Κυριακή 22 Ιουνίου 2014

Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΠΟΛΥΒΙΟΣ Και ο ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ- Ο ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ


Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική  και Βυζαντινή Φιλολογία
  
της Νότας Χρυσίνα



Στην παρούσα εργασία αφού μελετήσουμε τα αποσπάσματα από τα κείμενα του Πολυβίου α) θα προσδιορίσουμε σε αυτά τις βασικές αρχές της ιστορικής σκέψης και μεθόδου του ιστορικού Πολύβιου και β) θα συγκρίνουμε τις αρχές αυτές με τις αντίστοιχες αρχές του Θουκυδίδη.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, στα κείμενα του Λουκιανού Νεκρικοί Διάλογοι 2 και Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος §§ 20-21 α) θα εντοπίσουμε τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της τέχνης του Λουκιανού και β) θα αναφερθούμε στους στόχους εναντίον των οποίων στρέφεται η σάτιρα που αυτός ασκεί.

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ - Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΠΟΛΥΒΙΟΣ

Κατά την ελληνιστική περίοδο μέσα 4ου αιώνα έως 30 π.Χ. η ιστοριογραφία επηρεάζεται από σημαντικές ιστορικές εξελίξεις: παρακμή της πόλης-κράτους, κατακτήσεις του Αλεξάνδρου, πόλεμοι των διαδόχων του, ρωμαϊκή κατάκτηση, εμφύλιοι πόλεμοι στη Ρώμη. Οι αλλαγές αυτές έχουν αντίκτυπο στην κοινωνία και τον κόσμο: ο ρόλος του υπεύθυνου πολίτη αντικαθίσταται από τον ρόλο του ανίσχυρου υπηκόου και η συμμετοχή του στις εξελίξεις που τον επηρεάζουν είναι μηδαμινή.[1]
Ο Πολύβιος (περίπου 200-120 π.Χ.) υπήρξε ο πρώτος σημαντικός ιστορικός της ελληνιστικής εποχής. Εξιστορεί τον δεύτερο και τρίτο Καρχηδονιακό Πόλεμο και την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Ρωμαίους. Το έργο του διαποτίζεται από μια φιλοσοφική διάθεση.[2]
 Πρόθεση του ιστορικού ήταν, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο ίδιος στο προοίμιο του έργου, να εξιστορήσει πώς η Ρώμη κυριάρχησε στον κόσμο σε διάστημα λιγότερο από 53 έτη (220-168 π.Χ) και ποιες αιτίες (κυρίως το πολίτευμα) επέτρεψαν αυτή την εξέλιξη. [3] «Γιατί ποιος άνθρωπος…να μη θέλει να μάθει πώς και από τι λογής πολίτευμα νικήθηκαν σχεδόν όλα τα έθνη της οικουμένης σε διάστημα μικρότερο από πενήντα τρία χρόνια…» Πολύβιος Ιστορίαι 1,1,1-6.
Η επίδραση που δέχθηκε από το έργο του Θουκυδίδη ήταν σαρωτική, αλλά και ο ίδιος συνέβαλε με το έργο του στην ηγεμονία του θουκυδίδειου προτύπου.[4]
Ο ιστορικός Πολύβιος είχε κατανοήσει την ορολογία του Θουκυδίδη, ο οποίος είχε κάνει διάκριση ανάμεσα στις «επιφανειακές» και τις «βαθύτερες» αιτίες της σύγκρουσης. Αποκαλούσε τις «επιφανειακές» αιτίες αιτίας και «την περισσότερο αληθινή αιτία» πρόφασιν αληθεστάτην.[5]
Η ιδέα πως το πολιτικό σύστημα επηρέαζε άμεσα τη στρατιωτική ικανότητα είχε ήδη αναπτυχθεί από τον Θουκυδίδη στο λεγόμενο «Επιτάφιο Λόγο του Περικλή» Θουκ.2.37-39.
Ο Πολύβιος γράφει πολιτική και στρατιωτική ιστορία όπως και ο Θουκυδίδης.  Σχεδιάζει το έργο του ως παγκόσμια ιστορία. Ο ιστορικός εξηγεί γιατί η πραγματική γνώση των αιτίων είναι δυνατή μόνο στο πλαίσιο μιας Παγκόσμιας Ιστορίας, η συγγραφή της οποίας κατέστη δυνατή μόνον αφότου, με την σταδιακή κυριαρχία των Ρωμαίων, τα γεγονότα σε όλα τα μέρη της οικουμένης συνέχονται μεταξύ τους και η ιστορία άρχισε να μοιάζει με ζώντα οργανισμό.[6] Η ιδέα μιας παγκόσμιας «οργανικής» ιστορίας προέρχεται από τον Θουκυδίδη.
Ο Θουκυδίδης στο έργο του Ιστορίαι μένει προσηλωμένος στα γεγονότα της πολιτικής και στρατιωτικής ιστορίας. Το έργο του έχει ένα αποκλειστικό θέμα, τον πόλεμο. «Θουκυδίδης ο Αθηναίος, έγραψε την ιστορία του πολέμου μεταξύ των Πελοποννησίων και Αθηναίων. Την συγγραφήν αυτού ήρχισε…και αξιομνημόνευτος από κάθε προηγούμενον πόλεμον…» » Θουκυδίδη 1.1.1 μτφρ. Ελ. Βενιζέλος
Ο Πολύβιος είναι ένας πραγματικός κληρονόμος του Θουκυδίδη. Το ιδανικό του Πολύβιου, όπως και του Θουκυδίδη, είναι η πραγματική ιστορία, δηλαδή η ιστοριογραφία που στηρίζεται στη μελέτη και ερμηνεία των πολιτικών γεγονότων.[7]
Στο κεφάλαιο που προσδιορίζει ο Θουκυδίδης τη μεθοδολογία του διακηρύσσει το ιδανικό της ακρίβειας και δεν αποκλείει την επιλεκτικότητα. Η ιστορία πρέπει να γράφεται χωρίς συναισθηματικές εξαρτήσεις. Ο ιστορικός πρέπει να είναι αμερόληπτος. Ο Πολύβιος συμμερίζεται αυτές τις απόψεις. «Στην ιστορία πρέπει να απομακρυνόμαστε συναισθηματικά από τα πρόσωπα που ενεργούν και να κάνουμε τις σωστές κρίσεις…» Πολύβιος Ιστορίαι 1,14
Επίσης, ο Πολύβιος ακολουθεί τον Θουκυδίδη στον τρόπο που πραγματεύεται τις δημηγορίες του και επιμένει ιδιαίτερα στην πραγμάτευσή τους. «Και ως προς μεν τους λόγους…έγραψα όπως ενόμισα ότι έκαστος των ρητόρων ηδύνατο να ομιλήση…περισσσότερον εις την γενικήν έννοιαν των πραγματικώς λεχθέντων.» Θουκυδίδη Ι 21-22 μτφρ. Ελ. Βενιζέλος
Το είδος της ιστοριογραφίας που καλλιεργεί ο Πολύβιος το ονομάζει ο ίδιος πραγματική ιστορία: πολιτική ιστορία για σοβαρούς αναγνώστες, οι οποίοι διαβάζουν για να διδαχθούν. Στόχος της ιστοριογραφίας είναι κατά τον Πολύβιο η ωφέλεια του αναγνώστη. «… αφού τίποτε δεν διορθώνει ευκολότερα τους ανθρώπους όσο η γνώση του παρελθόντος.» Πολύβιος Ιστορίαι 1,1,1-6. Συμφωνεί με το Θουκυδίδη ως προς τη διδακτική αντίληψη της ιστοριογραφίας, σε αντίθεση με τον Ηρόδοτο που «θεωρείται εκπρόσωπος της ιωνικής διάθεσης για ευχάριστη διήγηση».[8]  Χαρακτηρίζει τη γνώση της ιστορίας προπόνηση για την πολιτική δραστηριότητα. «η γνώση της Ιστορίας είναι η πιο σωστή παιδεία και προπόνηση για την πολιτική δράση, και η μνήμη των συμφορών, που βρήκαν ξαφνικά τους άλλους, μας διδάσκει με τρόπο μοναδικά χειροπιαστό να υποφέρουμε γενναία τις μεταβολές της τύχης.» Πολύβιος Ιστορίαι 1,1,1-6.
Ωστόσο, την ωφέλεια αυτή ο Πολύβιος δεν την αντιλαμβάνεται ως βελτίωση της ικανότητας του πολίτη για ενεργό  συμμετοχή στις πολιτικές διαδικασίες, όπως ο Θουκυδίδης, αλλά ως προσαρμογή στην ενοποιημένη, παγκόσμια ιστορία και τις δυνάμεις που τη διέπουν. Η στάση αυτή αντανακλά τη νέα πολιτική πραγματικότητα, όπου δεν αφήνει περιθώρια ατομικής συμβολής στα κοινά .[9]
Ο Πολύβιος δίνει εξέχουσα θέση στην τύχη ως παράγοντα ιστορικών εξελίξεων, ο Θουκυδίδης αναζητά την νομοτέλεια στα γεγονότα και ο Ηρόδοτος θεωρεί ότι οι τύχες των ανθρώπων καθορίζονται από τους θεούς.
 Ο Πολύβιος όπως και ο Θουκυδίδης ενδιαφέρεται για την αντικειμενικότητα του έργου του και αποδίδει μεγάλη σημασία στη μελέτη των ιστορικών πηγών, ενώ ο Ηρόδοτος «είναι άκριτος συλλέκτης κάθε λογής αμφισβητήσιμης παράδοσης»[10]. Θέλει να υπηρετεί την αλήθεια, γιατί χωρίς το στοιχείο της αλήθειας, η ιστορία καταντά «ανωφελές διήγημα». «όπως ένα ζώο καταντάει άχρηστο αν χάσει τα μάτια του, παρόμοια και η ιστορία, αν της αφαιρέσουμε την αλήθεια, απομένει ανώφελη διήγηση.» Πολύβιος Ιστορίαι 1,14.
Φέρνει παράδειγμα τον Φιλίνο και τον Κόιντο Φάβιο Πίκτωρα που και οι δύο έγραψαν  μεροληπτικά για το Α Καρχηδονιακό Πόλεμο, ο πρώτος υπέρ των Καρχηδονίων και ο δεύτερος υπέρ των Ρωμαίων. «…ο Φιλίνος και ο Φάβιος, που θεωρούνται αυθεντίες στην εξιστόρηση του, δεν μας έχουν πει την καθαρή αλήθεια.» Πολύβιος Ιστορίαι 1,14
Ο Πολύβιος είναι επικριτικός απέναντι στο ρητορικό στοιχείο καθώς και στη βιογραφική τάση των ιστορικών της εποχής του. Γράφει για τον ιστορικό Θεόπομπο «…Ωστόσο, πολύ πιο σωστό και δίκαιο θα ήταν να συμπεριλάβει τη δράση του Φιλίππου στην ελληνική ιστορία, παρά να εντάξει τα γεγονότα της ελληνικής ιστορίας σε ένα έργο για τον Φίλιππο.» Πολύβιος 8.11.3–6 & «και ξεκινώντας από την Ελλάδα και έχοντας προχωρήσει λίγο δεν θα μπορούσε να την αντικαταστήσει σε καμιά περίπτωση με τη βιογραφία και την προβολή ενός μονάρχη.» Πολύβιος 8.11.3–6.







  ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ – ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Ο Λουκιανός (περίπου 120 -180 μ.Χ.) θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της «Δεύτερης Σοφιστικής», όρος που υιοθετήθηκε εξαιτίας της σύζευξης της φιλοσοφίας και ρητορικής στο πνευματικό και παιδευτικό ιδεώδες της αυτοκρατορικής περιόδου.
Ο Λουκιανός ακολούθησε στην αρχή τον δρόμο του σοφιστικού μεγαλόσχημου ρήτορα με μεγάλη επιτυχία. Από την περίοδο αυτή σώζονται αρκετά έργα του.
Υπερβαίνοντας τις ρητορικές καταβολές του, κατάφερε να συνδυάσει λογοτεχνικά είδη που υπήρχαν και να δημιουργήσει ένα δικό του εκφραστικό μέσο, τον σατιρικό διάλογο.[11]  Ο διάλογός του με το πείραγμα, την πολεμική, με το γέλιο της περιφρόνησης, με το δηκτικό γέλιο υπηρέτησε την καθημερινότητα. Έχει στόχο να ψυχαγωγήσει και να σατιρίσει την κοινωνία της εποχής του, έστω και αν μιλάει για την εποχή αυτή με πρόσωπα και πράγματα του παρελθόντος.
Προσφέρει γέλιο με ύφος σοβαρό, μιλάει με αστείο τρόπο για τα σοβαρά εκφράζοντας αυτό για το οποίο στην αρχαιότητα χρησιμοποιούσαν τον όρο σπουδογέλοιος (μείξη σοβαρού και αστείου). Το σοβαρό (σπουδαίον) έλκει την καταγωγή του από τον διάλογο, που εκπροσωπεί τον πεζό λόγο, και το αστείο (γελοίον) από την κωμωδία, που εκπροσωπεί τον έμμετρο λόγο. Αντιπροσωπευτικός διάλογος του είδους είναι ο Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος με πρωταγωνιστή τον Μένιππο, που επισκέφτηκε τον Άδη και τον Όλυμπο.

«Ούτε ένα στάδιο δεν είχα ανέβει και η σελήνη «Μένιππε», μου λέει με φωνή γυναίκας, «σε παρακαλώ, μπορείς να με διευκολύνεις σε κάτι  με τον Δία;» «Μια απλή παραγγελία θα μεταφέρεις»
Λουκιανός Ικαρομένιππος §§ 20-21

Ο Λουκιανός σατιρίζει τους φιλοσόφους, που με την υποκρισία τους και τον τρόπο ζωής τους ευτέλισαν τη διδασκαλία των φιλοσοφικών σχολών.

«έχω απαυδήσει πιά, Μένιππε, ν’ακούω τα πολλά και φοβερά από τους φιλοσόφους…»  
….
«πόσα δεν ξέρω εγώ γι’αυτούς, πράξεις αισχρές και κατάπτυστες που κάνουν τη νύχτα εκείνοι που την ημέρα εμφανίζονται σοβαροί και ανδροπρεπείς…καμάρι των πολιτών…σκεπάζω το πρόσωπό μου για να μη δείξω στον κόσμο γέρους ανθρώπους να ντροπιάζουν την αρετή και το μακρύ τους γένι.»
….
«να εξοντώσει τους φυσικούς, να φιμώσει τους διαλεκτικούς, να ανασκάψει τη Στοά, να πυρπολήσει την Ακαδημία και να σταματήσει τις συζητήσεις στους Περιπάτους»
Λουκιανός Ικαρομένιππος §§ 20-21 μτφρ. Α.Σιδέρη

Στους Μενίππειους διαλόγους ανήκουν και οι Νεκρικοί Διάλογοι. Ο Λουκιανός παρουσιάζει διαλογικά στιγμιότυπα στα οποία συμμετέχουν γνωστές προσωπικότητες που έχουν πεθάνει και βρίσκονται στον Άδη. Η ιδέα που κυριαρχεί είναι ότι η ευτυχία σε αυτόν τον κόσμο είναι πρόσκαιρη, ενώ στον Κάτω κόσμο οι νεκροί είναι όλοι ίσοι. [12] 
Στους Νεκρικούς Διαλόγους 2 ο διάλογος διεξάγεται μεταξύ του Χάρωνα και του κυνικού φιλοσόφου Μένιππου. Η κυνική λαϊκή φιλοσοφία  επιδρούσε στον Λουκιανό περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη φιλοσοφία της εποχής του.[13]  

«Χάρων: Πλήρωσε, σου λέω, που σε πέρασα από τη λίμνη!
 Μένιππος: Δεν μπορείς να πάρεις από όποιον δεν έχει.
Χάρων: Δεν ήξερες ότι έπρεπε να φέρεις τα ναύλα σου μαζί σου;
Μένιππος: Το ήξερα, αλλά δεν είχα. Κι’ύστερα; Έπρεπε γι’αυτό να μην πεθάνω;».
Λουκιανός Νεκρικοί Διάλογοι 2

Στους σατιρικούς του διαλόγους χρησιμοποίησε στοιχεία των σωκρατικών διαλόγων και της κωμωδίας. Ο Λουκιανός ρίχνει τα πιο ακονισμένα βέλη του εναντίον της θρησκείας, της παράδοσης και του μύθου, στον οποίο αντιθέτει την ευτυχία αυτών που είναι ολιγαρκείς, προς την ξιπασιά και την ιδιοτροπία των πλουσίων.[14]

«Χάρων: Βρε Ερμή, από πού μας τον έφερες αυτόν τον σκύλο; Ο μόνος που τραγουδούσε όταν εκείνοι έκλαιγαν!
Ερμής: Μα δεν ξέρεις, Χάρων, ποιόν κουβάλησες με τη βάρκα σου; Έναν άνθρωπο αληθινά ελεύθερο. Είναι ο Μένιππος!
Χάρων: Εσύ μόνο λοιπόν θα καυχιέσαι πως πέρασες τζάμπα;
Μένιππος: Καθόλου τζάμπα…ήμουν ο μόνος που δεν έκλαιγα!
Χάρων: Πρέπει να δώσεις οβολό, είναι νόμος.
Μένιππος: Τότε ξαναγύρισέ με στη ζωή.»
Λουκιανός Νεκρικοί Διάλογοι 2

 Η ειρωνική απλοϊκότητα του Λουκιανού παίζει με θέματα που πρόσφερε με αφθονία η κλασσική ποίηση. Ο μύθος για το Λουκιανό σημαίνει λίγη πραγματικότητα, ωστόσο μένει στην λεωφόρο των πασίγνωστων πραγμάτων και δεν αναζητά απομακρυσμένους τοπικούς θρύλους για να πραγματώσει το λόγιο παιγνίδι του με αυτούς.
Η φιλοσοφία και ιδιαίτερα ο σκεπτικισμός του Λουκιανού μέσα από τις ιδέες των Στωικών, Κυνικών και Επικούρειων γίνεται φανερός σε αρκετά έργα του.
«Στον γλωσσικό τομέα η επιμέλεια και το γούστο έδωσαν σ’ αυτόν τον μη Έλληνα μιαν καταπληκτική κατοχή της αττικής γλώσσας, η οποία με την ομαλή χάρη του ύφους του παίρνει κοντά του κάποια ζωή».[15]
Ο Λουκιανός σατίρισε τον υπεραττικισμό, καθώς ο ίδιος εκφράστηκε με μετρημένο αττικό λόγο. Η επίδραση του ύφους του Λουκιανού στηρίχθηκε στο μέτρο.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Αλεξίου Ε. - Αναστασίου Ι., κ.ά., Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Α,´ Αρχαϊκή και Κλασική Περίοδος, εκδ. Ε.Α.Π.,  Πάτρα 2001.
2. Βερτουδάκης Β. – Ηλιάδου Ε., κ.ά., Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Β´, Ελληνιστική και Αυτοκρατορική Περίοδος, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001.
3. «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας»
3. Lesky A., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Τσοπανάκη Γ. Α., εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2008.
4. Nicolai R., Θουκυδίδης: Η Συνέχεια, στο Α. Ρεγκάκος & Α. Τσακμάκης, κ. ά, εκδ. Brill Academic Publishers,  2006.
5. Canfora L., Ο Θουκυδίδης στη Ρώμη και στην Ύστερη Αρχαιότητα, στο Α. Ρεγκάκος & Α. Τσακμάκης, κ. ά, εκδ. Brill Academic Publishers, 2006.


[1] Α. Τσακμάκης, «Ιστοριογραφία» στο Βερτουδάκης Β. – Ηλιάδου Ε., κ.ά., Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Β´, Ελληνιστική και Αυτοκρατορική Περίοδος, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001, σελ. 132.
[2] Ό.π., σελ. 130.
[3] «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας» σελ. 252.
[4]Canfora L., Ο Θουκυδίδης στη Ρώμη και στην Ύστερη Αρχαιότητα, στο Α. Ρεγκάκος & Α. Τσακμάκης, κ. ά, εκδ. Brill Academic Publishers, 2006, σελ.7.
[5] Canfora L., Ο Θουκυδίδης στη Ρώμη και στην Ύστερη Αρχαιότητα, στο Α. Ρεγκάκος & Α. Τσακμάκης, κ. ά, εκδ. Brill Academic Publishers, 2006, σελ. 5.
[6]  «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας» σελ. 253.
[7] Α. Τσακμάκης, «Ιστοριογραφία» στο Βερτουδάκης Β. – Ηλιάδου Ε., κ.ά., Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Β´, Ελληνιστική και Αυτοκρατορική Περίοδος, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001, σελ. 133.
[8] Lesky A., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Τσοπανάκη Γ. Α., εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 655.
[9] Στο ίδιο, σελ. 134.
[10] Ό.π.,  σελ. 655.
[11] Ε. Ηλιάδου, «Λουκιανός» στο Βερτουδάκης Β. – Ηλιάδου Ε., κ.ά., Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Β´, Ελληνιστική και Αυτοκρατορική Περίοδος, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001, σελ. 199.
[12]  «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας», σελ.403.
[13] Lesky A., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Τσοπανάκη Γ. Α., εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 1148.
[14] Στο ίδιο, σελ. 1149.
[15] Ό.π., σ.σ. 1147-1149.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου