Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Βιτσέντζος Κορνάρος «Ερωτόκριτος» & Διονύσιος Σολωμός «Κρητικός»







Ερωτόκριτος (στίχοι 389-402)
«Κι όντεν η νύκτα η δροσερή καθ’ άνθρωπο αναπεύγει,
και κάθε ζο να κοιμηθή τόπο να βρη γυρεύγει,
ήπαιρνε το λαγούτον του κι εσιγανοπερπάτει,
κι εκτύπαν το γλυκιά γλυκιά ανάδια στο παλάτι.
Ήτον η χέρα ζάχαρη, φωνή ‘χε σαν αηδόνι,
κάθε καρδιά να του γρικά κλαίει κι αναδακρυώνει.
Ήλεγε κι ανεβίθανε της ερωτιάς τα πάθη,
και πώς σ’ αγάπη εμπέρδεσε κι εψύγη κι εμαράθη.
Κάθε καρδιά ανελάμπανε, αν ήτο σαν το χιόνι,
σ’ έτοια γλυκότατη φωνή κοντά να τση σιμώνη.
Εμέρων’ όλα τ’ άγρια, τα δυνατά απαλαίνα,
στο νουν τ’ ανθρώπου ό,τ’ ήλεγε με λύπηση πομένα∙
εμίλειε παραπόνεσες που τσι καρδιές εσφάζα,
το μάρμαρον εσπούσανε, το κρούσταλλον εβράζα.»

αναβιθάνω: διηγούμαι
ανάδια: απέναντι




Κρητικός (στίχοι 24-38)
Ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε.
Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν,
Και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν,
Και τον κρυφό της έρωτα της φύσης τραγουδάει,
Του δέντρου και του λουλουδιού πού ανοίγει και λυγάει·
Δεν είν’ αηδόνι κρητικό, που παίρνει τη λαλιά του
Σε ψηλούς βράχους κι άγριους όπ’ έχει τη φωλιά του,
Κι αντιβουίζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα
Η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα,
Ώστε που πρόβαλε η αυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια,
Κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια
Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό, οπού τα’ αγρίκαα μόνος
Στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος
 Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει


Από το δημοτικό τραγούδι στο αναγεννησιακό έπος και τέλος στην γλώσσα του Σολωμού

( σχεδίασμα από εργασία)
της Νότας Χρυσίνα

Διαβάστε εδώ:



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου