Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Candide του Βολταίρου






Ο Βολταίρος παίζει με το περιπετειώδες μυθιστόρημα, που ήταν τόσο της μόδας στα χρόνια του, και μας καλεί να χαρούμε το παιχνίδι του. Αλλά πίσω από αυτό το παιχνίδι, η σοβαρότητα. Δεν υπάρχει πτυχή των κοινωνικών συμβάσεων που να μην ανατρέπεται από τον σαρκασμό· η θρησκοληψία, πρώτη και καλύτερη, η αξία της ευγενικής καταγωγής, ο «ευγενής άγριος», οι πόλεμοι και ο ηρωισμός. Η καλοσύνη υπάρχει, η αλληλεγγύη επίσης, αλλά πάντα από τους φτωχούς, τους απελπισμένους ή τους απόκληρους.Ωσόσο αν ο Candide συνιστούσε απλώς μια απάντηση στις φιλοσοφικές διαμάχες των Διαφωτιστών της εποχής, τότε ίσως πραγματικά να μην διεκδικούσε πια σήμερα παρά μια θέση στην ιστορία των ιδεών. Αλλά το χιούμορ του Βολταίρου είναι καταλυτικό, αλλά η τρυφερότητά του για τον άνθρωπο είναι βαθιά, αλλά η σοφία του τον οδηγεί σωστά, να μην χάνει ποτέ το μέτρο.Από τον πρόλογο του Αλέξη Πολίτη

O Candide είναι η ιστορία ενός Ιώβ των σύγχρονων καιρών, μιας candida anima, αγαθής ψυχής: ενός νέου που παύει σταδιακά να αναγνωρίζει τον εαυτό του, καθώς οι περιστάσεις τον αναγκάζουν να τολμήσει να αφήσει πίσω του ό,τι είχε διδαχτεί: δηλαδή «να μην έχει δική του γνώμη» Η έξοδος από αυτή την ανωριμότητα, η πορεία προς την ενηλικίωση να αρθρωθεί η αυτόνομη αντίρρηση ενός αλλά, ενός mais, στο ερώτημα για τη θέση του ανθρώπου στην τάξη του κόσμου, συνιστά τομή, τη βιαιότητα της οποίας απαλύνει η ίδια η ειρωνική ελαφρότητα και ο ξέφρενος ρυθμός της βολταιρικής αφήγησης -κατά τρόπο ανοίκειο και ανοικειωτικό.

ΚΡΙΤΙΚΗ


Ο Βολτέρος (1694-1778) ήταν πάνω απ όλα φιλόσοφος, αλλά ταυτοχρόνως ήταν και ένας καλλιτέχνης του φιλοσοφικού λόγου. Ο καμβάς πάνω στον οποίο έπλεκε τις φιλοσοφικές του θέσεις για την ύπαρξη του Θεού, για το ρόλο της Εκκλησίας και του θρησκευτικού φανατισμού, για την απόρριψη της μεταφυσικής θεώρησης περί της ψυχής και της αθανασίας της, αλλά κυρίως για το ζήτημα των ορίων της γνώσης και της ελευθερίας του ανθρώπου, αποτελούνταν από δοκίμια, θεατρικά έργα, ιστορικές μελέτες, ποιήματα, κριτικές.


Ο Διαφωτισμός ως περιπέτεια


Ο Διαφωτισμός, σύμφωνα με την κριτική πολλών, είχε μια απλοϊκή και αντιεπιστημονική αντίληψη για την Ιστορία, διακατεχόταν από έναν ανόητο οπτιμισμό, εξοστράκισε τη φαντασία από την περιοχή της ανθρώπινης φύσης και δεν ασχολήθηκε καθόλου με τη σημασία των υπαρξιακών αναζητήσεων.
Η κατηγορία για οπτιμισμό αποτελεί την κυριότερη μομφή κατά της νέας σκέψης. Η πίστη στο θρίαμβο της λογικής, η θέση πως η επιστήμη είναι το θεμέλιο της ευτυχίας και η πεποίθηση πως η πρόοδος είναι η μοίρα της ανθρωπότητας θεωρούνται οι μεγαλύτερες διαψεύσεις του Διαφωτισμού.
Ο Βολτέρος με τον «Καντίντ» απαντά σ αυτές τις κατηγορίες προτού καν διατυπωθούν. Δύο είναι τα κομβικά σημεία αυτού του έργου. Πρώτον, η σάτιρα στη θεωρία περί ικανότητας του ανθρώπου να γνωρίσει τις αιτίες και τον «αποχρώντα λόγο» κάθε φυσικού και κοινωνικού φαινομένου, στην άποψη δηλαδή που θεωρούσε πως δεν υπάρχει αιτιατό χωρίς αιτία, και δεύτερον, η κριτική αμφισβήτηση της λαϊμπνίτσειας θεωρίας πως «ο κόσμος είναι ο καλύτερος δυνατός», αφού διαφορετικά θα αμφισβητούνταν η ικανότητα του Θεού να κάνει τον πιο καλό κόσμο. Βέβαια για μερικούς και ο Λάιμπνιτς, με την ώθηση της θεωρίας του στα άκρα, αποσκοπούσε να αποδείξει πόσο ασύστατη ήταν η θεώρηση περί του καλύτερου δυνατού κόσμου. Ο Βολτέρος, όπως ευφυώς τονίζει στον πρόλογό του ο Αλέξης Πολίτης, αμφισβητεί πως ο κόσμος μας είναι ο καλύτερος δυνατός, γιατί ακριβώς αγωνιά να τον κάνει καλύτερο.
Στον «Καντίντ» μέσα από ξέφρενους ρυθμούς και απίστευτες καταστάσεις συμπυκνώνονται σε αφηγηματική μορφή οι φιλοσοφικές απόψεις του Βολτέρου. Ο μεγάλος στοχαστής επειδή πιστεύει πως η φιλοσοφική φόρμα είναι δυσνόητη για το ευρύ κοινό, εκθέτει πολλές από τις ιδέες του χρησιμοποιώντας αφηγηματικές τεχνικές. Η χρήση της λογοτεχνικής μεταφοράς αποσκοπεί να εγκαταστήσει στην επικράτεια του κοινού νου τη φιλοσοφική σκέψη. Ο Βολτέρος δεν είναι όμως ένας λαθρέμπορος που μεταφέρει παράνομες σκέψεις ως μετανάστες στην επικράτεια του κοινού νου, αλλά ένας στοχαστής που μέλημά του είναι αυτές οι σκέψεις να εγκατασταθούν μόνιμα σ αυτή την επικράτεια και να δημιουργήσουν μια νέα πολιτιστική ήπειρο. Η χρήση βεβαίως του μεταφορικού λόγου αποσκοπούσε και στην παραπλάνηση της λογοκρισίας του «παλαιού καθεστώτος». Η αφηγηματική μορφή για τους Διαφωτιστές -ενδεικτική είναι η περίπτωση του Ντιντερό- είναι η μάσκα με την οποία προσέρχονται όχι στο «πανηγύρι της ματαιοδοξίας», αλλά στη γιορτή της κριτικής γνώσης.
Ο «Καντίντ» είναι η συμπυκνωμένη σε αφηγηματική μορφή φιλοσοφική αντίληψη του μεγάλου στοχαστή για τα όρια της ανθρώπινης προόδου και γνώσης. Η πορεία προς την ανθρώπινη γνώση είναι μια ατελείωτη περιπέτεια με συνεχείς εναλλαγές ανάμεσα στην πρόοδο και την καταστροφή. Ο Καντίντ συνεχώς τρέχει, ποτέ δεν στέκεται, η ζωή του είναι ταινία σε γρήγορη κίνηση. Πάντοτε όμως ανακαλύπτει κάτι που κανείς δεν περιμένει και όλοι απεύχονται. Αυτό όμως που όλοι απεύχονται είναι η προειδοποίηση για τη δυνατότητα που έχουμε να καλυτερεύσουμε έναν «κακό κόσμο».
Η ζωή του Καντίντ δεν είναι μόνο πολύμορφη, είναι και επικίνδυνη. Κατά βάθος αυτός ο περιπετειώδης τρόπος ζωής του είναι απόρροια της περιέργειας και της κινητικότητας που χαρακτήριζε την περίοδο των απαρχών της νεωτερικής κοινωνίας. Αυτή η περιέργεια γέννησε τον κοπερνίκειο κόσμο, την τυπογραφία, οδήγησε στις γεωγραφικές ανακαλύψεις, στην εφαρμογή των εφευρέσεων στη βιομηχανία και στην ανατροπή των παραδοσιακών πολιτικών και κοινωνικών θεσμών.


Ο βολτερικός homo ludens


Η κάθε περιπέτεια του Καντίντ αμφισβητεί τις βεβαιότητες τις οποίες μια επιπόλαιη -το λιγότερο- ανάγνωση προσάπτει στο Διαφωτισμό. Ο βολτερικός homo ludens δημιουργεί παίζοντας, αλλά σ αυτό το παιχνίδι υπάρχει μεγαλύτερη σοβαρότητα από αυτή που υπάρχει στον κόσμο της θεολογικής αυθεντίας και της αυστηρής νοησιαρχίας. Παιχνίδι και σοβαρότητα από κοινού δημιουργούν μιαν ατμόσφαιρα αναγνωστικής απόλαυσης. Η περιπέτεια του «Αγαθούλη» μεταφράζεται σε παιχνίδι για τον αναγνώστη, ενώ τα παιχνίδια του δημιουργούν ένα περιβάλλον κριτικού στοχασμού.
Η περιπέτεια και το παιχνίδι δεν είναι το πρόσχημα, αλλά η ουσία. Η κίνηση όμως της περιπέτειας και του παιχνιδιού δεν είναι αυτοσκοπός. Περιπέτεια και παιχνίδι ξεκινούν το ταξίδι τους εφαρμόζοντας τον κώδικα της ελεύθερης βούλησης. Αυτό το μακρύ ταξίδι ξεκινά με την αποκήρυξη του Καντίντ από έναν προτεστάντη ιερέα και το διπλό φόνο που διαπράττει κατά ενός Εβραίου και ενός ιεροεξεταστή, το φόνο δηλαδή της Παλαιάς και Νέας Διαθήκης.
Ο εκφραζόμενος από τη μεγάλη πλειονότητα των philosophes Διαφωτισμός, αντίθετα απ ό,τι πιστεύουν μερικοί, αναδεικνύεται μέσα από τη σύγκρουσή του με την καρτεσιανή νοησιαρχία. Ο Διαφωτισμός είναι εξέγερση κατά της απόλυτης αιτιοκρατίας και εκείνου του ορθολογισμού που εστιάζεται στις λέξεις και όχι στον αισθητό κόσμο. Οι περιπέτειες του Καντίτ σατιρίζουν τον κόσμο της παντοκρατορίας του κόσμου των αιτιών, όχι γιατί τα πράγματα δεν έχουν αιτίες, αλλά γιατί η απολυτοποίηση της αναγκαιότητας κλείνει το δρόμο στην ελευθερία της βούλησης. Αυτή όμως η ελευθερία της βούλησης αποτελεί το κύριο διαφωτιστικό πρόταγμα. Ο Καντίντ -όπως και ο κινηματογραφικός Μπάρι Λίντον του Κιούμπρικ- σταδιακά αφήνει τον κόσμο της αθωότητας του αναγκαίου και εισχωρεί στον κόσμο της αμαρτωλής ελεύθερης βούλησης. Η ελευθερία είναι αμαρτία, αλλά αν ήταν μόνο αμαρτία τότε δεν θα απασχολούσε τον φιλοσοφικό λόγο, αλλά μόνο τον θεολογικό. Αν η αμαρτία και η ενοχή είναι η μία όψη της ελευθερίας, η άλλη της όψη είναι η δημιουργία. Ο Διαφωτισμός ενδιαφέρεται για τον ελεύθερο αλλά και δημιουργικό «ένοχο».
Ο Καντίντ σε κάθε βήμα του καταρρίπτει και το μύθο του αφελούς οπτιμισμού. Οι περιπέτειές του έρχονται να ανατρέψουν τα στερεότυπα της συνεχούς προόδου. Η ιστορία δεν ακολουθεί μια ευθύγραμμη πορεία προς το καλύτερο ή το χειρότερο. Η πορεία της ιστορίας αποτελείται από εναλλασσόμενες διαδρομές μεταξύ της κίνησης προς το καλύτερο και της κίνησης προς το χειρότερο. Ο σεισμός της Λισσαβόνας και οι περιπέτειές του στην πρωτεύουσα της Πορτογαλίας τον οδηγούν στην επανασύνδεσή του με την αγαπημένη του Κυνεγόνδη και με τον αγαπητό του φιλόσοφο Πανγκλός (απεικόνιση του Λάιμπνιτς), οι πολεμικές του περιπέτειες τον οδηγούν στην Αμερική, στη νέα ήπειρο, σήμα κατατεθέν του νέου κόσμου· εκεί, χάνει πάλι την αγαπημένη του, αλλά ανακαλύπτει τη χώρα του Ελντοράντο, όμως έξω από αυτήν ανακαλύπτει τη δουλεία. Δεν είναι τυχαίο που βλέποντας την άθλια ζωή των δούλων του ολλανδικού Σουρινάμ -παρά τις μεγάλες ατυχίες που είχαν πριν χτυπήσει τον ίδιο- για πρώτη φορά ο «αγαθούλης» μας αμφισβητεί με απόλυτο τρόπο την αρχή του φιλόσοφου Πανγκλός, πως ο κόσμος μας είναι ο καλύτερος δυνατός. Αποκτά περιουσία και τη χάνει γρήγορα, αλλά τότε ανακαλύπτει έναν καινούριο φίλο, τον λόγιο Μαρτέν (απεικόνιση του Πιέρ Μπέιλ). Ούτε είναι τυχαίο που η επανασύνδεσή του με την αγαπημένη του και τον, κλονισμένων πεποιθήσεων, Πανγκλός, καθώς και η γαλήνη που βρίσκει στην καλλιέργεια του μικρού του κήπου πραγματοποιούνται στην Κωνσταντινούπολη και όχι στην Ευρώπη. Ο Βολτέρος δεν αμφισβητεί την πεποίθηση πως μπορεί να υπάρχει ένας καλύτερος κόσμος, αλλά την πεποίθηση πως αυτός ο κόσμος ήταν αυτός της Βεστφαλίας και της Ευρώπης, ο κόσμος δηλαδή των κοινωνικών ανισοτήτων του καθεστώτος, της κληρονομικής ανωτερότητας βασιλιάδων και ευγενών.
Ο Βολτέρος διά του στόματος του γερουσιαστή Ποκοκουράντε -κάτι σαν κύριος «δεν με μέλει»- υποβάλλει σε κριτική τα πιο μεγάλα μυαλά της λογοτεχνίας (από τον Ομηρο ώς τον Μίλτον). Δεν διστάζει να σατιρίσει την ίδια τη μεγάλη «Εγκυκλοπαίδεια», όταν αναφέρεται σε πολύτιμες ακαδημαϊκές εκδόσεις, οι οποίες «δεν είναι σε θέση να περιγράψουν πώς κατασκευάζεται μια καρφίτσα». Στην «Εγκυκλοπαίδεια» υπήρχε ένα λήμμα 5.000 λέξεων γραμμένο από τον Αλεξάντρ Ντέλερ για τους τρόπους κατασκευής της καρφίτσας, ενώ σημαντικά φιλοσοφικά θέματα κάλυπταν πολύ μικρότερο χώρο. Στη συνέχεια, όμως, αυτοσαρκάζεται, όταν ο Καντίντ αναφωνεί «τι μεγαλοφυΐα αυτός ο Ποκοκουράντε! Τίποτα δεν του αρέσει».
Για τον Βολτέρο και για τους περισσότερους εκ των φιλοσόφων του Διαφωτισμού η πρόοδος δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το μέσο για τη διαμόρφωση της ανθρώπινης προσωπικότητας. Η πρόοδος των επιστημών καθίσταται ωφέλιμη μόνον όταν αυτές αναπτύσσονται στο πλαίσιο ελεύθερων και δημοκρατικών κοινωνιών. Η υπεραισιοδοξία αποτελεί το μαχητικό όπλο κατά του σκοταδισμού και όχι την ουσία του παραδείγματος του Διαφωτισμού. Για τους φιλόσοφους το κύριο είναι η πίστη στη δημοκρατία και όχι στην πρόοδο. Αν μπορούσαμε πάντως να κωδικοποιήσουμε την άποψη του Βολτέρου και των philosophes για την αισιοδοξία και την πρόοδο θα λέγαμε πως έχει δύο σκέλη. Εάν γίνεται λόγος για τα γνωσσολογικά θεμέλια αυτού του κόσμου, ένας άνεμος απαισιοδοξίας παρασέρνει τις φωνές των διαφωτιστών, αλλά εάν γίνεται λόγος για τις αρχές που διέπουν τη βούληση αυτού του κόσμου, η αισιοδοξία έχει τον πρώτο λόγο.
Εκτός από την προαναφερθείσα εισαγωγή, ενδιαφέρον παρουσιάζει το επίμετρο του Μίλτου Πεχλιβάνου, στο οποίο επιχειρείται μια διακειμενική περιδιάβαση στον «Καντίντ» μέσα από την ανάγνωση έργων σύγχρονων συγγραφέων. Την έκδοση πλουτίζει ένα χρονολόγιο της ζωής του Βολτέρου, ενώ το μικρό σημείωμα του μεταφραστή προδίδει αγάπη προς το έργο, αγάπη που αποτυπώνεται καθαρά στη μετάφραση.


ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου