Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2015

" Η τελευταία επισκέπτρια" της Μαρίας Γιακουμάκη



 επιμέλεια στήλης Βιβή Γεωργαντοπούλου

                                                          lesxianagnosisdegas@gmail.com


Καλόδεχτες οι συμμετοχές όλων υμών που αγαπάτε την μικρή φόρμα και με τον τρόπο σας την υπηρετείτε.Δεν έχουμε περιορισμό λέξεων και θέματος, τουλάχιστον όχι ακόμα, επομένως η επιλογή είναι απολύτως ελεύθερη,δική σας.
Στείλτε το διήγημά σας στο e-mail : lesxianagnosisdegas@gmail.com για να το δημοσιεύσουμε τηρώντας απλά και μόνο την σειρά με την οποία θα μας το στείλετε.
Εκείνο που σας ζητάμε είναι ένα μικρό βιογραφικό κι αν δεν έχετε εσείς κάποια αγαπημένη εικόνα (φωτογραφία ή πίνακα ζωγραφικής κτλ) που θα θέλατε να το συνοδέψει,μην ανησυχείτε θα βρούμε εμείς. 

Γρύπας.Ανάκτορα στην Κνωσσό.Αίθουσα του Θρόνου



Η τελευταία επισκέπτρια

   Αισθάνθηκε τον ηλεκτρισμό,  κι ας μην είχε σηκώσει το βλέμμα. Μια απροσδιόριστη ένταση αιωρούνταν πάνω από το κεφάλι του. Ξεχώρισε έναν ήχο σαν σύρσιμο φιδιού  ανάμεσα στο μικρό  πλήθος που συνωστιζόταν μπροστά του περιμένοντας το εισιτήριο για την είσοδο.
 Φίδι, εδώ και τέτοια ώρα! Χρειάζομαι επειγόντως διακοπές, σκέφτηκε.
Να δω πώς θ΄ αντέξουν τα νεύρα μου ως το τέλος, αναστέναξε από μέσα του.
   Όλη μέρα καθισμένος σε μια καρέκλα να κόβει εισιτήρια στην είσοδο του ανακτόρου της Κνωσού. Οι τουρίστες συνέχιζαν να έρχονται κατά χιλιάδες. Βαβέλ γλωσσών που βούιζαν στ’ αυτιά του στο χώρο πριν από το μακρύ διάδρομο με τη γερασμένη βουκαμβίλια,  που έμπαζε στον αρχαιολογικό χώρο.
-Μπορώ να σας απασχολήσω;
   Μικροκαμωμένη και αδύνατη με πολύ λεπτή μέση και μακριά μαύρα μαλλιά. Δε θα την έλεγες όμορφη.
    Συνάντησε τα μάτια της. Παρά την αφόρητη ζέστη ένα ρίγος τον διαπέρασε.  Το βλέμμα της… Δεν μπορούσες να το αποφύγεις. Όχι μόνο γιατί ήταν  διαπεραστικό και αδιευκρίνιστο. Ήταν που δεν μπορούσες να  το εντοπίσεις, λες και ερχόταν απ΄ αλλού.
- Παρακαλώ, απάντησε κουρασμένα, αλλά ευγενικά. Ήταν στο κλείσιμο μιας δύσκολης μέρας.
-Σε τι θα μπορούσα να σας φανώ χρήσιμος;
Του έδειξε την κάρτα ελευθέρας εισόδου.
-Λέγομαι Α.Χ.. Θα ήθελα να μιλήσω στον αρχιφύλακα του αρχαιολογικού χώρου. 
Ο τόνος της φωνής ήταν σταθερός, απαιτητικός, αλλά και ανυπόμονος, λες και κάθε δευτερόλεπτο που έχανε ήταν θέμα ζωής και θανάτου για εκείνην.
-Λυπάμαι. Σήμερα απουσιάζει. Θα μπορούσα να σας εξυπηρετήσω εγώ;
-Νομίζω ότι μόνο εκείνος θα μπορούσε να με βοηθήσει. Θα ήθελα άδεια εισόδου στο χώρο των διαμερισμάτων της βασίλισσας.
-Όπως ξέρετε, αυτός είναι κλειστός από χρόνια!
-Φυσικά και το ξέρω! Λες και την είχαν προσβάλει θανάσιμα. Και ποιος δεν το ξέρει;
-Θα πρέπει να πάρετε άδεια από τον Προϊστάμενο της Εφορείας Αρχαιοτήτων.
-Ο Έφορος απουσιάζει και οι υπάλληλοι με παρέπεμψαν εδώ. Αλλά, καθώς φαίνεται, τίποτα δε δουλεύει σωστά πια σ΄ αυτή τη χώρα.
Ένιωσε την ανάγκη να προστατεύσει το συνάδελφό του μόνο και μόνο επειδή εκείνη είχε μια τάση να κατηγορεί τους πάντες.
-Του έτυχε κάτι σοβαρό σήμερα. Δεν απουσιάζει ποτέ χωρίς λόγο. Αφήστε μου τα στοιχεία σας και θα του ζητήσω να επικοινωνήσει μαζί σας, μόλις επιστρέψει.
Άφησε σ΄ ένα χαρτί το όνομα και το τηλέφωνό της.
-Σε πόση ώρα κλείνετε;
-Σε 10 λεπτά.
-Προλαβαίνω ακόμα, την άκουσε να μουρμουρίζει, καθώς του γύριζε την πλάτη και κατευθυνόταν προς τον έλεγχο των εισιτηρίων.
Δε βρισκόταν κανείς φύλακας εκεί, αλλά έκρινε πως δε χρειαζόταν να  φωνάξει κάποιον. Η ώρα ήταν περασμένη. Κι εκείνη είχε ελευθέρας. Την είδε με την άκρη του ματιού του να μπαίνει στο στενό σα  στοά διάδρομο που όριζε μια πολύχρονη βουκαμβίλια.
Γύρισε στα χαρτιά του. Πάνω στο κλείσιμο είχε να κάνει  τον απολογισμό της ημέρας. Ένιωθε εξουθενωμένος. Το μόνο που ήθελε ήταν να πάει στο σπίτι του, να βουλιάξει στη μπανιέρα κι έπειτα να κοιμηθεί. Ναι,  να κοιμηθεί  από τις 9.00 μμ. και να ξυπνήσει την άλλη μέρα το πρωί.  Αύριο τον περίμενε μια εξίσου κουραστική μέρα.
Σήκωσε το κεφάλι. Τυχαία; Από διαίσθηση;  Πόση ώρα είχε περάσει; Έπρεπε να κλείσουν. Δεν έβλεπε κανέναν. Σηκώθηκε  βιαστικά, παρασέρνοντας  το λιγοστό νερό από το ποτήρι, να φωνάξει στους τελευταίους επισκέπτες να βιαστούν.
 Προχώρησε στον ίσκιο της γέρικης βουκαμβίλιας. Στα μάτια του έπεσαν οι τελευταίες αχτίδες του ήλιου την ώρα που έκλεινε την καυτή ημέρα. Το μάτι του την πήρε  στη δυτική αυλή. Κατευθύνθηκε εκεί με μισόκλειστα μάτια σαν υπνωτισμένος. Να της πει ότι ήταν ώρα να βγει, για να κλείσουν.
Τότε την είδε. Είχε υπερπηδήσει τα απαγορευτικά  κιγκλιδώματα.
Τέτοια ώρα και οι φύλακες ολιγωρούν, σκέφτηκε.
 Δεν ήταν αυτό. Δεν ήταν η οργή που τον έπνιγε για το θράσος της να παραβεί τους κανονισμούς των αρχαιολογικών χώρων. Ήταν κάτι που δεν μπορούσε να εξηγήσει. Συνέχισε με το βλέμμα να κάνει τα βήματα που εκείνη έκανε με τα πόδια αργά και τελετουργικά. Πάνω στο πλακόστρωτο της δυτικής αυλής. Με κατεύθυνση προς τη δύση, έχοντας στραμμένη την πλάτη της σ’ εκείνον. Το φως του ήλιου εξαΰλωνε τη μορφή της. Είχε διπλώσει τα χέρια στους αγκώνες. Οι  παλάμες έφταναν στο ύψος των ματιών. Τα χέρια βρίσκονταν κάθετα στο σώμα. Σε μια παράλληλη γραμμή μαζί τους. Τέμνοντας κάθετα τον άξονα των βραχιόνων. Δεν έβλεπε τα  πέλματα να ακουμπούν το πάτωμα. Θα έφταιγε το φως που ερχόταν κόντρα στα μάτια του. Εκείνη συνέχισε να προχωρεί προς την κατεύθυνση του θεάτρου. Με μικρά ανάερα βήματα.  Πλησίασε στον τετράγωνο βωμό. Άπλωσε τα χέρια προς την πανάρχαια πλάκα του στην ίδια στάση. Δίπλωσε τα πόδια στα γόνατα σε στάση καθίσματος και ακούμπησε την άκρη του βωμού. Έγειρε το κεφάλι προς τα πίσω. Άπλωσε τα χέρια σε έκταση και έγειρε πάνω στο βωμό. Ξεδίπλωσε τότε όλο το σώμα πάνω του. Άρχισε να στριφογυρίζει στην επαφή της με την πανάρχαια πέτρα, να απλώνεται και να μαζεύεται, να κουλουριάζεται και να ελίσσεται, αργά στην αρχή κι ύστερα με μανία.
    Πόσο κράτησε αυτό; Όταν ο ήλιος κρύφτηκε πίσω από το  βουνό σηκώθηκε αργά όρθια με την πλάτη γυρισμένη στη δύση. Ήταν η πρώτη φορά που μπόρεσε να κοιτάξει το πρόσωπό της. Τα μάτια του -φορτωμένα ακόμα τη λάμψη του ήλιου- μετέφεραν ένα φωτεινό σκοτάδι στη μορφή της, που την έκανε  δυσδιάκριτη. Του φάνηκε πώς είχε γουρλωμένα μάτια, που κοίταζαν χωρίς να εστιάζουν, και στο κεφάλι της ακουμπούσε ένα αιλουροειδές. Το μακρύ της φόρεμα δε φαινόταν να τη ζεσταίνει. Για μια στιγμή το βλέμμα της ευθυγραμμίστηκε με το δικό τους. Ένιωσε να παραλύει από την ένταση.
  - Κύριε Γιάννη, ελάτε! Είναι ώρα να κλείσουμε! Μα τι έχετε; Μήπως δεν είστε καλά;
Όταν ξανακοίταξε, ο βωμός ήταν άδειος.

Προχώρησε πιο κουρασμένος από ποτέ προς την καρέκλα όπου καθόταν προηγουμένως.  Αναζήτησε το χαρτάκι με τα στοιχεία της.  Το βρήκε μουσκεμένο από το χυμένο νερό. Γράμματα και αριθμοί  είχαν απλωθεί κυκλικά, αγνώριστα σαν ιερογλυφικά που απαιτούσαν αποκρυπτογράφηση.




Μαρία Γιακουμάκη


Βιογραφικό σημείωμα

Γεννήθηκα στα Χανιά το 1965. Σπούδασα Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Από το 1989 εργάζομαι ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση. Από το 1999 μένω και εργάζομαι στο Ηράκλειο Κρήτης. Είμαι παντρεμένη και έχω δυο γιους. 

Τέσσερα ποιήματά μου έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό Εμβόλιμον, ενώ άλλα στην ηλεκτρονική ποιητική ανθολογία του ποιητή Τόλη Νικηφόρου "Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται" και στην ανθολογία του ποιητή  Ανδρέα Καρακόκκινου "Πνοή της Άνοιξης" .
Εργασίες μου είναι αναρτημένες στο blog μου ΖΗΤΗΣΙΣ http://margiakou.blogspot.gr/
και

στην 
ιστοσελίδα ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ http://myclassroomstudents.weebly.com/

H αναβίωση των Dönme/Ντονμέ: Οι Νεο-Σαββατιανοί


Η ονομασία Dönme αναφέρεται σε μια ομάδα Κρυπτοεβραίων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την σημερινή Τουρκία, οι οποίοι είχαν προσχωρήσει ανοιχτά στο Ισλάμ, στα κρυφά όμως ασκούσαν μια μορφή Ιουδαϊσμού που ονομάζεται Σαββατιανισμός. Σήμερα υπάρχει μια αναβίωσή του ως Νεο-Σαββατιανισμός



Η Κοινότητα των Κρυπτοεβραίων Dönme, στα ελληνικά Ντονμέ, δημιουργήθηκε την εποχή του Σαμπτάι Σβι, ενός εβραίου καμπαλιστή του 17ου Αιώνα, ο οποίος ισχυριζόταν, ότι ήταν ο Μεσσίας, εξαναγκάσθηκε όμως από τον Σουλτάνο Μεχμέτ IV να γίνει μουσουλμάνος (για την Καμπάλα βλέπε και εδώ). Μετά τον προσηλυτισμό του Σβί στο Ισλαμ, ένας μεγάλος αριθμός Εβραίων έγιναν Dönme. Μετα τον 20ο Αιώνα πολλοί Dönme άρχισαν να κάνουν γαμους με άλλες κοινότητες και οι περισσότεροι εντάχθηκαν στην τουρκική κοινωνία. Αν και μερικοί απο αυτούς εξακολουθούν να θεωρούν τον εαυτό τους ως Εβραίο, οι εβραϊκές αρχές δεν αναγνωρίζουν τους Dönme σαν Εβραίους.

Η τουρκική λέξη Dönme προέρχεται από την ρίζα dön-, που σημαίνει, υποτιμητικά, "στρεφόμενος, μετατραπείς". Ονομάζονται επίσης Selanikli, "Θεσσαλονικείς", ή "avdeti", "αλλαξόπιστοι". Τα μέλη της κοινότητας αυτής αυτοαποκαλούνται "πιστοί", στα εβραϊκά ham-Ma’minim.

Παρά την αλλαξοπιστία τους στο Ισλάμ οι Σαμπατιανοί (απο τον Σαμπτάι Σβί, εικόνα αριστερά) παρέμειναν στα κρυφά Εβραίοι και εφήρμοζαν εβραϊκές τελετές. Είχαν αναγνωρίσει τον Σμπτάι Σβί (1626-1676) σαν τον εβραϊκό Μεσσία και ακολουθούσαν ορισμένες τελετουργίες που έχουν ομοιότητα με τελετουργίες του Ιουδαϊσμού. Κάναν την προσευχή τους στα εβραϊκά και αργότερα στα Λαντίνο και κατα τις απόκρυφες τελετουργίες τους γιόρταζαν και σημαντικά γεγονότα της ζωής του Σβί, ερμηνεύοντας την αλλαξοπιστία του Σβί κατα καμπαλιστικό τρόπο.

Υπάρχουν διάφοροι κλάδοι των Dönme. Ο πρώτος ήταν οι Ismirli, που ιδρύθηκε στη Σμύρνη της Τουρκίας, ο δεύτερος οι Ιάκωβοι (Jakubi), που ιδρύθηκε από τον Jacob Querido (περίπου 1650-1690), ανιψιό της γυναίκας του Σβί. Ο Querido ισχυριζόταν, ότι είναι η μετενσάρκωση του Σβί και είναι δικαιωματικά ένας Μεσσίας. Ο Berechiah, γνωστός ως Osman Baba, ίδρυσε τους Karakashi. Ιεραπόστολοι των Karakashi έδρασαν στο πρώτο μέρος του 18ου Αιώνα στην Πολωνία και απο αυτός διδάχθηκε ο Frank Jacob (1726-1791), ο οποίος με τη σειρά του ίδρυσε τους "Φρανκιστές", μια άλλη ομάδα Σαμπατιανών, που δεν ανήκε στην ομάδα των Dönme της Ανατολικής Ευρώπης. Μια άλλη ομάδα, οι Lechli από την Πολωνία, ζούσαν σε εξορία στη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη.

Οι Dönme έπαιξαν έναν μεγάλο ρόλο στο κίνημα των Νεοτούρκων, μιας ομάδας μοντερνιστικών επαναστατών που κατέλυσαν τελειωτικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο ιδρυτής της Τουρκίας, Μουσταφά Κεμάλ, ο ονομασθείς Ατατούρκ (Θεσσαλονίκη 19 Μαΐου 1881 - Κωνσταντινούπολη 10 Νοεμβρίου 1938), στρατιωτικός και πολιτικός, λέγεται ότι ήταν μέλος της Κοινότητας των Dönme της Θεσσαλονίκης (βλέπε και "Die jüdischen Wurzeln des Kemalismus". Κατα την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας το 1923, μερικοί Dönme από τη Θεσσαλονίκη προσπάθησαν να αναγνωριστούν ως μη-μουσουλμάνοι, για να μην αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη Θεσσαλονίκη. Μετά την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1922-1923 οι Dönme υποστήριξαν σθεναρά τις δημοκρατικές, φιλοδυτικές μεταρρυθμίσεις του Ατατούρκ που περιόριζαν την εξουσία του θρησκευτικού κατεστημένου και εμπόδιζαν τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας. Ειδικότερα οι Dönme θεωρούσαν σαν ζωτικής σημασίας για την αναδυόμενη Δημοκρατία της Τουρκίας την ανάπτυξη του εμπορίου, της βιομηχανίας και του πολιτισμού, που οφείλεται εν μέρει στους επιφανείς μετανάστες απο την Ρούμελη (Ρούμελι, σωστότερα Rum Ili, χώρα των Ρωμιών, ονομάζονταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία σχεδόν ολόκληρη η Βαλκανική Χερσόνησος, Εμμανουήλ Σαρίδης) και ιδιαίτερα απο την Θεσσαλονίκη.








Ταχυδρομική κάρτα με το Γενί Τζαμί εποχής 1902-12 (διακρίνεται ο μιναρές ο οποίος σήμερα δεν υπάρχει). Σημερινή μορφή εισόδου / εσωτερικό όπου διακρίνεται η "εσοχή" / μιχράμπ.


Αν και θεωρητικά οι Dönme ασκούσαν ενδογαμία και έτσι παντρευόντουσαν μόνο μέσα στην ίδια τους την κοινότητα, κατα τα τέλη του 19ου Αιώνα αρχισαν να σημειωνονται επιμειξίες και αφομοίωση. Και μέχρι το τέλος του 20ου Αιώνα οι Dönme είχαν πλήρως ενσωματωθεί στην τουρκική κοινωνία και ο περιορισμός των μικτών γάμων μετα το 1960 είχε ήδη αρθεί. Μόνο ο κλαδος των Karakashi έμεινε πιστος στα παλιά.
.
Μια ενδιαφέρουσα περίπτωση Dönme είναι ο εκδότης Ilgaz Zorlu, ο οποίος το 2000 ίδρυσε το Zvi Publishers και επιδίωκε την αναγνώρισή του σαν Εβραίος. Ένας Beth Din όμως αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον Εβραϊσμό του χωρίς την πλήρη αλλαξοπιστία του. Ο Zorlu ισχυρίστηκε, ότι είχε αλλαξοπιστήσει στο Ισραήλ και έκανε αγωγή για την αλλαγή της θρησκείας του απο το Ισλάμ στον Ιουδαϊσμό και την καταχώρησή της στα έγγραφα και την ταυτότητά του. Το δικαστήριο τον δικαίωσε. Οι ενέργειές του είναι από πολλούς αμφιλεγόμενες, κυρίως λόγω της συνεργασίας του με Μουσουλμάνους όπως ο Mehmed Şevket Eygi.

Το Πανεπιστήμιο του Isik, που είναι μέρος του ιδρύματος Feyziye Mektepleri Vakfi, FMV, και τα σχολεία του Terakki ιδρύθηκαν αρχικά κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου Αιώνα απο την κοινότητα των Dönme της Θεσσαλονίκης και συνέχισαν να λειτουργούν στην Κωνσταντινούπολη, μετά την κατάληψή της απο τους Έλληνες στις 9. Νοεμβρίου 1912.

Η περίπτωση του Mehmet Karakaşzade Rüştü: Το 1924 ο Mehmet Karakaşzade Rüştü, ο οποίος ανήκε στην κοινότητα των Karakash, έδωσε σε μια εφημερίδα στο Vakit πληροφορίες για τους Dönme και για τελετουργίες με γυναίκες. Κατηγόρησε επίσης τους Dönmeh για έλλειψη πατριωτισμού και ότι δεν έχουν αφομοιωθεί. Οι συζητήσεις επεκτάθηκαν και σε άλλες εφημερίδες, συμπεριλαμβανομένων και των εφημερίδων που ανήκουν σε ομάδες Dönme. Ο Ahmet Emin Yalman βεβαίωσε στην εφημερίδα Vatan, η οποία του ανήκει, την ύπαρξη αυτών των ομάδων, ισχυρίστηκε όμως, ότι οι ομάδες αυτές δεν ακολουθούν πλέον τις παραδόσεις τους. Στη συνέχεια ο Mehmet Karakaşzade Rüştü έκανε στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας μια παράκληση, να σταματήσει η συνεχής μετανάστευση των Dönmeh από την Μακεδονία μέσω ανταλλαγής πληθυσμών. 

Τον τελευταίο καιρό συνέβη κάτι, που πολλοί αποκαλούν την "αναβίωση" της νεο-σαμπατιανής Καμπάλα, με επικεφαλής τον 75η καμπαλιστή και ιδρυτή του Δυτικού Dönme, Reb Yakov Leib HaKohain. Ως απόδειξη αυτής της αναζωπύρωσης η ισραηλινή εφημερίδα Ma'ariv δημοσίευσε πρόσφατα ένα inteview με τον Reb Yakov Leib HaKohain για το νεο-σαμπατιανό κίνημα. Επιπλέον, η Ma'ariv μεταφράζει τα γραπτά του Reb Yakov Leib HaKohain και τα δημοσιεύει ως μια σειρά άρθρων στο πευματοκρατικό της μέρος. Το πρώτο από αυτά, η "λύτρωση μέσω της αμαρτίας", έχει ήδη δημοσιευθεί.

Το Δυτικό Dönme και η ίδρυσή του απο τον Reb Yakov Leib HaKohain αναφέρονται και συζητιούνται από τον καθηγητή Matt Goldish στην εισαγωγή του βιβλίου του "Οι Σαμπατιανοί Προφήτες", το οποίο εκδόθηκε από το Harvard University Press, και απο τον καθηγητή Wendelin von Winckelstein στη μελέτη του " H Οδύσσεια του Αριστοτέλη", όπου γράφει: "Μια διάδοχος οργάνωση εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα με την επωνυμία Δυτικό Dönme".

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ «ΛΟΓΟ» ΣΤΗΝ «ΕΚΦΡΑΣΙ»

(08/12/201520:00)




ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ Ν. ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ-ΓΚΙΚΑ,
ΚΡΙΕΖΩΤΟΥ 3,
Τ 210 361 5702, 210 363 0818


ΩΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο:
10:00 - 18:00
Δευτέρα, Τρίτη, Κυριακή: ΚΛΕΙΣΤΑ

Φώτης Κόντογλου. Από τον «Λόγο» στην «Έκφρασι»
Μέ ζωγραφιές καί μέ πλουμίδια ἀπ’ τό χέρι τοῦ συγγραφέα
Η έκθεση είναι αφιερωμένη στον σπουδαίο δημιουργό Φώτη Κόντογλου (1895-1965) και πραγματοποιείται με αφορμή τα εκατόν είκοσι χρόνια από τη γέννησή του και τα πενήντα χρόνια από τον θάνατό του και παρουσιάζει αντιπροσωπευτικά έργα από το συγγραφικό και εικονογραφικό έργο του καλλιτέχνη.

Η έκθεση έχει ως στόχο να αναδείξει το συγγραφικό έργο του Κόντογλου και να παρουσιάσει τις εικονογραφήσεις που δημιούργησε τόσο για τα βιβλία, που ο ίδιος έγραψε ή μετέφρασε, όσο και για βιβλία άλλων συγγραφέων. Ο επισκέπτης θα γνωρίσει μέσα από χειρόγραφα, μακέτες, δημοσιευμένα αλλά και αδημοσίευτα μέχρι σήμερα σχέδια μία άλλη πτυχή του πολυσχιδούς έργου του σπουδαίου δημιουργού.

Λόγος είναι το μηνιαίο περιοδικό που εκδιδόταν στην Πόλη, στο τεύχος 1 του 1922, του οποίου εντοπίστηκε ένα κείμενο του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, μεταφρασμένο από τον Φώτη Κόντογλου. Έκφρασις είναι το μεγαλειώδες συγγραφικό και εκδοτικό έργο στη ζωή του Φώτη Κόντογλου, που τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών.

Την έκθεση συνοδεύει αναλυτικός επετειακός τόμος, με τον τίτλο: Φώτης Κόντογλου. Από τον «ΛΟΓΟ» στην «ΕΚΦΡΑΣΙ».Μέ ζωγραφιές καί μέ πλουμίδια ἀπ’ τό χέρι τοῦ συγγραφέα, σε επιμέλεια του Χρήστου Φ. Μαργαρίτη και κείμενα πολλών σημαντικών ερευνητών. 

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Οι εγγραφές άρχισαν





Ύστερα από μηνύματα φίλων που δεν γνωρίζουν τον τρόπο εγγραφής στο cantus firmus. Ενημερώνω πως όποιος/α φίλος/η επιθυμεί να εγγραφεί στο cantus firmus πηγαίνει δεξιά και βρίσκει το κουτάκι που λέει ΕΓΓΡΑΦΗ (follow by e-mail) και γράφει το e-mail του/της.
Ίσως ζητηθεί ο κωδικός του e-mail σας. Αυτό έχει να κάνει με το e-mail και δεν παραβιάζει το απόρρητό σας. 
Ευχαριστώ τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του blog. Ευχαριστούμε για την στήριξη και την συμμετοχή σας.
Θέλουμε παρατηρήσεις και σχόλια. Άλλωστε ο λόγος που είναι ελεύθερη η πρόσβαση,  στα σχόλια στους αναγνώστες και αναγνώστριες, είναι ότι επιθυμούμε τον διάλογο. Θέλουμε να επικοινωνούμε και μάλιστα να ακούμε και σκληρές κριτικές. Τεκμηριωμένες και με σεβασμό.
                                                                                                    
Με εκτίμηση,
                                                                                                                                                  Νότα Χρυσίνα

                                                    Μεταφράστρια- Πολιτισμολόγος
                                                    υπεύθυνη ύλης του cantus firmus

Ο Όλυμπος κι ο Κίσαβος

Ο Όλυμπος κι ο Κίσαβος, τα δυο βουνά μαλώνουν,
το ποιο να ρίξει τη βροχή, το ποιο να ρίξει χιόνι.
Ο Κίσαβος ρίχνει βροχή κι ο Όλυμπος το χιόνι.
Γυρίζει τότ’ ο Όλυμπος και λέει του Κισάβου:
«Μη με μαλώνεις, Κίσαβε, μπρε τουρκοπατημένε,
που σε πατάει η Κονιαριά κ’ οι Λαρσινοί αγάδες.
Εγώ είμ’ ο γέρος Όλυμπος ’ς τον κόσμο ξακουσμένος,
έχω σαράντα δυο κορφές κ’ εξήντα δυο βρυσούλες,
κάθε κορφή και φλάμπουρο, κάθε κλαδί και κλέφτης.
Έχω και το χρυσόν αϊτό, το χρυσοπλουμισμένο,
πάνω ’ς την πέτρα κάθεται και με τον ήλιο λέγει:
‘‘Ήλιε μ’, δεν κρους τ’ αποταχύ, μόν’ κρους το μεσημέρι,
να ζεσταθούν τα νύχια μου, τα νυχοπόδαρά μου’’».

Οι Γιουρούκοι αποτελούν κατά πάσα πιθανότητα, μία αρχαία ξεχασμένη Ελληνική φυλή της Ιωνίας. 

Μέχρι το 1923 τουλάχιστον, βρίσκονταν διεσπαρμένοι σε διάφορα ορεινά μέρη της Ιωνίας, από το Αιγαίο μέχρι την Καππαδοκία. Οι Γιουρούκοι είναι μάλλον παλιοί Εθνικοί Ελληνες, που μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, υποχώρησαν στα ορεινά και ειδικά στα ιερά των θεών. Τα δύο χωριά Γιουρούκων κοντά στη Σμύρνη βρίσκονταν στούς πρόποδες του Σιπύλου, του ιερού όρους της Κυβέλης. Το ότι είναι παλαιοί Εθνικοί, ενισχύεται από το γεγονός ότι καίγαν τους νεκρούς τους, δεν είχαν νεκροταφεία, κάνανε δέ θρησκευτική τελετή όπου σώζονταν λείψανα της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, και στην οποία απαγορευόταν να πλησιάσει οποιοσδήποτε μη Γιουρούκος με τη ποινή του θανάτου. Η γλώσσα τους έχει λέξεις που φαίνονται οι Ελληνικές ρίζες. Η σύζυγος π.χ λέγεται συνλέκ από το σύν και λέκ (λεύκτρον). Και το ίδιο το όνομά τους προέρχεται από το ορέοικοι στην αρχαιότητα (Γιουρούκοι κατά τους Τούρκους), δηλαδή ορεσίβιοι. Η Τουρκική καταγωγή τους αποκλείεται εντελώς, καθώς άν και συμπαθούσαν τους Ελληνες και πρόθυμα τους δέχονταν στα σπίτια τους, απέφευγαν πάντα τους Τούρκους και ομολογούσαν ότι δεν ακολουθούν τη θρησκεία τους, καθώς ούτε τζαμιά είχαν ούτε τελούσαν ραμαζάνι, ενώ οι γυναίκες τους ποτέ δεν κάλυπταν το πρόσωπο με πέπλο, και ποτέ Γιουρούκισσα δεν παντρεύτηκε Μουσουλμάνο ούτε άντρας Μουσουλμάνα. Τέτοια ήταν η απέχθεια των Γ. πρός τους Τούρκους, ώστε θεωρούταν βαρειά βρισιά η λέξη Τούρκογλου (γιός Τούρκου), ενώ αντίθετα οι Τούρκοι τους αποκαλούσαν Κιοπέκογλου (γιός σκύλου).

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

"Χρονογραφία" Μιχαήλ Ψελλού



Χρονογραφία πονηθεῖσα τῷ πανσόφῳ μοναχῷ Μιχαὴλ τῷ ὑπερτίμῳ, ἱστοροῦσα τὰς πράξεις τῶν βασιλέων, τοῦ τε Βασιλείου καὶ Κωνσταντίνου τῶν πορφυρογεννήτων, τοῦ τε μετ' αὐτοὺς Ῥωμανοῦ τοῦ Ἀργυροπώλου, τοῦ μετ' ἐκεῖνον Μιχαὴλ τοῦ Παφλαγόνος, τοῦ ἀπὸ καισάρων ἄρξαντος μετ' αὐτὸν ἀνεψιοῦ τούτου Μιχαὴλ, τῶν ἑξῆς δύο αὐταδέλφων καὶ πορφυρογεννήτων τῆς τε κυρᾶς Ζωῆς καὶ τῆς κυρᾶς Θεοδώρας, τοῦ σὺν αὐταῖς Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου, τῆς μονοκρατορίσσης θατέρας τῶν δύο ἀδελφῶν κυρᾶς Θεοδώρας, <τοῦ μετ' ἐκείνην Μιχαὴλ τοῦ Γέροντος,> τοῦ μετ' ἐκεῖνον Ἰσαακίου τοῦ Κομνηνοῦ, καὶ ἕως τῆς ἀναρρήσεως Κωνσταντίνου τοῦ ∆ούκα.

 ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Βʹ 

 1.1Ὁ μὲν οὖν βασιλεὺς Ἰωάννης ὁ Τζιμισκῆς, πολλῶν καὶ ἀγαθῶν αἴτιος τῇ Ῥωμαίων ἡγεμονίᾳ γενόμενος καὶ αὐξήσας ταύτην εἰς δύναμιν, οὕτω καταλύει τὸν βίον· περιΐσταται δὲ καθαρῶς ἡ βασιλεία εἴς τε Βασίλειον καὶ Κωνσταντῖνον τοὺς τοῦ Ῥωμανοῦ παῖδας. 

 1.2 Ἤστην δὲ ἄμφω ἤδη μὲν παρεληλακότε τὴν ἥβην, διαφόρω δὲ τὸ ἦθος· ὁ μὲν γὰρ Βασίλειος, ὁ καὶ τὴν ἡλικίαν πρεσβύτερος, ἐγρηγορὼς ἀεὶ καὶ σύννους ἐδείκνυτο καὶ πεφροντικώς, ὁ δέ γε Κωνσταντῖνος ἀνειμένος τοῖς πᾶσιν ὦπτο, ῥᾳθύμως τε τῆς ζωῆς ἔχων καὶ περὶ τὸν ἁβρὸν βίον ἐσπουδακώς. Αὐτοκράτορε μὲν οὖν ἄμφω οὐκ ἐδοκιμασάτην εἶναι, ἀλλ' ὅτι πρεσβύτερος αὐτῶν ὁ Βασίλειος, τὸ πᾶν τῆς ἐξουσίας περιζωσάμενος, μόνου τοῦ τῆς βασιλείας ὀνόμα τος τὸν ἀδελφὸν ἐκληρώσατο κοινωνόν· ἐπεὶ οὐδ' ἂν ἄλλως ἡ τῆς βασιλείας αὐτοῖς ἀρχὴ διεκυβερνήθη, εἰ μὴ τῷ πρώτῳ καὶ ἀκριβεστάτῳ ἡ αὐτοκράτωρ ἀπεκληρώθη διοίκησις. Καὶ θαυμάσειεν ἄν τις ἐνταῦθα τὸν Κωνσταντῖνον, ὅτι ἐξὸν κατ' ἰσομοιρίαν τὸν πατρῷον κλῆρον, τὴν ἡγεμονίαν φημί, τῷ ἀδελφῷ διανείμασθαι, ὁ δὲ τοῦ πλείονος αὐτῷ παρακεχω ρήκει, καὶ ταῦτα νεώτατος ὢν, ὅτε μάλιστα ὁ τῆς φιλαρχίας ἀνάπτεται ζῆλος, καὶ οὐδὲ τὸν ἀδελφὸν ὁρῶν ὑπὲρ τὴν τελείαν ἡλικίαν γενόμενον, ἀλλ' ἀρτίχνουν ἤδη καὶ πρῶτον, ὅ φασιν, ὑπηνήτην. Τοιούτων μὲν οὖν ἐγκωμίων ἐκ προοι μίων ἀξιούσθω ὁ Κωνσταντῖνος. 

 1.3 Ὁ δέ γε Βασίλειος ἤδη τὴν τῶν Ῥωμαίων ἡγεμονίαν περιζωσάμενος, ἐβούλετο μὲν μηδένα κοινωνὸν ἔχειν τῶν φροντισμάτων, μηδὲ περὶ τῶν κοινῶν διοικήσεων σύμβουλον. Οὐκ εἶχε δὲ θαρρεῖν ἑαυτῷ, οὐδέπω πεῖραν εἰληφότι οὔτε τῶν στρατιωτικῶν καταλόγων οὔτε τῆς πολιτικῆς εὐνομίας· διὰ ταῦτα πρὸς τὸν παρακοιμώμενον ἀπεῖδε Βασίλειον. Ὁ δὲ ἀνὴρ οὗτος ἀξίωμα μέγιστον τῇ βασιλείᾳ Ῥωμαίων ἐτύγχανε γεγονὼς, κατά τε φρονήματος ὄγκον, καὶ σώματος μέγεθος, καὶ μορφὴν τυράννῳ προσήκουσαν· φὺς δὲ ἐκ τοῦ αὐτοῦ πατρὸς τῷ τοῦ Βασιλείου καὶ Κωνσταντίνου πατρὶ, τὰ ἐς μητέρα διήλλαττε· διὰ ταῦτα καὶ ἐκ πρώτης εὐθὺς ἡλικίας ἀποτέτμητο, ἵνα μὴ μᾶλλον ὁ ἐκ τῆς ἡμιγάμου τῶν γνησιωτά των τὸ πρωτεῖον εἰς τὴν ἀρχὴν ἀπενέγκηται. Ἔστεργεν οὖν οὗτος τὰ ἐκ τῆς τύχης, καὶ τοῦ βασιλείου καὶ οἰκείου γένους ἐξήρτητο· προσέκειτο δὲ μάλιστα τῷ ἀνεψιῷ Βασιλείῳ καὶ ἠγκαλίζετο οἰκειότατα, καὶ ὡς εὔνους ἐτιθηνεῖτο τροφεύς. ∆ιὰ ταῦτα καὶ ὁ Βασίλειος τὸν ὄγκον αὐτῷ τῆς ἀρχῆς ἀναθέμενος, αὐτὸς πρὸς τὴν ἐκείνου ἐπαιδοτριβεῖτο σπου δήν· καὶ ἦν ὁ μὲν παρακοιμώμενος οἷον ἀθλητὴς καὶ ἀγω νιστὴς, ὁ δὲ βασιλεὺς Βασίλειος θεωρὸς, οὐχ ὅπως ἐκεῖνον στεφανώσειεν, ἀλλ' ὡς αὐτὸς δραμεῖται καὶ ἀγωνίσηται κατ' ἴχνος ἐκείνῳ τὴν ἀγωνίαν τιθέμενος. Πάντα οὖν ἐντεῦθεν ὑπήκοα τῷ Βασιλείῳ ἐτύγχανεν ὄντα, καὶ πρὸς αὐτὸν καὶ τὸ πολιτικὸν ἑώρα, καὶ τὸ στρατιωτικὸν ἀπονενεύκει· καὶ πρῶτος αὐτὸς, ἢ καὶ μόνος, τῆς τε συνεισφορᾶς τῶν δημοσίων ἐφρόντιζε καὶ τῆς τοῦ κοινοῦ διορθώσεως· ἐδίδου δὲ ἐπὶ πᾶσι τὴν γλῶτταν καὶ τὴν χεῖρα ὁ βασιλεὺς, τὰ μὲν συνηγορῶν ἐκείνῳ, τὰ δὲ καὶ ἐν γράμμασι βεβαιῶν. 

 1.4 Τοῖς μὲν οὖν πολλοῖς ὅσοι τῶν καθ' ἡμᾶς τεθέανται τὸν βασιλέα Βασίλειον, στρυφνὸς οὗτος δοκεῖ καὶ τὸ ἦθος ἀπεξεσμένος, δύσοργός τε καὶ οὐ ταχὺ μεταβάλλων, μέτριός τε τὴν δίαιταν καὶ τὸ ἁβρὸν ἐκ παντὸς ἐκτρεπόμενος· ὡς δὲ ἐγὼ τῶν ἀρχαιολογούντων περὶ αὐτὸν ξυγγραφέων ἤκουσα, οὐ πάνυ τι τοιοῦτος τὸ κατ' ἀρχὰς ἦν, ἀλλ' ἐξ ἀνειμένου βίου καὶ τρυφηλοῦ εἰς τὸ σύντονον μετεβάλετο, τῶν πραγ μάτων οἷον ἐπιστυψάντων αὐτῷ τὸ ἦθος, καὶ τὸ μὲν διερ ρυηκὸς τονωσάντων, συντεινάντων δὲ τὸ χαῦνον καὶ τὴν ὅλην αὐτῷ μεταβαλόντων ζωήν. Ἐπεὶ τά γε πρῶτα καὶ ἀπαρα καλύπτως ἐκώμαζε καὶ θαμὰ ἤρα καὶ συσσιτίων ἐφρόντιζε, βασιλικάς τε ῥᾳθυμίας καὶ ἀναπαύλας ἑαυτῷ ἀπεμέτρει, καὶ τῆς τε νεότητος, τῆς τε βασιλείας ὅσον εἰκὸς παραπέ λαυεν· ἀφ' οὗ δὲ ὁ Σκληρὸς ἐκεῖνος, καὶ ὁ μετ' ἐκεῖνον Φωκᾶς, καὶ αὖθις ὁ πρῶτος τρίτος ἐγεγόνει, καὶ οἱ λοιποὶ βασιλειᾶν ἤρξαντο, καὶ ἐξ ἑκατέρων αὐτῷ τῶν μερῶν ἀντ ανέστησαν, ὅλοις ἱστίοις ἀπενεχθεὶς τῆς τρυφῆς, ὅλῳ πνεύ ματι ἀντείχετο τῆς σπουδῆς· ἐπιγενόμενος γὰρ τοῖς ἐγγύθεν αὐτῷ τὴν ἡγεμονίαν παρειληφόσιν, ἅπαν εὐθὺς ἄρδην τὸ ἐκείνων γένος ἀπολλύειν ἐπικεχείρηκε. 

 1.5τ Περὶ τῆς ἀποστασίας τοῦ Σκληροῦ. ∆ιὰ ταῦτα οἱ ἐκείνων ἀνεψιαδεῖς πολέμους κατ' αὐτοῦ σφοδροὺς ἀνερρίπισαν· καὶ πρῶτός γε ὁ Σκληρὸς, ἀνὴρ καὶ βουλεύσασθαι ἱκανὸς καὶ καταπράξασθαι περι δέξιος, πλοῦτόν τε περιβεβλημένος, μέγα ἀρκοῦντα τυράννῳ, καὶ δυναστείας ἔχων ἰσχὺν, πολέμους τε μεγάλους κατωρ θωκὼς, καὶ τὸ στρατιωτικὸν ἅπαν συννεῦον ἔχων πρὸς τὸ ἐκείνου βούλημα. Οὗτος τοιγαροῦν πολλοὺς συναιρομένους ἔχων τῇ τυραννίδι, πρῶτος τὸν κατὰ τοῦ Βασιλείου τεθάρ ρηκε πόλεμον, καὶ πᾶσαν ἐπ' αὐτῷ ἱππικήν τε καὶ πεζικὴν παρήλαυνε δύναμιν, καὶ ὡς ἐπὶ προκειμένῳ πράγματι τῇ βασιλείᾳ προῄει τεθαρρηκώς. Τὰ πρῶτα μὲν οὖν ἀπεγνώ κεισαν οἱ περὶ τὸν βασιλέα τὰς σῳζούσας ἐλπίδας, τὴν ὁπλιτικὴν πᾶσαν ἰσχὺν τῷ Σκληρῷ ἐγνωκότες συρρεύσασαν· ἔπειτα δὲ συλλεξάμενοι ἑαυτοὺς καὶ περὶ τῶν ὅλων γνωσι μαχήσαντες, ὥσπερ ἐν ἀπόροις πόρον εὑρηκέναι ᾠήθησαν, καὶ Βάρδαν τινὰ, εὐγενέστατον ἄνδρα καὶ γενναιότατον, τοῦ βασιλέως Νικηφόρου ἀδελφιδοῦν, ἀξιόμαχον περὶ τὸν τυραν νήσαντα Σκληρὸν κρίναντες, τὰς καταλελειμμένας δυνάμεις φέροντες τούτῳ παρέδωσαν, καὶ τοῦ στρατοπέδου παντὸς ἡγεμόνα πεποιηκότες, ἀντιστησόμενον τῷ Σκληρῷ ἐκπεπόμ φασιν.

 1.6 Ἐπεὶ δὲ καὶ περὶ τούτῳ οὐδὲν ἔλαττον τοῦ Σκληροῦ ἐδεδοίκεσαν, ἅτε βασιλείου τυγχάνοντι γένους, καὶ οὐδὲν σμικροπρεπῶς ἐννοησομένῳ περὶ αὑτοῦ, περιδύουσι μὲν τὸ πολιτικὸν τῆς περιβολῆς σχῆμα καὶ ὅσον οἶδεν ἡ τυραννὶς, τῷ δὲ τῆς ἐκκλησίας κλήρῳ ἐγκαταλέγουσιν, εἶτα δὴ καὶ φρικώδεσιν ὅρκοις καταλαμβάνουσιν τοῦ μὴ ἀποστασίας ἁλῶναί ποτε ἢ παραβάσεως τῶν ὠμοσμένων· οὕτω γοῦν αὐτὸν ἐξεγγυησάμενοι μετὰ πασῶν ἐκπεπόμφασι τῶν δυνά μεων. 

 1.7 Ἦν δ' ὁ ἀνὴρ οὗτος, ὡς ὁ λόγος ἔχει, τὴν μὲν γνώμην ἐς τὸν θεῖον ἀναφέρων καὶ βασιλέα, συννενεφὼς ἀεὶ καὶ ἐγρηγορὼς, καὶ πάντα προϊδεῖν καὶ συνιδεῖν ἱκανὸς, πολεμικῶν τε τεχνασμάτων οὐδενὸς ἀδαὴς, ἀλλὰ πάσαις μὲν τειχομαχίαις, πάσαις δὲ λοχίσεσι καὶ ταῖς ἐκ παρα τάξεως ἀγωνίαις ἐθὰς, τὰς δὲ διὰ χειρὸς πράξεις δραστι κώτερος ἐκείνου καὶ γενναιότερος· ὁ γάρ τοι πληγὴν παρ' ἐκείνου δεξάμενος εὐθέως ἀφῄρητο τὴν ψυχήν· κἂν πόρρω θεν ἐπεβόησεν, ὅλην συνετάραττε φάλαγγα. Οὗτος τοιγα ροῦν τὰς ὑπ' αὐτὸν διελὼν δυνάμεις καὶ εἰς λόχους ἐγκατα τάξας, οὐχ ἅπαξ ἀλλὰ καὶ πολλάκις τὴν ἀντικειμένην εἰς φυγὴν ἔτρεψε φάλαγγα, καὶ τοῦτο πλήθει τῶν ἀντιτεταγ μένων· τοσοῦτον <δὲ> τῶν ἐναντίων ἐλάσσων ἐτύγχανεν ὢν, ὅσῳ τῇ τέχνῃ καὶ τοῖς στρατηγήμασι κρείττων ἐδόκει καὶ γενναιότερος.

 1.8 Ἐθάρρησαν γοῦν ποτε πρὸς ἀλλήλους καὶ οἱ τῶν ἀντικειμένων ἡγεμόνες ταγμάτων καὶ μονομαχῆσαι ἐκ συνθήματος εἵλοντο· καὶ μέντοιγε συνελάσαντες εἴς τι μεταίχμιον, εἶδόν τε ἀλλήλους καὶ ἐν συμβολαῖς εὐθὺς ἐγεγόνεισαν. Καὶ πρῶτός γε ὁ τυραννεύων Σκληρὸς, οὐκ ἐπισχὼν ἑαυτὸν τῆς ὁρμῆς, ἀλλ' εὐθὺς νόμους ἀγωνίας παραβεβηκὼς, ὁμοῦ τε ἀγχοῦ τῷ Φωκᾷ ἐγεγόνει καὶ παίει τοῦτον ὡς εἶχε κατὰ κεφαλῆς, δυναμώσας τὴν χεῖρα τῇ φορᾷ τῆς ὁρμῆς· καὶ ὁ πεπληγὼς πρὸς τὸ ἀδόκητον τῆς πληγῆς βραχύ τι τοῦ χαλινοῦ γεγονὼς ἀκρατὴς, αὖθις συνηθροίκει τοὺς λογισμοὺς, καὶ κατὰ ταὐτοῦ μέλους τὸν πλήξαντα παίσας, τῆς πολεμικῆς ὁρμῆς ἔπαυσε καὶ φυγεῖν παρεσκεύασεν. 

 1.9 Αὕτη τελεωτέρα κρίσις καὶ δημοτελεστέρα ἀμφοῖν ἔδοξε· καὶ ὁ Σκληρὸς τοῖς ὅλοις ἐξαπορηθεὶς, καὶ μήτε πρὸς τὸν Φωκᾶν ἀντιστῆναι ἔτι δυνάμενος, προσδραμεῖν τε τῷ βασιλεῖ αἰσχυνόμενος, βουλὴν βουλεύεται οὔτε συνετω τάτην οὔτε ἀσφαλεστάτην· ἀπάρας γὰρ ἐκ τῶν Ῥωμαϊκῶν ὁρίων εἰς τὴν τῶν Ἀσσυρίων μετὰ πασῶν αὐτοῦ τῶν δυνά μεων συνήλασε γῆν, καὶ δῆλον αὑτὸν καταστήσας Χοσρόῃ τῷ βασιλεῖ, εἰς ὑποψίαν ἐκίνησεν· οὗτος γὰρ τό τε πλῆθος φοβηθεὶς τῶν ἀνδρῶν, ἴσως δὲ καὶ ὑποπτεύσας τὴν ἀθρόαν ἔφοδον, δεσμώτας πεποιηκὼς ἐν ἀσφαλεῖ κατεῖχε φρουρᾷ.

 1.10τ Περὶ τῆς ἀποστασίας Βάρδα τοῦ Φωκᾶ. Ὁ δέ γε Φωκᾶς Βάρδας τῷ βασιλεῖ Ῥωμαίων ἐπαναζεύγνυσι, καὶ τῆς τε τροπαιοφόρου ἐτετυχήκει πομ πῆς, τοῖς τε περὶ τὸν βασιλέα συναρίθμιος ἐτύγχανεν ὤν. Οὕτω μὲν οὖν ἡ πρώτη τυραννὶς καταλέλυται, καὶ ὁ βασιλεὺς Βασίλειος ἀπηλλάχθαι πραγμάτων ἔδοξε· ἡ δὲ δόξασα αὕτη κατάλυσις ἀρχὴ πολλῶν ὠδίνων οὖσα ἐτύγχα νεν. Ὁ γάρ τοι Φωκᾶς πρῶτα μὲν μειζόνων ἀξιωθεὶς, ἔπειτα ἐλαττόνων, καὶ αὖθις ὑπορρεούσας αὐτῷ τὰς ἐλπίδας ὁρῶν, ἅμα δὲ καὶ μὴ προδεδωκέναι τὴν πίστιν οἰόμενος, ἐπὶ ῥητοῖς προσβᾶσαν καὶ φυλαχθεῖσαν, σὺν τῷ κρατίστῳ μέρει τοῦ στρατοπέδου βαρυτέραν τε καὶ χαλεπωτέραν κατὰ τοῦ Βασιλείου τυραννίδα ἀνίστησι· καὶ τὰ πρῶτα γένη τῶν τότε δυναμένων ἀναρτησάμενος, καὶ εἰς ἀντίπαλον μοῖραν ἀπο κριθεὶς, στράτευμά τε Ἰβηρικὸν ἀπολεξάμενος ἑαυτῷ (ἄνδρες δὲ οὗτοι τό τε μέγεθος εἰς δέκατον πόδα ἀνεστη κότες καὶ τὴν ὀφρὺν σοβαρὰν ἕλκοντες), οὐκ ἔτι ἐν ὑπο νοίαις, ἀλλὰ μετὰ τῆς βασιλικῆς τιάρας καὶ τοῦ ἐπισήμου χρώματος τὴν τυραννικὴν στολὴν ἀμφιέννυται. 

 1.11 Εἶτα γίνεταί τι τοιοῦτον· πόλεμός τις ἀλλόφυλος καταλαμβάνει τὸν Βαβυλώνιον, ᾧ προσπεφευγότες οἱ περὶ τὸν Σκληρὸν, ὥσπερ δήπου ὁ λόγος ἐγνώρισε, ἀντιστρόφους εὕροντο τὰς ἐλπίδας, καὶ ὁ πόλεμος βαρὺς καὶ δεινὸς καὶ πολλῶν δεόμενος τῶν ἀντιστησομένων χειρῶν καὶ δυνάμεων· καὶ ἐπειδὴ οὐκ εἶχεν οὗτος τῷ οἰκείῳ μόνῳ στρατοπέδῳ θαρρεῖν, ἐπὶ τοὺς φυγάδας τίθεται τὰς ἐλπίδας, καὶ λύει μὲν εὐθὺς τῶν δεσμῶν, ἐξάγει δὲ τῆς φρουρᾶς, ὁπλίζει τε καρτερῶς, καὶ κατ' εὐθὺ τῆς ἐναντίας ἵστησι φάλαγγος. Οἳ δὲ, ἅτε γενναῖοι ἄνδρες καὶ μάχιμοι, καὶ τάξεις εἰδότες ὁπλιτικὰς, ἑκατέρωθεν διαστάντες, εἶτα δὴ ἀθρόον ἐξιππα σάμενοι καὶ τὸ ἐνυάλιον ἀλαλάξαντες, τοὺς μὲν αὐτοῦ κτεί νουσι, τοὺς δὲ τρέψαντες εἰς φυγὴν, εἶτ' ἄχρι τοῦ χάρακος ἐξελάσαντες, ἄρδην ἅπαντας ἀνῃρήκασιν· ἀναζευγνύντες δὲ, ὥσπερ ἐκ ταὐτοῦ συνθήματος τῆς ψυχῆς, πρὸς φυγὴν ἐτρέψαντο ἑαυτούς· ἐδεδοίκεσαν γὰρ αὖθις τὸν βάρβαρον, ὡς οὐ δεξιῶς τούτοις προσενεχθησόμενον, ἀλλὰ πάλιν ἐν πέδαις καθείρξοντα. Κοινῇ γοῦν ἀνὰ κράτος φεύγοντες, ἐπειδὴ πλεῖστον τῆς Ἀσσυρίων ἀπεληλύθεισαν γῆς, καὶ ἡ φυγὴ καταφανὴς τῷ βαρβάρῳ ἐγένετο, τοῖς ἐπιτυχοῦσι τότε τοῦ συνηθροισμένου στρατεύματος τὴν ἐπιδίωξιν αὐτῶν ἐγκελεύεται· καὶ πολύ τι πλῆθος κατὰ νώτου τούτοις συνεισπεσόντες, ἔγνωσαν ὅσῳ τῷ μέτρῳ τῆς τῶν Ῥωμαίων ὑστεροῦσι χειρός· οἱ γάρ τοι φυγάδες ἀθρόον τοὺς χαλινοὺς στρέψαντες, καὶ ἐλάττους πρὸς πολλαπλασίους ἀγωνιζό μενοι, βραχυτέρους ἑαυτῶν τοὺς καταλελειμμένους πρὸς τὴν φυγὴν πεποιήκασιν.
 1.12 Ὁ μὲν οὖν Σκληρὸς τυραννεύσειν τε αὖθις ᾤετο καὶ τὰς ὅλας καθέξειν δυνάμεις, ἀνακεχωρηκότος τε τοῦ Φωκᾶ ἤδη καὶ πάσης τῆς βασιλείου διασκεδασθείσης δυνά μεως· ἐπεὶ δὲ πρὸς τοῖς Ῥωμαϊκοῖς ὁρίοις γενόμενος, τὸν Φωκᾶν ἐμεμαθήκει βασιλειῶντα, ἐπειδὴ οὐχ οἷός τε ἦν καὶ τῷ βασιλεῖ μάχεσθαι, τὸν μὲν καὶ αὖθις ὑβρίσας, τῷ δὲ μετὰ τοῦ ἐλάττονος προσεληλυθὼς σχήματος, ἐκεῖνον μὲν τῶν πρωτείων ἠξίωσε, αὐτὸς δὲ μετ' ἐκεῖνον ὡμολόγησε τάτ τεσθαι· εἶτα δὴ διχῇ διελόμενοι τὰς δυνάμεις, μακρῷ τὴν τυραννίδα εὐσθενεστέραν εἰργάσαντο. Οἳ μὲν οὖν τάξεσι καὶ παρεμβολαῖς ἐπεποίθεσαν, καὶ μέχρι τῆς Προποντίδος καὶ τῶν παραλίων ἐν ταύτῃ χωρίων κατεληλύθεσαν, ἐπ' ἀσφαλοῦς τοὺς χάρακας θέμενοι, καὶ μονονοὺ ὑπεράλλεσθαι καὶ αὐτὴν ἐπιχειροῦντες τὴν θάλασσαν.

 1.13 Ὁ δὲ βασιλεὺς Βασίλειος τῆς τῶν Ῥωμαίων ἀγνωμοσύνης κατεγνωκὼς, ἐπειδήπερ οὐ πρὸ πολλοῦ ἀπὸ τῶν ἐν τῷ Ταύρῳ Σκυθῶν λογὰς πρὸς αὐτὸν ἐφοίτησεν ἀξιόμαχος, τούτους δὴ συγκροτήσας, καὶ ξενικὴν ἑτέραν ξυλλοχισάμενος δύναμιν, κατὰ τῆς ἀντικειμένης ἐκπέμπει φάλαγγος· οἳ δὴ καὶ ἐκ τοῦ παρ' ἐλπίδας ἐπιφανέντες αὐτοῖς, οὐ πρὸς μάχην διεγηγερμένοις, ἀλλὰ πρὸς μέθην κατακεκλιμένοις, οὐκ ὀλίγους τε αὐτῶν ἀνῃρήκασι καὶ τοὺς καταλελειμμένους ἄλλους ἀλλαχόσε διέσπειραν· συνίσταται δὲ καὶ πρὸς αὐτὸν τὸν Φωκᾶν στάσις αὐτοῖς καρτερά.

 1.14 Συμπαρῆν δὲ τῷ τῶν Ῥωμαίων στρατῷ καὶ ὁ βασιλεὺς Βασίλειος ἄρτι γενειάζων καὶ τὴν πρὸς τοὺς πολέμους ἐμπειρίαν λαμβάνων· ἀλλ' οὐδὲ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Κωνσταντῖνος ἀπῆν τῆς παρεμβολῆς· ἀλλὰ καὶ οὗτος θώρακά τε περιβαλλόμενος καὶ δόρυ μακρὸν ἐπισείων, μέρος τῆς φάλαγγος ἦν. 

Συνέχεια εδώ

Η Χρονογραφία του Μιχαήλ Ψελλού (1018-1096 μ.Χ.), μια σειρά βιογραφιών δεκατεσσάρων αυτοκρατόρων, είναι το εκθαμβωτικό αριστούργημα που άνθησε, στην καρδιά του 11ου αιώνα, στα ανάκτορα του Βυζαντίου. Το ζωντανό και σφριγηλό αυτό χρονικό, γεμάτο λεπτές ψυχολογικές παρατηρήσεις και βαθιά γνώση των πολιτικών δυνάμεων, "ένα αληθινό προσωπογραφικό πανόραμα" (Cyril Mango), είναι ένα ιστορικό και φιλολογικό τεκμήριο υψίστης σημασίας. [...]
Ο Ψελλός ήταν ένας πνευματικός γίγας που, περισσότερο από κάθε άλλον, προετοίμασε το έδαφος για την άνθηση της τέχνης, των γραμμάτων και της επιστήμης κατά τον 12ο αιώνα. Μολονότι δεν υπάρχει τομέας γνώσης που δεν έχει εξερευνήσει, η κυριότερη συμβολή του αφορά τα εξής δύο : μια νέα και βαθύτερη κατανόηση της πλατωνικής ιδεαλιστικής παράδοσης και μια μοναδική προσοχή στο ύφος και στην κομψότητα της έκφρασης. Επιπλέον, πολλές από τις σημαντικότερες πνευματικές φυσιογνωμίες των επόμενων γενεών μαθήτευσαν σε κείνον. Έλαβε τον τίτλο του υπάτου των φιλοσόφων. [...]
Στον ηθικό κόσμο του Ψελλού δεν υπάρχουν ουρανοί. Παρά τις διακηρύξεις χριστιανικής ευλάβειας, το παν συγκεντρώνεται στον επίγειο κόσμο· και σ' όλη τη γη, μόνο ένας τόπος είναι άξιος να προσελκύσει το ονειροπόλο και ανελέητο βλέμμα του : ο αυτοκρατορικός θρόνος που διεγείρει στον άνθρωπο τον άμετρο πόθο της κατάκτησης, τη σκληρότητα, τον φθόνο ή την πιο απίστευτη κουφότητα. Όσο μόνος είναι ο αυτοκράτορας, άλλο τόσο είναι και ο Ψελλός: η μεγάλη μούσα του είναι η άγρια περιφρόνηση προς όλους - τους βλάκες, τους ματαιόδοξους, τους θεοσεβείς και τελικά τους αυτοκράτορες που εκτιμά και εγκωμιάζει. Η ιδιοφυία του ως ψυχογράφου τον τοποθετεί πλάι στους μεγάλους μυθιστοριογράφους όλων των τόπων και όλων των εποχών: ο Ψελλός γνωρίζει τις πιο απόκρυφες σκέψεις των ηρώων του, εκείνες που οι ίδιοι αγνοούν επειδή δεν τις αποκαλύπτουν ούτε στον εαυτό τους· και τις παρουσιάζει όχι με την παγιότητα του χαρακτηρισμού, αλλά με τη ρευστότητα των χειρονομιών. Εκείνος βλέπει : όλα τα αισθήματα διαφαίνονται στα βίτσια, στην ακολασία, στις αρρώστιες, στα τερατώδη οιδήματα, στις ερωτικές μανίες, στη θανάσιμη κατάρρευση των σωμάτων, πάνω στα οποία προσηλώνεται το σκληρό και αδηφάγο βλέμμα του. Μόλις ο αναγνώστης κλείσει το θαυμάσιο αυτό βιβλίο, έχει την εντύπωση ότι έχει διατρέξει όλη τη σκοτεινή τραγωδία και τη φελοία φάρσα της ανθρώπινης ζωής, διαβάζοντας λόγια χαραγμένα στο μάρμαρο και συνάμα τυπωμένα στην πιο φθαρτή και πιο πρόσκαιρη από τις εφημεριδούλες της αυλής. (Από την παρουσίαση της έκδοσης)

Σχεδιαστές μόδας στην Όπερα