Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

Ο ιδιότυπος συγγραφέας Φραντς Κάφκα


Ο δημιουργός της «Δίκης» και το σκοτεινό καφκικό του σύμπαν

Λίγοι συγγραφείς έχουν εξερευνήσει την ανθρώπινη προσπάθεια για γνώση και ασφάλεια όσο ο τσέχος Φραντς Κάφκα, ένας από τους μεγαλύτερους και λιγότερο κατανοητούς λογοτέχνες του 20ού αιώνα, παρά τους τόνους σελίδων και τις εκτενείς αναλύσεις του έργου του.
Η ιδιομορφία των μυθιστορημάτων και το περιχαρακωμένο λογοτεχνικό του σύμπαν, που αφορά λες μόνο στον συγγραφέα τους, στέκει ορόσημο στην ιστορία της γραφής: κανείς άλλος δεν κατάφερε να δημιουργήσει αυτό το ονειρικά παράξενο κλίμα παραδοξότητας και παραλογισμού, το οποίο διαποτίζει το έργο του τσέχου δημιουργού.


Παρά ταύτα, η αισθητική αξία του έργου του συνιστά ένα μείζον λογοτεχνικό γεγονός που δεν θα μπορούσε παρά να επηρεάσει καθοριστικά, έστω και εκ των υστέρων, την πορεία της μυθιστοριογραφίας. 



«Χάρη στον Κάφκα κατανόησα πώς ένα μυθιστόρημα μπορεί να γραφεί κι αλλιώς», συνήθιζε να λέει ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες για τον άνθρωπο που δεν ήταν συγγραφέας πλήρους απασχόλησης, αλλά πτυχιούχος νομικής που εργαζόταν σε ασφαλιστική εταιρία το πρωί και έγραφε στον ελεύθερο χρόνο του τα βράδια! 



Και βέβαια αν δεν ήταν ο φίλος του, Μαξ Μπροντ, που δεν σεβάστηκε την επιθυμία του συγγραφέα να καταστραφεί το σύνολο του έργου του μετά τον πρόωρο θάνατό του από φυματίωση, κανείς δεν θα γνώριζε τον λογοτέχνη που άλλαξε την ιστορία της γραφής, με το σκοτεινό και απειλητικό του σύμπαν: η «Δίκη», ο «Πύργος» και η «Αμερική» θα παρέμεναν για πάντα εκεί που τα προόριζε ο συντάκτης τους, στο καφκικό σκοτάδι…



Πρώτα χρόνια






Ο Φραντς Κάφκα γεννιέται στις 3 Ιουλίου 1883 στην Πράγα, την πρωτεύουσα της Βοημίας, τμήματος τότε της Αυστροουγγαρίας, μέσα σε εύπορη οικογένεια εβραϊκής καταγωγής. Ήταν το μεγαλύτερο από τα έξι παιδιά της οικογένειας, αν και την παιδική του ηλικία θα τη στοίχειωνε ο θάνατος των δύο αδερφών του, όπως βέβαια και η θυελλώδης σχέση του με τον πατέρα του. 



Ο ευκατάστατος υφασματέμπορος ονειρευόταν μια άλλη ζωή για τον γιο του και δεν κατάλαβε ποτέ το όνειρό του να γίνει συγγραφέας, όπως εξάλλου έκανε και η στοργική μητέρα του, η οποία όμως δεν συμμεριζόταν επίσης τη δημιουργική πλευρά του ευαίσθητου νεαρού. 






Ο ίδιος άλλωστε ο Κάφκα, στα εκτενή του «Ημερολόγια», που καλύπτουν μια περίοδο 13 ετών (1910-1923), αποδίδει τα προβλήματα στην προσωπική και ερωτική του ζωή στην ταραγμένη σχέση με τον αυταρχικό του πατέρα: «Υπέφερα πολύ με τις σκέψεις μου», σημειώνει κάπου με νόημα. Παρά ταύτα, από τη σχέση αυτή δεν μπόρεσε να ξεφύγει ποτέ, περνώντας το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής του κοντά στους γονείς του.



Ο Κάφκα φοίτησε σε γερμανόφωνο γυμνάσιο της Πράγας, ένα ιδιωτικό σχολείο για τα παιδιά της ανώτερης τάξης της πόλης, και διακρίθηκε στις σχολικές επιδόσεις, παρά τις περιπέτειες που είχε με τη σχολική εξουσία στη ζωή του. Μετά την αποφοίτηση, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Πράγας με σκοπό να σπουδάσει χημεία, έπειτα όμως από μόλις δύο εβδομάδες αποφάσισε να αφιερωθεί στα νομικά. 



Η ακαδημαϊκή αυτή αλλαγή ευχαρίστησε πολύ τον δεσποτικό πατέρα του, ο οποίος του επέτρεψε να παρακολουθήσει μαθήματα τέχνης και λογοτεχνίας ταυτοχρόνως με τις σπουδές του. Το 1906 θα βρει τον Κάφκα με το πτυχίο νομικής ανά χείρας, με τον νεαρό ασκούμενο δικηγόρο να κάνει την πρακτική του σε δικηγορικό γραφείο για έναν χρόνο…



Εργασιακές περιπέτειες






Αφού τελείωσε με τη νομική προπαρασκευή, βρήκε δουλειά σε μια ιταλική ασφαλιστική εταιρία στα τέλη του 1907. Το εξαντλητικό ωράριο ωστόσο του στερεί τη δυνατότητα να γράφει και ο ίδιος βυθίζεται στη θλίψη και την απελπισία. Στη συγκεκριμένη φίρμα άντεξε λίγο περισσότερο από έναν χρόνο και στα ημερολόγιά του μνημονεύει με χαρά τη στιγμή της παραίτησής του. 



Κατόπιν έπιασε δουλειά στο Ινστιτούτο Ασφάλισης Εργατικών Ατυχημάτων του Βασιλείου της Βοημίας, σε μια θέση στην οποία θα παραμείνει για τα επόμενα 10 χρόνια. Η εργατικότητα και η νοημοσύνη του γρήγορα θα τον μετατρέψουν σε δεξί χέρι του αφεντικού, αν και ο ίδιος δεν είχε ποτέ επιδιώξεις για καριέρα στον χώρο. Το μόνο που ήθελε ήταν χρόνο για να γράφει και η συγκεκριμένη θέση του το παρείχε αυτό. 






Ο Κάφκα θα παραμείνει στο Ινστιτούτο μέχρι το 1917, όταν ένα νέο ξέσπασμα της φυματίωσης που τον ταλαιπωρούσε από την παιδική του ηλικία θα τον αναγκάσει να πάρει μια μακρά αναρρωτική άδεια. Από τη συγκεκριμένη θέση θα παραιτηθεί οριστικά το 1922, όταν η εύθραυστη πια κατάσταση της υγείας του δεν του επέτρεπε να εργαστεί…



Έρωτας και υγεία






Παρά το γεγονός ότι η δημόσια εικόνα του ήταν αυτή ενός ιδιαιτέρως κοινωνικού ανθρώπου, εύκολου στις συναναστροφές και πολύ αγαπητού στους κύκλους του, η προσωπική του ζωή ήταν βουτηγμένη στο περίπλοκο των σκέψεών του και την ατολμία που ένιωθε να αφιερωθεί πλήρως στη γραφή. Ταυτοχρόνως, οι ανασφάλειές του άφησαν το στίγμα τους στην ερωτική του ζωή, όπως και η απροθυμία του να κάνει το μεγάλο βήμα. 






Την ώρα λοιπόν που πάντα έψεγε τον εαυτό του γιατί δεν ακολούθησε τον προορισμό του, το γράψιμο, την ίδια απροθυμία επέδειξε και στη σχέση του με τη σύντροφό του, Felice Bauer, την οποία αρραβωνιάστηκε δύο φορές πριν το ζευγάρι τραβήξει τελικά χωριστούς δρόμους το 1917, όταν και νοσηλεύτηκε σε σανατόριο για την πάθησή του.






Επόμενος σταθμός στην προσωπική του ζωή, η Dora Dymant, την οποία γνώρισε όταν η υγεία του είχε πάρει πια την κάτω βόλτα. Παρά ταύτα, οι δυο τους ερωτεύονται παράφορα και περνούν ένα διάστημα κοινής ζωής στο Βερολίνο, στην προσπάθειά του συγγραφέα να ξεφύγει από την επίδραση της δυναστικής οικογένειάς του και να αφοσιωθεί στο γράψιμο, αν και πλέον μαστιζόταν από κατάθλιψη, ημικρανίες, κρίσεις άγχους και αϋπνία. Τα δεινά της υγείας του θα φέρουν το ζευγάρι και πάλι στην Πράγα, με τον ίδιο να νοσηλεύεται σε σανατόριο της Βιέννης λίγο αργότερα, σε μια ύστατη προσπάθεια να απαλλαγεί από τη φυματίωση. 






Στο σανατόριο είναι που θα αφήσει ο μεγάλος τσέχος λογοτέχνης την τελευταία του πνοή, στις 3 Ιουνίου 1924. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Πράγα για να ταφεί στο εβραϊκό κοιμητήριο της πόλης, δίπλα στους γονείς του…



Εργογραφία






Γενικότερα, η ζωή του Φραντς Κάφκα υπήρξε απλή, χωρίς πολλές μετακινήσεις και συναισθηματικές διακυμάνσεις. Λίγες μέρες μάλιστα πριν από τον θάνατό του, παρακάλεσε τον καλό του φίλο Μαξ Μπροντ να κάψει τα αδημοσίευτα χειρόγραφά του, εντολή που ευτυχώς εκείνος παράκουσε και έσωσε έτσι τον κορυφαίο σήμερα λογοτέχνη από την αφάνεια. 



Ο Μπροντ είναι που επιμελήθηκε τα τρία ημιτελή μυθιστορήματά του και τα εξέδωσε μετά τον θάνατο του συγγραφέα τους: «Η Δίκη» κυκλοφόρησε το 1925, «Ο Πύργος» το 1926 και η «Αμερική» το 1927. Και πάλι όμως έπρεπε να έρθουν οι γάλλοι σουρεαλιστές, όπως ο Αντρέ Μπρετόν, αλλά και μια σειρά ακόμα από θαυμαστές του έργου του (όπως οι Καμί και Σαρτρ), το οποίο ήταν γνωστό μόνο στους στενούς λογοτεχνικούς κύκλους της Γερμανίας, για να γίνουν τα μυθιστορήματά του ανάρπαστα στη Γαλλία αρχικά και κατόπιν στον κόσμο ολόκληρο. 






Κι αυτό γιατί παρά το γεγονός ότι ο Κάφκα δημοσίευσε μια χούφτα κειμένων του εν ζωή, όπως τη μνημειώδη «Μεταμόρφωση» (1916), την «Αποικία των Τιμωρημένων», τον «Αγροτικό Γιατρό», αλλά και «Το γράμμα στον πατέρα» (1919), η εβραϊκή του καταγωγή μπήκε στο στόχαστρο των Ναζί ήδη από νωρίς: η Γκεστάπο κατέσχεσε τα γερμανικά χειρόγραφά του από το σπίτι της συντρόφου του στο Βερολίνο (τα οποία δεν έχουν ανασυρθεί μέχρι σήμερα), ενώ από το 1935 απαγορεύτηκε η δημοσίευση των έργων του. Όσο για τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να βεβαιώσουν την ύπαρξη τόσο του λογοτέχνη όσο και του έργου του, όπως οι τρεις αδελφές του, φίλοι και συγγενείς, έμελλε να βρουν όλοι τραγικό τέλος στα ναζιστικά κολαστήρια. 






Τα αρχεία του καταστράφηκαν, η βιβλιοθήκη και πολλές από τις επιστολές του χάθηκαν διά παντός και λίγο έλειψε να μην έπαιρνε καν μυρωδιά η ανθρωπότητα για τον μεγάλο τσέχο λογοτέχνη! Ο οποίος παρέμεινε παραγωγικός και λογοτεχνικά δραστήριος παρά τη ραγδαία επιδείνωση της υγείας του. Και πώς θα μπορούσε εξάλλου να συμβεί διαφορετικά για τον συνεπή αυτό εραστή της γραφής; Όπως το ήθελε άλλωστε και ο ίδιος: «Ό,τι δεν είναι λογοτεχνία, με κάνει να πλήττω και το μισώ γιατί με ενοχλεί ή με εμποδίζει έστω και μόνο στη φαντασία μου. Έτσι, δεν έχει νόημα για μένα η οικογενειακή ζωή, εκτός από τη θέση του παρατηρητή, στην καλύτερη περίπτωση»…






Κι αν η αξία κάποιων πραγμάτων μετριέται -δυστυχώς- με το χρήμα, αξίζει να σημειωθεί ότι το χειρόγραφο της «Δίκης» πουλήθηκε το 1988 έναντι 1,98 εκατ. δολαρίων, ποσό-ρεκόρ εκείνη την εποχή για χειρόγραφο σύγχρονου έργου… 

Σταυρούλα Γάτσου.

νανούρισμα





‘Ελα ύπνε και πάρε το, και μοσχοβόλησέ το.

Ολονυχτίς σου στρώνω πέταλα. Ολημερίς σε θρέφω.


Λαλούν τα αηδόνια το πρωί;
Λαλούν τα αηδόνια το πρωί;


Λίγο πριν ξημερώσει.




Το σώμα του κι εγώ






Ακουμπώ το χέρι στην πλάτη,
Όπως ο ψαράς αγγίζει χαμηλά το κουπί του,

Λιώνει στο στέρνο του η ανάσα,
Όπως ο κόσμος γλύφει το δικό του πουγκί,
Όπως ζητά το ζώο τροφή,

Το σώμα του κι εγώ συνταξιδεύουμε.




Η Κραυγή σου





Τριγυρνώ κάθε βράδυ κοντά σου



ακουμπάω την πλάτη σε δέντρα 
έξω απ’ την αυλή σου,

είναι τάχα η σκέψη πιο κοντά
η δική μου από τη δικιά σου.



Διενεργώ το αύριο
για να είμαι δική σου.

Τριγυρνώ κάθε βράδυ
νύχτα στο κορμί σου.



Γιατί ποιος ας μου πει
Τι είναι αυτές οι φωνές

Πως ακουμπά τα μέσα μου η βουή σου.

Τι είναι αυτό που φέρνει συνεχώς
στο μυαλό την μορφή σου.


Αν δεν είναι η κραυγή σου.


http://poetrybystavroulagatsou.blogspot.gr





Post-doc  

(ωδή στoν έρωτα)

κάπου ανάμεσα στους χαμένους
στους επαναστατημένους στους κυνικούς ρεαλιστές
στους αμυνόμενους στους εγωλάτρεις
στους αυτοεκτίμητους στους αφουγκραστές 
στους μονόφθαλμους Κύκλωπες στους ελεήμονες
στα συμπυκνωμένα σταγονίδια ατμού
βράζει το χώμα και στέλνει ονειρικές κραυγές

σε τεντωμένο σχοινί αιμορραγεί απόψε ο Ανθρωπος.
αιμορραγεί στα μέσα του
γιατί δεν είναι στη φύση του Ανθρώπου να υποκρίνεται
Υποφέρει

το τριαντάφυλλο μου μούδιασε
ο φακός σαν φάκα το’ πιασε και το κρατά σφιχτά
χύσου στο φως μικρέ μου Πρίγκιπα
φωτεινός πια
ακούς πως είναι να νιώθεις το κύμα;


Ο παππούς

κι αφού κουράστηκε
έκατσε λίγο πλάι σ' ένα μεγάλο βαθύ δέντρο 
καλοκαίρι
μεσ' τη δροσιά του ίσκιου του
θυμήθηκε
τις μέρες εκείνες
που όσες ήταν
εκείνες οι μέρες
μ' αυτό το φως
για κείνες τις μέρες που χαμογελούσε
χαίρεται τώρα
Να 'ταν εκείνες οι μέρες ζωή


Εκείνοι που σιωπούν

για έναν χορό λεβέντικο που χάνεται
ασφυκτικά
στη μέθη της νιότης

και πού να πάμε
λες

που θα μπορούσαμε να είχαμε πάει 
καθισμένοι έτσι και δεμένοι πισθάγκωνα

ούτε να χορέψουμε



Προδημοσίευση από την ποιητική σύνθεση «Εργαλεία πολέμου για τους αιχμάλωτους του έρωτα» που αναμένεται να κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Σαιξπηρικόν

«Ο,τι χάνεται/ διασώζεται μέσα μας/ ως αυτό που χάνεται». Χάρης Βλαβιανός


Διακοπές στην πραγματικότητα


Ποιήματα· σχεδιάσματα· μεταγραφές





ΓΑΛΑΖΙΟ


…πάνω σε μια απόχρωση του Αλμπέρτι

1.
Ξαφνικά η παλέτα του γέμισε
με το πιο μυστικό γαλάζιο τ’ ουρανού.
Έσκυψε πάνω στον καμβά του
κι άρχισε να ζωγραφίζει πυκνά σύννεφα.
Στο εργαστήριο αντηχούσαν οι φωνές των αγγέλων
που επαναλάμβαναν δυνατά τ’ όνομά του: 
"Beato Blue Angelico".

2.
Ο Ραφαήλ είχε μεγάλα φτερά.
Ο δάσκαλός του Περουτζίνο επίσης.
Μ’ αυτά άπλωσε το δικό του γαλάζιο στην οροφή της Καπέλα Σιστίνα.
Στο μέρος του Παραδείσου που του αναλογούσε, ο ήλιος δεν δύει ποτέ.

3.
Η Βενετία αναπαύεται τώρα
στο αστραφτερό γαλάζιο του Τισιανού·
η Ρώμη στο μελαγχολικό του Πουσέν
που λαμπυρίζει ανάμεσα στις ορτανσίες της Piazza Gloria.
(Εκεί μικρός μύρισα για πρώτη φορά την Άνοιξη.)

4.
Το γαλάζιο του Τιντορέτο με πληγώνει· 
του Τιέπολο (θυμάσαι τα φατνώματα στη Villa Serbeloni;)
με κάνει να χαμογελώ ανέμελα·
του Γκρέκο με δοκιμάζει
— μπορώ άραγε να συνεχίσω να πιστεύω σ’ αυτό το εκτυφλωτικό σκοτάδι; .

5.
Στο εργαστήριο του Βελάσκεθ
το γαλάζιο συστήνεται ως "Ινφάντα Μαργκαρίτα".

6.
Πάρε αυτή την ωραία γαλάζια κορδέλα
και δέσε την γύρω από τα χρυσαφένια σου μαλλιά.
Στην προσφέρει ο φιλήδονος Γκόγια.

7.
Εκρήξεις γαλάζιου μέσα στις αλληγορίες της Μεσογείου.
Ο Βαν Γκογκ μία απ’ αυτές.
(Η πιο έναστρη).

8.
Τα δάκρυα του Μονέ
ήταν γκριζογάλανα.
Ο Καντίσνκυ για να τον τιμήσει
έδωσε στον καβαλάρη του το άρωμα της λεβάντας.

9.
Μια μέρα το πινέλο θα μιλήσει.
Τότε θ’ αποκαλύψει αυτό που τα χρώματα ήδη γνωρίζουν:
πως ο Ματίς ήταν πράγματι γαλαζοαίματος.
(Όπως και ο Σαγκάλ εξάλλου)

10.
Είμαι η γαλάζια σου σκιά.
Το καθαρό περίγραμμα του σώματός σου.
Για τα γερασμένα μάτια
μια διαρκής παρεκτροπή.

[Από τη συλλογή «Διακοπές στην πραγματικότητα», Πατάκης, 2009]






































H ένατη συλλογή του Χάρη Βλαβιανού έχει τίτλο "Διακοπές στην
 πραγματικότητα". Χωρισμένη σε τρεις εκτενείς ενότητες, περιέχει
 ποιήματα γραμμένα τα τελευταία έξι χρόνια. Αν και η θεματική των 
ποιημάτων ποικίλλει, όπως αντίστοιχα και οι μορφικοί πειραματισμοί που
 επιχειρούνται, βασικός άξονας του βιβλίου παραμένει το ζήτημα της 
"πραγματικότητας".

Ο ποιητής δείχνει αμέριστη εμπιστοσύνη σε δύο ξεχωριστά "είδωλα" της 
γραφής: στο είδωλο της σκέψης και στο είδωλο που γεννά
 η γλώσσα.
 Γιατί κάθε ποίημα (ακόμα και στις μέρες μας, του μεταμοντέρνου 
σκεπτικισμού) αποτελεί ένα είδωλο κάποιας πραγματικότητας.
 Κάτι που προκύπτει από τη λέξη "είδος", δηλαδή από αυτό που φαίνεται. 
Και σημαίνει αυτό που μπορεί να γίνει αντιληπτό με τις αισθήσεις μας. Να, 
λοιπόν, πού συναντιούνται η γλώσσα με τη σκέψη: βασικό μέλημα της ποίησης 
είναι να σταθεί απέναντι σε μια "πραγματικότητα" η οποία -το γνωρίζουμε
 πια- φτιάχνεται από σημεία. 

H σχέση ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα τείνει
 όλο και περισσότερο να αντιστραφεί. Ζούμε σ' έναν κόσμο μυθοπλασιών.
 Δεν έχει νόημα να κατασκευάζουμε realities. Η σημασία βαραίνει πλέον 
την πρόθεση: "Διακοπές ΣΤΗΝ πραγματικότητα" και όχι "ΑΠΟ την 
πραγματικότητα".

Η ποίηση μας καλεί σε μια νέα συμμετοχή.
"Ό,τι χάνεται διασώζεται μέσα μας, ως αυτό που χάνεται".

Η συλλογή περιέχει τις ενότητες: "Lacrimae Amantis", 
"Πρόσωπα/προσωπεία" και "Η επιφάνεια των πραγμάτων".

Αυτό το βιβλίο ξεκινά δείχνοντας αμέριστη εμπιστοσύνη (θα τολμούσα να πω 
«πιστεύοντας») σε δύο αξεχώριστα «είδωλα» της γραφής: στο είδωλο της 
σκέψης και στο είδωλο που γεννά η γλώσσα. Και η εκλογή του «ειδώλου» ως 
διακριτού σημείου δεν είναι τυχαία, όταν μιλώ γι' αυτή τη συλλογή. Γιατί κάθε ποίημα
 (ακόμα και στις μέρες μας, του μεταμοντέρνου σκεπτικισμού) αποτελεί ένα 
είδωλο κάποιας πραγματικότητας. Δηλαδή κάτι που -ως κατασκεύασμα της 
δεξιότητας του ποιητή (γιατί τι άλλο είναι ένα ποίημα παρά ένα λεκτικό 
αρχιτεκτόνημα)- προκύπτει από τη λέξη «είδος», δηλαδή αυτό που φαίνεται, 
και σημαίνει κάτι που μπορεί να γίνει αντιληπτό με τις αισθήσεις μας. Να,
 λοιπόν, πού συναντιούνται η γλώσσα με τη σκέψη: αν ισχύει αυτό που 
έγραψε στην ωριμότητά του ο Αμερικανός φιλόσοφος Ρίτσαρντ Ρόρτυ 
(και μου θύμισε σε πρόσφατη συζήτηση ο στενός φίλος Χρήστος Χρυσόπουλος),
 ότι «όλοι οι φιλόσοφοι μετά τον Νίτσε απλώς διαπραγματεύτηκαν αξιοπρεπείς 
όρους για να παραδώσουν τη φιλοσοφία στους ποιητές», τότε η ποίηση μοιάζει 
να είναι ο παραδειγματικός αποδέκτης αυτής της παρακαταθήκης του λόγου.
Αυτή η ένατη ποιητική συλλογή έχει τίτλο: Διακοπές στην πραγματικότητα, και 
φέρει τον ενδεικτικό διευκρινιστικό υπότιτλο: «Ποιήματα, Σχεδιάσματα, 
Μεταγραφές». Χωρισμένη σε τρεις εκτενείς ενότητες υπό τους τίτλους: 
«Lacrimae Amantis», «Πρόσωπα / Προσωπεία» και «Η επιφάνεια των
 πραγμάτων», συγκεντρώνει σε ένα συνεκτικό έργο την εργασία των
 τελευταίων έξι ετών, και αισθάνομαι πως (σε ό,τι με αφορά) αποτελεί το
 επιστέγασμα (όχι όμως τον προορισμό) μιας ποιητικής διαδρομής. Ας 
μιλήσουμε καλύτερα για έναν κόμβο. Αν στην προηγούμενη συλλογή μου
 (Μετά το τέλος της ομορφιάς) με ενδιέφερε να διερευνήσω τη δυνατότητα 
της μετάβασης σ' ένα αυθεντικό «μετά» που να μπορεί να μας περιέχει, στην 
παρούσα εξετάζω σε βάθος την επιφάνεια του «τώρα» και τη δυνατότητα της 
γλώσσας (παρά την αστάθεια και τη ρευστότητα των λέξεων) να διασώσει κάτι 
από όσα προσπαθεί να παγιδεύσει.
Οι Διακοπές στην πραγματικότητα επιχειρούν να κινητοποιήσουν με 
διακριτικότητα αλλά και τόλμη (γιατί το πρώτο που κάνει ένας ποιητής είναι 
να προσεταιριστεί τα επίθετα που θα τον στοιχειώνουν) όλες τις μεθόδους 
που μπορούσα να σκεφτώ για ν' αναστοχαστώ μια πραγματικότητα που είναι
 αδιάκριτη και αναιδής. Συνομιλίες με ποιητές και ποιήματα, φιλοσοφικές 
παρατηρήσεις, εγκιβωτισμοί, σχεδιάσματα, γλωσσικά παιχνίδια είναι τρόποι 
που δοκιμάζονται, αλλά δίχως να αποδίδεται σε κανέναν το πρωτείο, επειδή
 νομίζω ότι βασικό μέλημα της ποίησης είναι να σταθεί απέναντι σε μια 
«πραγματικότητα» η οποία -το γνωρίζουμε πια- φτιάχνεται από σημεία.
Η σχέση ανάμεσα στη μυθοπλασία και στην πραγματικότητα τείνει όλο και 
περισσότερο ν' αντιστραφεί. Ζούμε, όπως καθημερινά μάς θυμίζουν οι 
τηλεοπτικές οθόνες, σ' έναν κόσμο μυθοπλασιών. Επομένως δεν έχει νόημα 
να κατασκευάζουμε realities. Το στοίχημα, αν όντως υφίσταται ακόμη, είναι 
να επινοήσουμε εκ νέου την πραγματικότητα και να μπορέσουμε να τη
 νοηματοδοτήσουμε μέσω της γλώσσας.
Γι' αυτό τον λόγο, η σημασία βαραίνει την πρόθεση: Διακοπές στην 
πραγματικότητα και όχι από την πραγματικότητα.
Η ποίηση μας καλεί σε μια νέα συμμετοχή.

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ ΓΚΙΛΓΚΑΜΕΣ Sin-lege-unnini


Το έπος του Γκιλγκαμές, που προηγείται κατά αιώνες από τα ομηρικά έπη, είναι το αρχαιότερο έπος του κόσμου. Στο ποίημα αυτό παρακολουθούμε έναν νεαρό βασιλιά, γεμάτο δύναμη και αλαζονεία, να μεταμορφώνεται μέσα από τις περιπέτειες και τα παθήματά του, να γίνεται ταπεινός και, τελικά, με δάκρυα και πόνο, να δέχεται την κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων: το θάνατό του. Ένας μεγάλος κατακλυσμός, ένας χαμένος παράδεισος, η αναζήτηση της αθανασίας είναι μερικά από τα κύρια θέματα του έπους, που τα ξαναβρίσκουμε σαν απόηχους στην Παλαιά Διαθήκη. Αναμφισβήτητα, το έπος του Γκιλγκαμές κατέχει μια ξεχωριστή θέση στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας και της θρησκείας. Το πρώτο αυτό έπος από τη Μεσοποταμία είναι ταυτόχρονα και ένα από τα ωραιότερα ποιήματα της ανθρωπότητας. 
(ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)

Τo Επος του Γκιλγκαμές είναι ένα επικό ποίημα από την περιοχή της Βαβυλωνίας κι αποτελεί το αρχαιότερο γνωστό λογοτεχνικό έργο και που ανάγεται σήμερα στην Ασσυρο - Βαβυλωνιακή φιλολογία Πρόκειται για τη συλλογή θρύλων και ποιημάτων των Σουμερίων για τον Γκιλγκαμές Μυθικό ή και ιστορικό πρόσωπο Βασιλέα ήρωα της Ουρούκ που θεωρείται ότι έζησε την 3η χιλιετία π Χ Το Επος του Γκιλγκαμές αποτελεί μια ποιητική παράδοση στην αρχή προφορική που μετά από κάποιους αιώνες απετέλεσε τον πυρήνα ενός ποιητικού κύκλου σε Σουμερική γλώσσα Οι μεταγενέστεροι ποιητές του Ακκάδ εμπνεύστηκαν ένα Επος όπου στη πληρέστερη μορφή του ( όπως έχει διασωθεί ) περιείχε δώδεκα άσματα Το Επος αυτό περιλαμβάνει και τον περίφημο Μύθο του Κατακλυσμού των Σουμερίων με ήρωα τον Ουτναπιστήμ Η βασική ιστορία περιστρέφεται γύρω από τη σχέση φιλίας που αναπτύσσεται ανάμεσα στο Βασιλιά Γκιλγκαμές και τον Ενκήντου έναν ημιάγριο άνθρωπο που γίνεται φίλος του Βασιλιά και μαζί αναλαμβάνουν ριψοκίνδυνες αποστολές ενώ δίνει μεγάλη σημασία και στο συναίσθημα απώλειας που διακατέχει τον Γκιλγκαμές μετά το θάνατο του Ενκήντου Το Επος του Γκιλγκαμές έχει παρουσιαστεί από πολλούς συγγραφείς είτε ως μετάφραση είτε ως μυθιστορηματική αφήγηση του πρωτότυπου κειμένου