Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018

Η τυραννία των ΜΜΕ τότε και τώρα (3) Εφημερίδες της επανάστασης


Η Εφημερίς είναι η αρχαιότερη διασωθείσα ελληνική εφημερίδα.

Τυπώθηκε στη Βιέννη της Αυστρίας από τους Έλληνες αδερφούς, τυπογράφους και εκδότες, αδερφούς Πούμπλιο και Γεώργιο Μαρκίδες Πούλιου, από το 1790 έως το 1797Η Εφημερίς, υπήρξε μαχητικό όργανο των ιδεών του νεοελληνικού διαφωτισμού, που μεταξύ άλλων, πρέσβευε και την εθνική απελευθέρωση. Η Εφημερίς είχε μεγάλη απήχηση, φτάνοντας σε όλες τις περιοχές που υπήρχαν ελληνικές παροικίες, ενημερώνοντας τις ελληνικές κοινότητες για τα γεγονότα που συνέβαιναν στο κόσμο αλλά και στον τουρκοκρατούμενο ελληνικό χώρο. Οι αδερφοί Μαρκίδες- Πούλιου, εκτός από την Εφημερίδα στην ελληνική, τύπωσαν για ένα μικρό διάστημα και τη σέρβικη εκδοχή της, πιθανόν ανταποκρινόμενοι στο αίτημα του Φεραίου, για μια βαλκανική απελευθερωτική κίνηση. Στο τυπογραφείο τους, τύπωσαν επίσης αρκετά ελληνικά και ξενόγλωσσα βιβλία, και συνεργάστηκαν στενά με τον Ρήγα Φεραίο του οποίου εξέδωσαν αρκετά βιβλία και μεταξύ αυτών και τη περίφημη Χάρτα του. Αυτή η συνεργασία και η σύλληψη του Φεραίου και των συνεργατών του για διάδοση επαναστατικών (απελευθερωτικών) ιδεών έφερε και την απαγόρευση κυκλοφορίας της Εφημερίδας, το κλείσιμο του τυπογραφείου των αδερφών Πούλιου και την απέλαση τους από τα εδάφη της Αυστριακής αυτοκρατορίας.



Με τον τίτλο Ερμής ο Λόγιος ή Λόγιος Ερμής ήταν γνωστό το δεκαπενθήμερο φιλολογικό περιοδικό στην ελληνική γλώσσα που εκδιδόταν από το 1811 έως το 1821 στην ελληνική παροικία της Βιέννης, φέρνοντας κοντά τους Έλληνες λόγιους της διασποράς.Εμπνευστής του περιοδικού ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής και πρώτος διευθυντής του περιοδικού ο Άνθιμος Γαζής. Θεωρείται ως το σημαντικότερο περιοδικό της περιόδου πριν την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, με τους συνεισφέροντες στο περιοδικό να είναι σημαντικοί λόγιοι και διανοούμενοι της ελληνικής κοινότητας.Το περιοδικό είχε ως στόχο την επαφή και επικοινωνία των διανοουμένων εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με αυτούς της Δυτικής Ευρώπης, καθώς και για να προετοιμάσει το πνευματικό υπόστρωμα για την εθνική εξέγερση των Ελλήνων. Η γεωγραφική εξάπλωσή του σε σχέση με τα δεδομένα της εποχής του ήταν εντυπωσιακή επειδή κυκλοφορούσε σε πάνω από σαράντα ελληνικές κι ευρωπαϊκές πόλεις. Η κυκλοφορία του άρχισε την 1η Ιανουαρίου 1811, και κατόπιν εκδίδονταν -με μια διακοπή το 1815- έως την 1η Μαΐου 1821. Μετά τον Άνθιμο Γαζή, διευθυντές του περιοδικού έγιναν ο Θεόκλητος Φαρμακίδης και αργότερα ο Κωνσταντίνος Κοκκινάκης.

               Τα έντυπα της επανάστασης


Όταν απελευθερώθηκε η Ελλάδα τόσο ο Καποδίστριας όσο και ο Όθωνας προσπάθησαν να περιορίσουν την ελευθερία του Τύπου. Οι ανταγωνισμοί των πολιτικών ομάδων και φατριών, των Ελλήνων της Διασποράς και της κυρίως Ελλάδας, υποχρέωσαν τις εφημερίδες να επιλέξουν στρατόπεδα. 

Το Εθνικόν Πνεύμα υποστήριζε τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο

Η Εφημερίς των συζητήσεων υποστήριζε τον Επαμεινώνδα Δεληγιώργη



Οι "Καιροί" και η "Πρωία" υποστήριζαν τον
Χαρίλαο Τρικούπη

 
Τον τίτλο Ασμοδαίος έφερε παλαιά εβδομαδιαία σατιρική και γελοιογραφική εφημερίδα που εξέδιδε στην Αθήνα ο Εμμανουήλ Ροΐδης, μαζί με τον Θέμο Άννινο. Η εφημερίδα αυτή κυκλοφόρησε για μια δεκαετία, από το 1875 μέχρι το 1885, με μια μικρή μόνο διακοπή κατά τον Ιούλιο του 1876. Στην προμετωπίδα της η εφημερίδα είχε τον βιβλικό δαίμονα Ασμοδαίο σε μορφή μικρού τοξοβόλου σάτυρου ερωτιδέα. H εφημερίδα τυπωνόταν στο τυπογραφείο της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Κατά τη δεύτερη περίοδο της έκδοσής του τυπωνόταν στα τυπογραφεία των αδελφών Περρή και της Ενώσεως, Γ.Σ. Σταυριανού («Ο Ασμοδαίος»), Ανδρέου Κορομηλά, Ανέστη Κωνσταντινίδου και του Αττικού Μουσείου.[1]
Σημαντικότεροι συνεργάτες της εφημερίδας αυτής ήταν ο Γεώργιος Σουρής, ο Μιχαήλ Μητσάκης,ο Ευάγγελος Κουσουλάκος, ο Δημήτριος Κόκκος, ο Αριστείδης Ρούκης, ο Μπάμπης Άννινος, ο Νικόλαος Σαράντης και άλλοι.



Το πιο αξιόλογο σατιρικό περιοδικό του 1883 ήταν του Γεώργιου Σουρή 


Εφημερίς ονομαζόταν η πρώτη καθημερινή πολιτική εφημερίδα που κυκλοφόρησε στην Αθήνα, του νέου ελληνικού κράτους. Η «Εφημερίς», πρωτοκυκλοφόρησε τη Δευτέρα 1η Οκτωβρίου 1873 από τον Δημήτρη Κορομηλά. Η έκδοσή της έληξε το 1922.


Βλάσης Γαβριηλίδης

Μεταμφιεσμένος δραπέτευσε με εμπορικό πλοίο στην Αθήνα, όπου εργάστηκε για λίγο ως συντάκτης της «Εφημερίδος των Συζητήσεων», που ήταν δημοσιογραφικό όργανο του πολιτικού Επαμεινώνδα Δεληγεώργη. Στις 14 Αυγούστου 1878 μαζί με τον Κλεάνθη Τριαντάφυλλο, παλιό του συνεργάτη από τα χρόνια της Κωνσταντινούπολης, που και αυτός είχε διωχθεί από τις Οθωμανικές αρχές, εξέδωσαν το σατιρικό περιοδικό «Ραμπαγάς». Το πρώτο φύλλο του εντύπου, που πήρε τον τίτλο του από το ομώνυμη κωμωδία του Γάλλου θεατρικού συγγραφέα και λιμπρετίστα Βικτοριέν Σαρντού αλλά και από το σκάνδαλο που είχε προκληθεί στην Αθήνα λίγο καιρό νωρίτερα, όταν η αστυνομία είχε απαγορεύσει το ανέβασμα της παράστασης στην ελληνική πρωτεύουσα, επειδή σατίριζε έναν εξέχοντα Γάλλο πολιτικό, εκδόθηκε στις 12 Αυγούστου του 1878, κι είχε ως στόχο να αφυπνίσει του Έλληνες από τη νωχέλεια και την αδιαφορία για τα κοινά, όπως έγραψε στο πρωτοσέλιδο άρθρο του «Διατί Ραμπαγάς» και «Είμεθα όλοι Ραμπαγάδες από του ανωτάτου μέχρι του κατωτάτου». Οι δύο εκδότες συνελήφθησαν για εξύβριση του βασιλιά και προφυλακίστηκαν, όμως στις 16 Δεκεμβρίου του 1879, αθωώθηκαν από το Κακουργιοδικείο Αθηνών.
Στις αρχές του 1880 ο Γαβριηλίδης αποχώρησε από τον «Ραμπαγά» και λίγες ημέρες αργότερα, τον Ιανουάριο του ίδιου χρόνου, εξέδωσε τη δισεβδομαδιαία πολιτικοσατιρική εφημερίδα «Μη Χάνεσαι» , τίτλο τον δανείστηκε από τη φράση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, με την οποία ο Μεσσήνιος πολιτικός συνήθιζε να απαντά είτε στη γυναίκα του για την εναντίον του πολεμική, είτε στους πολιτικούς του φίλους, όταν τα πράγματα γίνονταν δύσκολα και περίπλοκα. Ανάμεσα στους συνεργάτες του ήταν και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, που δημοσίευσε σε συνέχειες το ιστορικό του μυθιστόρημά «Οι Έμποροι των Εθνών»



Τρία χρόνια αργότερα, την 1η Νοεμβρίου 1883, το «Μη Χάνεσαι» μετατρέπεται σε ημερήσια πρωινή εφημερίδα γνώμης με τίτλο «Ακρόπολις». Η εφημερίδα του έγραψε ιστορία στον Ελληνικό Τύπο με την αρθρογραφία της και την πρωτοποριακή της εμφάνιση και ύλη, καθώς ο Γαβριηλίδης ήταν θαυμαστής του αγγλοσαξωνικού Τύπου και καθιέρωσε στην ελληνική δημοσιογραφία το ρεπορτάζ, την καμπάνια, τις δημοσιογραφικές αποστολές και τις συνεντεύξεις με πρόσωπα της επικαιρότητος. Ο Γαβριηλίδης έφερε στην Ελλάδα το κυλινδρικό ταχυπιεστήριο, που ονομάσθηκε «Μαμούθ», στο οποίο τυπώνονταν για πολλά χρόνια η εφημερίδα του, αλλά και άλλες εφημερίδες και έντυπα. Σ’ ένα από τα τελευταία φύλλα του «Μη Χάνεσαι», ο Γαβριηλίδης έγραψε, «...Την «Ακρόπολιν» θέλωμεν καταστήσει εκ των κυριωτέρων οργάνων του κοινωνικού πολιτισμού και οικονομικού αγώνος, ον η Κοινή Γνώμη οφείλει να αγωνίζεται επ’ αγαθώ της Πατρίδος. Το έμβλημα ημών είναι το παλαιόν έμβλημα: Ένωσις και Μεταρρύθμισις. Περιττόν να είπωμεν ότι ούτε τώρα θα ανήκωμεν εις Κόμμα, εναλλάξ υποστηρίζοντες και πολεμούντες, εναλλάξ συμπολιτευόμενοι και αντιπολιτευόμενοι. Τούτο τινές ονομάζουσιν αστάθειαν, αλλ’ ημείς, οίτινες μέχρι τούδε ουδέποτε εγνωρίσαμεν την πίστιν και την σταθερότητα των συμφερόντων, φανερά προκηρύσομεν την αστάθειαν αυτήν ως σημαίαν μας. Ο Γαβριηλίδης επιδίωκε να γίνει η «Ακρόπολις» όργανο του κοινωνικου και πολιτικού πολιτισμού. Όταν ο καραγωγεύς και ο θυρωρός του ξενοδοχείου και ο επιστάτης μιάς πλατείας θα εμφανίζεται κάθε πρωί με την εφημερίδα στο χέρι, τότε θα μπορούμε να πούμε πως είναι πολιτισμένος τόπος η Ελλάδα...».

Η Εστία του Γεωργίου Δροσίνη ξεκίνησε ως περιοδικό για να μεταμορφωθεί σε πολιτική εφημερίδα λίγα χρόνια αργότερα
Εξώφυλλο τεύχους του 1881




Η τυραννία των ΜΜΕ τότε και τώρα (2)


Edgar Allan Poe became the editor of Graham's in February 1841 and soon was publishing the harsh critical reviews for which he became known. It was also where he first published "The Murders in the Rue Morgue", now recognized as the first detective story. After Poe left the journal, his successor was Rufus Wilmot Griswold, a man who bitterly disliked Poe. Graham's began rejecting Poe's submissions and passed up the chance to publish "The Raven". Graham left his magazine for a time in 1848 and it eventually ceased in 1858.


Illustration by Aubrey Beardsley of "The Murders in the Rue Morgue", 1895
Facsimile of Edgar Allan Poe's original manuscript for "The Murders in the Rue Morgue", from the Susan Jaffe Tane collection, Cornell University.







McClure's (cover, January 1901) published many early muckraker articles.
The term muckraker was used in the Progressive Era to characterize reform-minded American journalists who attacked established institutions and leaders as corrupt. They typically had large audiences in some popular magazines. In the US, the modern term is investigative journalism — it has different and more pejorative connotations in British English — and investigative journalists in the US today are often informally called 'muckrakers'.


                                                 
Η καλύβα του μπαρμπα-Θωμά, (πρωτότυπος τίτλος στα αγγλικά: Uncle Tom's Cabin or, Life Among the Lowly) είναι βιβλίο της Αμερικανίδας συγγραφέως Χάριετ Μπίτσερ Στόου (Harriet Beecher Stowe). Εκδόθηκε το 1852 και είχε σημαντικό αντίκτυπο στην συμπεριφορά απέναντι στους Αφροαμερικανούς και τη δουλεία στις ΗΠΑ. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση το μυθιστόρημα αυτό ενέτεινε τη διαμάχη μεταξύ Αμερικανικού Βορρά και Νότου, η οποία οδήγησε στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο.
Η Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά ήταν το πιο δημοφιλές σε πωλήσεις μυθιστόρημα του 19ου αιώνα (και το δεύτερο πιο δημοφιλές βιβλίο εκείνου του αιώνα μετά τη Βίβλο) και θεωρείται πως συνδαύλισε το αποσχιστικό κίνημα της δεκαετίας του 1850. Το πρώτο χρόνο της κυκλοφορίας του πουλήθηκαν 300.000 αντίτυπα μόνο στις ΗΠΑ. Ο αντίκτυπος του βιβλίου ήταν τόσο μεγάλος, ώστε όταν ο Αβραάμ Λίνκολν συνάντησε τη συγγραφέα στην αρχή του Αμερικανικού Εμφυλίου, λέγεται πως της είπε: «Ώστε αυτή είναι η μικρή κυρία που έκανε αυτόν τον μεγάλο πόλεμο».








Η τυραννία των ΜΜΕ τότε και τώρα






Ο Ιγνάσιο Ραμονέ στο βιβλίο «Η τυραννία των ΜΜΕ» είναι σαφής: «Στα τηλεοπτικά δελτία οι νόμοι της σκηνοθεσίας δημιουργούν την ψευδαίσθηση του “απευθείας” και άρα της αλήθειας. Αρκεί να συμβεί κάτι, και ξέρουμε πώς θα μας το παρουσιάσει η τηλεόραση, με ποιους κανόνες, με ποια κινηματογραφικά κριτήρια».


Όπως το έθεσε ο Ουμπέρτο Έκο στο κείμενο «Η ψευδαίσθηση της αλήθειας», αλλά για το σχεδόν σχιζοφρενικό σύμπτωμα ενός κοινού, που από τη μια αναγνωρίζει ότι τα ΜΜΕ εξυπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες κι ότι εντάσσονται σ’ αυτό που ονομάζεται διαπλοκή και από την άλλη εξακολουθεί να τα παρακολουθεί με τρόπο παθητικό διαμορφώνοντας άποψη και υιοθετώντας πολιτικές αντιλήψεις.

Η Naomi Klein στο βιβλίο «Το δόγμα του Σοκ» υποστηρίζει ότι οι νεοφιλελεύθερες επιταγές πραγματοποιούνται με μεγαλύτερη ευκολία σε κοινωνίες που έχουν υποστεί ομαδικό σοκ από κάποιο απρόσμενο γεγονός και είναι αδύναμες να αντιδράσουν στις αντιδημοκρατικές – αρπακτικές μεταρρυθμίσεις που θα επέλθουν. Μια φυσική καταστροφή, μια δικτατορία, ένα τρομοκρατικό χτύπημα αποτελούν τις ιδανικές προϋποθέσεις για την κοινωνική αδράνεια που θα επιτρέψει την αποδοχή της νέας τάξης μέσα στο γενικό μούδιασμα.


ACTA DIURNA, Η ΠΡΩΤΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ

                                                              Acta Diurna was the first “newspaper”.


Ολλανδικά  corantos


Newspapers are the descendants of the Dutch corantos and the German pamphlets of the 1600s.


                                                    JOHN MILTON'S AREOPAGITICA


John Milton’s 1644 Areopagitica, which criticized the British Parliament’s role in regulating texts and helped pave the way for the freedom of the press.

“Who kills a man kills a reasonable creature, God’s image; but he who destroys a good book, kills reason itself, kills the image of God, as it were in the eye (Milton, 1644).”




Einkommende Zeitungen 1650
[In 1650, a German publisher began printing the world’s oldest surviving daily paper, Einkommende Zeitung]





                     English publisher followed suit in 1702 with London’s Daily Courant.




Ο ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ



Publick Occurrences Both Forreign and Domestick was the first multi-page newspaper published in the Americas

The first article printed in his new colonial paper stated, “The Christianized Indians in some parts of Plimouth, have newly appointed a day of thanksgiving to God for his Mercy (Harris, 1690).” The other articles in Public Occurrences, however, were in line with Harris’s previously more controversial style, and the publication folded after just one issue.




Fourteen years passed before the next American newspaper, The Boston News-Letter, launched. Fifteen years after that, The Boston Gazette began publication, followed immediately by the American Weekly Mercury in Philadelphia. Trying to avoid following in Harris’s footsteps, these early papers carefully eschewed political discussion to avoid offending colonial authorities. After a lengthy absence, politics reentered American papers in 1721, when James Franklin published a criticism of smallpox inoculations in the New England Courant. The following year, the paper accused the colonial government of failing to protect its citizens from pirates, which landed Franklin in jail.
After Franklin offended authorities once again for mocking religion, a court dictated that he was forbidden “to print or publish The New England Courant, or any other Pamphlet or Paper of the like Nature, except it be first Supervised by the Secretary of this Province (Massachusetts Historical Society).” Immediately following this order, Franklin turned over the paper to his younger brother, Benjamin. Benjamin Franklin, who went on to become a famous statesman and who played a major role in the American Revolution, also had a substantial impact on the printing industry as publisher of The Pennsylvania Gazette and the conceiver of subscription libraries.


Boston was not the only city in which a newspaper discussed politics. In 1733, John Peter Zenger founded The New York Weekly Journal. Zenger’s paper soon began criticizing the newly appointed colonial governor, William Cosby, who had replaced members of the New York Supreme Court when he could not control them. In late 1734, Cosby had Zenger arrested, claiming that his paper contained “divers scandalous, virulent, false and seditious reflections (Archiving Early America).” Eight months later, prominent Philadelphia lawyer Andrew Hamilton defended Zenger in an important trial.

Hamilton compelled the jury to consider the truth and whether or not what was printed was a fact. Ignoring the wishes of the judge, who disapproved of Zenger and his actions, the jury returned a not guilty verdict to the courtroom after only a short deliberation. Zenger’s trial resulted in two significant movements in the march toward freedom of the press. First, the trial demonstrated to the papers that they could potentially print honest criticism of the government without fear of retribution. Second, the British became afraid that an American jury would never convict an American journalist.


Freedom of the Press in the Early United States

In 1791, the nascent United States of America adopted the First Amendment as part of the Bill of Rights. This act states that “Congress shall make no law respecting an establishment of religion, or prohibiting the free exercise thereof; or abridging the freedom of speech, or of the press; or the right of the people peaceable to assemble, and to petition the government for a redress of grievances (Cornell University Law School).” In this one sentence, U.S. law formally guaranteed freedom of press.
However, as a reaction to harsh partisan writing, in 1798, Congress passed the Sedition Act, which declared that “writing, printing, uttering, or publishing any false, scandalous and malicious writing or writings against the government of the United States” was punishable by fine and imprisonment (Constitution Society, 1798). When Thomas Jefferson was elected president in 1800, he allowed the Sedition Act to lapse, claiming that he was lending himself to “a great experiment…to demonstrate the falsehood of the pretext that freedom of the press is incompatible with orderly government (University of Virginia).” This free-press experiment has continued to modern times.



Benjamin Day’s Sun, the first penny paper. The emergence of the penny press helped turn newspapers into a truly mass medium. 1833


Another early successful penny paper was James Gordon Bennett’s New York Morning Herald, which was first published in 1835. Bennett made his mark on the publishing industry by offering nonpartisan political reporting. He also introduced more aggressive methods for gathering news, hiring both interviewers and foreign correspondents. His paper was the first to send a reporter to a crime scene to witness an investigation. In the 1860s, Bennett hired 63 war reporters to cover the U.S. Civil War. Although the Herald initially emphasized sensational news, it later became one of the country’s most respected papers for its accurate reporting.


Another major historical technological breakthrough for newspapers came when Samuel Morse invented the telegraph. Newspapers turned to emerging telegraph companies to receive up-to-date news briefs from cities across the globe.
[...]
This collaboration between papers allowed for more reliable reporting, and the increased breadth of subject matter lent subscribing newspapers mass appeal for not only upper- but also middle- and working-class readers.

In the late 1800s, New York World publisher Joseph Pulitzer developed a new journalistic style that relied on an intensified use of sensationalism—stories focused on crime, violence, emotion, and sex. Although he made major strides in the newspaper industry by creating an expanded section focusing on women and by pioneering the use of advertisements as news, Pulitzer relied largely on violence and sex in his headlines to sell more copies. Ironically, journalism’s most prestigious award is named for him.
This sensationalist style served as the forerunner for today’s tabloids.

Cover of the New York World, Christmas 1899, featuring a story by Mark Twain

At the same time Pulitzer was establishing the New York World, William Randolph Hearst—an admirer and principal competitor of Pulitzer—took over the New York Journal. Hearst’s life partially inspired the 1941 classic film Citizen Kane. The battle between these two major New York newspapers escalated as Pulitzer and Hearst attempted to outsell one another.


The cartoon “provoked a wave of ‘gentle hysteria,’ and was soon appearing on buttons, cracker tins, cigarette packs, and ladies’ fans—and even as a character in a Broadway play (Yaszek, 1994).” Another effect of the cartoon’s popularity was the creation of the term yellow journalism to describe the types of papers in which it appeared.

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Νίκος Καρούζος "Διάλογος πρῶτος"

φωτο: Richard Tuschman

Σὰ νὰ μὴν ὑπήρξαμε ποτὲ
κι ὅμως πονέσαμε ἀπ᾿ τὰ βάθη.
Οὔτε ποὺ μᾶς δόθηκε μία ἐξήγηση
γιὰ τὸ ἄρωμα τῶν λουλουδιῶν τουλάχιστον.
Ἡ ἄλλη μισή μας ἡλικία θὰ περάσει
χαρτοπαίζοντας μὲ τὸ θάνατο στὰ ψέματα.
Καὶ λέγαμε πὼς δὲν ἔχει καιρὸ ἡ ἀγάπη
νὰ φανερωθεῖ ὁλόκληρη.
Μία μουσικὴ
ἄξια τῶν συγκινήσεών μας
δὲν ἀκούσαμε.
Βρεθήκαμε σ᾿ ἕνα διάλειμμα τοῦ κόσμου
ὁ σῴζων ἑαυτὸν σωθήτω.
Θὰ σωθοῦμε ἀπὸ μία γλυκύτητα
στεφανωμένη μὲ ἀγκάθια.
Χαίρετε ἄνθη σιωπηλὰ
μὲ τῶν καλύκων τὴν περισυλλογὴ
ὁ τρόμος ἐκλεπτύνεται στὴν καρδιά σας.
Ἐνδότερα ὁ Κύριος λειτουργεῖ
ἐνδότερα ὑπάρχουμε μαζί σας.
Δὲν ἔχει ἡ ἁπαλὴ ψυχὴ βραχώδη πάθη
καὶ πάντα λέει τὸ τραγούδι τῆς ὑπομονῆς.
Ὢ θὰ γυρίσουμε στὴν ὀμορφιὰ
μία μέρα…
Μὲ τὴ θυσία τοῦ γύρω φαινομένου
θὰ ἀνακαταλάβει, ἡ ψυχὴ τὴ μοναξιά της.
Νίκος Καρούζος


Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2018

"ΤΟ ΦΙΛΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΑΣ" του ΈΚΤΟΡΑ ΠΑΝΤΑΖΗ

                 
 Malgorzata Chodakowska
                                                                  
                                                                                                                                       
       φίλημα

πολύ

ψιθυριστό πολύ φιλί

φιλί στο στόμα φιλί στο σώμα

φιλιά κι ανάσες

του χαδιού το ξύπνημα


κοριτσιού ερύθημα

η ρώγα ψάχνει χείλη
και δάχτυλα

τρυφερή ντροπαλή
κρύβεται σαν κορίτσι

δεν καίγεται ,αγνοεί τις λαγνείες
θέλγεται

σαν ρόδο στη σκιά
αβρό ρόδο

διαιτάται ία και φόρβες

μελιχρά κάλλη
ριγώντα σιγώντα


βγαίνει μυστικά στην αυλή της ίριδας  
των ρεβιθανθών,κανελόριζα

ο έρωτας τί είναι
αναρωτιέται

δεν ξέρει ,έχει ακούσει

πώς λαχταρούν οι φίλες της
που τις έχει αρπάξει
τους πήρε τα μυαλά

όπως βοριάς στα βουνά

που αναμαλλιάζει τις βελανιδιές
και σκορπά τα φύλλα τους
ανατριχιάζουν τα κορίτσια
τέρας φριχτό κάτω απ το δέρμα έρπει
ο έρως
δρέπει ηδονές
ποθείω και μάομαι


 βογγά
ποθεί

έρως της έλυσε τα μέλη

ηδυμελής
δονεί
.

στη σχισμή του σύκου
κόμπος μέλι

αθέριστο
κι εσύ αθέρας

σε μια ξέρα σ έχω παρασύρει
ριγάς

δίπλα στων ποντίων κυμάτων το ανήριθμο γέλασμα
σμήνος ωκεανίδων κυκλώνουν το μέτωπό σου

 παιχνίδι είναι όπως το παιγχνίδι του κόσμου



η αισθητική παρακίνησε τον υψηλό δημιουργό

δίκη και τίση αλλήλοις
διδόναι

κατά το χρεών

αυτό δε, γίνεται αμάχανον γλυκύπικρον όρπετον


ακαταμάχητο τέρας γλυκό και πικρό


Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018

Λορέντζος Μαβίλης, ένας από τους τελευταίους ιππότες

Ο τελευταίος λυρικός ποιητής της επτανησιακής σχολής αγαπούσε τη συντροφιά των γυναικών, μονομαχούσε με τους ανταγωνιστές του και λάτρευε τη μπύρα. Ωστόσο, είχε φοβία με τις εξετάσεις αν και ήταν ιδιαίτερα ευφυής και μελετηρός.
Ο ελληνοϊσπανός αριστοκράτης ποιητής Λορέντζος Μαβίλης ήταν ανιψιός του κυβερνήτη Καποδίστρια, και του πρωθυπουργού Γεωργίου Θεοτόκη, φίλος του λογοτέχνη και μεταφραστή Κωνσταντίνου Θεοτοκά με τον οποίο μετέφρασαν μέρος του ινδικού έπους Μαχαμπχαράτα. Ήταν επίσης μέλος της κερκυραϊκής σχολής με κορυφαία προσωπικότητα τον Ιάκωβο Πολυλά, μαθητή και εκδότη του Διονυσίου Σολωμού, τον ποιητή Γεράσιμο Μαρκορά, τον μεταφραστή των ιταλικών ποιημάτων του Σολωμού Γεώργιο Καλοσγούρο, τον σατιρικό συγγραφέα Μελισσηνό και τον Νίκο Κογεβίνα, επιστήθιο φίλο του.
Ο ποιητής υπήρξε αυτό που ονομάζουμε σήμερα αιώνιος φοιτητής καθώς παράτεινε τις σπουδές του στη Γερμανία επί 12 χρόνια. Πήρε τελικά το διδακτορικό του το 1890 με θέμα δύο χειρόγραφα του βυζαντινού χρονογράφου Ιωάννη Σκυλίτζη.
Μιλούσε πέντε γλώσσες. Η γλώσσα που μιλούσε με τη μητέρα του ήταν η αγγλική καθώς είχε υπηκοότητα της Ιονίου πολιτείας που τότε ήταν προτεκτοράτο της Αγγλίας. Το 1910-11 εξελέγη βουλευτής με τον Βενιζέλο. Συμμετείχε εθελοντικά στις απελευθερωτικές προσπάθειες του έθνους. Συγκεκριμένα στην επανάσταση της Κρήτης το 1896, το 1897 στον ελληνοτουρκικό πόλεμο στην Ήπειρο, όπου και τραυματίστηκε, και το 1912 πάλι στην Ήπειρο. Βρήκε ηρωικό θάνατο στη μάχη του Δρίσκου το 1912.
Ο Μαβίλης δεν ασχολήθηκε με τη συγγραφή ή τη διδασκαλία. Η ζωή του ήταν «άπραγη» όπως ο ίδιος τη χαρακτήριζε, εκτός από διαβάσματα, μεταφράσεις και σκάκι, του οποίου ήταν άριστος παίκτης. Είναι άξιο απορίας για τους μελετητές του Μαβίλη πώς μπορούσε να αναφέρεται και να γράφει για την «πίκρα της ζωής». Ίσως θα μπορούσαμε να παραπέμψουμε στον Φρόυντ και τον ενορμητικό χαρακτήρα της τέχνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του αισθήματος της πίκρας είναι το ποίημα Λήθη
Καλότυχοι οι νεκροί, που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουπο* ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να ‘ναι!

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης Λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·
μα βούρκος* το νεράκι θα μαυρίσει,
α στάξει γι’ αυτές δάκρυ, όθε αγαπάνε.

Κι αν πιουν θολό νερό, ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδι’ απ’ ασφοδίλι*,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.

Α δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι*,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν·
θέλουν – μα δε βολεί* να λησμονήσουν.

Ο ποιητής υπεράσπισε τη δημοτική γλώσσα, γνωστή είναι η  περίφημη ομιλία του στη Βουλή για το γλωσσικό ζήτημα. Πολέμησε φορώντας τον κόκκινο χιτώνα των Γκαριμπάλντι, στη μάχη του Δρίσκου στην Ήπειρο, και βρήκε όμοιο θάνατο με τον ομηρικό Πάνδαρο, όπως γράφει ο καθηγητής Γιώργης Γιατρομανωλάκης στο άρθρο του στο Βήμα13/10/2002 (Ιλιάδα Ε 290 κκ) «όπου το βέλος που κατευθύνει η Αθηνά στη μύτη του ήρωα, δίπλα στο μάτι, του τρύπησε τα δόντια και του έκοψε τη γλώσσα. Όμοια την ώρα της μάχης μια σφαίρα διαπερνά τα μάγουλα του σονετογράφου Λορέντζου Μαβίλη και του σπάει τα δόντια. Ένα τολμηρό και συνάμα γλυκό στόμα έτσι μόνο μπορεί να σταματά: με μια σφαίρα να του σμπαραλιάζει τα δόντια και να του κόβει τη γλώσσα στη μέση».
Ο τελευταίος ιππότης επαναστάτης, που λέγεται πως διατηρούσε ρομαντική σχέση με την ποιήτρια Μυρτιώτισσα (Θεώνη Δρακοπούλου).  Μπορούμε να εικάσουμε ότι γνώριζε τον Κάλβο, καρμπονάρο, και τον λόρδο Μπάυρον με τους οποίους του συνδέουν τα ίδια ιδανικά. Η πατρίδα και το νεοσύστατο ελληνικό κράτος είναι στενά συνδεδεμένα και άνθησαν κάτω από το ρεύμα του ρομαντισμού που είχε και επαναστατικές προεκτάσεις. Οι τελευταίες αναφορές αξίζουν περαιτέρω διερεύνηση και ίσως έτσι φτάσουμε σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα για την ποίηση στα Επτάνησα.
  Νότα Χρυσίνα