Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

Οι αλληλογραφίες του Γαβριήλ: αινίγματα από τον ξεχασμένο ολλανδό ζωγράφο κύριο Μετσού

της Ολβίας Παπαηλίου
Πάλι, από τη χάρη μίας τυχαιότητας, βρέθηκα να συνομιλώ με το χρωστήρα του Χάμπριελ Μετσού – εκείνου του Ολλανδού μάστορα που ζωγραφίζοντας χαλιά ανατολίτικα και ιστορίες δίχως την κατάληξή τους, καλεί (μέχρι και σήμερα δωδεκάμιση ώρα μεσημέρι ενός Σαββάτου) τον θεατή του σε συζήτηση. Συντύχεψα να δω δύο του έργα που κάποτε τα είχα αγοράσει σε ένα παζάρι ελαφρώς της συμφοράς (σε ανατύπωση, μετά χρόνια τα ξαναπούλησα σε κάποιο άλλο παζάρι – δεν ήθελα, αλλά το σπίτι μου δε χωρούσε πια κι άλλα οπτικά ερεθίσματα – λέγανε όλοι ότι τα δωμάτια κλείνανε για να μας καταπιούν, πράγμα που εγώ ποτέ μου ακριβώς δεν το κατάλαβα – για μένα, κάθε αντικείμενο άνοιγε χίλιες πόρτες, άλλα τόσα παράθυρα – ένοιωθα ότι ζούσα σχεδόν στα ξέφωτα, με έπαιρνε ο αέρας). Και για να εξηγήσω πώς το εννοώ, ας δούμε τις εν λόγω αλληλογραφίες – και ας κατρακυλήσουμε στις ιστορίες που πιθανώς αποκαλύπτουν – ή τουλάχιστον, εκείνες που θα μπορούσαμε να δούμε, εάν θέλαμε – παρ΄ότι ο κύριος Μετσού δεν τελειώνει την αφήγηση, φαίνεται ότι του αρέσουνε οι ίντριγκες, οι υποθέσεις και οι ελιγμοί, έτσι μας προσκαλεί σε ένα κυνήγι λευκών ελεφάντων, σε ένα πουν΄το-πουν΄το το δαχτυλίδι – και ψάξε-ψάξε, δε θα το βρεις. Μα ακριβώς γι΄αυτό, είναι που αξίζει το παιχνίδι: βλέπει κανείς ό,τι μπορεί, και έτσι βρίσκεται μπλεγμένος στις πιο προσωπικές ομολογίες. Ο θεατής φτιάχνει την ιστορία κυρίως κατά βούληση, κι αυτό παρέχει ώρες αναψυχής και συζητήσεων στην Ολλανδία του δέκατου έβδομου αιώνα – διασκέδαση και ευκαιρία επίδειξης του πνεύματος, είτε της ικανότητας για μια μυθοπλασία. Παίζετε; Παίζουμε.
Ως σύνοψη: Άνδρας συγγράφει γράμμα – Γυναίκα διαβάζει γράμμα. Και οι δύο πίνακες βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη Ιρλανδίας (Δουβλίνο), συνήθως εκτείθενται δίπλα-δίπλα, ως πιτσουνάκια που ενδέχεται να είναι. Παρά το ότι η ακριβής ημερομηνία κατασκευής δεν είναι γνωστή (άλλοτε  εμφανίζεται ως 1664, άλλοτε ως 1665), γίνεται όμως από όλες τις πηγές σαφές ότι ο συγγράφων το γράμμα προϋπήρξε, και η αναγιγνώσκουσα το γράμμα ακολούθησε. Ως ήτο φυσικό – το γράμμα πρώτα γράφεται, βουλώνεται – κι ύστερα το διαβάζουν. Επίσης, ως εν ουρανώ και επί της γης – Αδάμ, κρατήσετε την πόρτα ανοιχτή όπως διαβεί η Εύα, επακόλουθη. Οι δύο πίνακες, ισχυρίζομαι τώρα εγώ, είναι σαφώς και δομικώς ζευγάρι. Μπορεί αυτό να λέει πολλά για την αντίληψη που έχω για τον κόσμο, ότι ίσως είμαστε σε ολότητα ένα ανέκδοτο διπολικότητας και δυϊσμού. Παρ΄όλα ταύτα – είμαι μέχρι και πορωμένη κουμαρτζού επί του θέματος, διατεθειμένη να παίξω και να αποδείξω τον ισχυρισμό μου – κι αν θέλετε να συμφωνείτε, συμφωνείτε. Κι αν όχι, διαφωνείστε, και τις καρδιές μας δε θα πρέπει να χαλάσωμε, είμαστε άλλωστε δυο γάϊδαροι που μάλωναν στον ξένο αχυρώνα του Μετσού, που από το Επέκεινα γελάει διασκεδασμένος. Επί του φλέγοντος ζητήματός μας, ας εισέλθωμε στο ναρκοπέδιο προσεκτικά, γατοπατώντας.
Image
Ο νέος άνδρας με τα μπουκλωτά του μαύρα ενδύματα της πολυτέλειας, το λευκότερο λευκό του ποκαμίσου του με τα αφρισμένα κύματα μανίκια, ένα καπέλο με μαύρο φτερό, το δίχως άλλο… ένας ιππότης μιας σκακιέρας της αποπλάνησης και της επιθυμίας, ενδεχομένως (ξέρω βεβαίως, πως οι σχηματισμοί από τα μάρμαρα στο δάπεδο – δεν έχουνε ακρίβεια αναλογίας με τη σκακιέρα, αλλά εκεί με παραπέμπουν – και γιατί όχι;). Το δάπεδο, αίσθηση κρύα στο δέρμα μου – όχι πολύ το κρύο στο δωμάτιό του, γράφει ερωτικήν επιστολή με το παράθυρο ανοιχτό. Αυτό τί να σημαίνει, ίσως ότι προνόμιο του φύλου του είναι οι ανοιχτές οι θάλασσες, τα ανοιχτά παράθυρα κι η ύπαρξη η εξωτερική, αυτή που ανθίζει με το πρόσωπο στον κόσμο. Υπάρχει μία έξοχη χλιδή που επιτρέπει στο νεαρό γραφιά να έχει απλώσει επάνω στο τραπέζι του ένα ανατολίτικο χαλί – κόσμος του εμπορίου, οι αποικίες ενδεχομένως, τα χρήματα που ξέρει να ξοδεύει για να μπορεί να νοιώθει αισθησιακά την άνεση, το πέλος του χαλιού μια τρυφερότητα, το χρώμα του μια ανοιχτή καρδιά. Εκεί επάνω ακουμπώντας, πόσο ίσως να αγαπάει με το γράμμα του! Το ανοιχτό παράθυρο του δίνει έναν αέρα εμπιστοσύνης στη ζωή, στις μυρωδιές που φέρνει ο αέρας. Πίσω από το τζάμι, μια υδρόγειος σφαίρα – ο νεαρός μας θα μπορούσε να τη στριφογυρίσει, και βάζοντας μία μικρή βελόνα, να ορίσει μία νέα κατοικία για τον άνδρα που ο ίδιος είναι, ακόμα νεαρός και δίχως τη γενειοφόρα ανδροπρέπεια που ακόμα κατοικεί μες στις μελλοντικές του πιθανότητες. Όλη αυτή η ελευθερία του αναλογεί ως αναφαίρετο δικαίωμα και αποτέλεσμα του τρόπου που σχηματίστηκε πριν απ΄τη γέννησή του, μια αλχημία της ερωτικής της πράξης των γονιών του. Στο κάδρο πίσω του, και σκαλισμένος στην κορνίζα ένας βασιλικός και χρυσωμένος αητός – ίσως σαν έμβλημα της επί της γης, του νεαρού μας, βασιλείας. Και μέσα στην επί του τοίχου ζωγραφιά, ζώα ίσως από αυτά που θα μπορούσε να κυνηγήσει, ίσως σκυλιά που τον βοηθάνε στο κυνήγι – ο κόσμος του ο ανδρικός, δικαιωματικά που του ανήκει. Γράφει – ίσως της λέει πόσο τη θέλει, ίσως της σχεδιάζει τα φιλιά με τα οποία θα τη χαρτογραφούσε, ίσως της στέλνει το τελευταίο γράμμα προτού σαλπάρει – ίσως μονάχα να της δείχνει τον κόσμο μέσα από τη δική του οπτική, του ανοιχτού παράθυρου – βρίσκεται άλλωστε ακριβώς μέσα εις τη γραμμή την οπτική του. Ως πρώτιστα ζωγραφισμένος, ο νεαρός με τις μοδάτες καλτσοδέτες και τα χαριτωμένα, σθεναρά του γόνατα που είναι ικανά να τον κάνουνε να δρασκελίσει μια οικουμένη – θα είναι αριστερότερα στον τοίχο της ανάγνωσής μας, καθ΄ότι με μια τέτοια φορά αναγιγνώσκουμε, επίσης έτσι γράφουμε – η σύμβασή μας και η κουλτουρική κληρονομιά έτσι επιτάσσουν. Και στη δεξιά, μετέπειτα τη θέση – ελάτε να καρφώσουμε προς γνώση, και συμμόρφωση – την παραλήπτρια του γράμματος. Δομικά συγγενής εικόνα, με βασικές ομοιότητες – που όμως υποτροπιάζουν, αλλάζουνε μορφή σαν σύννεφα του απογεύματος.
Image
Να ήταν άραγε γλυκός ο ήλιος του απογεύματος, ίσως μεσημβρινός – όταν κατέφθασε η παρακόρη με το φάκελο, άρα να έπρεπε να της παραδοθεί της καθιστής κοπέλας κάπως προσεκτικά, ίσως κρυφά; Καθότανε και κένταγε, έραβε τα προικιά της; Είναι ίσως – το νυχτικό της πρώτης νύχτας της της γαμήλιας, αυτό που ετοιμάζει; Καθισμένη δίπλα απ΄το κλειστό παράθυρο – τα τζάμια σφαλιστά, και ένα κουρτινάκι στο χρώμα το γαλάζιο κάθε θάλασσας, κάπως τραβήχτηκε, για να μπορέσει η αρσενική ενέργεια του ήλιου, αλχημική – να της φωτίσει το δωμάτιο, το γράμμα, και τις λέξεις – και πριν από το γράμμα, το εργόχειρό της. Το έχει ακουμπισμένο πάνω στους μηρούς της, πάνω σ΄ένα μαξιλαράκι για περισσή βολή. Είναι από καλή γενιά, μπορώ να υποθέσω. Τα ρούχα της, γαρνιρισμένα στο φινίρισμα  με γούνα της ερμίνας – αυτή που τη φορούσανε αρχοντοβασιλιάδες, μαλακό ζώο πολυτελείας. Φτιάχνει ενδεχομένως το τρουσσώ της, έχει ακόμα να γεμίσει με εργόχειρα και αλλαξιές το μπαουλάκι της προτού να την παντρέψουν. Ίσως ο νέος να είναι αρρεβωνιαστικός της, ίσως όχι ακόμα – όμως πιστεύω ότι θα την είχανε λογοδοσμένη από μικρή, η οικονομική επιφάνεια και των δύο μιλάει για προγραμματισμένη ένωση, ευλογημένη από σόγια και κατά τα πρεπά. Η δαχτυλήθρα της, έχει κατρακυλήσει στ΄αριστερά του πίνακα, όπου να είναι βγαίνει από το κάδρο – θα έχει ίσως βαριεστήσει η κοπέλα με χρόνια τόσα να τρυπώνει, καρικώνει, ράβει, κεντάει – τα γυναικεία της ταξίδια γίνονται μες απ΄ τις βελονιές:πίσω της, ο καθρέφτης της, μικρούλης – να παραπέμπει στη ζωή που καθρεφτίζεται, αυτή που δε γνωρίζουμε παρά μέσα από αντικαθρεφτισμό, έμμεσα μόνο (όχι γι΄αυτήν τα ανοιχτά παράθυρα – άλλη κυρά απ΄το Σαλότ ίσως να βρήκαμε, υπήρχανε σ΄όλα της γης τα πλάτη – η άμεση επαφή με τη ζωή την εξωτερική για την υγεία των κυράδων αντενδείκνυται). Η υπηρέτρια του σπιτιού, σηκώνει ένα κάλυμμα, πίσω του πίνακας με πλοία που σαλπάρουνε, που μεσοπελαγούνε ή γυρνάνε. Οι δυο γυναίκες στη φουρτούνα δε θα τύχουνε. Έχουνε εγκατασταθεί σε μέρος ασφαλές – ως και το δάπεδο έχει χρώμα περίπου ομοιόμορφο, όχι σκακιστικοί σχεδιασμοί και περιπέτειες. Η πιθανή μέλλουσα νύφη βρίσκεται σε σαφή περιορισμό: επί ξύλινου έδρανου, και ακριβώς εντέλει γωνιασμένη – είναι να απορεί κανείς πώς χώρεσε κι αυτή και το καλάθι της, κι η φουσκωτή της φούστα και η καρέκλα που επάνω της θα κάθεται μέχρι και τη Δευτέρα Παρουσία, πώς να χωρέσαν όλα επί έδρανου; Μόνο το πασουμάκι της δραπέτευσε, έπεσε ίσως θελημένα από το πόδι της που είναι ασφαλώς καλτσοφορούμενο. Επάνω στο πλακόστρωτο, ορφανό, ίσως ο μόνος τρόπος για ένα φτού ξελευτερία: μια αναφορά στη σεξουαλικότητα που ίσως να μπορεί να της χαρίσει ένα ταξίδι, μιαν ελευθερία. Στο κάδρο των δυο γυναικών αντιλαμβάνομαι την έλλειψη ελευθερίας που τους αναλογεί και μπουρδουκλώνει και τις δυο τους – αυτή η έλλειψη δεν είναι αποτέλεσμα άμεσα πολιτικοοικονομικό, είναι αποτέλεσμα περιορισμού του φύλου. Αναρωτιέμαι ακόμα και για το σκυλί της οικογένειας – αν ήταν θηλυκό! Φαίνεται πως κι αυτό ακόμα με τη στάση του – σα λες να παρηχεί μια προσδοκία – της ανοιχτής της πόρτας; – όπως και η υπηρέτρια, που ονειροπολεί ανασηκώνοντας το πράσινο ριντώ (χρώμα παραδοσιακό ζωής σημαίνον). Οι ανοιχτοί ορίζοντες – σε άλλες έρχονται μέσα από την ενασχόληση με τις οικιακές δουλειές, σε άλλες μέσα από το διάβασμα κάποιας ερωτικής επιστολής, μέσα απ΄τη χειροτεχνία ή το γάμο… Είναι για μένα ενδιαφέρον, ότι ακόμα κι έτσι – το διάβασμα επιστολής μπορεί να θεωρηθεί ως μια παθητική διαδικασία, ενώ αντίστοιχα η συγγραφή επιστολής προϋποθέτει κάποιου είδους δράση, μια ενεργητικότητα που παραμένει σημειολογικά χαρισμένη στον νεαρό άνδρα. Εκείνος έχει τα λόγια, τα οποία απευθύνονται σε εκείνη – που πρέπει να τα δεχτεί, και μέσα από αυτά να αφυπνήσει την ελευθερία και την ονειροπόλησή της. Αυτή που προτείνω, είναι μια περιορισμένη ανάγνωση. Μου λείπουνε τα κλειδιά του κύριου Μετσού και τα αντικλείδια που είχε στη διάθεσή της η εποχή του – αναγιγνώσκω τις πράξεις επιστολογραφίας από την μακρινή προς το ζευγάρι θέση μου, την απολύτως υποκειμενική μου οπτική. Ίσως κάποιες άλλες ματιές να βλέπουν άλλα. Ας ακολουθήσουμε, εάν επιθυμείτε – το παράδειγμα των παλαιών αλχημιστών: όσο πιο πλούσιες και διαφορετικές οι αναγνώσεις, τόσο πιο χρυσοποίκιλτο θα είναι το πλουμίδι μας – χίλιοι καλοί χωράμε, για να γελάει κι ο Χάμπριελ που δε μπορούμε εντελώς να λύσουμε το αίνιγμα!
Image

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου