August 10, 2009
Λυπάσαι
που δεν προλάβαμε καθόλου
να συναντηθούμε πριν μου γράψεις
αποχαιρετώντας κάθε ελπίδα γνωριμίας
Λυπάμαι έναν τόσο σύντομο χωρισμό
που αποκλείεται κανείς να θυμάται
Λυπάσαι που δύο γράμματα ταυτόχρονα
διέσχισαν την απόσταση που μας χωρίζει
διπλασιάζοντας την απομάκρυνσή μας
Λυπάμαι που αν ήμασταν μαζί
δεν θα υπήρχε ούτε ένα γράμμα
Από τη συλλογή Γράμμα
(1995)
Ο ποιητής και Σύμβουλος Τύπου και Επικοινωνίας της πρεσβείας της Ελλάδας στo Δουβλίνο Γιώργος Χουλιάρας
παραχώρησε συνέντευξη στα μέλη της Ένωσης Ακολούθων Τύπου Νίκο Νενεδάκη και
Αθηνά Ρώσσογλου.
Forum Διεθνούς
Επικοινωνιακής Πολιτικής: Η εμπειρία της “εξορίας”, η
περιπλάνηση, και η προσπάθεια της μετάφρασης είναι κοινά μοτίβα για τον
διπλωμάτη και τον συγγραφέα – ποιητή;
Γιώργος
Χουλιάρας: Η διπλωματία – ιδίως στη δημόσια
εκδοχή της, την οποία υπηρετούν οι σύμβουλοι επικοινωνίας – μπορεί να
παραλληλισθεί με μια διαδικασία μετάφρασης μεταξύ χωρών, πολιτικών και
πολιτισμών. Η “μετάφραση” αυτή επιτελείται στην “εξορία” μιας άλλης χώρας όπου
βρίσκονται όσοι την υλοποιούν κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή της
“περιπλάνησής” τους. Από την άλλη πλευρά, η ποίηση και γενικότερα η γραφή
οδηγούν σε μια εκτός των ορίων της καθημερινής χρήσης της γλώσσας εσαεί
προσωρινή αποπλάνηση, στην οποία συνενέχονται όσοι επιχειρούν να μεταφράσουν τη
ζωή σε λέξεις, γράφοντας, και όσοι μεταφράζουν τις λέξεις σε ζωή, διαβάζοντας.
Τα μοτίβα αυτά επιβεβαιώνονται από γνωστές περιπτώσεις ανθρώπων όπως ο Saint-John Perse, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Octavio Paz ή ο Homero Aridjis.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Να βρούμε τον εαυτό μας, να ζήσουμε αυθεντικά, να
έχουν οι πράξεις μας νόημα, για να συναντηθούμε. Ή να τα αρνηθούμε συνειδητά
αυτά, να αμφιβάλλουμε. Η ποίηση ανοίγει δρόμους σε ένα κόσμο που «all that is solid melts into air»;
Γιώργος Χουλιάρας: Υποθέτουμε ότι όλοι θέλουν να ζήσουν αυθεντικά. Η
αυθεντικότητα όμως καθίσταται μια επισφαλής δοξασία καθώς συγγενεύει με την
αυθεντία και παραπέμπει σε κάθε είδους αφεντικά, που περιλαμβάνουν και την
αφεντιά μας. Αντιθέτως, δεν υπάρχει συνείδηση χωρίς άρνηση. Βάλλοντας προς κάθε
πλευρά, η αμφιβολία ελέγχει αστήρικτες βεβαιότητες. Οι δυσκολίες προκύπτουν
στην ανασύνθεση. Επειδή η ποίηση είναι ασυνήθιστα χειρωνακτική εργασία, η οποία
παράγει χειροπιαστά αποτελέσματα που αντιστοιχούν στην υλικότητα γλωσσολογικά
συμβατικών σημείων και λέξεων, αν η κριτική διάθεση δεν υφίσταται η ίδια
κριτική, τότε κάθε δημιουργία γίνεται αδιανόητη. Επομένως, τον χώρο της ποίησης
διατρέχει μια άρνηση της άρνησης. Ένα ποίημα, αυτό που ποιείται δηλαδή, δεν
αξιολογείται βάσει όσων πρεσβεύει. Η δραστικότητά του εξαρτάται από το πώς
είναι γραμμένο. Αν κάτι μπορεί να ειπωθεί με άλλο τρόπο, το ποίημα περισσεύει.
Εντούτοις, δεν εξαντλείται με το πώς λέγεται, γιατί έχει σημασία το τι λέγεται.
Με άλλα λόγια, ο γρίφος της γραφής αναπαράγει τη συνεχώς προβληματική και
αδιάκριτη σχέση μορφής και περιεχομένου. Δρόμους στην εποχή μας βέβαια ανοίγουν
εκσκαφείς και εργολάβοι. Η ποίηση αποτελεί μέθοδο αναζήτησης που καταφάσκει εν
αμφιβολία.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Σημειώνετε κάπου ότι η ποίηση έπαιξε κρίσιμο ρόλο
κατά την ελληνική εθνογένεση. Στην ρομαντική εποχή η ποίηση μετείχε
αποφασιστικά στην πολιτική αγωγή. Ποιος ο ρόλος της σήμερα;
Γιώργος Χουλιάρας: Μπορεί πράγματι να πει κανείς ότι η σύγχρονη Ελλάδα
προέκυψε από την ποίηση, αναβιώνοντας τον μύθο της γέννησης της θεάς Αθηνάς.
Τροχισμένη σε ευρωπαϊκά απελευθερωτικά άσματα, η κόψη του Σολωμού συνάντησε την
όψη του Κάλβου στα παλίμψηστα τεφτέρια δημοτικών τραγουδιών, βυζαντινών ύμνων
και αρχαίων ελλήνων ποιητών. Ασφαλώς,
όπως όλες οι συνόψεις, έτσι και αυτή επικαλύπτει ποταμούς αίματος σε
συγκρούσεις με τους κρατούντες, αλλά και εμφύλιες διαμάχες. Οι αγωνιστές της
εποχής πάντως ήξεραν καλά το ποίημα. Στην πρώτη διακήρυξη προς ευρωπαϊκές αυλές
και γκουβέρνα της εποχής, οι υπεύθυνοι επικοινωνίας, θα λέγαμε σήμερα, της
Μεσσηνιακής Γερουσίας υπογράμμισαν την «ποιητική υποχρέωση» της Ευρώπης να
στηρίξει τον ελληνικό αγώνα για ανεξαρτησία. Μαζικά κύματα φιλελληνισμού
έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην εξέγερση. Αποτελεί ίσως κατάλοιπο του φαινομένου
αυτού ότι θεωρούνταν κάποτε συλλήβδην ανθέλληνες όσοι διαφωνούσαν μαζί μας λόγω
διαφορετικών συμφερόντων.
Οι ρομαντικοί δεν εξαφανίστηκαν με το τέλος του
ρομαντισμού, όπως γνωρίζουν οι ανθοπώλες, καθώς ούτε με την παγκοσμιοποίηση
εξέλιπαν τα εθνικά κράτη, όπως θα έπρεπε να γνωρίζουν οι θεράποντες των διεθνών
σχέσεων ακόμη και σε μεγάλες χώρες. Η ενασχόληση με την ποίηση βέβαια
εξακολουθεί να ερεθίζει μια ρομαντική διάθεση. Όσο ελπιδοφόρο όμως και αν είναι
αυτό για την προσωπική ζωή των ποιητών, βραχυκυκλώνει συνήθως νευρώνες που
επικεντρώνονται στην πρόσληψη ποιημάτων ή στην κατανόηση του ρόλου της ποίησης.
Τον καιρό του Ομήρου, αλλά και των τροβαδούρων, η ποίηση αποτελούσε ψυχαγωγία,
δηλαδή, μαζικό μέσο αγωγής της ψυχής για πληβείους και ευπατρίδες, απάτριδες
και πρώιμους πατριώτες. Την εποχή του ρομαντισμού και των εθνικών κινημάτων η
ποίηση ήταν μια απόλαυση που εμψύχωνε. Τον καιρό του ατόμου και της ατομικής
βόμβας, στην ατομική εποχή, σκοπός του έργου τέχνης είναι η κατάργηση της
μοναξιάς, έχει πει ο Νίκος Εγγονόπουλος,
προσθέτοντας ότι η ζωή του ήταν αφιερωμένη στη ζωγραφική και την ποίηση γιατί
παρηγορούν και διασκεδάζουν.
Πριν αναδειχθούν στην πιο αφηρημένη έκφραση της
ανθρώπινης ευφυΐας, τα μαθηματικά φαίνεται να αναπτύχθηκαν με πρακτικές χρήσεις
αριθμών και μεγεθών, από την ανάγκη να εκτιμηθεί η επιφάνεια μιας έκτασης ή να
καταγραφεί η αποθηκευμένη σοδειά. Με ανάλογο τρόπο, πρακτικές χρήσεις της
γλώσσας ανέδειξαν αφαιρετικά την ποίηση ως είδος του λόγου κατάλληλο για παράσταση
και ανάγνωση αργότερα, όταν διαμορφώθηκαν ξεπηδώντας από την ποίηση άλλα είδη,
όπως το θέατρο και η πεζογραφία, και αφού πια είχαν γενικευτεί τυπογραφία και
αλφαβητισμός. Σήμερα η ποίηση αποτελεί μοναδικό τρόπο έρευνας των υπόρρητων
διαδικασιών της γλώσσας και της απορίας που συνιστά η ανθρώπινη ζωή. Όπως κάθε
έρευνα ή εξειδικευμένη ενασχόληση, η απόλαυση της ποίησης απαιτεί προπαιδεία.
Παράλληλα όμως το καλλιτεχνικό έργο εμπεριέχει το δημοκρατικό αίτημα της
πρόσληψής του από κάθε άτομο που θα του αφιερωθεί. Η αφιέρωση αυτή αποτελεί
κρυφή πολιτική αγωγή όταν μάλιστα κίνδυνο για τη δημοκρατία αποτελεί η
ιδιωτεία.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Πόσο η ποίηση είναι υπόθεση μιας γλώσσας; Είναι
εθνική υπόθεση; Πόσο η υποκειμενικότητα, ο αναστοχαζόμενος εαυτός, είναι εθνική
υπόθεση;
Γιώργος Χουλιάρας: Η ποίηση είναι συγχρόνως παγκόσμια υπόθεση και
υπόθεση μιας γλώσσας, στην επαρχία της οποίας αναπτύσσεται. Παρά τη νομαδική
διάθεση πολλών ποιητών, η καλλιέργεια της γλώσσας που συνδέεται με την ποίηση,
είναι γεωργικού τύπου ασχολία, όπως όλες οι καλλιέργειες. Συγγενικού τύπου
αντιδιαστολή προκύπτει εξετάζοντας το ζήτημα από την πλευρά της μετάφρασης.
Επειδή ο ποιητικός λόγος μεταφράζεται δύσκολα, ακούγεται σωστή η παρατήρηση του
Ρόμπερτ Φροστ ότι ποίηση είναι ό,τι δεν μεταφράζεται. Ταυτόχρονα όμως η ποίηση
είναι μεταφράσιμη, ακριβώς γιατί αποτυπώνεται σε μια γλώσσα, δηλαδή στο ιδίωμα
μιας ανθρώπινης κοινότητας, όπου εξ ορισμού εμφιλοχωρεί η μετάφραση. Η γλώσσα
του ποιητή είναι προσωπική, όχι ιδιωτική. Ιδιωτικές και τεχνητές γλώσσες μέχρι
στιγμής τουλάχιστον δεν έχουν παράγει ποίηση, αν και λογοτεχνικοί κραδασμοί
ανιχνεύονται σε όλα τα κείμενα και συστήματα σημείων. Δυνητικά ποίηση μπορεί να
γραφεί με κώδικα Μορς, ενώ το Twitter
προσκαλεί σε χαϊκού και αποφθέγματα έως 140 χαρακτήρες. Ίσως χρειάζεται να
κατανοήσουμε την ποίηση βιολογικών ειδών πέραν του ανθρώπου πριν μπορέσουμε να
προγραμματίσουμε ηλεκτρονικούς υπολογιστές-ποιητές.
Ο πολιτισμός δεν είναι αυτοφυής υπόθεση, αλλά
αποτέλεσμα ιστορικών οσμώσεων, συγκρούσεων, επιρροών, δανεισμών και κάθε άλλης
ενέργειας που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη δράση. Η ποίηση παραμένει εθνική
υπόθεση με τον ίδιο τρόπο που υπόθεση μιας χώρας είναι τα φυτά και τα ζώα που
ριζώνουν ή κινούνται στην επικράτειά της. Από μία άποψη, είναι δικά της. Από
μία άλλη, χλωρίδα και πανίδα δεν ανήκουν σε κανέναν ή ανήκουν στον κόσμο
(τους). Είναι θετικό ασφαλώς όταν αισθήματα συναισθηματικής ιδιοκτησίας οδηγούν
σε συνείδηση και πράξεις προστασίας του περιβάλλοντος, φυσικού ή πνευματικού.
Είναι αρνητικό όταν αποτελούν πρόφαση κυριαρχίας και καταστροφής. Ό,τι
αναπτύσσεται σε μια χώρα είναι πολύτιμο για την ίδια ακόμη και όταν αδυνατεί να
το διαχειρισθεί. Όταν το άτομο έχει δυσκολία να χειρισθεί την υποκειμενικότητά
του, πώς θα το έκανε αυτό μια χώρα; Τελικά όμως κάθε τόπος δεν είναι τίποτε
άλλο παρά οι άνθρωποι που τον συγκροτούν, με την ασίγαστη διαπάλη και
συνεργασία τους.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Η New School for Social Research, στην οποία φοιτήσατε, αποπειράται να γεφυρώσει την
ευρωπαϊκή κριτική θεωρία με τον αμερικανικό πραγματισμό. Τι είναι για σας η
Ευρώπη? Και τι η Αμερική;
Γιώργος Χουλιάρας: Το Πανεπιστήμιο στην Εξορία (University in Exile),
που δημιουργήθηκε στη Νέα Υόρκη ως καταφύγιο από το χιτλερικό καθεστώς ανθρώπων
όπως η Hannah Arendt,
υπήρξε εξαρχής Μεταπτυχιακή Σχολή πανεπιστημίου που είχε ιδρύσει με άλλους ο John Dewey. Παρά τους αντίστροφους φιλοσοφικούς
προσανατολισμούς, επρόκειτο για σύντηξη αμερικανικού κριτικού πνεύματος και
ευρωπαϊκού πραγματισμού. Στον ερεθισμό που προκάλεσαν ευρωπαίοι διανοητές έχει
αναφερθεί και ο Μάρλον Μπράντο, που μεταπολεμικά βρέθηκε για ένα χρόνο εκεί.
Εκείνη την εποχή η Νέα Υόρκη, που δεν θα μπορούσε να είναι πρωτεύουσα των
Ηνωμένων Πολιτειών, διεκδίκησε τον ρόλο πολιτιστικής πρωτεύουσας του κόσμου και
τον απέσπασε από το Παρίσι, που τον είχε διατηρήσει κατά το πρώτο ήμισυ του
εικοστού αιώνα. Η Νέα Υόρκη, το Όρεγκον και η Καλιφόρνια, η Βοστώνη και η
Ουάσιγκτον διαφέρουν μεταξύ τους τουλάχιστον όσο η Δανία από την Ελλάδα. Οι
διαφορές αυτές εξαφανίζονται όταν η “Αμερική” αποτελεί μαύρο κουτί για τους
Ευρωπαίους, όπως και η “Ευρώπη” για τους Αμερικανούς. Είμαστε όλοι τυφλοί και
περιγράφουμε τον ελέφαντα από το μέρος του σώματός του που αγγίζουμε, σύμφωνα
με το ινδικό παραμύθι. Ως συνήθως, η ημιμάθεια είναι χειρότερη από την άγνοια.
Αξιοπρόσεκτο πάντως δεν είναι μόνο ότι η συγγένεια των δύο πλευρών υποκρύπτει
αντιθέσεις, αλλά ότι επικρατεί σύγκλιση. Η μετατόπιση σήμερα των Αμερικανών από
την Ευρώπη αντιστοιχεί σε δύο βασικά προβλήματα: τη δανειοδοτική εξάρτηση των
ΗΠΑ, μέσω ομολόγων, από την Κίνα και την προσπάθεια να απομακρυνθούν από το
στόχαστρο του ισλαμικού κόσμου. Εκατέρωθεν ιδρυτικοί μύθοι υπήρξαν
διαφορετικοί. Διαφέρει η συνείδηση του ρόλου του κράτους, αν και οι ΗΠΑ είναι
κράτος παλαιότερο από τα ευρωπαϊκά. Ελάχιστα ουέστερν έχουν γυριστεί στις πεδιάδες
των Τρικάλων.
Σε αποχαιρετιστήριο σημείωμα σε εφημερίδα της
Ουάσιγκτον, όταν αναχωρούσα για το Δουβλίνο, ο James Morrison θυμήθηκε
φράση της μητέρας μου – «Καλύτερα στο Όρεγκον, παρά στη φυλακή» – καθώς
πράγματι πήγα για σπουδές στην Αμερική ενώ είχαμε δικτατορία στην Ελλάδα.
Κρίσιμη επιλογή τελειώνοντας το γυμνάσιο στη Θεσσαλονίκη ήταν να αρνηθώ
υποτροφία για την Οξφόρδη, για να αποδεχθώ υποτροφία από πανεπιστήμιο των ΗΠΑ,
όπου πίστευα ότι θα μάθω πώς κυβερνάται ο κόσμος. Στα χρόνια της ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας θα επέλεγα αντί της Αθήνας τη Ρώμη, την οποία θα ήταν αδύνατον να
φανταστείς ζώντας στις βρετανικές νήσους ή στην Καππαδοκία. Καθοριστικό ήταν
ότι πήγα απευθείας σε αμερικανικό περιβάλλον με ελάχιστους Έλληνες, τους
οποίους συνάντησα σε μεγάλους αριθμούς τα μεταπτυχιακά χρόνια στη Νέα Υόρκη,
όπου πέρασα τα περισσότερα συνεχή χρόνια της ζωής μου. Όσα η Ευρώπη έχει
επενδύσει σε χρόνο, η Αμερική, την οποία διέσχισα με αυτοκίνητο όχι μόνο μια
φορά, τα επένδυσε σε χώρο. Συγκριτικά, όλη η Ευρώπη θα μπορούσε να γίνει
πεζόδρομος και να τη διασχίζουμε με τα πόδια, όπως έκαναν ο Καρδαμυλίτης Patrick Leigh Fermor ή ο σκηνοθέτης Werner Herzog.
Όταν τα μεγέθη είναι τόσο μεγάλα δεν χρειάζεται να τα
ξέρεις όλα και αυτό θεραπεύει τους Αμερικανούς από την πασιγνωστική νόσο των
Ευρωπαίων. (Ξερόλες δεν είμαστε μόνο οι Έλληνες.) Δημιουργείται όμως μονοτονία από τη διαρκή
διαδοχή εμπορικών κέντρων, πρατηρίων και ταχυφαγείων. Πρόκειται για έκφραση του
κοινωνικού συμβολαίου στην Αμερική, αλλά και συνέπεια της αυτοκρατορίας που
περιορίζει την περιέργεια του μέσου πολίτη, με αποτέλεσμα, φερ’ ειπείν, τα καλά
σχολεία εκεί να είναι κορυφαία, ενώ όσα δεν διεκδικούν κορυφή πολύ κατώτερα
ενός μέσου όρου ιδρυμάτων σε αναπτυγμένες κοινωνίες. Πάντως από τον δυναμισμό
της Αμερικής έχουμε να μάθουμε πολλά και απαραίτητα στην πορεία του ευρωπαϊκού
εγχειρήματος ολοκλήρωσης. Σε σχέση με την αξιοκρατία, όπου παρουσιάζεται
έλλειμμα στην Ευρώπη, η Αμερική καθιστά σαφές ότι η αναγνώριση δεν προϋποθέτει
ούτε συνεπάγεται τη μείωση άλλων.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Υπήρξατε συνιδρυτής και επιμελητής των πολύ ποιοτικών
περιοδικών «Τραμ» (1971-1978) και «Χάρτης» (1982-1987). Ποια είναι η σημερινή
κατάσταση σε ό,τι αφορά τα ελληνικά
λογοτεχνικά περιοδικά;
Γιώργος Χουλιάρας: Χωρίς περιοδικά δεν υπάρχει αποτύπωση τρέχουσας
λογοτεχνικής παραγωγής. Γνωρίζοντας πόσο δύσκολη είναι συνήθως η έκδοση ενός
λογοτεχνικού περιοδικού, μόνο θετικά μπορώ να εκφραστώ για κάθε παρόμοιο
εγχείρημα ακόμη και αν εμφανίζεται ατελέσφορο. Υπάρχουν σήμερα αξιόλογα
περιοδικά που εκδίδονται στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις, ενώ
επίσης έχουν αναπτυχθεί ποιητικές πλατφόρμες στο διαδίκτυο και εν γένει
ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά. Παρά τη διεύρυνση των τεχνικών μέσων
παραγωγής, οξυμένο πάντα εμφανίζεται το πρόβλημα της διανομής τους. Θα ήταν
χρήσιμη μια μετα-περιοδική έκδοση που θα παρουσίαζε το περιεχόμενό τους,
ενημερώνοντας ενδιαφερομένους και αυξάνοντας τον κύκλο αναγνωστών. Οφείλουμε να
αναγνωρίσουμε τον κόπο όλων αυτών που σήμερα ασχολούνται με λογοτεχνικά
περιοδικά, ξεφεύγοντας από γκρίνιες και κακεντρέχειες που προδίδουν μια
δυσάρεστη αυταρέσκεια της ελληνικής πνευματικής ζωής.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Μετείχατε πρόσφατα στα Διοικητικά Συμβούλια της Εταιρείας Συγγραφέων (ως Αντιπρόεδρος για τις διεθνείς σχέσεις), και της Modern Greek Studies Association, υπήρξατε επιμελητής του Journal of Hellenic Diaspora
αλλά και μέλος της κριτικής επιτροπής
του Neustadt International Prize for Literature (1996).
Ποια είναι η απήχησή της ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό; Ενδιαφέρει η
«εμπειρία της Νεώτερης Ελλάδας»;
Γιώργος Χουλιάρας: Ο Καζαντζάκης παλιότερα και ο Καβάφης – οι
μεταφράσεις του οποίου συνεχώς πολλαπλασιάζονται – είναι σχεδόν τα μόνα γνωστά
ονόματα στο εξωτερικό, δηλαδή στον αγγλόγλωσσο κόσμο που είναι καθοριστικός.
Δυστυχώς ούτε ο Σεφέρης ούτε ο Ελύτης ξεπέρασαν το φράγμα ενός μεταφραστικού
γκέτο (συγκριτικά προς γνωστούς συγγραφείς από Ευρώπη ή Λατινική Αμερική). Σε
αυτό συνέβαλαν στοιχεία ελληνοφοβίας (όπως έχω ονομάσει την αθέατη όψη του
φιλελληνισμού) και ο πόλεμος που υφίσταται από Έλληνες όποιος αναδεικνύεται
μεταξύ ξένων. Σε σχέση με την ελληνική λογοτεχνία πολλοί Έλληνες συνιστούν όσα
συνιστούν σε ξένους και για την Αθήνα: δύσκολο μέρος, πάτε κατευθείαν στα
νησιά. Κυρίως όμως πρόκειται για αποτέλεσμα καταμερισμού σε μια παγκόσμια
πολιτιστική αγορά, όπου είναι μικρό το μερίδιο που αντιστοιχεί στην Ελλάδα,
ειδικά μετά την περίοδο του 1960, όταν η χώρα λογιζόταν μήτρα ευρωπαϊκού
πρωτογονισμού.
Στο πλαίσιο μιας τόσο αυστηρής αποτίμησης, ωστόσο,
υπάρχει απήχηση της ελληνικής λογοτεχνίας όταν δημιουργούνται προϋποθέσεις για
να ακουστεί. Μιλώ ευρύτερα, αλλά και από προσωπική εμπειρία. Μου έκανε
εντύπωση, λόγου χάριν, σε διεθνή συνάντηση της Αμερικανικής Εταιρείας Μεταφραστών Λογοτεχνίας
όταν γνώρισα ανθρώπους που παρακολουθούν συστηματικά δημοσιεύσεις δουλειάς μου
σε ξένα περιοδικά. Αντίστοιχες εμπειρίες υπήρξαν και εκτός Αμερικής, στην
Ιρλανδία, τη Σλοβενία, την Τουρκία. Προσκλήσεις σε λογοτεχνικά φεστιβάλ οδηγούν
σε νέες προσκλήσεις, που επιτρέπουν να μιλήσει κανείς για τη λογοτεχνία και την
Ελλάδα. Η ελληνική εμπειρία – όχι μόνο στη λογοτεχνία ή τη μουσική, αλλά στην
πολιτική και την οικονομία – προκαλεί ενδιαφέρον όποτε δίδεται η ευκαιρία να
παρουσιαστεί. Σε αμερικανούς φοιτητές, όταν δίδασκα στη Νέα Υόρκη, υπογράμμιζα
τον «υποδειγματικό» χαρακτήρα της ελληνικής εμπειρίας. Η σχέση που έχουν οι
Έλληνες με το βαρύ παρελθόν τους ενδιαφέρει όλους, όταν παρουσιάζεται με τον
τρόπο αυτό, γιατί η σχέση με το παρελθόν είναι πάντοτε βαριά.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Έως τώρα έχετε εργαστεί ως Ακόλουθος και Σύμβουλος
Τύπου και Επικοινωνίας στις διπλωματικές αποστολές της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη,
στην Οτάβα, στη Βοστώνη, στην Ουάσιγκτον, και τώρα στο Δουβλίνο. Πέστε μας για
την επιλογή σας αυτή. Καβάφης και Σεφέρης υπήρξαν «τακτικότατοι» υπάλληλοι. Σε πιο βαθμό συναντά ο υπάλληλος τον ποιητή;
Γιώργος Χουλιάρας: Είχα την τύχη να γνωρίσω καλύτερα τον Ανδρέα
Εμπειρίκο, ίσως τον ευγενέστερο των Ελλήνων. Συμφωνώ όμως με τον Εγγονόπουλο,
που δούλευε στο Πολυτεχνείο και έλεγε «εργάστηκα συνεχώς, σκληρά, ως υπάλληλος,
χωρίς να λείψω ούτε στιγμή». Δύο δυνατότητες υπάρχουν για έλληνες τουλάχιστον
ποιητές – να είναι εφοπλιστές ή υπάλληλοι. Αν δεν συνέβη να γεννηθείς ούτε
αργότερα εντάχθηκες σε μια κατηγορία ανθρώπων χωρίς οικονομικές ανάγκες, επειδή
είναι πολύ πλούσιοι ή πολύ φτωχοί, τότε αναγκαστικά θα ανήκεις στην άλλη κατηγορία.
Σε όλα βέβαια υπάρχει ένα κόστος και μάλιστα αυτό που ονομάζουμε στα οικονομικά
«κόστος ευκαιρίας», δηλαδή, το κόστος των επιλογών που χάνεις λόγω της
απασχόλησής σου με ό,τι κάνεις. Η εργασία όμως, εφόσον σε ενδιαφέρει εκείνο με
το οποίο ασχολείσαι, δεν αποτελεί μόνο απορρόφηση από το αντικείμενο και
υποχρεώσεις που αποδιοργανώνουν το γράψιμο. Αποτελεί επίσης ένα πλέγμα στο
οποίο οργανώνεται η εμπειρία της ζωής. Δεν πιστεύω ότι χρειάζεται να γράφονται
τα πάντα. Αρκεί η εξάντληση να μη φτάνει σε σημείο να νομίζεις ότι δεν θα
μπορέσεις να συνεχίσεις. Για τον συγγραφέα, πλεονέκτημα της δικής μας δουλειάς
είναι ότι, για να είσαι επαγγελματικά αποτελεσματικός, πρέπει συνεχώς να
προβληματίζεσαι για τη σχέση της χώρας σου με τον κόσμο και για τη δική σου δράση
ως εκπροσώπου της στο εξωτερικό. Επανεμφανίζονται εδώ τα μοτίβα της εκτός ορίων
μετάφρασης και περιπλάνησης που αναφέρθηκαν στην αρχή.
Χρειάζεται να προστεθεί πως οτιδήποτε και αν κάνεις,
το οποίο σε χαρακτηρίζει, είναι αξιοποιήσιμο στην καθημερινή δουλειά σου,
ειδικά στη δική μας εργασία. Κάθε συστηματική ενασχόληση αποτελεί επιβεβαίωση
αξιοπιστίας για έναν ξένο διαμορφωτή γνώμης, που συχνά περιμένει να συναντήσει
έναν γραφειοκρατικό διεκπεραιωτή πληροφοριών. Δεν αναφέρομαι αναγκαστικά σε
συγγραφείς. Η ενασχόληση μπορεί να είναι ένα άθλημα. Θα έλεγα μάλιστα σε
νεότερους να αναγάγουν, αν γίνεται, κάποια κλίση, προτίμηση ή τομέα γνώσεων
τους σε ενασχόληση που τους χαρακτηρίζει και έχει θετική απήχηση στον ξένο
περίγυρο.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Παραδοσιακά, στόχος του Συμβούλου Τύπου και
Επικοινωνίας, είναι μια πολιτική δουλειά, ο άμεσος επηρεασμός των ΜΜΕ. Είναι εφικτό αυτό;
Γιώργος Χουλιάρας: Αν φανταστούμε ως πεδίο αναφοράς την Ελλάδα – αν ήμασταν,
δηλαδή, Σύμβουλοι μιας ξένης πρεσβείας στην Αθήνα – τι θα σήμαινε άμεσος
επηρεασμός ελληνικών ΜΜΕ; Αν εννοούμε ότι ένας δημοσιογράφος ή ΜΜΕ λαθραία θα
παρουσίαζε άποψή μας ως δική του, μήπως θα επρόκειτο για περιστατικό εξαγοράς;
Αυτό συζητάμε; Αν πάλι εννοούμε αθρόα προσέλευση συντακτών σε ενημέρωση της
Πρεσβείας, αυτό θα ήταν αποτέλεσμα ενεργειών ή θα αντανακλούσε τη σημασία για
την Ελλάδα της συγκεκριμένης χώρας; Πρέπει, επομένως, να εκτιμάται κατ’ αρχάς η
σημασία που έχει η Ελλάδα για τη χώρα στην οποία αναφερόμαστε και να γνωρίζουμε
το πλαίσιο και τα ήθη λειτουργίας των επιτοπίων ΜΜΕ.
Ως αστείο επιτρέπεται ένας Σύμβουλος να μιλά για άμεσο
επηρεασμό. Σε συνομιλητές έχω πει ότι η καλύτερη προπαγάνδα είναι η αλήθεια
όταν ήμουν έτοιμος να εμπλακώ σε ειλικρινή συζήτηση. Υπάρχουν βέβαια πράγματα
που λέγονται και δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται. Υπό
κανονικές συνθήκες πάντως, το σημαντικότερο προσόν ενός Συμβούλου είναι η
αξιοπιστία. Την εποχή του διαδικτύου, είναι δύσκολο να διαθέτει πληροφορίες που
δεν θα βρει με άλλο τρόπο όποιος επιθυμεί να ενημερωθεί. Η προστιθέμενη αξία
που εμφανίζει για τον ξένο δημοσιογράφο είναι ο συνδυασμός πολλών στοιχείων
όταν συνδέονται πειστικά για τον τρόπο σκέπτεσθαι στη συγκεκριμένη χώρα.
Η σημασία σήμερα της λειτουργίας Γραφείων Τύπου &
Επικοινωνίας στο εξωτερικό στηρίζεται πρωτίστως στην ανάπτυξη διαπροσωπικών
σχέσεων, γνωριμιών και επαφών που μπορεί να φωτίσουν θετικά την εικόνα της
χώρας. Αναπτύσσοντας αξιοπιστία, που σημαίνει ότι σε μια στιγμή κρίσης θα
ζητηθεί η άποψή του, ένας Σύμβουλος μπορεί πράγματι να επηρεάσει, προκαλώντας,
π.χ., διάψευση από αρθρογράφο εφημερίδας μεγάλου κύρους δημοσιεύματος άλλης
έγκυρης εφημερίδας που ενέπλεκε την Ελλάδα σε επιθετικές επιδιώξεις κατά τρίτης
χώρας. Παρόμοιες εμπειρίες στηρίζουν την άποψη ότι η αθέατη πλευρά της δημόσιας
διπλωματίας είναι κάποτε σημαντικότερη από όσα γίνονται αμέσως αντιληπτά.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Η πολιτιστική διπλωματία της Ελλάδας φαίνεται να
στηρίζεται κυρίως σε κάποια χαρισματικά πρόσωπα, ενώ απουσιάζει η διακριτή
υπηρεσιακή δομή στις διπλωματικές αποστολές. Ποιές είναι οι προοπτικές;
Γιώργος Χουλιάρας: Σε ελάχιστες Πρεσβείες υπάρχουν διαπιστευμένοι
μορφωτικοί σύμβουλοι, ενώ η με πολιτιστική στόχευση επικοινωνιακή δραστηριότητα
των Γραφείων Τύπου επιχειρεί να καλύψει ένα μεγάλο κενό. Δομές πρέπει και
μπορούν να βελτιωθούν. Προσοχή όμως χρειάζεται να επικεντρωθεί στο περιεχόμενο
και τις μορφές παραγωγής δράσεων προβολής του ελληνικού πολιτισμού. Συνήθως
αποφεύγουμε μια θεμελιώδη διαπίστωση. Αν και η Ελλάδα είναι μια πλούσια χώρα,
σύμφωνα με τους δείκτες του ΟΗΕ, δεν θα έχει ποτέ στη διάθεσή της τόσους πόρους
όσους θα άξιζαν το εύρος, το βάθος και η διάρκεια του πολιτισμού της.
Αντίστοιχες δράσεις, επομένως, πρέπει να είναι αποτελεσματικές, με βασικό κριτήριο
τον βαθμό διείσδυσης σε επιλεγμένα τμήματα του ξένου κοινού που θεωρούνται
αποδέκτες των δράσεων αυτών.
Θα αναφέρω επιγραμματικά τρεις κατευθύνσεις που νομίζω
ότι χρειάζεται και μπορούμε να ακολουθήσουμε: α) Προβολή του ελληνικού
πολιτισμού μέσω της απήχησής του σε διεθνούς κύρους διαμορφωτές πολιτιστικής
γνώμης. Λόγου χάριν, γιατί χαρακτηρίζει ο λαβύρινθος το έργο του Μπόρχες; Γιατί
μετασχημάτισε ελληνικούς μύθους σε χορογραφίες η Μάρθα Γκράχαμ; Γιατί μετέφερε
τον Οδυσσέα στο Δουβλίνο ο Τζέιμς Τζόις; Πρόκειται για αρχέτυπα όχι μόνο της
αρχαίας, αλλά και της νεότερης Ελλάδας. β) Υποστήριξη προγραμμάτων νεοελληνικών
σπουδών και φορέων διεθνούς συντονισμού τους, όπως η Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών στη Βόρειο Αμερική. γ) Στήριξη παρουσίας και επισκέψεων στο εξωτερικό
ελλήνων συγγραφέων που δεν έχουν πρόβλημα να μιλήσουν σε κοινό. Πρόκειται για
μια όχι δαπανηρή δράση, καθώς συνήθως αρκεί ένα εισιτήριο και ένα μολύβι.
Το πιο σημαντικό ίσως είναι η εικόνα που έχουν οι
Έλληνες για τη χώρα τους. Συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας είναι η θέση της
στον χώρο και στον χρόνο, γεωγραφικά και ιστορικά. Εκείνο όμως που την καθιστά
ανά πάσα στιγμή ελκυστική είναι η εμπειρία ενός τρόπου ζωής. Από την άποψη
αυτή, βασική προϋπόθεση για την προβολή της χώρας είναι εκείνοι που παράγουν
την εμπειρία αυτή, οι Έλληνες, “να περνούν καλά”. Είναι αλήθεια ότι η χώρα έχει
προχωρήσει πολύ, ενώ, μετά την κατάρρευση της δικτατορίας, διάγει την ομαλότερη
περίοδο της σύγχρονης ιστορίας της. Είναι επίσης αλήθεια ότι έχουμε αποτύχει
στο πώς προσδιορίζουμε το “περνώ καλά”, συχνά αποδίδοντάς του επιθετικό ή
χυδαίο χαρακτήρα. Ας δοκιμάσουμε πάλι. Ας αποτύχουμε πάλι. Ας αποτύχουμε
καλύτερα, όπως έλεγε ο Μπέκετ.
Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής Πολιτικής: Σε σύγχρονες προσεγγίσεις τονίζεται το στοιχείο του
διαλόγου στη Δημόσια Διπλωματία. Πως μπορεί να ενσωματωθεί σε δράσεις ελληνικής
δημόσιας διπλωματίας;
Γιώργος Χουλιάρας: Υπάρχουν πολλοί τρόποι να προσεγγιστεί η ενσωμάτωση
στοιχείων διαλόγου ή αναδραστικού χαρακτήρα πρωτοβουλιών στο συγκεκριμένο
περιβάλλον όπου ενεργοποιείται κανείς. Έχοντας αναφερθεί σε εμπειρίες από ΗΠΑ
και Ευρώπη, θα ανατρέξω σε καναδικά παραδείγματα. Τρία επιθυμητά χαρακτηριστικά
πολλαπλών δράσεων δημόσιας διπλωματίας συνοψίζονται σε τρία Α: ακεραιότητα,
αμεσότητα και αμοιβαιότητα. Πρέπει να είναι ακέραια ή ακριβής η πληροφορία που
δίδεται, καθώς η ακεραιότητα οδηγεί σε μακροπρόθεσμη αξιοπιστία. Πρέπει να
δίδεται γρήγορα, γιατί η αμεσότητα οδηγεί σε επανάληψη αναζήτησης πληροφοριών
από την ίδια πηγή και επαγγελματική επιδίωξη είναι να σε αναζητούν οι
διαμορφωτές γνώμης όταν σε χρειάζονται και όχι να τους αναζητείς όταν δεν σε
χρειάζονται. Κατ’ εξοχήν διαλογικό στοιχείο είναι η αμοιβαιότητα. Η προώθηση
πληροφοριών και εκτιμήσεων για την Ελλάδα σε καναδούς δημοσιογράφους ήταν μέρος
γενικότερης διευκόλυνσης του έργου τους. Μαθαίνοντας ποιά θέματα τους
απασχολούσαν, συνήθως σε σχέση με ΗΠΑ, και διευκολύνοντας επαφές τους εκεί,
προκαλούσε διάλογο και διάθεση να ακούσουν ή να ρωτήσουν για ελληνικά ζητήματα.
Κατά τρόπο ανάλογο, υπηρεσιακοί και άλλοι παράγοντες της καναδικής ζωής
διευκολύνονταν σε σχέση με επαφές τους σε Ευρώπη και ΗΠΑ, το οποίο ανταπέδιδαν
με αμοιβαιότητα επικυρώνοντας καλές σχέσεις με διαμορφωτές γνώμης στον Καναδά.
Αποτέλεσμα ήταν να ερωτηθεί άτυπα πολλές φορές ο έλληνας Σύμβουλος από καναδικά
ΜΜΕ όταν επρόκειτο να επιλέξουν καναδό αρθρογράφο να σχολιάσει ευρωπαϊκές και
βαλκανικές εξελίξεις.
Πρόσφατα πέθανε η γερμανίδα χορογράφος Pina Bausch,
που μεγάλωσε στο εστιατόριο των γονιών της. Πέρασα πολύ χρόνο κάτω από τα
τραπέζια, όταν ήμουν μικρή, έχει πει η Μπάους. Υπήρχε τόσος κόσμος και
συνέβαιναν πάντα τόσα παράξενα πράγματα. Σε όποιο εστιατόριο και αν μεγάλωσε
κανείς και όπου και αν χορογραφεί σήμερα, είναι σημαντικό – θέλω να πω,
καταλήγοντας και ευχαριστώντας για τις διεισδυτικές ερωτήσεις – να συνδέει όσα
έχει δει με εκείνα που τώρα κάνει.
Γιώργος Χουλιάρας – Συνοπτική εργογραφία
Ο τόμος Δρόμοι της Μελάνης (Νεφέλη, 2005) περιλαμβάνει ποιήματα που έχουν
δημοσιευθεί στα βιβλία (από τις εκδόσεις Τραμ το πρώτο και Ύψιλον εν συνεχεία):
Εικονομαχικά (1972), Η άλλη γλώσσα (1981), Ο θησαυρός των Βαλκανίων (1988), Fast Food Classics
(Στίχοι ταχυφαγείων, 1992) και Γράμμα
(1995), ενώ εκτός εμπορίου κυκλοφόρησε (1.5.04) το ποίημα «Στο κέντρο του νερού».
Ποιήματα στο πρωτότυπο ή σε μεταφράσεις έχουν επίσης
δημοσιευθεί σε μεγάλο αριθμό περιοδικών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Γράμματα
και Τέχνες, Εντευκτήριο, Η λέξη, Ποίηση, Τραμ, Χάρτης, Agenda, Cumberland Poetry Review, Grand
Street, Hanging
Loose, Harvard
Review, International Poetry Review, International Quarterly, Mediterraneans, Modern
Poetry in Translation, North Dakota Quarterly, Osiris, Pequod, Ploughshares, Poetry, Point of Reference, Translation, World
Literature Today
κ.ά.)
Ποιήματα περιλαμβάνονται σε πολλές ανθολογίες, μεταξύ
των οποίων πρόσφατα η ανθολογία ευρωπαϊκής ποίησης New European Poets (επιμ. Wayne
Miller & Kevin
Prufer, Graywolf
Press, 2008) και η πρώτη ανθολογία ελληνο-αμερικανικής
ποίησης Pomegranate Seeds (επιμ.
Dean Kostos, Somerset Hall Press, 2008).
Ποιήματα έχουν αποτελέσει κείμενο θεατρικής παράστασης
(«Bread of Words», Νέα Υόρκη, 1993), ενώ το
ποίημα «Συνεχής πίνακας» έχει χορογραφηθεί («Continuous Painting»,
Νέα Υόρκη, 1998), όπως σημείωσε η εφημερίδα The New York Times.
Βιβλιοκρισίες και βιβλιοκριτικά δοκίμια για την ποίησή
του έχουν δημοσιευθεί σε συλλογικούς τόμους και περιοδικά (Journal of Modern Greek Studies, Modern Greek Studies Yearbook, World
Literature in Translation κ.ά.).
«Η Αμερική δεν είναι πια εδώ» (απόσπασμα
απομνημονευμάτων) περιλαμβάνεται στη λογοτεχνική ανθολογία για την Ελλάδα Greece: A Traveler’s Literary Companion (επιμ.
Artemis Leontis, Whereabouts Press,
1997).
Μεγάλος αριθμός δοκιμίων και άρθρων για θέματα
λογοτεχνίας, ιστορίας του πολιτισμού ή διεθνών σχέσεων, καθώς επίσης
βιβλιοκρισίες, σημειώματα και συνεντεύξεις, έχουν δημοσιευθεί σε επιστημονικούς
τόμους, περιοδικά και εφημερίδες στο εξωτερικό και στην Ελλάδα (Απογευματινή,
Βήμα, Ελευθεροτυπία, Επίλογος, Καθημερινή κ.ά.)
Ο Γιώργος Χουλιάρας (Εικονομαχικά, 1972, Δρόμοι της μελάνης, 2005, Λεξικό αναμνήσεων, 2013) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έζησε πολλά χρόνια στη Νέα Υόρκη, ενώ το 2014 τιμήθηκε με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.
Yiorgos Chouliaras (Iconoclasm, 1972, Roads of Ink, 2005, Dictionary of Memories, 2013) was born in Thessaloniki and lived for many years in New York. In 2014, he was awarded the Ouranis Prize of the Academy of Athens for his work in its entirety.
-----------------------
Η δημοσίευση έγινε με την άδεια του ποιητή Γιώργου Χουλιάρα ενόψει της εκδήλωσης στον Βόλο προς τιμήν του Νίκου Αλεξίου