας ως Ρομαντισμός χαρακτηρίζεται η περίοδος από τα τέλη του 18ου αιώνα ως τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα. Αν και ήταν ευρωπαϊκό φαινόμενο, ο ρομαντισμός δεν εκδηλώθηκε σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες την ίδια χρονική στιγμή  και δεν είχε τα ίδια χαρακτηριστικά.[1] Το κίνημα του ρομαντισμού εμφανίστηκε στην Αγγλία και την Γερμανία αρχικά και στην Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία μετέπειτα.[2] Η διαφορετική φυσιογνωμία, η ετερογένεια και η αντιφατικότητα του φαινομένου μας επιβάλλει να μιλάμε για διαφορετικούς ρομαντισμούς.[3]
Το ρομαντικό κίνημα κάνει την εμφάνισή του στη Γερμανία γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα και στην Αγγλία με τη δημοσίευση του έργου των Άγγλων ποιητών Γουέρντσγουερθ και Κόλριτζ Λυρικές Μπαλάντες στα  1798. Είναι το αποκορύφωμα μιας μακράς εξελικτικής διαδικασίας που ξεκίνησε με τους προ-ρομαντικούς, αλλά παρουσιάζεται ένα καινούριο στοιχείο, η φαντασία. Η αντίληψη της δημιουργικής φαντασίας αλλάζει και από μιμητική που ήταν στον κλασικισμό μετατρέπεται σε εκφραστική στο ρομαντισμό.[4] Σύμφωνα με τον Σέλλεϋ «ποίηση είναι η έκφραση της φαντασίας, σύμφυτη με την καταγωγή του ανθρώπου».[5]
Επίσης, στον Πρόλογο των Λυρικών Μπαλάντων αναγγέλλεται «η χρήση μιας νέας πηγαίας γλώσσας που χρησιμοποιείται πραγματικά από τους ανθρώπους».[6] Ο Ρομαντισμός δεν ήταν απλά μια αλλαγή του τρόπου γραφής, ως αντίδραση στον κλασικισμό, αλλά η αφύπνιση της ευαισθησίας των Ευρωπαίων μπροστά στις ιστορικές εξελίξεις.[7]Επιπλέον, οι ήρωες των ρομαντικών είναι άνθρωποι όλων των κοινωνικών στρωμάτων καθώς στο νέο πολιτικό σκηνικό μετά την Γαλλική Επανάσταση (1789) έχουμε άνοδο της αστικής τάξης και την εμφάνιση του προλεταριάτου.[8]
Τα κοινά γνωρίσματα των Ευρωπαίων ρομαντικών εστιάζουν στο συναίσθημα, το οποίο θεωρούν ότι έχει απελευθερωτική δύναμη, την φαντασία, την ονειροπόληση και το μυστήριο και εγκαταλείπουν τον ορθολογικό τρόπο σκέψης και τον νεοκλασικισμό που είχε οδηγήσει σε αδιέξοδο.[9]
Αναλυτικότερα, ο ρομαντικός συγγραφέας εκμυστηρεύεται στον αναγνώστη του τις χαρές και τις λύπες του, σε μια έξαρση λυρισμού.[10] Ο  Γουέρτζγουερθ περιέγραψε την διαδικασία αυτή στον Πρόλογο του στις Λυρικές Μπαλάντες ως «το αυθόρμητο ξέσπασμα ισχυρών συναισθημάτων».[11] Η ευαισθησία είναι το βασικό χαρακτηριστικό του ρομαντικού δημιουργού και μέσα από την έκφρασή της ο ρομαντικός δημιουργός επιδιώκει την ισορροπία και την ολοκλήρωσή του.[12]
Η έμπνευση και η έκφραση της ατομικότητας μέσα από την φαντασία του ρομαντικού δημιουργού δεν δεσμεύεται από μορφικούς κανόνες και διακηρύσσει την απόλυτη ελευθερία του στην επιλογή θεμάτων και στον τρόπο που τα πραγματεύεται.[13] Στόχος του ρομαντικού δημιουργού είναι η αλήθεια η οποία είναι η πραγματική απεικόνιση της ζωής και της φύσης. Σύμφωνα με τον Ουγκώ στον Πρόλογο στον Κόμβελ, μανιφέστο του ρομαντισμού, «…υπάρχει το άσχημο πλάι στο ωραίο και το γκροτέσκο δίπλα στο υψηλό».[14]
 Οι μυστικιστικές τάσεις των ρομαντικών εκδηλώνονται στην στροφή προς την φύση την οποία ταυτίζουν κάποιες φορές με το θείο και παρομοιάζουν τις εναλλαγές της με τις ψυχικές διαθέσεις του ατόμου. Αναζητούν στην φύση απαντήσεις στα μεταφυσικά τους ερωτήματα. Κάποιοι ρομαντικοί δημιουργοί βλέπουν στην φύση την αλληλεξάρτηση των έμβιων όντων και η φύση αποκτά οντολογική υπόσταση.[15] Άλλοι επηρεάζονται από αυτήν και εμπνέονται. Κάποιες φορές η φύση εξιδανικεύεται.[16]Τέλος, η φύση μετατρέπεται σε σύμβολο των συγκινήσεων τους.[17]  Επίσης, τους απασχολεί η λεπτή διάκριση μεταξύ φυσικού και υπερφυσικού, μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου.[18]
Ο ρομαντικός δημιουργός αναζητά τις πηγές έμπνευσής του όχι στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, αλλά στην ιστορία του κάθε λαού, με έμφαση στην ιστορία των βόρειων ευρωπαϊκών κρατών, ενώ συγχρόνως ανακαλύπτει τον Μεσαίωνα.[19] Οι συγγραφείς μιμούνταν πλέον τον Σαίξπηρ και τον Όσσιαν (ποίηση με στοιχεία κέλτικης λαϊκής παράδοσης).[20]Οι δύο αυτοί δημιουργοί ενσαρκώνουν την έννοια του ρομαντικού καλλιτέχνη ως ιδιοφυία που ήταν κομβική και συνδεόταν με την υψηλή αποστολή του ρομαντικού δημιουργού όπως εκφράζεται από τον Σέλλεϋ «οι σάλπιγγες είναι που ηχούν στη μάχη αγνοώντας τη δύναμη που εμπνέουν […].Οι ποιητές είναι οι ανεπίσημοι νομοθέτες του κόσμου».[21] Οι ρομαντικοί περιέβαλλαν τον δημιουργό με ένα σχεδόν μυστικιστικό κύρος.[22]Σύμφωνα με τον Βίκτορα Ουγκώ, αρχηγό της γαλλικής ρομαντικής σχολής, ο ποιητής εκφράζει τον κόσμο που τον περιβάλλει μέσα από την έκφραση της ατομικότητάς του. Επιπλέον, ο ποιητής θεωρείται μάρτυρας των γεγονότων της εποχής του.[23]
Πολλοί ρομαντικοί δημιουργοί εκφράζουν την αγωνία και την μελαγχολία του ατόμου που βιώνει τις έντονες κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις που έχουν αντιφατικό χαρακτήρα καθώς το ανθρώπινο γένος οδηγείται σε τεχνική, οικονομική και πολιτική πρόοδο αλλά ταυτόχρονα βιώνει έντονες απογοητεύσεις στην καθημερινή πραγματικότητα που τον οδηγούν στην αναζήτηση σταθερών όπως η θρησκεία ή το παρελθόν, κυρίως τον Μεσαίωνα που προσφέρεται για ονειροπόληση, ή κάποιοι εμφανίζουν μελαγχολία και τάσεις αυτοκτονίας.[24]
Ο ρομαντικός δημιουργός εκφράζει τον ατομικισμό του με ποικίλους τρόπους ανάλογα με την προσωπικότητά του. Ο εξωστρεφής χαρακτήρας διαχωρίζει τον εαυτό του από την κοινωνία και παίρνει πολιτική θέση που έχει επαναστατικό χαρακτήρα. Η πολιτική πρόθεση του ρομαντισμού είχε εκδηλωθεί στη Γερμανία μέσα από το κίνημα Θύελλα και Ορμή (Sturm und Drang) και κυρίως στη Γαλλία στις επαναστατικές διακηρύξεις του Ουγκώ.[25]
Ο ρομαντισμός αρχίζει κάπως καθυστερημένα στη Γαλλία με τη δημοσίευση των Ποιητικών στοχασμών του Λαμαρτίν το 1820. Αρχικά υπάρχουν δύο ομάδες ρομαντικών δημιουργών με διαφορετικές πολιτικές τοποθετήσεις. Μετά το 1827 όταν ο Ουγκώ δημοσιεύει το μανιφέστο του ρομαντισμού τον Πρόλογο στον Κρόμβελ, στον οποίο εκφράζει τη μεταστροφή προς τον φιλελευθερισμό, στέφεται αρχηγός της ρομαντικής σχολής.[26]
Ο ρομαντισμός στη Γαλλία δεν εστίασε στην φαντασία και τον ουσιαστικό ρόλο που έπαιξε στο κίνημα. Συγγενεύει περισσότερο με το γερμανικό προ-ρομαντικό κίνημα Θύελλα και Ορμή που είχε χαρακτήρα επαναστατικό.[27] Πρόκειται για μια καθολική αμφισβήτηση των αρχών, του περιεχομένου και των ειδών της λογοτεχνίας. Ριζική ήταν η αντιπαράθεσή του με την τραγωδία και την αρχή των τριών ενοτήτων, την κλασική αισθητική και την τυραννία του αλεξανδρινού στίχου. Ταυτόχρονα ήταν και μια εξέγερση ενάντια στην παλαιά τάξη πραγμάτων και τους θιασώτες της. Η ρομαντική κίνηση στην Γαλλία συνδέθηκε στενά με πολιτικές και θρησκευτικές διαμάχες καθώς το απολυταρχικό καθεστώς επέβαλε τις απόψεις του και στην λογοτεχνία σε σημείο να ταυτιστεί η κατάρρευσή του με τον νεοκλασικισμό. Ένα από τα συνθήματα της εποχής ήταν: «Για μια καινούρια κοινωνία, μια καινούρια λογοτεχνία». Πολλοί ρομαντικοί δημιουργοί εμπλέκονται και με την πολιτική Λαμαρτίν, Ουγκώ).[28]
Το θέατρο κατακτήθηκε το 1830, χρονιά που ανεβάστηκε το έργο Ερνάνη του Βίκτορα Ουγκώ. Στον Πρόλογο του Ερνάνη ο Ουγκώ ορίζει τον ρομαντισμό ως «τον φιλελευθερισμό στη λογοτεχνία». Έχοντας βαθιά πίστη στην εκπολιτιστική αποστολή του ποιητή ο Ουγκώ και οι Γάλλοι ποιητές επιθυμούν να φέρουν τη λογοτεχνία σε επαφή με τις λαϊκές μάζες, αυτό ακριβώς που φοβόταν η αστική τάξη.[29]Κεντρικό θέμα είναι η αγωνία για την μοίρα της ανθρωπότητας. Στο θέατρο και στο ιστορικό δράμα αναδεικνύονται οι μεταμορφώσεις της σύγχρονης κοινωνίας συγκρινόμενη με το παρελθόν και ιδιαίτερα τον Μεσαίωνα.[30]






[1] Καρακάση Κ., κ.ά., « Το πρώτο ήμισυ του 19ου αιώνα: Ρομαντισμός» στο Ιστορία της Ευρωπαïκής Λογοτεχνίας. Ιστορία της Ευρωπαïκής Λογοτεχνίας από τις αρχές του 18ου αιώνα έως τον 20ό αιώνα, τόμος Β, επιμ. Προβατά Δ., εκδ. Ε.Α. Π., 2η έκδοση, Πάτρα 2008, σσ. 82-83.
[2]  Λήμμα "Ρομαντισμός", εγκυκλ. Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 52, Αθήνα 1992, σσ. 204-208.
[3] Ό.π., σσ. 82-83.
[4]Lilian R. Furst, Ρομαντισμός, Μετάφραση Ιουλιέττα Ράλλη - Καίτη Χατζηδήμου, Αθήνα, εκδ. Ερμής, 1974 (Η γλώσσα της κριτικής, >αρ. 11< (11.html)), σσ. 9, 21-24,54-82.
[5] Σέλλεϋ, Υπεράσπιση της ποίησης, Μετάφραση Ιουλίτα Ηλιοπούλου, Αθήνα, εκδ. Ύψιλον, σσ. 21-36, 69-88.
[6] Ό.π., σελ. 83.
[7] Ό.π., σσ. 81-82.
[8] Ό.π., σελ. 82.
[9] Ό.π., σ. σ, 82-83.
[10] Ό.π., σελ. 83.
[11] Travers M., Εισαγωγή στη Νεότερη Ευρωπαική Λογοτεχνία, από τον ρομαντισμό ως το μεταμοντέρνο,μτφρ. Ναούμ Ι- Παπαηλιάδη Μ., επιμ. Καγιαλής Τ.,  εκδ. Βιβλιόραμα, 2η έκδοση,  Αθήνα 2005, σελ. 62.
[12] Ό.π., σελ. 84.
[13] Ό.π., σελ. 84.
[14] Victor Hugo (μτφ. Ανδρέας Ανδρεόπουλος), "Το μανιφέστο του ρομαντισμού (πρόλογος στον 'Κρόμβελ')", Νέα Εστία 110, τχ. 1307 (Χριστούγεννα 1981, αφιέρωμα στα εκατόν πενήντα χρόνια του ελληνικού ρομαντισμού) 136-137, 138, 140, 141-142, 144-145, 146-147
[15] Travers M., ό.π., σσ. 84-85.
[16] Ό.π., σελ. 103.
[17] Ό.π., σελ. 115.
[18] Travers M., ό.π.,σσ 101-104.
[19] Ό.π., σελ. 83.
[20]  Λήμμα "Ρομαντισμός", εγκυκλ. Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 52, Αθήνα 1992, σσ. 204-208.

[21] Travers M, ό.π., σελ. 60.
[22] Travers M, ό.π., σελ 56.
[23] Ό.π., σελ. 84.
[24] Ό.π., σσ.84- 86.
[25] Travers M, ό.π., σελ.65 & 74
[26] Ό.π., σελ. 89.
[27] Lilian R. Furst, Ρομαντισμός, Μετάφραση Ιουλιέττα Ράλλη - Καίτη Χατζηδήμου, Αθήνα, εκδ. Ερμής, 1974 (Η Γλώσσα της Κριτικής, σσ. 66-70.
http://www.greek-language.gr/greekLang/literature/education/european/movements/romanticism/02.html?dbX_sid=2en0r3n3ok3nk02rrv5kr5a904
[28] Ό.π., σελ. 89.
[29] Ό.π., σελ. 89.
[30] Ό.π., σελ. 110.