Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΥΣΙΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΥΣΙΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

Μουσική δωματίου Μπαρόκ

Από 16/10 Eώς 17/10 Παρ. 16/10, Σάβ. 17/10 στην Αγγλικανική εκκλησία Αθηνών Άγιος Παύλος

Από την παράσταση του Δήμου Γκουνταρούλη, Λόγος-Διάλογος, στο Σάο-Πάολο της Βραζιλίας, με τις σουίτες του Μπαχ για σόλο τσέλο και χορό.



Αγγλικανική εκκλησία Αθηνών Άγιος ΠαύλοςΦιλελλήνων 27, Αθήνα

Παλαιά Μουσική στον Άγιο Παύλο - VI έκδοση

Il Settecento

Μουσική δωματίου του Μπαρόκ


Δημήτρης Κούντουρας - 
φλάουτο με ράμφος

Δημήτρης Καρακαντάς - μπαρόκ βιολί

Δήμος Γκουνταρούλης - μπαρόκ τσέλο

Ιάσων Μαρμαράς - τσέμπαλο

έργα:

A.Vivaldi - G.P. Telemann - Fr. Geminiani - J.G. Pisendel κ.α.

Μουσική δωματίου και σόλο έργα του όψιμου μπαρόκ από μεγάλους συνθέτες της εποχής όπως οι Antonio Vivaldi, Georg Philipp Telemann και Francois Couperin καθώς και έργα λιγότερο γνωστών αλλά και εξίσου σημαντικών συνθετών όπως οι Francesco Geminiani, Michel Blavet και Johann Georg Pisendel, συνθέτουν μια πλήρη εικόνα της ενόργανης μουσικής της εποχής. Φετινοί καλεσμένοι της ετήσιας σειράς συναυλιών του Αγίου Παύλου οι εκλεκτοί σολίστες Δημήτρης Καρακαντάς - μπαρόκ βιολί, Δήμος Γκουνταρούλης - μπαρόκ τσέλο και Ιάσων Μαρμαράς - τσέμπαλο. Την καλλιτεχνική επιμέλεια της σειράς εχει ο φλαουτίστας Δημήτρης Κούντουρας.


Είσοδος 10 Ευρώ


ώρα 20.30

Σειρά: Παλαιά Μουσική στον Άγιο Παύλο

Καλλιtεχνική επιμέλεια: Δημήτρης Κούντουρας

Παραγωγή: Specs'n'arts







Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Στεφανία Μεράκου, Αλληλογραφία του Δημήτρη Μητρόπουλου - Κωνσταντίνου Καβάφη





[Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό μουσικός λόγος (Τόμος Α΄, τεύχος 2, σ. 143-152), συνοδευόμενο και από τα χειρόγραφα των επιστολών του Δ. Μητρόπουλου που εδώ παραλείπονται για τεχνικούς λόγους. Ευχαριστούμε την συγγραφέα κ. Στεφανία Μεράκου και την Διεύθυνση του περιοδικού για τη παραχώρηση της άδειας "αναδημοσίευσης" στην παρούσα Ιστοσελίδα.]

Δύο γράμματα του Δημήτρη Μητρόπουλου προς τον ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη, τα οποία ανήκουν στη συλλογή της Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος Λίλιαν Βουδούρη[1], μας δίνουν την ευκαιρία να δούμε μερικά άγνωστα στοιχεία, αφενός ως προς την εκτίμηση που έτρεφε ο συνθέτης προς τον ποιητή, αφετέρου ως προς το ίδιο το έργο.
Όπως αναφέρει ο ίδιος ο Μητρόπουλος, ένα χρόνο πριν στείλει την πρώτη επιστολή, με ημερομηνία 15 Ιουλίου 1926, συνέθεσε δεκατέσσερα τραγούδια πάνω σε ποίηση Κωνσταντίνου Καβάφη. Ποιήματα ερωτικά, τολμηρά, ρεαλιστικά, ελευθερωμένα από δεσμεύσεις και κοινωνικές προκαταλήψεις τα οποία προτρέπουν - εμπνέουν - οδηγούν τον Μητρόπουλο σε συνθετικούς νεωτερισμούς.
Το χειρόγραφο φυλάσσεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη και περιέχει δεκατέσσερα τραγούδια που συνέθεσε το 1925-26[2], με την παρακάτω σειρά. Οι τίτλοι είναι αυτοί που αναγράφονται στο χειρόγραφο.
«Ηδονή», Preludio a 4 voci
«Για νάρθουν», Canon a 3 voci
«Μια νύχτα», Prologo-Fugeta epilogo a 4 voci
«Η αρχή των», Prologo-Fugeta epilogo a 4 voci
«Να μείνει», Canon a 2 voci
«Εν απογνώσει», Canon a 3 voci
«Γκρίζα», Passacaglia
«Μέρες του 1903», Passacaglia a 2 voci
«Το διπλανό τραπέζι», Canon a 2 voci
«Μακρυά», Canon a 2 voci
«Εν τη οδώ», Preludio a 1 voci
«Ο ήλιος του απογεύματος» Fuga a 4 voci
«Έτσι πολύ ατένισα», Pedale
«Επήγα Coda» (Finale)
    Ο Μητρόπουλος, ο πρώτος Έλληνας συνθέτης που μελοποίησε στίχους του Κωνσταντίνου Καβάφη[3], είχε επίγνωση του πόσο τολμηρός είναι στην επιλογή των στίχων αυτών. Εκμυστηρεύεται ότι αρχικά είχε φόβους, έμεινε όμως ευχαριστημένος με το έργο του και την απήχηση που είχε σε φιλικούς του κύκλους. Όπως αναφέρει στο γράμμα του ο ίδιος, τα έργα αυτά είχαν καλή υποδοχή σε ιδιωτικές ακροάσεις. Παραπέμπει μάλιστα στον Αντώνη Μπενάκη, ο οποίος τα άκουσε και μπορεί να μεταφέρει στον ποιητή τη γνώμη του. Κατόπιν τούτου αποφάσισε να τα εκδώσει.
    Από το περιεχόμενο της επιστολής προκύπτει ότι ο Μητρόπουλος είχε ήδη αποφασίσει ότι η έκδοση θα περιλάμβανε τα δέκα μόνο από τα δεκατέσσερα τραγούδια, ταξινομημένα σύμφωνα με τα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά. Έτσι χωρίζει τις δέκα Inventions της έκδοσης[4] σε τέσσερα μέρη:
    I. 4 Canons («Μακρυά», «Να μείνει», «Για νάρθουν», «Το διπλανό τραπέζι»)
    II. 2 Passacaglia («Γκρίζα», «Μέρες του 1903»)
    III. Preludio e fuga a 4 voci («Εντη οδώ», «Ο ήλιος του απογεύματος»)
    IV. Pedale - Coda (Finale) («Έτσι πολύ ατένισα», «Επήγα»)
      Δεν υπάρχουν ενδείξεις ως προς το λόγο για τον οποίο παρέλειψε τα τραγούδια «Ηδονή», «Μια νύχτα», «Η αρχή των» και «Εν απογνώσει». Ίσως ήταν πολλά για να συμπεριληφθούν στον κύκλο, ίσως οι στίχοι ήταν παραπάνω τολμηροί (από την άλλη όμως περιέλαβε άλλα με εξίσου τολμηρούς στίχους).
      Ο Μητρόπουλος στέλνει αυτή την επιστολή με σκοπό να ζητήσει από τον ποιητή να του παρέχει μεταφράσεις των δέκα τραγουδιών στα γαλλικά για τις ανάγκες της έκδοσης, εφόσον κρίνει ότι ο ίδιος ο ποιητής είναι ο καταλληλότερος γι' αυτό. Όπως εξηγεί ο Μητρόπουλος, επρόκειτο να προσπαθήσει να παρουσιάσει το έργο του και την έκδοση αυτή στο Παρίσι. Ζητά επίσης την έγκρισή του για τον τίτλο που προτείνει για τον κύκλο αυτό «Ποιήματα ηδονιστικά».
      Απάντηση του κ. Π. Καβάφη στον Μητρόπουλο δεν βρέθηκε στα κατάλοιπα του συνθέτη στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη (δεν υπάρχει αλληλογραφία από το 1919 έως το 1932) αλλά ούτε και σχετική πληροφορία στα κατάλοιπα του Καβάφη. Από το περιεχόμενο του δεύτερου γράμματος συμπεραίνουμε ότι ο Καβάφης δεν έστειλε τις μεταφράσεις τριών του ποιημάτων («Επήγα», «Μακρυά» και «Το διπλανό τραπέζι»), τα οποία όμως περιλαμβάνονται στην έκδοση. Η έρευνά μας δεν απέδωσε τα γράμματα του Καβάφη, ως εκ τούτου δεν μπορούμε να ξέρουμε αν ακολούθησε άλλο γράμμα του με τη μετάφραση αυτών των ποιημάτων ή αν ο Μητρόπουλος έστειλε δικές του μεταφράσεις στον ποιητή, ο οποίος τυπικά θα έπρεπε να του δώσει και την τελική έγκριση γι' αυτές πριν από την έκδοση. Θα πρέπει όμως ο ποιητής να είχε απορρίψει τον τίτλο «Ποιήματα ηδονιστικά», μια και δεν αναγράφεται σε αυτή.
      Δεν είναι όμως μόνο οι στίχοι τολμηροί σε αυτά τα τραγούδια. Η μουσική έχει έντονα σύγχρονο χαρακτήρα διατηρώντας διαφανή τα βασικά στοιχεία πολυφωνίας. Η ανεπιτήδευτη απόδοση των στίχων από τη φωνή και τα ηχοχρώματα του πιάνου στη συνοδεία υποστηρίζουν απόλυτα την ερωτική και ρεαλιστική ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο ποιητής. Δυστυχώς οι κριτικές σε δημοσιεύματα του τύπου μετά την πρώτη δημόσια εκτέλεση του έργου στην Αθήνα (στις 6 Ιουνίου 1927 με την Πόπη Σερτσίου και τον Μητρόπουλο στο πιάνο) δεν συμφωνεί με αυτή των φίλων του Μητρόπουλου, οι οποίοι το είχαν πρωτοακούσει. Το απαίδευτο αθηναϊκό κοινό δεν φαίνεται έτοιμο να δεχθεί το εμπνευσμένο αυτό έργο. Ο Ν.Δ. στην τακτική του στήλη στην εφημερίδα Πολιτεία στις 8 Ιουνίου 1927 γράφει μεταξύ άλλων ότι «... είναι αδύνατον να ξεχωρίσει κανείς τα θέματα και να ανακαλύψει αλληλουχίαν μελωδίας. Εξ άλλου η εξεζητημένη ατονικότης ... και η φουτουριστική αρμονία φθάνουσα μέχρι παραφωνιών, παρέχουν μίαν δυσάρεστον και εκνευριστικήν εντύπωσιν ...».
      Οι Inventions των Κωνσταντίου Καβάφη και Δημήτρη Μητρόπουλου, είναι ένα έργο πριν από την εποχή του, ποιητικά και μουσικά, ένα έργο ποιητικού ρεαλισμού, συνθετικών νεωτερισμών και πηγαίου αισθησιασμού.

      ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
      Απόστολος Κώστιος, Δημήτρης Μητρόπουλος: Κατάλογος Έργων (Αθήνα: Ορχήστρα των Χρωμάτων, 1996).
      -, Δ. Μητρόπουλος (Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1985)
      -, Το στοιχείο της θεατρικότητας στον Δημήτρη Μητρόπουλο (Αθήνα: Παπαγρηγορίου-Νάκας, 1997)
      P. C. Cavafy - D. Mitropoulos, 10 Inventions (Αθήνα: λιθ. Καρύδη, χ.χ.)
      Όλυ Φράγκου-Ψυχοπαίδη, σημείωμα στο CD Four Song Cycles· Λίλα Αδαμάκη, σοπράνο, Γιάννης Παπαδόπουλος, πιάνο (Αθήνα: Musica Viva 88.031, 1992)
      Ν. Δ., «Μουσικά ζητήματα, Η Μουσική Βραδυά της Κυριακής», εφημ. Πολιτεία (Αθήνα: 8.6.1927)
      Φιλότεχνος, «Μουσική Κίνησις, Συναυλία Ελλήνων Συνθετών», εφημ. Πρωία (Αθήνα: 9.6.1927)


      1η Επιστολή
      [σελ. 1] Αθήνα/
      Πέμπτη 15 Ιουλίου 1926/

      Θαυμαστέ μου Κύριε Καβάφη!/
      Λαβαίνω το θάρρος/ να σας γράψω, αν και δεν με γνωρίζετε,/ γιατί έχω τόσες καλές πληροφορίες/ για τη μεγάλη καλωσύνη, απλότητα/ και καταδεκτικότητα που δείχνετε προ/ τους νέους καλλιτέχνας που ατενίζουν σε/ σας με θαυμασμό! Προ ενός ήδη/ χρόνου έγραψα μουσική απάνω σε/ 14 τραγούδια σας και επειδή είχαν πολύ/ επιτυχία εδώ εις την audition που έκαμα/ θάθελα πολύ να τα τυπόσω [sic] τώρα, και ήθελα/ εν πρώτοις την άδειάν σας, και Δεύτερον/ ει δυνατόν να μου στείλλετε μεταφρασμένα// [σελ. 2] αυτά τα ίδια τραγούδια στη Γαλλική, ή ακόμη και στην Αγγλική, γιατί έτσι θα μπορούσα/ να τα χρησιμοποιήσω και στο Παρίσι/ που σκοπεύω να πάω. Η Μετάφρασις δεν/ πειράζει εάν δεν είναι σε μέτρον, θα την βάλω απλώς στην αρχή γι να/ μπορούν να έχουν μια ιδέα του ποιήματος/ και από κάτω από τη μουσική θα μπούνε/ τα ελληνικά λόγια και με ελληνικά στοιχία [sic]/ και με Λατινικά! Πολύ θα με υποχρεώσι/ τε [sic] εάν μου φροντίζατε αυτή μου την παράκλη-/ σι, γιατί δεν θάθελα ποτέ να ανελάμβανε/ άλλος από σας την μετάφρασι. Προ πάντων/ τη Γαλλική, αν δεν μπορείτε εσείς, πάντως/ θα επιστατήσετε να γείνη πιστή! Όπως θέλετε/ όμως πάλι, εάν δεν έχετε όρεξι και αυτό σας/ βαρύνει τότε δεν πειράζει θα τα τυπόσω έτσι πια!/ Θάτανε όμως κρίμα πολύ κρίμα! Από τα/ 14 αυτά τραγούδια θα τυπόσω μια σειρά από/ 10 τα οποία ετιτλοφόρησα εγώ ως Ποιήματα/ Ηδονιστικά!! Δεν ξέρω τι είδους εντύπωσι/ θα σας κάνει αυτός ο τίτλος, μα αν δεν σας/ αρέση δεν θα τον βάλω, απλούστατα!_// [σελ. 3] Θα εκπλαγείτε τώρα είναι αλήθεια/ για την τόλμη που είχα στην εκλογή μου/ [των τραγουδιών σας [interlin.]] μα παρ' όλους τους φόβους που είχα,/ η μουσική είναι τόσο ταιριαστή σ' αυτού/ του είδους το μέτρο και την ατμόσφαιρα,/ που σας βεβαιώ άρεσε και στους πιο/ ηθικόληπτους ανθρώπους˙ η Μουσική/ αυτή τη φορά κατόρθωσε να καταπραΰνη/ τα ηθικόληπτα νεύρα μερικών από τους/ ακροατάς μου. Έτσι λοιπόν απεφάσισα/ να τα τυπόσω, και τάχω αφιερωμένα στον/ Άλκη Θρύλο. Εστέ βέβαιος ότι η/ Μουσική μου είναι τόσο σύγχρονη όσο/ και η ατμόσφαιρα η καινούργια που ανα-/ δίνουν τα τραγούδια σας. Ο Κύριος Αντώνιος Μπενάκης τα ήκουσεν και μπορεί να σας/ πη ο ίδιος την εντύπωσίν του. Ελπίζω ότι/ θα μου δοθεί ευκαιρία να κατέβω στην Αλεξάνδρεια/ με την Δα Ανδρεάδου για να τα τραγουδήση σε/ μια συναυλία μου._// [σελ.4] Λοιπόν οι τέτλοι των Ηδονιστικών Τραγουδιών σας είναι οι εξής:
      Μακρυά... Forme architecturale musicale
      Να μείνει... Forme Canon a 2 e 3 voci
      Για νάρθουν
      Το διπλανό τραπέζι
      Μέρες του 1903 Forme Passacaglia a 2 e 3 Voci
      Γκρίζα
      Εν τη Οδώ Preludio e Fuga a 4 Voci
      Ο Ήλιο του Απογεύματος
      Έτσι πολύ Ατένισα... Code Pedale
      Επήγα Finale
      Ο Μουσικός Τίτλος είναι/ 10 Invenzioni a 2, 3 e 4 Voci/ απάνω σε 10 Ηδονιστικά Τραγούδια/ του Κ. Π. Καβάφη._
      Ελπίζω θαυμαστέ και φίλτατε Κύριε/ να έχω μια απάντησιν ευνοϊκή στην παράκλησή/ μου, και σας φιλώ με άπειρο θαυμασμό/ και σεβασμό το χέρι!_/
      Δ. Μητρόπουλος/
      Οικία Νεγρεπόντη οδός Όθωνος 12/
      Αθήναις/


      2η Επιστολή
      [σελ. 1] Αθήναι/Rue Othon 12/ 16 Αυγούστου 1926_/
      Φίλτατε Κύριε Καβάφη!/
      Σας ευχαριστώ απείρως για τις μεταφράσεις/ των ποιημάτων σας τας οποίας έλαβα._/ Δεν μου γράφετε όμως για τις υπόλοιπες/ τρεις: Επήγα - Μακρυά - και Διπλανό Τραπέζι._/ Επειδή θέλω να τυπόσω όλα μαζύ σε ένα/ τεύχος, θάτανε κρίμα να λείπουνε τρεις_/ Εάν σας είναι δύσκολο να βρήτε κανένα/ να τις μεταφράση, μου επιτρέπετε εμένα να/ επιχειρήσω τις άλλες τρεις μεταφράσεις και/ να σας τις στείλω να τις εγκρίνετε; Εγώ/ μάλιστα θαρχίσω αμέσως και θα σας στις [sic]/ στείλλω [sic] να μου πήτε εάν είναι καλές._/ Άλλωστε πρέπει να σας εξηγήσω πως δεν πρόκειται// [σελ. 2] καμιά [sic] από τις μεταφράσεις αυτές να τραγουδηθούν/ αλλά μόνον στην αρχή της εκδόσεώς μου, θα βάλω/ όλες αυτές τις μεταφράσεις μαζύ μόνον και μόνον/ για να ξέρουν οι ξένοι το περιεχόμενον των/ ποιημάτων. Από κάτω δε από τη μουσική/ θα τυπωθούν εκτός από τας ελληνικάς λέξεις,/ και άλλες τέτοιες με λατινικά γράμματα._/ Λοιπόν και πάλιν σας υπερευχαριστώ για/ την προθυμία σας και σε λίγο θα σας/ στείλλω δοκίμια μεταφράσεως των υπολοίπων/ τριών ποιημάτων._/
      Δικός σας./ Δ. Μητρόπουλος


      [1] Ευχαριστούμε ολόψυχα το Δ.Σ. του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» για την ευγενική παραχώρηση των επιστολών προς δημοσίευση.
      [2] Το χειρόγραφο δεν φέρει ημερομηνία. Είναι γνωστή μόνο η ημερομηνία της πρώτης εκτέλεση του έργου στην Αθήνα: 5 Ιουνίου 1927. Η επιστολή αυτή προσδιορίζει σχετικά τη χρονολογία σύνθεσης.
      [3] Ακολούθησε ο Γεώργιος Πονηρίδης ο οποίος το 1934 μελοποίησε τα ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη «Επέστρεφε», «Ηδονή» και «Του Μαγαζιού»
      [4] P. C. Cavafy - D. Mitropoulos, 10 Inventions (Αθήνα: λιθ. Καρύδη, χ.χ.). Η έκδοση είναι αφιερωμένη στον Άλκη Θρύλο, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της κριτικού Ελένης Ουράνη, κόρης του Μιλτιάδη και της Μαρίας Νεγρεπόντη, θερμών υποστηρικτών, προστατών και στενών φίλων του Δ. Μητρόπουλου.


      Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

      Ernest Bloch (1880-1959): Schelomo, Eβραϊκή Ραψωδία για σόλο βιολοντσέλο και ορχήστρα

      Πηγή:
      https://marinapapachroni.wordpress.com/2012/11/16/ernest-bloch-1880-1959-schelomo-eβραϊκή-ραψωδία-για-σόλο-βιολον/
      Στην ευαίσθητη ηλικία των έξι ετών, ο Ernest Bloch έδωσε τον όρκο ότι θα γίνει συνθέτης. Δούλεψε για τον στόχο αυτό και πριν τα δεκαπέντε του χρόνια είχε συνθέσει ένα string quartet και την Oriental Symphony. Παρά το γεγονός ότι ο – ελβετικής καταγωγής – αμερικανός συνθέτης Ernest Bloch υπήρξε πολυγραφότατος, οι περισσότερες αναφορές στο όνομά του γίνονται πλέον με αφορμή ένα και μόνον έργο του: το Schelomo (την εβραϊκή εκδοχή του Σολομώντος), που έχει καθιερωθεί ως ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια για βιολοντσέλο και ορχήστρα του 20ού αιώνα. Αυτή η “εβραϊκή ραψωδία”, όπως ειδικότερα την προσδιόρισε ο δημιουργός της, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο συνθέσεων εμπνευσμένων από τον ιουδαϊσμό, που άσκησε βαθιά επίδραση στον Bloch ιδίως κατά την δεύτερη και την τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Μετά από μια παρουσίαση του έργου τον Νοέμβριο του 1923, γράφτηκε στη San Francisco Chronicle: «Schelomo is a magnificent work by one of the greatest living composers. Splendid as it is in brilliant coloration, it is not in the vivid pictures that its greatness lies so much, as in the burning sincerity, the richness of passion, the poignant spirituality and the profound penetration into the psychology of a race.» 
      Το 1920, ο Guido M. Gatti σε άρθρο του για την La Critica Musicale, γράφει: «Bloch has reached the perfection of his music with the Hebrew rhapsody for solo violoncello with orchestra, which bears the name of the great king Schelomo (Solomon). In this, without taking thought for development and formal consistency, without the fetters of a text requiring interpretation, he has given free course to his fancy; the multiplex figure of the founder of the Great Temple lent itself, after setting it upon a loft throne and chiseling its lineaments, to the creation of a phantasmagorical entourage of persons and scenes in rapid and kaleidoscopic succession. The violoncello, with its ample breadth of phrasing, now melodic and with moments of superb lyricism, now declamatory and with robustly dramatic lights and shades, lends itself to a reincarnation of Solomon in all his glory, surrounded by his thousand wives and concubines, with his multitute of slaves and warriors behind him. His voice resounds in the devotional silence, and the sentences of his wisdom sink into the hearts as the seed into a fertile soil: ‘Vanity of vanities, saith the Preacher, all is vanity….» –The orchestra palpitates in all the colors of the rainbow; from the vigorous and transparent orchestration there emerge waves of sound that seem to soar upward in stupendous vortices and fall back in a shower of myriads of iridescent drops. At times the sonorous voice of the violoncello is heard predominant amid a breathless and fateful obscurity throbbing with persistent rhythms; again, it blends in a phantasmagorical paroxysm of polychromatic tones shot through with silvery clangors and frenzies of exultation. And anon one finds oneself in the heart of a dream-world, in an Orient of fancy, where men and women of every race and tongue are holding argument or hurling maledictions; and now and again we hear the mournful accents of the prophetic seer, under the influence of which all bow down and listen reverently…. The violoncello part is of so remarkably convincing and emotional power that it may be set down as a veritable masterpiece; not one passage, not a single beat, is inexpressive; the entire discourse of the soloist, vocal rather than instrumental, seems like musical expression intimately conjoined with the Talmudic prose. The pauses, the repetitions of entire passages, the leaps of a double octave, the chromatic progressions, all find their analogues in the Book of Genesis-in the versicles, in the fairly epigraphic reiteration of the admonitions (‘and all is vanity and vexation of spirit’), in the unexpected shifts from one thought to another, in certain crescendi of emotion that end in explosions of anger or grief uncontrolled.» 
      Αυτή η “εβραϊκή ραψωδία”, όπως ειδικότερα την προσδιόρισε ο δημιουργός της, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο συνθέσεων εμπνευσμένων από τον ιουδαϊσμό, που άσκησε βαθιά επίδραση στον Bloch ιδίως κατά την δεύτερη και την τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνος. Το έργο γράφηκε την περίοδο 1915-1916, λίγο προτού ο συνθέτης εγκαταλείψει την Ελβετία για να εγκατασταθεί στην Αμερική, και οφείλει την σύλληψή του στον Εκκλησιαστή της Παλαιάς Διαθήκης, βιβλίο το οποίο αποδίδεται παραδοσιακά στον βασιλέα Σολομώντα. H πρώτη εκτέλεση του έργου έγινε στις 3 Μαίου του 1917 στο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης. Ο ίδιος ο Bloch διευκρινίζει ότι η μουσική του δεν βασίστηκε σε εβραικές μελωδίες, αντίθετα εμπνεύστηκε από τον ιουδαισμό, μέσα από τα συναισθήματα που βιώσε από την εβραική κληρονομιά του και από την μελέτη των εδαφίων της Βίβλου. «In my work termed ‘Jewish’ — my Psalms, Schelomo, Israel, Three Jewish Poems, Baal Shem, pieces for the cello, The Sacred Service, The Voice in the Wilderness — I have not approached the problem from without — by employing melodies more or less authentic (frequently borrowed from or under the influence of other nations) or «Oriental» formulae, rhythms or intervals, more or less sacred! No! I have but listened to an inner voice, deep, secret, insistent, ardent, an instinct much more than cold and dry reason, a voice which seemed to come from far beyond myself, far beyond my parents…a voice which surged up in me on reading certain passages in the Bible, Job, Ecclesiastes, the Psalms, the Prophets…. It was this entire Jewish heritage that moved me deeply, and was reborn in my music. To what extent it is Jewish, to what extent it is just Ernest Bloch, of that I know nothing. The future alone will decide.» 
      Bloch-Schelomo-Hebraic Rhapsody for Cello and Orchestra
      Το 1914 ο Bloch βιώνει το δραματικό γεγονός του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Στρέφεται στην μελέτη του Εκκλησιαστή και ξεκινά κάποια προσχέδια για ένα έργο για φωνή και ορχήστρα, βασισμένα στο βιβλίο αυτό και με σκοπό να εκφραστεί συναισθηματικά για την οδύνη του πολέμου.
      2 Ματαιότης ματαιοτήτων, εἶπεν ὁ ἐκκλησιαστής, ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης. 3 τίς περισσεία τῷ ἀνθρώπῳ ἐν παντὶ μόχθῳ αὐτοῦ, ᾧ μοχθεῖ ὑπὸ τὸν ἥλιον; 4 γενεὰ πορεύεται καὶ γενεὰ ἔρχεται, καὶ ἡ γῆ εἰς τὸν αἰῶνα ἕστηκε. 5 καὶ ἀνατέλλει ὁ ἥλιος καὶ δύνει ὁ ἥλιος καὶ εἰς τὸν τόπον αὐτοῦ ἕλκει. 6 αὐτὸς ἀνατέλλων ἐκεῖ πορεύεται πρὸς νότον καὶ κυκλοῖ πρὸς βορρᾶν· κυκλοῖ κυκλῶν, πορεύεται τὸ πνεῦμα, καὶ ἐπὶ κύκλους αὐτοῦ ἐπιστρέφει τὸ πνεῦμα. 7 πάντες οἱ χείμαρροι πορεύονται εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἡ θάλασσα οὐκ ἔστιν ἐμπιπλαμένη· εἰς τὸν τόπον, οὗ οἱ χείμαρροι πορεύονται, ἐκεῖ αὐτοὶ ἐπιστρέφουσι τοῦ πορευθῆναι. 8 πάντες οἱ λόγοι ἔγκοποι· οὐ δυνήσεται ἀνὴρ τοῦ λαλεῖν, καὶ οὐ πλησθήσεται ὀφθαλμὸς τοῦ ὁρᾶν, καὶ οὐ πληρωθήσεται οὖς ἀπὸ ἀκροάσεως. 9 τί τὸ γεγονός; αὐτὸ τὸ γενησόμενον· καὶ τὶ τό πεποιημένον; αὐτὸ τὸ ποιηθησόμενον· καί οὐκ ἔστι πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον. 
      (Εκκλησιαστής 1: 2-9)
      George Neikrug plays Schelomo part1
      Το 1933, ο Bloch έγραψε στις σημειώσεις του προγράμματος για την παρουσίαση του Schelomo από την Augusteo Orchestra of Rome: «This is the story of Schelomo. Towards the end of 1915 I was in Geneva. For years I had been sketching a musical setting of the Book of Ecclesiastes, but neither French, German, nor English suited my purpose and I did not know enough Hebrew. Consequently the sketches accumulated-and slept. One day I met the cellist Alexander Barjansky and his wife. I heard Barjansky play and immediately became his friend. I played him my manuscript works-the Jewish Poems, the Israel Symphony, and the Psalms — all of which were then unpublished and had failed to arouse anyone’s interest. The Barjanskys were profoundly moved. While I played, Mme. Barjansky, who had borrowed a pencil and a piece of paper, sketched a little statue — her ‘sculptural thanks,’ as she put it. At last, in my terrible loneliness, I had found true, warm friends. My hopes revived and I began to think about writing a work for that marvelous cellist. Why not use my Ecclesiastes material, but instead of a human voice, limited by a text, employ an infinitely grander and more profound voice that could speak all languages — that of his violoncello? I took up my sketches , and without plan or program, almost without knowing where I was headed, I worked for days on my rhapsody. As each section was completed, I copied the solo part and Barjansky studied it. At the same time Mme. Barjansky worked on the statuette intended as a gift for me. She had first thought of sculpting a Christ, but later decided on a King Solomon. We both finished at about the same time. In a few weeks my Ecclesiastes was completed, and since the legend attributes this book to King Solomon, I gave it the title Schelomo”.
      Η αρχική πρόθεση του Bloch ήταν λοιπόν, να γράψει ένα φωνητικό έργο πάνω σε αυτό το θέμα, όμως μια συνάντησή του με τον ρώσο τσελίστα Αλεξάντρ Μπαριάνσκι (στον οποίο και αφιερώθηκε τελικά το Schelomo) τον έπεισε να αναθεωρήσει τα σχέδιά του και να αναθέσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην πληθωρική “φωνή” του βιολοντσέλου, η οποία αντιπροσωπεύει τον ίδιο τον Σολομώντα, εν αντιθέσει προς την ορχήστρα που εκπροσωπεί τον κόσμο αλλά και την εποχή του σοφού και μελαγχολικού ιουδαίου βασιλιά.
      George Neikrug plays Schelomo part2
      Η δομή του έργου είναι όντως ραψωδική, καθ’ ότι βασίζεται σε συνεχείς αναδρομές και αναπτύγματα ενός περιορισμένου αριθμού μοτιβικών ιδεών, οι οποίες μπορεί να μην ανάγονται ευθέως σε γνήσιες εβραϊκές μελωδίες, αλλά είναι γραμμένες σύμφωνα με το πνεύμα και τα χαρακτηριστικά της εβραϊκής μουσικής παραδόσεως. Το Schelomo στο πρώτο μέρος  ανοίγει με έναν εισαγωγικό μελισματικό θρήνο του τσέλου, και μετά εμφανίζεται η βασικότερη θεματική ιδέα της ραψωδίας, η οποία φέρει όλα τα ιδιαίτερα μελωδικά και ρυθμικά γνωρίσματα της εβραϊκής μουσικής, με τη μορφή σολιστικής καντέντσας και αργότερα αναπτύσσεται ελεύθερα, διαρκώς εξελισσόμενη με την συνδρομή πλούσιων “εξωτικών” ορχηστρικών ηχοχρωμάτων και με χαρακτήρα που κινείται άλλοτε προς το επικό και άλλοτε προς το ελεγειακό. Μέσα από εναλλασσόμενα εκφραστικά σολιστικά περάσματα, διαλογικά τμήματα καθώς και σύντομες ορχηστρικές κλιμακώσεις με νέα θεματικά παράγωγα αλλά και σαφείς αναφορές στην βασική ιδέα, το πρώτο μέρος τελειώνει με την παρουσίαση μιας εξέχουσας κατιούσας κλίμακας, στην οποία το τσέλο έρχεται κατόπιν να προσθέσει ως σχόλιο μια μικρή καντέντσα.
      E. Bloch – Shelomo – violoncellista Willy La Volpe n.1
      Στο δεύτερο μέρος προβάλλει ένα καινούργιο λαϊκότροπο θεματικό στοιχείο, με ζωηρούς επαναλαμβανόμενους φθόγγους, το οποίο πάντως δεν αργεί να συνυφανθεί με την περαιτέρω ανάπτυξη του βασικού θέματος αλλά και την έντονη κατιούσα φιγούρα που προαναφέρθηκε. Σε μια νέα φάση εξέλιξης του κομματιού, κατά την οποίαν όλο το διαθέσιμα μοτίβα υπόκειται σε καινοφανείς συνδυασμούς, φτάνουμε στην κορύφωση με τις ύστατες εμφαντικές αναπολήσεις της βασικής ιδέας αλλά και της δραματικής κατιούσας φιγούρας της ορχήστρας.
      Bloch – Shelomo – violoncellista Willy La Volpe n.2
      Παρ’ όλα αυτά, στο τρίτο μέρος το έργο ολοκληρώνεται περίπου όπως άρχισε, με έναν τελευταίο σολιστικό στοχασμό του τσέλου που σβήνει αποκαρδιωτικά, σαν να αναλογίζεται την περίφημη ρήση του Εκκλησιαστή, «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης»…
      Bloch – Shelomo – violoncellista Willy La Volpe n.3
      Ο Ernest Bloch ήταν ο συνθέτης που τοποθέτησε ιεραρχικά την έκφραση πάνω από οτιδήποτε άλλο και δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει γι’αυτό όλα τα μουσικά μέσα, έχοντας όμως πάντοτε κατά νου το μουσικό αποτέλεσμα. Πολλοί κριτικοί περιγράφουν τον χαρακτήρα της δουλειάς του περισσότερο ως “Ραψωδιακό”, παρά ως “Συμφωνικό”. Πάντως ο Bloch στην “Εβραική Ραψωδία” χρησιμοποιεί στοιχεία από την κλασσική φόρμα της σονάτας, θέτοντας σε αντιπαράθεση τα δύο θέματα. Σχετικά με το Schelomo έχει γραφτεί: «…for never did a rhapsodist bring to his composing a profounder understanding of classical techniques or a more urgent desire to apply them in the struggle for perfection in his works. Schelomo is a magnificent rhapsody, yet one very real reason for its being so is that its unusual structure is most rigidly controlled. Hardly a bar could be lifted from it without seriously damaging the form….Thus it will be seen that the romantic element in Bloch has always been contained by the strong discipline of classical craftsmanship.» Ο ίδιος ο Bloch αναφερόμενος στην έμπνευση του λέει: «I hold it of first importance to write good, genuine music, my music. It is the Jewish soul that interests me, the complex glowing agitated soul that I feel vibrating throughout the Bible; the freshness and naivete of the patriarchs; the violence which is evident in the prophetical books; the Jew’s savage love of justice; the despair of the preacher in Jerusalem; the sorrow and immensity of the Book of Job; the sensuality of the Song of Songs. All this is in us, all this is in me, and it is the better part of me. It is all that I endeavor to hear in myself and to transcribe in my music.» Με το αριστούργημα του αυτό, είναι σίγουρο ότι πέτυχε τον στόχο του.
      Ernest Bloch’s Schelomo with his own photographs
      ΤΟΙΣ πᾶσι χρόνος καὶ καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι ὑπὸ τὸν οὐρανόν. 2 καιρὸς τοῦ τεκεῖν καὶ καιρὸς τοῦ ἀποθανεῖν, καιρὸς τοῦ φυτεῦσαι καὶ καιρὸς τοῦ ἐκτῖλαι τὸ πεφυτευμένον, 3 καιρὸς τοῦ ἀποκτεῖναι καὶ καιρὸς τοῦ ἰάσασθαι, καιρὸς τοῦ καθελεῖν καὶ καιρὸς τοῦ οἰκοδομεῖν, 4 καιρὸς τοῦ κλαῦσαι καὶ καιρὸς τοῦ γελάσαι, καιρὸς τοῦ κόψασθαι καὶ καιρὸς τοῦ ὀρχήσασθαι, 5 καιρὸς τοῦ βαλεῖν λίθους καὶ καιρὸς τοῦ συναγαγεῖν λίθους, καιρὸς τοῦ περιλαβεῖν καὶ καιρὸς τοῦ μακρυνθῆναι ἀπὸ περιλήψεως, 6 καιρὸς τοῦ ζητῆσαι καὶ καιρὸς τοῦ ἀπολέσαι, καιρὸς τοῦ φυλάξαι καὶ καιρὸς τοῦ ἐκβαλεῖν, 7 καιρὸς τοῦ ρῆξαι καὶ καιρὸς τοῦ ράψαι, καιρὸς τοῦ σιγᾶν καὶ καιρὸς τοῦ λαλεῖν, 8 καιρὸς τοῦ φιλῆσαι καὶ καιρὸς τοῦ μισῆσαι, καιρὸς πολέμου καὶ καιρὸς εἰρήνης. 9 τίς περισσεία τοῦ ποιοῦντος ἐν οἷς αὐτὸς μοχθεῖ; 10 εἶδον σὺν πάντα τὸν περισπασμόν, ὃν ἔδωκεν ὁ Θεὸς τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων τοῦ περισπᾶσθαι ἐν αὐτῷ. 11 σύμπαντα, ἃ ἐποίησε, καλὰ ἐν καιρῷ αὐτοῦ, καί γε σὺν τὸν αἰῶνα ἔδωκεν ἐν καρδίᾳ αὐτῶν, ὅπως μὴ εὕρῃ ὁ ἄνθρωπος τὸ ποίημα, ὃ ἐποίησεν ὁ Θεὸς ἀπ᾿ ἀρχῆς καὶ μέχρι τέλους. 12 ἔγνων ὅτι οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν ἐν αὐτοῖς, εἰ μὴ τοῦ εὐφρανθῆναι καὶ τοῦ ποιεῖν ἀγαθὸν ἐν ζωῇ αὐτοῦ. 13 καί γε πᾶς ἄνθρωπος, ὃς φάγεται καὶ πίεται καὶ ἴδῃ ἀγαθὸν ἐν παντὶ μόχθῳ αὐτοῦ, δόμα Θεοῦ ἐστιν. 14 ἔγνων ὅτι πάντα, ὅσα ἐποίησεν ὁ Θεός, αὐτὰ ἔσται εἰς τὸν αἰῶνα· ἐπ᾿ αὐτῷ οὐκ ἔστι προσθεῖναι, καὶ ἀπ᾿ αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ἀφελεῖν, καὶ ὁ Θεὸς ἐποίησεν, ἵνα φοβηθῶσιν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ. 15 τὸ γενόμενον ἤδη ἐστί, καὶ ὅσα τοῦ γίνεσθαι, ἤδη γέγονε, καὶ ὁ Θεὸς ζητήσει τὸν διωκόμενον. 16 Καὶ ἔτι εἶδον ὑπὸ τὸν ἥλιον τόπον τῆς κρίσεως, ἐκεῖ ὁ ἀσεβής, καὶ τόπον τοῦ δικαίου, ἐκεῖ ὁ ἀσεβής. 17 καὶ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου· σὺν τὸν δίκαιον καὶ σὺν τὸν ἀσεβῆ κρινεῖ ὁ Θεός, ὅτι καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι καὶ ἐπὶ παντὶ τῷ ποιήματι ἐκεῖ. 18 εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου περὶ λαλιᾶς υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ Θεός, καὶ τοῦ δεῖξαι ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσί. 19 καί γε αὐτοῖς συνάντημα υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου καὶ συνάντημα τοῦ κτήνους, συνάντημα ἓν αὐτοῖς· ὡς ὁ θάνατος τούτου, οὕτως καὶ ὁ θάνατος τούτου, καὶ πνεῦμα ἓν τοῖς πᾶσι· καὶ τί ἐπερίσσευσεν ὁ ἄνθρωπος παρὰ τὸ κτῆνος; οὐδέν, ὅτι πάντα ματαιότης. 20 τὰ πάντα εἰς τόπον ἕνα· τὰ πάντα ἐγένετο ἀπὸ τοῦ χοός, καὶ τὰ πάντα ἐπιστρέψει εἰς τὸν χοῦν. 21 καὶ τίς οἶδε τὸ πνεῦμα υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου, εἰ ἀναβαίνει αὐτὸ ἄνω, καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ κτήνους, εἰ καταβαίνει αὐτὸ κάτω εἰς τὴν γῆν; 22 καὶ εἶδον ὅτι οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν εἰ μὴ ὃ εὐφρανθήσεται ὁ ἄνθρωπος ἐν ποιήμασιν αὐτοῦ, ὅτι αὐτὸ μερὶς αὐτοῦ· ὅτι τίς ἄξει αὐτὸν τοῦ ἰδεῖν ἐν ᾧ ἐὰν γένηται μετ᾿ αὐτόν;
      (Εκκλησιαστής 3: 1-22)
      Sol Gabetta- Bloch: Schelomo

      Τρίτη 3 Μαρτίου 2015

      Γιούλα Ανδρέου Ζωγράφου- Bahareh Komai έργα για δύο πιάνα






      Δύο πιανίστες προερχόμενες απο δύο διαφορετικούς πολιτισμούς, τον Δυτικό και της Ανατολής, προσπαθούν να γεφυρώσουν αυτές τις πολτισμικές διαφορές , παίζοντας έργα για δύο πιάνα  κυρίως των πατρίδων τους.
      Η Γιούλα Ανδρέου Ζωγράφου*, Ελληνίδα και η Bahareh Komai*, Ιρανή, από τις ελαχιστότατες που παίζουν κλασσική μουσική στην χώρα της και που για πρώτη φορά βγαίνει έξω απ αυτήν να δώσει ρεσιτάλ.


      *Γιούλα Ανδρέου Ζωγράφου

      Γεννήθηκε και μένει στον Πειραιά
      Σπούδασε πιάνο στην Ελλάδα  (Εθνικό Ωδείο Αθηνών) και στην Γερμανία (Staetisches Konservatorium Koln)
      Την δίδαξαν η Alena Ciancova και o H.Goldmund.
      Ελαβε ενεργό μέρος σε Meisterclass ερμηνειας και τεχνικής από τους D.Kraus, U.Junge, A.Solymon, A.Brendel, B.Skoda, Vl.Eskenanzy στις Μουσικές Ακαδημίες Stuttgard,Weimar , Koeln, Salzburg, Bruno.
      Ελαβε διάκριση για την ερμηνεία της στον Chopin.
      Εκτός της σόλο καριερας , συνεργάστηκε με τον Cηris Jarrett (Suite Greque) Reiner & Ludimilla Witzel(Orfeus Trio) Σπύρο Μουρικη, Νίνα Πατρικίδου κ.α
      Έδωσε συναυλίες στην Ελλάδα σε πολλές πόλεις της Ευρώπης , αλλά και στη Άιγυπτο, Ρωσία, Συρία, Τουρκία, Ιράν ...
      Με τα παραπάνω σχήματα (Τρίο & Κουαρτέτο) παίζουν αυτοσχεδιάζοντας  κυρίως πάνω σε ελληνική παραδοσιακή μουσική)
      Έπαιξε έργα Ελλήνων συνθετών σε επίσημη πρώτη του Ν.Νικολαίδη, Σ.Μπερδελή, Νικόλα Σωτήρη Κάσσου

      * Bahareh Komai
      Ιρανή πιανίστα από την Τεχεράνη. Διδάσκει στο Παν/μιο και ιδιωτικά.
      Απο 6 χρονών παίρνει μαθήματα πιάνου κοντά στον Δρ Ruhani και κατόπιν στη Βιέννη καντά στον Καθηγητή Geretschlaege, Konservatorium Wienn.
      Έχει δώσει ρεσιτάλ στη χώρα της σόλο και για 2 πιάνα με τον συνθέτη Safa K.Shahidi
      Έιναι από τις ελάχιστες γυναίκες πιανίστες στο Ιράν.
      Δίνει για πρώτη φορά ρεσιτάλ στο εξωτερικό και επιλέγει να παίξει στην Ελλάδα  έργα ελληνικής και πέρσικης μουσικής σόλο για δυο πιανα!
      Έχει δέ σπουδάσει ιατρική ( μικροβιολογος)

      Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

      Δήμος Μούτσης, Τετραλογία (1975)

      Κ. Καβάφης-Κ. Καρυωτάκης-Γ. Ρίτσος-Γ. Σεφέρης
      Τραγουδούν: Αλκ. Πρωτοψάλτη, Μ. Μητσιάς, Χρ. Λεττονός
      11048_1.jpg
      Περιεχόμενα
      01 Θέμα02 Η πόλις. (Κ. Καβάφης)
      03 Κι αν ο αγέρας φυσά. (Γ. Σεφέρης)
      04 Πρέβεζα. (Κ.Καρυωτάκης)
      05 Είναι παλιό το λιμάνι. (Γ. Σεφέρης)
      06 Ιδανικοί αυτόχειρες. (Κ. Καρυωτάκης)
      07 Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον. (Κ. Καβάφης)
      08 Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι. (Γ. Σεφέρης)
      09 Θάλασσα του πρωιου (Κ. Καβάφης)
      10 Μετά την ήττα. (Γ. Ρίτσος)
      11 Θρήνος για τον Άδωνι. (Sidney Keez, μτφ. Γ.Σεφέρης)

      Επιλογή
      Γιώργος Σεφέρης, Είναι παλιό το λιμάνι
      Είναι παλιό το λιμάνι, δεν μπορώ πια να περιμένω
      ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πεύκα,
      ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πλατάνια,
      ούτε το φίλο που έφυγε για τ’ ανοιχτά.
      Χαϊδεύω τα σκουριασμένα κανόνια, χαϊδεύω τα κουπιά
      να ζωντανέψει το κορμί μου και ν’ αποφασίσει.
      Τα καραβόπανα δίνουν μόνο τη μυρωδιά
      του αλατιού της άλλης τρικυμίας.
      Αν το θέλησα να μείνω μόνος, γύρεψα
      τη μοναξιά, δε γύρεψα μια τέτοια απαντοχή,
      το κομμάτιασμα της ψυχής μου στον ορίζοντα,
      αυτές τις γραμμές, αυτά τα χρώματα, αυτή τη σιγή.
      Τ’ άστρα της νύχτας με γυρίζουν στην προσδοκία
      του Οδυσσέα για τους νεκρούς μες στ’ ασφοδίλια.
      Μες στ’ ασφοδίλια σαν αράξαμε εδώ πέρα θέλαμε να βρούμε
      τη λαγκαδιά που είδε τον Άδωνι λαβωμένο.
      Γιώργος Σεφέρης, Κι αν ο αγέρας φυσάΚι αν ο αγέρας φυσά, δε μας δροσίζει
      κι ο ίσκιος μένει στενός κάτω απ’ τα κυπαρίσσια
      κι όλο τριγύρω ανηφόρι στα βουνά
      Μας βαραίνουν οι φίλοι
      που δεν ξέρουν πια πως να πεθάνουν
      Κι αν ο αγέρας φυσά, δε μας δροσίζει
      κι ο ίσκιος μένει στενός κάτω απ’ τα κυπαρίσσια
      κι όλο τριγύρω ανηφόρι στα βουνά

      Γιάννης Ρίτσος, Μετά την ήτταΎστερα από την πανωλεθρία των Αθηναίων στους Αιγός ποταμούς και λίγο αργότερα
      μετά την τελική μας ήττα, -πάνε πια οι ελεύθερες κουβέντες μας, πάει κι η Περίκλεια αίγλη,
      …Τώρα
      βαριά σιωπή στην Αγορά και κατήφεια κι η ασυδοσία των Τριάντα Τυράννων.
      Τα πάντα γίνονταν ερήμην μας
      -και τα πιο δικά μας- χωρίς καθόλου τη δυνατότητα μιας κάποιας προσφυγής, μιας υπεράσπισης ή απολογίας,
      μιας έστω τυπικής διαμαρτυρίας.Στη φωτιά τα χαρτιά και τα βιβλία μας
      Κι η τιμή της πατρίδας στα σκουπίδια. Κι αν γινόταν ποτέ να μας επέτρεπαν
      να φέρουμε για μάρτυρα κάποιον παλιό μας φίλο, αυτός δεν θα δεχότανε από φόβο
      μήπως και πάθει τα δικά μας- με το δίκιο του ο άνθρωπος
      Γι’αυτό
      καλά είναι εδώ,- μπορεί και να αποκτήσουμε μια νέα επαφή με τη φύση
      κοιτώντας πίσω από το σύρμα ένα κομμάτι θάλασσα, τις πέτρες τα χορτάρια
      ή κάποιο σύννεφο στο λιόγερμα, βαθύ,βιολετί, συγκινημένο.
      Κι ίσως
      μια μέρα βρεθεί ένας νέος Κίμωνας,μυστικά οδηγημένος απ’ τον ίδιο αητό,
      να σκάψει και να βρει την σιδερένια αιχμή απ’ το δόρυ μας
      σκουριασμένη, λιωμένη κι αυτή Και να την κουβαλήσει επίσημα
      σε πένθιμη δοξαστική πομπή, με μουσική και στεφάνια στην Αθήνα.

      Κώστας Καρυωτάκης, Η ΠρέβεζαΘάνατος ειναι οι κάργιες
      που χτυπιούνται στους μαύρους τοίχους και τα κεραμίδια,
      θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται
      καθώς να καθαρίζανε κρεμύδια.
      Θάνατος οι λεροί κι ασήμαντοι δρόμοι,
      με τα λαμπρά μεγάλα ονοματά τους,
      ο ελαιώνας πίσω η θάλασσα κι ακόμη
      ο ήλιος θάνατος μες στους θανάτους.
      Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει
      για να ζυγίσει μια ελλειπή μερίδα,
      θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι
      κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.
      Βάσις φρουρά εξηκονταρχία Πρεβέζης.
      Την Κυριακή θ’ακούσουμε την μπάντα.
      Επήρα ένα βιβλιάριο τραπέζης,
      πρώτη κατάθεσης δραχμαί τριάντα.
      Περπατώντας αργά στην προκυμαία
      “Υπάρχω' λες κι ύστερα “Δεν υπάρχεις'.
      Φτάνει το πλοίο υψωμένη σημαία.
      Ίσως έρχεται ο κύριος νομάρχης.
      [Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
      ένας πέθαινε απο αηδία...
      Σιωπηλοί, θλιμένοι, με σεμνούς τρόπους,
      θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία]
      Σημείωση 1: Ανάμεσα στους εκλεχτούς μουσικούς που πήραν μέρος ήταν και ο Γιάννης Ζουγανέλης, φυσικά στην τούμπα.
      Σημείωση 2: Ο δίσκος επανακυκλoφόρησε το 2005 από την MINOS-EMI.

      Περί  « ΤΕΤΡΑΛΟΓΙΑΣ »    2 / 2 / 07

      Κ. Καβάφης - Γ. Σεφέρης - Κ. Καρυωτάκης - Γ. Ρίτσος

      Τραγουδούν: Μ. Μητσιάς - Α. Πρωτοψάλτη - Χ. Λεττονός

      Σημείωση1: Ανάμεσα στους εκλεκτούς συζητητές, παραβρέθηκε κι ο διάσημος Τουμπίστας  Γιάννης  Ζουγανέλης!

      Σημείωση 2: Ο δίσκος επανακυκλοφόρησε το 2005 από την MINOS-EMI

      Δ. Κανελλόπουλος: Δήμος Μούτσης για πάντα. Ο μεγαλύτερος των μετά το Χατζιδάκη - Θεοδωράκη νεοελλήνων συνθετών. Το θρήνο για τον Άδωνη γιατί δεν τον ανεβάσατε. Κύριε Παστάκα ακουστικό υλικό δε θα μας βάλετε;

      Γιώργος Μίχος: «Αίμα σου φέρνω και τραγουδώ το αίμα σκορπισμένο» Θα συμφωνήσω με το Δ.Κ. Χρειάζεται ήχος σε μια αναφορά σε…. δίσκο.  “Say it with a ukulele

      Σπύρος Αραβανής: Η ΑΕΠΙ όμως, έχει τελείως άλλη γνώμη από σας  (…)

      Γιώργος Κεντρωτής: Η «Τετραλογία» είναι έργο πραγματικά (και όχι μαϊμουδίστικα) μελοποιημένης ποίησης. Και η μουσική επένδυση των στίχων και οι ερμηείες είναι συγκλονιστικες. Ό,τι κι αν «έγραψε» ο Μούτσης – Συνοικισμος Α΄- Αγ. Φεβρουάριος - Στροφές - Δρομολόγιο - Φράγμα κ.λπ.- είναι μεγαλειώδες. Μην κοιτάτε που δεν κορρυβαντιά περί το άτομό του. Ο άνθρωπος είναι καλλιτέχνης δεν είναι «καραγκιόζης». Μόνο την ποιότητα ζητάει, και δη μετά μανίας (ένθεης). Κι όταν έχει να πει «πράγματα», τα λέει και μας τα μαθαίνει. Πρόκειται για κορυφαία μορφή του νέου Ελληνισμού.

      Γιώργος Μίχος: Έχω ακούσει το Μούτση σε συνέντευξη να λέει, πως κακώς έβαλε τα ποιήματα στην «Τετραλογία». Έπρεπε, λέει, να είναι μόνο η μουσική…..
      Για άλλο θέλω να γράψω.
      Σ ένα υπόγειο στη Σόλωνος χαμηλά, στο βιβλιοπωλείο «Αντιπαράλληλα», θυμάμαι την Πρωτοψάλτη, την παρουσία του Μούτση και μικρής ορχήστρας να τραγουδάει αυτό το λησμονημένο πια δίσκο «Εργατική Συμφωνία». Ο Στεμνής αποχώρησε οικειοθελώς…..
      Το Μούτση τον βλέπω σε κάτι στενά γύρω στο σπίτι μου και στο πάρκιν του Σούπερ Μάρκετ κι επίτηδες του βάζω το «Δε λες κουβέντα» απ τ αυτοκίνητο να τον εξιτάρω. Γελάει συνέχεια και φεύγει…… Κεντρωτή, όλα αυτά για σένα……

      Δ. Κανελλόπουλος: Βλέπω ότι όλοι συμφωνούν ως προς την μεγαλοφυία του Δήμου του Μούτση. Είμαι πολύ ευτυχής γι αυτό. Γιώργο Κεντρωτή, αυτό το περί «Ελληνισμού», μην το πετάς έτσι ασχολίαστα, γιατί υπάρχει ένας κακώς εννοούμενος «Χριστοδουλισμός» στην ατμόσφαιρα και μπορεί να παρεξηγηθεί ο Μούτσης, ο οποίος είναι ο κατ εξοχήν ευρωπαίος – παγκόσμιος – Έλληνας μουσικός των τελευταίων 100 χρόνων.
      Παρεμπιπτόντως: τα ποιήματά σου είναι πολύ καλά και θα δημοσιευθούν. Πάρε τηλέφωνο τον «περιοδικατζή». Δεν μπορεί να τα κάνει όλα μόνος του(!)
      Και για όλους εσάς, ένα ποίημα αφιερωμένο στο Δήμο Μούτση: 

      Όλα είναι μια ευγενική συναυλία
      Τους παλιούς φίλους
      Μην τους ξεχνάς
      Δώσε τους μια μικρή χαρά
      Για τα χαμένα χρόνια
      Φέρε τους όλους εκεί
      Άναψε τις φωτιές σου
      Στο ιερό της Αθηνάς
      Στον Άγιο Φεβρουάριο κάνε σπονδή
      Άφησε τις μελωδίες σου να πλημμυρίσουν
      Την αττική νύχτα.
      Άνθη να φέρεις και λόγια τρυφερά
      Τώρα που οι ώρες μας θυμίζουν
      Τις αποδυναμωμένες αισθήσεις
      Τα πάθη, που βρίσκονται σε διαστολή
      Χωρίς το μέτρο των χρωμάτων
      Μ΄άδεια ψυχή το σούρουπο
      Χωρίς φωνούλα την αυγή

      Την τελευταία συναυλία την Ευγενική
      Του αιώνα που ψυχορραγεί
      Δώρο στους φίλους μιας άλλης εποχής,
      Που προχωρούν και πίσω δε γυρίζουν

      Δημήτρης Κανελλόπουλος, Σιγή Ασυρμάτου, Κολωνός, Αθήνα 2005, σελ.:23 

      Δημήτρης Κανελλόπουλος: Μίχο, ποιος είχε οργανώσει τη συναυλία του Μούτση στα Αντιπαράλληλα του Στεμνή;  Αν το βρείς κερδίζεις ένα βιβλίο δώρο, τις Σκυθικές Ερημίες.
      Κι ακόμη: Μην ξεχνάς το χρονικό πλαίσιο που γράφτηκε η «Εργατική Συμφωνία» και κάτι άλλο, ότι ήταν επένδυση σε θεατρικό έργο του Γιώργου του Σκούρτη «Απεργία».
      Πάντως εγώ στ Αντιπαράλληλα δε σε θυμάμαι. Στο Χνάρι σε θυμάμαι λίγο αργότερα.

      Γιώργος Κεντρωτής: Αγαπητέ Γιώργο Μίχο, με εξιτάρεις - δεν με εξιτάρεις (και εμένα, μαζί με το Δήμο Μούτση) εσύ, εγώ (μουλάρι όντας) επιμένω στις απόψεις μου. Και δεν είναι -να εξηγούμεθα- μόνο θέμα αισθητικής! Επιμένω επί  της ουσίας. Κι ας λέει (και) ο Μούτσης ότι θέλει!  Ο τύπος αυτός, αυτή η γκράν μούρη έγραψε θαύματα, και προσωπικώς του οφείλω δυσαρίθμητες χάριτες. Εσύ, πάντως, καλά κάνεις και κεντρίζεις τον Κεντρωτή! Γουστάρω και πολύ μάλιστα. Μη μας πιάσει, φίλε Γιώργο, ενώ είμαστε ακόμα (ευτυχώς) στον απάνω κόσμο, η ανία του τάφου, όπου δεν μπορούμε ούτε να χασμουρηθούμε (ούτε από ανία!...) Σε χαιρετώ από καρδιάς.


      Δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Ποιείν»