Κυριακή 13 Μαρτίου 2016

"Ο ΓΥΡΙΣΜΟΣ…" του ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΠΟΥΚΟΥΡΑ




επιμέλεια Νότα Χρυσίνα*              


Όλη την μέρα στη δουλειά δεν μπόρεσε να συγκεντρωθεί…    Ήταν η προσμονή που έκανε τον χρόνο να κυλάει βασανιστικά αργά.  Εεε δεν ήταν και μικρό πράγμα… Κάθισε και μέτρησε τα χρόνια για μιαν ακόμη φορά. Τα χρόνια που πέρασαν από τότες: Εξήντα  ολόκληρα χρόνια!... Πότε μωρέ ήσαν πιτσιρίκια και έπαιζαν ανέμελα στο ρέμα της Πικροδάφνης, στο Φάληρο, κυνηγώντας πεταλούδες, μαζεύοντας χρυσόμυγες και κλέβοντας αχλάδια από το χτήμα του μπάρμπα Θωμά… Οι απέραντες αλάνες είχαν γίνει τώρα πια απρόσωπες πολυκατοικίες… Και οι κάτοικοι, όλοι άγνωστοι μεταξύ τους… Ποιος ζει; Ποιος πεθαίνει; Προχτές ήταν που κάποιοι συζητούσαν στο μίνι μάρκετ:
  -Ρε σύ; Ξέρεις ποιος πέθανε;
  -Ποιος;
  - Ο Νίκος…
  - Ποιος Νίκος;
  - Ο ψηλός με το μουστακάκι;
  - ……………
  - Αυτός ,ρε, με το κόκκινο Τογιότα…
  - Αααααα………
    Έτσι γνωρίζονταν τώρα οι άνθρωποι: «Αυτός με το κόκκινο Τογιότα… Αυτός με το σκυλί το λαμπραντόρ»…
   Τα ζεστά αυγουστιάτικα απογεύματα, πήγαιναν για μπάνιο στην παραλία, στο Καλαμάκι… Και αργότερα, στο σπίτι, έπαι-ζαν όλα τα παιχνίδια εκείνου του αλησμόνητου παιδικού ρεπερτορίου:  Μπερλίνα, στρατιωτάκια ακούνητα και αμίλητα, «Βασιλιά – Βασιλιά τί δουλειά»… Ερχόταν ο αξάδερφος του από την Αθήνα για να παραθερίσουν  στην εξοχή… Αυτό ήταν το Φάληρο τότες. Εξοχή… Περνούσαν δύο αλησμόνητους μήνες μαζί ζώντας την τρέλα των παιδικών χρόνων… Και κάποτε όλα τελείωναν καθώς θα άρχιζαν τα σχολεία και ερχόταν η στιγμή του αποχωρισμού. «Άντε… Του χρόνου πάλι»… Και το δάκρυ έτρεχε κορόμηλο. Έκλαιγαν οι μικροί, έκλαιγαν και οι μεγάλοι. Ώσπου δεν άργησε να έρθει και ο μεγάλος ο αποχαιρετισμός… Η φτώχεια που μάστιζε τότες μετά τον πόλεμο την χώρα, οδήγησε τους γονείς του Πέτρου να τον στείλουν στην Αμερική, «να έχει καλλίτερη τύχη το παιδί»…
   Με αυτά και με αυτά, πέρασε η ώρα, και -επι τέλους- ήρθε και το πολυπόθητο τηλεφώνημα από την γυναίκα του: «Είναι στο σπίτι και σε περιμένει»… Ταχτοποίησε κάτι τελευταίες εκκρεμότητες, κατέβασε τα ρολά, τα κλείδωσε με το χοντρό λουκέτο. Ύστερα πήρε το δρόμο για το σπίτι… Άρχισε πάλι να σκέφτεται το πρόγραμμα που είχε ετοιμάσει: Θα τον τριγυρνούσε στην παλιά την γειτονιά, εκεί που κάποτε ήσαν οι αλάνες και που τώρα είχαν γεμίσει πολυκατοικίες… Στο παρκάκι που είχε δημιουργηθεί πάνω από το παλιό ρέμα… ίσως και να ακούγανε τις χαρούμενες φωνές των φίλων που είχαν πιά χαθεί… Του Μόλκη… Του Γιάννη του Φουντή… Και ύστερα θα τον πήγαινε εκεί που ήταν η παλιά αμμουδιά που έκαναν μπάνιο εκείνα τα καλοκαίρια.. Θα προσπαθούσε να κάνει για λίγο τον τοπογράφο, ξεχωρίζοντας και οριοθετώντας πού ακριβώς ήταν το μέρος με τις βαρκούλες, και που τώρα πιά το είχαν καταπιεί οι τερατώδεις επιχωματώσεις για να δημιουργηθεί η νέα Μαρίνα… Θα έκανε τα πάντα για να ευχαριστήσει τον  αξάδερφο. Μέχρι και το αγαπημένο του φαγητό  του είχαν ετοιμάσει: Μακαρόνια με κιμά…
   Επιτέλους έφτασε στο σπίτι, άνοιξε, και μπήκε  στο ασανσέρ με ανυπομονησία. Ατελείωτη του φάνηκε η άνοδος… Πρώτος… Δεύτερος… Τρίτος… Τέταρτος…  Και κάποτε έφτασε. Μπήκε με λαχτάρα στο σπίτι… Αλλά ποιός είναι αυτός που κάθεται  εκεί στο μπαλκόνι; Ένας αγνώριστος μαραμένος γέρος… Τα μάτια του σβηστά… Τα χείλη του τρέμουν ελαφρά… Με κόπο σηκώθηκε και έπεσε στην αγκαλιά του. «Ποιος είναι αυτός»; «Πέτρο»; Ψιθύρισε… Ύστερα το βλέμμα του έπεσε στον καθρέ-φτη και αντίκρισε την δική του μορφή . Μιάν ίδια γερασμένη μορφή.. Ένοιωσε δύο καυτά δάκρυα να κυλούν στα μάγουλά του…
   « Ελάτε… η μακαρονάδα είναι έτοιμη», ακούστηκε η φωνή  από την κουζίνα…

  Δημήτρης Μπούκουρας
    6-3-2015


Ο Δημήτρης Μπούκουρας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1942. Η ζωή του σημαδεύτηκε από τον άδικο θάνατο της μητέρας του στα Δεκεμβριανά. Τέλειωσε το Γυμνάσιο Παλ. Φαλήρου και ακολούθως φοίτησε στην Δημοσιογραφική Σχολή του Σπύρου Μελά. Εργάστηκε για δύο χρόνια την εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» από το 1964 μέχρι το 1967, όταν η Χούντα σταμάτησε άδοξα την δημοσιογραφική του καριέρα αφού οι εφημερίδες έπεσαν σε χειμερία νάρκη και η λογοκρισία ανέλαβε τον ρόλο του διευθυντή σύνταξης. Ύστερα από πολλές επαγγελματικές περιπέτειες ασχολήθηκε με το εμπόριο. Είναι παντρεμένος με την Αγγελική Μολφέτα. Έχει γράψει μια συλλογή ποιημάτων, μια συλλογή διηγημάτων, δύο παιδικά βιβλία, «Οι Στρατήδες» και το «Γειά σας… Είμαι η Μύρτις», ταξιδιωτικές εντυπώσεις, δύο εργασίες: «Το παραμύθι του οψιδιανού» και «Σύντομη ιστορία του Ελληνικού νομίσματος», και το παρόν βιογραφικό αφήγημα «Διάττοντες» που είναι και η πρώτη του δουλειά που εκδίδεται.



   ---------------------------

* Η Νότα Χρυσίνα είναι μεταφράστρια, πολιτισμολόγος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου