Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

Μάχη της Ηράκλειας (280 π.Χ.)



Η μάχη της Ηράκλειας πραγματοποιήθηκε το 280 π.Χ. ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Ρώμη, στην Ηράκλεια της Ιταλίας, κατά τους πολέμους του Πύρρου εκεί.


Ο Τάραντας ήταν ελληνική αποικία που ίδρυσαν οι Σπαρτιάτες. Με τα χρόνια άρχισε να γίνεται ισχυρή και πλούσια πόλη που ήρθε σε ρήξη με τις γειτονικές ιταλικές πόλεις. Κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., ο Τάραντας άρχισε να παρακμάζει ενώ είχε αρχίσει να ανατέλλει η δύναμη της Ρώμης. Οι Ρωμαίοι πρσέβλεπαν στην επέκταση τους σε όλη την Ιταλία, γι' αυτό ήρθαν σε σύγκρουση με τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας. Στην αρχή ο Τάραντας, βλέποντας τη δύναμη της Ρώμης, ήθελε να αποφύγει τον πόλεμο. Έτσι το 303 π.Χ. οι Ταραντινοί συνομολόγησαν συνθήκη ειρήνης με τους Ρωμαίους. Το 282 π.Χ. οι Ρωμαίοι βοήθησαν μια ελληνική αποικία, τους Θούριους να αμυνθεί εναντίον των γειτονικών ιταλικών φυλών που την πολιορκούσαν και εγκατέστησαν φρουρά στην πόλη. Το παράδειγμα των Θουρίων ακολούθησαν κι άλλες ελληνικές πόλεις όπως ο Κρότων και το Ρήγιο, προκαλώντας έντονη δυσαρέσκεια στους Ταραντίνους δημοκρατικούς, οι οποίοι έβλεπαν να χάνεται η επιρροή τους στην Κάτω Ιταλία.
Το φθινόπωρο του 282 π.Χ. οι Ρωμαίοι παραβίασαν την ειρήνη με τους Ταραντίνους, πλέοντας με πολεμικά πλοία στα ανοικτά του Τάραντα. Ακολούθησε σύρραξη, με τους Ταραντίνους να βυθίζουν τέσσερα πλοία και να καταλαμβάνουν άλλο ένα. Δεν τελείωσαν εκεί όμως τις εχθροπραξίες. Επιτέθηκαν και κατά των Θουρίων και τους κατέλαβαν, εξορίζοντας τους αριστοκρατικούς της πόλης.
Οι Ρωμαίοι τον ίδιο χρόνο (282 π.Χ.) έστειλαν πρεσβεία στον Τάραντα με μετριοπαθείς όρους. Ζητούσαν την επιστροφή των Θουρίων εξορίστων, την απελευθέρωση των αιχμαλώτων και την προστασία των συμφερόντων των άλλων ελληνικών πόλεων που είχαν γίνει φίλοι τους. Οι Ταραντίνοι όμως τους προσέβαλαν και οι πρέσβεις άπρακτοι γύρισαν πίσω στη Ρώμη. ΗΡωμαϊκή Σύγκλητος, βλέποντας ότι δεν μπορούσε να επιτευχθεί ειρήνη ψήφισε, πόλεμο. Αρχηγός ορίστηκε ο Λεύκιος Αιμίλιος Βάρβουλας.
Μαθαίνοντας τα νέα οι Ταραντίνοι διχάστηκαν. Δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους τους Ρωμαίους κι έτσι ζήτησαν τη βοήθεια του Πύρρου, του βασιλιά της Ηπείρου, ο οποίος δέχτηκε. Ο τελευταίος προερχόταν από τη δυναστεία των Μολοσσών και είχε επεκτείνει το κράτος του σημαντικά. Η δεύτερη πρεσβεία προς τον Πύρρο συμπεριλάμβανε, εκτός από τους Ταραντίνους, πρέσβεις των Ηρακλεωτών, Μεταποντίων και Θουρίων, καθώς και Σαυνίτες και Λευκανούς. Όλοι αυτοί υποσχέθηκαν στον Πύρρο ότι θα συγκέντρωναν 350.000 πεζούς και 20.000 ιππείς. Επειδή όμως ο Πύρρος ήξερε πως δεν μπορούσε να βασιστεί στις υποσχέσεις που έδιναν οι σύμμαχοί τους σε κατάσταση ανάγκης, ζήτησε στρατιωτική βοήθεια από τους δικούς του συμμάχους των ελληνιστικών βασιλείων της Αιγύπτου και της Μακεδονίας.
Όταν ο Αιμίλιος Βάρβουλας έμαθε για αυτή τη συμμαχία, εισέβαλλε στη χώρα του Τάραντα, κατέλαβε μερικά φρούρια, νίκησε τους αντιπάλους του και λεηλατούσε την ύπαιθρο της πόλης. Η ήττα των δημοκρατικών του Τάραντα έκανε την αριστοκρατική παράταξη να αναθαρρήσει και να πετύχει την έναρξη διαπραγματεύσεων με τους Ρωμαίους οι οποίοι είχαν και πάλι φερθεί με μετριοπάθεια. Ο Πύρρος έπρεπε να αντιδράσει γρήγορα σε αυτές τις κινήσεις των Ρωμαίων. Γι' αυτό έστειλε τον σύμβουλό του και φιλόσοφο Κινέα στον Τάραντα, αργότερα και τον στρατηγό Μίλωνα και 3.000 στρατιώτες οι οποίοι κατέλαβαν την ακρόπολη. Έτσι οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν και ματαιώθηκε οριστικά το ενδεχόμενο νέας μεταστροφής των Ταραντίνων. Τότε οι Ρωμαίοι, έχοντας ανεπαρκείς δυνάμεις για την κατάληψη του Τάραντα, έφυγαν. Το 280 π.Χ., ο Πύρρος αναχώρησε για την Ιταλία με 20.000 πεζούς, 3.000 ιππείς, 2.000 τοξότες, 500 σφενδονήτες και 20 πολεμικούς ελέφαντες. Μόλις έφτασε στην Ιταλία οι Ταραντίνοι τον δέχτηκαν με ενθουσιασμό, αλλά δεν ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν. Έτσι τους συστράτευσε με τη βία. Εν τω μεταξύ, οι Ρωμαίοι όρισαν στρατηγό τον Πόπλιο Βαλέριο Λαιβίνο.

Η μάχη

Ο Πύρρος εγκατέστησε το στρατόπεδό του ανάμεσα στην Πανδοσία και την Ηράκλεια. Οι Ρωμαίοι εγκατέστησαν το στρατόπεδό τους στην όχθη του Σίριου ποταμού. Ο Πόπλιος Βαλέριος Λαιβίνος είχε συγκεντρώσει 29.000 πεζούς και 6.000 ιππείς. Στην αρχή ο Πύρρος ήταν διστακτικός, επειδή ανέμενε τους συμμάχους του και είδε την εξαιρετική οργάνωση των Ρωμαίων. Η μάχη άρχισε με τους Ρωμαίους να θέλουν να διαβούν τον ποταμό Σίριο. Δεν τα κατάφεραν όμως γιατί ο Πύρρος τους αντιμετώπισε και τους απώθησε στη δεξιά όχθη του ποταμού. Ύστερα οι Ρωμαίοι ιππείς κατάφεραν να δημιουργήσουν σύγχυση στις τάξεις του Πυρρου, με την προέλαση τους στον ποταμό. Ο Πύρρος, βλέποντας την εξέλιξη της μάχης, πήρε 3.000 ιππείς και επιτέθηκε στους Ρωμαίους, ενώ διέβαιναν το ποτάμι. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο [Πύρρος σκότωνε όποιο Ρωμαίο έβρισκε μπροστά του. Σε κάποια στιγμή, ένας Ρωμαίος διοικητής ονόματι Φρεντάνος επιτέθηκε στον Πύρρο και έριξε κάτω το άλογό του. Ένας Μακεδόνας αξιωματικός, ο Λεοννάτος, χτύπησε τότε με τη σειρά του το άλογο του Φρεντάνου. Τελικά ο Πύρρος συνήλθε από την πτώση του και ο Φρεντάνος σκοτώθηκε. Στη συνέχεια ο Πύρρος έριξε στη μάχη και τη φάλαγγά του και η σύγκρουση γενικεύτηκε. Μάλιστα έδωσε την πανοπλία του στον Μεγακλή, ένα από τους στρατιώτες του, για να μη δίνει ο ίδιος στόχο στους Ρωμαίους. Η μάχη ήταν αμφίρροπη και ο Μεγακλής, ο στρατιώτης με την πανοπλία του Πύρρου, έπεσε κάτω και διαδόθηκε ότι ο έπεσε ο Πύρρος. Έτσι ο τελευταίος αναγκάστηκε να εμφανιστεί με το άλογό του. Ακόμη, έστειλε τους 20 ελέφαντές του, οι οποίοι ήταν πρωτόγνωροι για τους Ρωμαίους και με την επίθεσή τους του χάρισαν τη νίκη.

Μετά τη μάχη

Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς υπολογίζει ότι οι Ρωμαίοι έχασαν γύρω στους 15.000 νεκρούς και ο Πύρρος περί τους 13.000 στρατιώτες. Ο Ιερώνυμος ο Καρδιανός όμως υπολογίζει τις απώλειες στους 7.000 άνδρες για τους Ρωμαίους και στους 4.000 άνδρες για τον Πύρρο. Αυτή η πύρρειος νίκη του Πύρρου, όπως ονομάστηκαν από τότε και στο εξής οι μάχες όπου ο νικητής είχε υπέρμετρα μεγάλες απώλειες, απετέλεσε την πρώτη νίκη του επί ιταλικού εδάφους. Θα ακολουθήσουν οι μάχες στο Άσκλον και στο Μπενεβέντο.

Πηγές

  • ΠλούταρχοςΒίοι Παράλληλοι, Πύρρος-Μάριος
  • Στρατιωτική Ιστορία, εκδόσεις Περισκόπιο, τεύχος 165, Μάιος 2010
  • Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τ. Δ', σ. 350-358

Μεγασθένης ο "Πατέρας της Ινδικής Ιστορίας"



Ο Μεγασθένης ο Ίων, (περ. 350 - 290 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας γεωγράφος - εθνογράφος, διπλωμάτης και ιστορικός. Υπήρξε πρέσβης του Σέλευκου Α΄ του Νικάτορος για περισσότερα από 10 χρόνια στα ανάκτορα του Τσαντραγκούπτα Μαουρύα (Ελληνικά: Σανδροκόττος ή Σανδράκοττος) στην Παταλιπούτρα, και κατά τους Έλληνες Παλίμβαθρα, (σημερινή Πάτνα) των Ινδιών.
Το βιβλίο του «Ινδικά» αποτελεί την πρώτη ιστορική πηγή που έχουμε για την Ινδία, και γι’ αυτό δίκαια έχει χαρακτηρισθεί ως ο "Πατέρας της Ινδικής Ιστορίας". Επίσης έχει καταγραφεί ως ο πρώτος ξένος Πρέσβης στα χρονικά της Ινδίας. Η παραμονή του στην Ινδία θα πρέπει να έγινε πριν από το θάνατο του Τσαντραγκούπτα το 288 π.Χ., οπότε και επέστρεψε στην Αραχωσία.
Ο Μεγασθένης στα «Ινδικά» του φέρεται κατά τους ερευνητές να επηρεάστηκε από τα έργα του Σκύλακα, Ηρόδοτου, Κτησία και Εκαταίου, ενώ με τη σειρά του επηρέασε μεταγενέστερους ιστορικούς όπως τον Στράβωνα και τον Αρριανό. Η περιγραφή του για την Ινδία περιλαμβάνει πολλούς "μύθους" αλλά και σημαντικά γεωγραφικά και εθνολογικά στοιχεία. Στην αρχή του βιβλίου του αναφέρεται στους ηλικιωμένους Ινδούς που γνωρίζουν για την προϊστορική άφιξη του Διόνυσου και του Ηρακλή στην Ινδία. Μια ιστορία ιδιαίτερα δημοφιλή κατά τους Αλεξανδρινούς χρόνους. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι και οι παρατηρήσεις του για τις θρησκείες των Ινδών, όπου αναφέρεται στους λάτρεις του Ηρακλή (Σίβα) και Διόνυσου (Κρίσνα ή Ίντρα) ενώ δεν αναφέρεται καθόλου στο Βουδισμό που αποδεικνύει ότι η θρησκεία αυτή δεν ήταν ευρέως γνωστή πριν από την ανάληψη της ηγεμονίας από τον Ασόκα.[1]
Τα διασωθέντα αποσπάσματα από τα «Ινδικά» του Μεγασθένη, συνέλεξαν, μετέφρασαν και εξέδωσαν ο E. A. Schwanbeck το 1846 και ο J. W. McCrindle το 1877. Μερικές σημαντικές εργασίες έχουν γίνει και από σύγχρονους λόγιους αλλά δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα καμία εκμετάλλευση του πρωτοπόρου ιστορικού και διπλωματικού έργου του από την Ελληνική πολιτεία.

Παραπομπές

  1. Άλμα πάνω
     Vassiliades, Demetrios, "Greeks and Buddhism Historical Contacts in the Development of a Universal religion"The Eastern Buddhist, Vol. XXXVI, No. 1 & 2, Otani University, Kyoto 2005.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Dahlaquist, Allan (1996). Megasthenes and Indian Religion- Volume 11 of History and Culture Series. Motilal Banarsidass Publ., σελ. 386. ISBN 8120813235.
  • Vassiliades, Demetrios (2000). The Greeks in India: A Survey in Philosophical Understanding. New Delhi: Munshiram Manoharlal Publishers Pvt. Ltd.. ISBN ISBN 81-215-0921-1.
Megasthenes (1846), E. A. Schwanbeck, επιμ., Indica, Sumptibus Pleimesii, bibliopolae (Original Oxford University)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

  • Fragments from Megasthenes: Indika ("From: Ancient India as Described by Megasthenes and Arrian. Translated and edited by J. W. McCrindle. Calcutta and Bombay: Thacker, Spink, 1877, 30-174.")
  • Ancient India as described by Arrian based on accounts by Megasthenes

Λάνασσα (κόρη Αγαθοκλή)


Harry Gouvas Φωτό: Χαράλαμπος Γκούβας
Αργυρό Νόμισματου του Κοινού των Ηπειρωτών(Απειρωταν)

Η Λάνασσα (3ος αιώνας π.Χ.) ήταν Ελληνίδα πριγκίπισσα της ελληνιστικής περιόδου, κόρη του Αγαθοκλή, τυράννου των Συρακουσών.[1][2] Υπήρξε με τη σειρά βασίλισσα της Ηπείρου, ως σύζυγος του περιβόητου βασιλιά Πύρρου (318 – 272 π.Χ.), και κατόπιν βασίλισσα της Μακεδονίας, ως σύζυγος του Δημητρίου του Πολιορκητή (337 – 283 π.Χ.)
Το 295 π.Χ. απεβίωσε η πρώτη σύζυγος του Πύρρου, Αντιγόνη. Λίγο καιρό αργότερα ο Πύρρος και Αγαθοκλής ήρθαν σε συμφωνία για την τέλεση γάμου ανάμεσα στο νεαρό βασιλιά της Ηπείρου και τη Λάνασσα. Ο πατέρας της προσέφερε στο γαμπρό του ως προίκα το νησί της Κέρκυρας, το οποίο είχε κατακτήσει ο ίδιος το 300 π.Χ.[1] Το ζευγάρι απέκτησε ένα γιο, ο οποίος έλαβε το όνομα Αλέξανδρος.[1] Στην εκδοχή αυτή συμφωνούν οι ιστορικοί Πλούταρχος και Διόδωρος, ενώ ο Ιουστίνος θεωρεί γιο της Λάνασσας τον πρίγκιπα Έλενο.[3] Η ένωση του Πύρρου με τη Λάνασσα στάθηκε ιδιαίτερα σημαντική για τη μελλοντική πορεία του Ηπειρώτη μονάρχη, καθώς όταν χρόνια αργότερα πραγματοποίησε τη φιλόδοξη εκστρατεία του στην Ιταλία, οι σικελικές πόλεις προσέβλεπαν σε εκείνον εξαιτίας των συγγενικών του δεσμών με την οικογένεια του Αγαθοκλή.[4]
Για πολιτικούς λόγους, ο Πύρρος παντρεύτηκε τα επόμενα χρόνια δύο ακόμη γυναίκες, μια κόρη του Αυτολέοντα, βασιλιά των Παιόνων και τη Βιρκέννα, κόρη του Βαρδύλλιος, ηγεμόνα των Ιλλυριών.[1] Η Λάνασσα δυσαρεστήθηκε με το γεγονός, θεωρώντας ότι ο σύζυγός της έδινε περισσότερη σημασία στις άλλες γυναίκες του που ήταν βαρβαρικής καταγωγής. Έτσι το 290 π.Χ. εγκατέλειψε τον Πύρρο με προορισμό την Κέρκυρα, όπου αποφάσισε να πάρει την εκδίκησή της. Προσκάλεσε στο νησί το βασιλιά της ΜακεδονίαςΔημήτριο τον Πολιορκητή, ο οποίος βρισκόταν σε συνεχή πόλεμο με τον Πύρρο, και τον έπεισε να την παντρευτεί. Ο Δημήτριος ήταν πρόθυμος κι έτσι πέρασε η Κέρκυρα στον έλεγχό του.[5]
Τα επόμενα δύο χρόνια, όταν οι Διάδοχοι είχαν συνασπιστεί ενάντια στο Δημήτριο επικοινώνησαν με τον Πύρρο προκειμένου να ενώσει τα όπλα του στον κοινό σκοπό. Ανάμεσα στα επιχειρήματά τους ήταν και η προοπτική της εκδίκησης για το ζήτημα της Λάνασσας και της απώλειας της Κέρκυρας.[5] Τελικά ο Πύρρος ανέκτησε τον έλεγχο του νησιού το 281 π.Χ. με τη βοήθεια στρατιωτών από τον Τάραντα,[6] ωστόσο στις αρχαίες πηγές δεν γίνεται κάποια αναφορά σχετικά με την τύχη της Λάνασσας.


Έτος Γεγονός
Γέννηση της Λάνασσας, κόρης του Αγαθοκλή, τυράννου των Συρακουσών.
295 π.Χ. Η Λάνασσα νυμφέυεται το βασιλιά Πύρρο της Ηπείρου. Η Κέρκυρα αποδίδεται ως προίκα στο σύζυγό της.
Γέννηση του γιου τους, Αλεξάνδρου.
Για πολιτικούς λόγους, ο Πύρρος παντρεύεται δύο ακόμη γυναίκες, μια κόρη του Αυτολέοντα, βασιλιά των Παιόνων και τη Βιρκέννα, κόρη του Βαρδύλλιος, ηγεμόνα των Ιλλυριών.
290 π.Χ. Η Λάνασσα έρχεται σε ρήξη με τον Πύρρο και αναχωρεί για την Κέρκυρα.
Γάμος της Λάνασσας με τον Δημήτριο τον Πολιορκητή.
288 π.Χ. Ο Δημήτριος χάνει το θρόνο της Μακεδονίας, ωστόσο εξακολουθεί να έχει υποστηρικτές στον ελλαδικό χώρο.
282 π.Χ. Ο Δημήτριος πεθαίνει στη Μικρά Ασία μετά από μακροχρόνια αιχμαλωσία.
281 π.Χ. Ο Πύρρος ανακτά τον έλεγχο της Κέρκυρας με τη βοήθεια του Τάραντα.
272 π.Χ. Ο Πύρρος βρίσκει το θάνατο στο Άργος. Στο θρόνο της Ηπείρου τον διαδέχεται ο γιος του από τη Λάνασσα, Αλέξανδρος Β'.

Μια προσέγγιση στη «Σκακιστική νουβέλα» του Stefan Zweig



γράφει και επιμελείται η Διώνη Δημητριάδου*




σε μετάφραση Μαρίας Αγγελίδου,
από τις εκδόσεις Άγρα



«…σκέφτομαι λοιπόν πως είναι καλύτερο να τερματίσω έγκαιρα και με το κεφάλι ψηλά μια ζωή, όπου η πνευματική εργασία υπήρξε πάντοτε η αγνότερη χαρά και η προσωπική ελευθερία το ύψιστο αγαθό του κόσμου τούτου.»
Αυτά έγραφε ο Stefan Zweig στο σημείωμα που άφησε μιλώντας για την απόφασή του να αυτοκτονήσει. Ήταν 22 Φεβρουαρίου του 1942, όταν έκανε πράξη την απόφασή του συγκλονισμένος από τα γεγονότα του πολέμου και την καταστροφή της Ευρώπης «…τώρα που ο κόσμος της γλώσσας μου σκοτείνιασε για μένα και η Ευρώπη, ο χώρος των πνευματικών δεσμών μου, έχει κι αυτή αφανιστεί».

Το τελευταίο κείμενο που στέλνει στον εκδότη του στη Νέα Υόρκη, και το οποίο τυπώθηκε μετά τον θάνατό του, ήταν η «Σκακιστική νουβέλα».  Αναρωτιέμαι πώς να είναι αυτό το ‘λίγο πριν’, πώς να νιώθει, τι να σκέπτεται, κυρίως γιατί να γράφει ‘λίγο πριν’. Λίγο προτού κάνει τη ‘νενοημένη’ ασφαλώς τελευταία κίνησή του, αδιαφορώντας για τη μετέπειτα κρίση των υπολοίπων περί ‘απονενοημένου’ διαβήματος. Έχοντας καταφύγει στη Βραζιλία, την οποία καταλήγει να θεωρεί πια πατρίδα του, εφόσον η πραγματική του πατρίδα νιώθει ότι «σκοτείνιασε». Κι έχουμε εδώ, λοιπόν, αυτό το τελευταίο του κείμενο, μια νουβέλα που την τιτλοφορεί «σκακιστική», θέτοντας έτσι στο κέντρο του θέματός του τον βασιλιά όλων των πνευματικών παιχνιδιών.
Είναι άραγε μόνο ένα πνευματικό παιχνίδι το σκάκι; Απαιτεί οπωσδήποτε όλη την νοητική εγρήγορση των παικτών, αναδεικνύει τις  -ιδιαίτερα απαιτητικές- διεργασίες του μυαλού, που οφείλει να προβλέπει και να φαντάζεται τις επόμενες κινήσεις, πριν αποβούν μοιραίες για τη εξέλιξη της παρτίδας. Δεν αφήνεται καθόλου στην τύχη, αγνοώντας επιδεικτικά τον ρόλο της, τη στιγμή που σε όλα τα άλλα παιχνίδια το τυχαίο αναδεικνύεται είτε ρυθμιστής είτε ένας συμμέτοχος παράγοντας των εξελίξεων.
«…γνώριζα τη μυστηριώδη γοητεία αυτού του “Βασιλικού παιχνιδιού”, του μοναδικού απ’ όλα όσα εφεύρε ο άνθρωπος που με ανωτερότητα ξεφεύγει από την τυραννία της τύχης και δεν χαρίζει τις δάφνες της νίκης παρά μόνο στην εξυπνάδα, ή μάλλον σε ένα ορισμένο είδος εξυπνάδας»
θα πει κάποια στιγμή ο αφηγητής στη «σκακιστική νουβέλα».
Ο συγγραφέας, μελλοντικός αυτόχειρας, μας δείχνει με τη νουβέλα του πολύ περισσότερα από όσα θα φιλοδοξούσε μια νουβέλα με θέμα την παρτίδα δύο πολύ ξεχωριστών παικτών. Οι παίκτες αυτοί θα βρεθούν πάνω σ’ ένα πλοίο, που εκτελεί το δρομολόγιο από τη Νέα Υόρκη στο Ρίο και από εκεί στην Αργεντινή, μαζί με άλλους Ευρωπαίους επιβάτες, φυγάδες από τη βία του ναζισμού που όλο και περισσότερο απλώνει τα πλοκάμια του στον κόσμο.
Σε δύο εγκιβωτισμένες αφηγήσεις (που εντούτοις δεν βαραίνουν τη μικρή αυτή ιστορία) θα πληροφορηθούμε τα απαραίτητα για την προσωπικότητα των δύο παικτών. Ο ένας είναι ο Σέρβος Μίρκο Τσέρντοβιτς, παγκόσμιος πρωταθλητής του σκακιού, μια σκοτεινή προσωπικότητα με έκδηλα τα σημάδια του αγροίκου και του απαίδευτου ανθρώπου. Παρά τις προσπάθειες του εφημέριου που είχε αναλάβει την ανατροφή του ορφανού Μίρκο, αυτός παρέμενε απαθής.
«Ο Μίρκο έσκυβε πάνω απ’ τα γράμματα και τους αριθμούς, που του είχαν εξηγήσει εκατοντάδες φορές, και τα κοίταζε με το ίδιο αδιάφορο κι απόμακρο βλέμμα. Το δυσκίνητο κι αργό μυαλό του δεν είχε τη δύναμη να συγκρατήσει ούτε τα πιο απλά πράγματα».
Κι όμως αυτό το ιδιόμορφο παιδί αποδειχθεί εξαιρετικός παίκτης στο σκάκι και θα αποκτήσει με τον καιρό παγκόσμια φήμη παίρνοντας και τον τίτλο του πρωταθλητή. Μονόχνωτος και απόμακρος από τους ανθρώπους θα δημιουργήσει ένα μύθο γύρω από το πρόσωπό του. Ο άλλος παίκτης, που θα βρεθεί εντελώς απρόοπτα απέναντι στον διάσημο Τσέρντοβιτς, είναι ο δικηγόρος δρ. Μπ., ένας από τα θύματα του ναζισμού, αφού έμεινε φυλακισμένος για μήνες σε μια ιδιότυπη φυλάκιση-απομόνωση μέσα σ’ ένα άδειο δωμάτιο αντιμέτωπος με την ψυχολογική βία που ασκούσε πάνω του η απόλυτη μοναξιά και η απουσία αντικειμένων με τα οποία θα μπορούσε να ασχοληθεί. Όταν, από μια ανέλπιστη τύχη, καταφέρνει να βρει ένα περιοδικό με ασκήσεις σκακιού, θα αρχίσει να «διαβάζει» τις σκακιέρες με τη λαχτάρα που κάποιος αφήνεται στην ανάγνωση ενός βιβλίου. Κι όταν μάθει πια απ’ έξω τις κινήσεις, θα αρχίσει να παίζει από μνήμης τις παρτίδες  («είχα καταφέρει να προβάλω στο μυαλό μου τη σκακιέρα και τα πιόνια της») με αντίπαλο, φυσικά, τον εαυτό του. Αυτό το παιχνίδι όμως έχει και τις αναπόφευκτες συνέπειες. Ο δρ. Μπ. θα αποκτήσει μια ψύχωση με τα λευκά και τα μαύρα πιόνια, τον λευκό και τον μαύρο εαυτό του, «μια μορφή πνευματικής φλεγμονής, για την οποία δεν βρίσκω άλλο όνομα, παρά έναν όρο που η ιατρική επιστήμη αγνοεί: σκακιστική δηλητηρίαση», όπως ο ίδιος θα εκμυστηρευτεί στον αφηγητή. Αυτή, ωστόσο, η παράξενη ασθένεια θα τον οδηγήσει και στην ελευθερία, αφού οι δεσμώτες του θα απογοητευτούν ότι θα αποκομίσουν από έναν άρρωστο ψυχικά άνθρωπο τις πληροφορίες που απεγνωσμένα ζητούν. Με τον όρο, όμως, να εγκαταλείψει τη χώρα. Έτσι θα βρεθεί κι αυτός στο πλοίο, αποφασισμένος να απέχει δια βίου από το τοξικό γι’ αυτόν σκάκι.
Μια σειρά, όμως, από τυχαία γεγονότα θα φέρουν αντιμέτωπους αυτούς τους δύο με πεδίο ιδιότυπης μάχης μια σκακιέρα. Αυτό το παιχνίδι παρακολουθούμε από ένα σημείο και μετά στη νουβέλα του Stefan Zweig. Μόνο που, όπως είναι αναμενόμενο γι’ αυτό το τελευταίο «μήνυμα» του συγγραφέα πριν την έξοδό του από τη ζωή, δεν πρόκειται μόνο για μια παρτίδα σκάκι, όσο ενδιαφέρουσα κι αν είναι αυτή.

Ο Zweig θα θέσει μπροστά στον αναγνώστη του το θέμα της ελευθερίας και των ορίων της παράλληλα με αυτό της εσωτερικής πάλης που απαιτεί η αντιμετώπιση της βίας και των μεθόδων της. Πόσο μπορεί να αντισταθεί το πνεύμα, όταν αντιπαλεύει με την απουσία της λογικής του ολοκληρωτικού καθεστώτος; Και πόσο δυνατός πρέπει να αναδειχθεί ο άνθρωπος όταν βρεθεί απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό; Εξαιρετικός ο συμβολισμός εδώ με τον δρ. Μπ. να διχάζεται σε λευκά και μαύρα πιόνια, δύο όψεις του προσώπου του, ένα βήμα πριν την κατασκευασμένη σχιζοφρένεια.
Από την άλλη παρατηρούμε στη διάρκεια της παρτίδας τους δύο παίκτες, με μια γερή δόση ενός άλλου συμβολισμού εδώ, να αντιπροσωπεύουν ο ένας το πνεύμα με την ενάργειά του (όσο κι αν αυτή υπονομεύεται από την παντοδύναμη σκακιέρα, που πια λειτουργεί ως μέσον επιστροφής στο τοξικό περιβάλλον του εθισμένου ανθρώπου) και ο άλλος εκπρόσωπος του ακατέργαστου μυαλού, πλην όμως ευφυούς σε μια και μοναδική απασχόληση. Και οι δύο, ωστόσο (ενδιαφέρον και αυτό) σε μια ειδική σχέση με το σκάκι. Ο δρ. Μπ. χρωστά σ’ αυτό την ανάδυσή του από τον χώρο της απομόνωσης και της φυλακής αλλά και την είσοδό του στον χώρο του ιδιόμορφου εθισμού. Ο Μίρκο Τσέρντοβιτς έχει το σκάκι ως μέσον βιοπορισμού, αφήνει σ’ αυτό την υπόθεση της επιβίωσής του.
Ταυτόχρονα και οι δύο πάνω σ’ αυτό το πλοίο της φυγής.
Ο Zweig ένιωθε πόσο όλη η πνευματική του δημιουργία αλλά και οι αξίες της Ευρώπης του πνεύματος και της τέχνης συνθλίβονταν κάτω από τον παραλογισμό της ναζιστικής λαίλαπας. Μπορεί κάποιος να διαβάσει τη «σκακιστική νουβέλα» με το ενδιαφέρον του παίκτη. Μπορεί ακόμη να συναντήσει κάποιος μέσα στις σελίδες της μια ακόμη λογοτεχνική φωνή διαμαρτυρίας, μια σκέψη πάνω στον άνθρωπο που αφηνόταν έρμαιο στη βία της εποχής. Αυτό το έργο έχει σημαδευτεί από την αυτοκτονία του συγγραφέα, δίνοντας έτσι μια αυθεντικότητα στη διαμαρτυρία του, αλλά και ένα έναυσμα στον σημερινό αναγνώστη να σκεφτεί πάνω σε θέματα που δυστυχώς αποκτούν μια επικαιρότητα.

Ο Stefan Zweig ανήκει στη σειρά εκείνων των δημιουργών που δεν θεώρησαν το σκάκι ένα απλό παιχνίδι αλλά είδαν (ο καθένας με τον τρόπο του) τους συμβολισμούς που το συνοδεύουν. Ποιος λάτρης του κινηματογράφου, για παράδειγμα, δεν ανακαλεί τώρα στη μνήμη του την παρτίδα που παίζει ο Ιππότης με τον Θάνατο στην «έβδομη σφραγίδα» του Μπέργκμαν;  Ή, στον χώρο των βιβλίων, το «Μυθιστόρημα του δον Σανδάλιο, σκακιστή» του Miguel de Unamuno, όπου το σκάκι μόνο ως πρόσχημα για τον στόχο του συγγραφέα μπορεί να εκληφθεί;
Η «σκακιστική νουβέλα» μας προκαλεί να εκτιμήσουμε πάλι όχι μόνο το σκάκι αλλά και τις προεκτάσεις που μπορεί να πάρει το πνευματικό αυτό «παιχνίδι».


Διώνη Δημητριάδου

-------------------------



Η Διώνη Δημητριάδου  γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη αλλά κατοικεί στην Αθήνα. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία και δίδαξε σε δημόσια λύκεια. Ασχολείται με τη συγγραφή και με την κριτική λογοτεχνίας. Βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Νοών». Συμμετείχε σε συλλογικές εκδόσεις (εκδόσεις Σιδέρης, Μικρές εκδόσεις, Διάνυσμα). Έχει στο διαδίκτυο το προσωπικό ιστολόγιο «Με ανοιχτά βιβλία» (http://meanoihtavivlia.blogspot.gr/2015/10/blog-post_24.html)
*

ΖΑΚ ΕΛΛΥΛ: TO ΤΕΧΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ κριτική της Ελένης Καρρά


«Η Τεχνική προμηθεύει τα gadgets, την τηλεόραση, τα τουριστικά ταξίδια, σαν αντιστάθμισμα για μια άχρωμη ζωή ρουτίνας χωρίς περιπέτεια».
Tο Τεχνικό Σύστημα του σημαντικού Γάλλου στοχαστή Ζακ Ελλύλ, βιβλίο το οποίο συνοψίζει τις κυριότερες απόψεις του συγγραφέα για τη σύγχρονη κοινωνία, κυκλοφόρησε στα ελληνικά χάρη στον εξαιρετικό μεταφραστή και μελετητή του έργου του Ελλύλ (όπως και του έργου των Καταστασιακών, και κυρίως του Asger Jorn, και των Le Manach, Lautreamont...), Γιάννη Δ. Ιωαννίδη.
Όπως αναφέρει στον πρόλογό του ο Ιωαννίδης, η σκέψη του Ελλύλ επηρέασε πολλούς γνωστούς φιλοσόφους και συγγραφείς του 20ού αιώνα, από τον Γκι Ντεμπόρ μέχρι τον Άλντους Χάξλεϊ, ενώ θεωρείται ένας από τους κυριότερους εμπνευστές της περίφημης ταινίας Κογιανισκάτσι. Μολονότι, όπως παρατηρεί ο Ιωαννίδης, «η περί Τεχνικής προβληματική δεν αποτελεί κεντρικό θέμα στην κυρίαρχη πολιτική και δημοσιογραφία (όπου η πρόχειρη ετικέτα "τεχνοφοβικός" εξαπολύεται πολύ εύκολα, απαξιώνοντας προκαταβολικά όσους φέρνουν αυτήν την προβληματική στο τραπέζι)», το έργο του Ελλύλ, πρωτοποριακό για την εποχή του και ιδιαίτερα επίκαιρο σήμερα, εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο μελέτης και προβληματισμού.
Ο Ελλύλ έγραψε Το Τεχνικό Σύστημα το 1977, είκοσι τρία χρόνια μετά το Η Τεχνική ή το Στοίχημα του Αιώνα(1954), όπου κατέγραφε πιο πρώιμες πτυχές του ίδιου προβληματισμού, και ενώ ακόμα η εποχή της πληροφορικής βρισκόταν στα σπάργανα. Στο Τεχνικό Σύστημα, συνδιαλέγεται με πολλούς μεγάλους στοχαστές (Χάμπερμας, Αρόν, Ρίχτα, Λεφέβρ, Μποντριγιάρ, Τόφλερ, Μακλούαν, Γκάλμπρεϊθ...), ξεχερσώνοντας σταδιακά το ιδεολογικό-φιλοσοφικό τοπίο από όσες θεωρίες τού φαίνονται παραπλανητικές, μέχρι να ορίσει τον σύγχρονο κόσμο υπό το πρίσμα του Τεχνικού Συστήματος.
Ένα αυτόνομο σύστημα
Το Τεχνικό Σύστημα, όπως το περιγράφει ο Ελλύλ, αποτελεί ένα νέο στάδιο της ανθρώπινης εξέλιξης, εντελώς διακριτό από τη βιομηχανική επανάσταση αλλά και από την Τεχνική Κοινωνία – ένα αυτόνομο σύστημα, το οποίο έχει υποκαταστήσει τη φύση ως περιβάλλον του ανθρώπου, και τείνει να εξαπλώνεται και να μεγεθύνεται. «Ό,τι σχημάτιζε ένα χαλαρό και πολύπλοκο σύνολο μέσα στο οποίο ενσωματωνόταν η πραγματική ζωή, ό,τι πρόσφερε στον άνθρωπο νόημα ζωής και υπαρξιακή αγωνία, ό,τι συγκροτούσε την κοινωνική ζωή, την εργασία, τις δραστηριότητες αναψυχής, τη θρησκεία, την κουλτούρα, τους θεσμούς [...] έχει πλέον εκτεχνικευθεί, ομοιογενοποιηθεί και ενταχθεί σε ένα νέο σύνολο που δεν είναι κοινωνία» (σελ.38). Και αυτή η μετεξέλιξη, υποστηρίζει, δεν μπορεί να αποδοθεί με ερμηνείες τύπου «καταναλωτική κοινωνία» (η καταναλωτική κοινωνία δεν είναι παρά ένα «σύνθημα, κατάλληλο για μαζικές κινητοποιήσεις»), «γραφειοκρατική κοινωνία» και άλλες – όλες αυτές, πιστεύει, είναι ερμηνείες επιμεριστικές, που όμως δεν καταφέρνουν να προσεγγίσουν τη νέα πραγματικότητα στην ολότητά της.
Tα gadgets απαραίτητα για την επιβίωση στο τεχνικό περιβάλλον
«Τα gadgets», υπογραμμίζει, «είναι εντελώς απαραίτητα για να τα βγάλει κανείς πέρα σε μια κοινωνία διαρκώς πιο απρόσωπη, τα τονωτικά είναι αναγκαία για τις απαιτούμενες αναπροσαρμογές κ.ο.κ. Κοντολογίς, ο προσανατολισμός των παραγωγικών δυνάμεων προς αυτά τα προϊόντα, που θεωρούνται είδη πολυτελείας ή εντελώς άχρηστα, δεν οφείλεται τόσο στην καπιταλιστική απληστία ή στις ανώμαλες και διαστρεβλωμένες ανάγκες του κοινού, όσο στις ανάγκες που αισθάνεται έντονα ο άνθρωπος μέσα στο εκτεχνικευμένο περιβάλλον. Αν δεν ικανοποιούνταν, απλώς δεν θα άντεχε να ζήσει σ' αυτό» (σελ.97). Για τον Ελλύλ, η παραδοσιακή αριστερή κριτική είναι ξεπερασμένη (και τα γράφει αυτά το 1977!), καθώς το Τεχνικό Σύστημα καταργεί τις τάξεις και δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα. Τα προβλήματα, σύμφωνα με την ανάλυσή του, δεν οφείλονται στο καπιταλιστικό ή στο κομμουνιστικό σύστημα, ούτε στο κεφάλαιο, τις πολυεθνικές κ.λπ., αλλά σε αυτό το καινούργιο τεχνητό σύμπαν που έχει καταργήσει τη φύση, τις θρησκείες, τα ήθη κι έθιμα, ακόμα και τη γλώσσα. «Η Τεχνική προμηθεύει τα gadgets, την τηλεόραση, τα τουριστικά ταξίδια, σαν αντιστάθμισμα για μια άχρωμη ζωή ρουτίνας χωρίς περιπέτεια» (σελ.158). Και ολ' αυτά καθώς «το καινούργιο περιβάλλον δρα διεισδύοντας και διαλύοντας τα παλιά» (σ.74).
Οξύ επικριτικό πνεύμα
Ο Ελλύλ ασκεί οξεία κριτική σε πολλές εναλλακτικές, αριστερές και άλλες προσεγγίσεις, όπως εκείνη των Μιντζ και Κοέν, που στο βιβλίο τους America Inc. («πρόγονο» του No Logo της Ναόμι Κλάιν) περιέγραφαν πώς η Αμερική έχει υποταχθεί σε διακόσιες πολυεθνικές. Αυτός ο χριστιανός, βαθύς γνώστης του μαρξισμού, αλλά και συγχρόνως ιδιαίτερα επικριτικός απέναντι στον κομμουνισμό, ασκεί επίσης δριμεία κριτική σε απόψεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν συγγενικές της δικής του – θεωρεί, για παράδειγμα, «πολύ επικίνδυνη» τη χρήση του αποκαλυπτικού οράματος περί «κοινωνίας-μηχανής» (σελ.41). Έτσι, επιτιθέμενος έμμεσα και στον Χάξλεϊ (δεν τον κατονομάζει), πιστεύει ότι «πρέπει να απορρίψουμε με αυστηρότητα κάθε φαντασμαγορική και μυθική εικόνα της αυριανής κοινωνίας, σαν αυτή της ταινίας Alphaville του Γκοντάρ [...] όπως άλλωστε και της Οδύσσειας του Κιούμπρικ. [...] Τέτοιου είδους παραστάσεις», σημειώνει, «είναι τόσο απόκοσμες, που αποκαλούν ταυτόχρονα φρίκη και εφησυχασμό. Ένας καλλιτέχνης κατασκευάζει μια τερατώδη και φανταστική εικόνα του μελλοντικού κόσμου και ταυτόχρονα της ασκεί κριτική. Αυτό είναι ακίνδυνο [...] επιπλέον, συνδράμει στην ανάπτυξη του Τεχνικού Συστήματος» (σελ.57). Και αλλού: «Η μαζική παραγωγή βιβλίων επιστημονικής φαντασίας της κακιάς ώρας ή ταινιών όπως το Alphaville2001 Οδύσσεια του Διαστήματος καιFarhenheit 451 είναι ένας μηχανισμός προσαρμογής και εθισμού στην πραγματική τεχνική κοινωνία» (σελ.158).
Μπορεί, όπως λέει, να «ζούμε σε ένα τεχνητό σύμπαν ψευδαισθήσεων και αντικατοπτρισμών» (σελ.161), ωστόσο εμφανίζεται εξαιρετικά αρνητικός απέναντι στα κινήματα εναντίωσης στο σύστημα (όπως για παράδειγμα στο κίνημα των χίπηδων) – ίσως επειδή, όπως υποστηρίζει, ένα από τα χαρακτηριστικά του συστήματος είναι η απουσία ανάδρασης. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, παρουσιάζει ένα σύστημα τόσο απόλυτο, που δεν αφήνει περιθώρια ελπίδας ή διαφυγής. Ο ίδιος παραδέχεται, εξάλλου, ότι «το εύρος του Τεχνικού Συστήματος είναι τέτοιο, που δεν υπάρχει πλέον ελπίδα επιστροφής» (σελ.122).
Ανατρεπτική προσέγγιση, προφητικές αναλύσεις
«Μια από τις μεγαλύτερες απώλειες για τον σύγχρονο άνθρωπο», υποστηρίζει, «αφορά την ικανότητα συμβολισμού. Η ικανότητα συμβολισμού μπορούσε να λειτουργήσει, και όντως λειτουργούσε, μόνο μέσα στο φυσικό περιβάλλον [...] Ο σύγχρονος άνθρωπος βιώνει λοιπόν τον ακόλουθο σπαραγμό: από τη μία πλευρά, δεν μπορεί να εκμηδενίσει την ικανότητα του συμβολισμού, καθώς έχει εγγραφεί μέσα του επί χιλιετίες – από την άλλη, αυτή η ικανότητα έχει περιπέσει σε κατάσταση αχρηστίας και αναποτελεσματικότητας» (σελ.69). Πέρα όμως από τις απώλειες, μεταβάλλεται και η δομή της κοινωνίας, ενώ «το βέβαιο είναι ότι ο υπολογιστής θα φέρει σε ακόμα περισσότερο προνομιούχο θέση τους τεχνικούς, τους υπερεξειδικευμένους υπαλλήλους και τους νέους, ενώ οι μεσήλικες θα οδηγηθούν εκτός της αγοράς εργασίας, μια και οι δεξιότητές τους θα περιπέσουν σύντομα σε αχρηστία» (σελ.136).
Το εντυπωσιακό είναι πόσο καίρια περιγράφει τις επιπτώσεις του υπολογιστή στη σύγχρονη ζωή, σε μια εποχή όπου, ακόμα, η χρήση του δεν ήταν ούτε κατά διάνοια τόσο διαδεδομένη όσο σήμερα – ο κόσμος που περιγράφει είναι ο σημερινός, και τα ερωτήματα που θέτει παραμένουν αναπάντητα: «Οι τεχνικές αυξάνουν την ελευθερία στον υπαρξιακό τομέα;» «Με ποιον τρόπο αυτός ο άνθρωπος (ο πραγματικός άνθρωπος, όχι αυτός που φαντασιώθηκαν ο Σαρτρ ή ο Χάιντεγκερ), θα μπορούσε να ασκήσει αυτεξούσια όλα όσα περιμένουν απ' αυτόν – δηλαδή να επιλέγει, να κρίνει και να αμφισβητεί την Τεχνική και τους τεχνικούς;» Και, τέλος: «Πώς και υπό ποιους όρους θα μπορούσε να δώσει έναν διαφορετικό προσανατολισμό στην Τεχνική από αυτόν που δίνει η Τεχνική στον εαυτό της, καθώς αυτομεγεθύνεται;»


Βιβλίο: “Μάχη του Μαραθώνα, η Ανατροπή’”







   Η Μάχη του Μαραθώνα σηματοδοτεί μια από τις πλέον σημαντικές στιγμές της ελληνικής, αλλά και της παγκόσμιας ιστορίας, αφού υπήρξε καταλυτικός παράγοντας στη δημιουργία του Δυτικού Πολιτισμού. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι και σήμερα, οι πλέον βασικές της παράμετροι παρέμεναν άγνωστες.
   Στο παρόν βιβλίο, αποτέλεσμα της πολυετούς έρευνας των δύο συγγραφέων, αποκαλύπτονται για πρώτη φορά κρίσιμα συμβάντα της περίφημης Μάχης. Ταυτόχρονα, δημοσιεύεται η πλέον πρωτότυπη αναπαράστασή της και παρουσιάζεται ο ακριβής τρόπος με τον οποίο  επετεύχθη η ελληνική νίκη. Οι συγγραφείς καταδεικνύουν ότι η εποποιία του Μαραθώνα υπήρξε όχι μόνο μεγαλειώδης, αλλά και συγκλονιστική.

«ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ, Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ»
των Κωνσταντίνου Λαγού & Φώτη Καρυανού
Πρόλογος: Εμμανουήλ Μικρογιαννάκης, Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας, τ. Κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής και τ. Πρόεδρος του τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός».
Χαιρετισμός: Κώστας και Λυδία Καρρά, Ιδρυταί της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού.
Επίλογος: Βασίλης Φίλιας, Καθηγητής Κοινωνικών Επιστημών, τ. Πρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου.
Φωτογραφίες του Μαραθώνα: Jeff Vanderpool
Βασικό θέμα εξώφυλλου: «Οι Πολεμιστές» του Γιάννη Νίκου.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Το βιβλίο διαφοροποιείται σημαντικά με ό,τι έχει δημοσιευθεί μέχρι σήμερα για τη Μάχη του Μαραθώνα, διευρύνοντας όχι μόνο τις γενικές, αλλά και τις ειδικές γνώσεις μας γι’ αυτή, με την παρουσίαση και τεκμηρίωση πολλών νέων και άγνωστων στοιχείων. Το κείμενό του επικεντρώνεται αποκλειστικά στις παραμέτρους της περίφημης Μάχης, με αναλυτικό κείμενο, πλούσια εικονογράφηση, πρωτότυπα σχέδια και χάρτες, καθώς και μοναδικές και αδημοσίευτες φωτογραφίες. Ανάμεσα στο φωτογραφικό υλικό του βιβλίου υπάρχει και η παλαιότερη λήψη (1870) του Τύμβου των Αθηναίων, καθώς και η φωτογραφία των σκελετών δύο Σπαρτιατών πολέμαρχων και ενός Σπαρτιάτη Ολυμπιονίκη. Οι συγγραφείς αποκαλύπτουν την έμμεση σχέση αυτών των Σπαρτιατών με μια βασική παράμετρο της Μάχης του Μαραθώνα.
Στα 15 κεφάλαια του βιβλίου φωτίζονται τα μυστήρια της Μάχης που απασχολούν τον σύγχρονο μελετητή, αλλά και τον μέσο αναγνώστη. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της εξαντλητικής έρευνας και εξέτασης τόσο των αρχαίων φιλολογικών και αρχαιολογικών πηγών, όσο και της εκτενέστατης σύγχρονης διεθνής βιβλιογραφίας, που περιλαμβάνει σχεδόν 800 βιβλία, άρθρα, ανακοινώσεις συνεδρίων και άλλες δημοσιεύσεις. Σημαντικό ρόλο στην τεκμηρίωση των απόψεων των συγγραφέων παίζουν και οι περισσότερες  από 2.000 υποσημειώσεις του βιβλίου.
Μέσα από τα επιμέρους κεφάλαια ο αναγνώστης μπορεί να παρακολουθήσει τη διαδοχή των γεγονότων, από την προετοιμασία της περσικής εκστρατείας μέχρι και την επαύριον της Μάχης του Μαραθώνα. Οι συγγραφείς καταγράφουν λεπτομέρειες για την επιστράτευση των Αθηναίων το 490 π.Χ., τη διοίκηση, τον εφοδιασμό τους, τη σύνθεση και συγκρότηση του στρατεύματός τους, την πορεία του από την Αθήνα στον Μαραθώνα, τον ρόλο των οπλιτών, αλλά και των ελαφρά οπλισμένων στρατιωτών στη Μάχη του Μαραθώνα. Επίσης, παρουσιάζουν τα αρχαιολογικά κατάλοιπα της περιοχής, έχοντας συμπεριλάβει στοιχεία ακόμη και από τις πιο πρόσφατες αρχαιολογικές, γεωλογικές και άλλες έρευνες Ελλήνων και ξένων επιστημόνων στον Μαραθώνα.
Τέλος, οι δύο συγγραφείς καταγράφουν αναλυτικά όλες τις δημοσιευμένες ομάδες αναπαραστάσεων της Μάχης, και παράλληλα παρουσιάζουν και τεκμηριώνουν την πλέον πρωτότυπη αναπαράστασή της.
 Συνοπτικά, το βιβλίο “Μάχη του Μαραθώνα, η Ανατροπή” αποτελεί τομή στη διεθνή βιβλιογραφία. Σε αυτό παρουσιάζονται για πρώτη φορά:
1.      Η ακριβής θέση του αθηναϊκού στρατοπέδου και των καταλοίπων του, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά με πρωτότυπο φωτογραφικό υλικό και αναλυτικούς/λεπτομερειακούς χάρτες.
2.      Η ακριβής θέση της ελληνικής παράταξης και η σύνθεση των δυνάμεών της, με σχέδια πάνω σε σύγχρονο οδικό χάρτη της περιοχής.
3.      Ο ακριβής χώρος στον οποίο διεξήχθη η περίφημη Μάχη, για πρώτη φορά με μοναδική ακρίβεια και τεκμηρίωση.
4.      Το ευφυές ελληνικό σχέδιο μάχης που οδήγησε στην εξόντωση των επίλεκτων δυνάμεων της περσικής αυτοκρατορίας, και ιδίως του πανίσχυρου ιππικού της, που βέβαια πολέμησε στον Μαραθώνα. Γίνεται αναλυτική και τεκμηριωμένη παρουσίαση της Μάχης, με πλήρη και πρωτότυπη αναπαράσταση σε επτά σχέδια, όπου αποκαλύπτεται η χρήση από τους Έλληνες του Μικρού Έλους (Μπρεξίζα) του Μαραθώνα ως μιας μεγάλης παγίδας προκειμένου να παρασυρθούν, να εγκλωβιστούν σε αυτήν και να εξοντωθούν στη συνέχεια οι επίλεκτες δυνάμεις της περσικής αυτοκρατορίας. Ιδιαίτερα τονίζεται ο τρόπος με τον οποίο εξολοθρεύτηκε το αήττητο, μέχρι τότε, ιππικό της από τους Έλληνες, καθώς και η μεγάλη συμβολή των ελαφρά οπλισμένων στρατιωτών, Αθηναίων θητών και απελεύθερων σε αυτήν τη φάση της Μάχης.
5.      Επίσης, οι συγγραφείς αποκαλύπτουν με ποιον τρόπο το γεγονός αυτό δημιούργησε ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στην Αθήνα αμέσως μετά το 490 π.Χ., καθώς επέφερε την ενδυνάμωση της πρώτης Δημοκρατίας στον κόσμο. Καταδεικνύεται η άμεση σύνδεση της Μάχης του Μαραθώνα και της επικράτησης της Δημοκρατίας στην Αθήνα. Αναλύεται και τεκμηριώνεται για πρώτη φορά με ποιον ακριβώς τρόπο, αμέσως μετά τη Μάχη του Μαραθώνα, οι πτωχότεροι Αθηναίοι πολίτες, οι θήτες, πήραν σημαντικές εξουσίες που δεν διέθεταν πριν το 490 π.Χ., και πώς η πολιτική αυτή εξέλιξη ενδυνάμωσε τη Δημοκρατία και συνέβαλε στη ραγδαία άνοδο της Αθήνας στον ελληνικό κόσμο λίγα μόλις χρόνια αργότερα.

δείτε επίσης: