Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Μαρία Κυρτζάκη


πηγή: http://www.tovima.gr

Kαι τι θα πει δεν πέθανα και πώς
τον θάνατο θάνατο ονομάζεις
πώς να υπάρξει όνομα στον θάνατο πώς
να φθογγούται ο θάνατος και πώς
ο θάνατος να καρπωθεί το «ξέρω του θανάτου»

Ειδέναι Οίδα Οιδίποδας.
Μόνο με ψεύδη βεβαιώνεται η ζωή.


Μαρία Κυρτζάκη



Πέθανε τα ξημερώματα της Πέμπτης 21 Ιανουαρίου στην Αθήνα η ποιήτρια και επιμελήτρια εκδόσεων Μαρία Κυρτζάκη έπειτα από σύντομη μάχη με τον καρκίνο. Ήταν 68 ετών.

Γεννημένη στην Καβάλα το 1948, σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και από το 1973 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Εργάστηκε για λίγο στη μέση εκπαίδευση. Από το 1974 εργάστηκε ως ραδιοφωνικός παραγωγός στην ΕΡΑ, κάνοντας εκπομπές με θεματική τη λειτουργία της ποιητικής γλώσσας και δίδαξε ανάλυση κειμένου στη Σχολή Θεάτρου «Εμπρός-Εργαστήριον». 

Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1966, με τη συλλογή ποιημάτων Σιωπηλές κραυγές. Εξέδωσε επίσης τις συλλογές Οι λέξεις (1973), Ο κύκλος (1976), Η γυναίκα με το κοπάδι (1982),Περίληψη για την νύχτα (1986), Ημέρια νύχτα (1989), Σχιστή οδός (1992), Μαύρη θάλασσα(2000), Λιγοστό και να χάνεται (2002). Τα ποιήματά της συγκεντρώθηκαν στην έκδοση Στη μέση της ασφάλτου. Ποιήματα, 1973-2002 (2005). 
Μετέφρασε St. Berkoff ενώ το μονολογικό κείμενό της “Τυφώ” παραστάθηκε το 1996 στο Απλό Θέατρο. Το 2003 τιμήθηκε με το βραβείο Σωτηρίου Ματράγκα της Ακαδημίας Αθηνών.

Ήταν μια από τις καταξιωμένες και σημαντικές φωνές της ποιητικής γενιάς του 1970. Ο Aλέξης Ζήρας, κριτικός αυτής της γενιάς, γράφει για την ποίηση της Μαρίας Κυρτζάκη: «Η ώριμη περίοδος της ποίησής της ουσιαστικά αρχίζει στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν αρχίζει και χρησιμοποιεί σε ευρεία κλίμακα θέματα των της κλασικής τραγωδίας και των επικών μύθων, όπως λ.χ. της ομηρικής “Οδύσσειας”. Αλλά η σύγχρονη προϊστορία της, η παράδοση από την οποία πήρε και μετάπλασε τον ιεροφαντικό, πυκνό και ενίοτε σιβυλλικό λυρικό της λόγο ήταν ο Διονύσιος Σολωμός, ο Ανδρέας Κάλβος, ο Οδυσσέας Ελύτης και ο απροσδόκητος συνεχιστής τους, ο Γιώργος Χειμωνάς. Ο κόσμος της ποίησής της είναι κόσμος αρχετυπικός, ως προς τη γλώσσα, το φύλο και την υποκειμενική αίσθηση του χρόνου. Κόσμος πέραν της ιστορίας αλλά που διαπλέει την ιστορία, καθώς το σύμπαν που πρόβαλλε στην καμπή της ενορατικής ποιητικής της, από τη “Γυναίκα με το κοπάδι” και έπειτα, είναι ένα όραμα που δεν έχει πάψει να θυσιάζει τις εξατομικεύσεις του, τα αναγνωρίσιμα προσωπικά του, στην πληθυντική του διάσταση». 

Για τον θάνατο της Μαρίας Κυρτζάκη η Εταιρεία Συγγραφέων εξέδωσε ανακοίνωση όπου σημειώνει: «Με μεγάλη θλίψη πληροφορηθήκαμε τον θάνατο ενός ακόμα μέλους της Εταιρείας μας, της ποιήτριας Μαρίας Κυρτζάκη. Μιας ποιήτριας που προσέφερε πολλά στο χώρο του βιβλίου ως επιμελήτρια εκδόσεων, υπήρξε βασική συνεργάτης λογοτεχνικών περιοδικών όπως ο “Χάρτης” και παραγωγός εκπομπών λόγου στο Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας στο πλευρό του Μάνου Χατζιδάκι. “Ο λόγος της ορθώνεται σαν ρομφαία. Λέει ή θανατώνει. Καρφώνεται με ένταση απαραχάρακτη και τιμωρεί τα αυτονόητα, τα κοινότοπα, είναι άγρια, τρυφερή, χαϊδεύει τις αδυναμίες, αλλά χαϊδεύει με τις ίδιες εκείνες γρατζουνιές που της προκάλεσε η γαμψή αφή των πραγμάτων. Ακούω συχνά το ουρλιαχτό του στίχου της: ‘Πεινάω σαν λύκος’, αλλά δεν ανησυχώ. Ξέρω ότι είναι εκλεκτικός, δεν τρώει παραχωρήσεις”, είχε γράψει για την ποίησή της η Κική Δημουλά. Στους οικείους της εκφράζουμε τη συμπαράστασή μας».


Η ημέρα και ώρα της κηδείας της Μαρίας Κυρτζάκη θα ανακοινωθεί προσεχώς.


H Kική Δημουλά για τη Μαρία Κυρτζάκη





Σκέψεις για τη Μαρία Κυρτζάκη

Βαρύς σκάει κάτω ο υπαινιγμός μιας πτώσης: Στη μέση της ασφάλτου, τίτλος της συγκεντρωτικής έκδοσης των ποιημάτων της Μαρίας Κυρτζάκη. Ένας τίτλος-γδούπος. Σώα η πρωτοτυπία, πρόσθετα ανθεκτική με το να μην αποτελεί τίτλο καμιάς από τις περιεχόμενες συλλογές.

Μου επιβάλλεται η αινιγματική ηθική του: μόνος, πεσμένος στη μέση της ασφάλτου, δεν επιδιώκει νε επισύρει περίεργους γύρω του, δε βογκάει, δε ζητάει βοήθεια. Αντίθετα, προσφέρει βοήθεια, μας ψαύει όλους, μας δείχνει πού πονάμε, τι σπάσαμε πέφτοντας, και μας καθησυχάζει ότι είναι άθραυστη εκείνη η μεγάλη ανεξήγητη δύναμη που παράγεται από τα σπασμένα, ανήμπορα, σαστισμένα κομμάτια μας.

Ενας τίτλος καταμετρητής του πόσο όλους μας, λίγο-πολύ, μια βίαιη βουλή μάς αρπάζει από την ανυποψίαστη αγκαλιά της γέννησής μας και μας πετάει στη μέση της ασφάλτου, αφήνοντας να μας αναθρέψει ένας κίνδυνος. Θα μπορέσω άραγε να λεηλατήσω το σθεναρό μήνυμα αυτού του τίτλου;

Γιατί την ποίηση της Κυρτζάκη στο έπακρον την εκμεταλλεύτηκα, ταξιδεύοντας στα βάθη της και πολλά κερδίζοντας με το να πηγαινοέρχομαι δαπάναις της στην ανάγνωσή της. Την εκμεταλλεύτηκα ακόμα κι όταν τα βιβλία της έμεναν καιρό κλειστά τοποθετημένα κατ' αλφαβητικό χρόνο και κατά χρονολογική αφοσίωσή μου στη βιβλιοθήκη, σε ράφι που έρχεται ακριβώς στο ύψος της μνήμης μου, για να τα βρίσκει εύκολα και να μη χάνομαι.
Χρόνια διανύω τις αποστάσεις τού τι πέτυχε από το ένα βήμα στο επόμενο και, παρόλο που η προσληπτικότητά μου δεν είναι τόσο γοργοπόδαρη όσο οι ικανότητες της Κυρτζάκη, ταξιδεύω εντούτοις και ευχερώς μεταφέρομαι με το ταχύ και ασφαλές μέσον της χαρούμενης, έστω αδέξιας, έκπληξης. Εκπληξης για τη νέα καλλιεργημένη έκταση που η κάθε καινούργια συλλογή της προσαρτά στον ποιητικό της χάρτη. Εκταση συναρπαστική, πριν καλά καλά την πλησιάσω, από εκεί που μόλις αρχίζει να προβάλλει θαμπή η καρποφορία της. Κλέβω κάθε φορά τους καρπούς, που έχουν τη σπάνια μεικτή γεύση: της απόλαυσης και της διδαχής. Διδαχή του τι σημαίνει οικονομία, τόλμη, αυθεντικότης, ρυθμός, αυστηρά λογοκρινόμενος λυρισμός και περιρρέουσα ουσία. Ιδιωτική γεύση, κανείς δεν με βλέπει. O,τι συλλαμβάνω το καταβροχθίζω με τα χέρια, χωρίς καλούς τρόπους, χωρίς μαχαίρι και πιρούνι ― το μαχαίρι άλλωστε το κρατούν σφιχτά οι στίχοι της Κυρτζάκη, είτε για να διαπράξουν έναν δίκαιο φόνο είτε για να αποτρέψουν έναν άδικο. Κλέβω, βάζω στην τσέπη μου ό,τι αντιστέκεται στην αντίληψή μου, επειδή ξέρω ότι στην επόμενη ανάγνωσή τους οι χυμοί θα μου έχουν εκμυστηρευτεί μια τουλάχιστον από τις πολλές οδούς τους.

Ξαναδιαβάζοντας τώρα τα ποιήματα της Κυρτζάκη, με κάπως πιο συγκρατημένη βέβαια βουλιμία, αφού αυτό το σημαντικό που μου υποβάλλουν είναι χορτάτο από τη συνεχή επιρροή τους επάνω μου, κρατώ ανοιχτές και τις παλιές συλλογές ―μια μια μόνη της, πεσμένη στη μέση της ασφάλτου―, γεμάτες από τα θαυμαστικά που είχα τοποθετήσει στις σελίδες τους να στέκουν σα φρουροί-προστάτες ποιημάτων, που με δέσμευαν να τα αγαπώ και να τα πιστεύω, θαυμαστικά που και τώρα προθυμοποιούνται να τα μεταφέρω ως φρουρούς και αυτής της εύφορης αναταραχής που μου γεννά η συγκεντρωμένη πια ποίηση της Κυρτζάκη, αυτό το κοινόβιο εντός του οποίου θα συνδημιουργηθούν ενωμένες όλες οι αρμονικές ιδιαιτερότητές της.

Ξαναδιαβάζοντας, αναβιώνει η παλιά προτίμησή μου να κάνω πάλι το ταξίδι σ' αυτές τις ιδιαιτερότητες, μέσα από τους τίτλους των ποιητικών συλλογών της Κυρτζάκη, ελκόμενη ιδιαίτερα από τον ιδιότροπο βυθό της «Μαύρης Θάλασσας», περίεργη να δω τι αναπνέει στον βυθό αυτού του τίτλου που έδωσε η Κυρτζάκη στην προτελευταία της συλλογή, τίτλου που της επεβλήθη άνωθεν και που το αποδέχτηκε, μη ξέροντας γιατί, αλλά σίγουρη πάντως ότι αυτός ο τίτλος δεν παραπέμπει στη συνήθη, ευκολοσυμβολική μαυρίλα της διαθέσεως, τη γεμάτη σκυλόψαρα απελπισίας. Χωρίς να ζητήσω την άδεια της παραθέτω εδώ ποια εξήγηση ανακάλυψε η ίδια, αφού υιοθέτησε τον τίτλο:

Η επιλογή μου από τα ποιήματα που γράφτηκαν αυτά τα χρόνια είχε ως μόνο σημείο αναφοράς την έννοια Μαύρη Θάλασσα. Αφού κυκλοφόρησε το βιβλίο, μού ζήτησαν ένα μικρό κείμενο γι' αυτό. Δεν ήξερα και πάλι τι να γράψω. Ανοιξα την εγκυκλοπαίδεια στη λήμμα «Μαύρη Θάλασσα». Εμεινα έκπληκτη. Νάτος λοιπόν ο τόπος της διαφοράς. Ο βυθός αυτής της θάλασσας, έγραφε, δεν έχει οξυγόνο πέρα από κάποια μέτρα και πάνω, αλλά παραδόξως αναπτύσσονται εκεί οργανισμοί - υπάρχει ζωή. Πιστεύω πολύ στην εσωτερική νομοτέλεια των πραγμάτων και αυτό εγώ ονομάζω φυσικότητα. Έκλεισα την εγκυκλοπαίδεια αναγνωρίζοντας αυτή τη νομοτέλεια. (περ. «Διαβάζω», 2000)

Μέσω λοιπόν αυτής της μυστηριώδους, της αυτοδύναμης ―της χωρίς οξυγόνο― αναπνοής προσεγγίζω, εξερευνώ δειγματοληπτικά και τις άλλες άκρως ευαίσθητες περιοχές όπου έχει αφήσει τα μισόκλειστα όστρακά της η ποίηση της Κυρτζάκη. Συγκρίνω, καταμετρώ, κάτι λείπει εδώ. Μια συλλογή: λείπουν οι «Σιωπηλές κραυγές» (1966), με την πρώτη νεανική τους οξύτητα. Πού τις κατέπνιξε άραγε, σε ποια σκληραγώγησή της, εν τω μεταξύ, η ποιήτρια; Ωστόσο εμένα αυτή η απουσία μού φέγγει να

Συλλογιέμαι τη μέρα
Που θα σφίξεις το μαχαίρι
Και θα καρφώσεις το βλέμμα στην πλάτη...
Διαπλέοντας αυτή την προφητεία που τρεμοσβήνει βγαίνω στις εκφοβίζουσες «Λέξεις»:
Οπως και να 'χει το πράγμα
Οπως και να 'χει
Περικυκλώνει ο φόβος
Οπως και να 'χει
Η επικοινωνία εκτελείται...
Γδέρνεται η έλευσή μου στα τοιχώματα του «Κύκλου»:
Ωραίο που είναι το αυγουστιάτικο φεγγάρι
Ματώνει κάθε χρόνο στον πνιγμό μου.

Γέρνει έτοιμος να μπατάρει ο προορισμός της ισορροπίας. Είναι που κάθεται μόνοπαντα στην πρόθεσή μου η «Γυναίκα με το κοπάδι» ― πράξεων αδειασμένων από τα λόγια τους, κι όμως τι βάρος:

Εσύ πατρίδα μου είσαι μια πόρνη
[...]
καθόλου αθώα ― θύμα των ισχυρών ή
κάτι τέτοιο
την κλίση σου τη διάλεξες προσεχτικά
όπως προσεχτικά την πόρτα μου χτυπάς
και μεταμφιεσμένη σε ταλαίπωρο λαό
μου απαιτείς να παραδώσω την ψυχή
μου

Ανακόπτω πορεία. Στη βιασύνη μου να βγω από τον κύκλο πριν σκοτεινιάσει η εξ ορισμού μοιραία περίμετρός του, προσπέρασα κάτι ομάδες στίχων που επιπλέουν με γρήγορο ρυθμό οργισμένης μουσικής, ακαταπόνητοι και ανθεκτικοί. Οι περισσότεροι είναι πιασμένοι από τον αβύθιστο τίτλο τους: «Εταζέρα». Και παρακάτω δέκα μικροκαμωμένα ποιήματα επί σχεδίας τίτλου φτιαγμένης από το ίδιο το μικροκάμωμά τους και τον συνδετικό αριθμό τους: «Δέκα μικρά ποιήματα».

Ολα τα ποιήματα κρατούν αναμμένες λάμπες θυέλλης. Ναυαγοί; Μάλλον για σπηλαιολόγοι φαίνονται. Επειδή διακρίνω να κείνται επί της «Εταζέρας», δίκην μπιμπελό, σκελετοί αγωνίστριας προϊστορίας και μεταλλάξεώς της σε:

Εκατομμύρια έτη αυτοκινήτων
διανύουν την απόσταση
του κορμιού σου...

Ανιχνευτές σπηλαιώδους λυτρώσεως πρέπει να είναι αυτά τα «Δέκα μικρά ποιήματα», καθώς μεταφέρουν παμπάλαια πλην ζώντα κρανία διασήμων ζωγράφων που διδάσκουν μιαν εξαίσια παρακαμπτήρια μέθοδο όρασης, προσεγγίσεως:

Για να σε κοιτάξω
Ζωγραφίζω τρυπούλες στο τζάμι.

Ρίχνω φωτοβολίδες-σινιάλο. Απαντούν όχι, δεν είναι ναυαγοί. Είναι διορισμένοι από τον Θεό ανιχνευτές της επανορθώσεως των ίδιων των λαθών του.
Τινάζω τη σκόνη της πολύλογης αγάπης μου από την «Περίληψη για τη νύχτα», όπως αυτή η περίληψη αναπτύχθηκε, επεξετάθη, συμπεριέλαβε, πρωτοφόρεσε σώμα και θριάμβευσε ως «Ημέρια νύχτα»:

Ανενδοίαστα και σαν άρρωστη
Τ' όραμά σου τραυλίζω
Με τις λέξεις σου φτιάχνω εικονίσματα
Και μετά στη φωτιά
Ανενδοίαστα εύχαρις σε ζυμώνω στις
στάχτες...

κι όλην αυτή την ευπαθή αντήχηση των αστραπόβροντων να πρέπει να την περάσω με προσοχή μέσα από τη «Σχιστή οδό», που λάξευσε η ποιήτρια κατά μήκος της γης των αισθήσεων, για να περάσουν άθικτες «οι ακτίνες της αλήθειας της».

Πουλάκι είναι και λαλεί πουλάκι είναι
Κι ας λέει
Ερχεται πέρασμα στενό έρχονται αγάπης
Λόγια
Σχιστή τη γλώσσα διασχίζει η οδός
Φάνηκε φόνος.

Προφυλαγμένο, τέλος, στα πιο μέσα σωθικά μου το πολύτιμο καταστάλαγμα της ποιητικής ωριμότητας της Κυρτζάκη, αλλά και καταστάλαγμα όλων των προσδοκιώ μας σε «Λιγοστό και να χάνεται».

Πλαταίνουν τα μάτια μου όταν ανατρέχουν σ' αυτόν τον τίτλο. Σα να καταλήγουν σ' έναν σοφό σταθμό. Εκεί όπου μαζεύονται και κατοικούν «γυμνές οι σημασίες». Καλώντας σε να μυηθείς στην απάρνηση του άφθονου και εύθυμου χρόνου, που γλεντοκοπάει με την αρχή των καταστάσεων, παρασύροντάς σε να χρειάζεσαι εκείνο το χρονοβόρο ενδιάμεσο μεταξύ αρχής και τέλους, που μόνο μισή τελικά ξεσηκώνει μεταξύ αρχής και τέλους και φόνοι διαπράττονται στο όνομα της αναμονής σου. Ναι, αυτός ο τίτλος είναι σα να ασπάζεσαι εκείνη την όλο και πιο αδύνατη γραμμή που αφήνουν οι διάττοντες σαν «λαμπαδίτσα που έκαιγε πριν την δείξει η νύχτα», σαν αυτή να είναι η έννοια του βίου μας. Λιγοστή και να χάνεται, πριν αρχίσει, πριν ακόμα λιγοστέψει και πριν ακόμα χαθεί.

Αχ νύχτα, νύχτα των ερώτων που
Κουβαλούν τα σώματα. Λυγίζουν
Απ' το βάρος του σκληρού φωτός
Και σ' απαρνούνται. Σε λησμονούν,
Καλύτερα.

Προσπάθησα εδώ να βιογραφήσω τη ρητή επιβλητικότητα και υποβλητικότητα των τίτλων που έδωσε η Μαρία Κυρτζάκη στις εννέα ως σήμερα ποιητικές συλλογές της. Ενόχλησα έτσι, ανεπίτρεπτα μάλλον, κάποια ποιήματα αποσπώντας τους στίχους τους οποίους θεώρησα ικανούς να αποδείξουν την άκρατη συνέπεια μεταξύ προανακρούσματος και αντηχήσεως, τη ριγηλή τάξη του ύφους, το ήθος των πνοών και τη σκιερή ατμόσφαιρα που κάτωθέ της ευδαιμονικά αναπαύεται το οδοιπόρο αποτέλεσμα. Ενήργησα έτσι όχι μόνον γιατί μόνο έτσι μπορούσα, αλλά γιατί μέσω αυτού του τρόπου μου ακουγόταν να παιανίζει νικηφόρος ο απόηχος της σκυταλοδρομίας, με πόση εμβέλεια το μαχαίρι που διαισθάνθηκαν οι πρώτες κιόλας νεανικές «Σιωπηλές κραυγές» της Κυρτζάκη περνάει από χέρι σε χέρι της κάθε συλλογής, για να καταλήξει νικηφόρο στη σφαγμένη κραυγή του «Λιγοστού και να χάνεται»

Τι μοναξιά Θεέ μου και πού μας έσπειρες
Και δεν μας ελυπήθης.

Κι ακόμα, ενήργησα έτσι θέλοντας να υπογραμμίσω πόσο πολύκλαδο, πόσο άθικτα πράσινο διατηρείται αυτό το γενεαλογικό δέντρο των παθών και της τιμωρίας τους που κατάστρωσε η Κυρτζάκη με μαθηματική γενναιότητα και εμβάθυνση στα αίτια και τα αιτιατά, εξασφαλίζοντας μελωδικό θρόισμα στο στωικό του φύλλωμα μέσω της έγχορδης γλώσσας της, διότι

Χωρίς τη γλώσσα πώς ν' αρθρωθεί
Η φύση των πραγμάτων συλλογίζεται
Κι η μήτρα που τα γέννησε
Πώς να την ψαύσεις

Ενα γενεαλογικό δέντρο αξιόπιστο, βασισμένο σε πληροφορίες που συνέλεξεη ποιήτρια από έγκυρους επιζώντες θανάτους, πληροφορίες για την καταγωγή τους, για το ποια μακραίωνη τυχαιότης ή σκοπιμότης τους διαιώνισε, γιος ποιας δυσκολίας είναι ο έρωτας και από αυτόν και την έρμαιη ανάγκη να τον νιώθουμε ποιοι αμετανόητοι έρωτες γεννήθηκαν και ποιοι ψυχοπονιάρηδες εν συνεχεία στεναγμοί μάζεψαν από τον δρόμο και περιέθαλψαν όλες τις ορφανές συνέπειες, αφού

Ας μου ήταν γνωστό
Δεν εγνώριζα
Τα ονόματα σαν τα δέντρα
Πως έχουν τη ρίζα τους
Σκοτεινή και υπόγεια

Συλλογή πληροφοριών, που αφού τις βίωσε πρώτα η «σάρκα του αισθήματός» της για να τις μυρώσει με αυθεντικότητα, μας τις παραδίδει για να συμβάλουμε στην επαλήθευσή τους, συγκρίνοντας την αλληλέγγυη ομοιότητά τους με τα πάθη των δικών μας προσωπικών στεναγμών.

Ώστε
Μη γελαστούν και
Πλανηθούν και χάσουνε και δεν το
Δυο αυτοί το μέσα που κυβερνάει
Τις ζωές του κόσμου

Ή, όπως ακόμη πιο παρήγορα συμπτύσσει τους τέσσερις αυτούς στίχους σε έναν:
...και κάθε σώμα τις σημασίες του ανταλλάσσει.
Δωρήθηκε στην ποίηση της Κυρτζάκη να μην άγεται και φέρεται από εκείνη τη σκόρπια ανώνυμη θλίψη που επιδαψιλεύει σε πολλούς ποιητές ένα δακρύβρεχτο εύκολο κέρδος. 

Κλαίει μεν η σοφία της, αλλά
Εχει το χάρισμα και του Θεού
Το δάκρυ. Σαν φυλακτό. Να οδηγεί
Σαν φως αυτή νυκτούρο στα
Σκοτεινά στη νύχτα και το έρεβος...

Καλλιεργεί και ξεκουράζει ότι λόγω της βαθύτατης παιδείας της βρίσκεις συχνά στα θέματά της και στον χειρισμό τους κλωστούλες και χνούδια που φέρνει από μακριά ο αθάνατος αέρας της μυθολογίας και των τραγωδιών που έγραψανοι πρόγονοί μας. Αλλά αυτά δεν είναι ως αποκλειστικό έδαφος για να πατήσει η ποιητική της εκτίναξη. Είναι για να γίνει πιο σφιχτό, πιο αδιαμφισβήτητο το πέρασμά μας από αυτόν τον περιπετειώδη πλανήτη.

Ο λόγος της ορθώνεται σαν ρομφαία. Λέει ή θανατώνει. Καρφώνεται με ένταση απαραχάρακτη και τιμωρεί τα αυτονόητα, τα κοινότοπα, είναι άγρια, τρυφερή, χαϊδεύει τις αδυναμίες, αλλά χαϊδεύει με τις ίδιες εκείνες γρατζουνιές που της προκάλεσε η γαμψή αφή των πραγμάτων. Ακούω συχνά το ουρλιαχτό του στίχου της: «Πεινάω σαν λύκος», αλλά δεν ανησυχώ. Ξέρω ότι είναι εκλεκτικός, δεν τρώει παραχωρήσεις.

Ποτάμι ορμητικό του πόθου
Χύνεται κάποτε η φωνή
Που στα κυλίσματά του θεριεύουν
Οι σκιές και στους χείμαρρους του
Ορμούν τα σύμφωνα αγκομαχητά
Να ξεψυχήσουν
Προς την ακρούλα
Τα φωνήεντα κοιτάζοντας
Όπως σε όχθη ναυαγός.
[...]
Κρυστάλλινη της μοναξιάς η όψη. 

                [«Μαύρη θάλασσα», 2000]

Και ασφαλώς και φυσικά η φωνή της Κυρτζάκη πρωτίστως απευθύνεται στον «Aλλον», τον επιζητά υπόκωφα, γλείφει με τον ρυθμικό παφλασμό της και δροσίζει την ακρογιαλιά του. Αν η ακρογιαλιά αυτή είναι πολύκοσμη, τότε αυτοδύναμη η ποίησή της χτυπάει δυνατά το βέτο της σε εκπτώσεις και εκβιασμένους συγκερασμούς και αποσύρεται στα δικά της ανταριασμένα νερά, περισυλλέγοντας ωστόσο με αγάπη ναυαγούς του ξένου αρνητή κόσμου.

Δεν είναι βέβαια μόνον αυτά η ποίηση της Κυρτζάκη. Είναι και ό,τι αποσιωπήθηκε απ' όσα δεν ειπώθηκαν. Οσα δεν ειπώθηκαν όχι από δική μου παράλειψη, αλλά από την απαίτηση της ίδιας της ποίησης να μη γνωρίζουμε γι' αυτήν παρά μόνον όσα εικάζουμε ή επινοούμε ως «λαμπαδίτσα» που καίει «πριν τη δείξει η νύχτα».

Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016

"Κόκκινο χελιδόνι" του Ζαχαρία Σώκου

     

                       χτυπώ  νεκροί  κι’ ανοίξτε μου
                       να  μπω  για  να σκουπίσω 
                                                        μινόρε  μανές
   Σε  ρυζόχαρτο
   αχνό  μολύβι
   η  εικόνα  σας
   φούστα  πλισέ
   αέρας  της  αβύσσου
   ν’ ανεμίζει  τώρα
   που  δεν  σκιάζουν
  φόβου  παιδιά
(θεοί και νόμοι των ανθρώπων)
  καθώς  πέρα απ’ την ύλη
  αλαφροπερπατάτε

Ω!  σεις – κι’ αυτή  η πλημμύρα
η  μέσα  μου – ψυχές
έμπλαστρο  στο  στήθος
η  ανάμνησή  σας  μαντεμένιο
(αυτός  ο ύπνος  είν’  βαρύς
και  φέρνει  ασχημάδα)
αχ!  Και  να προβαίνατε
όπως  προβαίνει  ο  ήλιος

Στείλτε  ένα  χελιδόνι  κόκκινο
Την  πέμπτη  εποχή  ν’ αναγγείλει


 



  Ο Ζαχαρίας Σώκος είναι δημοσιογράφος- ποιητής. 

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

Χάρης Βλαβιανός



Ο Γιώργος Δαμιανός συνομιλεί με τον Χάρη Βλαβιανό
Πηγή: 24grammata






Συζητητές: Χάρης Βλαβιανός (ακολουθεί βιογραφικό) ,Γιώργος Δαμιανός
σκηνοθέτης: Μανώλης Δημελλάς
φωτογράφος: Καλλιόπη Μαλλόφτη
Διάρκεια 01:03:50
για την εκπομπή ΣΥΝομιλίες του 24grammata.com cultureWebTV


Μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης πραγματοποίησαν οι συνεργάτες του 24grammata.com cultureWebTV (Γιώργος Δαμιανός, Μανώλης Δημελλάς και Καλλιόπη Μαλλόφτη) με ένα από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες Λογοτέχνες, τον Χάρη Βλαβιανό (ακολουθεί βιογραφικό). Μίλησαν, περίπου μία ώρα, δίχως διαλείμματα και σχολίασαν σχεδόν όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής και λογοτεχνικής ζωής των Ελλήνων. Ο Χάρης Βλαβιανός απαντά σε όλες τις ερωτήσεις του Γιώργου Δαμιανού με απλότητα και φυσικότητα. Σχολιάζει την πολιτική μας κατάσταση, το πως φτάσαμε μέχρι εδώ, τις ευθύνες των κομμάτων ΠΑΣΟΚ, του ΚΚΕ, της Eκκλησίας, των Λογοτεχνών. Λάβρος κατά του Λαϊκισμού (κατηγορεί, κυρίως, το ΠΑΣΟΚ για την σχέση του με τον “αυριανισμό”, πρόδρομος, κατά την γνώμη του, της Χρυσής Αυγής) αλλά και του συντηρητισμού (το καταλογίζει σε ΚΚΕ, Δεξιά και Εκκλησία, συγχρόνως), ενώ για τον ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει τις επιφυλάξεις του, λέγοντας ότι δεν έχουμε ανάγκη από μια δεύτερη περίοδο Λαϊκισμού.


Είναι ιδιαίτερα αποστομωτικός, στους χαρακτηρισμούς εναντίον της Χρυσής Αυγής (“…οι χρυσαυγίτες πρέπει να αντιμετωπίσουν τους φόβους τους” και τους προτείνει να διαβάσουν τον “υπεράνθρωπο” του Νίτσε, το “μαγικό βουνό” του Τόμας Μαν και το “αν αυτός είναι άνθρωπος” του Πρίμο Λέβι) αλλά και εναντίον του φίλου του Πέτρου Τατσόπουλου. Σχολιάζει με ιδιαίτερο τρόπο τις αρετές και τα μειονεκτήματα των Ελλήνων.

Αναφέρεται στην εκπαίδευση, το διαδίκτυο, τις ηλεκτρονικές και έντυπες εκδόσεις, στην τηλεοπτική τουρκολαγνία και, σαφέστατα, είναι απολαυστικός, όταν μιλά για τη Λογοτεχνία: από τον Έλιοτ, Πάουντ, Νίτσε, Όργουελ στον Σεφέρη, Ελύτη, Παλαμά, Σικελιανό, Μακρυγιάννη αλλά και νεώτερους, όπως Κάρολ Αν Ντάφι, Δήμητρα Χριστοδούλου είναι μόνο μερικά ονόματα που σχολιάζει άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά.

Με ιδιαίτερη μεγαλοθυμία εκφράζει το θαυμασμό του για τους συγχρόνους του Ελληνες Λογοτέχνες: Γιαννίτσης, Λάγιος, Μπλάνας, Κοροπούλης, Σερέφας, Πασχάλης, Χατζόπουλος,Μπουκάλας.



Μια συζήτηση που προσφέρει δεκάδες αφορμές για αναζήτηση, αμφισβήτηση, θαυμασμό και διαφωνία. Δείτε την και αμφισβητήστε όλα όσα θα ακούσετε και θα δείτε.

Μια συζήτηση, που βοηθά τη σκέψη να ξεφύγει από τα εύκολα καικαθιερωμένα.

Η μηχανή λήψης δεν έκανε ούτε μια παύση, η συζήτηση έγινε απνευστί και ακριβώς έτσι δίδεται στο κοινό (δίχως καμία επεξεργασία στο μοντάζ. Για τη φυσικότητα της συζήτησης αφήσαμε και τα εκ παραδρομής λάθη ή τα σαρδάμ των συνομιλητών, όπως για παράδειγμα: στο 06:02 ο κ Βλαβιανός αναφέρει “χρυσή αυγή”, ενώ εννοεί “Αυριανή” και ο κ. Δαμιανός στο 37:43 >“όραμα”)

Η συζήτηση έγινε στις 25/ 11/ 2012, στην οικία του κ Βλαβιανού(Αθήνα)

Οι φωτογραφίες είναι της Καλλιόπης Μαλλόφτη


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Χάρης Βλαβιανός γεννήθηκε στη Ρώμη το 1957. Σπούδασε Oικονομικά και Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ (Bachelor of Science in Economics, [1979]) και Πολιτική Θεωρία και Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (Masters of Philosophy in International Relations [1984], Doctorate of Philosophy in International Relations [1988]), όπου και δίδαξε επί πέντε χρόνια. Η διδακτορική του διατριβή με τίτλο, Greece 1941-1949: From Resistance to Civil War, βραβεύτηκε από το Fafalios Foundation της Μεγάλης. Βρετανίας και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μαcmillan (1992). Έχει εκδώσει πλήθος άρθρων σχετικά με την σύγχρονη ελληνική ιστορία και πολιτισμό.



Έχει εκδώσει δέκα ποιητικές συλλογές, με πιο πρόσφατες τις συλλογές, Διακοπές στην πραγματικότητα (2009) [Βραβείο Ποίησης «Διαβάζω»] και Σονέτα της συμφοράς [2011]. Έχει επίσης μεταφράσει έργα κορυφαίων συγγραφέων, όπως: Walt Whitman (Επιλογή ποιημάτων, 1986), Εzra Pound (Xιου Σέλγουιν Μώμπερλυ, 1987, Aποσπάσματα και σχεδιάσματα των Κάντος CX-CXX, 1991), Wallace Stevens (Adagia, 1993), John Ashbery (Αυτοπροσωπογραφία σε κυρτό κάτοπτρο, 1995), Carlo Goldoni (Oι δίδυμοι της Βενετίας, 1996—έργο που ανέβασε την ίδια χρονιά το Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν), William Blake (Οι Γάμοι του Oυρανού και της Κόλασης, 1997 —υποψήφιο για το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης), Zbigniew Herbert (H ψυχή του κ. Cogito και άλλα ποιήματα, 2001), Fernando Pessoa (Ηρόστρατος: H αναζήτηση της αθανασίας, 2002, Marginalia, 2005), E.E. Cummings (33 x 3 x 33: Ποιήματα – Δοκίμια – Αποσπάσματα, 2004—υποψήφιο για το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης). Επιμελήθηκε επίσης την έκδοση της βιογραφίας του Δάντη από τον Βοκκάκιο που κυκλοφόρησε το 2004 από τις εκδόσεις «Νεφέλη», προλογίζοντας τον τόμο με το δοκίμιό του: «Η Θεία Κωμωδία του Δάντη ως ποιητική αυτοβιογραφία». Την άνοιξη του 2007, κυκλοφόρησε και ένας νέος τόμος δοκιμίων του, με τίτλο Ποιόν αφορά η ποίηση; Σκέψεις για μια τέχνη περιττή, τα οποία αναλύουν το έργο σημαντικών ποιητών του 20ου αιώνα και εξετάζουν βασικά ζητήματα ποιητικής, καθώς και η μετάφραση ποιημάτων του Michael Longley (Το χταπόδι του Ομήρου και άλλα ποιήματα) και του Wallace Stevens (Δεκατρείς τρόποι να κοιτάς ένα κοτσύφι και άλλα ποιήματα). Πρόσφατα κυκλοφόρησε σε αναθεωρημένη έκδοση η μετάφρασή του τού κορυφαίου ποιήματος του Ezra Pound, Hugh Selwyn Mauberley, τα Τέσσερα Κουαρτέτα του Τ. S. Eliot (μετάφραση που τον απασχόλησε πάνω από μια δεκαετία), καθώς και το βιβλίο δοκιμίων, Το διπλό όνειρο της γραφής, [από κοινού με τον πεζογράφο Χρήστο Χρσυσόπουλο].
Από το “Birmingham University Press” κυκλοφορεί στα αγγλικά η συλλογή του Adieu (1996), σε μετάφραση David Connolly, ενώ από τις εκδόσεις Romiosini της Κολωνίας, μία εκτενής επιλογή του έργου του στα γερμανικά, σε μετάφραση Dadi Sideri Speck. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί επίσης στα Ιταλικά, Γαλλικά, Ολλανδικά, Πορτογαλικά, Σουηδικά, Ισπανικά, Βουλγαρικά και συμπεριληφθεί σε ανθολογίες του εξωτερικού. Πρόσφατα κυκλοφόρησε μια επιλογή ποιημάτων του στα καταλανικά σε μετάφραση Joaquim Jesti. (σε δίγλωσσο τόμο μαζί με ποιήματα της Μαρίας Λαϊνά), στα γερμανικά, από τις έγκυρες εκδόσεις “Hanser”, σε μετάφραση Torsten Israel και πρόλογο του σημαντικού γερμανού ποιητή Joachim Sartorius (υποψήφιο για το Βραβείο της Ακαδημίας Γερμανών Ποιητών), στα αγγλικά, από τις εκδόσεις “Dedalus”, σε μετάφραση Μίνας Καραβαντά και πρόλογο του μείζονος Ιρλανδού ποιητή Michael Longley και στα Σουηδικά από τις εκδόσεις “Axion”, σε μετάφραση Ingemar Rhedin. Επίσης κυκλοφόρησε τον Μάιο ένας τόμος με επιλογή του έργου του στην Ολλανδία, από τις εκδόσεις «Grammata», σε μετάφραση του γνωστού ελληνιστή Hero Hokwerda.
Το 1993 ίδρυσε το περιοδικό «Ποίηση» (εκδ. «Νεφέλη»), το οποίο και διηύθυνε ως το 2007. Τον Ιούνιο του 2008 εξέδωσε νέο λογοτεχνικό περιοδικό με τίτλο «Ποιητική» (εκδ. «Πατάκης»).
Πρόσφατα κυκλοφόρησε κι ένα ανορθόδοξο ποιητικό βιβλίο με τίτλο, Η Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας σε 100 Χαϊκού: Από τους Προσωκρατικούς έως τον Ντερριντά [εκδ. «Πατάκης»], το οποίο μεταφράστηκε στα Αγγλικά και θα κυκλοφορήσει σύντομα από την Oxford University Press.
Από το 1989 είναι καθηγητής Ιστορίας, Πολιτικής Θεωρίας και Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Κολέγιο Ελλάδας. Διδάσκει δημιουργική γραφή [ποίηση] στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (EKEΒΙ). Διηύθυνε τις σελίδες της ελληνικής ποίησης στον διεθνή ποιητικό κόμβο www.poetryinternational.org ως το 2005. Ανήκει στην ιδρυτική ομάδα του φιλοσοφικού περιοδικού Cogito και είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Διατηρούσε επί 15 χρόνια εβδομαδιαία στήλη στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ». Για την συμβολή του στην προώθηση των ιταλικών γραμμάτων στην Ελλάδα ο Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας τον τίμησε με τον τίτλο του «Ιππότη των Γραμμάτων και των Τεχνών» (“Cavaliere”) και η Εταιρεία Dante Alighieri της Ρώμης με το παράσημο Δάντης.




EΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΟΙΗΣΗ
Υπνοβασίες, «Πλέθρον», 1983
Πωλητής Θαυμάτων, «Πλέθρον», 1985
Τρόπος του Λέγειν, «Υάκινθος», 1986
Άσπονδος Αναίρεσις, «Υάκινθος», 1989
Η νοσταλγία των ουρανών, «Νεφέλη», 1991, 1995
Αdieu, «Νεφέλη», 1996, 1998 (από το “Birmingham University Press”, σε [αγγλική] μετάφραση David Connolly, 1999)
Ο άγγελος της ιστορίας, «Νεφέλη», 1999, 2001 (από τις εκδόσεις “Romiosini”, σε [γερμανική] μετάφραση Dadi Sideri Speck, 2004)
Μετά το τέλος της ομορφιάς, «Νεφέλη», 2003 (από τις εκδόσεις “Hanser”, σε [γερμανική] μετάφραση Torsten Israel με πρόλογο του Joachim Sartorius, από τις εκδόσεις “Dedalus” σε [αγγλική] μετάφραση Μίνας Καραβαντά με πρόλογο του Michael Longley, 2007, από τις εκδόσεις «Grammata», σε [ολλανδική] μετάφραση Hero Hokwerda, 2007)
Διακοπές στην πραγματικότητα, «Πατάκης», 2009 [Βραβείο Ποίησης «Διαβάζω»] (από τις εκδόσεις “Axion”, σε [σουηδική] μετάφραση Ingemar Rhedin, 2010)
Σονέτα της συμφοράς: apologia pro vita et arte mea, «Πατάκης», 2011
Η Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας σε 100 Χαϊκού: Από τους Προσωκρατικούς έως τον Ντερριντά, «Πατάκης», 2011 (από τις εκδόσεις Oxford University Press, σε [αγγλική] μετάφραση του Καθ. Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Peter Mackridge, προσεχώς).



ΔΟΚΙΜΙΟ


Resistance and Revolution in Mediterranean Greece: The Strategy of the Greek Communist Party, “Routledge”, Λονδίνο, 1989
Greece 1941-1949: From Resistance to Civil War, “Macmillan”, Λονδίνο, 1992; “St. Martin’s Press”, Νέα Υόρκη, 1992
“The Greek Communist Party under Siege”, στον τόμο, Aspects of Greece. 1936-1940: The Metaxas Dictatorship, επιμ. Robin Higham, Thanos Veremis, ELIAMEΡ, Αθήνα, 1993
Ο άλλος τόπος, «Νεφέλη», 1994, 1999
Η Θεία Κωμωδία του Δάντη ως ποιητική αυτοβιογραφία, «Νεφέλη», 2004
Ποιον αφορά η ποίηση; Σκέψεις για μια τέχνη περιττή, «Πόλις», 2007
Το διπλό όνειρο της γραφής [από κοινού με τον Χρήστο Χρυσόπουλο], «Πατάκης», 2010




ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
Walt Whitman, Επιλογή ποιημάτων, «Πλέθρον», 1986, 1991, 1995
Εzra Pound, Χιου Σέλγουιν Μώμπερλυ, «Εστία», 1987, 1993. «Πατάκης», 2010
Ezra Pound, Σχεδιάσματα και αποσπάσματα των Κάντος CX-CXX, «Νεφέλη», 1991
Wallace Stevens, Adagia, «Νεφέλη», 1993, 1999
John Ashbery, Αυτοπροσωπογραφία σε κυρτό κάτοπτρο, «Νεφέλη», 1995, 2000
Carlo Goldoni, Οι δίδυμοι της Βενετία, «Δωδώνη», 1996, «Νεφέλη», 2005
William Blake, Oι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης, «Νεφέλη», 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2003, 2004, 2005, 2006, 2008
Zbigniew Herbert, H ψυχή του κ. Cogito και άλλα ποιήματα, «Γαβριηλίδης», 2001
Fernando Pessoa, Ηρόστρατος, «Εξάντας», 2002
E. E. Cummings, 33 X 3 X 33: Ποιήματα, Δοκίμια, Θραύσματα, «Νεφέλη», 2004, 2005, 2006
Fernando Pessoa, Marginalia, «Εξάντας», 2005.
Michael Longley, Το χταπόδι του Ομήρου και άλλα ποιήματα, «Πατάκης», 2007
Wallace Stevens, Δεκατρείς τρόποι να κοιτάς ένα κοτσύφι και άλλα ποιήματα, «Άγρα», 2007
T. S. Eliot, Τέσσερα Κουαρτέτα, «Πατάκης», 2012.






Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΗ ΒΛΑΒΙΑΝΟΥ

Ο Χάρης Βλαβιανός είναι ένα από τους σημαντικότερους νέους Έλληνες ποιητές, ανάμεσα σε όσους εμφανίστηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980. Τα τρία πρώτα, μικρά σε έκταση, ποιητικά βιβλία του, δεν διαφοροποιούνταν από την κοινή εκφραστική των συνομήλικών του ποιητών. Αντιθέτως, τα τέσσερα επόμενα βιβλία, αποτελούν τους αναβαθμούς μιας ανοδικής ποιητικής κλίμακας, η οποία εδράζεται σε μιαν αντίληψη για τα μέσα και τη λειτουργία της ποίησης αρκετά διαφορετική από εκείνη που χαρακτηρίζουν τους περισσότερους νέους Έλληνες ποιητές.
Στα τέσσερα νεότερα βιβλία του Βλαβιανού, κύριος στόχος του φαίνεται να είναι μια ποίηση με κατεξοχήν στοχαστικό περιεχόμενο. Τα ποιήματά του επεξεργάζονται,
με εμφανή ή λανθάνοντα τρόπο, ενδεικτικές μαρτυρίες του ποιητικού παρελθόντος, οι οποίες εμπεριέχουν μια αντίληψη της ποίησης ανάλογη με τη δική του. Η συγγένεια, δηλαδή, με τους ποιητές των οποίων στίχους ενσωματώνει ή σχολιάζει στα ποιήματά του είναι όχι μόνο συγκινησιακού και αισθητικού, αλλά και θεωρητικού χαρακτήρα.
Το πιο καίριο σημείο της ποιητικής αντίληψης του Βλαβιανού, είναι η πρόθεση το ποίημα να παραμένει, όπως γράφει ο ίδιος “ανοιχτό”. Η έννοια του ανοιχτού ποιήματος δεν αφορά τόσο στο ζήτημα της πολλαπλής ερμηνευτικής προσέγγισής του, όσο στους όρους κατασκευής του. Ανοιχτό ποίημα σημαίνει κυρίως κείμενο το οποίο προγραμματικά δεν έχει εκφραστική και θεματική συνοχή. Πρόθεση αλλά και μοίρα του ανοιχτού ποιήματος είναι να αποτυπώνει εν τω γίγνεσθαί του τη διαδικασία της γραφής του. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη λογική του ανοιχτού ποιήματος στα κείμενα του Βλαβιανού συρρέουν και συνυπάρχουν, ή παραμένουν ασύμβατες, ποικίλες εκφραστικές τάσεις, το λυρικό και το διανοητικό στοιχείο, η ερωτική εξομολόγηση και ο ψυχρός θεωρητικός στοχασμός, καταφάσεις και αρνήσεις.
Τα ποιήματα των ώριμων βιβλίων του Βλαβιανού, από τη Νοσταλγία των ουρανών μέχρι τον Άγγελο της ιστορίας, αντανακλούν τη ζύμωση των ιδεών που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες σ’ ένα ευρύ φάσμα των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών – π.χ. τον προβληματισμό για την ουσία και τα γνωρίσματα της μεταμοντερνικότητας ή για τη βαθύτερη φύση της ποιητικής εμπειρίας. Διαθέτοντας μια πλατιά μορφωτική παρακαταθήκη ο Βλαβιανός δείχνει βαθιά στοχαστική σκέψη και πνευματική εγρήγορση. Αυτό που ως στοχαστής διατείνεται θεωρητικά και ως ποιητής πραγματώνει ο Βλαβιανός είναι η πεποίθησή του ότι η επανάπαυση σε τρόπους ποιητικής γραφής ενεργούς στο παρελθόν, αλλά απρόσφορους σήμερα, ουσιαστικά οδηγεί στην πλήρη απενεργοποίηση της σκέψης. Και, για τον Βλαβιανό, ποίηση χωρίς συγκινημένη σκέψη ή/ και χωρίς σκεπτόμενη συγκίνηση δεν μπορεί πια να γραφεί.
Αν και μπορεί κανείς να αναζητήσει ορισμένα χαρακτηριστικά του λογοτεχνικού μεταμοντερνισμού στην ποίηση του Βλαβιανού, μια περιγραφική που μπορεί να γίνει προς το παρόν είναι ότι η ποίηση του, εντάσσεται, σε μια εκφραστική κοίτη που αρδεύτηκε και συνεχίζει να τροφοδοτείται από την κοινή πηγή των Ελλήνων μοντερνιστών ποιητών που εμφανίστηκαν στην περίοδο ανάμεσα στον Α και το Β Παγκόσμιο Πόλεμο (Σεφέρης, Ελύτης, Εμπειρίκος, Εγγονόπουλος, Ρίτσος κ.ά). Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι ειδικά οι πιο επιτυχημένες στιγμές του έργου του Βλαβιανού, όσες περιέχονται στο Adieu και στον Άγγελο της ιστορίας, μπορούν να τοποθετηθούν στο μεταίχμιο προς τη υπέρβαση της μακράς ελληνικής μοντερνιστικής παράδοσης.




Επίκουρος Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας
Του Πανεπιστημίου Κρήτης.




Τι έγραψε ο Τύπος για τα βιβλία του
ΧΑΡΗ ΒΛΑΒΙΑΝΟΥ
(αποσπάσματα από κριτικές)




Η Νοσταλγία των Ουρανών, Αθήνα,
Νεφέλη, 1994. Σελ. 57


… το προεξάρχον στοιχείο της ποίησης του Βλαβιανού ήταν και παραμένει το διανοητικό, και η πρόθεσή του είναι να συστήσει μια ποίηση με κατεξοχήν στοχαστικό περιεχόμενο ποίηση όπου συνυπάρχουν και αναμιγνύονται τα περιορισμένα στην έκταση και την έντασή τους, στοιχεία λυρικής υφής με τις ποικίλες εκφάνσεις της ανάπτυξης του στοχασμού (σκέψεις, ορισμούς, αφορισμούς, αποφθέγματα κ.λ.π.)…
Έχει σημασία να σταθούμε σε ένα καίριο σημείο της ποιητικής αντίληψης του Βλαβιανού, σημείο με βάση το οποίο θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε και τη συνύπαρξη και το συγκερασμό του λυρικού με το στοχαστικό στοιχείο. Τούτο το σημείο είναι η πρόθεση το ποίημα να παραμένει, όπως γράφει ο Βλαβιανός, “ανοιχτό”. Η έννοια του “ανοιχτού ποιήματος” δεν αφορά τόσο το ζήτημα της δυνητικά πολλαπλής ερμηνευτικής προσέγγισής του ή και της αυθαιρεσίας κατά την αισθητική αξιολόγησή του, όσον αφορά τους όρους κατασκευής του…
Με βάση, λοιπόν, τη λογική του ανοιχτού ποιήματος, στα κείμενα του Βλαβιανού συρρέουν και συνυπάρχουν, συνυφαίνονται ή παραμένουν ασύμβατες, διασπέρνονται θα λέγαμε, αποκλίνουσες εκφραστικές τάσεις, το λυρικό και το διανοητικό στοιχείο, η θερμή ερωτική εξομολόγηση και ο ψυχρός θεωρητικός στοχασμός, καταφάσεις και αρνήσεις, ρήσεις και αντιρρήσεις, ανοικτά ερωτήματα…




Ευριπίδης Γαραντούδης
Επίκουρος καθηγητής Παν/μίου Κρήτης
Περιοδικό ΛΟΓΟΣΗΜΑ, Νο 8, 5-6/1992



Adieu, Αθήνα, Νεφέλη, 1996. Σελ. 105 ISBN: 960-211-245-Χ

Adieu is a carefully and thoughtfully arranged little book, offering a glimpse of an artist’s self portrait created by language and image and honoring very much the imperatives of time. It is a work of European consciousness, unfixed by temporal borders.


Kevin Mc Grath
Κριτικός Λογοτεχνίας
Harvard Review, r. 15, φθινόπωρο 1998



Αdieu


Haris Vlavianos is one of the best and most prolific Greek poets of the socalled “Generation of 1980″…
… despite having been overtaken by prose in terms of quality and despite the departure of great names such as Elytis and Ritsos, Greek poetry is shill flourishing in the 1990s. What is also evident from Vlavianos’s own poetry, is that contemporary Greek poetry tends to eschew innovation for innovation’s sake and to converse with poetic voices from the past, both Greek and foreign; this includes experimenting with traditional verse forms that one thought would never again appear in Greek after free verse became de rigueur through the poetry of Seferis, Ritsos, Elytis and other members of the Generation of 1930.




Peter Mackridge
Nεοελληνιστής
Περιοδικό MODERN POETRX IN TRANSLATION, No 15, 1999



Adieu

… Στις πέντε ενότητες της συλλογής του ο ποιητής αποχαιρετά την οικογένειά του και ιδιαίτερα τη μητέρα του τη φοιτητική του ζωή στην Οξφόρδη, την ερωτική θλίψη και τη σχέση του έρωτα με τον λόγο, την οποία έχει εντοπίσει με τη βοήθεια Λατίνων ποιητών. ποιητών που του έχουν κρατήσει συντροφιά σε κρίσιμες ώρες. τέλος, την ίδια την ιδιότητα του αποχαιρετισμού, την ωριμότητα, τη σοφία που του έχει χαρίσει. Αποχαιρετά τα προηγούμενα βιβλία του, τις ενότητες τη μια μετά την άλλη στη νέα του συλλογή, καθώς και την ίδια τη συλλογή ως καταγραφή της εξελικτικής διαπλοκής βιωμάτων και διαλογισμών, βίου και ποίησης, στοχασμού και λυρισμού…


Βασίλης Παπαγεωργίου
Συγγραφέας
Περιοδικό ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ, Φθινόπωρο 1996



Adieu

Συναισθήματα τα οποία περιτρέχουν όλα σχεδόν τα ποιήματα του τελευταίου βιβλίου του Χάρη Βλαβιανού, αποτελούν ένα σπονδυλωτό αυτοβιογραφικό ποίημα. Ο ποιητής, όμως, δεν καταθέτει-εξομολογείται μόνον αλλά και κλείνει λογαριασμούς είτε με εγγύτατα, της ζωής του, πρόσωπα που όρισαν και καθόρισαν την παιδική του ηλικία (“Λεύκωμα”) είτε με τόπους και χώρους με τους οποίους μοίρασε την εφηβεία με την μετεφηβεία του (“Λεύκωμα”, “Oxford Blues”) είτε με ποιητικές φωνές που πέρασαν ως ποιητικό βίωμα μέσα του και κατ’ επέκταση στην ποίησή του. Έτσι, η ενότητα “Η αντοχή των ποιητών” με τα ποιήματα των Στίβενς, Πάουντ, Κάμινγκς, Μιλόζ, Μέριλ και Χιλ δεν αποτελεί μια παράθεση ποιημάτων προσφιλών του ποιητή, αλλά μια ενδοοικογενειακή συνομιλία, αφού οι ποιητές αυτοί είναι, όπως φαίνεται, μέλη της ποιητικής οικογένειας του ποιητή και άρα είναι καλοδεχούμενοι σ’ αυτές τις σελίδες της ποιητικής του αυτοβιογραφίας.


Έλενα Χουζούρη
Ποιήτρια, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 22-12-1996



Adieu

…Το “Adieu” διαρθρώνεται σε πέντε χυμώδεις ενότητες οι οποίες, συσσωματωμένες σε ενιαίο σύνολο, συνιστούν τις ψηφίδες μιας ανθρώπινης και ποιητικής αυτοβιογραφίας. Ο Βλαβιανός, οδεύοντας προς την ποιητική και βιολογική του ωριμότητα, μοιάζει με τούτο το βιβλίο να τακτοποιεί ανοιχτούς λογαριασμούς, προβαίνοντας σ’ έναν πρώτο απολογισμό ζωής. Από την άποψη αυτή το “Adieu” πιθανόν να αποδειχτεί με τον καιρό ότι ολοκληρώνει μια πρώτη δημιουργική φάση του έργου του…


Δημήτρης Δασκαλόπουλος
Ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΤΑ ΝΕΑ 4-7-1996



Adieu

…Ο τίτλος του βιβλίου του, όπως μαρτυρούν τα δύο αρχικά μότο, προερχόμενα από ποιητικά κείμενα του Κeats και του Byron, παραπέμπει σ’ ένα κοινό θεματικό μοτίβο της αγγλικής και γενικότερα της ευρωπαϊκής ρομαντικής λογοτεχνίας των πρώτων δεκαετών του 19ου αιώνα. Το Adieu, αν ερμηνευθεί σύμφωνα με το κύριο χαρακτηριστικό του βιβλίου, τη διαπλοκή βίου και ποίησης, έχει διττή σημασία: από τη μια μεριά ηχεί ως αποχαιρετισμός, ως έκφραση της ηθικής αποθάρρυνσης ή και της ψυχικής εξουθένωσης από τα δεινά του καθημερινού βίου. Από την άλλη όμως μεριά το Adieu, με δεδομένη τη διακειμενική αναφορικότητά του στη ρομαντική ποίηση, λειτουργεί και ως υπόμνηση της διαρκώς ανανεούμενης σχέσης της ποίησης με τη ζωή με άλλα λόγια, ως υπόμνηση της αλήθειας ότι ο ποιητής θα συνεχίσει να αντιστέκεται στην πεζή πραγματικότητα υπερβαίνοντάς την με τα ιδανικά Adieu της λογοτεχνίας…


Παντελής Μπουκάλας
Ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 25-6-1996



Adieu


…Στις σελίδες αυτές, που διαβάζοντάς τες νιώθεις πως έχετε γίνει λίγο φιλαράκια, ο Βλαβιανός ξετυλίγει μια συναισθηματική οδύσσεια από μυστηριώδη ερωτικά πορτραίτα γυναικών, τον Σιμωνίδη και το μυστήριο των γραφομηχανών, τους φλεγματικούς καθηγητές της Οξφόρδης, τους απόηχους του Keats και τις σκιές του Τόμας Χάρντυ, το πονηρό βλέμμα της Ρίτα Χαίηγουωρθ, ακόμη και αναλαμπές από το Πρελλούδιο του William Wordsworth (μια θρυλική απόπειρα αυτοβιογραφίας σε ένα τεράστιο ποίημα, με ρίμα)…
Αφού περνά από την περιπέτεια στο παράδοξο και πάλι απ’ την αρχή, φτάνει τελικά να μιλά για τον θάνατο, τα γηρατειά, την αίσθηση της απώλειας (που δεν ξέρεις αν πρέπει να την διώξεις ή να την κάνεις έμπνευση), εξερευνεί το μυστήριο της γυναίκας, των προσώπων, των όμορφων βραδινών, της μικρής θλίψης των στιγμών που φεύγουν, γιατί όχι ακόμη και της ίδιας της ζωής…




Παντελής Γιαννουλάκης
Κριτικός
Περιοδικό ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΙΣ, 12.1996/1.1997




Ο Άγγελος της Ιστορίας,
Αθήνα, Νεφέλη, 1999. Σελ. 118
ISBN: 960-211-436-3



“Η τραγικότητα των περιστάσεων” και η ιστορικότητα των φαινομενικά μη ιστορικών στιγμών – της ομορφιάς, του θανάτου, του τυχαίου, της εικόνας, του ταξιδιού, του έρωτα, δηλαδή της ίδιας της ζωής – είναι το σώμα κάθε ποιήματος αυτής της συλλογής. Ο ποιητής τους μας καλεί να σταθούμε απέναντι στην τραυματική, ερωτική, συχνά ανείπωτη, ιστορία του κάθε ποιήματος και να κοιτάξουμε κατάματα τα ερείπια που οι εικόνες του αποκαλύπτουν, με θάρρος, γενναιοδωρία και χάρη προς αυτό που ο λόγος της στιγμής του κάθε ποιήματος αφήνει στην ομιλητική σιωπή του. Το κάθε ποίημα δεν είναι η απλή ανασκαφή του παρελθόντος αλλά μια προκλητική στάση απέναντι στο παρόν, στα στοιχεία και στα ερείπιά του, σε ό,τι δηλαδή αντιστέκεται στην παρωχημένη ερμηνεία της ιστορικότητας της στιγμής. Ο ποιητής του Άγγελου και ο Άγγελος του Μπένγιαμιν φαίνεται να έχουν δίκιο: την ποίηση και την ιστορία τελικά τις γράφουν τα ερείπια.


Ασημίνα Καραβαντά
Καθηγήτρια Αγγλικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας, Dere College
Περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ 7-8, 2000 Νο 409



Άγγελος Ιστορίας


… Το σπίτι του Χάρη Βλαβιανού, η οικογένειά του, είναι το γενικότερο θέμα του βιβλίου αυτού. Η μητέρα, η αδελφή, η γυναίκα, τα παιδιά, οι καλοί φίλοι. Γεγονότα τραγικά και δραματικά, τρυφεροί έρωτες και βαθιές φιλίες έχουν ανοίξει κι έχουν γεφυρώσει χάσματα στην καρδιά του. Ο ποιητής τ’ αντιμετωπίζει όλ’ αυτά με ήρεμη λυρική και στοχαστική διάθεση που παρέχει στον λόγο του σαγηνευτική ρευστότητα. Η συναισθηματικότητα και η ειρωνεία, στις οποίες καταφεύγει συχνά, έχουν λειανθεί και εισχωρήσει η μια στην άλλη, προσδίδοντας μια φιλικότατη πατίνα στον ρυθμό των στίχων.
Ο Βλαβιανός είναι ρομαντικός ποιητής και θα πρέπει κανείς να μελετήσει το είδος του ρομαντισμού που καλλιεργεί. Σίγουρα η μνήμη, το μνήμα, το μνημόσυνο (ένα από τα ποιήματα επιγράφεται “Γερμανικό ρέκβιεμ”) είναι όροι που στηρίζουν τον λόγο του, ο λόγος αυτός όμως δεν είναι μνημειώδης, δεν αποσκοπεί στο υπερνέφελο ή έστω στο υπέρμετρο. Ο ρομαντισμός του Χάρη Βλαβιανού δεν αφήνει ποτέ την πραγματικότητα, προχωρά ένα μικρό μόνο βήμα μπροστά της τόσο ώστε η τραγική εμπειρία να είναι σε θέση να φανερώσει την πολυχρωμία, το ύψος και την ποταπότητα της ζωής, η οποία τελικά θριαμβεύει έτσι ακριβώς που είναι, ενώ η ανάπαυση είναι το πάντα επανερχόμενο πρόσωπό της…




Βασίλης Παπαγεωργίου
Συγγραφέας
Περιοδικό ΠΟΡΦΥΡΑΣ, 10-12-1999



Άγγελος

…Ο Βλαβιανός τοποθετεί στο κέντρο της ποιητικής σκηνής το είδωλο του εαυτού του. Μολονότι ξεχωρίζουμε αμέσως, την ύπαρξη και τη λειτουργία ενός σταθερού αφηγητή, ο οποίος σκηνοθετεί σε διαφόρους ήχους και τόνους τη φωνή του αυτοβιογραφικού εγώ, όπως ακούγεται σε όλα σχεδόν τα ποιήματα του βιβλίου, το αδρό βιωματικό στοιχείο εντοπισμένο πρωτίστως στις μνήμες της παιδικής ηλικίας, παραμένει ως το τέλος το θεμέλιο της γλώσσας και την εικονοποιίας στον Άγγελο της ιστορίας. Και η στρατηγική αυτή της αναπεπταμένης αυτοβιογραφίας, την οποία ο Βλαβιανός ακολουθεί και εφαρμόζει με πολλή επιμονή, έχει, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, οργανική σχέση με την ποίηση της ποιητικής που αναδύεται από ολόκληρο το βιβλίο του…


Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 11-6-1999



Άγγελος

Ο Άγγελος της Ιστορίας είναι έτσι και ένα είδος ποιητικού μανιφέστου, μια καλά συγκροτημένη άμυνα του πνεύματος σε καιρούς που μάλλον απεχθάνονται το πνεύμα, μια έναρθρη κραυγή, ένα τροχιοδεικτικό. Δείχνει με ποιους τρόπου είναι σήμερα εφικτό να μιλάς για τον έρωτα, χωρίς να προσβάλλεις και χωρίς να καταφεύγεις σε ένα συναισθηματισμό που έχει ήδη πάθει αφλογιστία (“Το διπλό πρόσωπο της άνοιξης”). να μιλάς για την οικογένεια και τα δεινά της, χωρίς να αποφεύγεις να επιδείξεις μια ευγένεια με ρυτίδες και μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια, μια ευγένεια που έχει υποστεί πλήγματα, αλλά θέλει να παραμείνει εναργής (“Μαύρο γάλα”). να μιλάς για το πώς αντιλαμβάνεσαι τον θρυμματισμένο κόσμο, πως μπορείς να επιχειρήσεις σήμερα μια ανατομία του (θρυμματισμένου) κόσμου; θυμίζοντας “that this world’s spent” αλλά και επιμένοντας να συμμετέχεις στο παιχνίδι του, να συμβάλλεις στην εξήγηση του θρυμματισμού του και να ορίζεις τη θέση σου μέσα στα ερείπιά του.


Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπαδάκης
Ποιητής, συγγραφέας, μεταφραστής
Περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, Νοέμβριος 1999



Γενικό


… Ο Χάρης Βλαβιανός είναι ενδεχομένως ο πιο λόγιος ανάμεσα στους ποιητές της “γενιάς του ιδιωτικού οράματος” και σίγουρα ο πιο κοσμοπολιτικός. Μερικοί θα έλεγαν επίσης ο πιο εγκεφαλικός, λέξη που όμως έχει νόημα μόνο στα ελληνικά συμφραζόμενα, όπου θεωρείται ότι το ποιητικό πάθος πρέπει να παραλύει της διανοητικές λειτουργίες. Οπωσδήποτε ο Βλαβιανός είναι ολοφάνερα επηρεασμένος από την αγγλοσαξονική ποίηση – φαινομενική απόσταση από το θέμα, αδιόρατη ειρωνεία, “αντιποιητικές” λέξεις και εικόνες. αλλά μήπως και ο Καβάφης δεν ήταν;…
… ο Βλαβιανός είναι ένας ποιητής που ανασαίνει στον αέρα της παγκόσμιας πολιτισμικής παράδοσης, αυτή του δίνει το οξυγόνο και το ιδίωμά του…




Δημοσθένης Κούρτοβικ
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 11-12




Photo: © E.KE.BI, 2001. Ορδόλης-1999