(ένα μικρό διήγημα, βασισμένο πάνω στο παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας, που υπέβαλα για εργασία)
Φοράει έναν κατακόκκινο σκούφο και βιάζεται να μπει στο μετρό. Τα μάτια της είναι κρυμμένα πίσω από δυο μεγάλους φακούς.
«Μαίρη, πώς μεγάλωσαν τα μάτια σου τόσο» της πέταξα.
«Για να βλέπω καλύτερα» μου αντιγύρισε.
Σύμπτωση ή είχε ανακαλύψει ότι το διήγημα που είχα στείλει για επιμέλεια στον εκδοτικό οίκο η Σφίγγα ήταν αντιγραμμένο λέξη προς λέξη από εκείνο του Σαμαράκη; Και το άλλο με τα παιδικά παραμύθια που παρουσίασα στη Λέσχη Λογοτεχνών… Με κοίταζε με ένα βλέμμα περιφρονητικό σαν να μου έλεγε: «Ξέρω».
Ξαφνικά γυρνάει, και λέει δήθεν αδιάφορα:
«τὸ κυνήγι ἦταν καλὸ στὰ χρόνια μου, πῆραν πολλοὺς τὰ σκάγια».
«τὸ κυνήγι ἦταν καλὸ στὰ χρόνια μου, πῆραν πολλοὺς τὰ σκάγια».
«Τι εννοείς;» προλαβαίνω να της πω τρέμοντας ενώ κατεβαίνει στη στάση Σύνταγμα. Απάντηση δεν πήρα. Είμαι σίγουρος. Ξέρει.
Ο κόκκινος σκούφος της χάθηκε στο βάθος μέσα στο πλήθος. Το στομάχι μου είχε βαρύνει. Ανάπνεα με δυσκολία σαν να είχα καταπιεί πέτρες. Κυοφορούσα τα ψεύδη μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου