Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 12 Μαΐου 2014

"Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ" ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ


Ο Κρητικός

Διονύσιος Σολωμός
επιμέλεια: Στυλιανός Αλεξίου
επιμέλεια σειράς: Κώστας Κουτσουρέλης
Κίχλη

Έργο της κερκυραϊκής περιόδου του ποιητή, γραμμένο τα χρόνια 1833-1834, ο «Κρητικός» έφτασε ως εμάς σχεδόν ακέραιος. Οι μουσικοί ζευγαρωτοί δεκαπεντασύλλαβοι του ποιήματος συνδέουν τον Σολωμό με την παράδοση του Βιτσέντζου Κορνάρου, ενώ με τη σειρά τους αποτελούν τη γέφυρα προς σημαντικά μεταγενέστερα έργα της λογοτεχνίας μας, από τον «Όρκο» του Γεράσιμου Μαρκορά ως το «Μήτηρ Θεού» του Άγγελου Σικελιανού.

Το ιστορικό πλαίσιο του ποιήματος είναι ένα επεισόδιο από τον αγώνα της επαναστατημένης Κρήτης της περιόδου 1823-1824. Για να σωθούν από την προέλαση των τουρκικών δυνάμεων, αγωνιστές και άμαχοι επιχειρούν να φυγαδευτούν από τις δυτικές ακτές του νησιού με προορισμό τα αγγλοκρατούμενα Κύθηρα και την Πελοπόννησο. Πάνω σ' αυτό το θέμα, ο Σολωμός κεντά αριστουργηματικά την ιστορία ενός νέου Κρητικού και της μνηστής του: το ναυάγιό τους κοντά στην ακτή της Πελοποννήσου, μέσα σε θύελλα και βροντές, την πάλη τους με τα κύματα, την εμφάνιση στην κρίσιμη ώρα μιας γυναικείας οραματικής μορφής (της ψυχής της νέας), τέλος τη σωτηρία του ήρωα αλλά και τον θάνατο της κοπέλας. Ο χρόνος της σολωμικής αφήγησης δεν είναι ευθύγραμμος. Πάνω στη μάχη του με τα στοιχεία της φύσης, ο ήρωας ανακαλεί διαρκώς το παρελθόν αλλά και προβλέπει το μέλλον, τη συνάντησή τους την ημέρα της Ανάστασης των νεκρών.


Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Βιτσέντζος Κορνάρος «Ερωτόκριτος» & Διονύσιος Σολωμός «Κρητικός»







Ερωτόκριτος (στίχοι 389-402)
«Κι όντεν η νύκτα η δροσερή καθ’ άνθρωπο αναπεύγει,
και κάθε ζο να κοιμηθή τόπο να βρη γυρεύγει,
ήπαιρνε το λαγούτον του κι εσιγανοπερπάτει,
κι εκτύπαν το γλυκιά γλυκιά ανάδια στο παλάτι.
Ήτον η χέρα ζάχαρη, φωνή ‘χε σαν αηδόνι,
κάθε καρδιά να του γρικά κλαίει κι αναδακρυώνει.
Ήλεγε κι ανεβίθανε της ερωτιάς τα πάθη,
και πώς σ’ αγάπη εμπέρδεσε κι εψύγη κι εμαράθη.
Κάθε καρδιά ανελάμπανε, αν ήτο σαν το χιόνι,
σ’ έτοια γλυκότατη φωνή κοντά να τση σιμώνη.
Εμέρων’ όλα τ’ άγρια, τα δυνατά απαλαίνα,
στο νουν τ’ ανθρώπου ό,τ’ ήλεγε με λύπηση πομένα∙
εμίλειε παραπόνεσες που τσι καρδιές εσφάζα,
το μάρμαρον εσπούσανε, το κρούσταλλον εβράζα.»

αναβιθάνω: διηγούμαι
ανάδια: απέναντι




Κρητικός (στίχοι 24-38)
Ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε.
Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν,
Και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν,
Και τον κρυφό της έρωτα της φύσης τραγουδάει,
Του δέντρου και του λουλουδιού πού ανοίγει και λυγάει·
Δεν είν’ αηδόνι κρητικό, που παίρνει τη λαλιά του
Σε ψηλούς βράχους κι άγριους όπ’ έχει τη φωλιά του,
Κι αντιβουίζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα
Η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα,
Ώστε που πρόβαλε η αυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια,
Κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια
Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό, οπού τα’ αγρίκαα μόνος
Στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος
 Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει


Από το δημοτικό τραγούδι στο αναγεννησιακό έπος και τέλος στην γλώσσα του Σολωμού

( σχεδίασμα από εργασία)
της Νότας Χρυσίνα

Διαβάστε εδώ: