Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2015

Διόνυσος (από τη συλλογή ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ, Ίκαρος 1940)



α΄
Με δάδες που ξενύχτησαν μεσ’ στις οργιάζουσες πλαγιές των ξανθών ορχηστρίδων
Και με γαλάζιους σταλακτίτες που μεγάλωσαν μέσα σε παραμύθια με ύαινες
Αντάμα με χλωρές επαύλεις που ανοίγονται στο γέλιο τους και δε βρίσκουν πρωί
Με όλα τα πυροφάνια τις τρελαίνουν στέλνοντας τις οπτασίες τους άθικτες
Μαζί με τις υδρίες των όρθρων που συμπερπατούν φωτοσκιασμένες με ήλεκτρο
Και με τους πέπλους των ξεχτένιστων ελπίδων που ατενίζουν τον εαυτό τους πέρα στις μεταβλητές θωπείες των οριζόντων
Οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας



Σαν άσπρες ξεγνοιασιές ανεμόμυλων οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας
Με βήμα τελετουργικό σε λυγερή προϋπάντηση μαρτίων οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας!

β΄
Ποια φωτοστέφανα ειδυλλίων! Ζαρκάδια φύγετε απ’ εδώ φύγετε απ’ την ευθυμία του καταρράκτη
Που σπάζει όλο τον ήχο του τσαγρίζοντας τα μέτωπα των εσπερίων παρθένων
Ουράνια τόξα πλεύσετε μεσ’ στους κρυστάλλους και τους ουρανούς που έστειλαν ως εδώ κεχριμπαρένια πλοιάρια
Είναι μια μαγική φωτιά που ανοίγει τα ριπίδια των βουνοπλαγιών μέσα στα εμβρόντητα ταξίδια μας
Είναι μια χαίτη που κεντρίζεται απ’ την τυχερή κατηφοριά των λαγκαδιών μιας νεότητας
Γυαλίζοντας τις αιχμηρές ματιές μας όταν αναφλέγονται οι χιτώνες όλοι της εκστάσεως
Όταν οι μνήμες εκπυρσοκροτούν και βγαίνουν από τα μικρά παράθυρά τους υάκινθοι
Κυανοί και μυοσωτίδες με μικρούς ιβίσκους όλους χάρη όταν ταπεινώνονται
Σε ρέουσες πεδιάδες που γητεύουν τα σουραύλια μεθυσμένων επιθυμιών
Στα μεγάλα τόξα των μεγάλων θριαμβευτών δάσους εφήβου.

γ΄
Έλκηθρα δίδυμα σύρετε πυρσούς μέσα στο ανώνυμο τάνυσμα της ατμόσφαιρας
Σκούνες γοργές του πόθου εξιστορήσετε το πέλαγος με ρόχθο κι άνεμο
Μάγουλα των νυμφών νιφθείτε όλη την άνοιξη ανασαίνοντάς την
Κατά δω θα πλεύσει μια αιωνιότητα!
Σ’ όλες τις κρήνες σ’ όλες τις πηγές μια ιαχή θρυμματισμένη ξαναενώνεται
Ιαχή ζωής όλη ελιγμούς μεσ’ απ’ τις δροσιές ως την ηχώ της που σαπίζει
Στα πεζούλια των άστρων το γενναίο σύναγμα των άσπιλων χεριών

Των χεριών μας που έπλασαν με φως από καρδιά το ιδεατό τους σκίρτημα…
Ω να σας ντύσουν οι ώρες το δικό τους ριγος κι υψωθεί απ’ τον τέτοιον ύμνο το ενθουσιασμένο παρανάλωμα
Των κορμιών που κερδίζουν το αίμα τους σκύβοντας ολονυχτίς στις ρίζες της Χίμαιρας!

δ΄
Σαν τις φρεσκοχυμένες οπτασίες που στίλβουν την πολύεδρη τύχη των κυνηγητών τους μεσ’ στο ξάγναντο
Κι αφήνουν τα μαλλιά τους διθυραμβικά να πλέκονται μεσ’ στις λατάνιες φεγγερών στοών
Σε φρούτα σπάνια που γιορτάζουνε το χνούδι του πιο χλοερού των θριάμβου
Σπινθηροβολώντας στις παλάμες γυναικών που ωράισαν τη διαύγεια
Σα μύθοι που έσπασαν τις πύλες των βουβών ανακτόρων τους βοώντας μια καινούρια αλήθεια
Οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας
Μ’ ανοιξιάτικα χείλια και χορδές πτηνών που βγαίνουν απ’ το σφρίγος τους
Χαράζοντας μια νέα καμπύλη στο κενό οι ώρες έρχονται που αγάπησαν της ώρες μας…
Κι είναι όλος τους ο αιθέρας ποίημα που πλαταίνει κι ανοίγεται
Σαν η πρώρα του ύπνου μπαίνει στη ζωή που ορέγεται άλλη ζωή
Σαν οι κόλποι ανοίγουνε κρυφό σφυγμό κι από τον κάθε χτύπο τους ένα κορίτσι βγαίνει τραγουδώντας μύρτα

Τραγουδώντας μεσ’ στα τούλια των χρωματιστών ανέμων α! υπάρξεις περιούσιες….

ε΄
Πυρόξανθο μαστίγωμα! Πούπουλα εκτυφλωτικά σα στροβιλίζονται μέσα στ’ αλώνια
Κι ο άνεμος τα λυμαίνεται με θημωνιές που κρύβονται από τη μονομαχία του ήλιου
Όταν αρχίζει στα ξανθά κεφάλια των πρωτόβγαλτων περιπετειών
Εκρήξεις – όταν οι βηματισμοί των πόθων φλέγονται τραντάζοντας τις θυμωμένες γέφυρες
Κι όλος ο κόπος στάζει σε διαμάντια
Κι όλος ο κόπος πέφτει από τη δόξα ημέρας που εγνώρισε το αχόρταγο ξεδίπλωμα της νεότητας…
Αίμα στην πράξη αυτή! Αίμα στις πράξεις μας – στις καυτερές αφές του γήινου κόσμου αίμα!
Γιατί πετάξαμε μιαν αγκαλιά φλοιούς με χαραγμένα ονόματα στην αμμουδιά που ελπίζει πάντα
Γιατί λασκάραμε όλα μας τα χαλινάρια κατακτώντας τις νωπές κοιλάδες της νοτιάς
Γιατί τρεμίσαμε τα βλέφαρα της κάθε μας συγκίνησης μέσα σε πανδαιμόνιο βόμβων και χρωματισμών
Πιστέψαμε τα Βήματά μας – ζήσαμε τα Βήματά μας – είπαμε τα Βήματά μας άξια!

στ΄
Μόχθος περιστεριών οι πλάτες της ημέρας γέρνουν στην ευδία του ήλιου τους
Σύγκορμα τρέμουν τα’ απαράμιλλα πουλιά στα λατρευτά ροδάκινα
Είναι το φως που ενστερνιστήκανε και τ’ ανυψώνει ως τις καρδιές μιας ύπαρξης που αλλάζει
Όλους τους δρόμους των ζεφύρων προς τα εκεί που φλέγονται τα αισθήματα
Που όλα τα στήθη σφίγγουν τις εικόνες τους ακατανίκητα έπαθλα μιας καθαρής ζωής
Κι είναι η μεγάλη προσμονή σπόρος που σκίζει όλο το χώμα για να βρει την άνοιξη
Άπλωμα δύναμης βαθιά κι ως τ’ άστρα που αγναντεύουν! 
Α τα γυμνά κορμιά στ’ αετώματα του χρόνου χαραγμένα – οι κύκλοι των ωρών
Που ήβραν τις ώρες μας και πάλεψαν σώμα με σώμα ώσπου να λάμψει ο Έρωτας
Ο Έρωτας που μας παίρνει και μας ξαναδίνει σαν παιδιά μεσ’ στην ποδιά της Γης!

ζ΄
Κι αύριο είναι πρωί – μα εμείς σήμερα θα καλπάσουμε προς τις κρυψώνες του ήλιου
Με χρυσές μπρατσέρες θα βγούμε στον κίνδυνο πιο πέρα απ’ το ακρωτήρι της καλής ανταύγειας
Προς τις σπαθωτές φιλίες των υποσχέσεων που έστησαν κιόσκια μες στη μέση της χαράς
Υψώνοντας τις φλόγες των σαν αλαφριά κορμιά της καλοσύνης
Θα ξαφνιάσουμε τις θαρραλέες σφενδόνες του οίστρου μιας ωκεανογραφίας
Χτυπώντας τις παλάμες μας ώσπου ν’ ακούσει η Γη κι ανοίξει όλα τα πέταλα των μυστηρίων της
Κι αύριο είναι πρωί – μα εμείς σήμερα θα προσφέρουμε τις ώρες μας προσάναμμα στην αποφασισμένη προέλευση
Κι ας παν τα τραύματα της λύπης σ’ άλλο μούχρωμα – σ’ άλλον λιμναίο καθρέφτη να σωπάσουν
Ας κρυφτούν οι κύκνοι των ευαισθησιών μες στη χλωρίδα μιας ψιθυρισμένης οάσεως
Τα οργώματα της λεβεντιάς είναι για θούρια πρασινάδας λυγισμένης με άνεμο και λόγο!
 Πηγή:http://elytis-dimoula.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου