Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2016

Γ΄ Συριακός πόλεμος






Γ΄ Συριακός πόλεμος (246-241 π.Χ.) ή Λαοδίκειος πόλεμος, ήταν μια πολεμική σύγκρουση που έφερε αντιμέτωπους τον Πτολεμαίο Ευεργέτη και τον Σέλευκο Καλλίνικο [1].

Αποπομπή της Λαοδίκης. Δυναστική κρίση.

Ο Αντίοχος Β' Θεός εγκατελειψε την σύζυγό του Λαοδίκη και παντρεύτηκε την κόρη του Πτολεμαίου Β' Φιλάδελφου Βερενίκη, προκειμένου οι σχέσεις μεταξύ των δυο βασιλείων να εξομαλυνθούν(253 π.Χ.)[2].
Ο Αντίοχος Θεός πέθανε ύστερα από έξι χρόνια (Ιούλιος του 246 π.Χ. ). Λίγο πριν πεθάνει όρισε τον διάδοχο του. Αυτός ήταν ο γιος της Λαοδίκης Σέλευκος. Ο Αντίοχος Θεός αγνόησε τα δικαιώματα του μικρού του γιού από την Βερενίκη και προχώρησε σε αυτή την πράξη προκείμενου να αποφύγει μια εσωτερική κρίση. Αυτό όμως πού ήθελε να αποφύγει έγινε επειδή η φιλόδοξη Λαοδίκη παραμέρισε τον νεαρό γιο της και αποφάσισε να κυβερνήσει η ίδια. Η Βερενίκη αντέδρασε ζητώντας από τον αδελφό της Πτολεμαίο Ευεργέτη να επέμβει για να την βοηθήσει. Έτσι ξέσπασε νέος πόλεμος[3].

Έναρξη του πολέμου. Επέμβαση του Πτολεμαίου Ευεργέτη στην Συρία.

Οι Αντιοχείς υποστήριξαν αρχικά την Βερενίκη επειδή μισούσαν την Λαοδίκη και πίστευαν ότι είχε δηλητηριάσει τον πρώην σύζυγο της πράγμα πολύ πιθανό [3]. Η γνώμη τους όμως άλλαξε όταν ο πτολεμαϊκός στόλος κατέλαβε την Κιλικία και το επίνειο της Αντιόχειας την Σελεύκεια της Πιερίας (άνοιξη του 246 π.Χ. ή Σεπτέμβριος του 246 π.Χ.[4][5].
Η Βερενίκη κατέφυγε μαζί με τον γιο της σε έναν ναό του Απόλλωνα που βρίσκονταν στο προάστιο Δάφνη της Αντιόχειας. Εκεί δολοφονήθηκε ύστερα από διαταγή της Λαοδίκης[3].

Εισβολή του Πτολεμαίου Ευεργέτη στην Συρία

Όταν ο Πτολεμαίος Ευεργέτης πληροφορήθηκε τον θάνατο της αδελφής του εισέβαλε ο ίδιος στην Συρία έφτασε στην Κιλικία και από εκεί προχώρησε μέχρι την Μεσοποταμία(Δεκέμβριος 246 π.Χ.[6] ή άνοιξη του 245 π.Χ.[4]. Αναγκάστηκε όμως να επιστρέψει στο βασίλειο του (Φεβρουάριος 245 π.Χ.[7]) επειδή παρουσιάστηκαν εσωτερικά προβλήματα (μια εξέγερση για την οποία τίποτα δεν είναι γνωστό) [1].
Ο Σέλευκος Καλλίνικος για να στερεώσει την θέση του συμμάχησε με τον βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη, στον οποίο έδωσε ως σύζυγο την αδελφή του Λαοδίκη και εδάφη στην Φρυγία και με τον βασιλιά της Καππαδοκίας Αριαράμνη, στον γιο (Αριαράθη) του οποίου έδωσε ως σύζυγο την αδελφή του Στρατονίκη και τις περιοχές Καταονία και Μελιτηνή(245 π.Χ.)[1][8].

Αντεπίθεση του Σέλευκου

Το καλοκαίρι του 245 π.Χ. ο Σέλευκος Καλλίνικος πέρασε το όρος Ταύρος ξεκινώντας την αντεπίθεση του[9]. Έως το 244 π.Χ. είχε ανακαταλάβει όλα τα χαμένα εδάφη του βασιλείου του εκτός από ορισμένες πόλεις στην Κιλικία και την Σελεύκεια στην Πιερία, επειδή ο στόλος του ναυάγησε σε τρικυμία. Η επίθεση του όμως στην Νότια Συρία απέτυχε. Ο Σέλευκος Καλλίνικος που επιπλέον αντιμετώπιζε προβλήματα εξαιτίας της μητέρας του Λαοδίκης η οποία δεν εννοούσε να παραιτηθεί από την άσκηση της εξουσίας αποσύρθηκε[1].
Ο πόλεμος συνεχίστηκε με επιδρομές του πτολεμαϊκού στόλου στα σελευκιδικά εδάφη της Μικράς Ασίας (από την Καρία ως τον Ελλήσποντο). Αρκετές παραλιακές πόλεις και νησιά του Αιγαίου (ΈφεσοςΜίλητος , Σάμος) καταλήφθηκαν[1].
Ο Σέλευκος Καλλίνικος υποχώρησε τελικά στις απαιτήσεις της μητέρας του και παρέδωσε τα εδάφη του κράτους του που βρίσκονταν δυτικά του όρος Ταύρος στην διακυβέρνηση του νεώτερου αδελφού του Αντίοχου Ιέρακος. Πίσω από τον Αντίοχο Ιέρακα βρίσκονταν η Λαοδίκη που ασκούσε την εξουσία[3]. Μόνο όταν οι στρατιωτικές δυνάμεις των δυο αδελφών ενώθηκαν ο Πτολεμαίος Ευεργέτης αναγκάστηκε να σταματήσει τον πόλεμο (241 π.Χ.[1].

Η συνθήκη ειρήνης

Σύμφωνα με την συνθήκη ειρήνης ο Πτολεμαίος Ευεργέτης κρατούσε τις πόλεις της Κιλικίας , την Σελεύκεια της Πιερίας , τα παράλια της Νότιας Ιωνίας της Καρίας και της Λυκίας τις πόλεις της Θράκης ΛυσιμάχειαΣηστόΑίνο και Μαρώνεια(και από το 230 π.Χ. και τα Κύψελα, όταν εκδίωξε τον τύραννο τους Αδαίο) και τα νησιά Λέσβο και Σαμοθράκη. Στους Σελευκίδες παρέμενε μόνο η Βόρεια Ιωνία[1].
Η άποψη κάποιων νεότερων ιστορικών ερευνητών ότι ο Πτολεμαίος Ευεργέτης έχασε την κυριαρχία του Αιγαίου ύστερα από ναυμαχία που έγινε στην Άνδρο (το 246 π.Χ. ή 245 π.Χ.)με αντίπαλο τον Αντίγονο Γονατά, δεν είναι καθόλου βέβαιη, καθώς η ναυμαχία αυτή τοποθετείται σύμφωνα με απόψεις άλλων ερευνητών είτε το 258 π.Χ. είτε το 256 π.Χ. είτε το 227 π.Χ. οπότε αντίπαλος των Πτολεμαίων στην ναυμαχία ήταν ο Αντίγονος Δώσων[1].

Συνέπειες

Ύστερα από την κατάληψη του μεγαλύτερου μέρους των μικρασιατικών παραλίων από τον στόλο του, ο Πτολεμαίος Ευεργέτης μπορούσε εξ’ αιτίας της εύθραυστης εσωτερικής κατάστασης του σελευκιδικού κράτους να επεμβαίνει όποτε επιθυμούσε στο εσωτερικό του κράτους του αντιπάλου του. Έτσι όταν ο Σέλευκος Καλλίνικος την διάρκεια μιας εμφύλιας διένεξης ηττήθηκε σε μια μάχη που δόθηκε στην Άγκυρα το 239 π.Χ. από τον αδελφό του βρήκε την ευκαιρία να εισβάλει στην Συρία και να πολιορκήσει τις πόλεις Δαμασκό και Ορθωσία τις οποίες θα καταλάμβανε αν ο Σέλευκος Καλλίνικος δεν κατάφερνε να συγκεντρώσει νέες δυνάμεις[4].
Η κατάστασή αυτή δεν άφησε αδιάφορους τους Αντιγονίδες βασιλείς. Έτσι το 227 π.Χ. ο Αντίγονος Δώσων αποβιβάστηκε στην Καρία και αφού κατέλαβε ορισμένες πόλεις σύναψε συνθήκη με έναν δυνάστη που ονομάζονταν Ολύμπιχος. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Κυρίως Ελλάδα άφησαν την επέμβαση αυτή χωρίς συνέχεια[10].

Παραπομπές

  1. ↑ 
    Άλμα πάνω, στο:
    1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 1,7 Ιστορία του Ελληνικού έθνους Τόμος Δ' Μέγας Αλέξανδρος –Ελληνιστικοί Χρόνοι ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ' Συριακός πόλεμος 246-241 π.Χ.σελ.415
  2. Άλμα πάνω
     Ιστορία του Ελληνικού έθνους Τόμος Δ' Μέγας Αλέξανδρος –Ελληνιστικοί Χρόνοι ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Β' Συριακός πόλεμος 260-253 π.Χ.σελ.415
  3. ↑ 
    Άλμα πάνω, στο:
    3,0 3,1 3,2 3,3 Ιστορία του Ελληνικού έθνους Τόμος Δ' Μέγας Αλέξανδρος –Ελληνιστικοί Χρόνοι ΟΙ ΣΕΛΕΥΚΙΔΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΣΙΑΤΙΚΑ ΚΡΑΤΗ(280-221 π.Χ.).ΔΥΝΑΣΤΙΚΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΜΕ ΤΑ ΑΣΙΑΤΙΚΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ .σελ.404
  4. ↑ 
    Άλμα πάνω, στο:
    4,0 4,1 4,2 Στρατιωτική Ιστορία ΝΙΚΟΛΑΟΣ Γ. ΛΑΣΚΑΡΗΣ . Η κατάκτηση της Κοίλης Συρίας από τον Αντίοχο Γ' (202-198 π.Χ.).ΟΙ ΣΥΡΙΑΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ.σελ 58
  5. Άλμα πάνω
     LIVIUS Articles on Ancient History .Third Syrian War (Laodicean War; 246-241)
  6. Άλμα πάνω
     LIVIUS Articles on Ancient History .Third Syrian War (Laodicean War; 246-241)
  7. Άλμα πάνω
     LIVIUS Articles on Ancient History .Third Syrian War (Laodicean War; 246-241)
  8. Άλμα πάνω
     LIVIUS Articles on Ancient History .Third Syrian War (Laodicean War; 246-241)
  9. Άλμα πάνω
     LIVIUS Articles on Ancient History .Third Syrian War (Laodicean War; 246-241)
  10. Άλμα πάνω
     Ιστορία του Ελληνικού έθνους Τόμος Δ' Μέγας Αλέξανδρος –Ελληνιστικοί Χρόνοι ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ' Συριακός πόλεμος 246-241 π.Χ.σελ.416

Πηγές

  • Ιστορία του Ελληνικού έθνους Τόμος Δ' Μέγας Αλέξανδρος –Ελληνιστικοί Χρόνοι Εκδοτική Αθηνών 1979
  • Στρατιωτική Ιστορία ΝΙΚΟΛΑΟΣ Γ. ΛΑΣΚΑΡΗΣ . Η κατάκτηση της Κοίλης Συρίας από τον Αντίοχο Γ (202-198 π.Χ.) Εκδότης Σ. ΠΑΝΕΛΗΣ. Τεύχος 77 . 2003
  • LIVIUS Articles on Ancient History Third Syrian War (Laodicean War; 246-241)

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

Τέοντορ Μόμσεν



Ο Κρίστιαν Ματίας Τέοντορ Μόμσεν (Christian Matthias Theodor Mommsen30 Νοεμβρίου 1817 - 1 Νοεμβρίου 1903) ήταν Γερμανός κλασικιστής, νομικός και ιστορικός. Υπήρξε επίσης επιφανής πολιτικός, μέλος του πρωσικού και του γερμανικού κοινοβουλίου. Του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1902. Οι εργασίες του για το ρωμαϊκό δίκαιο και για το νόμο των υποχρεώσεων άσκησαν σημαντική επίδραση στο γερμανικό αστικό κώδικα (BGB). Ανακάλυψε τον Jordanes Getica, του οποίου τα έργα είχαν χαθεί.

Βιογραφία

Ο Τέοντορ Mόμσεν γεννήθηκε στο Γκάρντινγκ της επαρχίας Σλέσβιχ και ήταν γιος ενός φτωχού ιερέα. Μεγάλωσε στο Ολντέσλοε και τελείωσε το γυμνάσιο στην Αλτόνα του Αμβούργου. Μελέτησε αργότερα τα ελληνικά και τα λατινικά και έλαβε το δίπλωμά του το 1837, ως διδάκτωρ του ρωμαϊκού δικαίου. Δεδομένου ότι δεν μπόρεσε να περάσει τα οικονομικά, γράφτηκε στο πανεπιστήμιο του Κιέλου, όπου μελέτησε τη νομολογία από το 1838 έως το 1843. Χάρη σε μια δανική επιχορήγηση, ήταν σε θέση να επισκεφτεί τη Γαλλία και την Ιταλία. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1848 στη Γερμανία, ο Mόμσεν εργάστηκε ως ανταποκριτής στο Ρέντσβμουρκ, που υποστήριζε την προσάρτηση του Σλέσβιχ-Χολστάιν και της συνταγματικής μεταρρύθμισης. Έγινε καθηγητής της Νομικής στο ίδιο έτος στο πανεπιστήμιο της Λειψίας. Όταν διαμαρτυρήθηκε για το νέο σύνταγμα της Σαξωνίας το 1851, έπρεπε να παραιτηθεί. Εντούτοις, το επόμενο έτος έλαβε μια καθηγεσία για το ρωμαϊκό δίκαιο στο πανεπιστήμιο της Ζυρίχης. Το 1854 έγινε καθηγητής της Νομικής στο πανεπιστήμιο του Μπρεσλάου, όπου συνάντησε τον Jakob Bernays. Ο Mόμσεν έγινε ερευνητικός καθηγητής στην ακαδημία του Βερολίνου των επιστημών το 1857. Βοήθησε αργότερα στη δημιουργία και διαχείριση γερμανικού αρχαιολογικού ιδρύματος στη Ρώμη. Το 1858 διορίστηκε ως μέλος της ακαδημίας των επιστημών στο Βερολίνο, και έγινε επίσης καθηγητής της ρωμαϊκής ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου το 1861, όπου παρέμεινε μέχρι το 1887. Είναι ένας από τους πολύ λίγους non-fiction συγγραφείς που έλαβε το βραβείο Νόμπελ στη λογοτεχνία. Ο Mόμσεν είχε δεκαέξι παιδιά με τη σύζυγό του Marie (κόρη του συντάκτη Karl Reimer από τη Λειψία), μερικά από την οποία πέθαναν σε νεαρή ηλικία. Δύο από τους δισέγγονούς του, ο Χανς και ο Βολφγκαγκ, ήταν Γερμανοί ιστορικοί.

Έργο

Ο Mόμσεν δημοσίευσε εκατοντάδες εργασίες (βιβλιογραφικοί κατάλογοι του 1905 αναφέρουν πάνω από 1.000) και θέσπισε αποτελεσματικά ένα νέο πλαίσιο για τη συστηματική μελέτη της ρωμαϊκής ιστορίας. Αν και ατελής, η «ιστορία της Ρώμης» έχει θεωρηθεί η κύρια εργασία του.

Παραπομπές

↑ 
Άλμα πάνω, στο:
1,0 1,1 1,2 1,3 «Theodor Mommsen - Facts». Nobelprize.org.. Ανακτήθηκε στις 1η Οκτωβριου 2013.

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Συριακοί Πόλεμοι




ALEJANDRO MAGNO-SOLDADOS-EJERCITO-CASCO-GRIEGO-PINTURA-PINTOR-ERNEST DESCALS-



1. Η βαθύτερη αιτία των πολέμων

Συριακοί πόλεμοι καλούνται από τη νεότερη έρευνα 6 πόλεμοι μεταξύ των Σελευκιδών και των Πτολεμαίων για την κατοχή της λεγόμενης «Κοίλης Συρίας», η οποία περιλάμβανε τη νότια Συρία και μέρος ή ολόκληρη τη Φοινίκη. Η περιοχή αυτή είχε τεράστια στρατηγική σημασία κυρίως για τους Πτολεμαίους, διότι μπορούσε να αποτελέσει εφαλτήριο για εχθρικές επιθέσεις εναντίον της πτολεμαϊκής Κύπρου και της Αιγύπτου. Εξάλλου, οι πόλεις της Φοινίκης ήταν εξέχουσας σημασίας ναυτικές βάσεις, ενώ τα πλούσια δάση της περιοχής με τους περίφημους κέδρους του Λιβάνου παρείχαν άφθονη ξυλεία για τη ναυπήγηση στόλου. Παράλληλα, ως σημαίνοντα εμπορικά κέντρα οι πόλεις αυτές παρείχαν τεράστια οικονομικά οφέλη στον εκάστοτε κυρίαρχό τους.1 Η Κοίλη Συρία ήταν δορίκτητος γη του Πτολεμαίου Α΄, ο οποίος την κατέλαβε το 319/318 π.Χ. Παρ’ όλα αυτά οι Σελευκίδες θεωρούσαν ότι η περιοχή τούς ανήκε δικαιωματικά, προβάλλοντας ως επιχείρημα το γεγονός ότι το 314 π.Χ. την είχε καταλάβει ο Αντίγονος Μονόφθαλμος και ισχυριζόμενοι ότι εκείνοι ήταν οι νόμιμοι διάδοχοί του στις περιοχές της Ασίας που εκτείνονταν στα ανατολικά του όρους Ταύρος.2

2. Α΄ Συριακός πόλεμος

Αιτία του Α΄ Συριακού πολέμου3 (274-273/272 π.Χ.), γνωστός και ως Καρικός Πόλεμος, ήταν προφανώς οι βλέψεις που είχαν για την Αίγυπτο ο Σελευκίδης Αντίοχος Α΄ και ο βασιλιάς της Κυρήνης Μάγας. Οι επιχειρήσεις των συνασπισμένων εχθρών της Αιγύπτου απέτυχαν λόγω κακού συντονισμού και περισπασμού από προβλήματα στο εσωτερικό των βασιλείων τους. Ο Πτολεμαίος Β΄ όχι μόνο διατήρησε την Κοίλη Συρία, αλλά κατέκτησε και περιοχές της δυτικής και νότιας Μικράς Ασίας.4

3. Β΄ Συριακός πόλεμος

Ο Β΄ Συριακός πόλεμος5 (περίπου 259-253 π.Χ.) προκλήθηκε πιθανότατα από τη δράση του ομώνυμου γιου και συμβασιλέα του Πτολεμαίου Β΄στη δυτική Μικρά Ασία, όπου φαίνεται ότι κατέλαβε τη Μίλητο και την Έφεσο. Η επίθεσή του προκάλεσε την κινητοποίηση του ΣελευκίδηΑντιόχου Β΄, με τον οποίο συντάχθηκαν οι μέχρι πρότινος σύμμαχοι των Πτολεμαίων, οι Ρόδιοι, και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αντίγονος Γονατάς. Έπειτα από δύο διαδοχικές ήττες σε ναυμαχίες η πτολεμαϊκή θαλασσοκρατία στο Αιγαίο κατέρρευσε τερματίζοντας το πτολεμαϊκό προτεκτοράτο στο κοινό των Νησιωτών. Παράλληλα, ο Αντίοχος Β΄ ανέκτησε όχι μόνο τη Μίλητο και την Έφεσο, αλλά και παλαιότερες σελευκιδικές κτήσεις στην Κιλικία και την Παμφυλία. Οι εξελίξεις στο μέτωπο της Κοίλης Συρίας δε μας είναι γνωστές. Η ειρήνη μεταξύ Σελευκιδών και Πτολεμαίων επισφραγίστηκε με το γάμο της κόρης του Πτολεμαίου Β΄ Βερενίκης με τον Αντίοχο Β΄, ο οποίος χώρισε γι' αυτό το λόγο την πρώτη του γυναίκα Λαοδίκη.6

4. Γ΄ Συριακός ή Λαοδίκειος πόλεμος 

Η δυσαρέσκεια των Πτολεμαίων για τους όρους της συνθήκης, ίσως και η επιθυμία του Αντιόχου Β΄ να εκμεταλλευθεί το θάνατο του Πτολεμαίου Β΄ το 246 π.Χ., οδήγησε σε νέες πολεμικές προετοιμασίες, οι εχθροπραξίες όμως άρχισαν αμέσως μετά το θάνατο του Αντιόχου Β΄ το ίδιο έτος, με αφορμή τη διαδοχή στο σελευκιδικό θρόνο. Η πρώτη γυναίκα του Αντιόχου Λαοδίκη, από την οποία πήρε το όνομά του ο Γ΄ Συριακός ή Λαοδίκειος πόλεμος7 (246-242/241 π.Χ.), φρόντισε να ανακηρυχθεί βασιλιάς ο μεγαλύτερος γιος της Σέλευκος Β΄. Η Βερενίκη, για να υποστηρίξει τα δικαιώματα του δικού της γιου, κάλεσε σε βοήθεια τον αδελφό της και νέο μονάρχη της Αιγύπτου Πτολεμαίο Γ΄, δίνοντάς του το πρόσχημα να εισβάλει στο σελευκιδικό κράτος. Η ίδια και ο γιος της δολοφονήθηκαν με εντολή της Λαοδίκης, ο Πτολεμαίος όμως κατάφερε να προελάσει μέχρι την καρδιά του σελευκιδικού κράτους στη Μεσοποταμία, από όπου σύντομα αποχώρησε. Με το τέλος του Γ΄ Συριακού πολέμου είχε επανεδραιωθεί η πτολεμαϊκή επικυριαρχία στην ανατολική ακτή της Μεσογείου, με κέντρο βάρους ένα τμήμα της συροπαλαιστινιακής ακτής και εκτεταμένες περιοχές της νότιας και δυτικής Μικράς Ασίας.8

5. Δ΄ Συριακός πόλεμος

Αιτία του Δ΄ Συριακού πολέμου9 (221-217 π.Χ.) ήταν η βούληση του Σελευκίδη βασιλιά Αντιόχου Γ΄ να αποκαταστήσει το σελευκιδικό κράτος την έκταση που είχε την εποχή του ιδρυτή της σελευκιδικής δυναστείας Σελεύκου Α΄.10 Η πολεμική αντιπαράθεση εστιάστηκε στην περιοχή της Κοίλης Συρίας και κρίθηκε υπέρ του Πτολεμαίου Δ΄, ο οποίος διατήρησε τη διαφιλονικούμενη περιοχή με εξαίρεση πιθανόν την πόλη Σελεύκεια της Πιερίας.

6. Ε΄ Συριακός πόλεμος

Μετά το θάνατο του Πτολεμαίου Δ΄ το 204 π.Χ. το πτολεμαϊκό βασίλειο περιήλθε σε κατάσταση πολιτικής αδυναμίας, καθώς ο διάδοχος Πτολεμαίος Ε΄ ήταν ακόμη ανήλικος και οι πανίσχυροι αυλικοί του έριζαν για την ανάληψη της αντιβασιλείας. Εκμεταλλευόμενοι τις συνθήκες αυτές ο Σελευκίδης Αντίοχος Γ΄ και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Ε΄ φαίνεται ότι ήρθαν σε μυστική συμφωνία για τη διανομή μεταξύ τους των πτολεμαϊκών κτήσεων. Έχοντας εξασφαλίσει την ουδετερότητα του Μακεδόνα βασιλιά ο Αντίοχος Γ΄ επιτέθηκε στην Κοίλη Συρία περίπου το 202 π.Χ. και ολοκλήρωσε την κατάληψή της το 198 π.Χ. Η περιοχή παρέμεινε σελευκιδική και μετά το γάμο της κόρης του Αντιόχου Γ΄ Κλεοπάτρας Α΄ με τον Πτολεμαίο Ε΄, που επισφράγισε την ειρήνη του 195/194 π.Χ.11

7. ΣΤ΄ Συριακός πόλεμος

Μετά το θάνατο του Πτολεμαίου Ε΄ (180 π.Χ.) οι επίτροποι του ανήλικου διαδόχου Πτολεμαίου ΣΤ΄ που ασκούσαν την εξουσία στην Αίγυπτο ως αντιβασιλείς αποφάσισαν την ανακατάληψη της Κοίλης Συρίας. Τα σχέδιά τους διέρρευσαν, προκαλώντας την αιφνιδιαστική επέμβαση του Σελευκίδη Αντιόχου Δ΄ στην Αίγυπτο και τον ΣΤ΄ Συριακό πόλεμο12 (170-168 π.Χ.). Εκτός από την προάσπιση της Κοίλης Συρίας στόχος του Αντιόχου ήταν πιθανότατα και η ανάληψη της αντιβασιλείας στην Αίγυπτο για λογαριασμό του ανιψιού του Πτολεμαίου ΣΤ΄. Η πλάστιγγα της πολεμικής αναμέτρησης έγερνε σαφώς προς το μέρος του Αντιόχου, ο οποίος κατέλαβε την Αίγυπτο με εξαίρεση την Αλεξάνδρεια, αλλά η επέμβαση της Ρώμης για την προάσπιση της ακεραιότητας του πτολεμαϊκού βασιλείου έκρινε αποφασιστικά την έκβαση του πολέμου. Η ταπεινωτική συμμόρφωση του Αντιόχου Δ΄ με την εντολή μιας ρωμαϊκής πρεσβείας να αποχωρήσει από την Αίγυπτο μαρτυρεί τη δύναμη και το ρυθμιστικό ρόλο της Ρώμης στις υποθέσεις των ελληνιστικών βασιλείων, που είχαν εισέλθει οριστικά και αμετάκλητα στη σφαίρα επιρροής της.




1. Για τη σημασία της περιοχής αυτής βλ. Διόδ. Σ. 18.43· Αππ., Συρ. 52· Buraselis, K., Das Hellenistische Makedonien und die Ägäis: Forschungen zur Politik des Kassandros und der drei ersten Antigoniden (Antigonos Monophthalmos, Demetrios Poliorketes und Antigonos Gonatas) im Ägäischen Meer und in Westkleinasien (München 1982), σελ. 39 κ.ε., σημ. 5.


2. Για τη σχετική επιχειρηματολογία και την ερμηνεία της βλ. Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 386 κ.ε. και σημ. 6.


3. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον Α΄ Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί από τον Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 265, σημ. 84. Για τα γεγονότα του πολέμου βλ. του ιδίου, σελ. 265 κ.ε., 287, 270, 293 κ.ε. Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiose Kultur von Alexander dem Grossenbis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 35 κ.ε.


4. Πρόκειται για τμήματα της Κιλικίας, της Παμφυλίας και της Ιωνίας, ίσως δε και της Καρίας, βλ. Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 270.


5. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για το Β΄ Συριακό πόλεμο βρίσκονται συγκεντρωμένες στο έργο του Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 281. Αναλυτικά για τον πόλεμο βλ. του ιδίου, σελ. 281 κ.ε., 301· Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 41 κ.ε., 46· Buraselis, K., Das Hellenistische Makedonien und die Ägäis: Forschungeσn zur Politik des Kassandros und der drei ersten Antigoniden(Antigonos Monophthalmos, Demetrios Poliorketes und Antigonos Gonatas) im Ägäischen Meer und in Westkleinasien (München 1982), σελ. 160 κ.ε. Gehrke, H.J., Ιστορία του Ελληνιστικού κόσμου, Χανιώτης, Α. (μτφρ.) (Αθήνα 2000), σελ. 153 κ.ε., 286.


6. Ο Πτολεμαίος υποχρεώθηκε να καταβάλει στον Αντίοχο μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία δεν παρουσιάστηκαν ως πολεμική αποζημίωση αλλά ως προίκα της Βερενίκης, βλ. Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 287.


7. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον Γ΄ Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί στο Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 338 κ.ε, σημ. 1. Αναλυτική παρουσίαση των εξελίξεων: του ιδίου, σελ. 338 κ.ε., 427 κ.ε., 431 κ.ε. Βλ. Επίσης Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiose Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 46 κ.ε., 272· Buraselis, K., Das Hellenistische Makedonien und die Ägäis: Forschungeσn zur Politik des Kassandros und der drei ersten Antigoniden (Antigonos Monophthalmos, Demetrios Poliorketes und Antigonos Gonatas) im Ägäischen Meer und in Westkleinasien (München 1982), σελ. 170 κ.ε., ιδ. σελ. 172 κ.ε.


8. Στην πτολεμαϊκή εξουσία περιήλθαν τμήμα της Κιλικίας, η Παμφυλία, διάφορες πόλεις της Καρίας, η Ιωνία και –πιθανότατα– ορισμένες πόλεις της Τρωάδας και της ανατολικής ακτής του Ελλησπόντου, βλ. Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 427 κ.ε., 431 κ.ε.


9. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον Δ' Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί στο Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 386, σημ. 1. Αναλυτική παρουσίαση των εξελίξεων: του ιδίου, σελ. 386 κ.ε., 409, 415, 444· Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 113 κ.ε.


10. Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές η επίθεση του Αντιόχου προκλήθηκε και από την πολιτική των Πτολεμαίων οι οποίοι υποστήριζαν το σφετεριστή της σελευκιδικής εξουσίας στη Μικρά Ασία Αχαιό. Η συνεργασία Πτολεμαίων και Αχαιού τεκμηριώνεται μόνο κατά τη διάρκεια του Δ΄ Συριακού πολέμου, είναι όμως πιθανό η προσέγγισή τους να χρονολογείται σε πρωιμότερη εποχή. Τη σχετική βιβλιογραφία συγκεντρώνει ο Gehrke, H.J., Ιστορία του Ελλινιστικού κόσμου, Χανιώτης, Α. (μτφρ.) (Αθήνα 2000), σελ. 166, 295· Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 112 κ.ε.


11. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον E΄ Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί στο Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 489, σημ. 1. Αναλυτικότερα για τις εξελίξεις, βλ. του ιδίου, σελ 489 κ.ε. Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 121 κ.ε. Την εποχή του ΣΤ΄ Συριακού πολέμου οι πτολεμαϊκοί διπλωματικοί κύκλοι διατείνονταν ότι η Κοίλη Συρία είχε εκχωρηθεί στο πτολεμαϊκό βασίλειο ως προίκα της Κλεοπάτρας Α΄ κατά την επιγαμία των δύο βασιλικών οίκων, βλ. Holbl, G., ό.π., σελ. 131.


12. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον ΣΤ΄ Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί στο Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 544, σημ. 49. Αναλυτικότερα για τις εξελίξεις, βλ. Huss, W., ό.π., σελ. 544 κ.ε. Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 130 κ.ε., 273.




1. Η βαθύτερη αιτία των πολέμων
Συριακοί πόλεμοι καλούνται από τη νεότερη έρευνα 6 πόλεμοι μεταξύ των Σελευκιδών και των Πτολεμαίων για την κατοχή της λεγόμενης «Κοίλης Συρίας», η οποία περιλάμβανε τη νότια Συρία και μέρος ή ολόκληρη τη Φοινίκη. Η περιοχή αυτή είχε τεράστια στρατηγική σημασία κυρίως για τους Πτολεμαίους, διότι μπορούσε να αποτελέσει εφαλτήριο για εχθρικές επιθέσεις εναντίον της πτολεμαϊκής Κύπρου και της Αιγύπτου. Εξάλλου, οι πόλεις της Φοινίκης ήταν εξέχουσας σημασίας ναυτικές βάσεις, ενώ τα πλούσια δάση της περιοχής με τους περίφημους κέδρους του Λιβάνου παρείχαν άφθονη ξυλεία για τη ναυπήγηση στόλου. Παράλληλα, ως σημαίνοντα εμπορικά κέντρα οι πόλεις αυτές παρείχαν τεράστια οικονομικά οφέλη στον εκάστοτε κυρίαρχό τους.1 Η Κοίλη Συρία ήταν δορίκτητος γη τουΠτολεμαίου Α΄, ο οποίος την κατέλαβε το 319/318 π.Χ. Παρ’ όλα αυτά οι Σελευκίδες θεωρούσαν ότι η περιοχή τούς ανήκε δικαιωματικά, προβάλλοντας ως επιχείρημα το γεγονός ότι το 314 π.Χ. την είχε καταλάβει ο Αντίγονος Μονόφθαλμοςκαι ισχυριζόμενοι ότι εκείνοι ήταν οι νόμιμοι διάδοχοί του στις περιοχές της Ασίας που εκτείνονταν στα ανατολικά του όρους Ταύρος.2
2. Α΄ Συριακός πόλεμος
Αιτία του Α΄ Συριακού πολέμου3 (274-273/272 π.Χ.), γνωστός και ως Καρικός Πόλεμος, ήταν προφανώς οι βλέψεις που είχαν για την Αίγυπτο ο Σελευκίδης Αντίοχος Α΄ και ο βασιλιάς της Κυρήνης Μάγας. Οι επιχειρήσεις των συνασπισμένων εχθρών της Αιγύπτου απέτυχαν λόγω κακού συντονισμού και περισπασμού από προβλήματα στο εσωτερικό των βασιλείων τους. Ο Πτολεμαίος Β΄ όχι μόνο διατήρησε την Κοίλη Συρία, αλλά κατέκτησε και περιοχές της δυτικής και νότιας Μικράς Ασίας.4
3. Β΄ Συριακός πόλεμος
Ο Β΄ Συριακός πόλεμος5 (περίπου 259-253 π.Χ.) προκλήθηκε πιθανότατα από τη δράση του ομώνυμου γιου και συμβασιλέα του Πτολεμαίου Β΄ στη δυτική Μικρά Ασία, όπου φαίνεται ότι κατέλαβε τη Μίλητο και την Έφεσο. Η επίθεσή του προκάλεσε την κινητοποίηση του Σελευκίδη Αντιόχου Β΄, με τον οποίο συντάχθηκαν οι μέχρι πρότινος σύμμαχοι των Πτολεμαίων, οι Ρόδιοι, και ο βασιλιάς της ΜακεδονίαςΑντίγονος Γονατάς. Έπειτα από δύο διαδοχικές ήττες σε ναυμαχίες η πτολεμαϊκή θαλασσοκρατία στο Αιγαίο κατέρρευσε τερματίζοντας το πτολεμαϊκό προτεκτοράτο στοκοινό των Νησιωτών. Παράλληλα, ο Αντίοχος Β΄ ανέκτησε όχι μόνο τη Μίλητο και την Έφεσο, αλλά και παλαιότερες σελευκιδικές κτήσεις στην Κιλικία και την Παμφυλία. Οι εξελίξεις στο μέτωπο της Κοίλης Συρίας δε μας είναι γνωστές. Η ειρήνη μεταξύ Σελευκιδών και Πτολεμαίων επισφραγίστηκε με το γάμο της κόρης του Πτολεμαίου Β΄ Βερενίκης με τον Αντίοχο Β΄, ο οποίος χώρισε γι' αυτό το λόγο την πρώτη του γυναίκα Λαοδίκη.6
4. Γ΄ Συριακός ή Λαοδίκειος πόλεμος 
Η δυσαρέσκεια των Πτολεμαίων για τους όρους της συνθήκης, ίσως και η επιθυμία του Αντιόχου Β΄ να εκμεταλλευθεί το θάνατο του Πτολεμαίου Β΄ το 246 π.Χ., οδήγησε σε νέες πολεμικές προετοιμασίες, οι εχθροπραξίες όμως άρχισαν αμέσως μετά το θάνατο του Αντιόχου Β΄ το ίδιο έτος, με αφορμή τη διαδοχή στο σελευκιδικό θρόνο. Η πρώτη γυναίκα του Αντιόχου Λαοδίκη, από την οποία πήρε το όνομά του ο Γ΄ Συριακός ή Λαοδίκειος πόλεμος7 (246-242/241 π.Χ.), φρόντισε να ανακηρυχθεί βασιλιάς ο μεγαλύτερος γιος της Σέλευκος Β΄. Η Βερενίκη, για να υποστηρίξει τα δικαιώματα του δικού της γιου, κάλεσε σε βοήθεια τον αδελφό της και νέο μονάρχη της Αιγύπτου Πτολεμαίο Γ΄, δίνοντάς του το πρόσχημα να εισβάλει στο σελευκιδικό κράτος. Η ίδια και ο γιος της δολοφονήθηκαν με εντολή της Λαοδίκης, ο Πτολεμαίος όμως κατάφερε να προελάσει μέχρι την καρδιά του σελευκιδικού κράτους στη Μεσοποταμία, από όπου σύντομα αποχώρησε. Με το τέλος του Γ΄ Συριακού πολέμου είχε επανεδραιωθεί η πτολεμαϊκή επικυριαρχία στην ανατολική ακτή της Μεσογείου, με κέντρο βάρους ένα τμήμα της συροπαλαιστινιακής ακτής και εκτεταμένες περιοχές της νότιας και δυτικής Μικράς Ασίας.8
5. Δ΄ Συριακός πόλεμος
Αιτία του Δ΄ Συριακού πολέμου9 (221-217 π.Χ.) ήταν η βούληση του Σελευκίδη βασιλιά Αντιόχου Γ΄ να αποκαταστήσει το σελευκιδικό κράτος την έκταση που είχε την εποχή του ιδρυτή της σελευκιδικής δυναστείας Σελεύκου Α΄.10 Η πολεμική αντιπαράθεση εστιάστηκε στην περιοχή της Κοίλης Συρίας και κρίθηκε υπέρ του Πτολεμαίου Δ΄, ο οποίος διατήρησε τη διαφιλονικούμενη περιοχή με εξαίρεση πιθανόν την πόλη Σελεύκεια της Πιερίας.
6. Ε΄ Συριακός πόλεμος
Μετά το θάνατο του Πτολεμαίου Δ΄ το 204 π.Χ. το πτολεμαϊκό βασίλειο περιήλθε σε κατάσταση πολιτικής αδυναμίας, καθώς ο διάδοχος Πτολεμαίος Ε΄ ήταν ακόμη ανήλικος και οι πανίσχυροι αυλικοί του έριζαν για την ανάληψη της αντιβασιλείας. Εκμεταλλευόμενοι τις συνθήκες αυτές ο Σελευκίδης Αντίοχος Γ΄ και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Ε΄ φαίνεται ότι ήρθαν σε μυστική συμφωνία για τη διανομή μεταξύ τους των πτολεμαϊκών κτήσεων. Έχοντας εξασφαλίσει την ουδετερότητα του Μακεδόνα βασιλιά ο Αντίοχος Γ΄ επιτέθηκε στην Κοίλη Συρία περίπου το 202 π.Χ. και ολοκλήρωσε την κατάληψή της το 198 π.Χ. Η περιοχή παρέμεινε σελευκιδική και μετά το γάμο της κόρης του Αντιόχου Γ΄ Κλεοπάτρας Α΄ με τον Πτολεμαίο Ε΄, που επισφράγισε την ειρήνη του 195/194 π.Χ.11
7. ΣΤ΄ Συριακός πόλεμος
Μετά το θάνατο του Πτολεμαίου Ε΄ (180 π.Χ.) οι επίτροποι του ανήλικου διαδόχου Πτολεμαίου ΣΤ΄ που ασκούσαν την εξουσία στην Αίγυπτο ως αντιβασιλείς αποφάσισαν την ανακατάληψη της Κοίλης Συρίας. Τα σχέδιά τους διέρρευσαν, προκαλώντας την αιφνιδιαστική επέμβαση του ΣελευκίδηΑντιόχου Δ΄ στην Αίγυπτο και τον ΣΤ΄ Συριακό πόλεμο12(170-168 π.Χ.). Εκτός από την προάσπιση της Κοίλης Συρίας στόχος του Αντιόχου ήταν πιθανότατα και η ανάληψη της αντιβασιλείας στην Αίγυπτο για λογαριασμό του ανιψιού του Πτολεμαίου ΣΤ΄. Η πλάστιγγα της πολεμικής αναμέτρησης έγερνε σαφώς προς το μέρος του Αντιόχου, ο οποίος κατέλαβε την Αίγυπτο με εξαίρεση την Αλεξάνδρεια, αλλά η επέμβαση της Ρώμης για την προάσπιση της ακεραιότητας του πτολεμαϊκού βασιλείου έκρινε αποφασιστικά την έκβαση του πολέμου. Η ταπεινωτική συμμόρφωση του Αντιόχου Δ΄ με την εντολή μιας ρωμαϊκής πρεσβείας να αποχωρήσει από την Αίγυπτο μαρτυρεί τη δύναμη και το ρυθμιστικό ρόλο της Ρώμης στις υποθέσεις των ελληνιστικών βασιλείων, που είχαν εισέλθει οριστικά και αμετάκλητα στη σφαίρα επιρροής της.




1. Για τη σημασία της περιοχής αυτής βλ. Διόδ. Σ. 18.43· Αππ., Συρ. 52· Buraselis, K., Das Hellenistische Makedonien und die Ägäis: Forschungen zur Politik des Kassandros und der drei ersten Antigoniden (Antigonos Monophthalmos, Demetrios Poliorketes und Antigonos Gonatas) im Ägäischen Meer und in Westkleinasien (München 1982), σελ. 39 κ.ε., σημ. 5.
2. Για τη σχετική επιχειρηματολογία και την ερμηνεία της βλ. Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 386 κ.ε. και σημ. 6.
3. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον Α΄ Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί από τον Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 265, σημ. 84. Για τα γεγονότα του πολέμου βλ. του ιδίου, σελ. 265 κ.ε., 287, 270, 293 κ.ε. Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiose Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 35 κ.ε.
4. Πρόκειται για τμήματα της Κιλικίας, της Παμφυλίας και της Ιωνίας, ίσως δε και της Καρίας, βλ. Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 270.
5. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για το Β΄ Συριακό πόλεμο βρίσκονται συγκεντρωμένες στο έργο του Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 281. Αναλυτικά για τον πόλεμο βλ. του ιδίου, σελ. 281 κ.ε., 301· Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 41 κ.ε., 46· Buraselis, K., Das Hellenistische Makedonien und die Ägäis: Forschungeσn zur Politik des Kassandros und der drei ersten Antigoniden (Antigonos Monophthalmos, Demetrios Poliorketes und Antigonos Gonatas) im Ägäischen Meer und in Westkleinasien (München 1982), σελ. 160 κ.ε. Gehrke, H.J.,Ιστορία του Ελληνιστικού κόσμου, Χανιώτης, Α. (μτφρ.) (Αθήνα 2000), σελ. 153 κ.ε., 286.
6. Ο Πτολεμαίος υποχρεώθηκε να καταβάλει στον Αντίοχο μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία δεν παρουσιάστηκαν ως πολεμική αποζημίωση αλλά ως προίκα της Βερενίκης, βλ. Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 287.
7. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον Γ΄ Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί στο Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 338 κ.ε, σημ. 1. Αναλυτική παρουσίαση των εξελίξεων: του ιδίου, σελ. 338 κ.ε., 427 κ.ε., 431 κ.ε. Βλ. Επίσης Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiose Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 46 κ.ε., 272· Buraselis, K., Das Hellenistische Makedonien und die Ägäis: Forschungeσn zur Politik des Kassandros und der drei ersten Antigoniden(Antigonos Monophthalmos, Demetrios Poliorketes und Antigonos Gonatas) im Ägäischen Meer und in Westkleinasien (München 1982), σελ. 170 κ.ε., ιδ. σελ. 172 κ.ε.
8. Στην πτολεμαϊκή εξουσία περιήλθαν τμήμα της Κιλικίας, η Παμφυλία, διάφορες πόλεις της Καρίας, η Ιωνία και –πιθανότατα– ορισμένες πόλεις της Τρωάδας και της ανατολικής ακτής του Ελλησπόντου, βλ. Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.)(München 2001), σελ. 427 κ.ε., 431 κ.ε.
9. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον Δ' Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί στο Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 386, σημ. 1. Αναλυτική παρουσίαση των εξελίξεων: του ιδίου, σελ. 386 κ.ε., 409, 415, 444· Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 113 κ.ε.
10. Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές η επίθεση του Αντιόχου προκλήθηκε και από την πολιτική των Πτολεμαίων οι οποίοι υποστήριζαν το σφετεριστή της σελευκιδικής εξουσίας στη Μικρά Ασία Αχαιό. Η συνεργασία Πτολεμαίων και Αχαιού τεκμηριώνεται μόνο κατά τη διάρκεια του Δ΄ Συριακού πολέμου, είναι όμως πιθανό η προσέγγισή τους να χρονολογείται σε πρωιμότερη εποχή. Τη σχετική βιβλιογραφία συγκεντρώνει ο Gehrke, H.J., Ιστορία του Ελλινιστικού κόσμου, Χανιώτης, Α. (μτφρ.) (Αθήνα 2000), σελ. 166, 295· Holbl, G.,Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 112 κ.ε.
11. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον E΄ Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί στο Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 489, σημ. 1. Αναλυτικότερα για τις εξελίξεις, βλ. του ιδίου, σελ 489 κ.ε. Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 121 κ.ε. Την εποχή του ΣΤ΄ Συριακού πολέμου οι πτολεμαϊκοί διπλωματικοί κύκλοι διατείνονταν ότι η Κοίλη Συρία είχε εκχωρηθεί στο πτολεμαϊκό βασίλειο ως προίκα της Κλεοπάτρας Α΄ κατά την επιγαμία των δύο βασιλικών οίκων, βλ. Holbl, G., ό.π., σελ. 131.

12. Πηγές και παλαιότερη βιβλιογραφία για τον ΣΤ΄ Συριακό πόλεμο έχουν συγκεντρωθεί στο Huss, W., Ägypten in hellenistischer Zeit (332-30 v. Chr.) (München 2001), σελ. 544, σημ. 49. Αναλυτικότερα για τις εξελίξεις, βλ. Huss, W., ό.π., σελ. 544 κ.ε. Holbl, G., Geschichte des Ptolemäerreiches. Politik, Ideologie und religiöse Kultur von Alexander dem Grossen bis zur römischen Eroberung (Darmstadt 1994), σελ. 130 κ.ε., 273.

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

Η γενεαλογία του Οίκου των Μολοσσών

Πηγή: http://zsgiannina.gr/η-γενεαλογία-του-οίκου-των-μολοσσών/

http://zsgiannina.gr/η-γενεαλογία-του-οίκου-των-μολοσσών/


Συνέχεια Εδώ

Μάχη της Ηράκλειας (280 π.Χ.)



Η μάχη της Ηράκλειας πραγματοποιήθηκε το 280 π.Χ. ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Ρώμη, στην Ηράκλεια της Ιταλίας, κατά τους πολέμους του Πύρρου εκεί.


Ο Τάραντας ήταν ελληνική αποικία που ίδρυσαν οι Σπαρτιάτες. Με τα χρόνια άρχισε να γίνεται ισχυρή και πλούσια πόλη που ήρθε σε ρήξη με τις γειτονικές ιταλικές πόλεις. Κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., ο Τάραντας άρχισε να παρακμάζει ενώ είχε αρχίσει να ανατέλλει η δύναμη της Ρώμης. Οι Ρωμαίοι πρσέβλεπαν στην επέκταση τους σε όλη την Ιταλία, γι' αυτό ήρθαν σε σύγκρουση με τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας. Στην αρχή ο Τάραντας, βλέποντας τη δύναμη της Ρώμης, ήθελε να αποφύγει τον πόλεμο. Έτσι το 303 π.Χ. οι Ταραντινοί συνομολόγησαν συνθήκη ειρήνης με τους Ρωμαίους. Το 282 π.Χ. οι Ρωμαίοι βοήθησαν μια ελληνική αποικία, τους Θούριους να αμυνθεί εναντίον των γειτονικών ιταλικών φυλών που την πολιορκούσαν και εγκατέστησαν φρουρά στην πόλη. Το παράδειγμα των Θουρίων ακολούθησαν κι άλλες ελληνικές πόλεις όπως ο Κρότων και το Ρήγιο, προκαλώντας έντονη δυσαρέσκεια στους Ταραντίνους δημοκρατικούς, οι οποίοι έβλεπαν να χάνεται η επιρροή τους στην Κάτω Ιταλία.
Το φθινόπωρο του 282 π.Χ. οι Ρωμαίοι παραβίασαν την ειρήνη με τους Ταραντίνους, πλέοντας με πολεμικά πλοία στα ανοικτά του Τάραντα. Ακολούθησε σύρραξη, με τους Ταραντίνους να βυθίζουν τέσσερα πλοία και να καταλαμβάνουν άλλο ένα. Δεν τελείωσαν εκεί όμως τις εχθροπραξίες. Επιτέθηκαν και κατά των Θουρίων και τους κατέλαβαν, εξορίζοντας τους αριστοκρατικούς της πόλης.
Οι Ρωμαίοι τον ίδιο χρόνο (282 π.Χ.) έστειλαν πρεσβεία στον Τάραντα με μετριοπαθείς όρους. Ζητούσαν την επιστροφή των Θουρίων εξορίστων, την απελευθέρωση των αιχμαλώτων και την προστασία των συμφερόντων των άλλων ελληνικών πόλεων που είχαν γίνει φίλοι τους. Οι Ταραντίνοι όμως τους προσέβαλαν και οι πρέσβεις άπρακτοι γύρισαν πίσω στη Ρώμη. ΗΡωμαϊκή Σύγκλητος, βλέποντας ότι δεν μπορούσε να επιτευχθεί ειρήνη ψήφισε, πόλεμο. Αρχηγός ορίστηκε ο Λεύκιος Αιμίλιος Βάρβουλας.
Μαθαίνοντας τα νέα οι Ταραντίνοι διχάστηκαν. Δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους τους Ρωμαίους κι έτσι ζήτησαν τη βοήθεια του Πύρρου, του βασιλιά της Ηπείρου, ο οποίος δέχτηκε. Ο τελευταίος προερχόταν από τη δυναστεία των Μολοσσών και είχε επεκτείνει το κράτος του σημαντικά. Η δεύτερη πρεσβεία προς τον Πύρρο συμπεριλάμβανε, εκτός από τους Ταραντίνους, πρέσβεις των Ηρακλεωτών, Μεταποντίων και Θουρίων, καθώς και Σαυνίτες και Λευκανούς. Όλοι αυτοί υποσχέθηκαν στον Πύρρο ότι θα συγκέντρωναν 350.000 πεζούς και 20.000 ιππείς. Επειδή όμως ο Πύρρος ήξερε πως δεν μπορούσε να βασιστεί στις υποσχέσεις που έδιναν οι σύμμαχοί τους σε κατάσταση ανάγκης, ζήτησε στρατιωτική βοήθεια από τους δικούς του συμμάχους των ελληνιστικών βασιλείων της Αιγύπτου και της Μακεδονίας.
Όταν ο Αιμίλιος Βάρβουλας έμαθε για αυτή τη συμμαχία, εισέβαλλε στη χώρα του Τάραντα, κατέλαβε μερικά φρούρια, νίκησε τους αντιπάλους του και λεηλατούσε την ύπαιθρο της πόλης. Η ήττα των δημοκρατικών του Τάραντα έκανε την αριστοκρατική παράταξη να αναθαρρήσει και να πετύχει την έναρξη διαπραγματεύσεων με τους Ρωμαίους οι οποίοι είχαν και πάλι φερθεί με μετριοπάθεια. Ο Πύρρος έπρεπε να αντιδράσει γρήγορα σε αυτές τις κινήσεις των Ρωμαίων. Γι' αυτό έστειλε τον σύμβουλό του και φιλόσοφο Κινέα στον Τάραντα, αργότερα και τον στρατηγό Μίλωνα και 3.000 στρατιώτες οι οποίοι κατέλαβαν την ακρόπολη. Έτσι οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν και ματαιώθηκε οριστικά το ενδεχόμενο νέας μεταστροφής των Ταραντίνων. Τότε οι Ρωμαίοι, έχοντας ανεπαρκείς δυνάμεις για την κατάληψη του Τάραντα, έφυγαν. Το 280 π.Χ., ο Πύρρος αναχώρησε για την Ιταλία με 20.000 πεζούς, 3.000 ιππείς, 2.000 τοξότες, 500 σφενδονήτες και 20 πολεμικούς ελέφαντες. Μόλις έφτασε στην Ιταλία οι Ταραντίνοι τον δέχτηκαν με ενθουσιασμό, αλλά δεν ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν. Έτσι τους συστράτευσε με τη βία. Εν τω μεταξύ, οι Ρωμαίοι όρισαν στρατηγό τον Πόπλιο Βαλέριο Λαιβίνο.

Η μάχη

Ο Πύρρος εγκατέστησε το στρατόπεδό του ανάμεσα στην Πανδοσία και την Ηράκλεια. Οι Ρωμαίοι εγκατέστησαν το στρατόπεδό τους στην όχθη του Σίριου ποταμού. Ο Πόπλιος Βαλέριος Λαιβίνος είχε συγκεντρώσει 29.000 πεζούς και 6.000 ιππείς. Στην αρχή ο Πύρρος ήταν διστακτικός, επειδή ανέμενε τους συμμάχους του και είδε την εξαιρετική οργάνωση των Ρωμαίων. Η μάχη άρχισε με τους Ρωμαίους να θέλουν να διαβούν τον ποταμό Σίριο. Δεν τα κατάφεραν όμως γιατί ο Πύρρος τους αντιμετώπισε και τους απώθησε στη δεξιά όχθη του ποταμού. Ύστερα οι Ρωμαίοι ιππείς κατάφεραν να δημιουργήσουν σύγχυση στις τάξεις του Πυρρου, με την προέλαση τους στον ποταμό. Ο Πύρρος, βλέποντας την εξέλιξη της μάχης, πήρε 3.000 ιππείς και επιτέθηκε στους Ρωμαίους, ενώ διέβαιναν το ποτάμι. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο [Πύρρος σκότωνε όποιο Ρωμαίο έβρισκε μπροστά του. Σε κάποια στιγμή, ένας Ρωμαίος διοικητής ονόματι Φρεντάνος επιτέθηκε στον Πύρρο και έριξε κάτω το άλογό του. Ένας Μακεδόνας αξιωματικός, ο Λεοννάτος, χτύπησε τότε με τη σειρά του το άλογο του Φρεντάνου. Τελικά ο Πύρρος συνήλθε από την πτώση του και ο Φρεντάνος σκοτώθηκε. Στη συνέχεια ο Πύρρος έριξε στη μάχη και τη φάλαγγά του και η σύγκρουση γενικεύτηκε. Μάλιστα έδωσε την πανοπλία του στον Μεγακλή, ένα από τους στρατιώτες του, για να μη δίνει ο ίδιος στόχο στους Ρωμαίους. Η μάχη ήταν αμφίρροπη και ο Μεγακλής, ο στρατιώτης με την πανοπλία του Πύρρου, έπεσε κάτω και διαδόθηκε ότι ο έπεσε ο Πύρρος. Έτσι ο τελευταίος αναγκάστηκε να εμφανιστεί με το άλογό του. Ακόμη, έστειλε τους 20 ελέφαντές του, οι οποίοι ήταν πρωτόγνωροι για τους Ρωμαίους και με την επίθεσή τους του χάρισαν τη νίκη.

Μετά τη μάχη

Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς υπολογίζει ότι οι Ρωμαίοι έχασαν γύρω στους 15.000 νεκρούς και ο Πύρρος περί τους 13.000 στρατιώτες. Ο Ιερώνυμος ο Καρδιανός όμως υπολογίζει τις απώλειες στους 7.000 άνδρες για τους Ρωμαίους και στους 4.000 άνδρες για τον Πύρρο. Αυτή η πύρρειος νίκη του Πύρρου, όπως ονομάστηκαν από τότε και στο εξής οι μάχες όπου ο νικητής είχε υπέρμετρα μεγάλες απώλειες, απετέλεσε την πρώτη νίκη του επί ιταλικού εδάφους. Θα ακολουθήσουν οι μάχες στο Άσκλον και στο Μπενεβέντο.

Πηγές

  • ΠλούταρχοςΒίοι Παράλληλοι, Πύρρος-Μάριος
  • Στρατιωτική Ιστορία, εκδόσεις Περισκόπιο, τεύχος 165, Μάιος 2010
  • Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τ. Δ', σ. 350-358