Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

" Η πληγή είναι η πηγή της ποίησης "


ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ

1896 - 1928 





Η ποιητική του φυσιογνωμία


  • Ο ποιητής της  αμφισβήτησης και της υπαρξιακής αγωνίας

  • Εκφράζει τη συνείδηση του σύγχρονου καλλιτέχνη  ο οποίος απομακρύνεται από την καθησυχαστική σταθερότητα της παραδοσιακής κοινωνίας και έρχεται αντιμέτωπος με μια πρωτοφανή ιδεολογική , κοινωνική και πολιτική κρίση.



  • Κεντρικά θέματα στην ποίησή του : η διάσταση τέχνης και κοινωνίας αλλά και ο ρόλος του ποιητή στο σύγχρονο κόσμο. Σχεδόν μόνιμη σύζευξη του ερωτικού συναισθήματος ή της αισθησιακής εμπειρίας  με το μοτίβο του θανάτου και της απώλειας.

  • Ανοίγει δρόμο προς τη νεωτερικότητα διαταράσσοντας τη μετρική αρμονία και τη γλωσσική καθαρότητα του στίχου

  • Ποιητικός τόνος μελαγχολικός, ειρωνικός, οργισμένος που ατενίζει φιλοσοφικά τον κόσμο και τους ανθρώπους.

  • Ποίηση ενδοσκόπησης και αυτογνωσίας

  • Παρελθοντικοί χρόνοι  που εκφράζουν  την  ανάγκη  του για βιωματική  κατάθεση και επιμονή στη νοσταλγία  μιας   κατάστασης ευτυχίας που έχει πια περάσει και μόνο λύπη και μελαγχολία φέρνει πια. Αυτό είναι , βέβαια, εκφραστική επιλογή  όλων των ποιητών του μετασυμβολισμού, Λαπαθιώτη, Άγρα, Ουράνη κλπ .



ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ

Ο πόνος των ανθρώπων και των πραγμάτων ( 1919) 


 Νοσταλγικός τόνος, τρυφερή μελαγχολία, ανεπαίσθητος αισθησιασμός.
 Εκφράζεται η αμφιθυμία του απέναντι στον έρωτα. Σκέφτεται ακόμη την πρώτη του αγάπη,  που τελείωσε άδοξα ,  την Άννα Σκορδύλη και αυτό διαφαίνεται στα ποιήματα της συλλογής. Για τον ποιητή όλοι οι έρωτες έχουν ημερομηνία λήξεως. 

 Το ποίημα « Μυγδαλιά», μια τρυφερή και θλιμμένη αλληγορία  διευρύνει την προοπτική των ερωτικών του ποιημάτων

Κι ακόμα δεν μπόρεσα να καταλάβω

πώς μπορεί να πεθάνει μια γυναίκα
που αγαπιέται.


Έχει στον κήπο μου μια μυγδαλιά φυτρώσει

κι είν' έτσι τρυφερή που μόλις ανασαίνει·
μα η κάθε μέρα, η κάθε αυγή τηνε μαραίνει
και τη χαρά του ανθού της δε θα μου δώσει.

Κι αλίμονό μου! εγώ της έχω αγάπη τόση...

Κάθε πρωί κοντά της πάω και γονατίζω
και με νεράκι και με δάκρυα την ποτίζω
τη μυγδαλιά που 'χει στον κήπο μου φυτρώσει.

Αχ, της ζωούλας της το ψέμα θα τελειώσει·

όσα δεν έχουν πέσει, θα της πέσουν φύλλα
και τα κλαράκια της θε ν' απομείνουν ξύλα.
Την άνοιξη του ανθού της δε θα μου δώσει

Κι όμως εγώ ο φτωχός της είχ' αγάπη τόση...






Στο ποίημα « Νύχτα», στην τελευταία στροφή, το πάρκο των ερωτικών συναντήσεων μετατρέπεται σε κοιμητήρι χαμένων ερώτων

Είναι αξημέρωτη νύχτα η ζωή.

Στις μεσονύχτιες στράτες περπατάνε

αποσταμένοι οι έρωτες
κι οι γρίλιες των παράθυρων εστάξανε
τον πόνο που κρατάνε

Στις στέγες εκρεμάστη το φεγγάρι

σκυμμένο προς τα δάκρυα του
κι η μυρωμένη λύπη των τριαντάφυλλων
το δρόμο της θα πάρει

Ολόρθο το φανάρι μας σωπαίνει

χλωμό και μυστηριώδικο
κι η πόρτα του σπιτιού μου είναι σα ν' άνοιξε
και λείψανο να βγαίνει.

Σαρκάζει το κρεβάτι τη χαρά τους

κι αυτοί λέν πως έτριξε·
δε λεν πως το κρεβάτι οραματίζεται
μελλοντικούς θανάτους.

Και κλαίνε οι αμανέδες στις ταβέρνες

τη νύχτα την αστρόφεγγη
που θα' πρεπε η αγάπη ναν την έπινε
και παίζουν οι λατέρνες.

Χυμένες στα ποτήρια καρτερούνε

οι λησμονιές γλυκύτατες·
οι χίμαιρες τώρα θα ειπούν το λόγο τους
και οι άνθρωποι θ' ακούνε

Καθημερνών χαμώνε κοιμητήρι

το πάρκον ανατρίχιασε
την ώρα που νεκρός κάποιος εκίνησε
να πάει στη χλόη να γείρει.






Νηπενθή ( 1921 )

Ο τίτλος παραπέμπει στο ομηρικό «νηπενθές φάρμακον» ( Οδύσσεια, δ 221)

Τα ποιήματα της συλλογής αποσκοπούν, μάταια, να παρηγορήσουν τον ποιητή  για το πένθος της χαμένης αγάπης αλλά και για το βαθύ τραύμα της ύπαρξης. Θέματα  του ονείρου, της απώλειας, της φθοράς, το αίσθημα της νοσταλγίας και η σκιά της μελαγχολίας διατρέχουν τα ποιήματα της συλλογής .

Ο Μπωντλαίρ και  ο Πόε  φαίνεται να έχουν επηρεάσει σημαντικά τον Καρυωτάκη στη συλλογή αυτή. Ο ποιητής συντονίζεται  με το μπωντλαιρικό αίσθημα του πεπερασμένου, με το άγχος και την αγωνία του τέλους  που σημαδεύουν  την ερωτική σχέση , αλλά και την ίδια την ύπαρξη του ποιητή.

Αρκετά ποιήματα της συλλογής  έχουν ως θέμα τους την ποίηση και τους ποιητές. Χαρακτηριστικά   τα  επτά ποιήματα  με τον γενικότερο , οξύμωρο ,  τίτλο    « πληγωμένοι θεοί», που μιλούν για τη μοίρα των ποιητών αλλά και  ορίζουν την ποίηση. Οι ποιητές καταφρονεμένοι, πληγωμένοι, ευάλωτοι ,τρωτοί ,βρίσκονται σ΄αυτό τον κόσμο αντιμέτωποι με ένα σύστημα αξιών όπου κυριαρχούν η φαύλη εξουσία, το χρήμα και η αναξιοκρατία .Ό,τι απομένει σ΄αυτούς για να τους δένει μ΄αυτόν τον κόσμο είναι η λύπη και ο πόνος , τα υλικά  με τα οποία «κατασκευάζουν» την ποίησή τους , μετουσιώνοντας τον πόνο σε τραγούδι που παλεύει να ξορκίσει το Κακό. «Αυτή η πληγή δεν κλείνει , ούτε μπορεί να κλείσει ,γιατί είναι η πηγή της ποίησης»
( Πολλά από αυτά  θα μπορούσαν να μελετηθούν παράλληλα με την «Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων»  που διδάσκουμε στη Β΄Λυκείου )

Πληγωμένοι θεοί


Ποιητές



Πώς σβήνετε, πικροί ξενιτεμένοι!

Ανθάκια μου χλωμά, που σας επήραν
σε κήπους μακρινούς να σας φυτέψουν...
Βιολέτες κι ανεμώνες, ξεχασμένες
στα ξένα που πεθαίνετε παρτέρια,
κρατώντας, αργυρή δροσοσταλίδα,
βαθιά σας την ελπίδα της πατρίδας...
Χτυπιούνται, πληγωμένες πεταλούδες,
στο χώμα σας οι θύμησες κι οι πόθοι.
Το φως, που κατεβαίνει, της ημέρας,
κι απλώνεται γλυκύτατο και παίζει
μ' όλα τριγύρω τ' άλλα λουλουδάκια,
περνάει από κοντά σας και δε βλέπει
τον πόνο σας ωραίο, για να χαϊδέψει
τα πορφυρά θρηνητικά μαλλιά σας.
Ειδυλλιακές οι νύχτες σας σκεπάζουν,
κι η καλοσύνη αν χύνεται των άστρων,
ταπεινοί καθώς είστε, δε σας φτάνει.
Ολούθε πνέει, σα λίβας, των ανθρώπων
η τόση μοχθηρία και σας μαραίνει,
ανθάκια μου χλωμά, που σας επήραν
σε κήπους μακρινούς να σας φυτέψουν





                                                                         Οι στίχοι μου



Δικά μου οι στίχοι, απ' το αίμα μου, παιδιά.

Μιλούνε, μα τα λόγια σαν κομμάτια
τα δίνω από την ίδια μου καρδιά,
σα δάκρυα τους τα δίνω από τα μάτια.

Πηγαίνουν με χαμόγελο πικρό,

αφού τη ζωήν ανιστορίζω τόσο.
Ήλιο και μέρα και ήλιο τους φορώ,
ζώνη ναν τα 'χουν όταν θα νυχτώσω.

Τον ουρανόν ορίζουν, τη γη.

Όμως ρωτιούνται ακόμα σαν τι λείπει
και πλήττουνε και λιώνουν πάντα οι γιοι
μητέρα που γνωρίσανε τη Λύπη

Το γέλιο του απαλότερου σκοπού,

το πάθος μάταια χύνω του φλαούτου·
είμαι γι' αυτούς ανίδεος ρήγας που
έχασε την αγάπη του λαού του.

Κει ρεύουνε και σβήνουν και ποτέ

δεν παύουνε σιγά-σιγά να κλαίνε.
Αλλού κοιτώντας διάβαινε, Θνητέ·
Λήθη, το πλοίο σου φέρε μου να πλένε



                                                             
                                                                              Δον Κιχώτες


Οι Δον Κιχώτες πάνε ομπρός και βλέπουνε ως την άκρη

του κονταριού που εκρέμασαν σημαία τους την Ιδέα.
Κοντόφθαλμοι οραματιστές, ένα δεν έχουν δάκρυ
για να δεχτούν ανθρώπινα κάθε βρισιά χυδαία.

Σκοντάφτουνε στη Λογική και στα ραβδιά των άλλων

αστεία δαρμένοι σέρνονται καταμεσίς του δρόμου,
ο Σάντσος λέει «δε σ' το 'λεγα;» μα εκείνοι των μεγάλων
σχεδίων, αντάξιοι μένουνε και: «Σάντσο, τ' άλογό μου!»

Έτσι αν το θέλει ο Θερβάντες, εγώ τους είδα, μέσα

στην μίαν ανάλγητη Ζωή, του Ονείρου τους ιππότες
άναντρα να πεζέψουνε και, με πικρήν ανέσα,
με μάτια ογρά, τις χίμαιρες ν' απαρνηθούν τις πρώτες.

Τους είδα πίσω να 'ρθουνε -- παράφρονες, ωραίοι

ρηγάδες που επολέμησαν γι' ανύπαρχτο βασίλειο --
και σαν πορφύρα νιώθοντας χλευαστικιά, πως ρέει,
την ανοιχτή να δείξουνε μάταιη πληγή στον ήλιο!



                                                                                    Ευγένεια



Κάνε τον πόνο σου άρπα.

Και γίνε σαν αηδόνι,
και γίνε σα λουλούδι.
Πικροί όταν έλθουν χρόνοι,
κάνε τον πόνο σου άρπα
και πέ τονε τραγούδι.

Μη δέσεις την πληγή σου

παρά με ροδοκλώνια.
Λάγνα σου δίνω μύρα
-- για μπάλσαμο -- και αφιόνια.
Μη δέσεις την πληγή σου,
και το αίμα σου, πορφύρα.

Λέγε στους θεούς «να σβήσω!»

μα κράτα το ποτήρι.
Κλότσα τις ημέρες σου όντας
θα σου 'ναι πανηγύρι.
Λέγε στους θεούς «να σβήσω!»
με λέγε το γελώντας.

Κάνε τον πόνο σου άρπα.

Και δρόσισε τα χείλη
στα χείλη της πληγής σου.
Ένα πρωί, ένα δείλι,
κάνε τον πόνο σου άρπα
και γέλασε και σβήσου.





Το 1922 είναι μια χρονιά που θα σημαδέψει τον Κώστα Καρυωτάκη. Θα γνωρίσει τη Μαρία Πολυδούρη στα πληκτικά γραφεία της Νομαρχίας Αττικής όπου μετατέθηκε ο ποιητής . Γεννιέται  ένας έρωτας μεγάλος , ο οποίος όμως θα ματαιωθεί  όταν τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου ο ποιητής μαθαίνει πως πάσχει από σύφιλη, μια ανίατη στην εποχή της ασθένεια, η οποία τον στιγμάτισε και τον οδήγησε στην αποξένωση.
Έχει αποφασίσει να πορευτεί μόνος του στη ζωή και «απομακρύνεται» από την Πολυδούρη.

Το Σεπτέμβρη του 1922 δημοσιεύει  το ποίημα «Δέντρα» , αφιερωμένο στην Πολυδούρη και δείχνοντας  ξεκάθαρα πως έχει αποφασίσει να πορευτεί  μόνος στη  ζωή του


Δέντρα μου, δέντρα ξέφυλλα στη νύχτα του Δεκέμβρη,

στη σκοτεινή, βαθιά δεντροστοιχία
μαζί πηγαίνουμε, μαζί και η μέρα θα μας έβρει,
ω ερημικά, θλιμμένα μου στοιχεία.

Αύριο, μεθαύριο, σύντροφο θα μ' έχετε και φίλο,

τα μυστικά σας θέλω να μου πείτε,
μα όταν, αργότερα, φανεί το πρώτο νέο σας φύλλο,
θα πάω μακριά, το φως για να χαρείτε.

Κι αφού ταιριάζει, ω δέντρα μου να μένω απ' όλα πίσω

τα θαλερά και τα εύθυμα στα πλάση,
εγώ λιγότερο γι' αυτό δε θα σας αγαπήσω,
όταν θα μ' έχετε κι εσείς ακόμη προσπεράσει.





Ελεγεία και Σάτιρες ( 1927 )



Μια συλλογή - σταθμός στην ιστορία της νεοελληνικής ποίησης, που ο ποιητής αποτυπώνει με ευαισθησία και ωριμότητα το αίσθημα της μοναξιάς, της αποξένωσης του ανθρώπου μέσα στο  σύγχρονο κόσμο. Ο έρωτας ιχνηλατείται μέσα από την απουσία του και η υπαρξιακή αγωνία διαπερνά όλα τα ποιήματα της συλλογής.

Η διάσταση τέχνης και κοινωνίας και ο ρόλος του ποιητή στο σύγχρονο κόσμο απασχολούν τον ποιητή και μέσα από τα ποιήματα  της συλλογής αυτής καταθέτει την οργισμένη απόγνωσή του.

 Η αστική υποκρισία και  ο αλλοτριωμένος άνθρωπος ,που απασχόλησαν τον Κ.Μπωντλαίρ στα Άνθη του Κακού,  αποτυπώνονται αιχμηρά και από τον Κώστα Καρυωτάκη στη συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες.


Τελευταίο ταξίδι 

Καλό ταξίδι, αλαργινό καράβι μου, στου απείρου
και στης νυχτός την αγκαλιά, με τα χρυσά σου φώτα!

Να 'μουν στην πλώρη σου ήθελα, για να κοιτάζω γύρου
σε λιτανεία να περνούν τα ονείρατα τα πρώτα.

Η τρικυμία στο πέλαγος και στη ζωή να παύει,
μακριά μαζί σου φεύγοντας πέτρα να ρίχνω πίσω,
να μου λικνίζεις την αιώνια θλίψη μου, καράβι,
δίχως να ξέρω πού με πας και δίχως να γυρίσω!



[ Θέλω να φύγω πια]



Θέλω να φύγω πια από δω, θέλω να φύγω πέρα,

σε κάποιο τόπο αγνώριστο και νέο,
θέλω να γίνω μια χρυσή σκόνη μες στον αιθέρα,
απλό στοιχείο, ελεύθερο, γενναίο.

Σαν όνειρο να φαίνονται απαλό και να μιλούνε

έως την ψυχή τα πράγματα του κόσμου,
ωραία να 'ναι τα πρόσωπα και να χαμογελούνε,
ωραίος ακόμη ο ίδιος ο εαυτός μου.

Σκοτάδι τόσο εκεί μπορεί να μην υπάρχει, θεέ μου,

στη νύχτα, στην απόγνωση των τόπων,
στο φοβερό στερέωμα, στην ωρυγή του ανέμου,
στα βλέμματα, στα λόγια των ανθρώπων.

Να μην υπάρχει τίποτε, τίποτε πια, μα λίγη

χαρά και ικανοποίησις να μένει,
κι όλοι να λένε τάχα πως έχουν για πάντα φύγει,
όλοι πως είναι τάχα πεθαμένοι.





Ιδανικοί αυτόχειρες



Γυρίζουν το κλειδί στην πόρτα, παίρνουν

τα παλιά, φυλαγμένα γράμματά τους,
διαβάζουν ήσυχα, κι έπειτα σέρνουν
για τελευταία φορά τα βήματά τους.

Ήταν η ζωή τους, λένε, τραγωδία.

Θεέ μου, το φρικτό γέλιο των ανθρώπων,
τα δάκρυα, ο ίδρως, η νοσταλγία
των ουρανών, η ερημιά των τόπων.

Στέκονται στο παράθυρο, κοιτάνε

τα δέντρα, τα παιδιά, πέρα τη φύση,
τους μαρμαράδες που σφυροκοπάνε,
τον ήλιο που για πάντα θέλει δύσει.

Όλα τελείωσαν. Το σημείωμα να το,

σύντομο, απλό, βαθύ, καθώς ταιριάζει,
αδιαφορία, συγχώρηση γεμάτο
για κείνον που θα κλαίει και θα διαβάζει.

Βλέπουν τον καθρέφτη, βλέπουν την ώρα,

ρωτούν αν είναι τρέλα τάχα ή λάθος,
«όλα τελείωσαν» ψιθυρίζουν «τώρα»,
πως θ' αναβάλουν βέβαιοι κατά βάθος..



Επίκλησις



Ζοφερή Νύχτα, ξέρω, πλησιάζεις.

Με ζητούνε τα νύχια σου. Στα χνώτα
σου βλέπω που ωχριούν άνθη και φώτα.
Στ' απλωμένα φτερά σου με σκεπάζεις.

Δωσ' μου λίγο καιρό, Νύχτα μεγάλη!

Θα καταβάλω όλη τη θέλησή μου.
Σα μορφασμό θα πάρω στη μορφή μου
τη χαρά που στα στήθη έχουν οι άλλοι.

Και τότε κάποια πρόφαση θα μείνει

(σημαίας κουρέλι από χαμένη μάχη),
η ψυχή για να μη δειλιά μονάχη
και για να λησμονεί τη σκέψη εκείνη.

Το πάθος όχι, το ίνδαλμά του μόνο,

ή τη γαλήνη, θέλω ν' αντικρίσω
μια φορά. Κι ύστερα πάρε με πίσω
και καλά τύλιξε με, ω Νύχτα αιώνων!



Το 1928 κατηγορήθηκε για διαρροή πληροφοριών προς τον τύπο · πληροφοριών που αφορούσαν τη διασπάθιση δημοσίου χρήματος που προοριζόταν για την αποκατάσταση των προσφύγων. Ακολούθησε η τιμωρητική μετάθεσή του στην Πρέβεζα , τον Ιούνιο του 1928.
     Ο ποιητής ζει εκεί με συσσωρευμένες απογοητεύσεις , με τη μόνιμη απειλή της αρρώστιας του και κυρίως με μειωμένες ψυχικές αντιστάσεις. Έτσι στις 21 Ιουλίου 1928 αυτοκτονεί, φυτεύοντας μια σφαίρα στην καρδιά του και αφήνοντας πίσω του το ακόλουθο σημείωμα:

Εἶναι καιρὸς νὰ φανερώσω τὴν τραγῳδία μου. Τὸ μεγαλύτερό μου ἐλάττωμα στάθηκε ἡ ἀχαλίνωτη περιέργειά μου, ἡ νοσηρὴ φαντασία καὶ ἡ προσπάθειά μου νὰ πληροφορηθῶ γιὰ ὅλες τὶς συγκινήσεις, χωρὶς τὶς περσότερες, νὰ μπορῶ νὰ τὶς αἰσθανθῶ. Τὴ χυδαία ὅμως πράξη ποὺ μοῦ ἀποδίδεται τὴ μισῶ. Ἐζήτησα μόνο τὴν ἰδεατὴ ἀτμόσφαιρά της, τὴν ἔσχατη πικρία. Οὔτε εἶμαι ὁ κατάλληλος ἄνθρωπος γιὰ τὸ ἐπάγγελμα ἐκεῖνο. Ὁλόκληρο τὸ παρελθόν μου πείθει γι᾿ αὐτό. Κάθε πραγματικότης μοῦ ἦταν ἀποκρουστική.

Εἶχα τὸν ἴλιγγο τοῦ κινδύνου. Καὶ τὸν κίνδυνο ποὺ ᾖρθε τὸν δέχομαι μὲ πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω γιὰ ὅσους, καθὼς ἐγώ, δὲν ἔβλεπαν κανένα ἰδανικὸ στὴ ζωή τους, ἔμειναν πάντα ἕρμαια τῶν δισταγμῶν τους, ἢ ἐθεώρησαν τὴν ὕπαρξή τους παιχνίδι χωρὶς οὐσία. Τοὺς βλέπω νὰ ἔρχονται ὁλοένα περισσότεροι μαζὶ μὲ τοὺς αἰῶνες. Σ᾿ αὐτοὺς ἀπευθύνομαι.

Ἀφοῦ ἐδοκίμασα ὅλες τὶς χαρές !!! εἶμαι ἕτοιμος γιὰ ἕναν ἀτιμωτικὸ θάνατο. Λυποῦμαι τοὺς δυστυχισμένους γονεῖς μου, λυποῦμαι τὰ ἀδέλφια μου. Ἀλλὰ φεύγω μὲ τὸ μέτωπο ψηλά. Ἤμουν ἄρρωστος.

Σᾶς παρακαλῶ νὰ τηλεγραφήσετε, γιὰ νὰ προδιαθέσῃ τὴν οἰκογένειά μου, στὸ θεῖο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, ὁδὸς Μονῆς Προδρόμου, πάροδος Ἀριστοτέλους, Ἀθήνας.

Κ.Γ.Κ.

[Υ.Γ.] Καὶ γιὰ ν᾿ ἀλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω ὅσους ξέρουν κολύμπι νὰ μὴν ἐπιχειρήσουνε ποτὲ νὰ αὐτοκτονήσουν διὰ θαλάσσης. Ὅλη νύχτα ἀπόψε ἐπὶ δέκα ὧρες, ἐδερνόμουν μὲ τὰ κύματα. Ἤπια ἄφθονο νερό, ἀλλὰ κάθε τόσο, χωρὶς νὰ καταλάβω πῶς, τὸ στόμα μου ἀνέβαινε στὴν ἐπιφάνεια. Ὠρισμένως, κάποτε, ὅταν μοῦ δοθεῖ ἡ εὐκαιρία, θὰ γράψω τὶς ἐντυπώσεις ἑνὸς πνιγμένου.

Κι  ο ασυμβίβαστος ποιητής «λικνίζοντας την αιώνια θλίψη» του και «σέρνοντας την αιώνια πληγή» του πέρασε στην αθανασία που χαρίζει η αληθινή Ποίηση.




ΠΗΓΕΣ


  • Χριστίνα Ντουνιά, Κ.Γ.Καρυωτάκης. Η αντοχή μιας αδέσποτης τέχνης.εκδ.Καστανιώτης
  •  Χ.Ντουνιά, Κώστας Καρυωτάκης, Με τ΄όνειρο  οι ψυχές και με το πάθος , από το αφιέρωμα της εφημερίδας Καθημερινή
  • Νάσος Βαγενάς, Η παραμόρφωση του Καρυωτάκη, εκδ.Ίνδικτος
  • Σπύρος Βρεττός, Κώστας Καρυωτάκης, Το εγκώμιο της φυγής, εκδ.Γαβριηκίδης 2006
  • Αφιερώματα περιοδικών: Το Δέντρο 175-176,  Νέα Εστία 1655

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Τα ιστιοφόρα του Δημήτρη Σκουρτέλη



Τα ιστιοφόρα του Δημήτρη Σκουρτέλη


Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη


Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Όταν ο Ζιντ έγραψε στον Προυστ



Το 1988 ο λόγιος Νάσος Δετζώρτζης (1911-2003), περιπαθής αναγνώστης και μεταφραστής του Μαρσέλ Προυστ από το 1933, καταπιάνεται να μεταφράσει τρεις ολιγοσέλιδες επιστολές που αντάλλαξαν –εν είδει θερμής χειραψίας- ο Αντρέ Ζιντ και ο Μαρσέλ Προυστ τον Ιανουάριο του 1914. Τι καθιστά αυτή την πρώτη ανταλλαγή επιστολών μεταξύ Ζιντ και Προυστ τόσο σημαντική ως προς το έργο του Μαρσέλ Προυστ, έλκοντας συγχρόνως το ενδιαφέρον του Νάσου Δετζώρτζη, σε βαθμό να μεταφράσει την εν λόγω βραχύλογη επιστολογραφία; Στην επίμονη και επίπονη προσπάθεια εύρεσης εκδότη για τον πρώτο τόμο του μνημειώδους έργου του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, ο Προυστ, τον Δεκέμβριο του 1912, προσέκρουσε στην απορριπτική κρίση της εκδοτικής επιτροπής της Nouvelle Revue Française. Αυτή η βιαστική και άδικη ετυμηγορία αποδίδεται στον Αντρέ Ζιντ (θα μείνει στην ιστορία των γραμμάτων ως «το λάθος του Ζιντ») και βασίστηκε λιγότερο στην ανάγνωση του χειρογράφου και περισσότερο στην ανάμνηση φευγαλέων συναντήσεων με τον Προυστ σε κοσμικούς κύκλους. Και είναι προς τιμήν του Ζιντ ότι, ένα χρόνο σχεδόν μετά από αυτή την αρχική του άρνηση, θα στραφεί προς τον Προυστ καταθέτοντας με συντριβή τη mea culpa του. Τη στιγμή ακριβώς που κορυφώνεται η λογοτεχνική μοναξιά του Προυστ, ο αναγνωρισμένος ήδη στον χώρο των γραμμάτων Αντρέ Ζιντ νιώθει την αδήριτη ανάγκη να στείλει και ο ίδιος μιαν επιστολή συγνώμης στον Προυστ, προτού καν ολοκληρώσει τη δεύτερη ανάγνωση του βιβλίου. Η επιστολή του Ζιντ σηματοδοτεί την ανατροπή της συγγραφικής μοίρας του Προυστ, καθώς στη συνέχεια με ομόφωνη απόφασή της η εκδοτική επιτροπή της Nouvelle Revue Française θα αναλάβει την έκδοση και των δύο επόμενων τόμων του έργου του. 

n
Ο
γνωστός διαδικτυακός οδηγός πολιτισμού Days of Art in Greece διάβασε και μας προτείνει τρία έργα που κινούνται εντός, εκτός και επί τα αυτά της λογοτεχνίας. Τι εννοούμε με αυτό; Έχουμε και λέμε: μία ποιητική συλλογή από τη Μεγαλόνησο, την αλληλογραφία ανάμεσα σε δύο κορυφαίους Γάλλους λογοτέχνες και τέλος έναν οδηγό για τις σημαντικότερες θεωρίες λογοτεχνικής κριτικής του 20ου αιώνα.

Το «Αγαπητέ μου Προυστ» (εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης) ξεδιπλώνει την αλληλογραφία δύο ιερών τεράτων της γαλλικής λογοτεχνίας, του Μαρσέλ Προυστ και toy Αντρέ Ζιντ. Το 1988 ο λόγιος Νάσος Δετζώρτζης (1911-2003), μεταφραστής του Μαρσέλ Προυστ από το 1933, μετέφρασε τις τρεις ολιγοσέλιδες επιστολές που αντάλλαξαν ο Αντρέ Ζιντ και ο Μαρσέλ Προυστ τον Ιανουάριο του 1914. Ο Ζιντ, ως μέλος της εκδοτικής επιτροπής της Nouvelle Revue Française, είχε απορρίψει το χειρόγραφο του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Προυστ. Ένα χρόνο μετά, καταλαβαίνοντας το λάθος του, ο Ζιντ θα στείλει μια επιστολή συγγνώμης στον Προυστ, εγκαινιάζοντας έτσι την αλληλογραφία τους. Λίγο καιρό αργότερα, θα εκδοθούν και οι επόμενοι τόμοι του μνημειώδους έργου του Προυστ.
image
«Η Λογοτεχνική Θεωρία του εικοστού αιώνα» (εκδ. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για να πλοηγηθεί κανείς στο θεωρητικό τοπίο του 20ου αιώνα – του αιώνα που παρήγαγε περισσότερο θεωρητικό λόγο για τη λογοτεχνία από κάθε άλλο αιώνα. Το παρόν ανθολόγιο του K. M. Newton ερευνά τη συμβολή και την επίδραση του Ρωσικού Φορμαλισμού, της Νέας Κριτικής, του Δομισμού και του Μεταδομισμού και όλων των άλλων μεγάλων ρευμάτων, μέσα από κείμενα των κορυφαίων εκπροσώπων τους.
image
To «Χρεόγραφο» είναι η τρίτη ποιητική συλλογή του Κύπριου Σωτήρη Π. Βανάβα. Είχαν προηγηθεί οι ποιητικές συλλογές «Ψήγματα Απείρου» (2006) και «Ηχογράμματα» (2008). Είναι συνεπιμελητής της Ανθολογίας Κυπρίων Ποιητών (2008).
image

Η μετά θάνατον ποίησης Ποίηση…

egyptian-green-8in2
Πηγή: http://www.toperiodiko.gr/η-μετά-θάνατον-ποίησης-ποίηση/
Γράφει: Βασίλης Ρούβαλης - Σκέψεις - 25/10/2014
Ο ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ του 21ου αιώνα είναι εμφανής στο ερώτημα: φθάνει το τέλος της Ποίησης;  Υφίσταται, δηλαδή, μια σκέψη κατ’ αναλογίαν με την περίφημη ρήση του Αντόρνο περί του τέλους της λογοτεχνίας; Μια πρώτη απάντηση μπορεί εύκολα να δοθεί: Ναι, τώρα απουσιάζει η νέα νοοτροπία που θα κινητοποιήσει τη φαντασίωση για έναν κόσμο απαλλαγμένον από τις πρότερες επιλογές του. Και, επίσης, κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι εντοπίζει κάποια σοφή συνθήκη(μια προσωπικότητα πειστική ή μια κατάστασης ηγεμονική) που θα προλειάνει αυτήν την «επόμενη ημέρα» για την  ποιητική τέχνη.
Το μόνο βέβαιο είναι μερικές κατεστημένες συνιστώσες του παρόντος˙ διαιωνίζονται κι επηρεάζουν την ποιητική πορεία, συνθέτουν το όλον μηδέν που δεν ωφελεί και δεν σπινθιρίζει την πνευματική κινητικότητα. Στον αντίποδα, ωστόσο, υπάρχει έκδηλη ανάγκη για τη διασαφήνιση ενός στέρεου πλαισίου: για να εδραιωθεί, να κυριαρχήσει, να επωφεληθεί η όποια νέα γενιά, πρέπει να ξεπεράσει, να καταρρίψει και να παραμορφώσει τα δεδομένα των προηγούμενων. Και είναι ελάχιστοι οι λογοτέχνες που αντιλαμβάνονται διαφορετικά τα πράγματα, δηλώνοντας ότι πρέπει να υποστηρίζεται η ευεργετική παρουσία προδρόμων· ότι οφείλει να κυριαρχήσει η ιδιοσυγκρασία κάποιου συγγραφέα ή ομάδας συγγραφέων με κοινά χαρακτηριστικά· ότι με διδακτική ικανότητα μπορούν να συνενωθούν τα ετερόκλητα κομμάτια του τωρινού παρόντος.
Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο το γεγονός, ο απόηχος της ιστορίας της ελληνικής Ποίησης παραμένει θολός στην πρόσληψή του, ανεκμετάλλευτος για τους συγκαιρινούς δημιουργούς: μερικά από τα πιο σημαντικά «κεφάλαια» της Ποίησης –τάσεις, διακυβεύματα, ανατροπές, συγκερασμοί ανά εποχή– δεν έχουν ακόμη ταυτοποιηθεί προς όφελος του σημερινού προτάγματος (εκείνου που υποτίθεται ότι θα σχεδιάζεται από τους νεοτέρους). Ο προβληματισμός εστιάζεται, καθ’ έξην, στο παρηκμασμένο εκπαιδευτικό σύστημα, στην έλλειψη κριτικής μέριμνας και υποδομής για την παλαιότερη όσο και τη νεότερη παράδοση – κάτι διορθώσιμο από τη φιλολογία, υποτίθεται, συν τω χρόνω. Μια άποψη κατευναστική και βολική…

 για να εδραιωθεί, να κυριαρχήσει, να επωφεληθεί η όποια νέα γενιά, πρέπει να ξεπεράσει, να καταρρίψει και να παραμορφώσει τα δεδομένα των προηγούμενων
Υφέρπει άραγε η καχυποψία για την αυθεντική υπόσταση των ποιητών-ορόσημων; Και μήπως η σύγχυση της τρέχουσας ψυχοκοινωνικής πραγματικότητας αποτελεί κάτοπτρο της υποτυπώδους διαλεκτικής γύρω από μια ποίηση αληθοφανή –όχι αληθινή– κι ελάχιστα ριζοσπαστική; Οι απαντήσεις, λακωνικές: Πρώτον, η όποια θεώρηση των προγονικών συμβόλων φαίνεται ότι μάλλον δεν εξακτινίζεται πέρα από το όριο της ευκαιριακής «συνεύρευσης» και συναναστροφής, σ’ επίπεδο εκζήτησης ή ακόπιαστης όσμωσης (συνήθως από αφορμές επικοινωνιακής παρουσίας κι επικαιρότητας στα λογής «ποιητικά σαλόνια» των επιγόνων). Δεύτερον, η σύγχυση ως αποτέλεσμα της μεταιχμιακής κατάστασης που μετέρχεται ο κόσμος, δημιουργεί την παραπλανητική εντύπωση (την οποία σχολιάζει εύστοχα ο Χάρολντ Μπλουμ)1 πως η επανάληψη διασφαλίζει, προστατεύει και προωθεί την αναδημιουργία. Εξαιτίας αυτού του απλουστευτικού σκεπτικού εμφανίζεται λελογισμένη η πλημμυρίδα από μιντιακές αναφορές σε «ποιητές» οι οποίοι διεκδικούν θέση στο libro doroτης μεταμοντέρνας αξιολόγησης (περισσότερο, δηλαδή, για το γενόμενο παρά για το είναι της ποιητικής προσφοράς τους), και μόνον.
αυτο
Τι συμβαίνει όμως στο «διά ταύτα», στο άμεσα ζητούμενο, στο επικερδές της σύγχρονης ποιητικής δημιουργίας; Οι παλιές λέξεις ανανεώνονται, οι νέες σκέψεις καταφθάνουν μέσα από τις παλιές… Ο κύκλος ανατροφοδοτείται χάρη σε μια κανονικότητα.

 ο ομηρικός θάνατος και η περιπέτεια της επιστροφής χρησιμοποιούνται ευρέως (και διαρκώς στους αιώνες) ως ιδέα-σκελετός στη νέα λογοτεχνία κάθε φορά.
Αναζητούνται διαρκώς οι λεκτικοί τρόποι για ν’ ακονίζονται οι σκέψεις, ν’ αναμοχλεύονται οι ήχοι και τα αινίγματα, να πολλαπλασιάζεται το είδωλο, να συντελείται η υπέρβαση. Ο Μπόρχες επισημαίνει εξάλλου την κοινή συνισταμένη,2 έναν κύκλο αποτελούμενο από συγκεκριμένες αφηγήσεις με πανανθρώπινο, διαρκές στοχαστικό πρόταγμα – κύκλος ο οποίος επανέρχεται, επανατροφοδοτείται και πολλαπλασιάζεται. Λ.χ., ο ομηρικός θάνατος και η περιπέτεια της επιστροφής χρησιμοποιούνται ευρέως (και διαρκώς στους αιώνες) ως ιδέα-σκελετός στη νέα λογοτεχνία κάθε φορά. Σπερματικά ισχύει ετούτο, υπονοεί ο Αργεντίνος. Την ίδια στιγμή, τίποτε δεν συνεπάγεται την ουσιώδη-πρωτότυπη διάσταση της λογοτεχνίας, κι ούτε νομιμοποιείται η αντίληψη της κρατούσας ποίησης για την οργάνωση μιας νέας «αυθεντικότητας», ήτοι ένα σύστημα του πνευματικού imperium που θα επιβάλλει το κυκλοφορούν ποιητικό προϊόν.3
Δεδομένου ότι «η πραγματικότητα μισεί αυτούς που δεν την αποδέχονται ως αναγκαιότητα και ιστορία», όπως εμφαντικά σημειώνει ο Βύρων Λεοντάρης4, η συζήτηση μετακυλίεται στο ζήτημα της μετάληψης της ποιητικής ουσίας τόσο από «ποιητές καριέρας» όσο επίσης από παραγκωνισμένους, τους εκτός προσκηνίου. Στη μία ή την άλλη περίπτωση, κι αναλόγως το πώς η κάθε πλευρά εννοεί τη θέση της έναντι της ποιητικής τέχνης, κυοφορείται ενδιάμεσα η πραγματική διάσταση των πραγμάτων. Πιο συγκεκριμένα, η τωρινή εποχή δεν επιτρέπει την παρέμβαση της Ποίησης στο ατομικό και στο συλλογικό γίγνεσθαι, σ’ ό,τι αποκαλείται «συγχρονία». Η Ποίηση διατηρεί εμφανώς έναν αρνητισμό (αλλιώς: στάση αμφιθυμίας είτε αλαζονείας) απέναντι στα «απτά της καθημέρας», στη διαχείριση των επίκαιρων ανθρώπινων. Κι ενώ αποτελεί μια διανοητική κι εκφραστική αποκορύφωση, συμπύκνωση στοχαστικού λόγου, ίχνος υπαρξιακής διαδρομής ή μορφή τέχνης με καθολικές απαιτήσεις, δεν συντελείται η εναρμόνισή της με τον κόσμο ως διανόηση, έκφραση, συγκίνηση. Υπ’ αυτήν την έννοια, η Ποίηση χάνει κάθε επαφή με τους αποδέκτες της. (Άραγε, τότε πεθαίνει;).
ΠΙΨΨΨ
Με άμεση αναδρομή σε προηγούμενους αιώνες, όντως ο ποιητικός λόγος γνωρίζει την εξέλιξη μέσα από τις ποιοτικές αυξομειώσεις του, χάρη στη χλεύη ή τον θαυμασμό των αποδεκτών του, αλλά και με την «εργαλειακή» χρήση του από την εξουσία. Στο τέλος, όλα μοιάζουν να επαναλαμβάνονται, να επιστρέφουν σε μιαν βάση και να εξακτινίζονται… Η πιο σημαντική διαπίστωση είναι αυτό το γεωμετρικό σχήμα που διαμορφώνεται στη λογοτεχνία (μιλώντας εν προκειμένω με τον τρόπο του Blaise Pascal)5 και που αφορά τη διάταξη του υλικού το οποίο καλείται να φροντίσει και να συνεισφέρει το ποιητικό υποκείμενο. Πρόκειται για μιαν πραγματεία –επικείμενη προφανώς– περί ανανέωσης από τους ίδιους τους δημιουργούς˙ για μια συζήτηση που θα κινηθεί ανάμεσα στα ζητήματα του αδιεξόδου εξαιτίας της προσποίησης της εποχής, τουτώρα, της στιγμιαίας συνθήκης, όσο και εξαιτίας της ευκολίας της εξαπάτησης, της προσομοίωσης ύφους, ιδεών, παρορμήσεων (που τόσο μα τόσο παραπλανητικά επιβάλλονται στο σύγχρονο συγγραφικό διακύβευμα). Ο αναστοχασμός επικεντρώνεται στην ανάγκη ποιητικής ανανέωσης και, δευτερευόντως, παρεμβαίνει στο σκεπτικό για το τι μέλλει γενέσθαι με όλες αυτές τις αμήχανες διακυμάνσεις όρων, όπως «καλή ποίηση» ή «μέτρια ποίηση», «ποιητής» ή «ποιηματογράφος». Χάρη σε αυτόν τον αναστοχασμό, πάντως, εξάγεται το συμπέρασμα γύρω από την απρόσκοπτη παρουσία της Ποίησης στον κόσμο, και όχι βεβαίως τη θνήσκουσα διάστασή της στον κόσμο. Και τώρα, περισσότερο από ποτέ νωρίτερα, υπάρχει μια χρυσή ευκαιρία για όλα ετούτα.
———————————————————————————————————————————————————————–
1.Harold Bloom, Η θραύση των δοχείων, πρόλ.-μτφρ.: Γιάννης Σκαρπέλος, Πλέθρον, 1998, σ. 74-76.
2.Jorge Luis Borges, Πεζά, μτφρ.: Αχιλλέας Κυριακίδης, Ελληνικά Γράμματα, 2005, σ. 585-586.
3.Βύρων Λεοντάρης, Κείμενα για την ποίηση, Νεφέλη, 2001, σ. 69-75.
4.Λεοντάρης, ό.π., σ. 67
5.Blaise Pascal, Τα πάθη του έρωτα, Εκδόσεις Printa/Ροές, σ. 37-42
Κεντρική φωτογραφία: http://georgemckim.wordpress.com/2010/04/04/18/

«Η ποίηση στην εποχή του διαδικτύου»




POLIS  ART CAFE

Tετάρτη 29 Οκτωβρίου,

στις 7 το απόγευμα


Συζήτηση «Η ποίηση στην εποχή του διαδικτύου»




                     
 
Oι εκδόσεις/περιοδικό/ράδιο vakxikon.gr (Νέστορας Πουλάκος, Νίκος Μπίνος, Στράτος Προύσαλης), το varelaki.blogspot.gr / ένθετο μικρό περιοδικό notationes (Ασημίνα Ξηρογιάννη) και τοstigmalogou.blogspot.gr (Χριστίνα Λιναρδάκη, Κρις Λιβανίου) οργανώνουν κοινή εκδήλωση με θέμα «Η ποίηση στην εποχή του διαδικτύου», προκειμένου να διερευνήσουν τη θέση της ποίησης στην ψηφιακή εποχή.

Το vakxikon.gr, που πραγματοποιεί τόσο συμβατικές όσο και ψηφιακές εκδόσεις (το περιοδικό είναι αμιγώς ηλεκτρονικό και το ραδιόφωνο «εκπέμπει» αποκλειστικά μέσω του ίντερνετ), αλλά και τα δύο πολιτιστικά/λογοτεχνικά  blogs είναι από τους πλέον αρμόδιους να εκφέρουν γνώμη επί αυτού του πολύ ενδιαφέροντος και επίκαιρου θέματος. Για να υπάρχει σφαιρικότητα απόψεων, όμως, καλούν και τέσσερις ποιητές για να συζητήσουν μαζί τους. Πρόκειται για τους: Δήμητρα ΑγγέλουΧρήστο Αρμάντο Γκέζο(φετινό κρατικό βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου), Λίλιαν Μπουράνηκαι Θωμά Τσαλαπάτη (περυσινό κρατικό βραβείο).

Τελικά, το διαδίκτυο ωφελεί ή βλάπτει την ποίηση; Η ερώτηση παραμένει. Θα επιχειρήσουμε να την απαντήσουμε την Τετάρτη 29 Οκτωβρίου στις 19.00 στο Polis Art Cafe (στο αίθριο της Στοάς του βιβλίου).