Ποιητής και διπλωμάτης, ο Γιώργος Χουλιάρας επανέρχεται αυτή τη φορά ως πεζογράφος με ένα ευφάνταστο λεξικό στις αποσκευές του. Τα λήμματά του δεν τα συναντούμε στα συνήθη λεξικά. Γιατί το "Λεξικό Αναμνήσεων" (εκδ. Μελάνι) παίρνει από λέξεις αφορμή για να αφηγηθεί μνήμες, μικρές ιστορίες, μια πλάκα, μια σκηνή από ταινία, στιγμές ωφέλιμων αναγνωσμάτων και αιχμηρές σελίδες ξεχασμένων βιβλίων, φράσεις ωραίων γυναικών, στιγμιότυπα μικρών γεγονότων. Όσα χωρούν σε μια ζωή, στη μνήμη ενός συγγραφέα, τα ωφέλιμα και τα ευχάριστα, καταθέτει στο λεξικό του ο Γιώργος Χουλιάρας. Με διαβολικό χιούμορ και πικρό σαρκασμό.
Συνέντευξη στην Πόλυ Κρημνιώτη
Φωτογραφίες: Μαρία Αλβανού
* Εκτός από τα προφανή, ποια είναι η χρησιμότητα ενός λεξικού στις μέρες μας;
Ένα λεξικό μπορεί να μας βοηθήσει να θυμηθούμε όσα έχουμε ξεχάσει, ενώ επιτρέπει επίσης να ξεχνάμε όσα δεν χρειάζεται να θυμόμαστε. Ο τρόπος που είναι οργανωμένη η ζωή μας σήμερα μας γεμίζει σκέψεις και απόψεις που - αν είχαμε έναν τρόπο να τις κρίνουμε- θα καταλαβαίναμε ότι δεν είναι δικές μας. Ένα λεξικό είναι ένα φίλτρο που αφαιρεί από το νερό της σκέψης στοιχεία άχρηστα και βλαβερά, ίσως, κι αυτό δημιουργεί χώρο να σκεφτούμε πιο αυτόνομα, πιο δημιουργικά.
* Ποια άχρηστα και βλαβερά άφησε έξω από το νερό της σκέψης το «Λεξικό αναμνήσεων»;
Ελπίζω τη σοβαροφάνεια, τη συμβατικότητα και την εντύπωση ότι όλα είναι προκαθορισμένα. Γιατί σε ένα λεξικό ισχύει αυτό που ονομάζω «δημοκρατία της αλφαβήτου». Ακόμη και η εισαγωγή ή ο πρόλογος εντάσσονται ως λήμματα στο αρμόδιο ψηφίο.
* Όταν υπάρχει η δικτατορία του συγγραφέα, πώς αναγνωρίζεται η δημοκρατία της αλφαβήτου;
Ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει το «Λεξικό αναμνήσεων» με τον τρόπο ή τη σειρά που εκείνος επιθυμεί. Μπορεί να διαμορφώσει ένα δικό του λεξικό. Υπάρχουν τόσα λεξικά όσοι είναι και οι αναγνώστες. Άλλωστε τα βιβλία ανήκουν πρωτίστως στους αναγνώστες και μετά στους συγγραφείς. Ο συγγραφέας όταν γράφει έχει έναν πραγματικό ή ιδανικό αναγνώστη στο μυαλό του. Αυτό που ζητώ από τον αναγνώστη είναι να φανταστεί εκείνος τον συγγραφέα, να δηλώσει δηλαδή τη δική του συμμετοχή στη διπλή αυτή διαδικασία της γραφής και της ανάγνωσης.
* Στο δικό σας λεξικό αυτό το παιχνίδι ανάμεσα στον συγγραφέα και τον αναγνώστη παίρνει διπλή υπόσταση, με την έννοια ότι ως συγγραφέας δεν καλείτε μόνο τους αναγνώστες σας σε ανάγνωση, αλλά διαβάζετε ο ίδιος κλασικά ή και άλλα αναγνώσματα που σας ευεργέτησαν, προτείνοντας έναν τρόπο ανάγνωσης.
Σημασία δεν έχει μόνο τι διαβάζουμε αλλά το πώς διαβάζουμε και πιο μεγάλη σημασία απ' όλα έχει να διαβάζουμε. Το "Λεξικό" άλλωστε προέκυψε όχι μόνο επειδή μου αρέσει να γράφω αλλά επειδή κυρίως μου αρέσει να διαβάζω. Αν και πάντοτε είχα ένα ή περισσότερα λεξικά στο κεφάλι μου, το συγκεκριμένο «Λεξικό αναμνήσεων» προέκυψε όταν βρέθηκα στο Δουβλίνο. Η Ιρλανδία είναι μια χώρα εξίσου μαγική με την Ελλάδα και οι Ιρλανδοί, τους οποίους αγαπώ, είναι όσο δύσκολοι είμαστε και οι Έλληνες. Αν μιλάμε πραγματολογικά, στο Δουβλίνο βρέθηκα μετά την Ουάσιγκτον και για πρώτη φορά έπειτα από πολύ καιρό μπόρεσα πάλι να αρχίσω να διαβάζω και εννοώ πολλά βιβλία ταυτόχρονα, σε ένα περιβάλλον όπου οι άνθρωποι αγαπούν τις λέξεις. Το Δουβλίνο μού θύμισε τη Θεσσαλονίκη. Κάποια κείμενα που έγιναν λήμματα του "Λεξικού" προέκυψαν ή τα ξανασυνάντησα στα τεφτέρια μου και σε χαμένους ηλεκτρονικούς φακέλους και όταν σήκωσα το κεφάλι μου είχε πλέον συγκροτηθεί το σώμα ενός λεξικού το οποίο δεν έχει αρχή ούτε τέλος. Υπάρχουν άλλωστε πάρα πολλά λήμματα που δεν περιλαμβάνονται στο συγκεκριμένο βιβλίο που δεν ήθελα να ξεπερνά τις 216 σελίδες.
* Γιατί;
Γιατί χωρά πιο εύκολα στην τσέπη και στο κεφάλι. Και διευκολύνει τον αναγνώστη να αρχίσει πραγματικά να διαμορφώνει το δικό του λεξικό.
* Το οποίο τι να περιέχει;
Νομίζω, μπορεί να περιέχει μια κριτική τόσο της δικής του ζωής όσο και της ζωής των άλλων, με τρόπο όμως τρυφερό και καυστικό.
* Γιατί "αναμνήσεων";
Γιατί έχει να κάνει με τη μνήμη. Είμαστε όσα θυμόμαστε όπως και όσα ξεχνάμε. Αν ξεχνούσαμε τα πάντα, δεν θα υπήρχαμε. Αν θυμόμασταν τα πάντα δεν θα μπορούσαμε να υπάρχουμε. Χωρίς μνήμη δεν υπάρχει ούτε ατομική ούτε συλλογική ζωή, δεν μπορούμε να σταθούμε ούτε να αντισταθούμε. Οι λέξεις είναι φορείς μνήμης και αν σιωπήσουμε για μια στιγμή, ίσως νιώσουμε κάποια άλλα χείλη τα οποία τις πρόφεραν πριν από εμάς και θα συνεχίσουν να τις λένε και μετά από εμάς. Έτσι μαθαίνουμε από πού ερχόμαστε και προς τα πού θέλουμε να πάμε.
* Και τη χειραγώγηση της μνήμης πώς την αντιπαρέρχεται ο συγγραφέας σε μια εποχή απώλειας μνήμης, αλλά και Μνημονίων, σε μια εποχή επανόδου του φασισμού και του νεοναζισμού στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη;
Δουλειά του συγγραφέα δεν είναι να παρέρχεται ούτε να αντιπαρέρχεται, αλλά να εμμένει και εξωθώντας στα άκρα τις εμμονές του να αναδεικνύει πολλά από εκείνα που χρειάζεται να αλλάξουν. Η επάνοδος των επώδυνων και των επονείδιστων προϋποθέτει την καταστροφή της μνήμης. Επίσης στηρίζεται όμως σε ψευδείς μνήμες και νοσταλγικούς εξωραϊσμούς. Δεν έχει σημασία μόνο να θυμάσαι, αλλά και τι θυμάσαι. Δεν έχει σημασία ότι ξεχνάς, αλλά τι ξεχνάς.
* Το γεγονός ότι είστε ένας ποιητής και συγγραφέας που έχει ζήσει πάρα πολλά χρόνια σε άλλες χώρες και έχει εργαστεί σε διπλωματικές αποστολές πώς αντικατοπτρίζεται στον τρόπο που βλέπετε την οικονομική, πολιτική και κοινωνική κατάσταση σήμερα;
Δεν ξεκινώ με το πώς εμείς βλέπουμε τον εαυτό μας. Εκεί καταλήγω. Ξεκινώ με το πώς μας βλέπουν οι άλλοι. Και αυτό, πιστεύω, επιτρέπει να δούμε πιο καθαρά τόσο εκείνους όσο και εμάς.
* Μπορεί ένας συγγραφέας να είναι έξω από την εποχή του;
Αλίμονο αν δεν είναι, αρκεί να μην το πιστεύει. Θέλω να πω ότι ένας συγγραφέας δεν πρέπει εύκολα να χωρά, γιατί κινδυνεύει να βολευτεί. Θέλω να πω ότι ένας συγγραφέας είναι ακριβώς όπως κάθε άλλος άνθρωπος τη στιγμή όμως που παρεκκλίνει από το βάρος που έχει ένα μολύβι όταν μαυρίζει το χαρτί ή το πλήκτρο καθώς βουλιάζει προκαλώντας στίγματα στην οθόνη του υπολογιστή. Αυτό το βάρος τον παρασύρει εκείνη τη στιγμή έξω από την εποχή του για να τη δει καλύτερα. Αν όμως κάνει το λάθος να νομίσει πως πράγματι είναι έξω από την εποχή του, τότε κινδυνεύει να γίνει χειρότερος, όχι μόνο άνθρωπος αλλά και συγγραφέας.
* Ξέρω ότι μια εποχή διδάσκατε Οικονομικά στη Νέα Υόρκη. Ως οικονομολόγος, βλέπετε φως στο βάθος του τούνελ σε σχέση με αυτό που βιώνουμε σήμερα στη χώρα μας;
Στην Ελλάδα, που είναι χώρα φωτεινή, είναι ευκολότερο να δει κανείς τα τούνελ στο βάθος του φωτός. Ξεκινώ με την αντιστροφή αυτή για να υπογραμμίσω ότι συχνά παλινδρομούμε και εκεί που άκουγες ότι είμαστε οι καλύτεροι ακούς ότι είμαστε οι χειρότεροι - μια μορφή «αντίστροφου εθνικισμού», αν θέλετε. Χρειάζεται, νομίζω, να ξεφύγουμε από πομφόλυγες και καταστροφολογία και να προχωρήσουμε. Βάζοντας σε αγκύλες στατιστικές και μαθηματικά, δηλαδή, τα οικονομικά ζητήματα είναι κατεξοχήν πολιτικά. Οι οικονομικές πολιτικές όμως είναι συνάρτηση της θέσης της χώρας σε έναν ευρωπαϊκό και παγκόσμιο καταμερισμό.
* Η λέξη "πολιτική" ως λήμμα είναι έξω από το "Λεξικό" σας όπως και η λέξη "αγάπη" επίσης. Μήπως αυτές οι δυο λέξεις δεν αρκεί μόνο να υπονοούνται αλλά και να επισημαίνονται πραγματολογικά, ιδίως στην εποχή μας;
Θα ήθελα να μην αγαπώ την πολιτική. Θα ήθελα να μην πολιτεύομαι στην αγάπη.
* Στο λήμμα "εξουσία" τι θα γράφατε;
Ασφαλώς δεν θα έγραφα αυτό που συνήθως γράφουν, ότι η εξουσία διαφθείρει και ότι η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα, όπως το διατύπωσε εκλεκτό τέκνο της βρετανικής αυτοκρατορίας. Θα θυμόμουν όμως μια φράση ενός απογόνου του Μακιαβέλι, τον οποίο υποδύεται στην ταινία του Σορεντίνο «Ιλ Ντίβο» ο Τόνι Σερβίλο. Πρόκειται βέβαια για τον Αντρεότι που έχει πει «Η εξουσία διαφθείρει». (Ακολουθεί παύση, έλεγα στους φοιτητές μου.) «Όσους δεν την έχουν».
* Πώς τελειώνει ένα "Λεξικό Αναμνήσεων";
Δεν θυμάμαι. Ούτε όμως ξεχνώ ότι η λογοτεχνία δεν είναι μόνο, όπως οφείλει να είναι, παρηγορία και ψυχαγωγία ή αγωγή ψυχής. Η λογοτεχνία ως ουτοπία συνιστά κριτική του τόπου.
Ο Γιώργος Χουλιάρας γεννήθηκε το 1951 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στο Όρεγκον (Reed College) και στη Νέα Υόρκη (Graduate Faculty, New School for Social Research). Έζησε περισσότερο από είκοσι χρόνια στο Όρεγκον και τη Νέα Υόρκη, δουλεύοντας ως πανεπιστημιακός, σύμβουλος πολιτιστικών φορέων (μεταξύ των οποίων το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης και η Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης), ανταποκριτής και ακόλουθος τύπου, πριν μετακινηθεί στην Οττάβα ως Σύμβουλος Τύπου της ελληνικής Πρεσβείας. Στον Καναδά ανακηρύχθηκε πρώτο Επίτιμο Μέλος του Συμβουλίου του Διεθνούς Φεστιβάλ Συγγραφέων στην Οττάβα. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 2003, εξελέγη στο διοικητικό συμβούλιο της Εταιρείας Συγγραφέων, όπου υπηρετεί ως Αντιπρόεδρος για διεθνείς σχέσεις. Υπήρξε συνιδρυτής των περιοδικών "Τραμ" και "Χάρτης", καθώς επίσης επιμελητής του "Journal of the Hellenic Diaspora" και άλλων λογοτεχνικών και επιστημονικών περιοδικών. Ήταν ο τρίτος συγγραφέας από την Ελλάδα, μετά τον Οδυσσέα Ελύτη και το Γιώργο Σαββίδη, που συμμετείχε στην Επιτροπή Απονομής του Διεθνούς Βραβείου για τη Λογοτεχνία Neustadt. Έχει εκδώσει έξι βιβλία ποίησης ("Εικονομαχικά", Τραμ, Θεσσαλονίκη, 1972, "Η άλλη γλώσσα", Ύψιλον, 1981, "Ο θησαυρός των Βαλκανίων", Ύψιλον, 1992, "Fast Food Classics", Ύψιλον, 1992, "Γράμμα", Ύψιλον, 1995, "Δρόμοι της Μελάνης", συγκεντρωτική έκδοση, Νεφέλη, 2005), ένα βιβλίο ποιητικής πρόζας, αναμνήσεων και στοχασμών ("Λεξικό αναμνήσεων", Μελάνι, 2013) και έχει δημοσιεύσει μεγάλο αριθμό δοκιμίων και άρθρων, στα ελληνικά και στα αγγλικά, για θέματα λογοτεχνίας, ιστορίας του πολιτισμού και διεθνών σχέσεων. Βιβλιοκρισίες και μεταφράσεις ποιημάτων του έχουν δημοσιευθεί σε κορυφαία αγγλόγλωσσα λογοτεχνικά περιοδικά ("Agenda", "Grand Street", "Poetry", "World Literature Today", κ.ά.). Το 2014 τιμήθηκε με το βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.
Ο Γιώργος Χουλιάρας γεννήθηκε το 1951 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στο Όρεγκον (Reed College) και στη Νέα Υόρκη (Graduate Faculty, New School for Social Research). Έζησε περισσότερο από είκοσι χρόνια στο Όρεγκον και τη Νέα Υόρκη, δουλεύοντας ως πανεπιστημιακός, σύμβουλος πολιτιστικών φορέων (μεταξύ των οποίων το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης και η Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης), ανταποκριτής και ακόλουθος τύπου, πριν μετακινηθεί στην Οττάβα ως Σύμβουλος Τύπου της ελληνικής Πρεσβείας. Στον Καναδά ανακηρύχθηκε πρώτο Επίτιμο Μέλος του Συμβουλίου του Διεθνούς Φεστιβάλ Συγγραφέων στην Οττάβα. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 2003, εξελέγη στο διοικητικό συμβούλιο της Εταιρείας Συγγραφέων, όπου υπηρετεί ως Αντιπρόεδρος για διεθνείς σχέσεις. Υπήρξε συνιδρυτής των περιοδικών "Τραμ" και "Χάρτης", καθώς επίσης επιμελητής του "Journal of the Hellenic Diaspora" και άλλων λογοτεχνικών και επιστημονικών περιοδικών. Ήταν ο τρίτος συγγραφέας από την Ελλάδα, μετά τον Οδυσσέα Ελύτη και το Γιώργο Σαββίδη, που συμμετείχε στην Επιτροπή Απονομής του Διεθνούς Βραβείου για τη Λογοτεχνία Neustadt. Έχει εκδώσει έξι βιβλία ποίησης ("Εικονομαχικά", Τραμ, Θεσσαλονίκη, 1972, "Η άλλη γλώσσα", Ύψιλον, 1981, "Ο θησαυρός των Βαλκανίων", Ύψιλον, 1992, "Fast Food Classics", Ύψιλον, 1992, "Γράμμα", Ύψιλον, 1995, "Δρόμοι της Μελάνης", συγκεντρωτική έκδοση, Νεφέλη, 2005), ένα βιβλίο ποιητικής πρόζας, αναμνήσεων και στοχασμών ("Λεξικό αναμνήσεων", Μελάνι, 2013) και έχει δημοσιεύσει μεγάλο αριθμό δοκιμίων και άρθρων, στα ελληνικά και στα αγγλικά, για θέματα λογοτεχνίας, ιστορίας του πολιτισμού και διεθνών σχέσεων. Βιβλιοκρισίες και μεταφράσεις ποιημάτων του έχουν δημοσιευθεί σε κορυφαία αγγλόγλωσσα λογοτεχνικά περιοδικά ("Agenda", "Grand Street", "Poetry", "World Literature Today", κ.ά.). Το 2014 τιμήθηκε με το βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου