Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

Μια ανάγνωση στο «Αλλού, στο Πουθενά», τα δώδεκα διηγήματα της Λουκίας Δέρβη



γράφει και επιμελείται η Νότα Χρυσίνα*




Η Λουκία Δέρβη στο νέο της βιβλίο  «Αλλού, στο Πουθενά», το οποίο περιλαμβάνει 12 σύντομα διηγήματα, μιλάει για το ταξίδι. Το ταξίδι ως προορισμό ζωής, το ταξίδι του πρόσφυγα αλλά και το ταξίδι εντός μας, σε διάφορες εποχές και τόπους που όλοι σχετίζονται με τον ελληνισμό.

 Με αφορμή τους ήρωές της μιλάει για την μοίρα του ανθρώπου, περιδιαβαίνει  τόπους και ήθη,  διαγράφει έναν εξωτερικό ιστορικό κύκλο που αναφέρεται σε τόπους και ιστορικά γεγονότα διαγράφοντας παράλληλα και έναν εσωτερικό κύκλο που εφάπτεται του εξωτερικού και μιλάει για τον άνθρωπο.

 Ο άνθρωπος είναι το θέμα και το ταξίδι που ονειρεύεται ως προορισμό ζωής στο διήγημα «Ταξίδι στο Τζιμπουτί» το οποίο η ηρωίδα της δεν θα πραγματοποιήσει ποτέ αλλά θα νοηματοδοτήσει την ζωή της καθώς η ίδια δεν  τολμά να ξεφύγει από τα ήθη της εποχής της σε ένα ελληνικό νησί όπου η οικογένεια καθορίζει την ζωή από την γέννηση έως τον θάνατο. Η μετανάστευση κάποιων μελών της οικογένειας είναι το καθοριστικό γεγονός γύρω από το οποίο πλέκονται οι ζωές όλων.

Στο διήγημα «Βραδινή προσευχή» το οποίο ξεχώρισα για την ψυχολογική εμβάθυνση της Λουκίας Δέρβη, η ηρωίδα της αναζητάει ένα σταθερό σημείο αναφοράς ώστε να συγκροτεί τον ευαίσθητο ψυχισμό της, καθώς έμεινε ορφανή στην ηλικία των δώδεκα ετών. Η ηρωίδα βρίσκει το σημείο αυτό στο πρόσωπο της μικρούλας την οποία φροντίζει μέχρι που η μικρή ενηλικιώνεται αλλά δεν σταματάει να παλεύει με τα φαντάσματά της. Αυτά παίρνουν την μορφή της δασκάλας του πιάνου της μικρής η οποία γίνεται άθελά της απειλή αποσταθεροποίησης. Η ηρωίδα καταλήγει  να συνειδητοποιήσει πως το σταθερό σημείο αναφοράς μας βρίσκεται εντός μας ανεξάρτητα από τόπο και χρόνο κι αφού απαλλαγούμε από φαντάσματα εχθρούς που κατασκευάσαμε από φόβο να δεχθούμε τον άλλο ως σύμμαχο και να συμπορευτούμε αρμονικά.

Η Δέρβη χρησιμοποιεί γλώσσα άμεση και παραστατική και όπου χρησιμοποιεί ευθύ λόγο δίνει ένα εύθυμο τόνο πλάθοντας ήρωες με ζωντάνια. Η αφήγηση ρέει προκαλώντας στο μυαλό του αναγνώστη εικόνες που εναλλάσσονται  όπως σε ένα παραμύθι που το ενδιαφέρον συνεχίζεται αμείωτο μέχρι το τέλος. Κάποιες φορές το τέλος  παραμένει σε εκκρεμότητα δίνοντάς μας την ευκαιρία να το συμπληρώσουμε εμείς.

Διαβάζοντας τα δώδεκα διηγήματά της Δέρβη έχεις την αίσθηση ότι παρακολουθείς τον ήρωα με έναν κινηματογραφικό φακό που πότε εστιάζει σε κοντινό πλάνο, δείχνοντάς μας λεπτομέρειες και πότε ανοίγει ο φακός και βλέπουμε ολόκληρο σκηνικό με μάχες και τοπία που πρωταγωνιστούν, χωρίς ο ήρωας να κυριαρχεί στο τοπίο αλλά να ζυγιάζεται σωστά ώστε το τοπίο ή γενικότερα ο χώρος να είναι ένα με τον ήρωα.

Το συναίσθημα πλημμυρίζει πολλά από τα διηγήματα και οι ήρωες περνούν από πολλά και διαφορετικά συναισθήματα όπως και εμείς οι αναγνώστες. Το διήγημα που με άγγιξε περισσότερο ήταν η «Βραδινή προσευχή» καθώς ένιωσα να κλιμακώνονται τα συναισθήματά μου μέχρι την κάθαρση που ευτυχώς ήρθε γρήγορα καθώς το διήγημα τελειώνει σύντομα με ένα Happy End.

Τέλος, σε όλα τα διηγήματα της Λουκίας Δέρβη υπάρχει και κάποιο ηθικό δίδαγμα που βοηθάει εκτός από την τέρψη του διαβάσματος και στη διδαχή που νομίζω ότι επιτυγχάνουν όλα τα καλά αναγνώσματα.

Προτείνω να διαβάσετε τα διηγήματα μιας νέας γυναίκας που προβληματίζεται πάνω στα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα αλλά και παίζει με την γλώσσα και το θέμα της με άνεση και πρωτοτυπία.






Η Λουκία Δέρβη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1972.
 Σπούδασε στην Ελβετία Ξενοδοχειακές 
Επιχειρήσεις. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2015)Αλλού, στο πουθενά, Μελάνι
(2013)Group Therapy, Μελάνι
(2009)Ομπρέλες στον ουρανό, Μελάνι
(2004)Κακός χαρακτήρας, Μελάνι
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2005)Συνταξιδιώτες, Fnac

---------------------------


* Η Νότα Χρυσίνα είναι μεταφράστρια, πολιτισμολόγος.


Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

Μια προσέγγιση στην ποιητική συλλογή «Τα νεαρά ποιήματα» της Ρένας Πετροπούλου-Κουντούρη



γράφει και επιμελείται η Διώνη Δημητριάδου*

από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη


Θα μπορούσε η δημιουργία ενός ποιήματος να είναι μια εικόνα στον καθρέφτη.
«Κοιτώ το είδωλό μου στον καθρέφτη
Η θλιβερή κουστωδία των γηρατειών
Αλώνει του προσώπου μου
Τη ραγισμένη πορσελάνη»

Στα ποιήματα της Ρένα Πετροπούλου-Κουντούρη, τα «νεαρά» όπως τα έχει ονομάσει, ίσως το πρώτο που σκέφτεσαι είναι αυτό το ανακόλουθο του τίτλου με το περιεχόμενο των στίχων της, οπωσδήποτε αντλημένο από ζωή γεμάτη εμπειρίες. Άλλωστε αυτή η ματιά στον καθρέφτη, όχι για να επιβεβαιώσει κάποιο ναρκισσισμό αλλά για επαλήθευση μιας μακράς πορείας, απαιτεί ώριμη στάση απέναντι στον χρόνο, στις απώλειες που συμπαρασύρει αλλά και στη σοφία που προσθέτει στο κάποτε νεαρό μυαλό.
Μια κατά μέτωπο αντιμετώπιση της ζωής έχουμε εδώ. Με σαφήνεια, με ειλικρίνεια αλλά και με λεπτή αισθητική. Ταυτόχρονα μια απόλυτη αίσθηση της συνέχειας του εαυτού μας μέσα στον χρόνο, με αποδοχή των περασμένων βημάτων, όπου κι αν οδήγησαν αυτά.
«Η ηλικία των λαθών
Εκείνη που σου υπόσχεται
Αυτό που βλέπεις στον καθρέφτη»


Η ποιήτρια αγαπά τις απλές φράσεις που δίνουν μόνο όσο επιτρέπει η συνωμοτική γραφή της ποίησης, που απευθύνεται σε μυημένο και δοκιμασμένο αναγνώστη στα στιχουργήματα. Λίγες φορές επιλέγει και τα επίθετα, αποφεύγοντας να αφήσει γυμνά τα ουσιαστικά της. Θα λειτουργούσαν με την εσωτερική τους δύναμη χωρίς αυτά; Πιστεύω πως ναι, ωστόσο σκέφτομαι τον στίχο της για εκείνα τα
«αγάλματα των κοιμητηρίων
Μια ανίσχυρη αγέλη αθανάτων»
και αναθεωρώ: εδώ έχουμε την καίρια χρήση των επιθέτων, καθόλου κοσμητικός ο χαρακτήρας τους, αντιθέτως συνοδεύουν το ουσιαστικό για να το απογυμνώσουν από κάθε άλλοθι. Ο λόγος γίνεται σκληρός, όταν η πραγματικότητα το απαιτεί.
Η θεματολογία της ποιήτριας ξεκινά από μια απόπειρα ταυτοποίησης του προσώπου με το είδωλο που διαγράφεται στον καθρέφτη (που σημαδιακά δηλώνει την παρουσία του στον πίνακα της ποιήτριας που κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου) με όσα οδυνηρά μπορεί να φέρει μαζί της μια τέτοια απόπειρα υπαρξιακής αναζήτησης. Σκέψεις που την οδηγούν σε ένα προσδιορισμό της ποιητικής της ταυτότητας, αναπόφευκτα δεμένης με τη μοναξιά του δημιουργού
«Η μοναξιά πάνω απ’ τον ώμο μου
Τους στίχους μου διαβάζει»

αλλά και την ανάγκη να δει γραμμένα στο χαρτί τα όσα μέσα της φωνάζουν
«Να γεννηθούνε πρέπει
Ν’ ανασάνω»

Πίσω από όλη αυτή την πορεία δημιουργίας υπάρχει και ο αναγνώστης/αποδέκτης που η ποιήτρια επιθυμεί να τον φτάσει με τη φωνή της
«Ν’ ακούσεις
Την ανάσα της ψυχής μου»

Επικεντρώνει κατόπιν τη θεματική της στις χρονικές στιγμές που έφυγαν μαζί με τα πρόσωπα που απέδρασαν μαζί τους αφήνοντας εικόνες, μνήμες, όλα αυτά που συνιστούν μια πλούσια ζωή σε συναισθήματα, ικανό υλικό για ποιητική έκφραση.
«Στα ερειπωμένα μπράτσα μου
Κρατώ τον αποχωρισμό»

Μπορεί η θεματική αυτή να προϊδεάζει για ένα βαρύ κλίμα στα ποιήματα της Ρένας Πετροπούλου. Ωστόσο δεν ισχύει αυτό. Χωρίς να μπορείς να καταλάβεις πώς το καταφέρνει, αναδύεται μια νότα πιο φωτεινή πίσω από τις λέξεις. Έτσι που μπορείς να πεις ότι τα ποιήματα αυτά πρώτα τα ακούς, τα μυρίζεις (ήχοι, μελωδίες, ευωδία λουλουδιών) και κατόπιν τα σκέφτεσαι.
«Κι αν ήταν οι νεκροί τους αλαφρές ψυχές
Τους κελαηδούν αηδόνια»

«Αδιάκοπα πηγαινοέρχονται οι μνήμες
Σαν βελούδινες αυλαίες θεάτρου
Σαν ξεφτισμένα αλογάκια
Ενός πολύχρωμου μουσικού καρουζέλ»

Συναισθηματική η γραφή της ποιήτριας; Οπωσδήποτε. Με λυρικές εξάρσεις; Συχνές. Περισσότερο, όμως, μένει η αίσθηση πως εδώ έχουμε ένα ποιητικό λόγο στηριγμένο σε κάτι πιο σταθερό από μια συναισθηματική παρόρμηση. Χωρίς να έχει τη γήινη υφή που είθισται να συνυπάρχει με τη λιτότητα της γραφής, ο στίχος της έχει την πλαστικότητα που προϋποθέτει το γερά θεμελιωμένο βίωμα. Γι’ αυτό και φτάνει στον αναγνώστη με την ειλικρίνεια που φανερώνεται πίσω από τις λέξεις. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο πως εισαγωγικά επιλέγει τα λόγια του Ρίλκε: «Γιατί οι στίχοι δεν είναι, καθώς νομίζουν οι άνθρωποι, αισθήματα -αυτά τα έχει κανείς αρκετά νωρίς- είναι εμπειρίες». Με αυτό το υλικό της βιωμένης εμπειρίας γράφεται και η καλύτερη ποίηση.


Η Ρένα Πετροπούλου Κουντούρη γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης. Είναι  καθηγήτρια Σχεδίου Μόδας με μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Παράλληλα ασχολείται με την Ζωγραφική, τον Σχεδιασμό Κοσμημάτων, την Ποίηση και τη Λογοτεχνία. Από το 2001 μέχρι σήμερα, έχουν εκδοθεί 15 βιβλία της (ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα, διηγήματα , παιδικά βιβλία-απόσπασμα βιβλίου της διδάσκεται στην Ε’ Δημοτικού- και παιδικό θέατρο), ενώ άρθρα και βιβλιοκριτικές της δημοσιεύονται στον τύπο, το διαδίκτυο και σε λογοτεχνικά περιοδικά. Είναι συντονίστρια της Λέσχης Ανάγνωσης’’ Λογοτεχνικός κύκλος Ηρακλείου’’. Τηλεόραση, ραδιόφωνο, παρουσιάσεις Ελλήνων και Ξένων Λογοτεχνών και συνεχείς επισκέψεις σε σχολεία συγκαταλέγονται επίσης στο ενεργητικό της. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το τελευταίο της μυθιστόρημα ‘’Η Μάχρια της Λήθης’’ από τις εκδόσεις Λιβάνη.


Από την ‘’Εμπειρία Εκδοτική’’ κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα:

’’Με τον ίσκιο σου αντήλιο’’2001,
 ‘’Απορρίπτεστε λόγω πάχους’’2002,
‘’Ζωή ερήμην’’2004,
‘’Στο δρόμο με τις πικροδάφνες’’2007,

καθώς και  η σειρά παιδικών βιβλίων:

’’Ο Σοφούλης ο Ψαλιδούλης ‘’ 2003
                                               ’’Μια φοβερή ανακάλυψη’’,
                         ‘’Οι Ολυμπιακοί αγώνες’’,
                                              ‘’ Αποστολή στο διάστημα’’
                       ‘’Η περιπέτεια του Αη Βασίλη’’

Διηγήματα

’’Μια σοκολάτα αμυγδάλου σου φέρνει ευτυχία’’ 2009 από τις Εκδόσεις Δοκιμάκη

Ποίηση

’’Έρωτας σε χρόνια οδύνης’’2006 από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδη
 ’’Όνειρα ασύνορα’’2009 υπό την αιγίδα του Λογοτεχνικού Συνδέσμου                  Ηρακλείου
’’Στον κήπο της μνήμης’’ 2011 από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδη
‘’Τα χα’ι’κού μιας μέρας και μιας νύχτας’’ 2013 
από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη
‘’Τα νεαρά ποιήματα’’2013
 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη


Παιδικό θέατρο’’Τα επαγγέλματα που χάνονται’’ 2003









 ------------------------------




 * Η Διώνη Δημητριάδου είναι φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας.

Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016

Δημήτρης Περοδασκαλάκης "Επι γαν μέλαιναν"



γράφει και επιμελείται η Ρένα Πετροπούλου - Κουντούρη*




Εκδόσεις Γαβριηλίδης





Στην  τρίτη ποιητική του συλλογή  που φέρει τον τίτλο Επί γαν μέλαιναν, ο Δημήτρης Περοδασκαλάκης συνδιαλέγεται με την Ιστορία, καθώς και τον εικονοποιημένο και ταυτόχρονα φιλοσοφικό στοχασμό, κομίζοντας στην ποίηση των καιρών μας των λέξεων την μουσική , την επιλεκτική αναζήτηση στοιχείων, προσώπων και συμπεριφορών μέσα από την καθημερινότητα, ένα παιχνίδι γρίφων του λόγου με τον τόπο. Ευαίσθητος, ευφυής, με έκδηλη ευγένεια και λεπτότητα, με ικανή παιδεία που διαφαίνεται πηγαία μέσα από τους στίχους του, θυμοσοφικός, αινιγματικός, ταλαντούχος και αυθεντικός, όλα τούτα τα γνωρίσματα είναι του ανθρώπου και του έργου του μαζί.

Ο ποιητής στέργει να ψάλλει τις στιγμές, το κέντρισμα, τ’ ακούσματα, την Ιστορία σε πρώτο πλάνο αντάμα με το σήμερα. Καταγράφοντας στιγμιότυπα με το μάτι του περαστικού διαβάτη, αναπλάθει μνήμες δίχως αφηγηματικά φίλτρα, εκμαιεύοντας συγκίνηση μέσα από μια ευφυέστατη, λιτή γραφή με την ακαριαία ματιά ενός φωτογραφικού κλικ, που αποτυπώνει την στιγμή, μετουσιώνοντάς την σε στιβαρό ποιητικό λόγο.

Η τελευταία του ποιητική συλλογή μοιράζεται σε τρείς ενότητες: Επί γαν μέλαιναν (αντλημένη από ποίημα της Σαπφούς),
Στον Χάνδακα εκτάκτως και Πυξ λαξ Αναστάσιμο.

Ο κόσμος του Δ.Π. στο πρώτο μέρος Επί γαν μέλαιναν , ξετυλίγεται μπροστά μας, γήινος, ζωντανός, με την φρέσκια ματιά του παρόντος αλλά και αυτή  τη νοσταλγική του παρελθόντος σε διαδοχικά, επαγωγικά επεισόδια και μορφές βαθύτατα εντυπωτικές( Η υδρόγειος σε κάδο, Η Τάξη, Νάντια Ανζουμάν ), ενώ ο δημιουργός –συχνά με λέξεις ή στίχους δάνεια από τον Ησίοδο και την Σαπφώ, τον Ηράκλειτο ή τον Χαίλντερλιν και τον  Miklos Radnoti ή ακόμη και από τροπάρια ή ψαλμούς της θείας Λειτουργίας - αναπαριστά στην παλαίστρα του λόγου τον αδυσώπητο αγώνα του καθενός μας με τον εαυτό του, ιδιαίτερα στην κορύφωση του τέλους, προσδίδοντας δύναμη ικανή στο όλο ποιητικό σύνολο.

Χαμαιγενείς άνθρωποι κατοικούν τη γη/κι όμως ψηλότερα μπορούν να πάνε/
ή
Ο εμετός της Ιστορίας, τι δυσώδης /σαν την πληγή του Φιλοκτήτη
ή
Πτώμα ο λόγος όζει ήδη στο κενό/

Οι ρίζες του υπεδάφους της ποίησης, που λίγο πολύ είναι οι ρίζες μας , η ζεστή αίσθηση της σκοτεινής γης, η μνήμη που φωλιάζει σε κρυμμένες εσοχές,  η υλικότητα των ανθρώπων- τόσο γήινοι, τόσο σωματικοί, τόσο άνθρωποι- σφύζουν στην ποίηση του Δημήτρη Περοδασκαλάκη, συμμετέχοντας σ’ ένα εν εγρηγόρσει όνειρο που μιμείται την πραγματικότητα.

Διψούν οι άνθρωποι διψούν/ τον κόσμο που τους δόθηκε να ζήσουν/


μαζί διψά κι ο θάνατος/ όσο νερό κι αν πίνει/Είν’ αλμυρή η σάρκα των ανθρώπων.                                  (Δίψα σελ.42)



Τόσα παπούτσια που πηγαίνουν τους ανθρώπους/


σε δρόμους ποιους τα βήματά τους οδηγούν;

                                       (Παπουτσωμένοι μινώταυροι σελ.55)

Τόσο στην δεύτερη όσο και στην τρίτη ενότητα της συλλογής (Στον Χάνδακα εκτάκτως και Πυξ λαξ Αναστάσιμο) η πόλη είναι αυτή που δονεί, ταλανίζει, εμπνέει τον ποιητή, τον κάνει ν’ αναρωτηθεί, να πλάσει, ν’ αναζητήσει θαύματα. Θαύματα που συμβαίνουν δίπλα μας και περιμένουν κάποιον να τ’ ανακαλύψει.

Τα μνημεία
-Μαρτινέγκο, Πύλη Παντοκράτορα, Ναός Αγ. Πέτρου-
τ’ αγάλματα
-Ελ Γκρέκο, το άγαλμα του Αγνώστου στρατιώτη -
κάποιες χαρακτηριστικές φιγούρες της πόλης του Ηρακλείου
 –Ο κλόουν στα Λιοντάρια, Του μπάρμπα Φώτη τ’ αργαστήρι, Αδάμης, ο ηφαίστειος σιδεράς , ο γέρων παπάς της γειτονιάς-
καθώς και η φύση με την θέα της 

μικρούλα μια ροδομηλιά/τρεμόπαιζε στο δείλι με τους ύμνους/


ντύνονται με το φίνο ένδυμα των στίχων, που υφαίνουν η νόηση, η ανάμνηση και η έμπνευση, συνυπογράφοντας μικρές παραστάσεις, δηλωτικές εκφάνσεις του ωραίου.

Ο ποιητής πολεμά στην δική του γλώσσα με την ειδική οικονομία των λέξεών της, απέναντι σε ότι τον στοιχειώνει και τον γητεύει , έχοντας ως αφετηρία τον δικό του τόπο κι εποχή. Εναγώνια μυστικός ή μεταφυσικός στα ποιήματα (Εκτάκτως ο Λόρκα στο Χάνδακα, Ο Δομίνικος στο πάρκο, υπέροχα ποιήματα και τα δυο)

με θραύσματα μαγικού ρεαλισμού στις ‘’Σκαλωσιές’’

Δίπλα στη θάλασσα πόσα κελιά/τάφοι κοχύλια που βουίζουν ψαλμωδίες-

όπως και στο ποίημα ’’Αδάμ που ει;’’

Δυο φλογισμένοι κότσυφες/με μια αστραπή στο ράμφος τους/έγιναν άνθρωποι γυμνοί που’ φυγαν απ’ το δέντρο/



συμπυκνώνει και μεταδίδει βέβαια και ποιοτική ποιητική συγκίνηση.

Στο ‘’Θερινό σινεμά’’ καταθέτει περίτεχνα ευρηματική μνήμη και φαντασία χωρίς εξιδανικεύσεις, ενώ το θρησκευτικό στοιχείο( το θείο και οι τελετουργίες του) αποτελεί από μόνο του μια ολόκληρη θεματική ενότητα –Πυξ λαξ Αναστάσιμο(Άγγελος της Πρωτομαγιάς, Πωλείται, Το μάθημα, Δια χειρός, Για λίγη λάμψη, Λόγος γεγραμμένος, Πυξ λαξ αναστάσιμο).


Ένα ακόμα στοιχείο που είναι ολοφάνερο μέσα στο παρόν ποιητικό έργο, είναι η κοινωνική ευαισθησία που διέπει τον ίδιο τον Δ.Π. και η θέση που παίρνει απέναντι στις ευαίσθητες (αν και πολλάκις άγρια λοιδορούμενες στην εποχή μας)κοινωνικές ομάδες

(Τρίτη ηλικία, άτομα με ειδικές ανάγκες, μετανάστες, άτομα που διώχθηκαν από απολυταρχικά καθεστώτα ή ανήκουν σε χαμηλά κοινωνικά στρώματα), η οποία τον ωθεί να γράψει μερικούς από τους πλέον έξοχους στίχους του (Νάντια Ανζουμάν-από τα ωραιότερα μικρά ποιήματα της συλλογής),

Είναι η Νάντια Ανζουμάν/’εαρ γλυκύ στον κήπο της Χεράτ

Μοίρα Αλλοδαπή, Του κανενός το τζάκετ, η κόρη της Βεργίνας, Αθηνά και Ορέστης ανίατοι, δυο γέροντες Δεκέμβρη στο μπαλκόνι) αποδεικνύοντας την ποιότητά του σαν άνθρωπος και σαν δημιουργός.


 Ένα από τα τεχνάσματα του ποιητικού λόγου , που γνωρίσαμε κυρίως στον Καβάφη, είναι η χρήση της ειρωνείας. Ο Περοδασκαλάκης την υιοθετεί μ’ επιτυχία, σε αρκετά ποιήματα του γ’ μέρους και δεν διστάζει να την μεταχειριστεί με θελκτικό τρόπο. Δεν την αφήνει να διαποτίζει ολόκληρο το ποίημα, αλλά απλά της επιτρέπει να ξεπηδά στους δυο τελευταίους στίχους, λειτουργώντας παραινετικά και με μιαν ιδιαίτερη κομψότητα:


Πιο συνθηματικός να γίνεις ουρανέ/η πόρτα δεν ανοίγει σε αγνώστους/

Δρομέας νύχτας/


Ανύποπτος για τα τροχαία δωματίου/


Έχει οπωσδήποτε αλλάξει η τεχνική/ωστόσο η Ιστορία παραμένει/το πιο διάσημο του κόσμου bodyline./

Στην παρούσα συλλογή είναι εμφανής η βαθιά οικείωση του ποιητή με την Σπιναλόγκα-τρία ποιήματα της ανήκουν- και με ότι αυτή σηματοδοτεί- ουσιαστικά το καθεστώς της αρρώστιας,

Μακρύ τ’ αγκάθι φυτεμένο στο νησί/
Χανσενικών γενιές σ’ αγκίστρι μοίρας/
Καλές ψαριές ενός γιατί/
Που τρύπησε βαθιά ψυχή και σώμα./
                                         (Σπιναλόγκα Ι σελ.36)

σε μεταφυσικές παραλλαγές που ανατροφοδοτούν την θλίψη και το ζόφο -
Απέναντι η Σπιναλόγκα/
Πανσέληνοι νεκροί σκαρφαλωμένοι στα τειχιά/
Στήνουν τ’ αυτί τους για ν’ ακούσουν/
                                    (Πυξ λαξ αναστάσιμο σελ72)

πασχίζοντας ωστόσο να βρει τρόπους εξόδου από έναν κύκλο φθοράς και θανάτου.

Η αναδρομική βίωση επαναφέρει στην επιφάνεια την οδύνη της απώλειας
Έφυγε ξαφνικά ο ποιητής-/
ήταν Χριστούγεννα που ο θίασος τον πήρε.
Έμεινε μόνο το σκυλί στο Θροφαρί/
‘’Γραμματική’’ το φώναζε./
                                ( Κόκαλο χάρτινο, μνήμη Αργύρη Χιόνη)

Παρακάτω ένας πρωτογενής ρυθμός (μελωδία)εκπορεύεται από την μαιανδρική κίνηση-βοή χορού αρχαίας τραγωδίας
 Θα χάσει η γη / θα χάσει η γη / Δεν το μπορεί / Δεν το μπορεί / Το μελανό της χρώμα
(Αλλαγή χρώματος)

ενώ η αυθεντική δραματική διάσταση στο ποίημα ‘’Τηλέφωνος θάνατος’’, λειτουργεί ως σηματωρός.  

Πως ταξιδεύει απ’ το τηλέφωνο ένας θάνατος;
Ποιο ρυμουλκό τον φέρνει στη ζωή μας;

Η ποιητική της αφήγησης συντίθεται ανάλογα με τα υλικά που διαθέτει ο δημιουργός  και αναδεικνύεται ανάλογα με τις ικανότητες, την φαντασία και την εμπειρία του.

Μα που αλλού να ολολύξω;/

Πόνος δικός μου είναι ο κόσμος/
Και μαύρο πάντα το κακό/
Όσο κι αν του λευκαίνουνε τα δόντια/
(Πυρκαγιά)

Σημασία έχει η αίσθηση και η επίγευση που αφήνει τελικά στον αναγνώστη η εκάστοτε κοινωνία του με τον ποιητικό λόγο. Και η επίγευση που αφήνει η ποίηση του Δημήτρη Περοδασκαλάκη είναι  πολυεπίπεδη, λεπταίσθητη και συνάμα δυνατή, όπως αυτή ενός εξαιρετικού και σπάνιου κρασιού που προορίζεται για απαιτητικούς ουρανίσκους.

Τα άψογα αισθητικά και μορφικά τούτα ποιήματα, που μας παραδίδει ο σεμνός, σπουδαίος ποιητής των Νεοελληνικών γραμμάτων, τα γραμμένα με  έμπνευση και μεγάλη γλωσσική και τεχνική δεινότητα , συμπεριλαμβάνονται  σ’ αυτά τα έργα, που μόνον  οξυδερκείς δημιουργοί-παρατηρητές και αναπλάστες μπορούν να συλλάβουν και να αποτυπώσουν με την τέχνη τους διαχρονικά.




 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΕΡΟΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ

Γεννήθηκε στο Καστέλλι Φουρνής Λασιθίου το 1965. Σπούδασε ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπου και έκανε τις μεταπτυχιακές του σπουδές. Υπηρετεί στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και διδάσκει στο Τμήμα Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή Ρεθύμνου. Έχει δημοσιεύσει άρθρα για την αρχαία ελληνική τραγωδία και τη νεοελληνική ποίηση. Έχει εκδώσει, μέχρι στιγμής  τέσσερις ποιητικές συλλογές. "Μες στο Λευκό και μες στο Μαύρο" (Γαβριηλίδης 2005), "Με τον ξένο" (Γαβριηλίδης 2008), ‘’Επί γαν μέλαιναν’’ Γαβριηλίδης 2012 κ ‘’Παιχνίδι ανοιχτό’’ δης 2015τΕΡΟΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
Γαβριηλίδης 2015.

Επίσης το έργο ’’Σοφοκλής-Τραγικό θέαμα και ανθρώπινο πάθος’’ από τις εκδόσεις

Gutenberg.

-----------------------------



*Η Ρένα Πετροπούλου - Κουντούρη είναι συγγραφέας-ποιήτρια.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ Κ. ΛΑΒΔΑΣ



Ο Αντώνιος Λάβδας γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 10 Απριλίου του 1926. Γιος του Κωνσταντίνου Λάβδα, ναυτικού από την Άνδρο, και της Αλεξάνδρας, το γένος Παπαϊωάννου από το Σούλι Ηπείρου η οποία, εγκατεστημένη από πολύ μικρή ηλικία, λίγο πριν το γύρισμα του 20ου αιώνα, στην Αθήνα με τους γονείς της, επιδόθηκε σε ερασιτεχνική ενασχόληση με τη Μουσική, έχοντας σπουδάσει βιολί με τον Τόνυ Σούλτσε στο Ωδείο Λότνερ (μετέπειτα Ελληνικό Ωδείο). Η μητέρα του υπήρξε ο πρώτος του σύνδεσμος με τη λόγια μουσική, υποβοηθώντας τον στα πρώτα χρόνια της μουσικής του εκπαίδευσης, η οποία άρχισε το 1935 στην περίφημη «Αθηναϊκή Μανδολινάτα», ένα μουσικό σωματείο (Ωδείο), με σημαντική θέση στα μουσικά πράγματα της Αθήνας του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. Τελούσε υπό τη διεύθυνση του θείου του Λάβδα (1879-1940), ονομαστού μαέστρου, συνθέτη, παιδαγωγού, και διδάκτορος φυσικών επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ιδρυτικό μέλος της υπήρξε και ο Κωνσταντίνος Λάβδας, αδελφός του Νικολάου, ενώ ένας ακόμη αδελφός, ο αργότερα αντιστράτηγος Γεώργιος Λάβδας (1884-1950), έπαιζε και αυτός στη Μανδολινάτα.



Ο Αντ. Κ Λάβδας λοιπόν γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον στο οποίο η μουσική έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο. Η σπουδή της μουσικής συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής µε τον Μάριο Βάρβογλη (αρµονία) και αργότερα στο Ελληνι­κό Ωδείο, µε καθηγητές τους Μιλτιάδη Κουτούγκο (αρµονία, ενορχήστρωση, διεύθυνση µανδολινά­τας), Αντίοχο Ευαγγελάτο (µορφολογία), Μάριο Βάρβογλη (ιστορία της µουσικής) καθώς και, ιδιω­τικά, µε τον Αλέκο Κόντη (πρακτικές εφαρμογές αρμονίας - αντίστιξη και φούγκα).  Η συμμετοχή του, ως μαθητή, στην αντίσταση δεν τον εμπόδισε να παρακολουθεί την καλλιτεχνική κίνηση της κατεχόμενης Αθήνας και, όπως εδιηγήτο, να παρακολουθεί συναυλίες δίπλα σε Γερμανούς αξιωματικούς, που πιθανόν να τους είχε αντιμετωπίσει σε κάποια διαδήλωση το πρωί της ίδιας ημέρας.


Με τον Μάριο Βάρβογλη (αριστερά) στην οδό Πανεπιστημίου. Δεκαετία του 1950


Από τη δεκαετία του ’40, και κατά τις επόμενες δεκαετίες, συνέθεσε έργα μουσικής δωματίου, έργα για σόλο πιάνο και βιολί, χορωδιακά, καθώς και μουσική για το θέατρο και το ραδιόφωνο. Αντίθετα με τον κανόνα στη μεταπολεμική Ελλάδα, ουδέποτε μπήκε στον πειρασμό να συνθέσει μουσική του συρμού για λόγους εμπορικούς.

Η μακρά του σχέση με το ραδιόφωνο, η οποία κράτησε 28 χρόνια, ξεκίνησε το 1949. Υπήρξε από τους βασικούς συντελεστές της «χρυσής» εποχής της ελληνικής ραδιοφωνίας, όταν το πρόγραμμα ήταν αποτέλεσμα σχεδιασμού και αποφάσεων σχετικά με το ρόλο και την αποστολή της ραδιοφωνίας. Διετέλεσε διαδοχικώς Προϊστάμενος Μουσικού Τµήµατος και Συντονιστής Προγράμματος του Κεντρικού Ραδιο­φωνικού Σταθµού Ενόπλων Δυνάμεων (1949-52), Προϊστάμενος Τµηµάτων και της Υπηρεσίας Μουσικών Εκπομπών τού Εθνικού Ιδρύµατος Ραδιοφωνίας, μετέπειτα Ελληνικής Ραδιοφωνίας Τηλεόρα­σης (1954-77), για την οποία είχε συνθέσει το πρώτο ηχητικό σήμα, διασκευάζοντας τον ύμνο του Πινδάρου.




                                               Διευθύνοντας… Δεκαετία του 1940


Το 1954 ο Λάβδας πραγματοποιεί την πρώτη τεχνολόγηση της διαστηματικής τάξης τραγουδιών της βορείου Ηπείρου, που ανακοινώθηκε με επιστολή του δια του ΕΙΡ προς την Choir Moledet του Τελ Αβίβ, σε απάντηση ερωτημάτων για την Ελληνική μουσική παράδοση. Αργότερα τα ευρήματα αυτά δημοσιεύονται στο άρθρο «Πεντάφθογγοι κλίµακες εν τη δηµώδει μουσική της Ηπείρου» στην Ηπειρωτική Εστία, το1958.

Την ίδια εποχή, διηύθυνε τη «Μικρή Ορχήστρα» ΕΙΡ, σε εκπομπές προκλασικής μουσικής (1955-57).
Ενώ ήταν τακτικό μέλος της «Ενώσεως Ελλήνων Μουσουργών» από το 1959, όταν του ανατέθηκε μόνιμη στήλη Κριτικής σε εφημερίδα, δεν συνέχισε τη σχέση του με την «Ε.Ε.Μ.», για το ασυμβίβαστο των δύο ιδιοτήτων – ένα γεγονός χαρακτηριστικό του ήθους του. Έγραψε κριτική Μουσικής από το 1958 στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο, και έγινε µέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών από το 1987.  Συνέγραψε πλήθος μελετών και κριτικών μουσικής – στον ιστότοπο της Ένωσης Κριτικών απαντούν περισσότερα από 200 κείμενά του, μια λίστα που απέχει πολύ από το να είναι εξαντλητική. Μετέφρασε ακόμα αρχαία ελληνική Ποίηση στα νέα ελληνικά («Νέα Εστία», τ. 104), συνεισέφερε πλήθος άρθρων στο «Συμπλήρωμα» της «Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας» και συνέταξε το µουσικό λημματολόγιο τού «Λεξικού του Νεοελληνικού Έθνους» (Ελευθερουδάκη). Επίσης, έγραψε αναλύσεις έργων για συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας και τού Φεστιβάλ Αθηνών.

                                                                    Η αρχαία Κιθάρα

Το 1962, ο Αντ. Κ Λάβδας ήταν υπεύθυνος για την πρώτη ανακατασκευή αρχαίας Ελληνικής κιθάρας κατά τη σύγχρονη εποχή, τα σχέδια της οποίας έκανε βασιζόμενος σε παραστάσεις σε αρχαία αγγεία. Την εργασία, ακολουθώντας τις οδηγίες του, έφεραν εις πέρας οι έμπειροι οργανοποιοί αδελφοί Γ. και Β. Παναγή. Το όργανο χρησιμοποιήθηκε για παραστάσεις στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, για τις οποίες είχε γράψει τη μουσική υπόκρουση (Προμηθέας Δεσμώτης, 1962) και, αργότερα, για ηχογραφήσεις μελοποιημένων ποιημάτων της Σαπφούς.

Συνεργάστηκε με το Γ Πρόγραμμα του B.B.C. σε εκπομπές για την αρχαία ελληνική ποίηση και μουσική.

                                                                 Δεκαετία του 1970

Η ενασχόληση του Αντ. Κ Λάβδα με τον αρχαίο λόγο δεν περιορίστηκε στη σύνθεση μουσικής για την αρχαία τραγωδία και τη μελοποίηση ποίησης. Το ενδιαφέρον του είχε ήδη αρχίσει να κεντρίζει η μελέτη των  μουσικών στοιχείων του αρχαίου Ελληνικού λόγου.  Η πολύχρονη και σε βάθος έρευνά του πάνω στο θέμα, κατέληξε στην εμπεριστατωμένη εργασία του Η Μουσική και ο Λόγος στην αρχαία Ελλάδα. Στην εργασία αυτή, ο Λάβδας κατέδειξε ότι στην αρχαιότητα, το «Λογώδες μέλος» της γλώσσας (κατά την ορολογία του Αριστόξενου του Ταραντίνου) είχε, αντίθετα με ό,τι ισχύει σήμερα, μιαν αυθύπαρκτη υπόσταση: κατά τον προσωδιακό τονισμό της αρχαίας γλώσσας (σε αντίθεση με το σημερινό δυναμικό τονισμό) τα τονικά ύψη εκφοράς των συλλαβών ευρίσκοντο σε μιαν αντικειμενική διαστηματική σχέση μεταξύ τους. Κι αυτό, βεβαίως, είχε σημαντικές συνέπειες στην εξέλιξη της ίδιας της μουσικής. «Τα χαρακτηριστικώς μουσικά γνωρίσματα του Λόγου, είχαν μια τόσο τυπικά διαγραφόμενη μορφολογία, ώστε  να επιδράσουν και στην ίδια τη διαμόρφωση της αρχαίας ελληνικής Μουσικής, καθώς αυτή πορευόταν επί πολύ συνυφασμένη μαζί του. Η αιτία βρίσκεται  στο ότι η αρχαία ελληνική λέξη είχε ένα ιδιαίτερα αντικειμενικό μουσικό σχήμα».

                                                                                           2006

Η μελέτη αυτή μεταδόθηκε σε σειρά εκπομπών από το ΕΙΡ στα τέλη της δεκαετίας του ’60, ενώ στοιχεία και περιλήψεις της έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς (π.χ. Αρχαιολογία, Φεβ. 1985, τχ. 14).   Η εργασία συγκέντρωσε ευμενείς κρίσεις πολλών Ελλήνων και ξένων καθηγητών της κλασικής φιλολογίας. Μερικά από τα πολλά σχόλια: «..Επιθυμώ να εκφράσω τον θαυμασμό μου για το εγχείρημα της θαρραλέας αυτής έρευνας…» (K.B.K Karigren, Καθηγητής Γλωσσολογίας Πανεπιστημίων Goeteborg και Στοκχόλμης, μέλος Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών) …. «…θα χρησιμοποιήσω την εργασία σας στις παραδόσεις μου στο Πανεπιστήμιο» (J Knobloch, Καθηγητής Γλωσσολογίας Πανεπιστημίου της Βόννης)….«…Με ενδιέφερε…το μεγάλο πρόβλημα: πότε άραγε και πώς έγινε η αντικατάστασι του αρχαίου προσωδιακού τονισμού από το σημερινό δυναμικό τονισμό στη γλώσσα μας; … Η εργασία - που συνδυάζει τις γνώσεις ενός θεωρητικού της μουσικής με την θαυμαστή, αλήθεια, κατοχή των φιλολογικών πηγών – μου λύνει τώρα ένα πλήθος από απορίες που είχαν προβάλει μπροστά μου και έμειναν, στο μεγαλύτερο μέρος τους, αναπάντητες, μια και ξεκινούσα μόνο με τα εφόδια του φιλολόγου…» (Δ.  Λυπουρλής, Καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης). Το « Ιδρυµα Εθνικής Τραπέζης» τον εβράβευσε  «…δια το…εξ’ολοκλήρου πρωτότυπον και ιδιότυπον έργον του…τεκμηριωμένο επί της φιλοσοφικής βιβλιογραφίας και των πορισμάτων της σχετικής συγχρόνου ερεύνης».


Στη δουλειά του ήταν απολύτως τελειομανής – είτε αυτό αφορούσε στην ερευνητική του εργασία,  είτε στις συνθέσεις του, είτε στην κριτική μουσικής, την οποία την αντιμετώπιζε ως αποστολή και όχι ως ρεπορτάζ, όπως κάποτε γίνεται. Οι παρατηρήσεις του ήταν πάντα οξυδερκείς, επί της ουσίας και, κατά ομολογία πολλών καλλιτεχνών, ιδιαίτερα χρήσιμες για κείνους. Ο συνδυασμός ενός πραγματικά «αεροστεγούς» ορθολογισμού, μιας βαθειάς μουσικής παιδείας και αισθητικής και της απόλυτης ακεραιότητος που τον διέκριναν, τον οδηγούσε στο να μη διστάζει να συγκρουστεί με κρατούσες αντιλήψεις σε θέματα αισθητικής και τέχνης.Χαρακτηριστική είναι η άποψή του για το έργο του Ξενάκη, μιλώντας για το οποίο δεν κρύβει την πλήρη διαφωνία του με το όλο εγχείρημα – διαφωνία την οποίαν στηρίζει με επιχειρήματα ακλόνητης λογικής: «…Αυτά τα ηχητικά σύμβολα της μαθηματικής μεθόδου, δεν ημπορούν…παρά μόνον τυχαία, κατά σύμπτωσιν, να διεγείρουν διά των ήχων την σκέψι και, ιδίως, το θυμικό του ακροατού των. Διότι δεν πείθουν ότι έχουν άλλον λόγον υπάρξεως, εκτός από την πραγμάτωσιν ενός «παιγνίου»...προσωπικής ευρέσεως, ενός «τρυκ» θα ελέγαμε, εάν το όνομα δεν ενείχε τον κίνδυνο να προσβάλη την σοβαρότητα τής εργασίας αυτής στον καθαυτό επιστημονικό της χώρο...Θα ημπορούσαμε....να αποδεχτούμε...μια συνδρομή τής μαθηματικής σκέψεως στη μουσική δημιουργία...εάν η όλη διαδικασία είχε την αντίθετη φορά, εάν εκκινούσε από τα δεδομένα τής ψυχολογίας του ανθρώπου, εάν δια των υπολογισμών αναζητούσε αντικρύσματα συγκινησιακής διεγέρσεως....το ποιοι συνδυασμοί ήχων, συχνοτήτων...βεβαιωμένα συγκινούν αλλά και υποθετικά – με την εξοικείωσι- ημπορούν να συγκινήσουν...Βεβαίως, είναι απολύτως δυνατόν, να μεταφραστεί σε μαθηματικά σύμβολα οποιοδήποτε έργο τέχνης – και όχι μόνον τής μουσικής – όμως, σε αυτήν την σειρά των αριθμών και των πράξεων που τυχαία έτσι θα προέκυπτε, ποια σκόπιμη προσφορά θα έβλεπε ένας μαθηματικός για την επιστήμη του; Το ίδιο νομιμοποιείται και ένα ανάλογο ερώτημα για την αντίθετη περίπτωση (ενν. του Ξενάκη) , όπου η Τέχνη μεταφράζει απλώς έναν μαθηματικόν στοχασμόν».
Κι αν όλα αυτά δώσουν ίσως στον αναγνώστη την εντύπωση ενός αυστηρού «ακαδημαϊκού» τύπου ανθρώπου, τότε θα έχει αποκομίσει εντύπωση λανθασμένη. Διότι επρόκειτο για έναν άνθρωπο εγκάρδιο και  με αστείρευτο χιούμορ.




Ο Αντ. Κ Λάβδας απεβίωσε στην Αθήνα, στις  6 Μαΐου του 2009, μετά από σύντομη ασθένεια. Ο Γιώργος Λεωτσάκος, εκπροσωπώντας την Ένωση Κριτικών, συνόψισε την προσωπικότητα του Αντώνη Λάβδα αποχαιρετώντας τον σε μερικές μεστές γραμμές: «…η προσήνεια και η πραότητα του χαρακτήρα σου και το αδαμάντινο ήθος σου, αρετή σχεδόν υπό εξαφάνισιν, αν όχι υπό διωγμόν…και....μια επιβλητική συγγραφική και συνθετική δημιουργία, απόρροια όχι μόνον των αρετών σου, αλλά και των έμφυτων χαρισμάτων σου και μιας απέραντης παιδείας».


                           Φθινοπωρινό τραγούδι, για βιολί και πιάνο,  φινάλε

ΕΡΓΑΜΟΥΣΙΚΗ ΔΩΜΑΤΙΟΥ

Φθινοπωρινό τραγούδι, για βιολί και πιάνο (1942-43)
Κουαρτέτο για έγχορδα (1951, αναθ.1981)
Ρομάντσα, για δύο τρομπόνια

ΣΟΛΟ

Βραδινό λιµάνι, κοµµάτι για πιάνο (1958)
Μινιατούρες σε µια κασετίνα του παλιού καιρού, μικρή Σουίτα για πιάνο (1942-58)
Σονάτα για βιολί σόλο (π. 1981-85)

ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Τρία τραγούδια, σε ποίηση Τ. Άγρα, για φωνή και πιάνο:
Ι. Των ψυχών (1947)
Π. Πάλι ο δρόµος (1952)
ΙΙΙ Λιµάνι αχνό (1963)
Επινίκιος, σε κείμενο Πινδάρου, για φωνή και αρχαία  ελληνική κιθάρα (1968, παραγγελία Γ προγράμματος τού BBC)
Τρία τραγούδια της Σαπφώς, µελοποιηµένα σε αρχαίους ελληνικούς τρόπους και κατά προσέγγιση της αρχαίας ελληνικής προφοράς, για φωνή και αρχαία ελληνική κιθάρα (1970, παραγγελία Γ προγράμματος του BBC)

ΧΟΡΩΔΙΑΚΑ

Αµάξι στη βροχή, σε ποίηση Τ. 'Αγρα, για τρίφωνη παιδική χορωδία
Η τρελή ροδιά, σε ποίηση Ο. Ελύτη, µαδριγάλι για έξι φωνές
Οι ξενιτεμένοι, σε ποίηση Μ. Στασινόπουλου, για τετράφωνη μεικτή χορωδία

ΜΟΥΣΙΚΗ ΓΙΑ ΑΡΧΑΙΟ ΔΡΑΜΑ

Ικέτιδες, του Αισχύλου, για χορό, και σύνολο πνευστών (1958)
Προµηθεύς δεσµώτης, του Αισχύλου, για χορό, αυλό και αρχαία ελληνική κιθάρα  (1962)

ΣΚΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

Η µέρα της κρίσης, του Ρόδη Ρούφου (1958)
Θεοφανώ, του Α. Τερζάκη (1958)
Γεύση από µέλι, της Σ. Ντελένεϋ (1961)
Το Πάρτυ (Τζ. Άρντεν)
Μικρό χορογραφικό πρελούδιο, για το Ελληνικό Χορόδραμα

MOYΣΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ

Ντοκυμανταίρ  «Η πιο μεγάλη δύναμη» του Ροβήρου Μανθούλη (1963)

ΜΟΥΣΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ

Ηρώ και Λέανδρος, του Μουσαίου (1956-57)
Ερωφίλη, του Χορτάτζη (1956-57)

ΔΙΑΦΟΡΑ

Ενορχήστρωση  δηµοτικού τραγουδιού σε εναρμόνιση Σκαλκώτα: Λαφίνα
Impromptu για ορχήστρα
Εναρµόνιση τριών δηµοτικών τραγουδιών της Ηπείρου:
Ι Τρεις κοπέλες
Π. Καραγκούνα
ΠΙ Βασιλικός θα γίνω
Ενορχήστρωση τεσσάρων δηµοτικών τραγουδιών, σε εναρμόνιση Ν. Λάβδα:
Ι Βασιλική προστάζει
Π Ζαχαρούλα
ΙΙΙ Κείνο τ' αστέρι το λαµπρό
ΙV Σήμω λυγερή





ΓΡΑΠΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Κριτική μουσικής στις εφημερίδες Σημερινά,  Καθημερινή, Ελεύθερος Κόσμος, και τα περιοδικά «Ελληνικά Θέματα» και «Άλφα».«Πεντάφθογγοι κλίµακες εν τη δηµώδει µουσική της Ηπείρου»   (Ηπειρωτική Εστία, 1958). Η πρώτη τεχνολόγηση τής διαστηματικής τάξης τραγουδιών τής βορείου Ηπείρου που ανακοινώθηκε με επιστολή του δια τού ΕΙΡ προς το Choir Moledet του Τελ Αβίβ, σε απάντηση ερωτημάτων για την Ελληνική μουσική παράδοση  (1954).«Γ. Μπραµς, ο κλασικός συμφωνιστής της Γερµανίας και τα µουσικά ρεύµατα της Ευρώπης» (Ραδιοπρόγραµµα, 1958)«Κλ. Ντεµπυσσύ και ο µύθος των πραγµάτων» (Νέα Εστία, 1962)«Η Μουσική και ο Λόγος στην Αρχαία Ελλάδα» (σειρά εκποµπών ΕΙΡ, Φεβ.-Ιούν. 1967)«Ανατολίτικο ύφος και ελληνική µουσική» (Κέντρο έρευ­νας και µελέτης των ρεµπέτικων τραγουδιών, 1977)«Ασύµµετρες ρυθµικές µορφές στην ελληνική αρχαία ποίηση και νεότερη μουσική» (Κανονάκι, Φεβ. 1984)«Μουσική και αρχαίος ελληνικός λόγος» (Αρχαιολογία, Φεβ. 1985)«Μουσικές διαμορφώσεις στον ελληνικό λόγο» (Η λέξη, Μάρτ.-Απρ.1992)«Τον καιρό του πολέμου», διήγημα


Αλέξανδρος Α. Λάβδας, MSc, PhD (UCL)


Νευροβιολόγος, Ερευνητής στο Ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur

a_lavdas@yahoo.co



Επιμέλεια σελίδας Έφη Αγραφιώτη

Πρώτη δημοσίευση στο http://www.tar.gr/content/content.php?id=3941