Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

"Πικασό" Εγγονόπουλος Nίκος



Πηγή: http://www.snhell.gr/lections/writer.asp?id=7


διαβάζει: Εγγονόπουλος Nίκος, Aνέκδοτη ηχογράφηση, Woodberry Poetry Room, 1950
 
εις Παύλον Πικασσό


ο ταυρομάχος τώρα πλέον ζει στην Ελασσόνα
εις τη λιθόστρωτη πλατεία κάτω απ’ τα πλατάνια
κι ο καφφετζής αέναα πηγαινοέρχεται κι ανανεώνει
τον καφφέ στο φλυτζάνι και τον καπνό στον αργελέ του ταυρομάχου
ώς ότου να περάσουνε νοσταλγικά
της μέρας οι ώρες
και συναχτούν πουλιών μυριάδες
μέσ’ στις πυκνές τις φυλλωσιές των πλατανιώνε
όπου σημαίνει πως ο ήλιος δύει

τότε οι συνωμότες ένας ένας γλυστράνε στο σοκάκι
σιωπηλά ως πέφτει η νύχτα και βοηθά τους
απαρατήρητοι να συναχτούν κι αυτοί σαν
τα πουλιά
εκεί που θέλουν
και δακρυά βαρειά κυλούν από τα δόλια τους τα μάτια

και η μητέρα όπου ζητεί ν’ αναχαιτίση τους φασίστες
μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο κει που σιγομιλούν οι συνωμότες
και κρέμονται απ’ το ταβάνι πιπεριές για να στεγνώνουν
με τα ροζιάρικα τα χέρια που τα κοσμούν ροδάρια
βγάζει της λάμπας το γυαλί και την ανάφτει
και τα ροζιάρικα πάλιτα χέρια που τα λερώσαν τα πετρέλαια
ήσυχα ήσυχα τα σφουγγίζει στην ποδιά της

και καθώς είπαμε ότι ποθεί ν’ αναχαιτίση τους φονιάδες
παίρν’ η γριά τη λάμπα απ’ το τραπέζι
κι ανοίγει το παράθυρο με βιάση
κι όξω τεντώνει
―μέσ’ στη νύχτα―
τη χερούκλα που κρατά τη λάμπα

γριά μάνα! της φωνάζουν
πού την πας τη λάμπα;
όμως μέσ’ στα χωράφια της Αβίλας δες σαλέψαν
ύποπτες σκιές μ’ αυτόματα στην αμασκάλη
κι ως από μακρυά εφάνταζε σαν άστρο
το φως που είχε βγαλθή στο παραθύρι
άρχισαν λίγο λίγο ν’ αντηχούν κιθάρες

κι οι γύφτισσες επιάσαν να χορεύουν
με τις ωραίες λαγόνες και τα πολύχρωμα ανεμιζούμενα πλατειά φουστάνια
ενώ απ’ τα θερμά βαμμένα στόματά τους ίδια κραυγές πόνου
εξέφευγαν του τραγουδιού τα λόγια:
«θα σου πω τη μοναξιά μου με το Soleares»

κι οι majos λυσσάγαν πάνω στις κιθάρες
και τα φασιστικά καθάρματα πολυβολούσανε τα πλήθη
κι αυτές με τα μεταξωτά γοβάκια τους
―με τα ψηλά τακούνια―
χάμω ―πάνω στο καρντερίμι― τσαλαπατούσαν την καρδιά μου

τότες εγίνηκε «που να σου φύγη το καφάσι»
σαν ένας ταύρος κοκκινότριχος πετάχτηκε στη μέση
φλόγες καθώς του βγαίνανε απ’ τα ρουθούνια
κι οι μπαντερίλλιες τού βελόνιαζαν οδυνηρά το σβέρκο και την πλάτη

κι άρχισε δω και κει να κουτουλάη
να ξεκοιλιάζη
να λιανίζη σάρκες με τα κέρατά του
ψηλά στον αέρα να τινάζη
όσους χτυπούσε
και να σωριάζωνται βουνό κουφάρια ένα γύρο
αλόγων άνθρωπων
μέσ’ σε ποτάμια αίμα

(το σβέρκο και τη ράχη του οδυνηρά ΚΟΣΜΟΥΣΑΝ μπαντερίλλιες)

κι οι κόρες με τους ωραίους μαστούς ανάσκελα εξαπλωθήκαν χάμω
και μέσ’ στα ωραία μάτια τους δύανε
κι ανατέλλαν
ήλιοι

Πηγή:http://www.oanagnostis.gr/nikos-engonopoulos-an-me-vriskane-tha-me-pirovolousan/

Νίκος Εγγονόπουλος : «Αν με βρίσκανε θα με πυροβολούσαν»

Αποσπάσματα από μια μεγάλη σε έκταση ανέκδοτη συνέντευξη, μια κατάθεση ψυχής για καταστάσεις και πρόσωπα που πονέσανε τον ποιητή Νίκο Εγγονόπουλο. Για τον Μπρετόν που του έκλεβε πίνακες, για τη σχέση του με τον Εμπειρίκο, για τους άλλους ποιητές που κυνηγάγανε το Νόμπελ, τον κομμουνισμό, την ορθοδοξία, την ομοφυλοφιλία κ.ά.  Ο Νίκος Σύριγγας πήρε τηλεφωνικά τη συνέντευξη αυτή από τον Νίκο Εγγονόπουλου τον Αύγουστο του 1979, την οποία και απομαγνητοφώνησε κατά λέξη.  Μετά τον θάνατό του, ο  αδελφός του,  Δημήτρης Σύριγγας, εμπιστεύτηκε τη συνέντευξη στον ποιητή Τίτο Πατρίκιο για να δημοσιευτεί όπου είναι δυνατόν, ο οποίος και μου την παρέδωσε. Τώρα θα δημοσιευτεί  για πρώτη φορά στο ετήσιο έντυπο «Ανθολόγιο» του ηλεκτρονικού περιοδικού «Ο Αναγνώστης», το οποίο θα κυκλοφορήσει μέσα στο Νοέμβριο από τις εκδόσεις Gutenberg. Το κείμενο είναι χωρίς αλλαγές, απλώς το μετέγραψα μένοντας πιστός στον ιδιότυπο προφορικό λόγο και τις ατέλειες μιας τηλεφωνικής συνομιλίας, όπως τον διέσωσε ο Ν.Σ.  (Τα αποσπάσματα δημοσιεύονται πρώτη φορά στη νέα εφημερίδα ΕΠΕΝΔΥΣΗ, Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014)
Επιμέλεια: Γιάννης Ν. Μπασκόζος



Ποια ήταν η υποδοχή του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα στη διάρκεια του μεσοπολέμου;
Ήταν φοβερή η υποδοχή του υπερρεαλισμού που του επιφυλάχθηκε. Άλλοι έκαναν πως καταλάβαιναν, άλλοι όχι, αλλά στο βάθος ήταν πολύ εχθρικοί. Ο Εμπειρίκος, όπως παρατηρεί και ο Αργυρίου, είχε μια κοινωνική κάλυψη, εξ αιτίας της περιουσίας του, ενώ εγώ αντιθέτως δεν είχα. Κι ενώ δεν του φέρθηκαν τόσο άγρια, σε μένα που δεν είχα καμία κάλυψη μου επιτέθηκαν. Ήταν βέβαια μια φοβερή επίθεση. Ένας αγαθός άνθρωπος, ο οποίος δεν καταλάβαινε τίποτα, ο Μάρκος Αυγέρης, μου επιτέθηκε αγρίως. Δεν με βρίσκανε, αν με βρίσκανε θα με πυροβολούσαν. Με τα χρόνια βέβαια είχαν καταρρεύσει εκ των έσωθεν.
Ήταν  ο Εμπειρίκος ένας χριστιανομάχος αλλά αισθησιακά ένθεος;
Ο Εμπειρίκος είναι ένας πραγματικός ποιητής.  Δεν μπορείτε να φανταστείτε μέσα σ’ αυτό το σκυλολόι με τον Μυριβήλη και τον Σεφεριάδη και τους άλλους , με τα μίση τους, με τη διάθεσή τους να επιβληθούν, να πάρουν τα Νόμπελ, να πάρουν τα βραβεία, δεν μπορείτε να φανταστείτε τι αγνός άνθρωπος ήταν. Ήταν μια ψυχή φωτεινή, η οποία ήθελε να καταλάβει, να ’λθει σε επαφή με τους άλλους.
Μα φυσικά ήταν αισθησιακά ένθεος. Αλλοίμονο. Αφού αγαπάει πολύ τις γυναίκες, και τις οποίες αγαπώ κι εγώ πάρα πολύ. Δεν είναι αυτό ένα δείγμα της αγάπης του θεού; Είναι όμως κι ένα δείγμα της ιδιομορφίας του ελληνικού υπερρεαλισμού σε σύγκριση με τους γάλλους που κατά βάση οι πιο πολλοί ήταν άθεοι ουμανιστές; Πάρτε τον κύριο Μπένζαμιν Περέ , τον αείμνηστο, ασχολείτο με σαρδέλες, με φαγητά ή με τον Ντεσνό, τον επιπολαιότατο. (……)  Έλληνες είμαστε τέλος πάντων θαρρώ, δεν θα κάναμε υπερρεαλισμό όπως ο Περέ. Θα σας παρακαλέσω να μου φερθείτε δίκαια. Αυτά όλα με τα οποία ασχολούμαστε θέλουν έτσι μια επιμέλεια, η οποία μας βοηθά και καλλίτερα να καταλάβουμε τα πράγματα και να βελτιωθούμε κι εμείς. Αυτά τα οποία συμβαίνουν γύρω μας, αυτά τα βιαστικά, οι βιαστικές προσχωρήσεις στο ένα ή το άλλο κίνημα, πρέπει να τ’ αποφεύγετε. Γι αυτό και τον Εμπειρίκο πρέπει να  τον παρακολουθήσει κανείς. Είμαστε εύκολοι, και ο Εμπειρίκος κι εγώ, είμαστε εύκολα διακωμωδούμενοι. Αλλά όχι, για προσέξτε καλά. Στο βάθος υπάρχει μια ανθρώπινη ψυχή. Ανιμούλα, όπως έλεγε ο Μάρκος Αυρήλιος. Μια ψυχούλα είμαστε. Μια ημέρα, κάποτε, μου έλεγε ο Φιλήντας, ο μεγάλος γλωσσολόγος Φιλήντας, διάφορες ρωμέικες , μικρασιάτικες απαιτήσεις του: «πρέπει να κάνουμε εκείνο, πρέπει, έλληνες είμαστε, να κάνουμε αυτό, να κάνουμε τα’  άλλο…» και του λέω: «Μα γιατί τόσες υποχρεώσεις;» και με κοίταζε, κατάπληκτος. «Γιατί είμαστε ωραίες ψυχούλες παιδί μου!». Καταλάβατε; Ο Εμπειρίκος ήταν μια ωραία ψυχούλα. Ένας ποιητής πρέπει να είναι μια ωραία ψυχούλα. Εγώ, τι να σας πω; Πιστεύω , χωρίς να είμαι υπερβολικά εγωπαθής, ότι κι εγώ είμαι μια ωραία ψυχούλα, και θα σας ευχηθώ και σεις να γίνεται μια ωραία ψυχούλα.
Σε παλιότερη συζήτηση μας μου είχατε πει ότι θαυμάζετε τους ομοφυλόφιλους. Φυσικά είναι περιττό να σας πω τις γνωστές απόψεις στο ζήτημα της ομοφυλοφιλίας των γνωστών υπερρεαλιστών αλλά και σε άλλα παρεμφερή ζητήματα.
Όχι, όχι. Να σας πω. Θέλω να ξεκαθαρίζουμε. Δεν θαυμάζω ιδιαίτερα τους ομοφυλόφιλους, είμαι λάτρης των γυναικών. Μ’ αρέσουν πάρα πολύ οι γυναίκες, τρελαίνομαι. Αλλά δεν τους έχω κανένα μίσος, δεν τους περιφρονώ. Σημειώσατε δε , ότι το ίδιο και οι περισσότεροι υπερρεαλιστές. Έφτασαν δε στο σημείο , όπως ο Μπρετόν, που ανάγκασε ένα ή δύο ομοφυλόφιλους να αυτοκτονήσουν.

Για τον κομμουνισμό, την ορθοδοξία, τον ελληνισμό.
Να σας πω, όσο κι υπερρεαλιστής να είμαι, είμαι Έλλην. Και φυσικά δεν μπορώ να αρνηθώ τη γλώσσα μου , ούτε τις συνήθειες μου, ούτε τον τρόπο του σκέπτεσθαι που έχω, τον τόπο που ανήκω. Δεν παραδέχομαι τις εμπορικές κι άλλες οικονομικές βάσεις που κάνουν τις πατρίδες. Παραδέχομαι τις άλλες πατρίδες, τις πατρίδες της καρδιάς, της σκέψης, της διανόησης. Δεν διδάχτηκα μόνο απ’ τους βυζαντινούς. Αυτή η ορθή αντίληψη του ελληνισμού για κάθε το ανθρώπινο με κράτησε στη ζωή (…). Ο χριστιανισμός κράτησε 20 αιώνες. Ο κομμουνισμός δεν κράτησε πάνω από 10 χρόνια. Αν είναι ειλικρινείς όλοι αυτοί οι άνθρωποι- δεν μιλώ βέβαια για τον Marcuse – αν τους ρωτήσετε δεν πιστεύουν σ’ αυτά τα πράγματα. Υπάρχει ένας κομμουνιστής και να το βάλει το χέρι στην καρδιά να πιστεύει ακόμα στα κηρύγματα αυτά; Όλα αυτά που πέρασαν βαραίνουν στη ζωή μας, ξέρετε. Αυτά που συνέβησαν πριν από αιώνες για μας. Και ενώ για μας τους έλληνες είναι πολύ πιο βαριά η ζωή παρότι στους άλλους εκεί πέρα, της Ευρώπης, πρέπει να πούμε ότι ο κομμουνισμός φανερώθηκε, πριν μάλιστα, σαν μια σωτηρία. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν γοητεύτηκε. Κι εμένα με γοήτεψε πολύ ο κομμουνισμός. Ο Λένιν μου φάνηκε σαν μία φωτεινή μορφή, την οποία και εξακολουθώ να την θεωρώ και σήμερα , αλλά ένας αποτυχών. …..

Για τον Μπρετόν και τον Ντε Κίρικο

Θα διαβάσετε μέσα στο «“Ο Σουρρεαλισμός στην υπηρεσία της Επανάστασης”(Σ.Σ περιοδικό που εκδόθηκε το 1929), ένα γράμμα που είχε γράψει ο Ντε Κίρικο  στον Μπρετόν μετά το 1920, αξιοδάκρυτο. Ήθελε να τον πείσει , αυτόν τον πεισματάρη, αναλόγως  μ’ αυτόν, ότι δεν είναι καλός ο υπερρεαλισμός κι αρκεί η επιστροφή στην κλασικότητα.  Επίσης, δεν ξέρω αν είναι αλήθεια αυτό, αλλά κάτι θα τρέχει και με τον Ντε Κίρικο , γιατί και τον Μπρετόν ήξερα και τον αείμνηστο Ελυάρ  ήξερα αρκετά, που ήταν άλλωστε και φίλος μου, ήταν αρκετά .. έτσι… πώς να το πω, πρόθυμοι να σας αφαιρέσουν και κανένα πίνακα. Ο Ελυάρ  μου είχε αφαιρέσει πολλούς πίνακες, με την κουβέντα, αλλά μετά ξέρετε δεν τους εσύμφαιρε. Αυτό που είχε κάνει και ο Κριστιάν Ζερβός  κι ο Τεριάντ ακόμη. Θέλησαν να λανσάρουν τον Θεόφιλο στο Παρίσι, αλλά εκεί που το έκαναν σταμάτησαν, γιατί έβλαπταν το στοκ τους, Πικάσο και Ματίς. Σκέφτηκαν ότι τους έκαναν ζημιά. Μάλιστα υπάρχει μία μικρή πληροφορία που μου την έδωσε  ο ίδιος ο Ντε Κίρικο, ότι όταν εξαναγκάστηκε το 1915 να εγκαταλείψει το Παρίσι, για να πάει στην Ιταλία να καταταχτεί υπό τα όπλα, αυτά τα φημισμένα πάντοτε όπλα της Ιταλίας, όλοι του οι πίνακες που άφησε εκεί που έμενε χάθηκαν. Δεν τους ξαναβρήκε. Ίσως τους πήρε η γυναίκα για τα ενοίκια, ή πιθανόν να τους πήρε και ο Μπρετόν. Ο Μπρετόν δε, είχε ένα μαγαζί εκεί, σε μια πάροδο της Μπουλβάρ Σεν Μισέλ και τα πουλούσε μαζί με τον Ελυάρ. Ακριβά μάλιστα. Ακριβότερα τότε από ότι σήμερα., και ήταν πειστικότατος ο μακαρίτης. Όταν δε ο Ντε Κίρικο είχε έλθει εδώ προ ολίγων ετών , πήγε ένας δημοσιογράφος και τον ρώτησε εάν γνωρίζει, μήπως, τον καθηγητή του Πολυτεχνείου Εγγονόπουλο – «Όχι. Δεν τον γνωρίζω διόλου. Αλλά συλλυπούμαι τους μαθητάς του».

INFO: Ολόκληρη η συνέντευξη στο Ανθολόγιο του Αναγνώστη (εκδόσεις Gutenberg), που θα κυκλοφορήσει τον Νοέμβριο 2014.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου