Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

Μια προσέγγιση στο μυθιστόρημα «Η αγάπη είναι δύναμη»



γράφει και επιμελείται η Διώνη Δημητριάδου*



(βιβλίο 2ο της τριλογίας «Η Μάχρια της λήθης»)
της Ρένας Πετροπούλου-Κουντούρη,

από τις εκδόσεις Λιβάνη

Πάντοτε με ενδιαφέρον αντιμετωπίζω την ικανότητα κάποιων συγγραφέων να απλώνουν τη μυθοπλασία τους μέσα σε πολλές σελίδες, αφηγούμενοι μια πολυπρόσωπη ιστορία που εκτείνεται σε μεγάλα χρονικά διαστήματα και λαμβάνει χώρα σε ποικίλους τόπους. Αν και προσωπικά περισσότερο με ελκύουν οι συντομότερες γραφές, δεν μπορώ να μην παραδεχθώ ότι μια τέτοια λογοτεχνική δουλειά απαιτεί χρόνο και κόπο -όπως είναι φυσικό- αλλά κυρίως γνώσεις, αν προτίθεται κάποιος να παρουσιάσει μια εικόνα που δεν θα προδώσει την αληθοφάνειά της στην πρώτη ανακρίβεια.
Το εγχείρημα της Ρένας Πετροπούλου-Κουντούρη να αφηγηθεί την ιστορία της μέσα σε τρεις τόμους (ήδη κυκλοφορεί ο δεύτερος) είναι εντυπωσιακή. Κυρίως επειδή κατορθώνει ως τώρα να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη με την πλοκή, χωρίς να πλατειάζει καθόλου. Οπωσδήποτε κάτι τέτοιο απαιτεί καλή πένα, πλήρη γνώση του αντικειμένου της (εποχή, γεγονότα, ιστορικές συνθήκες) αλλά και γνώση των τεχνικών γραφής που καθιστούν ένα τόσο εκτενές αφήγημα ξεκούραστο στην ανάγνωση.

Η συγγραφέας για να το πετύχει αυτό έχει επιλέξει την τεχνική των πολλαπλών αφηγήσεων. Τα πρόσωπα της ιστορίας εναλλάσσονται στην παρουσίαση των γεγονότων, μεταφέροντας έτσι την προσωπική τους οπτική χωρίς το φίλτρο του παντογνώστη-αφηγητή (αυτός παρεμβαίνει ελάχιστα, όποτε χρειάζεται η μηδενική του εστίαση), που θα καθιστούσε την εξιστόρηση μονόπλευρη. Κι εδώ κατορθώνει η συγγραφέας να μας παρασύρει με το τέχνασμά της, ώστε να λησμονούμε διαβάζοντας ότι φυσικά ένας είναι ο αφηγητής-συγγραφέας σε κάθε περίπτωση. Το κάθε πρόσωπο χρωματίζει τον λόγο του με τη δική του προσωπικότητα, τη δική του οπτική, μεταμφιέζοντας έτσι τη μυθοπλασία σε ζωντανή, ρεαλιστική ντοκουμενταρισμένη αφήγηση.

Και είναι απαραίτητο αυτό, νομίζω, προκειμένου να  παρουσιαστεί μπροστά μας αυτή η ιστορία, η οποία αρθρώνεται εισχωρώντας σε τόσο διαφορετικό κάθε φορά περιβάλλον από την άποψη της γλώσσας, της θρησκείας, και της κουλτούρας και η οποία φέρνει αντιμέτωπες εκ διαμέτρου αντίθετες νοοτροπίες.

Η συγγραφέας για να το πετύχει αυτό έχει επιλέξει την τεχνική των πολλαπλών αφηγήσεων. Τα πρόσωπα της ιστορίας εναλλάσσονται στην παρουσίαση των γεγονότων, μεταφέροντας έτσι την προσωπική τους οπτική χωρίς το φίλτρο του παντογνώστη-αφηγητή (αυτός παρεμβαίνει ελάχιστα, όποτε χρειάζεται η μηδενική του εστίαση), που θα καθιστούσε την εξιστόρηση μονόπλευρη. Κι εδώ κατορθώνει η συγγραφέας να μας παρασύρει με το τέχνασμά της, ώστε να λησμονούμε διαβάζοντας ότι φυσικά ένας είναι ο αφηγητής-συγγραφέας σε κάθε περίπτωση. Το κάθε πρόσωπο χρωματίζει τον λόγο του με τη δική του προσωπικότητα, τη δική του οπτική, μεταμφιέζοντας έτσι τη μυθοπλασία σε ζωντανή, ρεαλιστική ντοκουμενταρισμένη αφήγηση.

Και είναι απαραίτητο αυτό, νομίζω, προκειμένου να  παρουσιαστεί μπροστά μας αυτή η ιστορία, η οποία αρθρώνεται εισχωρώντας σε τόσο διαφορετικό κάθε φορά περιβάλλον από την άποψη της γλώσσας, της θρησκείας, και της κουλτούρας και η οποία φέρνει αντιμέτωπες εκ διαμέτρου αντίθετες νοοτροπίες.
Στον πρώτο τόμο της τριλογίας («Η Μάχρια της λήθης») βρεθήκαμε στην Κρήτη του 1867, εκεί που ξεκινά η ιστορία της Μάχριας, και παρακολουθήσαμε την ξεχωριστή ιστορία της ζωής της μέχρι το 1889. Από την Κρήτη στην Κωνσταντινούπολη, στη Μασσαλία, στο Παρίσι.


Στον δεύτερο τόμο («Η αγάπη είναι δύναμη») η ιστορία εκτυλίσσεται από το 1889 ως το 1893, με τα γεγονότα να διαδραματίζονται ακόμη στη Σαρδηνία και στην Ιαπωνία. Είναι άξιο ιδιαίτερης μνείας το γεγονός ότι η συγγραφέας επιμένει σε ακριβείς λεπτομέρειες που καθιστούν τα μέρη αυτά απολύτως ρεαλιστικά. Ο αναγνώστης αισθάνεται πως μεταφέρεται μέσα στο σκηνικό του κάθε νέου τόπου χωρίς να προσβάλλεται από ανακρίβειες και υπερβολές. Οι τόποι είναι αληθοφανείς, τα πρόσωπα καθίστανται οικεία, οι ιστορίες τους μας παρασύρουν και μας καθηλώνουν στον κόσμο τους.
Το θέμα που κυριαρχεί στην ιστορία της Μάχριας είναι η αγάπη. Μια αγάπη πληθωρική, απόλυτη στις επιθυμίες της, αφημένη στα πάθη που την κατακλύζουν, ειλικρινής στα αισθήματά της. Και όλα αυτά μέσα σε μια ζωή που καθόλου εύκολη δεν είναι, εκεί στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, με προκαταλήψεις, οπισθοδρομικές νοοτροπίες και φανατισμούς να δυσκολεύουν την πορεία των ηρώων, της Μάχριας, της Μπιχριμπάν και του καπετάν Σουκρού, του Ζακ, του Φρανσουά και των υπολοίπων βασικών προσώπων. Να σημειώσω εδώ ότι η πολλαπλή αφήγηση εκτείνεται ακόμη και σε δευτερεύοντα πρόσωπα της ιστορίας, αποδεικνύοντας έτσι ότι η οπτική μιας υπηρέτριας ή μιας νοσοκόμας, για παράδειγμα, μπορεί να φωτίσει πτυχές των γεγονότων και να ερμηνεύσει συμπεριφορές και αντιδράσεις. Εδώ όλα τα πρόσωπα έχουν τον ρόλο τους, και μάλιστα τον υπερασπίζονται με σθένος.

Δύναμη θα χρειαστεί η Μάχρια («ευφυής, όμορφη και άρρωστη») για να ξεπεράσει τον εθισμό της στο όπιο, δύναμη και ο Ζακ για να επιβιώσει σε ξένο τόπο και θεωρούμενος νεκρός για όλους, ομοίως με δύναμη θα πρέπει να οπλιστεί ο Φρανσουά για να στηρίξει με την αγάπη του τη γυναίκα που αγαπά καταστρέφοντας τα στοιχεία εκείνα που απειλούν να αναιρέσουν την ευτυχία του. Είναι ενδεικτική η φράση που θα πει κάποια στιγμή  ο δρ Γκέρχαρτ
«φαίνεται ωστόσο ότι η ζωή είναι πολύ πιο ισχυρή από τις οδύνες μας».
Αλλά και οι δευτερεύοντες χαρακτήρες θα αποδειχθούν δυνατοί, σε όποιο σημείο της πλοκής θα χρειαστεί η παρουσία τους να γίνει αρωγός του ήρωα μέσα στην προσωπική του τραγωδία.

Η γλώσσα της συγγραφέως είναι πλούσια και ταιριαστή κάθε φορά στο πρόσωπο που μιλά, το οποίο προέρχεται από άλλο πολιτισμικό περιβάλλον (οπότε και η αληθοφάνεια του χαρακτήρα θα πρέπει να συμφωνεί με τον λόγο που εκφέρει) αλλά και ανάλογη των συναισθηματικών καταστάσεων που αυτό βιώνει.

«Λες και ξαφνικά μπήκε απ’ το παράθυρο μια αστραπή κι όλα πήραν καθαρές κι έντονες διαστάσεις. Πρόσεξα την κλωστή που κρεμόταν απ’ το ξηλωμένο στρίφωμα του μανικιού του γιατρού, είδα ένα τριμμένο, φαγωμένο σημείο πάνω στο χαλί, το εμαγιέ λαβομάνο στη γωνία, τη σκόνη στον καθρέφτη που ήταν κρεμασμένος πάνω απ’ το τζάκι. Λες και ακινητοποιήθηκε ο χρόνος, κι εγώ με τον δρα Γκέρχαρτ, το θείο Σουκρού και τον Φρανσουά ήμασταν μορφές γκρίζες σε μια φωτογραφία, παγωμένες στην αιωνιότητα».

Ακούμε εδώ τη Μάχρια, που μόλις έχει πληροφορηθεί τον χαμό του αγαπημένου της Ζακ. Ξεχώρισα αυτό το απόσπασμα λόγω της απολύτως συγκρατημένης γραφής. Ούτε θρήνος ούτε υπερβολές. Είναι η στιγμή που ο κόσμος σου καταρρέει και τότε η παραμικρή λεπτομέρεια των αντικειμένων γύρω σου -όσο αμελητέα και να είναι η παρουσία τους κάτω από άλλες συνθήκες- είναι η μόνη σανίδα σωτηρίας για να μη χάσεις την επαφή με την πραγματικότητα.

Με εύστοχες παρεμβολές πληροφοριακού χαρακτήρα καλύπτονται πιθανές απορίες του αναγνώστη, καθόσον θα πρέπει να θυμηθεί πρόσωπα και σχέσεις μεταξύ τους, που είχαν παρουσιαστεί στον πρώτο τόμο. Η συγγραφέας, λοιπόν, μας θυμίζει σημαντικές υφάνσεις της πλοκής, κάνοντας έτσι δυνατή ακόμη και την ανάγνωση του δεύτερου τόμου απευθείας. Αυτό είθισται να γίνεται σε άλλες τριλογίες που η κάθε μία ιστορία διαβάζεται και αυτοτελώς. Εδώ οι ιστορίες δεν είναι αυτοτελείς, οπότε απαιτείται μία υπενθύμιση. Ομοίως πολύ καλή η επιλογή  να παρατεθούν στην αρχή του βιβλίου τα πρόσωπα της ιστορίας, ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να ανατρέξει κάθε φορά που κάτι του διαφεύγει σ’ αυτό το πολυπρόσωπο μυθιστόρημα.
Μια πολύ αξιέπαινη γραφή, εν κατακλείδι ένα ενδιαφέρον μυθιστόρημα στην πλοκή του. Τελειώνοντας τον δεύτερο τόμο της τριλογίας, νιώθεις πως περιμένεις τη συνέχεια. Αυτό νομίζω πως είναι το καλύτερο σχόλιο που μπορεί κανείς να κάνει για το βιβλίο αυτό.

Διώνη Δημητριάδου

-------------------------



Η Διώνη Δημητριάδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη αλλά κατοικεί στην Αθήνα. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία και δίδαξε σε δημόσια λύκεια. Ασχολείται με τη συγγραφή και με την κριτική λογοτεχνίας. Βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Νοών». Συμμετείχε σε συλλογικές εκδόσεις (εκδόσεις Σιδέρης, Μικρές εκδόσεις, Διάνυσμα). Έχει στο διαδίκτυο το προσωπικό ιστολόγιο «Με ανοιχτά βιβλία»(http://meanoihtavivlia.blogspot.gr/2015/10/blog-post_24.html)

«ΚΩΔΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΛΕΙΔΙΑ» Έλενα Μαρίνου

                                                                     Εγκαίνια: Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016, 20:00
Διάρκεια: 11 Φεβρουαρίου έως και 4 Μαρτίου 2016





Η αίθουσα τέχνης Τεχνοχώρος φιλοξενεί την πρώτη ατομική έκθεση της εικαστικού  Έλενας Μαρίνου με τίτλο «Κώδικες και κλειδιά», που εγκαινιάζεται την Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016, στις 20:00.
Πρόκειται για έναν εικαστικό διάλογο με Έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του ’60 και συγκεκριμένα τους Αλέξη Ακριθάκη, Παύλο (Διονυσόπουλο), Βλάση Κανιάρη, Μιχάλη Κατζουράκη, Νίκο Κεσσανλή, Δημήτρη (Μίμη) Κοντό, Παντελή Ξαγοράρη, Κωνσταντίνο Ξενάκη, Δανιήλ (Παναγόπουλο), Ναυσικά Πάστρα και Κώστα Τσόκλη, καθένας από τους οποίους όπως αναφέρει η ίδια η εικαστικός, «πυροδότησε το ύφος και τη μορφολογία των προσωπικών σχολίων της στο έργο τους», ενώ τονίζει ότι «αναζήτησε την υλική και εννοιολογική συνάφεια, αφουγκραζόμενη τα μηνύματα του σημερινού εικαστικού ιδιώματος, χωρίς να κόψει τον ομφάλιο λώρο που την έδεσε μαζί τους». Με κεντρικό άξονα τα QR Codes και τα ασπρόμαυρα τετράγωνα που δημιουργούν άπειρους και μοναδικούς συνδυασμούς και αντιστοιχούν σε προκαθορισμένες, από την ίδια, λέξεις,  επιχειρεί να συστήσει τους καλλιτέχνες και το έργο τους στους θεατές, οδηγώντας τους να κάνουν τη δική τους «σύγχρονη» ανάγνωση και ερμηνεία.
Παρουσιάζονται 11 έργα μικτής τεχνικής και ένα βίντεο της Έλενας Μαρίνου και παράλληλα εκτίθενται έργα των πολύ σημαντικών προαναφερθέντων καλλιτεχνών της γενιάς του ’60.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι τα έργα των εικαστικών της γενιάς του ΄60 θα εκτίθενται δίπλα στο αντίστοιχο έργο της Έλενας Μαρίνου ώστε να πραγματοποιείται εικαστικός διάλογος και να είναι άμεσα εμφανής η επιρροή και το σκεπτικό που ακολούθησε η ίδια.
Ο κατάλογος της έκθεσης θα παρουσιαστεί στο κοινό σε εκδήλωση που θα γίνει κατά την διάρκεια της έκθεσης, προκειμένου να περιέχει φωτογραφίες από τα έργα τοποθετημένα στον χώρο της αίθουσας τέχνης.

Όπως αναφέρει ο ιστορικός τέχνης Μάνος Στεφανίδης, «…η έκθεση- πρόταση της Έλενας Μαρίνου η οποία συνομιλεί άμεσα με τους εικαστικούς της προγόνους και τα έργα τους, δημιουργώντας έτσι ένα καινούριο έργο, προϊόν μαθητείας αλλά και έμπνευσης, έρευνας αλλά και αναστοχασμού. Τίποτε πιο παρήγορο! Μία καλλιτέχνις του σήμερα που αναγνωρίζει ότι η γενιά του ’60 συγκροτεί ένα σώμα ιστορίας εκπροσωπώντας διεθνώς τον ελληνικό μοντερνισμό και που προσεγγίζει τη δημιουργία αυτής της γενιάς και αυτής της εποχής, όχι φολκλορικά ή επετειακά, δηλαδή μυθοποιητικά, αλλά με μια αυστηρή μέθοδο εργασίας. Τόσο για να συμπορευθεί όσο και να διαφοροποιηθεί. Κυρίως για να κατανοήσει. Αντιμετωπίζοντας τη τέχνη όχι ως συναισθηματικό παραλήρημα αλλά ως διαδικασία μεθόδου, μαθητείας και ένδον προβολής. Το ξαναλέμε: Κοιτώντας κανείς πίσω βλέπει καλύτερα μπροστά…
τα έργα της Έλενας Μαρίνου αποτελούν γοητευτικά υβρίδια που σχολιάζουν με τα όπλα του μοντερνισμού το σημερινό καθεστώς του μεταμοντέρνου. Προσωπικό της ύφος είναι η απάρνηση του προσωπικού ύφους, δηλαδή του
ego του καλλιτέχνη, προς όφελος, τόσο της ιστορίας όσο και της συλλογικής μας μνήμης η οποία πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί χωρίς παραμορφωτικούς φακούς.  Τα έργα είναι έξυπνα επειδή δεν είναι εξυπνακίστικα και είναι ευαίσθητα επειδή δεν υποκρίνονται καμία αυθεντία.  Η έκθεση γενικότερα, με τον διττό της χαρακτήρα, έτσι καθώς τα έργα της «μαθήτριας» τίθενται δίπλα στις συνθέσεις των «δασκάλων», είναι ταυτόχρονα παιδαγωγική και διασκεδαστική. Και μάλιστα με την αρχαία σημασία της λέξης «διασκέδαση», ενώ προσθέτει ότι η καλλιτέχνις «προχωρά άμεσα σε μια συμφιλιωτική χειρονομία προς το παρελθόν της νεοελληνικής τέχνης, ενώ έμμεσα καταγγέλλει τη βλακώδη διαμάχη που σοβεί για δέκα δεκαετίες ανάμεσα στους (θεωρούμενους ως) κριτικούς και τους (θεωρούμενους ως) καλλιτέχνες», φορώντας «την τήβεννο του θεωρητικού, όχι για να κρύψει αλλά, αντιθέτως, για να αποκαλύψει τη λερωμένη αλλά λαμπερή ποδιά του καλλιτέχνη…».
Η Έλενα Μαρίνου σπούδασε Γραφιστική και Διακόσμηση εσωτερικών χώρων στην Α.Τ.Ε.Σ. (Αθηναικό Τεχνολογικό Επιμορφωτικό Σπουδαστήριο) κατά τα έτη 1990-1993. Από το 1992 έως το 2007 δούλεψε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην διαφήμιση.
Το 2009, εισήχθη στη σχολή Καλών Τεχνών στο τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων τεχνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, από το οποίο και αποφοίτησε με άριστα το 2014, από το εργαστήριο του Ι. Φωκά. Το 2015 εισήχθη στο Ελληνογαλλικό Μεταπτυχιακό πρόγραμμα της ΑΣΚΤ  “Τέχνη, Εικονική πραγματικότητα και πολυχρηστικά συστήματα καλλιτεχνικής έκφρασης”.
Από το 2011, έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Αγγλία καθώς και τη Σερβία. Τον Φεβρουάριο του 2016 πραγματοποιεί την πρώτη της ατομική έκθεση. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.


Την βραδιά των εγκαινίων θα συνοδέψουν τα εξαιρετικά κρασιά από το κτήμα Εύχαρις. Χορηγοί επικοινωνίας είναι: culture now ,
global view
και το art22.


Έλενα Μαρίνου - Κοιτώντας πίσω βλέπεις καλύτερα μπροστά


Η τέχνη είναι τρέλα χωρίς αρρώστια.
Γιώργος Λάππας

Αν υπάρχει ένα έλλειμμα και μάλιστα ένα έλλειμμα πολύ σοβαρό στη σύγχρονη ελληνική δημιουργία , αυτό σχετίζεται με την ανυπαρξία της ιστορικής μνήμης και της συνείδησης της συνέχειας παρότι αυτή η συνέχεια παντού και πάντα διέπει και οργανώνει τα καλλιτεχνικά φαινόμενα. Ίσως αυτό να οφείλεται στον πτωχοπροδρομισμό ή στον αρχοντοχωριατισμό που στιγματίζει την μικρή ιστορία της εγχώριας τέχνης μας. Δηλαδή, ότι θα θέλαμε να είμαστε κέντρο και γι’ αυτό δεν συμβιβαζόμαστε με την ιδέα της περιφέρειας. Με άλλα λόγια, διαπιστώνεται στα δρώμενα της τέχνης ένας ιδιότυπος αυτισμός ο οποίος εγκλωβίζει τον καλλιτέχνη αποκλειστικά στο έργο του, εμποδίζοντάς τον να κοιτάξει γύρω του και λίγο προς τα πίσω, μήπως και μπορέσει να δει, καθαρότερα και μονιμότερα, εμπρός. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, π.χ. στην προβληματική παιδεία που παρέχεται εν γένει σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και ιδιαίτερα στις Σχολές Καλών Τεχνών (η τέχνη, δηλαδή η αυτοέκφραση, είναι πάντοτε το πιο οχληρό και γι’ αυτό το πιο δύσκολο «μάθημα»). Όπως επίσης είναι εγγενές χαρακτηριστικό κάθε γενιάς να στηρίζει την ύπαρξή της στην πατροκτονία των τυπικών αλλά και των ουσιαστικών δασκάλων της. Δηλαδή υπάρχουμε επειδή διαγράφουμε τους προηγούμενους. Κάτι τέτοιο, αυτός ο αισθητικός κανιβαλισμός, συχνά αποτελεί modus vivendi για τους καλλιτέχνες, τουλάχιστον για τους πιο ανασφαλείς από αυτούς.
Προσωπικά μιλώντας, ξεκίνησα την καριέρα μου τη δεκαετία του ’80 παρατηρώντας και μελετώντας το πώς η γενιά του ’60 απομυθοποιούσε τη γενιά του ’30 και ιδιαίτερα τον Γιάννη Τσαρούχη και τον Σπύρο Βασιλείου. Έπρεπε να γνωρίσω τον Βλάση Κανιάρη, μαθητή και συνεργάτη του Τσαρούχη αλλά και του Μόραλη, για να συμφιλιωθώ με την ιδέα ότι η ελληνικότητα της γενιάς του ’30 δεν ήταν κατ’ ανάγκην αντίθετη με τον διεθνισμό της γενιάς του ’60. Πρόσφατα, ο Δημήτρης Αληθεινός, -ο οποίος μαζί με τον αδόκητα χαμένο Γιώργο Λάππα, το Νίκο Μπάικα, την Διοχάντη, τον Νίκο Αλεξίου, τον Γιώργο Ξένο και τον Άγγελο Παπαδημητρίου συγκροτεί την dream team της γενιάς μου-, οργάνωσε ως επιμελητής μια σειρά εκθέσεων σε έναν μικρό χώρο στην οδό Μηλιώνη, το «Οπλοστάσιο Τέχνης», μόνο και μόνο για να θυμίσει στους νεότερους μερικούς πολύ σημαντικούς προγόνους, άδικα λησμονημένους, όπως π.χ. ο Γιώργος Τούγιας, ο Βασίλης Σκυλάκος και η Φούλα Σακέλλη.
Για όλους αυτούς τους λόγους, αποτέλεσε για μένα μία πολύ ευχάριστη έκπληξη η έκθεση- πρόταση της Έλενας Μαρίνου η οποία συνομιλεί άμεσα με τους εικαστικούς της προγόνους και τα έργα τους, δημιουργώντας έτσι ένα καινούριο έργο, προϊόν μαθητείας αλλά και έμπνευσης, έρευνας αλλά και αναστοχασμού. Τίποτε πιο παρήγορο! Μία καλλιτέχνις του σήμερα που αναγνωρίζει ότι η γενιά του ’60 συγκροτεί ένα σώμα ιστορίας εκπροσωπώντας διεθνώς τον ελληνικό μοντερνισμό και που προσεγγίζει τη δημιουργία αυτής της γενιάς και αυτής της εποχής, όχι φολκλορικά ή επετειακά, δηλαδή μυθοποιητικά, αλλά με μια αυστηρή μέθοδο εργασίας. Τόσο για να συμπορευθεί όσο και να διαφοροποιηθεί. Κυρίως για να κατανοήσει. Αντιμετωπίζοντας τη τέχνη όχι ως συναισθηματικό παραλήρημα αλλά ως διαδικασία μεθόδου, μαθητείας και ένδον προβολής. Το ξαναλέμε: Κοιτώντας κανείς πίσω βλέπει καλύτερα μπροστά.
Πιο συγκεκριμένα τα έργα της Έλενας Μαρίνου αποτελούν γοητευτικά υβρίδια που σχολιάζουν με τα όπλα του μοντερνισμού το σημερινό καθεστώς του μεταμοντέρνου. Προσωπικό της ύφος είναι η απάρνηση του προσωπικού ύφους, δηλαδή του ego του καλλιτέχνη, προς όφελος τόσο της ιστορίας όσο και της συλλογικής μας μνήμης η οποία πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί χωρίς παραμορφωτικούς φακούς. Τα έργα της είναι έξυπνα επειδή δεν είναι εξυπνακίστικα και είναι ευαίσθητα επειδή δεν υποκρίνονται καμία αυθεντία. Η έκθεση γενικότερα με τον διττό της χαρακτήρα, έτσι καθώς τα έργα της «μαθήτριας» τίθενται δίπλα στις συνθέσεις των «δασκάλων», είναι ταυτόχρονα παιδαγωγική και διασκεδαστική. Και μάλιστα με την αρχαία σημασία της λέξης «διασκέδαση». Διασκορπίζοντας φόβους και ανασφάλειες. Επαναξιοποιώντας παλαιότερους αλλά όχι γερασμένους κώδικες, αρχαία αλλά όχι άχρηστα κλειδιά.
Έχουμε με την παρούσα έκθεση υλοποιημένο ένα μικρό μουσείο- γέφυρα με τη γενιά του ’60, αυτήν ακριβώς την κρίσιμη στιγμή της κρίσης τόσο του τόπου όσο και των μουσείων τα οποία όφειλε ο τόπος να δημιουργήσει αλλά ως αυτήν τη στιγμή αδυνατεί να πραγματοποιήσει. Η Έλενα Μαρίνου με την ενότητα των έργων «Κώδικες και κλειδιά», προχωρά άμεσα σε μια συμφιλιωτική χειρονομία προς το παρελθόν της νεοελληνικής τέχνης, ενώ έμμεσα καταγγέλλει τη βλακώδη διαμάχη που σοβεί για δεκαετίες ανάμεσα στους (θεωρούμενους ως) κριτικούς και τους (θεωρούμενους ως) καλλιτέχνες. Όσοι επωμίζονται το βάρος της θεωρίας, καταγγέλλονται από την αντίπερα όχθη των σημαιοφόρων της καλλιτεχνικής πράξης, του αυθορμητισμού, του συναισθήματος κλπ. ως εγκεφαλικοί και απροσδιόνυσοι. Αυτό το θέατρο που θέλει τους θεωρητικούς και τους κριτικούς τέχνης a priori εχθρούς των καλλιτεχνών και του ταλέντου που μόνο αυτοί, σχεδόν μεταφυσικά, διαθέτουν, είναι και ξεπερασμένο και παλαιομοδίτικο.
Αντίθετα, η Έλενα Μαρίνου, έχοντας μελετήσει το δοκίμιο του Όσκαρ Ουάιλντ «Ο κριτικός ως καλλιτέχνης», φοράει την τήβεννο του θεωρητικού, όχι για να κρύψει αλλά, αντιθέτως, για να αποκαλύψει τη λερωμένη και, παρ’ όλα αυτά, λαμπερή ποδιά του καλλιτέχνη. Και πράττει άριστα.
Μάνος Στεφανίδης

26/ 1/ 2016








Διάρκεια Έκθεσης: 11 Φεβρουαρίου έως 4 Μαρτίου2016
Ημέρες και ώρες λειτουργίας:
Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή: 11:00 – 14:30  & 17:30 – 20:30
Τετάρτη, Σάββατο: 11:00 – 16:00
Κυριακή, Δευτέρα: Ανοικτά κατόπιν τηλεφωνικού ραντεβού


Αίθουσα τέχνης Τεχνοχώρος
Λεμπέση 4 & Μακρυγιάννη, Αθήνα | metro Ακρόπολη
Τηλέφωνο 211 182 38 18




Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

Βαγγέλης Ρήνας: Η τέχνη προσωποποιείται και δεν πρέπει να την απατάς



Κείμενα – συνέντευξηΖαχαρίας Σώκος*

              ATHINAIS GALLERY ATHENS 2002



      Ένας από τους σημαντικούς εικαστικούς δημιουργούς της νεώτερης γενιάς, στον ελληνικό χώρο,  είναι αναμφίβολα ο Βαγγέλης Ρήνας. Αυτό συνάγεται  από τη μεγάλη ζήτηση των έργων του από φιλότεχνους και μη, από την υποδοχή της κριτικής κι ακόμα και πιο σημαντικό  από την εκτίμηση όσων από τους ομότεχνούς του γνωρίζουν το έργο του. Επιβεβαίωση  αυτών αποτελεί η απροκάλυπτα θετική στάση των κριτικών, συνήθως είναι επιφυλακτικοί και αποφεύγουν την απευθείας επιδοκιμασία. Αναφέρω αποσπάσματα  από κριτικές που μας εισάγουν και στον καθαυτό εικαστικό κόσμο του Ρήνα:

      «…Με γραφή διακριτική, τρυφερή, ήπια, μυστικιστικής τάσης, ευαίσθητης προσέγγισης και νοσταλγικής διάθεσης ο Ρήνας δημιουργεί ένα αίνιγμα εντυπώσεων και καταφέρνει να προξενήσει στο θεατή έναν ειλικρινή συναισθηματισμό πάθους και συγκίνησης συνδυάζοντας την αισθητική απόλαυση και ψυχική ευδαιμονία…» 

Αννίτα Πατσουράκη ιστορικός τέχνης.

   «…Για τον θεατή των πινάκων του Ρήνα είναι σαφές, από την πρώτη ματιά, πως ό,τι και να συμβαίνει πάνω στον πίνακα το τελικό αποτέλεσμα είναι θετικό, νικηφόρο, μια αισθητική εμπειρία προσοδοφόρα και ρομαντική για όποιον τη ζήσει. Η τελική αίσθηση δεν είναι μόνο οι τόσο όμορφοι πίνακες και τα συναρπαστικά γλυπτά του, αλλά κι αυτή η ώριμη ισορροπία ανάμεσα στα δύο άκρα της εικαστικής δημιουργικότητας. Ρομαντισμός και κλασσικισμός  μαζί, Διόνυσος και Απόλλων.  Ο ζωγράφος μοιάζει να μαγεύεται από τους πρωταγωνιστές των πινάκων του τις γυναίκες – μούσες με το απόμακρο βλέμμα, τους αναγεννησιακούς αγγέλους, τους σκελετούς των καραβιών, τους πάγκους της ξυλουργικής εργασίας και όσα άλλα συνδυάζει σένα άγνωστο μα αγαπημένο περιβάλλον που γίνεται ζωγραφικός πίνακας…»  

Χάρης Καμπουρίδης τεχνοκριτικός.

     «…χαρισματική αναπνοή, ανάταση ψυχής, κατεξοχήν εμπνευσμένη ποιητική- με όλη τη σημασία του όρου- υπόσχεση  η ζωγραφική του Ρήνα μας ενθαρρύνει να ‘’αισθανόμαστε’’ και να αισιοδοξούμε…»

Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν τεχνοκριτικός.


Πιο ενδιαφέρον όμως έχει η γνώμη των ομότεχνών του:

      «…Μπορούμε να τον ονομάσουμε λυρικό καλλιτέχνη που για μένα είναι όρος που χρησιμοποιώ για το έργο που εκφράζει έννοιες καθολικές. Είναι χυμώδης και ελεύθερος. Είναι υπερπραγματικός. Κι οι συνθέσεις του ωραία ζωγραφισμένες σένα κόσμο διαφάνειας με τεχνική στοιβαρή, κάνει τα έργα του γήινα και πραγματικά να ενώνονται μ’ αυτή. Και το καράβι του, φτιαγμένο από τα χέρια του, εκφράζει το ταξίδι του, την αγάπη του για την τέχνη. Μ’ αυτό θα ταξιδέψει στους άγνωστους σκιερούς τόπους, να γνωρίσει την Καλυψώ και τους Κύκλωπες. Έτσι ταξιδεύει ο Ρήνας  το ζωγραφικό του δρόμο με ούριο άνεμο…»

Αλέκος Φασιανός ζωγράφος.

Απροκάλυπτα επιδοκιμαστικός και ο απαιτητικός Βασίλης Παπασάικας:

     «…Ο Ρήνας είναι ένας γνήσιος δημιουργός που αποδίδει με την τέχνη του το αληθές που είναι το μόνιμο αίτημα της τέχνης. Είναι από τους λίγους καλλιτέχνες αυτής της γενιάς που εκτιμώ ιδιαίτερα τη δουλειά του. Αληθινός ζωγράφος με ξεχωριστό ταλέντο που αγωνίζεται με αξιοπρέπεια και συνεχίζει την ελληνική παράδοση. Ένας άξιος δημιουργός στο χώρο του εικασμού…»

Β. Παπασάικας γλύπτης.


           Ο κόσμος του Ρήνα


       Με ερέθισμα την αναφορά του Α. Φασιανού ότι το έργο του Ρήνα εκφράζει έννοιες καθολικές οδηγούμαστε στον Αριστοτέλη που λέει ότι η τέχνη έχει ως αντικείμενό της κάτι μόνιμο και καθολικό, όχι τα αισθητά πρόσκαιρα και φθαρτά αλλά  ό,τι δημιουργεί, από το σωρό των ανθρώπινων αισθημάτων, παθημάτων και πράξεων, έναν κόσμο. Έτσι θελήσαμε να ψηλαφήσουμε λίγο τον κόσμο του Ρήνα.    Οι αναφορές των κριτικών και των ομότεχνών του είναι ενδεικτικές της καλλιτεχνικής του υπόστασης.

 Βασικοί ‘’πρωταγωνιστές ‘’των έργων του είναι οι θηλυκές υπάρξεις, οι άγγελοι, τα πλοία, το καρνάγιο, οι μυστηριακές πόλεις, τα κτίσματα, το ξύλο, οι πάγκοι και όσα άλλα έχουν ευκρινή ρεαλιστική εικονογράφηση. Όμως όλοι αυτοί οι ρεαλιστικοί πρωταγωνιστές ,που προέρχονται από τη φαντασία του δημιουργού, παρουσιάζονται ,σε πολλά έργα του, σαν επικολλημένες φιγούρες πάνω στο δεύτερο επίπεδο του έργου- θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε και κυρίως έργο – που είναι ένας κόσμος συνήθως ασαφής, απροσδιόριστος, ίσως και κόσμος ερειπίων που χτυπήθηκε από φυσικές και μεταφυσικές θεομηνίες. Αυτό τον ρευστό και ασαφή κόσμο έρχονται μετά οι κύριοι ρεαλιστικοί πρωταγωνιστές ( γυναίκα, πλοία ,άγγελοι κλπ) πλάσματα άφθαρτα – κάποτε και φθαρτά- να  αγγίξουν , να  θωπεύσουν ότι έχει απομείνει, χωρίς να ταυτίζονται μαζί του.

«Κάθε αναζήτηση του όμοιου, το οποίο δεν είναι εφικτό χωρίς τη μεσολάβηση της φαντασίας, μας αφήνει την αίσθηση της οικειότητας, γιατί μας επαναφέρει ανεπαίσθητα στον εαυτό μας. Παρότι «έξοδος» προς κάτι άλλο, η μεταφορά πραγματώνεται σαν «είσοδος» στον εαυτό μας…»

( Κ. Παπαγιώργης ,Λάδια ξίδια σελ. 100.)

Αν υποτεθεί ότι τα πλάσματα του Ρήνα είναι εικαστικές μεταφορές που αφού εικονογραφούνται σημαίνει ότι δηλώνονται, ήτοι εκδίδονται- βγαίνουν προς τα έξω- μήπως εντέλει επιστρέφουν στον εσώτερο εαυτό που δεν είναι άλλος από την πραγματική πατρίδα που είναι πάντα η παιδική ηλικία και η αθωότητά της..; Και τι βρίσκεται εκεί; Πάντα η γυναίκα-μάνα με όλες της τις μεταμορφώσεις παίζοντας, όπως όλες οι μανάδες, πρωταγωνιστικό ρόλο. Τα πλοία ,αυτονόητες οντότητες- όγκοι με πολυεπίπεδους μύθους σε όλες τις ψυχές των νησιωτών(ο Ρήνας κατάγεται από τον πατέρα του από τη Σάμο και από τη μητέρα του την Ικαρία. Στις συζητήσεις μας αναφέρθηκε εμφατικά και με ιδιαίτερη αγάπη στις ανεξίτηλες και καθοριστικές μνήμες της πρώτης του σχέσης με το καρνάγιο, τη μυρουδιά του ξύλου και την ένταση των χρωμάτων. Προσέξτε, ένας άλλος δημιουργός θα μπορούσε να έχει καταγράψει τον ανθρώπινο μόχθο και αυτόν να εικονίσει. Ο Ρήνας αυτό το προσπέρασε χωρίς να  αναφερθεί ούτε στη συζήτησή μας ούτε βεβαίως στα έργα του. Τα πρόσωπα που μας έχει δείξει είναι απόμακρα, ονειροπόλα, μυστηριακά, όμορφα και πάνω απ’ όλα ατσαλάκωτα. Η φθορά ενυπάρχει στο άλλο το απροσδιόριστο επίπεδο το ασαφές…)Κι ακόμα οι άγγελοι, αυτοί οι αναγεννησιακοί άγγελοι, που θεωρώ ότι είναι η ίδια του η μούσα. Μου διηγήθηκε ότι η μητέρα του πάντα του έλεγε ότι θα γίνεις ζωγράφος. Το ίδιο του είπε και μια δασκάλα του στη Β΄ Δημοτικού. Ο ίδιος απωθούσε την ιδέα του ζωγράφου όμως η προφανής επιδεξιότητά του, στη ζωγραφική, του παρείχε ένα είδος ασυλίας στις άχαρες μέρες της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Όμως η μούσα του, ο άγγελός του δηλαδή, πάντα καιροφυλακτούσε κι αυτός, μεγαλώνοντας, ανταπέδωσε την προστασία που του είχε παρασχεθεί.

Θηλυκές υπάρξεις – μάνα, άγγελοι- μούσα, πλοία ,καρνάγιο, πόλεις ( οι όγκοι των παλιών κτισμάτων- αστικών και βιομηχανικών- στο Καρλόβασι  παραπέμπουν στα κτίσματα των πινάκων του), χρώματα, ξύλο, πεύκο, μυρουδιές κλπ,  τα δίπολα και τα περίπολα του ρεαλιστικού κόσμου του Βαγγέλη Ρήνα. Κι από κάτω, βοηθούντος του εξπρεσιονισμού, ο πραγματικός και βιωμένος επίσης κόσμος που ο καθένας ,με τον τρόπο του και την επιλεκτική του μνήμη, απωθεί. Είναι ένας κόσμος απροσδιοριστίας, υποσυνείδητης ασάφειας, ίσως ενίοτε και ερειπίων. Κάποιες φορές , μέσα από αυτό τον κόσμο, επιλέγεται να έρχονται στο εικαστικό προσκήνιο κι άλλες εικόνες – όνειρα που σαν δελφίνια ξεπηδούν και χάνονται ξανά στη θάλασσα της μνήμης. Όμως πάντα υπάρχουν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και ο Ρήνας - ως καθαρόαιμος νησιώτης -  το γνωρίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα ,πολύ καλά.

ATHINAIS GALLERY ATHENS 2002



                     Η  συνομιλία.

       Επιλέγω αποσπάσματα τη συνομιλία μας και αν απαιτηθεί τις αναγκαίες διευκρινιστικές ερωτήσεις.
Έχω αδυναμία στο να εκφράζομαι με λόγια, μου λέει, από παιδί αν ένιωθα κάτι για μια κοπέλα δεν κατάφερνα να της το πω, με τη ζωγραφική μπόρεσα να μιλήσω, να εκφραστώ. Η ζωγραφική έγινε ο κόσμος όλος, ότι θέλω να πω το λέω με τη ζωγραφική.

Δεν με ενδιαφέρει αν το έργο μου έχει υπογραφή από κάτω. Το ίδιο το έργο με ενδιαφέρει. Όπως ένα παιδί το γεννάς και αυτό πρέπει να έχει τη δική του αυτόνομη πορεία. Σέβομαι ένα έργο τέχνης σαν αυτόνομη οντότητα, πέρα από μένα, έστω κι αν το ζωγράφισα εγώ.
Η τέχνη προσωποποιείται, έχει πρόσωπο  και αισθάνομαι ότι πρέπει να της είμαι πιστός να μην την απατώ.

Όταν το χέρι μου ή ψυχή μου δεν τραβάει αναρωτιέμαι τι έχω κάνει, τι ύβρη διέπραξα απέναντι στις μούσες και μου στέρησαν το δώρο τους. Η αληθινή ζωγραφική είναι δωρεά - χάρισμα, η μούσα σου δίνει το ταλέντο και η ίδια ,αν την προδίδεις, στο αφαιρεί.

Τέτοιοι καλλιτέχνες, που φάνηκαν αντάξιοι της δωρεάς που τους δόθηκε, είναι οι ανώνυμοι καλλιτέχνες του Μεσαίωνα και του Βυζαντίου και φυσικά πιο παλιά ακόμα το ίδιο συνέβαινε. Απίστευτης ωραιότητας και καλλιτεχνικής αξίας έργα έγιναν από ανώνυμους δημιουργούς. Αυτό είναι αναγνώριση και συνέπεια στο δώρο που τους προσφέρθηκε αλλά και διδακτική, για εμάς, ταπείνωση.Ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι ταπεινός, η έπαρση σημαίνει άρση και μη αναγνώριση της δωρεάς και αυτό είναι ύβρις.Είναι συγκλονιστικό, για τα σημερινά ήθη στο χώρο των καλλιτεχνών, να βλέπεις αριστουργήματα και να υπογράφονται διά του ‘’ η χείρ εποίησε’’. Αυτό φανερώνει την έννοια της ταπείνωσης, ο καλλιτέχνης είναι ενδιάμεσο, με το χέρι εκπληρώνει τη δωρεά που του δόθηκε. 
                                                                                                      Ειλικρινά θέλω να ανήκω στους εργάτες της τέχνης και όχι στα ονόματα, αυτή η αγοραία προβολή του εγώ με εξοργίζει.


                      Η  δωρεά.

 Λειτουργείς με αυτό τον τρόπο;
Απολύτως.
Πότε προδίδεις την τέχνη;
Όταν την παραμελείς. Αισθάνομαι ότι κάτι μου δόθηκε και οφείλω να δίνω και εγώ, αλλιώς κάνω λάθος. Έχω μια αίσθηση ότι μου ανατέθηκε μια αποστολή και πρέπει είμαι συνεπής στην ολοκλήρωση της αποστολής. Είμαι σαν τον στρατιώτη που του δόθηκε  εντολή για μια αποστολή και πρέπει να αγωνιστεί να την φέρει σε πέρας, όταν είμαι ανακόλουθος νιώθω άσχημα.
Από πού νομίζεις ότι σου ανατέθηκε αυτή η αποστολήδωρεά;
Από τις μούσες ,το θεό.
Πιστεύεις στο Θεό;
Φυσικά και πιστεύω. Η τέχνη είναι μια ομολογία του θεϊκού δώρου και πρέπει να την ομολογείς, να την επιβεβαιώνεις διαρκώς δεν πρέπει να την κρύβεις. Βέβαια η τέχνη είναι σταυρός, είναι αγκάθινο στεφάνι, θέλει δύναμη για να αντέξεις το βάρος της. Έχει περισσότερες πίκρες παρά ευχαρίστηση.
Πως το εννοείς;
Σου δίνει κάποιος μια βάρκα για να περάσεις ένα πέλαγος με κουπιά. Θα κοπιάσεις, θα χτυπηθείς, θα πονέσεις αλλά πρέπει να περάσεις απέναντι. Υπάρχει προορισμός. Υπάρχει Ιθάκη με ακρογιαλιές, βουνά, γυναίκα, γιό και σκύλο. Βέβαια τις περισσότερες φορές ενώ αισθάνεσαι ότι πλησιάζεις η στεριά απομακρύνεται ,αλλά εσύ πρέπει να φτάσεις ,έστω κι αν ίσως ποτέ δε φτάνεις.
Τι είναι η ζωγραφική;
Είναι πλανήτης, είναι τόπος. Όταν το ένιωσα αυτό στα δεκαεφτά μου σάστισα. Μια δασκάλα μου στην Β΄ Δημοτικού μου είπε ότι θα γίνω ζωγράφος. Ήταν σα να μου είπε ότι θα πάω σε ένα τόπο, ας πούμε στην Αυστραλία, που φυσικά δεν γνώριζα. Όταν πήγα έμεινα άφωνος, κατάλαβα ότι ήταν ο δικός μου τόπος ,ότι ανήκα εκεί και φυσικά έμεινα.
Τι είναι ταλέντο;
Αυτό που είπε ο Μόραλης: Είναι αυτό που χωρίς αυτό δεν μπορείς να ζεις.
Τα θέματά σου;
Δεν είναι τα ίδια, αλλάζουν. Είναι όπως όταν είσαι σε μια σχεδία σε ένα ποτάμι που πλέει διαρκώς και βλέπεις νέα τοπία.
Τελευταία βλέπουμε να σε απασχολεί ιδιαίτερα η γλυπτική.
Είναι μια συγκυρία. Σκαλίζω βράχους, θέλω να βρίσκομαι κοντά στους βράχους να τους αγκαλιάζω και να αισθάνομαι τη σιγουριά τους. Έχω ανάγκη το χώρο όπου κινείται η γλυπτική, την ύλη .Παλεύεις με την ύλη . Στη ζωγραφική παλεύεις με τα φαντάσματα των επιπέδων. Άφησα λίγο το λυρισμό της ζωγραφικής και στράφηκα στη σκληρότητα και την αντοχή των βράχων . Κάτι λέει αυτό… Φοβάμαι ότι έρχεται νέος μεσαίωνας, εποχή βαρβαρότητας και θέλησα να αγκαλιάσω τους βράχους να κρατηθώ και να σκληρύνω και εγώ. Νιώθω να έρχεται εποχή ανελευθερίας, μαύρος μεσαίωνας και πραγματικά φοβάμαι.

             Η αρένα της Ν. Υόρκης και η Κίνα.

           Ο Ρήνας όταν αισθάνθηκε ότι ασφυκτιούσε στον ελληνικό χώρο επέλεξε την  Ανατολή ως πρώτο στάδιο των περιπλανήσεων του στον κόσμο. Η Κίνα και ο μύθος της υπήρξε πρόκληση που δεν της αντιστάθηκε. Στην είσοδο της Εθνικής Όπερας του Πεκίνου, ένα από τα πέντε σημαντικότερα κτίρια της Κίνας , σε χώρο εκατοντάδων τετραγωνικών βρίσκεται, ως μοναδικό έκθεμα, δωδεκάμετρο ξυλόγλυπτο σκαρί του Ρήνα, εξαιρετική τιμή όχι μόνο για Έλληνα αλλά και για Ευρωπαίο καλλιτέχνη. Μετά την ¨κατάκτηση¨ του Πεκίνου στράφηκε στη Ν. Υόρκη όπου παρουσίασε επιτυχώς δύο εκθέσεις.

Τι εμπειρία ήταν η Αμερική;
Και η Αμερική τόπος είναι. Μια μεγάλη αρένα όπου παλεύεις με τα λιοντάρια. Ή σώζεσαι ή βγαίνεις εκτός παιχνιδιού και γίνεσαι θεατής. Σ’ αυτές τις αρένες αμέτρητα κορμιά καλλιτεχνών πέφτουν σφαγμένα. Βλέπεις από κοντά και απροκάλυπτα τα δόντια των μηχανισμών. Ακόμα κι αν είσαι ο καλύτερος Έλληνας ζωγράφος στη Ν. Υόρκη δεν σημαίνει  τίποτα. Πολύ σκληρός τόπος.
Στην Κίνα τιμήθηκες ιδιαίτερα.
Ναι έχει μεγάλη σημασία για το βιογραφικό μου. Άλλη εμπειρία η Κίνα.
Θα πας στην Αμερική ξανά;
Θα πάω ως νικητής.
Πώς θα γίνει αυτό;
Δεν υπάρχει λογική. Η λογική στην τέχνη είναι ο χειρότερος σύμβουλος, σου ενεργοποιεί το φόβο. Αν ο Δαβίδ σκέπτονταν λογικά δεν θα έκανε τίποτα. Χρειάζεται πίστη ακόμα και για το ακατόρθωτο.
Πώς βλέπεις τα πράγματα σήμερα;
Έχει ανοίξει τόσες ρωγμές η λογική που τα πράγματα έγιναν παράλογα. Η εποχή μας είναι αντιπνευματική. Δυστυχώς οδεύουμε στη μαζικοποίηση και την εξουσία του όχλου και φοβάμαι.
Η Ελλάδα;
Τα έχω χαμένα. Η Ελλάδα έχει ανάγκη από το παράδειγμα που θα δίνει προσανατολισμό. Αυτή τη στιγμή ή δεν υπάρχει ή αποκρύπτεται.



NEW YORK TENRY GALLERY 2012






                         ATHINAIS GALLERY ATHENS 2002






















VANGELIS RINAS ATERMON PLEFSIS - at the National Art Museum of China in Beijing




ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΗΝΑΣ



Ναυτικά χρονικά. Βιογραφικό



Γεννήθηκε στη  Σάμο , το 1966.
Σπούδασε στην Αθήνα στην  Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.
Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και στη Νέα Υόρκη.

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

 2012   Βαγγέλης Ρήνας :Παλίμψηστα του Χρόνου, Tenri Cultural Institute , Νέα
              Υόρκη

            Περάσματα : Απώλεια , Αναζήτηση και  Ανάταση , Elga Wimmer PCC
           Gallery ,Νέα Υόρκη

2010 Ατέρμων Πλεύση ΙΙΙ , Εθνική Πινακοθήκη της Κίνας ( NAMOC ) , Πεκίνο
          

Ατέρμων Πλεύση ΙΙΙ , Σχολή Καλών Τεχνών , Πανεπιστήμιο της Σαγκάης , 99 Creative Center, Σαγκάη

2007 Ατέρμων Πλεύση ΙΙ , Γκαλερί Σκουφά, Αθήνα

          Ημερολόγιο Εθνικού Τυπογραφείου, Γκαλερί Αγκάθι , Αθήνα

2005 Παιδικά Πορτραίτα, Γκαλερί Αγκάθι , Αθήνα

2002 Ατέρμων Πλεύση ΙΙ , Αθηναΐς Gallery , Αθήνα

Συνομιλία μεταξύ Ζωγραφικής και Φωτογραφίας , Γκαλερί Αδάμ, Αθήνα

2001 Νερό και Αέρας II , Γκαλερί Αδάμ, Αθήνα

LIU Dawei

 Πρόεδρος Ένωσης  Κινέζων Kαλλιτεχνών





Στο όμορφο Αιγαίο, υπάρχει ένα μαγικό νησί κοντά στη Μικρά Ασία, η Σάμος. Από το 3000 π. Χ. ενέπνευσε πολλούς υψηλούς πολιτισμούς και καλλιέργησε τη ναυτοσύνη. Μέχρι σήμερα διατηρούνται ακόμα πολλά αρχαία ελληνικά, καθώς και ρωμαϊκά μνημεία: χαρακτηριστικό  το Ευπαλίνειο Όρυγμα, το Ηραίον και άλλα. Ο εξαιρετικός έλληνας ζωγράφος της σύγχρονης τέχνης, ο Βαγγέλης Ρήνας, εκεί γεννήθηκε, εκεί μεγάλωσε και εκεί δημιουργεί.

Ο Ρήνας, γιος του Αιγαίου, έχει μάτια τόσο καθαρά σαν τα νερά του πελάγους, καρδιά γεμάτη αγάπη βαθιά και πολύχρωμη: για τον ουρανό, για τη γη, για τη θάλασσα, για τα άσπρα σύννεφα, για τη ζωή, για τα καράβια……καθώς και για τη μακρινή και απέραντη Ανατολή. Η αγάπη αυτή είναι τολμηρή και μεγάλη, ξεπερνάει χρόνο και τόπο, είναι αγνή και πολύτιμη, σαν άγγελος κατελθών στη γη. Έτσι, υπερβαίνει τους κανόνες της τέχνης εισερχόμενος σε ένα περιβάλλον απελευθερωμένο από το Εγώ, δημιουργώντας έργα που πετυχαίνουν να:καταστήσουν τις ρεαλιστικές μορφές μέσο δημιουργίας των διαστάσεων του οράματος. Στα έργα του, αγαπημένο θέμα είναι τα συγκεκριμένα, εξαιρετικά λεπτοδουλεμένα καράβια, τα οποία είτε τοποθετούνται στο συμπαντικό κενό, είτε σιωπηλά παραστέκονται σε ονειρικές «θεότητες». Εκείνα τα καράβια, καθόλου δεν φαίνονται παγωμένα και σκληρά όπως στην εμπειρία των αισθήσεών μας, αντιθέτως μοιάζουν να απέκτησαν δική τους ψυχή και σωματική υπόσταση.



Άλλο μαγικό στοιχείο του Ρήνα είναι: είτε το χαρακτηριστικό του «νερού» και του «μελανιού» που άφησε αυθόρμητα στα έργα με νερομπογιά, είτε οι πινελιές και μορφές, ψεύτικες και αληθινές αλληλοσυμπληρούμενες στα λάδια, που κρυφά μεταφέρουν μηνύματα συνταιριάσματος με τη Ανατολική αισθητική. Σφράγισε ακούσια το δικό του σύμβολο παντρέματος της Δυτικής με την Ανατολική τέχνη. Εκείνα τα θεϊκά ερείπια που εμφανίζονται δυσδιάκριτα, εκείνες οι γυναικείες φιγούρες, ζωντανές και όμορφες, θεϊκές και ανθρώπινες, από το λαμπερό σαν δάδα πινέλο του Ρήνα, ανάβουν φωτοβολίδες που διαπερνούν τους αιώνες.


http://www.vangelisrinas.com


----------------------


* Ο Ζαχαρίας Σώκος είναι δημοσιογράφος και ποιητής.