Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

«Το Μήνυμα» της Διώνης Δημητριάδου


επιμέλεια στήλης Βιβή Γεωργαντοπούλου


Χαράς ευαγγέλια!

Άρχισαν να έρχονται τα πρώτα διηγήματα  στο ΔΙΗΓΗΜΑ του Cantus Firmus. Η αρχική μας πρόθεση ήταν να δημοσιεύεται ένα κάθε βδομάδα για να εξασφαλίζεται επαρκής χρόνος να διαβαστεί όσο γίνεται από περισσότερους.Αν κρίνω όμως από την συμμετοχή νομίζω ότι δεν θα τηρηθεί αυτό,θα έχουμε δυο και τρία διηγήματα ανά έξι κι εφτά μέρες ,γιατί όχι.

Σήμερα η στήλη φιλοξενεί το διήγημα της Διώνης Δημητριάδου  «Το Μήνυμα»





Kenneth Eugene Walker με τίτλο "Lone Man Walking" του 2002



«Το μήνυμα»

Άνοιξε το παράθυρο μια στάλα.Ίσα να μπορέσει να κοιτάξει από μέσα προς τα έξω.Όχι σπουδαία πράγματα.Τι να δει από μια χαραμάδα άλλωστε. Όλα, βέβαια, είναι υπόθεση οπτικής γωνίας, έτσι δεν είχε μάθει από παιδί, έτσι δεν τον είχαν δασκαλέψει γονείς και δάσκαλοι για να μπορεί πάντοτε να επιβιώνει σε χαλεπούς καιρούς; Όπως αυτός εδώ τώρα.
Ο δρόμος ήταν έρημος, απόλυτα ταιριαστός με την ψυχή μου, σκέφτηκε.
Ωραία!Η ώρα είναι κατάλληλη.Δεν θα με πάρει κανείς είδηση.
Λίγο μετά άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του και βγήκε στον δρόμο. Το κρύο (η πρωινή δροσιά, καλύτερα) δεν τον ενοχλούσε και πολύ. Πάντως δεν επρόκειτο να καθυστερήσει.Σε λίγη ώρα θα τελείωνε και θα γυρνούσε πίσω στο οικείο περιβάλλον του δωματίου του.
Στην πρώτη πόρτα που συνάντησε δεν δυσκολεύτηκε καθόλου.Σε κάποιες από τις επόμενες τα πράγματα ήταν πιο περίπλοκα,ίσως έφταιγε η επιφάνεια ίσως η πάχνη δεν βοηθούσε τόσο. Σε μια περίπτωση χρειάστηκε να κρυφτεί βιαστικά πίσω από ένα δέντρο, καθώς η πόρτα άνοιξε ξαφνικά και ένας άνδρας (πρωινός πολύ κι αυτός) βγήκε έξω και με γρήγορα βήματα απομακρύνθηκε.Ευτυχώς δεν τον είχε δει.
Συνέχισε μέχρι που τελείωσαν τα σπίτια αυτού του δρόμου. Έστριψε στη γωνία και πήρε πάλι πόρτα πόρτα τα σπίτια κι αυτού αλλά και του επόμενου δρόμου, ώσπου τελείωσαν και τα σπίτια αλλά και οι δυνάμεις του.
Κατευθύνθηκε προς το δικό του σπίτι. Εκεί ξάπλωσε στο κρεβάτι του, ήσυχος και ικανοποιημένος. Το έργο είχε συντελεστεί.

Μπορεί να αποκοιμήθηκε λιγάκι. Τον ξύπνησε ο θόρυβος που ερχόταν από τον δρόμο. Σηκώθηκε και μισάνοιξε το παράθυρο. Έβλεπε τους ανθρώπους να συνομιλούν ανήσυχοι. Έπιανε κάποιες κουβέντες.
«Τι είναι πάλι τούτο;»
«Ποιος το έκανε;»
«Είναι κάποιο μήνυμα; Είναι μάλλον μεταφορικό.»
«Φάρσα είναι μωρέ. Τίποτε παλιόπαιδα.»
«Μπα! Δεν είναι δουλειά παιδιών αυτή
Χαμογέλασε ευχαριστημένος. Θα σας δείξω εγώ, παλιοβολεμένοι. Τι νομίζατε; Όλα πάντα θα έρχονται, όπως τα ξέρατε; Τώρα να σας δω!
Πήρε το σοβαρό (και κάπως ανήσυχο ύφος) που άρμοζε στην περίσταση και βγήκε έξω. «Τι τρέχει, βρε παιδιά; Τι πάθατε
«Να, δες εδώ. Το ίδιο και ο άλλος και τούτος. Όλοι. Εσύ τίποτε δεν βρήκες;»
«Εγώ, όχι. Τι να βρω
Του έδειξαν. Έκανε τον ξαφνιασμένο.Οι άλλοι τον κοίταξαν με καχυποψία. Γιατί, δηλαδή, όλοι μαζί κι αυτός χώρια;
«Λοιπόν», είπε για να δώσει ένα τέλος στη δύσκολη στιγμή, «να μαζευτούμε στο καφενείο και να συζητήσουμε αυτή την περίεργη κατάστασηΣε μισή ώρα όλοι εκεί. Και να έχετε και προτάσεις. Να δούμε τι θα κάνουμε
Όταν απομακρύνθηκαν όλοι σκεπτικοί και ανήσυχοι, πήγε προς το σπίτι του. Εκεί έξω από την πόρτα του, χαμηλά κάτω, είδε ένα ταπεινό λουλουδάκι, που μόλις είχε ξεμυτίσει από το χώμα.
«Μπα, εσύ πού βρέθηκες; Δεν πληροφορήθηκες τα γεγονότα; Κρύψου καλύτερα μη σε δουν», του είπε τρυφερά.
Σε λίγη ώρα κατηφόριζε για το καφενείο, εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι και οι υπόλοιποι. Είχαν αφήσει όλοι τις δουλειές τους. Είχαν μαζί τους το χαρτί που είχαν βρει κολλημένο στην εξώθυρά τους. Με κεφαλαία γράμματα έλεγε:
ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ!
ΦΕΤΟΣ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΕΡΘΕΙ Η ΑΝΟΙΞΗ.
ΦΥΛΑΧΤΕΙΤΕ!



Η Διώνη Δημητριάδου  γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη αλλά κατοικεί στην Αθήνα. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία και δίδαξε σε δημόσια λύκεια. Ασχολείται με τη συγγραφή και με την κριτική λογοτεχνίας. Βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Νοών». Συμμετείχε σε συλλογικές εκδόσεις (εκδόσεις Σιδέρης, Μικρές εκδόσεις, Διάνυσμα). Έχει στο διαδίκτυο το προσωπικό ιστολόγιο «Με ανοιχτά βιβλία» (http://meanoihtavivlia.blogspot.gr/2015/10/blog-post_24.html)

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

"Απαγορευμένη πατρίδα" της Ελένης Λόππα


Ο Δ. Χατζής και η διάδοση των νεοελληνικών Γραμμάτων στα Βαλκάνια






Ελένη Κουρμαντζή

Τον Μάιο του 2013 το Πανεπιστήμιο του Plovdiv (Φιλιππούπολη) της Βουλγαρίας προσκάλεσε την Επισκέπτρια Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Βελίκο Τύρνοβο, Ελένη Κουρμαντζή, για μια σειρά διαλέξεων σχετικά με τις βουλγαρικές μεταφράσεις κειμένων της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Στο πλαίσιο αυτών των διαλέξεων αναπτύχθηκε και το θέμα των βουλγαρικών μεταφράσεων στα λογοτεχνικά κείμενα του Δημήτρη Χατζή, ενώ παράλληλα αναδείχθηκε η προσωπικότητα, η ταυτότητα, αλλά και το συνολικό έργο του γιαννιώτη λογοτέχνη. Επιπλέον, μαζί με τους φοιτητές, επιχειρήθηκε μια πρώτη συγκριτική προσέγγιση του πρωτότυπου λογοτεχνικού κειμένου του Χατζή «Το Βάφτισμα», παράλληλα με την αντίστοιχη βουλγαρική μετάφρασή του. Παραθέτουμε μέρος της διάλεξης της Ελένης Κουρμαντζή, η οποία αναπτύχθηκε διεξοδικότερα στην ανακοίνωσή της στο Συνέδριο του «Διαβαλκανικού Πολιτισμού» του Πανεπιστημίου «Άγιος Κύριλλος και Άγιος Μεθόδιος» του Βελίκο Τύρνοβο (Απρίλιος 2014).

Δημήτρης Χατζής: Βουλγαρικές Μεταφράσεις του έργου του

Το ενδιαφέρον της βουλγαρικής διανόησης για τη νεοελληνική πεζογραφία και ποίηση ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του 1940. Λόγω του πνεύματος της εποχής, προσανατολίζεται προς συγκεκριμένη πεζογραφία. Είναι αυτή η πεζογραφία που ασχολείται με θέματα της Κατοχής και της Αντίστασης, και λιγότερο με τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο (1946-1949). Έτσι, πρωτοπαρουσιάζεται η αξιόλογη ελληνίδα ποιήτρια και πεζογράφος, Μέλπω Αξιώτη, η οποία στα έργα της ασχολείται επισταμένα με τις παραπάνω θεματικές. Τα έργα αυτά είναι: Ελλάδα - Κούνια μιας τραγωδίας (1947) και Εικοστός αιώνας (μυθιστόρημα, 1949). Ακολουθεί ο Δημήτρης Χατζής, με το έργο του Μουργκάνα (1949). Στην επόμενη δεκαετία το ενδιαφέρον της βουλγαρικής διανόησης θα στραφεί και σε νεοελληνικά έργα περισσότερο κλασσικά, με λογοτέχνες όπως οι Νίκος Καζαντζάκης, Εμμανουήλ Ροΐδης, Θέμος Κορνάρος, Κ. Π. Καβάφης, Κώστας Βάρναλης, κ.ο.κ.
Στον τομέα των μεταφράσεων, της επιμέλειας και της παρουσίασης των νεοελληνικών έργων πρωτοστατεί ο εκδοτικός οίκος «Narodna Kultura», ο οποίος εργάζεται σε αυτόν τον τομέα έως και τη δεκαετία του 1980. Επίσης, η εφημερίδα ОТЕЧЕСТВЕН ФРОНТ (Πατριωτικό Μέτωπο), και το περιοδικό СЕПТЕМВРИ ασχολούνται συχνά με τη νεοελληνική διηγηματογραφία. Ακούραστοι μεταφραστές και επιμελητές έργων της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας παραμένουν, μεταξύ άλλων, οι Γκεόργκι Κριστώφ Κούφωφ, Στέφαν Γκέτσιεβ και Σάββας Αχιλλέα.
Θα παρουσιάσουμε εδώ τα μεταφρασμένα στα βουλγαρικά έργα του Δημήτρη Χατζή, αφού πρώτα παραθέσουμε μερικά ενδεικτικά βιογραφικά του στοιχεία. Εγγονός τυπογράφου, γιος διευθυντή εφημερίδας και χρονογράφου, σπούδασε στην Αθήνα Νομική, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του, και το 1931 επιστρέφει στα Γιάννενα, όπου και μυείται, μαζί με τον αδελφό του Άγγελο, στα σοσιαλιστικά ιδεώδη, με καθοδηγητή τον Βασίλη Καρασκόγια. Το 1936 εξορίζεται στη Φολέγανδρο, ενώ το 1941 εντάσσεται στην Αντίσταση. Το 1944 καταφεύγει στον ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός), έχοντας ήδη εργαστεί ως δημοσιογράφος και τυπογράφος στον «παράνομο» τύπο του Ε.Α.Μ. (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και της εφημερίδας Ελεύθερη Ελλάδα. Το 1946 εξορίζεται στην Ικαρία, χρονιά κατά την οποία εκδίδεται το βιβλίο του Φωτιά, το πρώτο μυθιστόρημα της ελληνικής Αντίστασης, το οποίο και βραβεύεται αργότερα.
Στέλνεται στα Γιάννενα από την Αθήνα, προκειμένου να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, αλλά δραπετεύει και εντάσσεται στον Δημοκρατικό Στρατό. Με την ήττα και την τελική υποχώρηση του Δημοκρατικού Στρατού, το 1949, ο Χατζής εγκαθίσταται στην Ουγγαρία και εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα των ελλήνων προσφύγων. Μελετά Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Ιστορία και Λογοτεχνία, ενώ γνωρίζεται παράλληλα με τον Καθηγητή Gyula Moravcik. Με προτροπή το ιδίου, ο Δ. Χατζής πηγαίνει στην Ακαδημία Επιστημών του Ανατολικού Βερολίνου, από το 1957 έως και το 1962, όπου και τελειώνει τη διδακτορική του Διατριβή με θέμα: «Die Monodien über die Eroberung Konstantinopels durch die Türken» (Μονωδίες για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους), υπό την εποπτεία του Καθηγητή Johannes Irmscher.
Στην Ουγγαρία ο Δ. Χατζής θεμελιώνει το Νεοελληνικό Ινστιτούτο, όπου για πρώτη φορά διδάσκονται τα Νέα Ελληνικά και η Νέα Ελληνική Λογοτεχνία, ενώ παράλληλα συνεργάζεται με τον εκδοτικό οίκο «Europa», στον οποίον εισηγείται και επιμελείται 80 περίπου εκδόσεις έργων της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στην ουγγρική γλώσσα. Ο Δημήτρης Χατζής, με τη συνεχή και ακούραστη επιμονή του, γίνεται μόνιμος συντάκτης του περιοδικού Πυρσός της Ανατολικής Γερμανίας και συνεργάζεται τον ίδιο καιρό με το λογοτεχνικό περιοδικό της Αθήνας Επιθεώρηση Τέχνης.  Θεωρείται μια σημαντική μορφή, όσον αφορά τη διάδοση των νεοελληνικών Γραμμάτων και του νεοελληνικού πολιτισμού στα Βαλκάνια και ευρύτερα στις ευρωπαϊκές χώρες.
Θα παρουσιάσουμε εδώ το μεταφρασμένο στα βουλγαρικά έργο του Δημήτρη Χατζή, κατά χρονολογική σειρά:

1949
Μουργκάνα (όνομα βουνού στα βόρεια της Ηπείρου): Εκδίδεται από τη «Φωνή του Μπούλκες», εκδοτικός οίκος «Ελλάς Πρεςς». Μεταφραστής Στέφαν Γκέτσιεφ. Πρόκειται για μια νουβέλα που αφορά τις μάχες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας με τον Εθνικό Στρατό στο όρος Μουργκάνα, και, κατά το περιεχόμενο, μοιάζει περισσότερο με μια δημοσιογραφική ανταπόκριση και αφήγηση, παρά για ένα μυθιστόρημα. Οι περιγραφές εδώ είναι ακριβείς, μέχρι του σημείου να δίδονται και τα πραγματικά επώνυμα των αντιμαχόμενων.

1963
Φωτιά: Έκδοση «Ναρόντα Κουλτούρα». Μεταφραστής Γκεόργκι Κριστώφ (Κούφωφ). Σε σημείωση εισαγωγής του βιβλίου στην Περιφερειακή Βιβλιοθήκη «P. R. Slaveykov» του Veliko Tarnovo, καταγράφεται ένα «τιράζ» 10.090 αντιτύπων. Η Φωτιά περιέχει τρία διηγήματα: α΄ «Η Φωτιά», β΄ «Ο Πόλεμος» και γ΄ «Ο Δρόμος». Αφηγείται εδώ ο συγγραφέας γεγονότα που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της ιταλο-γερμανικής Κατοχής και τον τρόπο που η νεολαία των χωριών αποκόπτεται από τις «παραδοσιακές» αξίες, ώστε να καταταγεί στο Αντάρτικο. Θα παραθέσουμε εδώ, αντί άλλων, απόσπασμα σχολίου του Γκεόργκι Κριστώφ (Κούφωφ), μεταφραστή του παραπάνω έργου, το οποίο βρίσκεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Η Φωτιά είναι, όπως είναι αποδεκτό να λέμε, ένα φαρδύ πανί (καραβόπανο) του αγώνα του ελληνικού λαού εναντίον των δυνάμεων της απανθρωπιάς, οι οποίες έπνιξαν τον μισό κόσμο στο αίμα και μεταμόρφωσαν τον θάνατο σε σύμβολο της ισχύος τους».

1963
«Μαργαρίτα Περδικάρη»: Συλλογικός τόμος, έκδοση «Ναρόντα Κουλτούρα». Μεταφραστής Ντ. Ναλμπάντης. Διήγημα της Αντίστασης. Δίδεται εδώ μια παραδοσιακή, αστική, εκπεσμένη οικογένεια της πόλης των Ιωαννίνων, και από την άλλη, η ηρωίδα, ανιψιά της οικογένειας. Η ηρωίδα αυτή εκπροσωπεί τις νέες αξίες, τον Νέο Κόσμο, και γενικότερα παρουσιάζεται η συμμετοχή της στην Αντίσταση. Αποτέλεσμα, η ηρωίδα θα οδηγηθεί στο απόσπασμα και θα εκτελεστεί.

1965
«Ενηλικίωση»: Εφημερίδα Πατριωτικό Μέτωπο, 7 Ιανουαρίου 1965. Μεταφραστής Ντ. Κιτσέφσκι. Συμβολικό διήγημα, όπου, καθώς ενηλικιώνεται το μικρό παιδί, ταυτόχρονα ενηλικιώνεται και το μικρό μουλάρι, και αντιμετωπίζουν πλέον μαζί τα εμπόδια της ζωής.

1965
Τραγούδι στην Αθήνα: Έκδοση «Πρόσφιζντατ». Μεταφραστής Σάββας Αχιλλέα. Περιέχει τρία διηγήματα: α΄ «Τραγούδι στην Αθήνα», β΄ «Ντεντέκτιβ» και γ΄ «Σαμπεθάι Καμπιλής». Το «Τραγούδι στην Αθήνα» αναφέρεται στη Γερμανική Κατοχή στην Αθήνα, όπου κυριαρχεί ο τρόμος, η πείνα και ο φόβος των εκτελέσεων. Ο ήρωας του διηγήματος, στο τέλος, κάποια νύχτα, εξαφανίζεται. Στον «Ντεντέκτιβ», κείμενο αστυνομικής υφής, ο κεντρικός ήρωας, ο ντεντέκτιβ, δεν καταφέρνει να ανακαλύψει τον τρόπο που κάποιος έπεσε σε ένα πηγάδι. Στον «Σαμπεθάι Καμπιλή» δίδονται αρκετά στοιχεία για την Ισραηλιτική Κοινότητα Ιωαννίνων, καθώς επίσης και η ιδεολογία της Κοινότητας μέσω δύο προσώπων: του υπερσυντηρητικού «ηγέτη» της, μεγαλέμπορου, Σαμπεθάι Καμπιλή, και του ριζοσπάστη ποιητή και διανοούμενου Γιωσέφ Ελιγιά. Η παντοδυναμία του Σαμπεθάι Καμπιλή θα συντελέσει στην αποπομπή του Ελιγιά από τη σχολή όπου δίδασκε, καθώς και από τη γενέθλια πόλη του. Στο διήγημα αυτό ο Χατζής, μέσα από μια αριστοτεχνική πλοκή, δεικνύει την επιβολή της συντηρητικής ιδεολογίας στην Κοινότητα και την κυριαρχία της, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα το Ολοκαύτωμά της στις 25 Μαρτίου 1944. Ο Δημήτρης Χατζής παραθέτει στο παραπάνω διήγημα έναν συγκινητικό επίλογο, τον οποίον και διαβάζουμε: Μέσα σε λίγες ώρες η κοινότητα των εβραίων βούλιαξε ακέρηα. Με τη Συναγωγή της, τα μαγαζιά της, τους παράδες τους μαζωμένους πεντάρα - πεντάρα. Δεν έμεινε τίποτα… Ήταν ο ύστατος θρίαμβος του Σαμπεθάι Καμπιλή.

1968
Ανυπεράσπιστοι: Δημοσιεύεται στο λογοτεχνικό περιοδικό Σεπτέμβρης, Νο 3/1968. Μεταφραστής Σάββας Αχιλλέα. Εδώ ο Χατζής τίθεται υπεράνω των μαχών, μεταξύ του Εθνικού Στρατού και του Δημοκρατικού Στρατού, γιατί, μέσα στη δίνη των μαχών οι άνθρωποι είναι εκτεθειμένοι σε μια μεγαλύτερη δίνη, αυτή του χειμώνα και των βουνών, όπου, μέσα στις θύελλες και τα χιόνια, δύσκολα επιζεί ο άνθρωπος, ανεξαρτήτως πού ανήκει και πού τοποθετείται ιδεολογικά.

1982
«Σιούλας ο Ταμπάκος»: Ανθολογία έργων νεοελληνικής λογοτεχνίας. Συλλογικός τόμος. Έκδοση «Ναρόντνα Κουλτούρα». Μεταφραστής Βασίλ Στανίλοφ. Ένα από τα πιο δυνατά διηγήματα του Χατζή, όπου πάλι ο παλαιός κόσμος εκπίπτει (πρβλ. τον τίτλο της συλλογής «Το τέλος της μικρής μας πόλης»). Ο παλαιός αυτός κόσμος, ο οποίος εκπροσωπείται από τον Σιούλα τον βυρσοδέψη, δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στην πορεία των καιρών, πτωχεύει μέσα στις σύγχρονες οικονομικές - καπιταλιστικές ανακατατάξεις, αλλά, παρ’ όλα αυτά, διατηρεί την αξιοπρέπειά του.

Αγαπητοί Συνάδελφοι,
Αγαπητοί Φοιτητές και Φοιτήτριες,
Μετά την πτώση της Δικτατορίας στην Ελλάδα και μετά από 25 χρόνια εκτοπισμού του, ο Δημήτρης Χατζής επέστρεψε στην χώρα του τον Νοέμβριο του 1974. Επειδή όμως δεν του είχε δοθεί επίσημα η «χάρη», αναγκάστηκε να ξαναγυρίσει στην Ουγγαρία, από όπου και θα επιστρέψει οριστικά στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1975. Αυτός ο μεγάλος διανοούμενος, που είχε διατελέσει Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης και Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, αυτός που έκανε γνωστή τη Νεοελληνική Λογοτεχνία στα Βαλκάνια και ευρύτερα στην Ευρώπη, απορρίφθηκε από τα Πανεπιστήμια της Ελλάδας για να διδάξει, με το δικαιολογητικό ότι, ὁ καταδικασθεὶς εἰς οἰανδήποτε ποινὴν ἀναφερομένην εἰς τὰς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 18 τοῦ Νόμου 1811/1951 δὲν δύναται νὰ διορισθῆ εἰς δημοσίαν θέσιν ἢ θέσιν ὑπαλλήλου Ν.Π.Δ.Δ. διότι ἡ παραγραφὴ τοῦ ἀδικήματος ἢ ἀκόμη καὶ ἡ αποκατάστασις ἢ αμνηστεία ἢ καὶ χάρις, ἔστω καὶ ἂν ἔχουν ἁρθῆ αἱ συνέπειαι, δὲν αἵρουν τὴν ἀνικανότητα τοῦ καταδικασθέντος προσώπου προς διορισμόν.
Σας ευχαριστώ,
Plovdiv, 22 Μαΐου 2013
Veliko Tarnovo, 25 Απριλίου 2014

Μια προσέγγιση στις «Χυδαίες ορχιδέες» της Έλενας Μαρούτσου



γράφει και επιμελείται η Διώνη Δημητριάδου


από τις εκδόσεις Κίχλη


Μπορούμε να φανταστούμε ένα βιβλίο-δέντρο; Να απλώνει βαθιά τις ρίζες του σε αρχετυπικές μορφές της λογοτεχνίας, να δένει ψηλό κορμό με συστρεφόμενα τα κλαδιά του, έτσι ώστε να συμπλέκεται το ένα με το άλλο σε αγκαλιά σφιχτή, να φυτρώνουν πάνω τους πολύχρωμα φύλλα με αποτυπώσεις προσώπων αντί για νεύρα; Και όλο αυτό το γήινο σώμα να πάλλεται από την ηδονή εσωτερικών χυμών από τη ρίζα του ως την πιο ψηλή του κορυφή;
Αυτή την εικόνα δημιουργεί το πρόσφατο βιβλίο της Έλενας Μαρούτσου, που μας παρουσιάζεται με τη μορφή 11 διηγημάτων. Δεν μας ξαφνιάζει, φυσικά, το γεγονός ότι αυτές οι έντεκα ιστορίες έχουν  κάτι κοινό. Έτσι επιτάσσει η φόρμα μιας συλλογής διηγημάτων, να υπάρχει κάποια νοηματική (ρητή ή υπόρρητη) συνάφεια. Εδώ, ωστόσο, η σχέση είναι περισσότερο μια συγγένεια αίματος. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι κυριολεκτούμε, αν δεν μας υπενθύμιζε το ανά χείρας βιβλίο πως μιλάμε με όρους λογοτεχνικούς. Έτσι, λοιπόν, η αληθοφάνεια των χαρακτήρων υποστηρίζεται με την εισχώρηση του πλασματικού, του επινοημένου, και με αυτόν τον τρόπο “το ψέμα σώζει το ψέμα”.
Συνομιλούν οι ιστορίες μεταξύ τους, όπως τα κλαδιά του δέντρου, με την επίγνωση της κοινής ρίζας. Η αρχετυπική μορφή της Λαίδης Τσάτερλι, της εμβληματικής περσόνας του Ντ. Χ. Λώρενς, είναι που συνδέει τα νήματα των ιστοριών μέσω της ζωής των γυναικών-απογόνων της. Το νήμα που οδηγεί έξω από τον Λαβύρινθο απλώνει το μήκος του ως το σήμερα. Χωρίς να λησμονούμε ότι στο βάθος της ύπαρξης είναι ο Μινώταυρος που καιροφυλακτεί να μας επιστρέψει πίσω.
«Τα όνειρα είναι μηνύματα από αυτό το τέρας που βρίσκεται στο βάθος, στο σκοτάδι, όχι σινιάλα από την Αριάδνη που μας περιμένει έξω, στο μέλλον, στο φως».
Μια συνομιλία της κάθε ιστορίας με όλες τις άλλες αλλά και με τα λογοτεχνικά πρότυπά τους, που άλλοτε είναι ο Κάφκα και ο Ουάιλντ, άλλοτε ο Καβάφης και η Γουλφ, ή ακόμη ο Σαίξπηρ, ο Πόε, ο Τζαίημς  και ο άλλος αρχετυπικός Παπαδιαμάντης. Μια ολόκληρη αποθηκευμένη λογοτεχνική ανάγνωση, ένα σύμπαν ιδεών, ηρώων και λέξεων που αγγίζουν με το βάρος τους τις σημερινές ιστορίες και τους προσδίδουν άλλες διαστάσεις.
Οι ηρωίδες των ιστοριών αυτών επαληθεύουν την  απόλυτη  κυριαρχία της γυναίκας στον λογοτεχνικό κόσμο της συγγραφέως. Γύρω από τη ζωή τους υφαίνεται η πλοκή, με τις αρσενικές παρουσίες να συστρέφονται γύρω τους σε αδιάκοπη μαγνητισμένη κίνηση, περιστρεφόμενων δερβίσηδων. Είναι οι “γυναίκες-γέφυρες”, πρόθυμες να διαμορφώσουν τις συνδέσεις με το παρελθόν και το μέλλον, να νοηματοδοτήσουν το παρόν, να χτιστούν οι ίδιες για να στεριώσουν τα γεφύρια, αν χρειαστεί. Να αποχωρήσουν από το σκηνικό, αν η φυγή τους οδηγεί σε λύσεις την προσωπική τους ζωή, καταργώντας έτσι οι ίδιες τις συνδέσεις που προσεκτικά έχτισαν.
Αυτός ο πολύμορφος θίασος αναζητά με διάφορους τρόπους το εσώτερο νόημα της ύπαρξης, και ανακαλύπτει εκεί στη ρίζα, στο “κουκούτσι”, τον σπόρο που ρίχτηκε και βλάστησε όλο το σώμα: τον έρωτα. Όχι με τη ρομαντική εκδοχή του αλλά με την πιο ρεαλιστική μορφή του, απογυμνωμένη εντελώς από οτιδήποτε θα μπορούσε να τον εξωραΐσει στα μάτια των σεμνότυφων. Εντούτοις δεν διακρίνεται από ωμότητα και ζωώδη ένστικτα. Ο έρωτας εδώ, η σεξουαλική πράξη παρουσιάζεται με απόλυτη συνείδηση ότι είναι δρόμος προς την αυτογνωσία και τη λύτρωση. Αρκεί να εισχωρήσεις στα μυστήριά του απεκδυόμενος την “πανοπλία” σου. Διαφορετικά μένεις χαμένος στο αδιέξοδο του εσωτερικού σου αποκομμένου δρόμου.
«Σαν δυο Σίσυφοι καταδικασμένοι να κάνουν έρωτα, σκαρφαλωμένοι στην ανηφορική πλαγιά, χωρίς να μπορούν να αφήσουν για λίγο το φορτίο τους; Αυτή ήταν λοιπόν η ουσία της πανάρχαιης αυτής πράξης Απαιτούσε να μη βγάλεις ούτε στιγμή την πανοπλία σου μήπως και συντριβείς;»
 Εμφανίζεται απενοχοποιημένος στα μάτια μας, ακόμη και στις πιο ακραίες εξάρσεις του, με τη σύμπραξη της τέχνης που περιβάλλει τον αρχέγονο ερωτισμό με τη δική της ακραία φυσική απογείωση. Τέχνη και έρωτας λειτουργούν καταλυτικά και διευκολύνουν κάθε φορά την πλοκή οδηγώντας προς την προσωπική διάσωση των ηρώων. Όσο κι αν ένας ήρωας τοποθετεί κάποια στιγμή αλλιώς τα πράγματα:
«…οι καλλιτέχνες κάθε είδους μού γεννούσαν πάντα μια μικρή επιφύλαξη. Πίστευα πως καταστρατηγούσαν την άμεση σχέση που μας δένει με τη ζωή και τα αισθήματα, αναγορεύοντας την τέχνη σε διερμηνέα».


Η πρώτη ιστορία, οδηγός των υπολοίπων, δίνει και τον τίτλο σε όλο το βιβλίο. Έναν τίτλο που περιπαίζει λεκτικά αλλά και νοηματικά το περιεχόμενο. Χυδαίες οι ορχιδέες. Δηλαδή ετυμολογικά, με την πρωταρχική σημασία της λέξης “χύδην”, χύμα, ριγμένες, ασυγκρότητα καλλιεργημένες, σκόρπιες και άρα, με τη μετέπειτα σημασία χλευαστικά απαίδευτες και αμόρφωτες, αποδιοπομπαίες από τα υπόλοιπα σεμνά και συμμαζεμένα άνθη. Πώς κατέληξε το ασυγκρότητο να ταυτίζεται με το προσβλητικό και το ανίερο σεξουαλικά; Αναμενόμενο δεν ήταν σε μια κοινωνική δομή που υπαγορεύει τους κανόνες και τους ρυθμούς, ώστε όλα να λειτουργούν “εν τάξει” για να μη θέτουν σε κίνδυνο τα ασφαλή της δεδομένα; Ήταν ποτέ δυνατόν να ξεφύγει από τον έλεγχο η απόλαυση του σώματος; Τώρα, όποιος έστω και λίγο γνωρίζει από κηπουρική, χαμογελά, γιατί ξέρει καλά πως οι ορχιδέες απαιτούν φροντίδα ιδιαίτερη, προσεκτική καλλιέργεια και υπομονή για να αποδώσουν την τελειότητά τους. Καθόλου “χύδην” λοιπόν και αυτές και ο έρωτας που υπαινίσσονται. Καθόλου χυδαίο και το περιεχόμενο των ιστοριών. Ίσα ίσα γεμάτες από σκηνές που υμνούν το σώμα και τις πιο γνήσιες επιθυμίες του. Παρά το χυδαίον του τίτλου οι ορχιδέες θάλλουν απτόητες.
Ένα βιβλίο για τον αναγνώστη που μέσα στα πολλά του διαβάσματα συχνά ψυχανεμίστηκε πως κάποια πρόσωπα διασώζονται από τον λογοτεχνικό μύθο και επικοινωνούν με τις δικές του προσωπικές καταβολές. Αλλά και γι’ αυτόν που βλέποντας τους ήρωες  των διηγημάτων να δρασκελίζουν τα όρια της κάθε ιστορίας για να συναντηθούν κρυφά με τα λογοτεχνικά τους “γονίδια”, κατανοεί  ότι κάποτε κι αυτοί επιθυμούν μια δεύτερη ζωή, μια δεύτερη ευκαιρία σε νεότερα αναγνώσματα.
Τις ποικίλες ενδιαφέρουσες αυτές συνδέσεις τις αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης όσο προχωρεί στην ανάγνωση των ιστοριών. Φθάνοντας στην τελευταία όλα φωτίζονται και “δένουν”, με συνδετικό ιστό όχι πια τα πρόσωπα αλλά την παρουσία του απρόσκλητου επισκέπτη στη ζωή τους, που με το απόλυτο λευκό του (εδώ δεν χωρούν αποχρώσεις) αγγίζει σώματα και πράγματα υπογραμμίζοντας τα πιο σημαντικά στοιχεία αυτού του παζλ που συνιστά το συγκεκριμένο βιβλίο. Είναι το χιόνι, φερμένο από μια ιστορία του διαχρονικά μαγικού Παπαδιαμάντη. Με τη λευκότητά του και την ανεπαίσθητη σχεδόν παρουσία των νιφάδων του περιβάλλει με την  αθωότητά του πρόσωπα, λόγια, εικόνες, ορχιδέες και λοιπά άνθη.

Διώνη Δημητριάδου

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Αρβελέρ – Ιστορική ενοχή

Απόσπασμα από το βιβλίο «Γιατί το Βυζάντιο»
Το κράτος των Ρωμαίων «ου καταλυθήσεται», θα μείνει αήττητο ανά τους αιώνες, γιατί φέρει τα χριστιανικά σύμβολα. Αυτή είναι η βάση της πνευματικής υπόστασης της βυζαντινής πολιτείας που έθρεψε τη γενική πεποίθηση για την ταύτιση της ιστορίας του Βυζαντίου με την ιστορία του κόσμου. Το τέλος του Βυζαντίου είναι λοιπόν αδιανόητο, γιατί θα σημαίνει το τέλος των καιρών. Κατά θεία βούληση το Βυζάντιο χαίρει χωρικής και χρονικής  αφθαρσίας.
Έτσι κάθε γη βατή και κάθε θάλασσα πλωτή είναι ο φυσικός χώρος της άσκησης εξουσίας από το Βυζάντιο. Παγκόσμια η δύναμη του αυτοκράτορα, οικουμενική η ακτινοβολία του ορθόδοξου πατριάρχη. Οπωσδήποτε η θριαμβική αυτή θεώρηση, η ενατένιση της παγκοσμιότητας και της αιωνιότητας του Βυζαντίου δεν φαίνεται να ξενίζει τον κόσμο της ιουστινιάνειου περιόδου: όταν δηλαδή τα βυζαντινά στρατεύματα είχαν μεταβάλει τη Μεσόγειο σε βυζαντινή λίμνη, όταν στον Άγιο Βιτάλιο της Ραβέννας [για να μη μιλήσω για την Αγιασοφιά και την κατά του Σολομώντος, όπως ειπώθηκε, νίκη του Ιουστινιανού], ο αυτοκράτορας και η Θεοδώρα, ο καθένας με τη συνοδεία του, έκαναν επίδειξη, στο περίφημο ψηφιδωτό, αίγλης δόξας και χλιδής και όταν η Renovatio, η Reconquista, η επανίδρυση δηλαδή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στα αρχαία σύνορά της είχε πια επιτευχθεί, κανείς δεν αμφισβητούσε την παγκοσμιότητα της Νέας Ρώμης. Αυτή όμως η αναντίρρητη αποδοχή της απεραντοσύνης στον χώρο και στον χρόνο της αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης είναι κιόλας μια παρωχημένη πραγματικότητα πριν ακόμη φτάσει στο τέλος της η βασιλεία του Ιουστινιανού, όπως μας το δηλώνει απερίφραστα ο Προκόπιος με την Απόκρυφη ιστορία του (τα Ανέκδοτα) και το βεβαιώνουν λίγα χρόνια αργότερα τα κείμενα που μιλούν για «ταπείνωση» της Ρωμανίας.
Ο μετά τον Ιουστινιανό αιώνας είναι οπωσδήποτε η εποχή των αντιξοοτήτων που δημιούργησαν στη βυζαντινή Ευρώπη οι σλαβικές εισβολές και στην Ασία και Αφρική η αραβική κατάκτηση. Μεταξύ άλλων η εποχή χαρακτηρίζεται από τους διωγμούς των χριστιανών στις αραβοκρατούμενες περιοχές – οι μοναστικές πολιτείες της Παλαιστίνης εγκαταλείπονται και οι μοναχοί καταφεύγουν στη Μικρασία, όπου και ιδρύουν το μοναστηριακό συγκρότημα του Λάτμου στην περιοχή της Μιλήτου· Λάτρος ονομάστηκε εξαιτίας της λατρευτικής δραστηριότητάς τους.

                                         Ιωάννης VΙΙΙ Παλαιολόγος

Στο Βυζάντιο, σε Ευρώπη και Ασία, η εποχή (μέσα 7ου-8ος α ιώνας) των λεγάμενων σκοτεινών χρόνων χαρακτηρίζεται από την παρακμή των μεγάλων αστικών κέντρων και των μητροπόλεων, με επακόλουθο την αγροτοποίηση του εναπομείναντος πληθυσμού και τη στρατιωτικοποίηση των επικοινωνιών και του οδικού και ναυτικού δικτύου. Οι λεηλασίες των εισβολέων, με τις καταστροφές, την παρακμή και την ανέχεια που προκαλούν, είναι συνθήκες πρόσφορες για τη δημιουργία κλίματος φοβίας, ανασφάλειας και δεισιδαιμονίας: προφητείες και προρρήσεις, πάντα καταστροφικού περιεχομένου αυτή την περίοδο, βρίσκουν πεδίο ευρείας διάδοσης [θα θυμίσω χαρακτηριστικά την περί τον Ψευδομεθόδιο πλούσια εσχατολογική φιλολογία]. Οι εξωτερικές απειλές αλλά και οι φυσικές καταστροφές, σεισμοί, πυρκαγιές, λιμοί, λοιμοί και καταποντισμοί, εξηγούνται μόνο γιατί δηλώνουν την οργή του θεού κατά των παρανομούντωνχριστιανών· είναι θεοση- μείες, που, όπως λέει ο όρος ετυμολογικά, φανερώνουν τη θεία βούληση: «Γρηγορείτε», έλεγε η προδρομική ρήση, «ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών»· «Μετανοείτε», δηλώνουν τώρα οι θεοσημείες [ας θυμίσω ότι «Μετανοείτε» είναι το όνομα δημοφιλούς αγίου της Λακωνίας, του Νίκωνα«καιρός να επανέλθετε στην ευθεία  οδό που η τριβή και η ενασχόληση με τα κοσμικά κοινά σάς έκανε να εγκαταλείψετε», δηλώνουν με τον τρόπο τους οι θεομηνίες-θεοσημείες.
Η θεωρία της θείας παίδευσης, δηλαδή του μαθήματος που πρέπει να απορρέει από τις θεόπεμπτες καταστροφές, είχε ολοκληρωτικά τότε γίνει αντικείμενο επεξεργασίας κυρίως από τους εκκλησιαστικούς ταγούς στην καθεδρική τους ομιλία από τον άμβωνα. Ο όρος «παίδευση» αρχίζει να σημαίνει παίδεμα – και αυτό χωρίς καμία ευθύνη των δασκάλων της εποχής· το ρήμα παιδεύω βρίσκει προοδευτικά τη σημασία που έχει σήμερα και που τόσο φαίνεται να εκπλήττει τους μελετητές, που δεν είναι εξοικειωμένοι με τη βυζαντινή θεωρία του τέλους του κόσμου και με την αμαρτία σαν αίτιό του· η θεωρία αυτή, που στηρίζεται κατά κύριο λόγο σε ιουδαϊκή επίδραση, αφορά τη συσχέτιση αμαρτίας με τη διά της παραδειγματικής τιμωρίας επανόρθωση.
Είναι οπωσδήποτε γνωστό ότι η ανάσταση, δηλαδή η αναγέννηση μετά την αμαρτία και την τιμωρία, προϋποθέτει την ειλικρινή μετάνοια: μόνο μετάνοια ψυχής, λόγου, αλλά και κυρίως με έργα μπορεί να απαλύνει την οργή του θεού. Αυτήν την πνευματική συνέχεια, που από την ηθική κατάπτωση, την αμαρτία, χάρη στην παιδεία, διαμέσου της τιμωρίας, οδηγεί στη μετάνοια και στην ανάληψη, εξέφρασε μια σειρά έργων της βυζαντινής γραμματείας, κυρίως μετά τις επανειλημμένες καταστροφές και συρρικνώσεις που γνώρισε η αυτοκρατορία και το κράτος της, κλυδωνούμενο από εξωτερικούς εχθρούς και συχνά απειλούμενο από εσωτερικούς πολεμίους, κυρίως τους αιρετικούς, όπως, π.χ., τους Παυλικιανούς στα ανατολικά σύνορα.
Byzantium

Ως βασικό παράδειγμα του φιλολογικού ηθικοπλαστικού αυτού είδους θα αναφέρω τους λόγους του πατριάρχου Φωτίου προς τους Κωνσταντινοπολίτες, λόγους που εκφώνησε από τον άμβωνα της Αγίας Σοφίας όταν για πρώτη φορά τα ρωσικά πλοία, στις 18 Ιουνίου του 860, επωφελούμενα από την απουσία του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’ και του στρατεύματος στην Ασία στον κατά Αράβων πόλεμο, παραβίασαν τη ναυτοφρουρά της βυζαντινής πρωτεύουσας και εδηώσαν τα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, σκορπώντας τρόμο, αλλά και κατάπληξη για το εγχείρημα, στους κατοίκους της Βασιλεύουσας και αυτής της νησιωτικής Προποντίδας.
Μόνο η με τα εγκόσμια υπερβολική και άκαιρη ενασχόληση των Βυζαντινών, μόνο η προς τα υλικά αγαθά άμετρη προσήλωσή τους, εξηγεί τη «θεοσημεία» της ρωσικής επιδρομής, αυτού του άγνωστου ως τότε έθνους, που όπως λέει ο Φώτιος, δεν δίστασε να διασχίσει ποταμούς και ωκεανούς για να έρθει με μορφή τιμωρού μπρος στη Βασιλεύουσα.
Λογικά το μεγαλύτερο μέρος των σχετικών ομιλιών του Φωτίου [που πολλοί τις παραλλήλισαν ως έμπνευση με τον ΑκάθιστοΎμνο του Σεργίου και την αβαροσλαβική πολιορκία της Πόλης] είναι αφιερωμένο στην έκθεση των διαπραχθεισών αμαρτιών από το, μοναχά κατά το όνομα, χριστώνυμο πλήρωμα και βέβαια στην προτροπή για μετάνοια, τη μόνη διαγωγή που μπορεί να κατευνάσει τον Θεό, να επιφέρει παραμυθία στους πεπονημένους και βέβαια να αποτρέψει ευρύτερες καταστροφές.
Ανέφερα κάπως διεξοδικά τα φωτειανά περιστασιακά της ρωσικής κατά της Κωνσταντινούπολης απειλής κείμενα, όχι μόνο γιατί είναι δείγματα βαθιάς έμπνευσης και οφείλονται σε έναν από τους στυλοβάτες του βυζαντινού πνεύματος και της πρώτης βυζαντινής αναγέννησης, αλλά κυρίως γιατί η κειμενολογική εξέταση και η οργάνωση των δύο ομιλιών του Φωτίου μας επιτρέπει να καθορίσουμε:
  • 1) τα θέματα που θα αναπτύξει r κατοπινή συγγενής φιλολογική παραγωγή,
  • 2) την αιτιολογική συσχέτισή τους,
  • 3) τις έννοιες [κυρίως τις λέξεις-κλειδιά θα λέγαμε], που βλέπουμε να επαναλαμβάνονται αδιάκοπα αργότερα [όπως «κρίμασι οις οίδε Κύριος»] και βέβαια
  • 4) τις περιπτώσεις  που απαιτούσαν μια τέτοια παραμυθητική και προτρεπτική συνάμα φιλολογική παραγωγή.
Σχετίζονται όλες με τη δυσπραγία του γένους.
Είναι γνωστό ότι οι περιπτώσεις αυτές, δηλαδή η κατά των βυζαντινών κυρίως πόλεων απειλή από εξωτερικούς εχθρούς, θα γίνουν με τον καιρό συχνές και στα χρόνια των Παλαιολόγων, εξαιτίας της τουρκικής προόδου, συχνότατες. Θα απασχολήσουν, όχι μόνο ιερωμένους, που καθήκον τους είχαν την ενθάρρυνση του ποιμνίου τους κατά τις δύσκολες ιστορικές συνθήκες, αλλά θα γίνουν μέλημα των αυτοκρατόρων [όπως, π.χ., βλέπουμε στα κείμενα του Μανουήλ Παλαιολόγου], των κρατικών λειτουργών και των πνευματικών ανθρώπων: οι ομιλίες και η επιστολογραφία της εποχής των Παλαιολόγων είναι κατάμεστες παρόμοιων προτρεπτικών και παρηγορητικών νουθεσιών, όπως, π.χ., το Περί Ομονοιας του Μαγίστρου [αναφέρω επίσης τα έργα του Κυδώνη, του Οιναιώτη, του Πλανούδη, του Γαβρά κ.ά.].
Cormack-Byzantium-BAR450

Πριν σταθώ στα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του τέλους της εποχής των Παλαιολόγων, που σχετίζονται με την τουρκική κατάκτηση, θα ήθελα να θυμίσω ότι τα πιο εύγλωττα κείμενα, εκτός από τα γραπτά του Θωμά του Μαγίστρου, είναι αυτά που προσφέρουν οι διηγήσεις των τριών αλώσεων της Θεσσαλονίκης από τους εξωτερικούς επιδρομείς. Εννοώ:
  • 1) την άλωση του 904 από τους Άραβες, την οποία εξιστορεί ο Καμενιάτης [είναι αυτονόητο ότι δεν συμμερίζομαι την άποψη του Sevcenko για τη μετατόπιση της χρονολογίας του κειμένου του Καμενιάτου],
  • 2) την άλωση του 1185 από τους Νορμανδούς, που μας διέσωσε το τραγικά πλούσιο κείμενο του μητροπολίτη Ευστάθιου, και βέβαια
  • 3) την τελευταία άλωση του 1430 από τους Τούρκους, άλωση που εξιστορεί ο Ιωάννης Αναγνώστης.
Από τα τρία αυτά συναφή κείμενα, το πιο εμπεριστατωμένο και το πιο χρήσιμο για την έρευνα μας μένει κυρίως το κείμενο του Ευστάθιου: είναι αυτό που μας περιγράφει  την αίγλη και τη δόξα της «καλλίστης Θεσσαλονίκης» σε σύγκριση με την κατάπτωση που γνώρισε, όπως δείχνουν τα αμαυρά χρώματα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να δείξει τη μετά την εισβολή των Νορμανδών κατάσταση.
Οπωσδήποτε πρέπει να πούμε ότι το είδος της φιλολογικής παραγωγής που περιγράφουμε, παρόλο που απορρέει κατά κάποιο τρόπο από την παλαιότερη ηθικοπλαστική λογοτεχνία και μολονότι σχετίζεται με τα κείμενα που πραγματεύονται προφητικά τα πεπρωμένα του Βυζαντίου, αντίθετα από τα εσχατολογικά σωτηριολογικά κείμενα, είναι προϊόν αυτόπτων μαρτύρων των γεγονότων.
Οφείλεται κυρίως στη γραφίδα ιερωμένων, που βέβαια αποβλέπουν τώρα στο να στηρίξουν, αν όχι το αιώνιο της πολιτείας, το αιώνιο της ορθοδοξίας και της πίστης, που στο ανακύκλωμα των χρόνων, και με προϋπόθεση πάντα ότι η αμαρτία θα εξαγνισθεί με βαθιά και ειλικρινή μετάνοια, θα ξαναφέρει τη δυνατότητα παλιγγενεσίας, ανόρθωσης και επανασύνδεσης με το ένδοξο παρελθόν. Αυτό άλλωστε, η δυνατότητα δηλαδή ανάστασης, ήταν το μάθημα που οι Βυζαντινοί συγκράτησαν μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης κατά το έτος 1204 στα χέρια των Λατίνων: η παλιννόστηση στην εστία του γένους το 1261 έδειξε την ηθική ανασυγκρότηση του παραστρατημένου κράτους των τελευταίων Αγγελοκομνηνών.
Αυτό το κράτος είχε επικρίνει με τους λόγους που έγραψε ως εκπρόσωπος του Θεόδωρου Λάσκαρι ο Νικήτας Χωνιάτης, αλλά και ο αδελφός του Μιχαήλ, αυτήν την επιτυχή προσπάθεια ανασύστασης έδειξαν οι νίκες του νικαιακού στρατού, κυρίως υπό τον Βατατζή, που έφτασε ως τα βάθη της Μακεδονίας· λογικά ο αναστημένος κόσμος του Βυζαντίου απένειμε χάριτες στον Δεσπότη Βασιλέα Χριστό, που συγχώρησε τις αμαρτίες και επέτρεψε τη νίκη μέσω του αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγου· λογικά ονόμασαν τον Μιχαήλ, Δεύτερο και Νέο Κωνσταντίνο ως το όργανο της αναγέννησης του γένους, όπως ο θρύλος δεν έπαψε ποτέ να θέλει και να λέει ότι θα γίνει το ίδιο [πάλι με χρόνια με καιρούς] με τον μάρτυρα αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Όπως και να έχει, το πλήρωμα του χρόνου θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τη θεϊκή βούληση: ο φόβος ότι ο Κύριος εγκατέλειψε τελειωτικά το παραστρατημένο ποίμνιο είχε απόλυτα καταλάβει τους απανταχού Βυζαντινούς των χρόνων πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης.
Η ραγδαία πρόοδος των τουρκομανικών στρατευμάτων στη Μικρασία [που είχε «αιχμαλωτισθεί άπασα», όπως λέει ένα χρονικό στις πρώτες δεκαετίες του 14ου αιώνα], οι καταπατήσεις και οι απρέπειες κατά των βυζαντινών χριστιανικών εκκλησιών από τους απίστους [ο Οιναιώτης στην ακόμη ανέκδοτη αλληλογραφία του, δακρύβρεχτος αναφέρει τις μαγαρισμένες από τους Τούρκους του Χαλήλ «μολυβδοσκέπαστες» εκκλησίες της περιοχής της Ραιδεστού, ήδη γύρω το 1326, πολύ δηλαδή πριν από την πτώση της Καλλίπολης και την εισβολή των Τούρκων στην Ευρώπη], Τέλος, οι αιχμαλωσίες και οι σφαγές των πληθυσμών, οι αλλαξοπιστήσεις και οι άλλες κακοδαιμονίες, μαρτυρούσαν, όχι μόνο την οργή του Κυρίου, αλλά την αμετάκλητη καταδίκη τού άλλοτε «εκλεκτού λαού», του Νέου Περιούσιου «κρίμασι οις οίδε Κύριος», όπως επαναλαμβάνουν τα πατριαρχικά κείμενα της εποχής.
Λογικά η λέξη «κρίμα», από απόφαση μιας κρίσης έφτασε να σημαίνει καταδικαστική απόφαση, η βαριά κατάρα του λαού μας, «το κρίμα μου να σ’ εύρη» είναι αναμφισβήτητη εφαρμογή της σημασιολογικής αυτής εξέλιξης. Χαρακτηριστικά τα κείμενα που αναφέρονται στη δυσπραγία των χρόνων αυτών είναι τώρα περισσότερο παραινετικά παρά προτρεπτικά, όλα δείχνουν ότι αμετάκλητη πια είναι η θεϊκή καταδικαστική απόφαση.
Έτσι βιαστικά, για παράδειγμα, θα αναφέρω τα κατά τη γνώμη μου αντιπροσωπευτικά γραπτά της τάσης αυτής: ο Η. Hunger θα τα κατέτασσε στην ομάδα των κειμένων της πρακτικής ρητορικής – είναι κείμενα που υπαγορεύει πόνος ψυχής για το κλυδωνούμενο σκάφος της πολιτείας και της ορθοδοξίας. Αναφέρω κατά κύριο λόγο αυτά που κάπως σχετίζονται με την περιοχή της Θράκης και της Μακεδονίας, π.χ. την ομιλία του Φιλόθεου Κόκκινου προς τους κατοίκους της Ηράκλειας του Πόντου που μετά την άλωση της πόλης τους το 1351 και τη δήλωσή της κατέφυγαν στη Θράκη και στη Μακεδονία · είναι τέλειο παράδειγμα τόσο στις εκφράσεις όσο και στο περιεχόμενο του είδους που αναλύω· και θα προσθέσω ομιλίες, σχετικές με τη Θεσσαλονίκη, όπως των τελευταίων βυζαντινών μητροπολιτών της πόλης, του Ισίδωρου Γλαβά (1380-1396) και την, ακόμη νομίζω αδημοσίευτη, συλλογή των ομιλιών του Γαβριήλ (1397).Όσον αφορά την Κωνσταντινούπολη θα αναφέρω ιδιαίτερα την ομιλία του Δωρόθεου Ιερωτάτου Μητροπολίτου.
Από την απλή ανάγνωση των συγκινητικών, θα έλεγα μάλιστα των συνταρακτικών, ακόμη κειμένων, που μέσα στο σκοτάδιτων καιρών δεν παύουν να τρέφουν την άσβηστη λυχνία της πίστης, διαφαίνεται η ηθική κατάπτωση των κατατρεγμένων από την ιστορία Βυζαντινών, για την ανομία και για τα λάθη. Δικαιώνεται έτσι ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, που βίαια, αλλά θα έλεγα παραστατικά, έγραψε την πικρή αλλά και τραγική αλήθεια για τους Κωνσταντινοπολίτες των αμαρτωλών εκείνων καιρών στον «Δωδεκάλογο του Γύφτου». Για τους Βυζαντινούς, που τυφλωμένοι από την ενωτική και ανθενωτική διαμάχη γράφει ο Παλαμάς ότι περίμεναν τον Τούρκο μακελάρη να πάρει την πόρνη Πόλη. Χριστός όμως είναι ο παιδεύων και πάλιν ιώμενος· η σωτηρία μετά την αμαρτία και τη μετάνοια. Εναγωνίως οι υπόδουλοι των πρώτων μετά την άλωση χρόνων περίμεναν την των χρόνων συντέλεια. Με τον καιρό μετρούσαν και ξαναμετρούσαν, μέρες, μήνες, χρόνια σκλαβιάς, προσμένοντας μάταια το πλήρωμα των προφητειών: την ανάσταση δηλαδή του γένους και της Πόλης. Η τραυματική αυτή εμπειρία διατρέχει όλη νομίζω τη νεοελληνική ιστορία ως σχεδόν σήμερα.
ELENH-GLYKATZH-ARBELER

Ελένη Γλυκατζή Αρβελέρ –Απόσπασμα από το βιβλίο «Γιατί το Βυζάντιο»

Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος

B. Gozzoli.
Ο Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος (18 Δεκεμβρίου 1392 - 31 Οκτωβρίου 1448) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας που βασίλεψε από το 1425μέχρι το θάνατό του το 1448 αν και συμμετείχε ενεργά στη διακυβέρνηση από το 1422, μετά από την επιδείνωση της υγείας του πατέρα του Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου.
Ο Ιωάννης πραγματοποίησε από το 1424 διπλωματικές εκστρατείες στην Ουγγαρία και τη Βενετία, χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Το 1425 παρέδωσε οικειοθελώς τη Θεσσαλονίκη στους Βενετούς, ελπίζοντας ότι έτσι θα προστατεύσει την πόλη από τον επερχόμενο κίνδυνο. Την ύστατη ώρα οι Βενετοί την εγκατέλειψαν και ο Μουράτ Β΄ την κατέλαβε το 1430, με επακόλουθο σφαγές και λεηλασίες.
B. Gozzoli.
Ο Ιωάννης δεν σταμάτησε ποτέ να αγωνίζεται για τη διοργάνωση νέας Σταυροφορίας, ενώ συνέχισε και τη σταθερή Παλαιολόγεια πολιτική ενίσχυσης του Μυστρά. Ο Ιωάννης κατάφερε να πείσει τη Ρωμαϊκή Εκκλησία για τη σύγκληση ενός συμβουλίου για την ένωση των Εκκλησιών. Το Συμβούλιο πράγματι ξεκίνησε το 1438 στη Φερράρα, για να συνεχίσει από το 1439 τις εργασίες του στη Φλωρεντία, στην Ιταλία. Πλήθος απεσταλμένων έφτασαν από την Ανατολική Εκκλησία με επικεφαλής τον Οικουμενικό ΠατριάρχηΙωσήφ Β΄. Ανάμεσά τους ο επίσκοπος Εφέσου Μάρκος Ευγενικός, ο Πλήθων (Γεώργιος Γεμιστός), ο Γεώργιος (αργότερα Γεννάδιος)Σχολάριος, ο επίσκοπος Νικαίας Βησσαρίων και ο επίσκοπος Κιέβου Ισίδωρος, καθώς και οι πατριάρχες Αντιοχείας, Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων.
Μετά από μακρές και βασανιστικές διαβουλεύσεις, επιδημίες αλλά και διαμαρτυρίες των Ορθοδόξων για περιφρόνηση και κάκιστες συνθήκες σίτισης και διαβίωσης, το συμβούλιο έληξε με τη διακήρυξη του Latenteur Coeli («Ας αγαλλιάσουν οι ουρανοί»). Οι αποφάσεις του συμβουλίου της Φερράρας-Φλωρεντίας ήταν ουσιαστικά οι θέσεις της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, παρουσιασμένες σε ένα ενωτικό πλαίσιο υποταγής της Ανατολικής Εκκλησίας. Όπως θα ήταν αναμενόμενο, βάσει της προηγούμενης εμπειρίας από τέτοιες συμφωνίες σε υψηλό επίπεδο, ο λαός και ο ευρύτερος κλήρος δεν έκαναν ποτέ αποδεκτή τη συμφωνία, παρά την επίσημη υιοθέτησή της από τον Αυτοκράτορα. Συντετριμμένος ο Ιωάννης γρήγορα κατάλαβε ότι οι προσπάθειές του για ένωση ήταν μάταιες.
Παράλληλα, οι σταυροφορικές εκστρατείες που οργανώθηκαν από τον πάπα με επικεφαλής τους Ούγγρους Λαδισλάο και Ουνιάδη, καθώς και το Σέρβο Μπράνκοβιτς, μετά από κάποιες αρχικές επιτυχίες κατά των Τούρκων, κατέληξαν σε διαδοχικές τραγικές ήττες στη Βάρνα (1444) και στο Κόσοβο (1448). Ο Ιωάννης βαθιά απογοητευμένος από την ύστατη ελπίδα του, πέθανε το 1448.
Ο Ιωάννης δεν είχε ίσως την εμβέλεια ή την προσωπικότητα του πατέρα του, έκανε όμως κάθε ειλικρινή προσπάθεια. Υπό τις συνθήκες στις οποίες βρέθηκε, λίγα ήταν δυνατά. Το συμβούλιο της Φερράρας-Φλωρεντίας ήταν η μεγαλύτερη ελπίδα του, όμως ο Ελληνικός λαός ήταν αποφασισμένος να μην υποκύψει στον πάπα, ακόμα και αν το τίμημα ήταν η διαφαινόμενη τουρκική κατοχή.
Ο Ιωάννης Η' νυμφεύτηκε το 1414 την Άννα των Ρουρικιδών, θυγατέρα του Βασιλείου Α' μεγάλου πρίγκιπα της Μόσχας και της Σοφίας των Γενιμιδών της Λιθουανίας. Η Άννα ήταν 11η απόγονος του Κωνσταντίνου Θ' Μονομάχου αυτοκράτορα των Ρωμαίων. Απεβίωσε από επιδημία το 1417.
Το 1421 νυμφεύτηκε σε δεύτερο γάμο τη Σοφία Παλαιολογίνα, κόρη του Θεοδώρου Β' Παλαιολόγου μαρκήσιου του Μονφερρά και της Joanna Bar-Montbeliard, η οποία ήταν 4η απόγονος του Ανδρονίκου Β' Παλαιολόγου.
Το 1427 ο Ιωάννης Η' νυμφεύτηκε σε τρίτο γάμο την Μαρία Μεγάλη-Κομνηνή, κόρη του Αλεξίου Δ' αυτοκράτορα της Τραπεζούντας και της Θεοδώρας Καντακουζηνής, που ήταν 7η απόγονος του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου και απεβίωσε το 1439 από επιδημία.
Ο Ιωάννης Ε' έκοψε αργυρά νομίσματα 1/2 υπερπύρου, 1/4 υπερπύρου, 1/16 υπερπύρου και χάλκινα φόλλαρα.
Στο 1/2 υπερπύρου εικονίζεται η προτομή του με γύρω τις επιγραφές IΩΑΝΝΗC ΔΕCΠΟΤΗC Ο ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟC / ΘV ΧΑΡΙΤΙ ΑVΤΟΚΡΑΤΩΡ ενώ στην άλλη όψη η προτομή του Χριστού. Το ότι δεν έκοψε χρυσά (ολόκληρα) υπέρπυρα φανερώνει τη δύσκολη οικονομική κατάσταση.

Βιβλιογραφία

  • A.Papadopulos, Versuch einer Genealogie der Palaiologen 1259-1453 (Μόναχο, 1938).
  • Norwich, J.J. "Byzantium", Vol. III-The Decline and Fall
  • Vasiliev, A. "History of the Byzantine Empire, 324–1453"
  • Ostrogorsky, G. "History of the Byzantine State"

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2015

Ακαδημία Πλάτωνος: Το νέο Ψηφιακό Μουσείο άνοιξε τις πύλες του

Αναδημοσίευση από :http://www.naftemporiki.gr/story/1035913

Το νέο Ψηφιακό Μουσείο στην περιοχή της Ακαδημίας Πλάτωνος, ένα όραμα για την Παιδεία, την Φιλοσοφία, την Ιστορία και την Αθήνα που άρχισε να υλοποιείται το 2011, παρουσιάστηκε σήμερα, ανοίγοντας παράλληλα τις πύλες του στο κοινό.
Το Μουσείο εγκαινίασαν ο δήμαρχος Αθηναίων κ. Γιώργος Καμίνης και η αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού κα Σοφία Κουνενάκη - Εφραίμογλου.

Η κατασκευή του κτηρίου του ψηφιακού Μουσείου υλοποιήθηκε από τον δήμο Αθηναίων. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, η μουσειολογική μελέτη, οι εφαρμογές και τα εκθέματα πραγματοποιήθηκαν από το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, στο πλαίσιο του συγχρηματοδοτούμενου έργου ΕΣΠΑ «Ακαδημία Πλάτωνος, Η Πολιτεία και ο Πολίτης» του υπουργείου Παιδείας, που σχεδιάστηκε ξεκίνησε επί της υπουργίας της κας Άννας Διαμαντοπούλου, η οποία παρέστη στα εγκαίνια.



«Η Αθήνα αναδεικνύεται σε ισχυρό πόλο και σταυροδρόμι πολιτισμού, πρωτοπορίας και δημιουργικής έκφρασης στην Ευρώπη αλλά και διεθνώς. Σε αυτόν το νέο πολιτιστικό χάρτη, το Ψηφιακό Μουσείο – Ακαδημία Πλάτωνος θα αποτελέσει ένα ακόμη σημείο αναφοράς για την πόλη» δήλωσε ο δήμαρχος Αθηναίων, εγκαινιάζοντας το Μουσείο και σημείωσε: «η ολοκλήρωση και λειτουργία του Ψηφιακού και Διαδραστικού Μουσείου – Ακαδημίας Πλάτωνος, είναι  καρπός μιας ιδιαίτερα παραγωγικής και καλής συνεργασίας του δήμου Αθηναίων με το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Συγχαρητήρια και σε όσους  εργάσθηκαν με έμπνευση και σοβαρότητα για το σημερινό αρχιτεκτονικό, και μουσειολογικό αποτέλεσμα. Και στις αρμόδιες υπηρεσίες του δήμου Αθηναίων».


H αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, κα Σοφία Κουνενάκη - Εφραίμογλου δήλωσε: «Με μεγάλη χαρά παραδίδουμε στο κοινό έναν νέο χώρο πολιτισμού, που ευελπιστούμε να αποτελέσει σημείο αναφοράς για την περιοχή και για την ευρύτερη πολιτιστική δραστηριότητα της πόλης. Στον απόηχο των τρομοκρατικών επιθέσεων στο Παρίσι και στις δύσκολες εποχές που διανύουμε, πιστεύω ακράδαντα ότι η παιδεία και ο πολιτισμός μπορούν να αποτελέσουν τις κυριότερες ασπίδες για την διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και της ποιότητας ζωής. Το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού υλοποίησε τη δημιουργία του Ψηφιακού Μουσείου με στόχο την ανάδειξη νέων μοντέλων αξιοποίησης της πολιτιστικής κληρονομιάς με τη χρήση και συμμετοχή νέων τεχνολογιών. Είμαστε βέβαιοι ότι το Μουσείο θα συμβάλει τα μέγιστα στην ανάδειξη της περιοχής σε μοναδικό τουριστικό πόλο έλξης».
Η πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη και πρώην υπουργός Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, κα Άννα Διαμαντοπούλου, δήλωσε : «Η Ακαδημία Πλάτωνος πρέπει και μπορεί να γίνει ένας από τους σημαντικότερους χώρους της Αθήνας. Αυτό που συμβαίνει τα τελευταία τέσσερα χρόνια εκεί, αποτελεί παράδειγμα για τη συνολική οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη που έχει ανάγκη σήμερα η χώρα μας. Ένα μεγάλο Μπράβο σε όλους αυτούς τους λαμπρούς νέους επιστήμονες που δημιούργησαν αυτό το μοναδικό Μουσείο. Προσωπικά, για εμένα, είναι μια από αυτές τις όμορφες στιγμές στην πολιτική που βλέπεις κάτι που οραματίστηκες να πραγματοποιείται».






Ανάδειξη των ιστορικών και αρχαιολογικών στοιχείων της Ακαδημίας 


Στόχος του Μουσείου είναι η ανάδειξη των ιστορικών και αρχαιολογικών στοιχείων της Ακαδημίας και η προσέγγιση του χώρου της φιλοσοφίας και των ιδεών με την χρήση των πλέον σύγχρονων τεχνολογιών.


Το Ψηφιακό Μουσείο εγκαταστάθηκε σε ένα νέο κτήριο του δήμου Αθηναίων, στην Ακαδημία Πλάτωνος και περιλαμβάνει σειρά φυσικών εκθεμάτων και πολυμεσικών εφαρμογών με ποικίλες θεματικές ενότητες. Μέσω πολλαπλών επιπέδων πληροφορίας αποτελούμενης από κείμενα, πολυμεσικό υλικό και εικόνες, ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να περιηγείται τόσο στον χώρο (Ακαδημία Πλάτωνος και ευρύτερη περιοχή) όσο και στον «κόσμο των ιδεών». Η παρουσίαση στοχεύει, πέρα από την ανάδειξη της περιοχής και του πλατωνισμού, στη δημιουργία ερεθισμάτων για συζήτηση εντός και εκτός του χώρου.

Κατασκευή που ανοίγει, χρησιμοποιείται και ξανακλείνει

Το κτήριο του Μουσείου μοιάζει με ένα «κουτί», μία κατασκευή που ανοίγει, χρησιμοποιείται και ξανακλείνει. Η παρουσία της κατασκευής τονίζει το εφήμερο του χαρακτήρα της, συντονίζεται διακριτικά με τον αρχαιολογικό χώρο και το γύρω του περιβάλλον ενώ ασφαλίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αποτρέποντας βανδαλισμούς και κλοπές χωρίς να χρειάζονται επιπλέον παρεμβάσεις.

Το κτήριο τοποθετείται με τέτοιο τρόπο ώστε:


 α) να σέβεται τόσο το άμεσο περιβάλλον του όσο και τον ευρύτερο οικιστικό, δημόσιο και αρχαιολογικό χώρο

β) να ικανοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο οι λειτουργικές και εκπαιδευτικές απαιτήσεις του κτηρίου

γ) να συνδεθεί με τις λειτουργίες και τις δράσεις αρχικά των πολιτών της περιοχής αλλά και να αποτελέσει πόλο έλξης επισκεπτών έτσι ώστε να συνδεθεί με το ευρύτερο δίκτυο των Μουσείων - εκθέσεων της Αθήνας.



«Βουτιά» στο χρόνο

Η έκθεση - η οποία αποτελεί μία «βουτιά» στο χρόνο - ξεκινάει από τη σημερινή αθηναϊκή γειτονιά της Ακαδημίας Πλάτωνος. Σε μία διαδρομή, στον εξωτερικό χώρο του κτηρίου, ο χρόνος κυλάει προς τα πίσω και ο επισκέπτης  παρακολουθεί τα στάδια της αποκάλυψης και της ανακάλυψης του αρχαιολογικού χώρου.

Στην πρώτη αίθουσα του Μουσείου λαμβάνει χώρα η «γνωριμία» με  τον Πλάτωνα ως ιστορικό πρόσωπο που έδρασε στην Αθήνα του 4ου π.Χ. αι., ενώ ταυτοχρόνως γνωρίζουμε τον αρχαιολογικό χώρο της «Ακαδημίας Πλάτωνος» ως τον τόπο που έδρασε ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος, ο πιο γνωστός μαθητής του Σωκράτη και δάσκαλος του Αριστοτέλη.


Η δεύτερη αίθουσα αφιερώνεται στο έργο και τις μεθόδους του Πλάτωνα. Εκεί δίνεται η ευκαιρία στον επισκέπτη να «φιλοσοφήσει» και να συνειδητοποιήσει κατά πόσο η σκέψη του Πλάτωνα τον αφορά.

Στην τρίτη αίθουσα βλέπουμε τους τρόπους που η μορφή και το έργο του Πλάτωνα ταξιδέψε μέσα στο χρόνο, ξεκινώντας από τους άμεσους συνεχιστές της Ακαδημίας και φτάνοντας στο σήμερα. Πώς οι θέσεις του επηρέασαν τη φιλοσοφική σκέψη και ενέπνευσαν την ανθρωπότητα;

Η έκθεση καταλήγει στο σήμερα με την έξοδο στη γειτονιά. Τι σημαίνει άραγε να ζει κανείς σήμερα στη «γειτονιά του Πλάτωνα»; Λέγοντας σήμερα «Ακαδημία Πλάτωνος» ο νους μας πάει αφενός στη συγκεκριμένη γειτονιά της Αθήνας και αφετέρου στην Ακαδημία, τη φιλοσοφική Σχολή του Πλάτωνα. Στόχος της έκθεσης είναι να αποτελέσει ένα σημείο τομής ανάμεσα στα δύο αυτά θέματα, να συνδέσει δηλαδή μία παγκοσμίως γνωστή ιστορία με τον τόπο στον οποίο εκτυλίχθηκε.

Μία έκθεση για τον Πλάτωνα θα μπορούσε να βρίσκεται σε οποιοδήποτε μεγάλο Mουσείο του κόσμου, αφού το έργο του φιλοσόφου αποτελεί κτήμα ολόκληρης της Ανθρωπότητας. Όμως αυτή η ιστορία ξεκίνησε σε αυτή την πόλη, σε αυτή τη γειτονιά της Αθήνας. Το συγκεκριμένο γεγονός αποτελεί κύριο στοιχείο της αφήγησης του Μουσείου.


Από την 1η Δεκεμβρίου τη λειτουργία του Ψηφιακού Μουσείου - Ακαδημία Πλάτωνος αναλαμβάνει ο Οργανισμός Πολιτισμού Αθλητισμού και Νεολαίας του δήμου Αθηναίων.

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης