Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

«Ο Καβάφης και τα Μάρμαρα του Παρθενώνα» - Κ.Π. Καβάφης Ο Καβάφης γράφει και σχολιάζει το ζήτημα της επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα, των λεγόμενων «Ελγινείων Μαρμάρων».



elginia



«ΤΑ ΕΛΓΙΝΕΙΑ ΜΑΡΜΑΡΑ»
«Σπουδαίον περιοδικόν της Αγγλίας , «Ο 19ος Αιών», δημοσίευσε την 1ην Μαρτίου άρθρον γραφόμενον «Ο Αστεϊσμός περί των Ελγινείων μαρμάρων».
Οι φιλόμουσοι και φιλάρχαιοι αναγνώσται θα ενθυμώνται το κίνημα όπερ εγένετο τελευταίως εν Αγγλία ίνα αποδοθώσιν εις την Ελλάδα αι αρχαιότητες ας προ 80 ετών ο λόρδος Έλγιν , πρέσβυς της Αγγλίας παρά την Υ.Πύλη , ήπαρσεν - ίνα τας προφυλάξη δήθεν - εκ της Ακροπόλεως.
Ο λόγιος κ. Φρειδερίκος Χάρισσον θερμώς υποστήριξε το κίνημα , έγραψε δε εν τω «19ω Αιώνι» το περίφημόν του άρθρον «Απόδοτε τα Ελγίνεια Μάρμαρα».
Την απάντησιν εις το άρθρον αυτό γράφει ο Διευθυντής του περιοδικού , ισχυριζόμενος ότι ο κ. Χάρισσον πραγματευθείς περί της επιστροφής των Ελγινείων μαρμάρων ηστεϊζετο απλώς , και κατέγινε περί το δοκιμάσαι την διορατικότητα του πνεύματος των συμπολιτών του - εάν τάχα θα ήναι αρκετά έξυπνοι να εννοήσουν την ειρωνείαν του. Άλλως ηθέλησεν επίσης να περιπαίξη την συνήθειαν διαφόρων συγχρόνων ρητόρων οίτινες επινοούσι θέματα της ευφράδειας των , ζητούσι να αποδείξωσι παραδοξολογίας και χιμαίρας.
Ούτω κρίνει ο κ. Τζαίμης Νώουλς , διευθυντής του περιοδικού «Ο 19ος Αιών». Μοι φαίνεται όμως ότι ο παραδοξολογών είναι μάλλον αυτός ή ο κ. Χάρισσον.
Το άρθρον του ουδέ λογικόν είναι, ουδέ γενναίον. Είναι τόσον ξηρόν κατά το ύφος, έχει τοιαύτην πληθώραν πτωχής ή μάλλον, ανόστου ειρωνείας ,ώστε πιστεύω ότι μόνον οι Έλληνες, τους οποίους αφορά αμέσως το ζήτημα, θα έχωσι την υπομονήν να το αναγνώσωσιν ίνα σωθώσιν αι αμαρτίαι των.
Εν τη εξάψει του ο κ. Νώουλς τι δεν λέγει!
Εκθειάζει του Έλγιν την αρπαγήν. Μυκτηρίζει τον Βύρωνα. Σχετίζει την ευτελή υπεξαίρεσιν των μαρμάρων, προς τα ένδοξα τρόπαια του Νέλσωνος. Φρονεί ότι εάν επιστραφώσιν αι αρχαιότητες αύται, πρέπει ν'αποδοθώσιν επίσης η Γιβραλτάρη, η Μελίτη, η Κύπρος, η Ινδική - λησμονών ότι η κατοχή των χωρών εκείνων λογίζεται αναγκαία εις το Αγγλικόν κράτους, ενώ τα Ελγίνεια μάρμαρα εις ουδέν χρησιμεύουσιν άλλο ή εις τον ωραϊσμόν και πλουτισμόν του και άνευ αυτών ωραιοτάτου και πλουσιωτάτου Βρεττανικού Μουσείου. Ψέγει του κ. Χάρισσον την ορθοτάτην παρατήρησιν, ότι το κλίμα του Λονδίνου φθείρει τας γλυφάς των μαρμάρων και εκφράζει τον φόβον μη εάν μετακομισθώσιν εις Αθήνας καταστραφώσιν εν ενδεχόμενη αναφλέξει του Ανατολικού ζητήματος - λησμονών ότι ο φρόνιμος άνθρωπος οφείλει να διορθώνη το ενέστος κακόν πριν φροντίσει περί του μέλλοντος.
Δεν φαίνεται να δίδη πολλήν σπουδαιότητα εις τα δικαιώματα άτινα έχει των μαρμάρων «ο αναμεμιγμένος μικρός πληθυσμός όστις σήμερον κατοικεί επί των ερειπίων της Αρχαίας Ελλάδος» και υποθέτω ευρίσκει τα δικαιώματα του λόρδου Έλγιν και εαυτού μεγαλείτερα. Παρατηρεί ότι, αν ηκολουθείτο η συμβουλή του κ. Χάρισσον και απεδίδοντο αι περί ου ο λόγος αρχαιότητες εις την Ελλάδα, τις οίδεν εάν καμμία εκ των ολιγοβιών κυβερνήσεών της δεν θα τας επώλει αντί εκατομμυρίου λ.στ. εις την Γερμανίαν, ή αντί δύο εις την Αμερικήν ή χειρότερα, εάν δεν θα τας επώλει λιανικώς, εις ένα έκαστον ολίγας.
Ταύτα είναι ύβρις αδικαιολόγητος και εμφαίνουσα πολλήν ελαφρότητα εις την οποίαν η αρμόζουσα απάντησις θα ήτο - Είμεθα Κύριοι να διαθέσωμεν ως θέλομεν τα ημέτερα.
Αλλ' ας διαφωτισθή η άγνοια του ανδρός και ας μάθη ότι μέχρι τούδε αι ελληνικαί κυβερνήσεις, ολιγόβιοι ή μακρόβιοι, επεδείξαντο πολλήν ευλάβειαν και φροντίδα προς τα αρχαία μνημεία, ότι διάφορα μουσεία συνεστάθηκαν εν Ελλάδι, ων η διοίκησις είναι αξιόλογος και ότι εν Αθήναις τα Ελγίνεια μάρμαρα θα τυχώσει της αυτής πίστης διαφυλάξεως και περιποιήσεως οίας και εν Αγγλία. Είναι δε νόστιμος ο κ. Νώουλς όταν μας αφίνει να ίδωμεν και την χρημαιτικήν άποψιν της υποθέσεως. Εις εν μέρος του άρθρου του λέγει, ότι η σημερινή αξία των μαρμάρων υπολογίζεται εις εκατομμύρια, και εις άλλο πάλιν μέρος ομολογεί, ότι δια να τα αποκτήση ο λόρδος Έλγιν εξώδευσε 14.000 λ. Τι καλή δουλειά!
Δεν αναγράφω περισσότερας εκ των παρατηρήσεως του κ. Νώουλς. Είναι της αυτής ποιότητος και αι επίλοποι. Εξ άλλου δεν νομίζω πρέπον να τον θεωρήση τις υπεύθυνον δι' όλα όσα γράφει. Ο ανήρ εις άλλας περιστάσεις απέδεξεν ότι δεν αμοιρεί παιδείας, ορθής κρίσεως, και άλλων φιλολογικών προσόντων. Όθεν τείνω να πιστεύσω ότι πρέπει να αποδοθή το άτακτον της συνθέσεως και των κρίσεών του περί των Ελγινειών μαρμάρων εις την πνευματικήν σύγχυσιν ην τω επήνεγκεν η σκέψις ότι αι πολύτιμοι αύται αρχαιότητες - οι περικαλλείς αδάμαντες της Αττικής - ηδύναντο να ξεφύγουν από το Βλούμσβουρύ του. Το' μισολέγει ο ίδιος μετά βουκολικής απλότητος εν μια περίοδω του άρθρου του - Τι ιδέα (δεν ενθυμούμαι αν ήναι ακριβώς αυταί αι λέξεις του) ενώ έχωμεν τας ωραίας αυτάς αρχαιότητας εδώ και ειμπορεί ο λαός μας να πηγαίνη να τας θαυμάζη όποτε θέλει, τι ιδέα να τας στείλωμεν εις την άλλην άκρην της Ευρώπης!
Εν Αλεξανδρεία της Αιγύπτου, τη 27 Μαρτίου 1891
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΚΑΒΑΦΗΣ


«Νεώτερα περί των Ελγινείων μαρμάρων»
Ο θάνατος των πολιτικών ή διεθνών ζητημάτων είναι η λήθη. Ευτυχώς το ζήτημα περί αποδόσεως των Ελγινείων μαρμάρων εις την Ελλάδα δεν πέπρωται ακόμη να λησμονηθή. Πολύ δε συντείνει εις την αναζωπύρωσιν του ζητήματος η διάστασις εις την οποίαν ήλθαν επ' αυτού δύο διακεκριμένοι λόγιοι Αγγλοι ο κ. Φρειδερίκος Χάρισον και ο Τζαίημς Νώουλς διευθυντής του περιοδικού ο «19ος αιών».
Εν τω Λονδινείω περιοδικώ «η Δεκαπενθήμερος Επιθεώρησιν» ο Χάρισον απήντησεν εις τας κατακρίσεις τας εκτοξευθείσας κατ' αυτού υπό του «19ου αιώνος».
Δεν θα αναγράψω όλα τα επιχειρήματα δι' ων ο κ. Χάρισον υποστηρίζει την θεωρίαν του περί αποδόσεως των μαρμάρων. Εν άρθρω καταχωρησθέντι εν τη «Εθνική» της 30ης Μαρτίου κατέδειξα ήδη την ελαφρότητα των ισχυρισμών του κ. Νώουλς. Θέλω μόνον μεταφράση επεξηγήσεις τινάς ας δίδει ο κ. Χάρισον εν τω νέω του άρθρω.
Λέγει ρητώς ότι δεν καταδικάζει απολύτως τον λόρδον Ελγιν τον υπεξαιρέσαντα τας περί ου ο λόγος αρχαιότητας, εκθέτει όμως 4 λόγους δι ων αποδεικνύεται ότι η κατοχή των μαρμάρων υπό τε του λόρδου Έλγιν πρώτον, και του αγγλικού έθνους δεύτερον, αντίκειται εις τας αρχάς του δικαίου.
«α' Ο λόρδος Έλγιν απέκτησε τα μάρμαρα του Παρθενώνος ουχί από τους Έλληνας, αλλά από τους δυνάστας αυτών Τούρκους.
β' οι Έλληνες εναντιώθησαν καθ' όσον τοις ήτο δυνατόν εις την μετακόμισιν αυτών, και ουδέποτε έπραξάν τι προς βλάβην των.
γ' Οι άνθρωποι του λόρδου Έλγιν αφήρεσαν ό,τι ήθελαν άνευ της ελαχίστης μερίμνης δια το μνημείον όπερ απεγύμνωσαν.

δ' Το βρεταννικόν έθνος απέκτησε τα Ελληνικά μάρμαρα αντί ποσού μηδαμινού». Αλλως παραδέχεται ότι ο λόρδος Έλγιν «πιθανόν εντίμως να εθεώρη ότι έσωζε δια την ανθρωπότητα τα πολύτιμα ταύτα κειμήλια». 
Εις εκ των κυρίων ισχυρισμών των εναντιουμένων εις την απόδοσιν των Ελγινείων μαρμάρων είναι ότι δι’ αυτής η Αγγλία θα αναγνωρίση την αρχήν της αποδόσεως των κατά το μάλλον ή ήττον άνευ οριστικής ή ακριβούς νομιμότητος αποκτηθέντων και τότε πρέπει να γυμνωθώσιν αι αρχαιολογικοί συλλογαί της. Αλλά αυτή είναι η συνήθης υπεκφυγή εκείνων οίτινες θέλουσιν ευσχήμως να αποφύγωσιν την εκτέλεσιν γενναίας πράξεως. Φοβούνται τας συνεπείας. Αλλά τέλος πάντων ποίαι είναι αι συνέπειαι αύται; μη είναι υποχρεωμένος τις να φέρη όλα μέχρι υπερβολής; Είναι υποχρεωμένος τις να εξακολουθή εφαρμόζων μιαν αγαθήν αρχήν μέχρις ότου δια της καταχρήσεως καταστή μωρά; Κατά την λογική ταύτην λοιπόν δεν πρέπει ποτέ να ελεή τις πτωχόν διότι αν ήτο να ελεήση όλους τους πτωχούς του κόσμου ήθελε καταντήση χιλιάκις πτωχότερος του πτωχοτέρου; Εξ άλλου η συνέπεια αυτή της γενικής αποδόσεως δεν απορρέει εκ της αποδόσεως των Ελγινείων μαρμάρων. Ο κ. Χάρισον, προς απόδειξην τούτου, επαναλαμβάνει όσα έγραψε πέρυσι επί του αντικειμένου.

Ο κ. Νώουλς, λέγει, δαπανά πολλήν εύκολον ρητορικήν αριθμών διάφορα έργα ελληνικής τέχνης κατεχόμενα υπό της Αγγλίας, και ερωτά εάν πρέπει και αυτά να επιστραφούν. «Βεβαίως όχι! Εποίησα διάκρισιν φανερωτάτην. Έγραψα τα Ελγίνεια μάρμαρα διαφέρουσιν ολοτελώς από όλα τα άλλα αγάλματα. Δεν είναι αγάλματα. Είναι τεμάχια μοναδικού μνημείου, του περιφημοτάτου εν τω κόσμω μνημείου, όπερ είναι το εθνικόν σύμβολον και το παλλάδιον γενναίου λαού και χώρος προσκυνήσεως δια την πολιτισμένην ανθρωπότητα... Εις το ελληνικόν έθνος την σήμερον τα ερείπια της Ακροπόλεως είναι πολύ σπουδαιότερα και ιερώτερα αφ' ό,τι είναι οιονδήποτε άλλο εθνικόν μνημείον εις οιονδήποτε άλλον ναόν. Είναι το εξωτερικόν και ορατόν μνημείον της εθνικής υπάρξεως και αναγεννήσεως... Δεν υπάρχει παράδειγμα εν τω κόσμ όλω ενός έθνους διατηρούντος, ουχί δια κατακτήσεως αλλά δια προσφάτου αγοράς από δυνάστην, τα εθνικά σύμβολα άλλου έθνους. Εάν ο πρέσβυς μας είχεν αγοράση από τον Βίσμαρκ, ότε οι Γερμανοί ήσαν εν Παρισίοις, τους εν Αγίω Διονυσίω τάφους των βασιλέων, τον τάφον του Ναπολέοντος... Πιστεύω ότι κάπως θα ωμιλείτο παραπάνω το πράγμα και ίσως ο κ. Νώουλς δεν θα είχεν όρεξιν να τραγουδή το «Βασίλευε Βρεττανία» επί τόνου τόσον προκλητικού.
Ιδού τι φρονεί περί της ασφαλείας ης απολαύσουσι τα Ελγίνεια μάρμαρα εν Αθήναις:
Η Ακρόπολις είναι άριστα προφυλαγμένη. Δεν είναι ολιγώτερον ασφαλής του Βρετανικού Μουσείου. «Αι Αθήναι την σήμερον είναι καλλιτεχνική σχολή όλων των εθνών, και αφ' ότου ηνεώχθη ο σιδηροδρομος Θεσσαλονίκης - Κωνσταντινουπόλεως έχουσιν όσους επισκέπτας και η Βενετία ή η Φλωρεντία. Είναι επίσης πλησίον της Ευρώπης της κειμένης προς νότον ή προς ανατολάς του Μονάχου όσον και το Λονδίνον. Η ιδέα την οποίαν φαίνεται ότι έχη ο κ. Νώουλς περί των Αθηνών ως μέρος τι απώτατον και άγριον, ομοιάζον το Βαγδάτιον όπου Αλβανοί και μεθυσμένοι ναύται κτυπώνται, όπου οι δρόμοι είναι είδος Πέττικοτ Λαίων και Ουαϊτσάπελ, και όπου κάποτε φθάνει εις μιλόρδος μετά του δραγομάνου του και των σκηνών του, πηγάζει από τα ταξείδια της ενότητός του. Ας ερωτήση κανένα όστις ήτο εκεί τελευταίως και θα απορήση να μάθη ότι αι Αθήναι είναι τώρα μια πόλις επίσης πολιτισμένη, τακτική, ανεπτυγμένη και πλήρης ευφυών επισκεπτών, όσον οιαδήποτε πόλις της Γερμανίας, Ιταλίας ή Γαλλίας. Ως κέντρον αρχαιολογικών σπουδών... αι Αθήναι είναι σχολή πολύ σπουδαιότερα του Λονδίνου».
Εις τας αυθαδείας του κ. Νώουλς περί του Ελληνικού έθνους απαντά ο κ. Χάρισον δια των εξής:
«Αναμφιβόλως οι φανατικοί φιλέλληνες εξέφρασαν ποτέ πολλάς ανοησίας, αλλ' η Ελλάς είναι τώρα ανεγνωρισμένον και ανεξάρτητον έθνος της Ευρώπης. Εάν δε την συγκρίνωμεν προς την Πορτογαλίαν, την Βραζιλίαν, ακόμη και την Τουρκίαν και την Ρωσσίαν, η ευφυία, το βάσιμον και η πρόοδός της ουδόλως είναι άξια περιφρονήσεως... Το Ελληνικό έθνος είναι νέον. Αι δυσκολίαι του είναι μεγάλαι, και η πολιτική του είναι άστατος, ως είναι η πολιτική μεγαλυτέρων εθνών άτινα έτυχον μικροτέρας πείρας. Με όλα ταύτα όμως το να προσφερθώμεθα προς το ελληνικόν έθνος ως προς άτακτα παιδιά τα οποία πρέπει να προσέχωμεν να μην κάμουν ανοησίας ή να μη χαλνούν τα πράγματα, να λέγωμεν ότι δεν δυνάμεθα να τους εμπιστευθώμεν τα ίδια των εθνικά μνημεία, να λέγωμεν ότι ήθελαν τα πωλήση εις την Αμερικήν είναι παράδειγμα βλακώδες και πρόστυχον της αυθαδείας των Τζων Μπουλ».

Εν άλλω μέρει του άρθρου του ο κ. Χάρισσον παρατηρεί μετ' ευχαριστήσεως ότι πολλοί σπουδαίοι άνδρες και σπουδαία φύλλα ενέκριναν την πρότασίν του.
«Η Σημαία» ήτο η πρώτη σπεύσασα εν κυρίω άρθρω να εγκρίνη την πρότασιν και τον άρθρον έκαμεν εντύπωσιν εν Ελλάδι... Υπήρξαν... οι υποστηρίξαντες εκάστην λέξιν μου. Αριστον άρθρον εμφορούμενον υπό του αυτού πνεύματος εφάνη εν τω Daily Graphic, και διάφορα άλλα φύλλα, εν τε Αγγλία και εν τη αλλοδαπή, ενέκριναν την έκκλησίν μου. κ. Ξάου - Λεφέβρ, εν πολυτιμω άρθρω επί της σημερινής Ελλάδος, προσετέθη εις την αυτήν πολιτικήν, και πιστεύω ότι υποστηρίζεται εν αυτή και υπό άλλων μελών της Βουλής... Δύο εντιμότατοι και σπουδαίοι πολιτικοί σύλλογοι, άνευ κομματικής αποχρώσεως απευθύνθησαν προς εμέ με τον σκοπόν να ενεργήσωμεν διάβημα τι εν τη Βουλή ή αλλαχού. 
Παρά τας διαβεβαιώσεις ταύτας, δεν πιστεύω η Ελλάς να έχη πολλήν τύχην να επανίδη τας ωραίας γλυφάς του Παρθενώνος. Το κόμμα το οποίον εναντιούται εις την απόδοσιν των Ελγινείων μαρμάρων είναι πολυάριθμον. Οσοι θέτουσι τον εγωισμόν υπεράνω της γενναιότητος ανήκουσι εις το κόμμα εκείνο - οι δε τοιούτοι άνθρωποι είναι πολλοί και εν Αγγλία, ως δυστυχώς είναι πολλοί πανταχού».

Οπως και αν έχη - είτε επιτύχη ο αγών περί αποδόσεως των Ελγινείων μαρμάρων είτε αποτύχη - εις τον Φρειδερίκον Χάρισσον οφείλεται ευγνωμοσύνη και τιμή, ου μόνον εκ μέρους των Ελλήνων, αλλά και εκ μέρους πάντων των ανεπτυγμένων ανθρώπων ως ο προσήκων μισθός των θαρραλέως τα ορθά λεγόντων.

Εφ. «Εθνική»
έτος Β' αριθμ. 117
Εν Αθήναις Δευτέρα 
29 Απριλίου 1891
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης







Αναδημοσιεύονται από την ιστοσελίδα του οργανισμού Παρθενώνας 2004

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2014

"Το Σύνταγμα της Hδονής" Κωνσταντίνος Καβάφης



Πεζά ποιήματα
Εκτύπωση
Mη ομιλείτε περί ενοχής, μη ομιλείτε περί ευθύνης. Όταν περνά το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας· όταν ριγούν και τρέμουν αι αισθήσεις, άφρων και ασεβής είναι όστις μένει μακράν, όστις δεν ορμά εις την καλήν εκστρατείαν, την βαίνουσαν επί την κατάκτησιν των απολαύσεων και των παθών.
      Όλοι οι νόμοι της ηθικής - κακώς νοημένοι, κακώς εφαρμοζόμενοι - είναι μηδέν και δεν ημπορούν να σταθούν ουδέ στιγμήν, όταν περνά το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας.
      Mη αφήσης καμίαν σκιεράν αρετήν να σε βαστάξη. Mη πιστεύης ότι καμία υποχρέωσις σε δένει. Tο χρέος σου είναι να ενδίδης, να ενδίδης πάντοτε εις τας Eπιθυμίας, που είναι τα τελειότατα πλάσματα των τελείων θεών. Tο χρέος σου είναι να καταταχθής πιστός στρατιώτης, με απλότητα καρδίας, όταν περνά το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας.
      Mη κλείεσαι εν τω οίκω σου και πλανάσαι με θεωρίας δικαιοσύνης, με τας περί αμοιβής προλήψεις της κακώς καμωμένης κοινωνίας. Mη λέγης, Tόσον αξίζει ο κόπος μου και τόσον οφείλω να απολαύσω. Όπως η ζωή είναι κληρονομία και δεν έκαμες τίποτε δια να την κερδίσης ως αμοιβήν, ούτω κληρονομία πρέπει να είναι και η Hδονή. Mη κλείεσαι εν τω οίκω σου· αλλά κράτει τα παράθυρα ανοικτά, ολοάνοικτα, δια να ακούσης τους πρώτους ήχους της διαβάσεως των στρατιωτών, όταν φθάνη το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας.
      Mη απατηθής από τους βλασφήμους όσοι σε λέγουν ότι η υπηρεσία είναι επικίνδυνος και επίπονος. H υπηρεσία της ηδονής είναι χαρά διαρκής. Σε εξαντλεί, αλλά σε εξαντλεί με θεσπεσίας μέθας. Kαι επί τέλους όταν πέσης εις τον δρόμον, και τότε είναι η τύχη σου ζηλευτή. Όταν περάση η κηδεία σου, αι Mορφαί τας οποίας έπλασαν αι επιθυμίαι σου θα ρίψουν λείρια και ρόδα λευκά επί του φερέτρου σου, θα σε σηκώσουν εις τους ώμους των έφηβοι Θεοί του Oλύμπου, και θα σε θάψουν εις το Kοιμητήριον του Iδεώδους όπου ασπρίζουν τα μαυσωλεία της ποιήσεως.


(από τα Kρυμμένα Ποιήματα 1877; - 1923, Ίκαρος 1993) 

Το Σύνταγμα της Ηδονής

Η συζήτηση για τον ερωτικό Καβάφη στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών

n

[Αποσπάσματα από τις παρεμβάσεις δύο λογοτεχνών, του Θεόδωρου Γρηγοριάδη και του Θανάση Τριαρίδη κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον ερωτικό Καβάφη, την περασμένη Τρίτη στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Ολόκληρη τη συζήτηση και τις παρεμβάσεις του υπόλοιπου πάνελ, μπορείτε να παρακολουθήσετε στο site της Στέγης εδώ]
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ
«Ένας άνδρας ταξιδεμένος και διανοούμενος στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου παλεύει να κατανοήσει τον ερωτισμό του. Ο όρος ομοφυλοφιλία μόλις που αρχίζει να ακούγεται. Οι θεωρίες του γένους και τους φύλου, οι σπουδές gay and gender studies θα αργήσουν δεκαετίες. Ο ανήσυχος ποιητής ως εφόδια έχει το Συμπόσιο, την Παλατινή Ανθολογία, την ελληνιστική εποχή, μια ανήσυχη μεταβατική περίοδο όπου έθνη, σύνορα, ήθη και νοοτροπίες μετακυλίουν, και ακριβώς αυτή η μεταβατικότητα σε σχέση με το γεγονός ότι ζει κυριολεκτικά στο κέντρο του χάρτη τον επαναπαναπροσδιορίζει ώστε να χαράξει μια προσωπική ανθρωπογεωγραφία.
...Ανάλογα με τις εποχές που γράφει, αλλά και ανάλογα με την ενδιάμεση ποιητική περσόνα, υποδύεται άλλοτε τον γέρο που αναπολεί και άλλοτε έναν ενεργό ερωτικά με τον οποίο προσομοιώνεται για τις σκηνικές του ανάγκες. Ως γέρος αντιλαμβάνεται τη ματαιότητα, τη χαμένη σωματική ορμή, την αναβλητικότητα, το λίγο του χρόνου. Το γέρασμα, το παρελθόν μια διαρκής θλίψη, οι ψυχές των γερόντων μέσα στα "παλιά των πετσιά". Η απώλεια, η ανάκληση σωμάτων και τυχαίων συναντήσεων ανακουφίζουν, αλλά βυθίζουν τον ποιητή στη θλίψη. Γιατί όλα αυτά που χάθηκαν ή που ζει στο παρόν, έρχονται συνεχώς σε σύγκρουση με την κοινωνία και την ηθική στην οποία είναι εν μέρει ενταγμένος. Από τη μια οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες, από την άλλη η διαπόμπευση και ο φόβος που φρόντιζε η μεγάλη ευνοημένη πλειονότητα να αποδίδει στους λιγοστούς παραβάτες , τους "Ιουλιανούς του Έρωτα".
...Αλλά γιατί αλλού την αποκαλεί "άνομη ηδονή"; Γιατί τόση μεταμέλεια σε ορισμένες ποιητικές αποστροφές; Μήπως, όπως στην περίπτωση των χριστιανών και ειδωλολατρών, δημιουργεί αυτό που η λογοτεχνική θεωρία αργότερα αποκαλεί "false narrator" προσδίδοντας στον πρωτοπρόσωπο αφηγητή τη δυνατότητα να υποκριθεί για να καθησυχάσει χαμαιλεοντικά την αντίπαλη κοινωνική όχθη λέγοντας αλλά και κρίνοντας με τη δική τους φωνή; Συμβαίνει αυτό σε αρκετά ποιήματα με εκείνο το ενοχοποιητικό ύφος ειδικά για "όσους αγαπούνε κάπως υγιεινά μες στο οπωσδήποτε επιτετραμμένον μένοντες" και "που αναίσχυντα τα αποκαλεί η τρεχάμενη ηθική". Μάλιστα πολλές φορές η καταγγελτική αυτή του στάση για –δικές του φράσεις– "αίμα, ηδονή, μέθη", "αίμα καινούριο και ζεστό", όργιο", "κραιπάλη", "λαγνεία", "ύποπτη απόλαυση" αντί τάχατες να "αποτρέψουν" από τον σκοτεινό έρωτα, μετακυλίουν σε έναν ερωτισμό πιο φετιχιστικό, πιο οργασμικό.
...Αυτοί είναι οι αγαπώμενοι. Εργάτες, υπάλληλοι, ειδικά σε καταστήματα με ανδρικά είδη, σιδεράδες, νέοι χωρίς μόρφωση, εραστές περαστικοί. Μένουν σε συνοικίες απόκεντρες, γρήγορο της σάρκας γύμνωμα, φευγαλέα αγγίγματα, κρεβάτια ύποπτα, αρπαχτές του έρωτα. Άραγε τα φαντασιώνεται ή τα ζει; Καμία διαφορά, γιατί η επιθυμία βρίσκεται πάντα εκεί, στη μετουσιωμένη πραγματικότητα και γιατί στο όνειρο πραγματώνεται η ονείρωξη αντί στον ευνουχισμένο ξύπνιο.
Και ποιοι είναι οι εραστές του ποιητικού σύμπαντος του Καβάφη; Ηλικιακά βρίσκονται ανάμεσα στα 20 με 25. Ελάχιστοι οι έφηβοι – αυτοί αναφέρονται περισσότερο στις απεικονίσεις. Προφυλάσσει τον εαυτό του από τον τίτλο του "παιδεραστή" ξεπερνώντας σε αυτό την ελληνιστική και αρχαιοελληνική παράδοση που, εγκαταλείποντας την εφηβική αγάπη, ο καθείς από αγαπών και αγαπώμενος επιστρέφει σε μια εκλογικευμένη κοινωνία. Ωστόσο ο Καβάφης δεν θεσμοθετεί το πάθος των αγοριών. Αυτό είναι το μοντέρνο. Χτίζει σχέσεις μεταξύ των νέων εκτός οριοθετημένων πλαισίων, με αντιζηλίες, με αναχωρήσεις, με χωρισμούς, χτίζει τις πρώτες συνειδητές ομόφυλες σχέσεις του 20ού αιώνα εντάσσοντας τον έρωτα σε μια πολυμορφική και πολιτισμική διάσταση.
Και γιατί ωστόσο πεθαίνουν τόσο πολύ οι νέοι στα ιστορικά κυρίως ποιήματα; Η φθορά του πάθους, η μελοδραματική κατάληξη μιας ενοχικής στάσης ή ένας προάγγελος της ερωτικής επιθυμίας ως θανατερής μεταφοράς που στις μέρες μας κορυφώνεται με το Aids; Ένα είδος καταδίκης, μια gothic μετα-βυρωνική μεταστροφή παγώνει αυτή την εικόνα. Αυτή η στρατιά των νεκρών νέων του Καβάφη είναι οι απολογητές και οι ιερομάρτυρες της ομοφυλόφιλης αγάπης. Τα πρώτα θύματα της επιθυμίας, αλλά όχι τα τελευταία. "Ξένος εγώ" λέει στον Μύρη ο αφηγητής. Εκεί όπου εντοπίζεται η διαφορετικότητα, εκεί όπου πεθαίνει το παλιό και ξεπετιέται ο ξένος του 20ού αιώνα, του Καμί, κάτω από την ίδια ηλιόλουστη επικράτεια της Μεσογείου. Ο ξένος που έρχεται από την ποίηση του Καβάφη είναι ξένος γιατί ερωτικά δεν μπορούμε να τον αποδεχτούμε και γιατί μας βάζει να αναρωτηθούμε για τη δική μας ταυτότητα.
Ο Καβάφης είναι στάση ζωής, θάρρους, τόλμης, σκέψης. Οποιαδήποτε προσπάθεια απεμπόλησης αυτού του ποιητικού και ευγενικού αγώνα που έδωσε μέσω της τέχνης και του ερωτισμού του τον αδικεί. Είναι σχεδόν κωμικοτραγικό στον 21ο αιώνα να τίθενται ακόμα τέτοια ερωτήματα, όταν τα έλυνε ο ποιητής στις αρχές του 20ού. Ο Καβάφης ενοχλεί ακόμη γιατί είναι ερωτικός, για αυτόν τον ερωτισμό που περιγράψαμε. Από τα δεκάδες συνέδρια σε κάθε γωνιά της χώρας μόνο όσα κατονομάζουν το ακατονόμαστο εξόργισαν. Γιατί αναγκάζει αναγνώστες και κριτικούς, ομοφυλόφιλους και ετεροφυλόφιλους να διαλογιστούν πάνω στη σεξουαλικότητά τους. Αυτή η ανεξαρτησία του συγγραφέα δεν του συγχωρήθηκε ποτέ κατά βάθος, αλλά ούτε και η περιχαράκωσή του. Ακόμη και οι γκέι κοινότητες δεν μπορούν να τον προσεταιριστούν έχοντας εμπλακεί σε μια διαδικασία ομογενοποίησης, γκετοποίησης μιας παρωδίας της ίδιας τους της επιθυμίας. Έτσι ο ποιητής πορεύεται ακόμη μόνος, διασχίζοντας τα όρια της ιστορίας, της τέχνης και του έρωτα, αφήνοντας πίσω του στρατιές φανατισμένων, αιρετικών και αντι-ερωτικών».
ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΡΙΑΡΙΔΗΣ
«...Έρχεται λοιπόν κάποια ώρα που ο Σεφέρης συμμαζεύει τα γραπτά του για τον Καβάφη και κοιτάτε τι λέει στα 1937: "Ο ζηλωτής του καβαφισμού θα παρατηρήσει πως κανείς από όλους αυτούς τους στίχους που αναφέρω δεν ζυγώνει στο κυριότερο καθώς λένε καβαφικό συναίσθημα, τον ουρανικό ερωτισμό. Αλήθεια, πρέπει να ομολογήσω πως δεν μου έχει μείνει τίποτα από αυτούς τους αρωματισμένους νέους και από εκείνη την κυκλοθυμική έκφραση της έκνομης ηδονής. Θα έλεγα ότι ο ερωτισμός του Καβάφη ενώ τον έκανε από δρόμους κρυφούς και σκολιούς να αποδώσει το καλύτερο που μπορούσε να αποδώσει, ο ίδιος αυτός ερωτισμός σημάδεψε σε πολλές μεριές την ποίησή του με τα σημάδια της φθοράς."
Δέκα χρόνια αργότερα, το '47 τα λέει λίγο πιο ωμά: "Τέλος εκείνοι που επιμένουν στις ερωτικές ανωμαλίες του Καβάφη, το ίδιο έγινε στην αρχή με τον Μποντλέρ, ήταν το είδωλο των ανωμάλων. Η Μαύρη Αφροδίτη, σαπφισμός, σαδισμός, ανικανότης. Στο τέλος όλα αυτά πήγαν στο βάθος της σακούλας. Ποιος κοιτάζει πια τον Μποντλέρ έτσι; Να ένα θέμα δοκιμίου. Παραλληλισμός απροσμέτρητα δυσανάλογος της κριτικής για τον Κ.Π Καβάφη και της κριτικής για τον Μποντλέρ." Πήγαν στο βάθος της σακούλας! Αν υπάρχει μία ανάγνωση για τον Μποντλέρ τον 20ό αιώνα είναι αυτή που βάζει ο Σεφέρης "στο βάθος της σακούλας".
Τι θέλω να πω; Τον δουλέψαμε τον Καβάφη για να τον φέρουμε στα μέτρα μας. Στη χριστιανοσύνη μας. Και δεν τα καταφέραμε. Δεν τα κατάφερε ο Σεφέρης και ελπίζω πως δεν θα τα καταφέρει και κανείς άλλος. Το 1897 ο Καβάφης απαντάει
"Mη ομιλείτε περί ενοχής, μη ομιλείτε περί ευθύνης. Όταν περνά το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας· όταν ριγούν και τρέμουν αι αισθήσεις, άφρων και ασεβής είναι όστις μένει μακράν, όστις δεν ορμά εις την καλήν εκστρατείαν, την βαίνουσαν επί την κατάκτησιν των απολαύσεων και των παθών."
Ο Καβάφης λοιπόν είναι ομοφυλόφιλος, δεν λέω κάτι καινούριο. Έγινε αυτό που έγινε επειδή αναγκάστηκε να υπάρξει ως συνέχεια δια της μνήμης, επειδή δεν γινόταν να υπάρξει ως βιολογική συνέχεια. Δεν είχε ενδιάθετο σπέρμα για να γονιμοποιήσει μήτρα, και έπλασε μνήμη για να πολλαπλασιάσει μνήμη. Εν ολίγοις είναι μια αλλόκοτη μούμια, μια αντι-ιδεολογική μούμια που το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να θυμάται και να σχηματίζει έναν κόσμο δια της θύμησης.
...Και ο Καβάφης και ο Προυστ είναι μετα-αισθητιστικά έπη. Ο ένας επινοεί τον "χαμένο χρόνο". Ο άλλος μιλάει για ένα "κερδισμένο κανελί πανωφόρι". Ο αισθητισμός ως κίνημα του ύστερου 19ου αιώνα είναι σχολιαστικός. Όταν έρχεται η ώρα ο αισθητισμός να δημιουργήσει αφήγηση, ο αισθητισμός του Ράσκιν, του Όσκαρ Ουάιλντ, και δη αφήγηση καθοριστική, πρέπει να ξεπεράσει τον εαυτό του. Ο Ουάιλντ αρνήθηκε να ξεπεράσει τον εαυτό του αλλά έδωσε το σπέρμα στον Καβάφη και τον Προυστ. Και έτσι έχουμε τη λογική των κερδισμένων ημερών. Ο Προυστ και ο Καβάφης χρησιμοποιούν για να φτιάξουν τον αφηγηματικό τους κανόνα το κυρίαρχο επιχείρημα ενάντια στους ομοφυλόφιλους. Ποιο είναι; Ότι εσείς είστε κάτι παρά τη φύση γιατί δεν μπορείτε να κάνετε παιδιά. Γιατί δεν μπορείτε να δημιουργήσετε βιολογική συνέχεια. Εκεί δεν είναι το αιώνιο, μόνιμο επιχείρημα ενάντια στην ομοφυλοφιλία; Και οι δυο τους φτιάχνουν δύο μετά-έπη τα οποία δημιουργούν τη συνέχεια του τρεμάμενου σώματος που βιολογικά δεν θα συνεχιστεί, μέσα στη μνήμη:"Α μέρες του καλοκαιριού του εννιακόσια οκτώ."
Μπορώ να βρω και μια ελληνικότητα στον Καβάφη, εγώ που είμαι εχθρός της ελληνικότητας της γενιάς του '30 που τη θεωρώ περιλαίμιο που σκλαβώνει, που εθίζει στη σκλαβιά. Υπάρχει αυτή η ελληνικότητα την οποία έχω την αίσθηση πως ο Καβάφης κατανοούσε ως σωματικότητα, ως υλική ματαιότητα που θα αποσταχτεί στη μνήμη. Και νομίζω πως στη ρίζα αυτής της θέσης πάλι βρίσκεται η ομοφυλοφιλία. Δηλαδή θεωρώ ότι η ομοφυλοφιλία για τον Καβάφη είναι ότι η τυφλότητα για τον ύστερο Μπόρχες. Η αναγωγή μιας σωματικής ορμής για τον Καβάφη ή μιας σωματικής κατάστασης για τον Μπόρχες σε πολιτισμική συνθήκη. Κανένας άλλος δεν πρότεινε τόσο σχεδιασμένα τη συνθήκη της πολιτισμικής ομοφυλοφιλίας. Ούτε οι ουρανιστές, ούτε ο Ζιντ στο "Κορυντόν", ούτε ο Ουάιλντ.
Και θα πω και κάτι ακόμη. Υπάρχει μια ορμή στην πρόταση της αρσενικής ομοφυλοφιλίας που θέλει τον αρσενικό ομοφυλόφιλο δημιουργό να αντιλαμβάνεται ως ελλιπή την ομοφυλόφιλη αρσενική φύση του και να γυρεύει να γίνει γυναίκα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ας πούμε, αν μελετήσει κανείς το έργο του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Έχω ασχοληθεί με το θηλυκό αίτημα στον ντα Βίντσι. Και αυτή η ορμή νιώθω πως καθορίζει το αίτημα της πολιτισμικής ομοφυλοφιλίας ας πούμε και στον Προυστ και στον Ταχτσή και στον Ζενέ ακόμα όσο κι αν αυτό φαίνεται απίστευτο, αλλά αν διαβάσει κανείς την "Παναγία των Λουλουδιών" θα το δει. Ο Καβάφης δεν ανήκει σε αυτή την ορμή. Ο Καβάφης επιμένει στην αρσενικότητα της πολιτισμικής ομοφυλοφιλίας που προτείνει. Η πρότασή του είναι σκληρά αρσενική. Kαι είναι προφανές πως δεν θεωρεί την αρσενική ομοφυλοφιλία δηλωτικό μίας ατελούς φύσης, ενός λάθους που πρέπει να "διορθωθεί" δια της τέχνης, αλλά μίας εντελούς φύσης.
Εδώ νομίζω ότι υπάρχει η ελληνικότητα. Διότι ψάχνει στην αλεξανδρινή και προ-αλεξανδρινή ετερότητα, ψάχνει αυτό το ταυτοτικό στοιχείο και το βρίσκει. Και είναι και κάτι ακόμα χαρακτηριστικό. ότι στον κόσμο του Καβάφη δεν υπάρχει η μεγάλη, μοιραία σχέση ζωής. Που υπάρχει ας πούμε στον Ουάιλντ. Υπάρχουν στιγμές, τα ινδάλματα, οι δεσμοί ηδονής που οφείλουν να τελειώσουν, να βυθιστούν μέσα στη μνήμη, να γίνουν σήμα και ποίημα της ματαιότητας. Στην ίδια αρσενικότητα της πολιτισμικής ομοφυλοφιλίας επιμένει και ο Μιχαήλ-Άγγελος αλλά αυτός κάποια στιγμή αρπάζεται από τη χριστιανοσύνη τους, και ήταν και μέσα στην καρδιά της τον καιρό που η καθολική χριστιανοσύνη άρπαζε τα πάντα.
..."Σε έναν κόσμο αιώνιου θανάτου, το τρεμάμενο σώμα σπαρταράει, σπέρνει, σκορπίζει, μάταιη ζωή". Αυτά έγραφα κάποτε. Δηλαδή κούφια λόγια. Και ύστερα έρχεται μια ώρα που διαβάζω αυτό το ποίημα ξανά και ξανά και που, τώρα στα 44 μου, πιστεύω πως είναι το καλύτερο ποίημα όλων των αιώνων, όλων των ποιητών και όλων των εποχών. Είναι από τα "ατελή" ποιήματα του Καβάφη. Αχρονολόγητο, γράφτηκε μετά το 1925.
"Την ψυχήν επί χείλεσιν έσχον" (Ο τίτλος του ποιήματος παραπέμπει σε στίχο της Παλατινής Ανθολογίας που αποδίδεται στον Πλάτωνα)
Τίποτε απολύτως το ρωμαντικό
δεν είχεν όταν με είπεν «Ίσως να πεθάνω».
Τώπε για αστεϊσμό. Έτσι που θα το πει
είκοσι τριών ετών ένα παιδί.
Κ' εγώ -είκοσι πέντε- έτσι το πήρα ελαφρά.
Τίποτε (ευτυχώς) της ψευτο-αισθηματικής ποιήσεως
για να συγκινηθούν κομψές (αστείες) κυρίες
που για τίποτα στενάζουν.
Κ' εν τούτοις όταν βρέθηκα έξω απ' την πόρτα του σπιτιού
με ήλθε η ιδέα που πράγμα αστείον δεν ήταν.
Μπορούσε και ν' απέθνησκε. Και με τον φόβο αυτό
ανέβηκα τες σκάλες τρέχοντας, ήτανε τρίτο πάτωμα.
Και χωρίς ν' ανταλλάξουμε κανένα λόγο,
τον φίλησα το μέτωπο, τα μάτια του, το στόμα,
το στήθος του, τα χέρια του, και κάθε, κάθε μέλος·
που θάρρεψα - όπως λέγουν οι θείοι στίχοι
του Πλάτωνος - που η ψυχή μου ανέβηκε στα χείλη.
Δεν πήγα στην κηδείαν. Ήμουν άρρωστος.
Μονάχη της τον έκλαψεν αγνά,
επάνω στο λευκό του φέρετρον, η μάνα του.
Τι μας λέει αυτό το ποίημα; Μας λέει πως η ζωή βαδίζει, καλπάζει. Μας λέει πως μπορεί και να πεθάνουμε. Όχι, μας λέει πως όλοι θα πεθάνουμε. Μας λέει πως οι άνθρωποι σμίγουμε μαζί σε μιαρά κρεβάτια, πως πεθαίνουμε μόνοι σε αγνά φέρετρα. Ωστόσο μας λέει και κάτι άλλο, κάτι ακόμη μεγαλύτερο. Μας λέει πως κάποτε έρχεται μια κρίσιμη ώρα, κάτω στην πόρτα, όπου η ψυχή, η Ψυχή με κεφαλαίο Ψ και όλη η πλατωνική ιδεοκρατία γίνεται τρεμάμενο σώμα, γίνεται στιγμή παραδομού, γίνεται χείλια, κόκκινα χείλια, αιματωμένα χείλια. Γίνεται χείλια κόκκινα που περιμένουν να ενωθούν...».



Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

"Ώστε ανελλήνιστοι δεν είμεθα, θαρρώ."

Φιλέλλην


Κωνσταντίνος Καβάφης


Αναγνωρισμένα

Την χάραξι φρόντισε τεχνικά να γίνει.
Έκφρασις σοβαρή και μεγαλοπρεπής.
Το διάδημα καλλίτερα μάλλον στενό·
εκείνα τα φαρδιά των Πάρθων δεν με αρέσουν.
Η επιγραφή, ως σύνηθες, ελληνικά·
όχ’ υπερβολική, όχι πομπώδης—
μην τα παρεξηγήσει ο ανθύπατος
που όλο σκαλίζει και μηνά στην Pώμη —
αλλ’ όμως βέβαια τιμητική.
Κάτι πολύ εκλεκτό απ’ το άλλο μέρος·
κανένας δισκοβόλος έφηβος ωραίος.
Προ πάντων σε συστήνω να κυττάξεις
(Σιθάσπη, προς θεού, να μη λησμονηθεί)
μετά το Βασιλεύς και το Σωτήρ,
να χαραχθεί με γράμματα κομψά, Φιλέλλην.
Και τώρα μη με αρχίζεις ευφυολογίες,
τα «Πού οι Έλληνες;» και «Πού τα Ελληνικά
πίσω απ’ τον Ζάγρο εδώ, από τα Φράατα πέρα».
Τόσοι και τόσοι βαρβαρότεροί μας άλλοι
αφού το γράφουν, θα το γράψουμε κ’ εμείς.
Και τέλος μη ξεχνάς που ενίοτε
μας έρχοντ’ από την Συρία σοφισταί,
και στιχοπλόκοι, κι άλλοι ματαιόσπουδοι.
Ώστε ανελλήνιστοι δεν είμεθα, θαρρώ.
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984) 

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

"Οι Mιμίαμβοι του Hρώδου" Κωνσταντίνος Καβάφης






Κρυμμένα
Εκτύπωση
Επί αιώνας μένοντες κρυμμένοι
εντός του σκότους Aιγυπτίας γης
μέσω τοιαύτης απελπιστικής σιγής
έπληττον οι μιμίαμβ’ οι χαριτωμένοι·

αλλά επέρασαν εκείν’ οι χρόνοι,
έφθασαν από τον Βορρά σοφοί
άνδρες, και των ιάμβων έπαυσ’ η ταφή
κ’ η λήθη. Οι ευτράπελοί των τόνοι

μας επανέφεραν τας ευθυμίας
ελληνικών οδών και αγορών·
κ’ εμβαίνομεν μαζί των εις τον ζωηρόν
βίον μιας περιέργου κοινωνίας.—

Μας απαντά ευθύς πονηροτάτη
μεσήτρια που σύζυγον πιστήν
ζητεί να διαφθείρη! Πλην την αρετήν
γνωρίζει η Μητρίχη να φυλάττη.

Άλλον κατόπιν βλέπομεν αχρείον
όστις κατάστημά τι συντηρεί
και άνδρα Φρύγα εμμανώς κατηγορεί
ως βλάψαντα το — παρθεναγωγείον.

Δύο πολύλογοι, κομψαί κυρίαι
επίσκεψιν εις τον Aσκληπιόν
κάμνουν· φαιδρύνουν δε μεγάλως τον ναόν
αι νοστιμώταταί των ομιλίαι.

Εις μέγα εργοστάσιον σκυττέως
εμβαίνομεν με την καλήν Μητρώ.
Ωραία πράγματα εδώ κείντ’ εν σωρώ,
εδώ ευρίσκετ’ ο συρμός ο τελευταίος.


Πλην πόσα έλειψαν εκ των παπύρων·
πόσον συχνά των μιαρών σηρών βορά
έγινεν ίαμβος λεπτός και είρων!
Ο ατυχής Ηρώδης, καμωμένος
διά τα σκώμματα και διά τα φαιδρά,
τι σοβαρά μας ήλθε πληγωμένος!
(Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993)

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Κωνσταντίνος Καβάφης «Che fece .... il gran rifiuto»


                   http://www.youtube.com/watch?v=nIgFQPPS8VI

Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τό ‘χει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα

πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι — το σωστό —  εις όλην την ζωή του. 

Το «Che fece .... il gran rifiuto» είναι ένα από τα ξεχωριστά ποιήματα του Καβάφη, στο οποίο ο ποιητής καταγράφει τις σκέψεις του σχετικά με τη δύναμη που έχουν μερικοί άνθρωποι να «κάνουν τη μεγάλη άρνηση», να πουν όχι σε ό,τι αναμένεται από αυτούς και να βαδίσουν αντίθετα στο ρεύμα. Το ποίημα αυτό είναι εξόχως αντιπροσωπευτικό για τη ζωή του ποιητή, που δε δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με όλες τις συμβάσεις της εποχής του, τόσο σε επίπεδο ποιητικής δημιουργίας όσο και σε επίπεδο προσωπικών επιλογών. Ο Καβάφης πλήρωσε ακριβά την άρνησή του να συμβιβαστεί με την τρέχουσα ηθική, αλλά και με τις ξεπερασμένες ιδέες περί ποιητικής. Αντιμετώπισε την περιφρόνηση των συγχρόνων του, θεωρήθηκε αιρετικός και με δυσκολία κατόρθωσε να επιβάλλει την παρουσία του στα νεοελληνικά γράμματα.

Αναλυτικότερα:

Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι
να πούνε.

Οι εισαγωγικοί στίχοι του ποιήματος μας παρουσιάζουν εξαρχής τον προβληματισμό του ποιητή. Κάποια στιγμή «μερικοί άνθρωποι» καλούνται να επιλέξουν για κάτι εξαιρετικά σημαντικό στη ζωή τους, έρχονται δηλαδή αντιμέτωποι μ’ ένα καίριο δίλημμα, με μια τόσο σημαντική απόφαση που θα καθορίσει συνολικά τη ζωή τους. Είναι η στιγμή που θα πρέπει να πουν το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι. Το ναι αυτό μπορεί να αφορά είτε το συμβιβασμό με κάτι που απαιτείται από αυτούς είτε την ανάληψη μιας εξαιρετικά σημαντικής ευθύνης, και αντιστοίχως, το όχι λειτουργεί ως άρνηση σε επιβεβλημένους συμβιβασμούς ή σε ευθύνες που βαρύνουν υπέρμετρα. Ο ποιητής, μη θέλοντας να περιορίσει το νοηματικό εύρος των στίχων του, δεν καθορίζει το τι αφορά η σημαντική αυτή απόφαση, αφήνοντας έτσι τους στίχους αυτούς ανοιχτούς σε πολλαπλές ερμηνείες, αλλά και έτοιμους να εκφράσουν τον προβληματισμό πολλών ανθρώπων.
Ο Καβάφης, πάντως, τονίζει πως το ποίημα αυτό αφορά «μερικούς ανθρώπους», όχι όλους, κι αυτό αφενός γιατί ο ποιητής δεν πρέσβευε ποτέ ότι τα ποιήματά του καλύπτουν τις ανησυχίες όλων των ανθρώπων κι αφετέρου διότι για πολλούς ανθρώπους δεν τίθενται ποτέ τόσο σημαντικά διλήμματα στη ζωή τους.

Φανερώνεται αμέσως όποιος τό ‘χει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα

πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.

Από τους ανθρώπους που θα έρθουν αντιμέτωποι με το σημαντικό δίλημμα, εκείνοι που είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν σε αυτό που τους ζητείται, οι άνθρωποι που έχουν το Ναι έτοιμο μέσα τους, φανερώνονται αμέσως. Είναι οι άνθρωποι που εμφανίζονται έτοιμοι και πρόθυμοι να ζήσουν σύμφωνα με τις απαιτήσεις που έχουν οι άλλοι από αυτούς, είναι εκείνοι που θέλουν, με κάθε τρόπο, να φανούν αντάξιοι των προσδοκιών που υπάρχουν γι’ αυτούς. Οι άνθρωποι που έχουν έτοιμο το μεγάλο Ναι, επιλέγουν να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις που εγείρονται από τον κοινωνικό τους περίγυρο και κάνοντάς το αυτό επιτυγχάνουν να γίνουν αποδεκτοί από τους άλλους και να τιμηθούν για την επιλογή τους.
Είναι, βέβαια, σημαντικό να γίνει αντιληπτό πως οι άνθρωποι που θα πουν το ναι, καταλήγουν σ’ αυτήν την απόφαση γιατί είναι σύμφωνη με τις απόψεις και τις εσώτερες ανάγκες τους. Επιλέγουν να απαντήσουν θετικά, όχι γιατί εξαναγκάζονται, αλλά γιατί η απόφαση αυτή εκπληρώνει την ανάγκη τους να ζήσουν σε συμφωνία με τη θέση τους και σε συμφωνία με το τι αναμένεται και απαιτείται από αυτούς.

Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι — το σωστό —  εις όλην την ζωή του. 

Εκείνοι που θα αρνηθούν, εκείνοι που θα πουν το μεγάλο Όχι, φτάνουν σ’ αυτή την απόφαση συνειδητά και όσες φορές κι αν έρχονταν αντιμέτωποι με το ίδιο δίλημμα, πάλι όχι θα έλεγαν. Κι, όμως, αυτό το όχι θα το πληρώνουν σε όλη τους τη ζωή, γιατί η άρνησή τους αυτή σημαίνει πως επιλέγουν να μη συμβιβαστούν με τις απαιτήσεις και τις αξιώσεις των άλλων, επιλέγουν να έρθουν σε ρήξη με τις κοινωνικές προσδοκίες και συμβάσεις, χαράζοντας το δικό τους δρόμο. Το μεγάλο Όχι απαιτεί μεγάλη δύναμη και αποφασιστικότητα, καθώς η κοινωνία δε συγχωρεί εκείνους που δεν συμμορφώνονται με τις επιταγές της. Το μεγάλο Όχι συνοδεύει για πάντα εκείνον που τόλμησε να το πει και τον βαρύνει σαν μια συνεχής επίκριση, σαν μια συνεχής αποδοκιμασία. Κι ενώ οι άνθρωποι που θα πουν το όχι χρειάστηκαν μεγαλύτερο κουράγιο και περισσότερη ψυχική δύναμη, από εκείνους που είπαν το ναι, δεν γίνονται αποδέκτες ανάλογης τιμής και σεβασμού. Αντιθέτως, βιώνουν την απόρριψη και τον ψόγο των συμπολιτών τους, μόνο και μόνο γιατί δε δέχτηκαν να ζήσουν σύμφωνα με τις παραδεδομένες αντιλήψεις. Το όχι που θα πουν οι άνθρωποι που θα έχουν το κουράγιο να αρνηθούν είναι σωστό γι’ αυτούς, γιατί συμβαδίζει με τις πεποιθήσεις και τις απόψεις του, εκφράζει δηλαδή την προσωπική τους ταυτότητα, αλλά δε συμφωνεί όμως με τις απόψεις της κοινωνίας, γι’ αυτό και τιμωρούνται για την άρνησή τους.
Η μεγάλη άρνηση, επομένως, αποτελεί σύμφωνα με τον ποιητή μια επιλογή που απαιτεί ψυχικό σθένος και δυναμισμό και δεν μπορεί να γίνει από δειλούς ή αδύναμους ανθρώπους. Ο Καβάφης, δηλαδή, παίρνοντας τον στίχο από την Κόλαση του Δάντη: “che fece per vilta il gran rifiuto” αφαιρεί το per vilta (από δειλία), το οποίο στο κείμενο του Δάντη αναφέρεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο, και μας δίνει μια διαφορετική εκδοχή για τους ανθρώπους που λένε το μεγάλο Όχι. Ενώ, δηλαδή, ο στίχος του Δάντη αποτελεί το αρχικό έναυσμα για το καβαφικό ποίημα, ο Καβάφης απομακρύνεται από τη σκέψη του Δάντη για εκείνον που από δειλία έκανε τη μεγάλη άρνηση, και παρουσιάζει ένα ποίημα για να τιμήσει τους μεγάλους αρνητές, τους ανθρώπους εκείνους που έχουν το θάρρος και τη δύναμη να πουν όχι στην τρέχουσα ηθική, στις κοινωνικές συμβάσεις, στις ξεπερασμένες ποιητικές τεχνικές και σε ό,τι άλλο η κοινωνία επιχειρεί να επιβάλλει στους ανθρώπους, εγκλωβίζοντάς τους σ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής και σκέψης. Ο Καβάφης γνωρίζει τι σημαίνει να λες όχι και πόσο κοστίζει το όχι, γι’ αυτό και δεν δέχεται για κανένα λόγο το per vilta του δαντικού στίχου.
Σ’ ένα προσωπικό σχόλιό του ο ποιητής καταγράφει τη δική του σκέψη σχετικά με αυτόν που είπε το μεγάλο όχι, αφήνοντας το «από δειλία» του Δάντη, κατά μέρος.
«Αρνήθηκε, διότι σκέφθηκε ευσυνείδητα ή πως είναι ακατάλληλος για το έργο ή πως το έργο είναι ανάξιό του ή πως το έργο δεν έπρεπε να πραγματοποιηθεί ή κάποια παρόμοια λογικήν αιτία. Όμως, κάποιος άλλος ανέλαβε το έργο και επέτυχε -πιθανότατα επειδή ήταν ο κατάλληλος για τούτο το ειδικό έργο, ή επειδή διέθετε ορισμένα ειδικά μέσα, τα οποία αλλοίωσαν ή διευκόλυναν ή βελτίωσαν το έργο είτε τα αποτελέσματά του. Η επιτυχία αυτού του κάποιου άλλου αντανακλά εις βάρος του Αρνηθέντος, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, αν και ο Αρνηθείς εγνώριζε πως το όχι του ήταν σωστό, μολαταύτα τούτο το Όχι τον βαραίνει σε όλη την ζωή του- το κάνουν να τον βαραίνει, οι υποψίες και οι φλυαρίες και οι επιτιμήσεις και οι παραποιήσεις των πολλών.» Κ. Π. Καβάφης 


Read more: http://latistor.blogspot.com/2011/06/che-fece-il-gran-rifiuto.html#ixzz3HULnIvP1

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

"Καισαρίων" Κωνσταντίνος Καβάφης

Εν μέρει για να εξακριβώσω μια εποχή,
εν μέρει και την ώρα να περάσω,
την νύχτα χθες πήρα μια συλλογή
επιγραφών των Πτολεμαίων να διαβάσω.
Οι άφθονοι έπαινοι κ’ η κολακείες
εις όλους μοιάζουν. Όλοι είναι λαμπροί,
ένδοξοι, κραταιοί, αγαθοεργοί·
κάθ’ επιχείρησίς των σοφοτάτη.
Aν πεις για τες γυναίκες της γενιάς, κι αυτές,
όλες η Βερενίκες κ’ η Κλεοπάτρες θαυμαστές.

Όταν κατόρθωσα την εποχή να εξακριβώσω
θάφινα το βιβλίο αν μια μνεία μικρή,
κι ασήμαντη, του βασιλέως Καισαρίωνος
δεν είλκυε την προσοχή μου αμέσως.....


A, να, ήρθες συ με την αόριστη
γοητεία σου. Στην ιστορία λίγες
γραμμές μονάχα βρίσκονται για σένα,
κ’ έτσι πιο ελεύθερα σ’ έπλασα μες στον νου μου.
Σ’ έπλασα ωραίο κ’ αισθηματικό.
Η τέχνη μου στο πρόσωπό σου δίνει
μιαν ονειρώδη συμπαθητική εμορφιά.
Και τόσο πλήρως σε φαντάσθηκα,
που χθες την νύχτα αργά, σαν έσβυνεν
η λάμπα μου —άφισα επίτηδες να σβύνει—
εθάρρεψα που μπήκες μες στην κάμαρά μου,
με φάνηκε που εμπρός μου στάθηκες· ως θα ήσουν
μες στην κατακτημένην Aλεξάνδρεια,
χλωμός και κουρασμένος, ιδεώδης εν τη λύπη σου,
ελπίζοντας ακόμη να σε σπλαχνισθούν
οι φαύλοι —που ψιθύριζαν το «Πολυκαισαρίη».


(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)
Πηγή

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Ο Γιάννης Τσαρούχης διαβάζει Καβάφη στο σπίτι του Ανδρέα Εμπειρίκου

H παρούσα ηχογράφηση του Γιάννη Tσαρούχη να απαγγέλλει 22 ποιήματα του Kαβάφη έγινε τον Φεβρουάριο του 1972. O ζωγράφος έρχεται στην Eλλάδα από το Παρίσι, συναντά τον φίλο του Aνδρέα Eμπειρίκο και του ζητά ο ίδιος να τον ηχογραφήσει να απαγγέλλει τον αγαπημένο τους ποιητή. O Tσαρούχης διάβαζε σε φίλους ποιήματα του K.Π. Kαβάφη από τη δεκαετία του '50. Ήταν πάντα αναγνώσεις εξαιρετικής συγκίνησης και ευαισθησίας χωρίς θεατρινισμούς, με μεγάλη λιτότητα και βαθιά αίσθηση του εσωτερικού μέτρου.
O παρών δίσμος αποτελεί την πρώτη επίσημη δημοσίευση από το "Aρχείο Hχογραφήσεων" του Aνδρέα Eμπειρίκου. Tο βιβλίο του CD περιέχει πλήρη τα κείμενα που γράφουν ο Tσαρούχης για τον Kαβάφη και τον Eμπειρίκο, ο Eμπειρίκος για τον Tσαρούχη, ένα κείμενο της Eυφροσύνης Δοξιάδη για τις καβαφικές αναγνώσεις του Tσαρούχη, ένα κείμενο του Γιώργη Γιατρομανωλάκη για τη σχέση Tσαρούχη - Eμπειρίκου - Kαβάφη, καθώς και τα 22 ποιήματα που διαβάζει ο Tσαρούχης και ηχογραφεί ο Eμπειρίκος. Eπίσης, η έκδοση συνοδεύεται από τρία καβαφικά έργα του Tσαρούχη, φωτογραφίες του Kαβάφη και φωτογραφίες των Tσαρούχη-Eμπειρίκου που αλληλοφωτογραφίζονται.
Mεγάλη φιλία συνέδεε, από τη δεκαετία του '40 μέχρι το τέλος της ζωής τους, τον Aνδρέα Eμπειρίκο με τον Γιάννη Tσαρούχη. O Eμπειρίκος έγραφε για τον Tσαρούχη:
"Στην ζωγραφική του Tσαρούχη δεν υπάρχει τίποτε που να είναι γι' αυτόν στόχος ή επιδίωξις σκέτου ρεαλισμού, αστικού ή προλεταριακού, ή νατουραλιστική σκηνοθεσία. Ποτέ. Tουναντίον, από το ίδιο υλικό από το οποίον άλλοι κατασκευάζουν στεγνές μορφές ή ευτελή στολίδια, που δεν ξεπερνούν ποτέ το συμβατικό περίγραμμά των, ο Γιάννης Tσαρούχης ενορχηστρώνει χρωματικές συμφωνίες που αποκορυφώνονται σε μικρές ή τεράστιες συνθέσεις, οι οποίες έχουν την συνταρακτική υποβλητικότητα των ορατορίων και την στιλπνήν γοητείαν των μύθων της προσωπικής μυθολογίας του ζωγράφου - όλα αυτά μέσα στην πιό εκθαμβωτικήν φωτοχυσίαν της πλήρους μεσημβρίας, όλα αυτά μέσα στην δόξα του πιό οργιαστικού ελληνικού φωτός".
Eνώ ο Tσαρούχης έγραφε για τον Eμπειρίκο:
"H μεγάλη αξία του Ανδρέα Εμπειρίκου δεν έγκειται στο ότι υπήρξε σουρεαλιστής, αλλά ότι έδωσε ένα νόημα στον σουρεαλισμό. Oι κεντήστρες θέλουν σχέδια για να κεντάνε, αλλά κάποιος πρέπει να κάνει αυτά τα σχέδια. Ο Ανδρέας Εμπειρίκος ήταν απ' αυτούς που φτιάχνουν σχέδια και για να το πούμε αλλιώς, που δημιουργούν νέες αξίες όταν οι παλιές δεν εξυπηρετούν πια τον σκοπό για τον οποίον υψώθηκαν. [...] Eίχε μαζί με την γνώση και την εμβρίθεια, την απαιτούμενη αθωότητα, χωρίς την οποία κανένα δώρο της τέχνης δεν μπορούμε να απολαύσουμε. Eίχε την θεϊκή επιπολαιότητα των παιδιών που μας προφυλάσσει από την αδικία. [...] O Aνδρέας Eμπειρίκος ήταν κοσμοπολίτης, ως Έλλην. Δεν τον απησχόλησε ποτέ το δηλητηριώδες ιδανικό του κοσμοπολιτισμού που βασίζεται στα μοτίβα και στις πληροφορίες του τί συμβαίνει στα ξένα, όπως άλλωστε δεν σκοτίστηκε ποτέ για ελληνικό χρώμα με τουριστικά υπόβαθρα".
O K.Π. Kαβάφης ήταν ένα από τα αντικείμενα των συζητήσεών τους, αφού ο Aλεξανδρινός ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και στους δύο.
Στο έργο του Eμπειρίκου υπάρχουν αρκετές αναφορές, ρητές ή υπαινικτικές, στην ποίηση του Kαβάφη. Παρακολουθεί την ποίησή του από πολύ νωρίς και διαθέτει μια σειρά από τα περίφημα καβαφικά "Φυλλάδια". Tο σημαντικότερο: τον τοποθετεί ανάμεσα στους τηλαυγείς αστέρες της προσωπικής του μυθολογίας, όπως αυτοί εμφανίζονται στο γνωστό κείμενο της Oκτάνας "Oι Mπεάτοι ή της μη συμμορφώσεως οι Άγιοι":
-O Λέων Tολστόη, κόσμος και ήλιος θερμουργός, πατής θεών και ανθρώπων
-O Sigmund Freud
-O Άγγελος Σικελιανός
-O Aρίσταρχος των ηδονών και ο K.Π. Kαβάφης
-O Mαρξ
-O Λένιν κλπ.
Άλλοι ήρωες της μυθολογίας που αναφέρονται στους "Mπεάτους": Mπρετόν, Iσίδωρος Ducasse, Rimbaud, Roussel, Jarry, William Blake, Poe και Mέλβιλ, Henry Miller, Walt Whitman, Έγελος, Kίρκεγκαρντ, Kροπότκιν, Mπακούνιν, Bohme, Nίτσε, Hugo, Mωάμεθ, Iησούς Xριστός, Essenin, Mαγιακόβσκη, Block.
O Tσαρούχης, πέρα από τα "καβαφικά" του έργα, σε ένα κείμενό του για τον Kαβάφη λέει ανάμεσα σε άλλα:
"Πάντα θυμάσαι ένα ποίημά του και επιθυμείς να τον ξαναδιαβάσεις, περιμένοντας πάντα να βρεις περισσότερα από αυτά που έχει, πέρα από μια επίφαση αισθηματολογίας που ξεγελά πολλούς που συγχέουν την πλαδαρότητα της Mέσης Aνατολής με κάτι το ιερό που υπάρχει σ' αυτά τα μέρη. Oι επιπόλαιοι θαυμασταί και επικριταί του Kαβάφη στρατολογούνται απ' αυτούς που θα συγχέουν πάντα. H μοναδική του όμως αξία θα έγκειται στο μέτρο του, στην ενστικτώδη ικανότητα ν' αποφεύγει την χυδαία αυταρέσκεια, την ανόητη πνευματική αυστηρότητα. [...] O Kαβάφης δεν ήταν φιλόλογος, ήτανε ποιητής, άσχετα ποιού μεγέθους. Όλος ο χυμός της ποιήσεώς του αντλείται από την ζωοδόχο πηγή που κάπως αποδίδει η λέξις "πραγματικότητα". [...] Aκολούθησε την παράδοση των πολύ γνήσιων ποιητών της νέας Eλλάδας, που δέχτηκαν την ακαταστασία μιας γλώσσας εκ των ενόντων μα αληθινής. [...] O σπαραγμός του τον κάνει να οραματίζεται μέσα σ' όλες τις ελληνικές λέξεις λυσιτελή σύμβολα που γιατρεύουν το άγχος του καλύτερα από την γραμματική και την κούφια αισθητική δεξιοτεχνία".
Mέσα σε αυτό το πνευματικό κλίμα εντάσσονται και οι ηχογραφήσεις των καβαφικών ποιημάτων στην ιδιότυπη και θελκτική απαγγελία του Tσαρούχη.
O Eμπειρίκος διαθέτει, εκτός των άλλων, ένα πολυτιμότατο ηχητικό Aρχείο, ένα εξαιρετικά οργανωμένο "Hχογραφημένο Aρχείο", όπως το αποκαλούσε ο ίδιος. Eίναι ενδεικτικό το γεγονός ότι μετά το 1951, οπότε και σταματά το έργο του ως ψυχαναλυτής, ο Eμπειρίκος ασχολείται, πέρα από το συγγραφικό του έργο, με δυο παράπλευρες δραστηριότητες: με τη συστηματική φωτογραφία και με τη συστηματική ηχογράφηση. Oι ηχογραφήσεις γίνονταν κυρίως στο σπίτι του. Έτσι με τα χρόνια δημιουργείται ένα οργανωμένο και ανεκτίμητης αξίας ηχητικό Aρχείο που περιλαμβάνει πολλά και ποικίλα: συζητήσεις με τους φίλους του, όπως με τον O. Eλύτη, τον N. Bαλαωρίτη, τον Γ. Λίκο, τον Άρη Kωνσταντινίδη, τον M. Σαχτούρη, τη Mαρία Bοναπάρτη κ.ά., απαγγελίες δικών του κειμένων (ποιημάτων και πεζών) αλλά και των φίλων του επίσης, πολλή και ποικίλη μουσική ραδιοφώνου, κ.ά.