Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

Προυστ και ασυνείδητο


Οικογενειακή φωτογραφία του Μαρσέλ Προυστ μαζί με τον αδερφό του Ρομπέρ και την αγαπημένη του μητέρα, της οποίας τα χαρακτηριστικά έχει δώσει στους χαρακτήρες της μητέρας και της γιαγιάς του αφηγητή στο Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο. Ο Προυστ ήταν εξαιρετικά δεμένος με τη μάνα του· όντας φιλάσθενος ως παιδί, ενέπνευσε στη μητέρα του μια υπερπροστατευτική συμπεριφορά, που μάλλον τον οδήγησε ν' αναπτύξει μια ανυπόφορη ευαισθησία που άγγιζε (για να μην πω ξεπερνούσε) την υποχονδρία.
(πηγή φωτο:http://bibliokult.blogspot.gr)


της Νότας Χρυσίνα


Με αφορμή το βιβλίο "Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο" του Προυστ, θα παραθέσω κάποιες σκέψεις μου για τον κόσμο των ονείρων και το ασυνείδητο το οποίο παρουσιάζεται καθαρά μέσα στην λογοτεχνία.
Η σχέση ονείρου- ασυνειδήτου και λογοτεχνίας είναι φανερή μέσα από τις πρώτες πηγές της που δεν είναι άλλες από τους μύθους που ενσαρκώθηκαν σε λόγο μέσα στις αρχαίες ελληνικές τραγωδίες.
Ο όρος «μυθοπλασία», που χρησιμοποιείται ευρέως σήμερα, παραπέμπει τόσο στον μύθο όσο και στο γένος. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποίησε τον όρο με την διπλή ιδιότητά του δηλαδή εκείνη της παράδοσης, του μύθου,  και της «πλοκής».-  Σήμερα ο όρος χρησιμοποιείται  κυρίως με την δεύτερη ιδιότητά του] .[1]
Ο μύθος του Οιδίποδα και  ο αντίστοιχος μύθος της Ηλέκτρας ενέπνευσαν γενιές και γενιές λογοτεχνών, αρχής γενομένης από τους αρχαίους Έλληνες τραγικούς, Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη, τον Σαίξπηρ και τον περίφημο Άμλετ»   μέχρι την Σύλβια Πλαθ και σήμερα.
Η ψυχανάλυση αναφέρεται στον μύθο του Οιδίποδα ή της Ηλέκτρας  ως την προσωποποίηση της ασύνειδης επιθυμίας των αγοριών και των κοριτσιών αντίστοιχα  για ερωτικό σμίξιμο με την μητέρα ή τον πατέρα  και θανάτωση του αντίθετου φύλου. - Κατά τον Φρόυντ και την κλασική ψυχανάλυση, οι νευρώσεις, και ιδιαίτερα η υστερία, οφείλονται σε μία αδυναμία του παιδιού να ξεπεράσει το πανανθρώπινο αυτό σύμπλεγμα.- [2]
Ο μύθος θα μπορούσε να έχει τις ρίζες του στις πρωτόγονες φυλές όπου η "ηθική" των σύγχρονων κοινωνιών ήταν άγνωστη και η σεξουαλική επιθυμία ελεύθερη χωρίς περιορισμούς. Σύμφωνα με τον Ένγκελς, που βασίστηκε στις μελέτες του Μόργκαν, υπήρξε μια πρωτόγονη κατάσταση, όπου μέσα σε μια φυλή επικρατούσαν σεξουαλικές σχέσεις χωρίς κανένα περιορισμό, έτσι που κάθε γυναίκα ανήκε σε κάθε άντρα και επίσης κάθε άντρας σε κάθε γυναίκα.[3]
Σύμφωνα με τον Μπάχοφεν η θρησκευτική ανταύγεια των όρων ζωής στα κεφάλια των ίδιων των ανθρώπων προκάλεσε τις ιστορικές αλλαγές στην αμοιβαία κοινωνική θέση του άντρα και της γυναίκας. Σύμφωνα μ' αυτά, ο Μπάχοφεν παρουσιάζει την Ορέστεια του Αισχύλου σαν τη δραματική περιγραφή του αγώνα ανάμεσα στο μητρικό δίκαιο που έδυε και στο πατρικό δίκαιο που στην ηρωική εποχή ανάτελλε και νικούσε.
 Η Κλυταιμνήστρα για χάρη του εραστή της, Αίγισθου, σκότωσε τον άντρα της, τον Αγαμέμνονα που γύρισε από τον τρωικό πόλεμο. Ο Ορέστης, όμως, που ήταν γιος της Κλυταιμνήστρας και του Αγαμέμνονα, εκδικείται το φόνο του πατέρα, σκοτώνοντας τη μητέρα του. Γι' αυτό τον καταδιώκουν οι Ερινύες, οι δαιμονικές υπερασπίστριες του μητρικού δικαίου, που θεωρεί τη μητροκτονία σαν το πιο βαρύ, το πιο ανεξιλέωτο έγκλημα. Όμως, ο Απόλλωνας, που με το χρησμό του έσπρωξε τον Ορέστη σ' αυτή την πράξη, και η Αθηνά, που την καλούν για δικαστή --οι δυο θεοί που εκπροσωπούν εδώ το καινούργιο καθεστώς του πατρικού δικαίου-τον προστατεύουν. Η Αθηνά ακούει και τις δυο πλευρές. Όλο το διαφιλονικούμενο ζήτημα συνοψίζεται σύντομα στη συζήτηση που γίνεται τώρα ανάμεσα στον Ορέστη και τις Ερινύες.
Ο Ορέστης επικαλείται ότι η Κλυταιμνήστρα έκανε διπλό έγκλημα: σκοτώνοντας τον άντρα της σκότωσε μαζί και τον πατέρα του. Γιατί λοιπόν οι Ερινύες καταδιώκουν αυτόν κι όχι εκείνη, που είναι πολύ πιο φταίχτρα; Η απάντηση είναι χτυπητή: Ο φόνος ενός ανθρώπου που δεν συγγενεύει με αίμα, ακόμα κι αν είναι ο άντρας της φόνισσας, εξιλεώνεται, δεν ενδιαφέρει τις Ερινύες. Δουλειά τους είναι μονάχα να καταδιώκουν το φόνο ανάμεσα στους συγγενείς από αίμα κι εδώ, σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο, το πιο βαρύ και το πιο ανεξιλέωτο είναι η μητροκτονία. Τώρα εμφανίζεται ο Απόλλωνας σαν συνήγορος του Ορέστη. Η Αθηνά βάζει τους αρεοπαγίτες -τους Αθηναίους δικαστές-να ψηφίσουν. Οι ψήφοι είναι ίσοι για την αθώωση και την καταδίκη. Τότε η Αθηνά, σαν προεδρεύουσα, δίνει την ψήφο της υπέρ του Ορέστη και τον αθωώνει. Το πατρικό δίκαιο νίκησε το μητρικό δίκαιο. Οι «θεοί της νέας γενιάς», όπως τους χαρακτηρίζουν οι ίδιες οι Ερινύες, νικούν τις Ερινύες που πείθονται στο τέλος να αναλάβουν ένα νέο αξίωμα στην υπηρεσία του νέου καθεστώτος .[4]
Όλα καλά αλλά πού βρίσκεται εδώ το ασυνείδητο και πού ο Προυστ; Αυτό που ισχυρίζομαι λοιπόν είναι ότι ο μύθος που αναφέρεται στο παρελθόν αποτελεί μνήμη ή καλύτερα ανάμνηση η οποία με την δημιουργία του πολιτισμού και της κοινωνίας γίνεται προϊόν του ασυνειδήτου και μεταφέρεται στον κόσμο του μύθου και του ονείρου δηλαδή μετασχηματίζεται ή καλύπτεται πίσω από τον λόγο και καταλήγει να γίνει λογοτεχνικός μύθος και να επιβιώσει με μια αποδεκτή κοινωνικά μορφή. Παράλληλα η σεξουαλική επιθυμία «κλειδώνεται» στο ασυνείδητο και εμφανίζεται μέσα από σύμβολα στον κόσμο του ονείρου όπου κυριαρχεί το ασυνείδητο. Το όνειρο χωρίς την λογοκρισία της συνείδησης και του «Εγώ», που σήμερα αποτελεί δημιούργημα του πολιτισμού, ανασύρει μνήμες και επιθυμίες και πραγματοποιεί τον απαγορευμένο μύθο.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως το όνειρο είναι η σκηνή πάνω στην οποία παίζεται το δράμα της ανθρωπότητας. Ο Οιδίποδας και η Ηλέκτρα, δηλαδή ο άνθρωπος αρσενικό και θηλυκό, σκηνοθετεί μια μοντέρνα έκδοση του μύθου, ο οποίος έχει υφανθεί στο υποσυνείδητο με την αρχή του χρόνου της κάθε ατομικής  ύπαρξης.
Σύμφωνα με τον Benjamin,[5]   ο Προυστ στο έργο του «Αναζητώντας τον Χαμένο χρόνο» παίζει με την ύφανση των αναμνήσεων και την απατηλότητα του χρόνου. [6]Δημιουργεί μία πλοκή και μια οπτική ενός λογοτεχνικού «μύθου» θέλοντας να συγγράψει ένα έργο παρουσιάζει μια ψυχική τοπιογραφία μέσα από πρόσωπα- σύμβολα τα οποία είναι ο ίδιος ο Προυστ όπως τον παρουσιάζει το ασυνείδητο μέσα από ρωγμές χρόνου, και σπασμένες εικόνες. Ο λογοτέχνης υφαίνει έναν προσωπικό μύθο που καταλήγει στο «Ξανακερδίζοντας τον χαμένο χρόνο» να συνειδητοποιήσει τον ίδιο του τον εαυτό μέσα από την παραδοχή της ταύτισης με τον ήρωά του που κατόρθωσε να γράψει το έργο και με αυτόν τον τρόπο να συγκολλήσει τον κατακερματισμένο εαυτό που κρυβόταν στο ασυνείδητο και που με την βοήθεια της γραφής εμφανίστηκε στο συνειδητό και έγινε λογοτεχνία.
Στον συνηθισμένο άνθρωπο ο κόσμος του ασυνειδήτου παραμένει στην σκηνή του ονείρου και διεκδικεί την πραγμάτωσή του στο θέατρο του νου. Δίνει μια ιδιωτική παράσταση με στόχο την λύση του δράματος την κάθαρση που είναι προσωπική υπόθεση. Ο Προυστ αλλά και όλοι οι διάκονοι του πνεύματος σωματοποιούν στον λόγο το δράμα αυτό της ανθρωπότητας που στην βάση της βρίσκεται ο καθολικός μύθος που συνθέτει την μνήμη και προτείνουν την λύση μέσα από την δική τους κάθαρση που συντελείται πάνω στο παρόν το οποίο περικλείει μέσα του το παρελθόν ως μνήμη και το μέλλον ως εν δυνάμει προβολή της μνήμης.
Η λογοτεχνία είναι κιβωτός συλλογικής μνήμης επομένως αποτελεί κοινό πολιτισμικό παρελθόν. Ο μύθος είναι η κοινή μας αναφορά στο παρελθόν και η ζωοποιός ενέργεια μέσα από την οποία ξεπηδάει η ύπαρξη, η κοινή μας αναζήτηση του χαμένου χρόνου ως εαυτού.



[1] Σιαφλέκης Ζ.Ι., Η Εύθραυστη αλήθεια,2η ανατύπωση, εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2005, σελ. 48

[4] Στο ίδιο
[5] Benjamin W., Για την εικόνα του Προυστ, εκδ. ΟΥΤΟΠΙΑ







 [n1]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου